Την περασμένη εβδομάδα, βρέθηκε στην Αθήνα ο Pablo Iglesias, ευρωβουλευτής του ισπανικού κινήματος Podemos, που αποτέλεσε τη μεγάλη έκπληξη των ευρωπαϊκών εκλογών σε αυτή τη χώρα της Ιβηρικής, αφού κατόρθωσε μέσα σε λίγους μήνες από την ίδρυσή του να πείσει πάνω από 1.200.000 πολίτες να του εμπιστευτούν την ψήφο τους και να να εκλέξει πέντε ευρωβουλευτές. Στην Αθήνα συμμετείχε στο Resistance Festival που διοργανώθηκε για άλλη μια χρονιά πετυχημένα από την εφημερίδα «Ο Δρόμος της Αριστεράς» και λίγες ώρες πριν την παρέμβασή του στην κεντρική εκδήλωση του φεστιβάλ μαζί με τον Αλέξη Τσίπρα μίλησε στο ErtOpen για τη δυναμική που διαμορφώνεται για μια νέα πολιτική αντίληψη στην Ισπανία και την Ευρώπη μετά τις πρόσφατες ευρωεκλογές.
Νομίζω ότι το ταξίδι σας εδώ στην Ελλάδα είναι το πρώτο που πραγματοποιείτε στο εξωτερικό μετά από τις ευρωεκλογές. Πρόκειται για σύμπτωση ή μήπως υπάρχει και κάποιος συμβολισμός για αυτήν την επιλογή;
Υπάρχει οπωσδήποτε ένας ιδιαίτερος συμβολισμός. Άλλωστε, το πρώτο τηλεφώνημα που κάναμε αφού είδαμε τα αποτελέσματα των εκλογών ήταν στην Ελλάδα για να μιλήσουμε με τον Αλέξη Τσίπρα, γιατί η χώρα αυτή εκπροσωπεί ταυτόχρονα δύο πράγματα.
Από τη μία πλευρά αντιπροσωπεύει ένα πεδίο πειραματισμού για τις πιο επιθετικές, τις πιο καταστροφικές πολιτικές λιτότητας που έχουν θέσει την Ελλάδα σε κατάσταση κοινωνικού συναγερμού, με εξωφρενικά επίπεδα ανεργίας, εξαθλίωση του πληθυσμού, απολύσεις των εργαζομένων.
Όμως την ίδια στιγμή αυτή η Ελλάδα, που την έχουν περιορίσει σε ρόλο αποικίας, είναι επίσης ο τόπος όπου αναδύεται η ελπίδα για ένα διαφορετικό τρόπο διακυβέρνησης, για την επανάκτηση της εθνικής κυριαρχίας και των κοινωνικών δικαιωμάτων.
Και εμείς θέλουμε να δηλώσουμε ότι δεν βρισκόμαστε στην πολιτική για να υποκαταστήσουμε τα σοσιαλδημοκρατικά και συντηρητικά κόμματα που σχημάτισαν τον άξονα επιβολής των πολιτικών λιτότητας, των ευνοϊκών πολιτικών για τις τράπεζες και τα οικονομικά συμφέροντα. Και γι 'αυτό θεωρούμε ότι πρέπει να λέμε ότι μπορούμε να κερδίσουμε και ότι θα προσπαθήσουμε να κερδίσουμε και να διεκδικήσουμε το χώρο μας.
Το Podemos πως αυτοπροσδιορίζεται; Ως κίνημα, ως κόμμα, ως μία πλατφόρμα για την προώθηση μιας διαδικασίας συμμετοχικής δημοκρατίας;
Εμείς πάντα λέμε ότι δεν είμαστε ένα κομματικός σχηματισμός, παρόλο που χρειάστηκε να καταγραφούμε ως κόμμα στο Υπουργείο Εσωτερικών, για νομικούς λόγους, ώστε να μπορέσουμε να κατέβουμε στις εκλογές.
