Τις τελευταίες μέρες έγινε -κι εξακολουθεί να γίνεται- πολύς λόγος για τους περιβόητους "πολλαπλασιαστές". Κι όταν λέμε "λόγος" εννοούμε αυτό που παλιότερα ονομάζαμε σπέκουλα. Δηλαδή, αυτοί που μιλάνε για τους πολλαπλασιαστές απλώς μπαρουφολογούν, προσπαθώντας να αποκομίσουν κομματικά ή πολιτικά οφέλη. Αναλύει ο Πρετεντέρης στο Μέγκα, αναλύει ο Μπάμπης στον Σκάι, αναλύει ο κάθε τυχάρπαστος όπου βρει πρόσφορο έδαφος... σκίζει τα ρούχα του ο Παπαδημούλης, επιτίθεται λάβρος ο Τσίπρας, κρατάει αμπάριζα ο Στουρνάρας... κι ανάθεμα αν καταλαβαίνει ο απλός πολίτης τι στον δαίμονα σημαίνουν όλα τούτα.
Επειδή, λοιπόν, σε τούτη την δικτυακή γωνιά αρεσκόμαστε σε κουβέντες με ζουμί, μακρυά από κραυγές κι αφορισμούς, ας ρίξουμε μια σοβαρή ματιά στο όλο θέμα.
Οικονομία δεν είναι οι ανερμάτιστοι ακροβατικοί πειραματισμοί της κάθε κυβέρνησης ή ο τυχοδιωκτισμός τής κάθε κυρα-Μαριγώς, που ήθελε να γίνει εκατομμυριούχα από το χρηματιστήριο. Η Οικονομία είναι επιστήμη. Και ως επιστήμη κάνει -μεταξύ άλλων- δυο πράγματα: αναλύει τα δεδομένα τού παρελθόντος και, με βάση τα συμπεράσματα αυτής της ανάλυσης, εκτιμά το μέλλον. Από την στιγμή που μπαίνει στην μέση η λέξη "μέλλον", μοιραία εμφιλοχωρούν κατ' αρχάς το στοιχείο τής αβεβαιότητας και ακολούθως ο περίφημος αστάθμητος παράγων.
Στην προσπάθειά της, λοιπόν, αυτή η επιστήμη να μετρήσει το μέλλον, καταφεύγει σε διάφορα "υποδείγματα" (κοινώς "μοντέλλα"), τα οποία γίνονται αποδεκτά με συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Για παράδειγμα, ο γνωστός μας "νόμος προσφοράς και ζήτησης" διατυπώνεται εύκολα και ως ορισμός αλλά και ως διάγραμμα στο χαρτί αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ισχύει μόνο σε καθεστώς τέλειου ανταγωνισμού. Δυστυχώς, τέτοιο καθεστώς δεν υπάρχει στην πραγματικότητα. Ο τέλειος ανταγωνισμός βρίσκεται μόνο στις σελίδες των οικονομικών βιβλίων, δηλαδή είναι απλώς έναυπόδειγμα. Αυτά τα λέμε για να καταλάβουμε τις δυσκολίες οποιασδήποτε οικονομετρικής ανάλυσης και πάμε παρακάτω.
Ένα από τα προβλήματα τα οποία καλείται να επιλύσει η Οικονομία είναι και το εξής: Αν υποθέσουμε ότι μια χώρα μειώσει κατά 1% τις δημόσιες δαπάνες της, ποιά θα είναι η ποσοστιαία επίπτωση στο παραγόμενο προϊόν της; Αυτό είναι και το πρόβλημα που -υποτίθεται πως- τέθηκε όταν σχεδιάζονταν τα μνημόνια, οι εφαρμοστικοί νόμοι και όλα αυτά τα μέτρα που πάρθηκαν την τελευταία τριετία σε τούτον εδώ τον τόπο και τον τσάκισαν.