Όμως εμείς ισχυριζόμαστε ότι πλέον υπάρχουν πολλά κόμματα και υπάρχουν επίσης σχηματισμοί για τους οποίους μάλιστα τρέφουμε κάποια συμπάθεια, όμως το βασικότερο πρόβλημα στη χώρα μου είναι ότι πολλοί άνθρωποι αισθάνονται ότι τους χωρίζει μια τεράστια απόσταση από τα πολιτικά κόμματα, ακόμη και από τα κόμματα της Αριστεράς.
Και θα έπρεπε να οικοδομήσουμε κάτι που θα μπορούσε να είναι ένα εργαλείο ενδυνάμωσης των θέσεων του πολίτη. Πιστεύουμε ότι η ενότητα της Αριστεράς είναι πολύ καλή, όμως πιο σημαντική από την ενότητα της Αριστεράς είναι η ενότητα των πολιτών και του λαού. Και θα πρέπει να φτιάξουμε τα εργαλεία που θα εξυπηρετούν το σκοπό αυτό.
Πιστεύετε ότι από το κίνημα των αγανακτισμένων ξεπήδησε και η δική σας πρωτοβουλία;
Το κίνημα των αγανακτισμένων άλλαξε τα πάντα στην Ισπανία. Μπορούμε να πούμε ότι αυτό το κίνημα αναδιέταξε τα πιόνια στην πολιτική σκακιέρα θέτοντας το θέμα της δημοκρατίας και το θέμα του πόνου ως πολιτικό πρόβλημα.
Χάρη σε αυτό το κίνημα διαπιστώσαμε ότι ο πολιτικός χάρτης δεν μπορεί να γίνεται αντιληπτός βλέποντας μόνο τον άξονα αριστερά-δεξιά και ότι αν θέλεις να κάνεις ανατρεπτική πολιτική δεν χρειάζεται απαραίτητα να σταθείς στα αριστερά της αριστεράς των Σοσιαλδημοκρατών, αλλά υπάρχει και ένας απλούστερος άξονας που χωρίζει την ολιγαρχία από την κοινωνική πλειοψηφία, αυτούς που βρίσκονται ψηλά από αυτούς που βρίσκονται χαμηλά, μία κάστα που κυβερνά για τους πλούσιους από την πλειοψηφία των πολιτών. Υπήρχε εκεί ένα πολύ ανοιχτό πεδίο όπου δεν λειτουργούσαν μόνο ιδεολογικές ταυτότητες.
Γι’ αυτό ήταν πολύ σημαντικό για μας να πούμε: υπάρχει πλέον μια κοινωνική πλειοψηφία που λέει ότι κυβερνούμαστε από μαφιόζους, που λέει ότι δεν υπάρχει δημοκρατία, που λέει ότι δεν μπορεί οι αποφάσεις να λαμβάνονται στις Βρυξέλλες ή από την τρόικα.
Όμως θα πρέπει να μετατρέψουμε αυτήν την κοινωνική πλειοψηφία σε πολιτική πλειοψηφία. Το κίνημα των αγανακτισμένων ήταν μία από τις πρώτες εκφάνσεις αυτής της αντίληψης: σε δημοσκοπήσεις, πάνω από το 80% των Ισπανών συμφωνούσε με τις θέσεις του κινήματος μας, όμως όταν έφτανε η ώρα της κάλπης, πολλές φορές ψήφιζαν μία από τα ίδια. Έτσι αντιληφθήκαμε ότι έπρεπε να ενεργήσουμε διαφορετικά.
Η παλιά Αριστερά, μετά από τα κινήματα στις πλατείες, έλεγε ότι εμείς ήμασταν για χρόνια αγανακτισμένοι και έρχονται τώρα αυτοί οι νεαρούληδες να μας μάθουν τι είναι αγανάκτηση. Όμως αυτοί οι νεαρούληδες κατάφεραν να φέρουν στις συγκεντρώσεις δεκάδες και εκατοντάδες χιλιάδες κόσμο και να αλλάξουν τον πολιτικό χάρτη της χώρας μας.