Η αρχική εκτίμηση των "μεγάλων κεφαλιών" για την Ελλάδα ήταν πως για κάθε μία ποσοστιαία μονάδα μείωσης των δημοσίων δαπανών, θα σημειωνόταν υποχώρηση του εθνικού της προϊόντος κατά μισή μονάδα. Ορίστηκε, δηλαδή, ως πολλαπλασιαστής το "0,5". Ας δούμε ένα παράδειγμα εφαρμογής στα πραγματικά στοιχεία του 2009, όπου η δημόσια δαπάνη έφτασε τα 84 δισ. και το ΑΕΠ τα 235 δισ. ευρώ. Σύμφωνα με τον πολλαπλασιαστή, για κάθε 840 εκατομμύρια περικοπών (π.χ. από μισθούς, συντάξεις κλπ), θα είχαμε ύφεση 0,5% ή 1.675 εκατομμύρια.
Δεν χρειάζεται να είσαι οικονομολόγος για να καταλάβεις ότι, στην πράξη, η κατάσταση έχει ξεφύγει από κάθε έλεγχο. Ξανακάθησαν, λοιπόν, τα "μεγάλα κεφάλια", ξανάπιασαν τα κομπιουτεράκια τους και, τελικά, αναφώνησαν: "Συγγνώμη, λάθος! Δεν έπρεπε να ορίσουμε πολλαπλασιαστή το 0,5 αλλά το 1,75"! Δηλαδή, για να επιστρέψουμε στο παράδειγμα του 2009, η περικοπή των 840 εκατομμυρίων θα έπρεπε να είχε υπολογιστεί ότι θα δημιουργούσε ύφεση 1,75% ή 4.110 εκατομμύρια.
Τόμπολα! Τα μέτρα περιστολής των δαπανών του δημοσίου, τα οποία υποτίθεται ότι θα εξυγίαιναν τον δημόσιο τομέα και θα οδηγούσαν σε περιστολή των χρεών, βούλιαξαν την οικονομία σε τεράστια ύφεση. "Αν δεν είχαμε κάνει τέτοιο λάθος", λένε τώρα οι ΔουΝουΤιανοί, "δεν θα πιέζαμε για τόσο μεγάλη συρρίκνωση των δημοσίων δαπανών". Εκεί είναι που παίρνει αμπάρριζα ο Τσίπρας: "Αφού κάνατε τέτοιο λάθος, ας αυξήσουμε πάλι τις δημόσιες δαπάνες για να πάρει μπροστά η οικονομία και να μπούμε σε ρυθμούς ανάπτυξης"!
Ανατριχίλα στους άλλους δυο εταίρους της τρόικας, την Ε.Ε. και την Ε.Κ.Τ. Αύξηση των δημοσίων δαπανών σημαίνει εγκατάλειψη του νεοφιλελεύθερου προσανατολισμού και επιστροφή στον Κέυνς."Μαλακίες λένε στο ΔουΝουΤου", υποστηρίζουν ο Ρεν κι ο Σόιμπλε, "ο πολλαπλασιαστής δεν βγαίνει 1,75 με τίποτε. Άντε να τον υπολογίσουμε στο 1". Κορώνει η Λαγκάρντ: "Μα τα νούμερα δεν βγαίνουν, δεν το βλέπετε; Ο πολλαπλασιαστής δεν είναι 1 που να χτυπιέστε". "Τί λες μωρή;" στριτζώνει η Μέρκελ,"πόσο θες να είναι;"... "Να είναι 1,68"... "Και γιατί να είναι 1,68;"... "Εσύ πόσο θες να είναι;"... "Να κάνει η μάνα!"... Ο πολλαπλασιαστής και η κολοκυθιά, ένα πράμα!
Πάντως, την ουσία την έθιξε ο Ρεν. "Ακόμη κι αν είχαμε υπολογίσει σωστά τον πολλαπλασιαστή", είπε,"τα μέτρα που πάρθηκαν έπρεπε να παρθούν". Με απλά λόγια: αφήστε τις οικονομετρικές αναλύσεις γι' αυτούς που δεν έχουν άλλη δουλειά να κάνουν κι εμείς ας προσηλωθούμε στον στόχο μας, ο οποίος δεν πρέπει να είναι άλλος παρά το πώς θα βγει το κεφάλαιο από την κρίση με όσο το δυνατόν λιγώτερες απώλειες. Τελεία. Και παύλα.
ΥΓ: Όσοι ψιλονογάτε από οικονομικά, ρίχτε μια ματιά στην "ανάλυση" (ο θεός να την κάνει!) του πανηλίθιου Πάσχου Μανδραβέλη στην χτεσινή Καθημερινή. Υπό την προϋπόθεση ότι θα καταφέρετε να συγκρατήσετε τα νεύρα σας, όχι μόνο θα γελάσει το χειλάκι σας αλλά θα δείτε πώς ένας εξωνημένος αστός δημοσιογράφος, παρ' ότι είναι παντελώς άσχετος με το θέμα, προσπαθεί να στηρίξει το σύστημα που τον πληρώνει.
Επειδή, λοιπόν, σε τούτη την δικτυακή γωνιά αρεσκόμαστε σε κουβέντες με ζουμί, μακρυά από κραυγές κι αφορισμούς, ας ρίξουμε μια σοβαρή ματιά στο όλο θέμα.
Οικονομία δεν είναι οι ανερμάτιστοι ακροβατικοί πειραματισμοί της κάθε κυβέρνησης ή ο τυχοδιωκτισμός τής κάθε κυρα-Μαριγώς, που ήθελε να γίνει εκατομμυριούχα από το χρηματιστήριο. Η Οικονομία είναι επιστήμη. Και ως επιστήμη κάνει -μεταξύ άλλων- δυο πράγματα: αναλύει τα δεδομένα τού παρελθόντος και, με βάση τα συμπεράσματα αυτής της ανάλυσης, εκτιμά το μέλλον. Από την στιγμή που μπαίνει στην μέση η λέξη "μέλλον", μοιραία εμφιλοχωρούν κατ' αρχάς το στοιχείο τής αβεβαιότητας και ακολούθως ο περίφημος αστάθμητος παράγων.
Στην προσπάθειά της, λοιπόν, αυτή η επιστήμη να μετρήσει το μέλλον, καταφεύγει σε διάφορα "υποδείγματα" (κοινώς "μοντέλλα"), τα οποία γίνονται αποδεκτά με συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Για παράδειγμα, ο γνωστός μας "νόμος προσφοράς και ζήτησης" διατυπώνεται εύκολα και ως ορισμός αλλά και ως διάγραμμα στο χαρτί αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ισχύει μόνο σε καθεστώς τέλειου ανταγωνισμού. Δυστυχώς, τέτοιο καθεστώς δεν υπάρχει στην πραγματικότητα. Ο τέλειος ανταγωνισμός βρίσκεται μόνο στις σελίδες των οικονομικών βιβλίων, δηλαδή είναι απλώς έναυπόδειγμα. Αυτά τα λέμε για να καταλάβουμε τις δυσκολίες οποιασδήποτε οικονομετρικής ανάλυσης και πάμε παρακάτω.
Ένα από τα προβλήματα τα οποία καλείται να επιλύσει η Οικονομία είναι και το εξής: Αν υποθέσουμε ότι μια χώρα μειώσει κατά 1% τις δημόσιες δαπάνες της, ποιά θα είναι η ποσοστιαία επίπτωση στο παραγόμενο προϊόν της; Αυτό είναι και το πρόβλημα που -υποτίθεται πως- τέθηκε όταν σχεδιάζονταν τα μνημόνια, οι εφαρμοστικοί νόμοι και όλα αυτά τα μέτρα που πάρθηκαν την τελευταία τριετία σε τούτον εδώ τον τόπο και τον τσάκισαν.
Η αρχική εκτίμηση των "μεγάλων κεφαλιών" για την Ελλάδα ήταν πως για κάθε μία ποσοστιαία μονάδα μείωσης των δημοσίων δαπανών, θα σημειωνόταν υποχώρηση του εθνικού της προϊόντος κατά μισή μονάδα. Ορίστηκε, δηλαδή, ως πολλαπλασιαστής το "0,5". Ας δούμε ένα παράδειγμα εφαρμογής στα πραγματικά στοιχεία του 2009, όπου η δημόσια δαπάνη έφτασε τα 84 δισ. και το ΑΕΠ τα 235 δισ. ευρώ. Σύμφωνα με τον πολλαπλασιαστή, για κάθε 840 εκατομμύρια περικοπών (π.χ. από μισθούς, συντάξεις κλπ), θα είχαμε ύφεση 0,5% ή 1.675 εκατομμύρια.