Σε αυτό το σημείο ας επιχειρήσουμε μία σύγκριση ανάμεσα στην Ισπανία και την Ελλάδα. Και στην Ελλάδα υπήρξε ένα αντίστοιχο κίνημα αγανακτισμένων, το οποίο όμως δεν μετουσιώθηκε σε πολιτικό κίνημα, ή τουλάχιστον σε πολιτικό κίνημα συγκροτημένο από τη βάση, γιατί υπήρξαν πολιτικοί χώροι και συλλογικότητες που συμμετείχαν στις διαδηλώσεις. Αντίθετα, στην Ισπανία το κίνημα συγκροτήθηκε μέσα από συνελεύσεις βάσης σε γειτονιές, χώρους δουλειάς σε πολλές πόλεις της χώρας. Σε αντιδιαστολή, στην Ελλάδα δεν παρατηρήθηκε αυτή η συνέχεια. Πως θα περιγράφατε αυτή τη συνέχιση του αγώνα στη χώρα σας;
Εμείς θεωρούμε ότι οι όλες οι κινητοποιήσεις χρειάζονται το χρόνο τους. Και στην Ισπανία επίσης υπάρχουν στιγμές στασιμότητας. Μερικές φορές η φωτογραφία των συγκεντρωμένων ανθρώπων σε μια πλατεία δεν αντιπροσωπεύει και τη φωτογραφία της χώρας. Εμείς πιστεύουμε ότι θα πρέπει να υπάρχει παρέμβαση και σε άλλα επίπεδα.
Και στην Ισπανία υπήρξαν επίσης πολλοί άνθρωποι που κουράστηκαν να κατεβαίνουν στο δρόμο, γιατί πάντα συνέβαιναν τα ίδια: διαδηλώσεις, αστυνομική καταστολή, ένας νέος νόμος κατά των κοινωνικών δικαιωμάτων και μία αίσθηση ότι οι διαδηλώσεις μερικές φορές δεν μπορούν να ξεπεράσουν ένα όριο. Όμως οι κινητοποιήσεις θα πρέπει να έχουν τη δύναμη να αλλάξουν καταστάσεις. Γι΄ αυτό για εμάς ήταν πολύ σημαντικό να διαμορφώσουμε εκλογικά εργαλεία που να σχετίζονται με τις κινητοποιήσεις.
Πάντοτε λέμε: θέλουμε η επόμενη κινητοποίηση να γίνει για να υπερασπιστεί μια κυβέρνηση του λαού και όχι να διαθέτει και πάλι τη δυναμική της διαμαρτυρίας. Και πιστεύουμε ότι παρόλο που ο κόσμος δεν είναι πάντα πολύ ζεστός στο να βγει στο δρόμο, στο κοινωνικό υπόστρωμα εξακολουθεί να υπάρχει μία γενικευμένη δυσαρέσκεια, που ορισμένες φορές αρκεί μία μικρή ώθηση για να ενεργοποιηθεί.
Όταν πρωτοεμφανίστηκε το Podemos, όλος ο κόσμος έλεγε ότι οι κινητοποιήσεις ήταν σε χαμηλό επίπεδο. Όμως πραγματοποιήθηκε μια πολύ μεγάλη κινητοποίηση τον περασμένο Μάρτιο στην Ισπανία. Εντούτοις, πολλές φορές ο κόσμος χρειάζεται και να ενεργεί και σε διάφορα επίπεδα, όχι μόνο στο επίπεδο της κινητοποίησης, όπως για παράδειγμα στο επίπεδο μιας πιθανής διαφορετικής διακυβέρνησης και μιας διαφορετικής ενεργοποίησης στην κοινωνία.
Είναι γνωστό ότι οι ευρωεκλογές πολλές φορές επιτρέπουν μία πιο χαλαρή ψήφο, μια ψήφο διαμαρτυρίας. Θεωρείτε ότι το Podemos εκμεταλλεύτηκε κατά κάποιο τρόπο αυτήν την τάση και πώς θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει τη δυναμική που έχει αποκτήσει πλέον για επόμενες εκλογικές αναμετρήσεις, είτε σε εθνικό επίπεδο, είτε σε τοπικό;
Δημιουργήθηκαν πολλές προσδοκίες για εμάς. Ας αναφέρουμε ότι μετά τις ευρωεκλογές, οι δημοσκοπήσεις που έχουν δημοσιευτεί μας εμφανίζουν με τεράστια άνοδο, σε επίπεδα του 15% των ψήφων και με άμεση πρόθεση ψήφου πολύ υψηλή.
Αλλά ας δούμε τι συμβαίνει, γιατί επίσης υπάρχουν πολλά μέσα μαζικής ενημέρωσης που μας επιτίθενται και μας συκοφαντούν. Στις δημοτικές και περιφερειακές εκλογές θα πρέπει να δούμε ποιο ρόλο μπορούμε να παίξουμε, θέτοντας τους εαυτούς μας πίσω και όχι μπροστά από τα κινήματα των πολιτών, θεωρώντας ότι το Podemosδεν αποτελεί αυτοσκοπό, αλλά ένα μέσο πολιτικής ενδυνάμωσης.
Στις πρόσφατες ευρωεκλογές συνέβη στην Ισπανία κάτι πρωτοφανές: τα δύο δυναστικά κόμματα, το Λαϊκό και το Σοσιαλιστικό Κόμμα δεν μπόρεσαν να συγκεντρώσουν μαζί το 50% των ψήφων, κάτι που δεν είχε συμβεί ποτέ στην Ισπανία.
Και το Σοσιαλιστικό Κόμμα βιώνει αυτό που εμείς έχουμε χαρακτηρίσει ως ΠΑΣΟΚοποίηση: δηλαδή τη μείωση της στήριξής του, αφού ουσιαστικά κάνει τα ίδια πράγματα με τη Δεξιά και κατά συνέπεια πολλοί ψηφοφόροι του αποσύρουν την υποστήριξή τους. Εμείς πήραμε πολλές ψήφους από πολίτες που στο παρελθόν ψήφιζαν το Σοσιαλιστικό Κόμμα.
Αυτό το γεγονός επαναπροσδιορίζει εξ ολοκλήρου το πολιτικό πεδίο στην Ισπανία και μας επιτρέπει να φανταστούμε μια πρωτόγνωρη πραγματικότητα από την άποψη των πολιτικών δυνάμεων που θα συμμετάσχουν στις επόμενες εκλογές, ένας συσχετισμός που δεν έχει παρατηρηθεί ποτέ. Αφενός, μας ανησυχεί, όμως από την άλλη μας γεμίζει με ενθουσιασμό για τις προοπτικές που ανοίγονται.
Αναφερθήκατε σε επιθέσεις, σε συκοφαντίες εκ μέρους μεγάλης μερίδας των μέσων ενημέρωσης. Πως αντιδράτε εσείς απέναντι σε αυτές τις επιθέσεις; Σας κατηγορούν για λαϊκισμό, για χρηματοδότηση των πρωτοβουλιών σας από τη Βενεζουέλα... Τι απαντάτε εσείς;
Και θεωρούμε και το δηλώνουμε ότι αυτό συμβαίνει γιατί κάνουμε καλά τα πράγματα. Αυτές οι απελπισμένες επιθέσεις εμφανίζονται ακόμη και σε μέσα μαζικής ενημέρωσης που φαινομενικά τουλάχιστον σχετίζονται με την σοσιαλδημοκρατία, τα οποία χρησιμοποιούν τα ίδια επιχειρήματα, τις ίδιες συκοφαντίες που δημοσιεύονται και σε μέσα της άκρας δεξιάς και αυτό αποδεικνύει ότι κάτι κάνουμε καλά.