Δεν χρειάζεται να είσαι οικονομολόγος για να καταλάβεις ότι, στην πράξη, η κατάσταση έχει ξεφύγει από κάθε έλεγχο. Ξανακάθησαν, λοιπόν, τα "μεγάλα κεφάλια", ξανάπιασαν τα κομπιουτεράκια τους και, τελικά, αναφώνησαν: "Συγγνώμη, λάθος! Δεν έπρεπε να ορίσουμε πολλαπλασιαστή το 0,5 αλλά το 1,75"! Δηλαδή, για να επιστρέψουμε στο παράδειγμα του 2009, η περικοπή των 840 εκατομμυρίων θα έπρεπε να είχε υπολογιστεί ότι θα δημιουργούσε ύφεση 1,75% ή 4.110 εκατομμύρια.
Τόμπολα! Τα μέτρα περιστολής των δαπανών του δημοσίου, τα οποία υποτίθεται ότι θα εξυγίαιναν τον δημόσιο τομέα και θα οδηγούσαν σε περιστολή των χρεών, βούλιαξαν την οικονομία σε τεράστια ύφεση. "Αν δεν είχαμε κάνει τέτοιο λάθος", λένε τώρα οι ΔουΝουΤιανοί, "δεν θα πιέζαμε για τόσο μεγάλη συρρίκνωση των δημοσίων δαπανών". Εκεί είναι που παίρνει αμπάρριζα ο Τσίπρας: "Αφού κάνατε τέτοιο λάθος, ας αυξήσουμε πάλι τις δημόσιες δαπάνες για να πάρει μπροστά η οικονομία και να μπούμε σε ρυθμούς ανάπτυξης"!
Ανατριχίλα στους άλλους δυο εταίρους της τρόικας, την Ε.Ε. και την Ε.Κ.Τ. Αύξηση των δημοσίων δαπανών σημαίνει εγκατάλειψη του νεοφιλελεύθερου προσανατολισμού και επιστροφή στον Κέυνς."Μαλακίες λένε στο ΔουΝουΤου", υποστηρίζουν ο Ρεν κι ο Σόιμπλε, "ο πολλαπλασιαστής δεν βγαίνει 1,75 με τίποτε. Άντε να τον υπολογίσουμε στο 1". Κορώνει η Λαγκάρντ: "Μα τα νούμερα δεν βγαίνουν, δεν το βλέπετε; Ο πολλαπλασιαστής δεν είναι 1 που να χτυπιέστε". "Τί λες μωρή;" στριτζώνει η Μέρκελ,"πόσο θες να είναι;"... "Να είναι 1,68"... "Και γιατί να είναι 1,68;"... "Εσύ πόσο θες να είναι;"... "Να κάνει η μάνα!"... Ο πολλαπλασιαστής και η κολοκυθιά, ένα πράμα!
Πάντως, την ουσία την έθιξε ο Ρεν. "Ακόμη κι αν είχαμε υπολογίσει σωστά τον πολλαπλασιαστή", είπε,"τα μέτρα που πάρθηκαν έπρεπε να παρθούν". Με απλά λόγια: αφήστε τις οικονομετρικές αναλύσεις γι' αυτούς που δεν έχουν άλλη δουλειά να κάνουν κι εμείς ας προσηλωθούμε στον στόχο μας, ο οποίος δεν πρέπει να είναι άλλος παρά το πώς θα βγει το κεφάλαιο από την κρίση με όσο το δυνατόν λιγώτερες απώλειες. Τελεία. Και παύλα.
ΥΓ: Όσοι ψιλονογάτε από οικονομικά, ρίχτε μια ματιά στην "ανάλυση" (ο θεός να την κάνει!) του πανηλίθιου Πάσχου Μανδραβέλη στην χτεσινή Καθημερινή. Υπό την προϋπόθεση ότι θα καταφέρετε να συγκρατήσετε τα νεύρα σας, όχι μόνο θα γελάσει το χειλάκι σας αλλά θα δείτε πώς ένας εξωνημένος αστός δημοσιογράφος, παρ' ότι είναι παντελώς άσχετος με το θέμα, προσπαθεί να στηρίξει το σύστημα που τον πληρώνει.