Έχουν συνειδητοποιήσει ότι δεν έχουμε ένα σαφές εκλογικό ανώτατο όριο, ότι δεν μπορούν να μας τοποθετήσουν ως δύναμη της άκρας αριστεράς που ποτέ δεν θα μπορούσε να αναπτυχθεί, αλλά συνεχώς δείχνουμε ότι μπορούμε να αυξήσουμε τη δύναμή μας. Σε τελική ανάλυση, αντιλαμβανόμαστε με αυτόν τον τρόπο τις δυνατότητές μας να αναπτυχθούμε και ότι κάνουμε τα πράγματα σωστά.
Και μέσα σε αυτό το κλίμα, προέκυψε επίσης και η παραίτηση του βασιλιά Χουάν Κάρλος. Σχεδόν αμέσως δημιουργήθηκε στην Ισπανία ένα κίνημα που ζητούσε τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για τον τύπο του πολιτεύματος που επιθυμούν οι πολίτες. Αν και τελικά φαίνεται ότι αυτό το δημοψήφισμα δεν θα πραγματοποιηθεί, εντούτοις είναι πλέον εμφανές ότι ένα μεγάλο μέρος του κόσμου δεν στηρίζει πια το βασιλικό θεσμό, που μέχρι και πριν λίγα χρόνια θεωρούνταν ως κάτι αδιαπραγμάτευτο για τον τύπο του πολιτεύματος.
Ακριβώς. Πράγματι, χρήζει προσοχής ακόμη και το πώς οργανώθηκε ολόκληρη η διαδικασία της παραίτησης: μέσω μιας μυστικής συμφωνίας, που αργότερα μάθαμε ότι επήλθε τον περασμένο Μάρτιο μεταξύ σοσιαλδημοκρατών και συντηρητικών∙ ακριβώς μετά τις ευρωπαϊκές εκλογές∙ λίγο πριν από ένα Παγκόσμιο Κύπελλο ποδοσφαίρου, που πάντα αποσπά την προσοχή, τουλάχιστον προσωρινά, από άλλα ζητήματα∙ πολύ γρήγορα∙ με ένα Σοσιαλιστικό Κόμμα που υποχρέωσε τους βουλευτές του σε κομματική πειθαρχία απαγορεύοντας την ελεύθερη ψήφο και με μία εκδήλωση όπου δεν παραβρέθηκαν αρχηγοί κρατών άλλων χωρών. Μπορούμε να πούμε ότι έβαλαν στα πράγματα τον Φελίπε από την πίσω πόρτα. Χθες επίσης, η αστυνομία εμπόδιζε τους ανθρώπους να ανεμίζουν σημαίες της Β΄ Δημοκρατίας...
Και ούτε υπήρξε ουσιαστική συμμετοχή του κοινού στις εκδηλώσεις από τις εικόνες που είδαμε, με την πλατεία μισοάδεια...
Πολύ λίγοι άνθρωποι παραβρέθηκαν, πράγματι. Και γιατί το έκαναν τώρα; Γιατί σίγουρα μετά τις επόμενες εκλογές δεν θα διαθέτουν επαρκή κοινοβουλευτική πλειοψηφία για να περάσουν έναν οργανικό νόμο παραίτησης, που θα διασφαλίζει την ατιμωρησία του πρώην αρχηγού του κράτους. Και αυτό δείχνει ότι υπάρχει πράγματι μια κρίση πολιτεύματος.
Στην Ισπανία, μία από τις «επιτυχίες» της μετάβασης από τη δικτατορία στη δημοκρατία ήταν ότι κατόρθωσαν να επιβάλλουν τον Χουάν Κάρλος σε μια χώρα που δεν ήταν μοναρχική. Στην Ισπανία έλεγαν: "οι άνθρωποι δεν είναι οπαδοί της μοναρχίας, είναι οπαδοί του Χουάν Κάρλος". Κατάφεραν να πουλήσουν μια εικόνα του Χουάν Κάρλος, ως ο βασιλιάς που μας γλύτωσε από ένα πραξικόπημα, ένας δημοκρατικός βασιλιάς...
Όμως, τα τελευταία χρόνια ο κόσμος όλο και περισσότερο συνδέει τη μοναρχία με τη διαφθορά και την ατιμωρησία. Δεν είναι πλέον μόνο πρόβλημα των αριστερών ή των αυτονομιστών της Καταλωνίας και της Χώρας των Βάσκων. Κάθε μέρα, όλο και μεγαλύτερα τμήματα του πληθυσμού λένε: «Η μοναρχία είναι η κάστα. Η μοναρχία είναι μαύρο χρήμα. Η μοναρχία διατηρεί φιλικές σχέσεις με δικτάτορες, κάνει σαφάρι σε εξωτικές χώρες, κάνει βρώμικες μπίζνες, και όλα αυτά σε καθεστώς ατιμωρησίας.
Και πιστεύω ότι αυτή η αλλαγή με τον πρίγκιπα γίνεται για να παρουσιαστεί μια κοινωνική εικόνα διαφορετική για τη μοναρχία, μία άμυνα του καθεστώτος, που προσπαθεί να κάνει μια σειρά από μικρές αλλαγές ώστε να μπορέσει να αντισταθεί ενάντια στην κοινωνική χιονοστιβάδα που συνεχώς δυναμώνει.
Χρησιμοποιείτε πολλές φορές τον όρο “κάστα”. Τον χρησιμοποιείτε περισσότερο με πολιτική έννοια, με οικονομική...; Έχετε δεχθεί ακόμη και κριτική για αυτόν τον όρο, ότι με αυτόν τον τρόπο τα βάζετε όλα σε ένα τσουβάλι, χωρίς να κάνετε διακρίσεις. Τι είναι η κάστα τελικά;
Η κάστα είναι ένας όρος που επινοήθηκε από Ιταλούς πολιτικούς επιστήμονες για να περιγράψουν την ιδιωτικοποίηση της πολιτικής στην Ιταλία. Η «Μπερλουσκονοποίηση» της πολιτικής στην Ιταλία είναι ένα παράδειγμα κάστας. Τμήματα της πολιτικής τάξης που δεν ενεργούν ως αγγελιοφόροι των αναγκών των πολιτών, αλλά ως θεματοφύλακες των συμφερόντων των τραπεζών. Και ο κόσμος το αντιλαμβάνεται αυτό πλήρως.
Υπάρχουν πολλοί πολιτικοί που διαφωνούν με τον όρο, όμως ο κόσμος στο σπίτι του δεν έχει καμία αμφιβολία: κάστα είναι αυτός που παίρνει την απόφαση να περικόψει μισθούς, όμως ο ίδιος έχει μισθό € 8000, αυτός που παίρνει την απόφαση για περικοπές στην υγεία, όμως ο ίδιος έχει ιδιωτική υγειονομική περίθαλψη, ιδιωτικά σχολεία για τα παιδιά του και ένα επίπεδο ζωής γεμάτο με προνόμια.
Άρα, ο όρος αυτός χρησιμοποιείται για να προσδιορίσει αυτούς τους τομείς που έχουν ενισχυθεί πολιτικά και εργάζονται για να εξυπηρετήσουν τις οικονομικές εξουσίες, υιοθετώντας μαφιόζικες μεθόδους λειτουργίας της πολιτικής.
Και παρόλο που επικρίνουν αυτόν τον όρο, είμαστε ευχαριστημένοι που όλοι πλέον μιλούν για κάστα, ακόμη και για να πουν «εμείς δεν είμαστε κάστα. Τι είναι η κάστα; Τι σημαίνει αυτό;» Και ανησυχούν γιατί ξέρουν ότι οι πολίτες αντιλαμβάνονται απολύτως τον όρο, που είναι ένας τρόπος να αναφερθείς στην ελίτ, που βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με τον περισσότερο κόσμο.
Βρίσκεστε στην Ελλάδα για να συμμετάσχετε σε μία συζήτηση εάν είναι δυνατόν να δημιουργήσουμε μία διαφορετική Ευρώπη. Και πράγματι έχουμε κάποιες ενδείξεις ότι είναι δυνατή μία άλλη Ευρώπη, κυρίως εδώ, στις χώρες του Νότου, οι οποίες και έχουν πληγεί περισσότερο από την κρίση. Όμως αυτή η προοπτική βλέπετε ότι θα μπορούσε να επεκταθεί και σε άλλες χώρες, στις χώρες του Βορρά; Πως θα μπορούσατε να πείσετε τον Ολλανδό ή το Φινλανδό πολίτη για την ορθότητα των επιχειρημάτων σας;
Είναι δύσκολο. Νομίζω ότι η αλλαγή πρέπει να γίνει από τον Ευρωπαϊκό Νότο, όπου βιώνουμε πολύ έντονες αποικιακές συνθήκες. Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να τονίσουμε ότι εμείς είμαστε ευρωπαϊστές, είμαστε υπέρ της Ευρώπης, όμως αυτό που περισσότερο έχει βλάψει την Ευρώπη είναι αυτό το οικοδόμημα, ο θεσμός της ΕΕ, με έναν πρόεδρο όπως ο Μπαρόζο έναν πρόεδρο της ΕΚΤ όπως ο Μάριο Ντράγκι, που ήταν εκπρόσωπος της Goldman Sachs στην Ευρώπη, και ο οποίος βοήθησε τον Λουκά Παπαδήμο να παραποιήσει τα λογιστικά στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος.
Πιστεύω λοιπόν ότι οι ευρωπαίοι του Νότου θα πρέπει να πουν ότι δεν θέλουν να είναι αποικίες, ότι θέλουμε αξιοπρέπεια για τις χώρες μας, ότι δεν θέλουμε να αποτελούμε φτηνό εργατικό δυναμικό στα πλαίσια μιας ανταγωνιστικότητας που καταστρέφει τα κοινωνικά δικαιώματα και να πείσουμε τα κοινωνικά και λαϊκά στρώματα του Βορρά ότι μαζί μπορούμε να δημιουργήσουμε κάτι διαφορετικό, όμως με την προϋπόθεση ότι δεν μπορεί να υπάρχει ένα κέντρο και μια περιφέρεια στην Ευρώπη.
Είστε ενήμερος για το τι έχει συμβεί στην Ελλάδα με την ΕΡΤ και τη δημόσια ραδιοτηλεόραση, άλλωστε κάτι παρόμοιο συνέβη και στην Ισπανία, στη Βαλένθια, όπου επίσης οι αρχές έκλεισαν το τοπικό αυτόνομο δημόσιο κανάλι. Πιστεύετε ότι είναι επικίνδυνες για τη δημοκρατία τέτοιου είδους μεθοδεύσεις στον τομέα της ενημέρωσης εκ μέρους των κυβερνήσεων;
Απολύτως. Ένα από τα πρώτα μέτρα μιας δημοκρατικής κυβέρνησης θα πρέπει να είναι η εισαγωγή ενός νόμου περί μέσων ενημέρωσης. Στην Ελλάδα, όπως και στην Ισπανία και σε άλλες χώρες, παρατηρείται ένα φαινόμενο που αποτελεί επίθεση ενάντια στη δημοκρατία και πρόκειται για τη υπερσυγκέντρωση της ιδιοκτησίας των μέσων ενημέρωσης. Το 95% από αυτά που ο κόσμος βλέπει, ακούει και διαβάζει αποτελεί ιδιοκτησία εταιρειών και μεγάλων διεθνών ιδιωτικών ομίλων, που πολλές φορές τα συμφέροντά τους έρχονται σε αντίθεση με τα συμφέροντα της πλειονότητας των πολιτών.
Ως εκ τούτου, είναι πολύ σημαντικό να έχουμε δημόσια μέσα ενημέρωσης και όταν λέμε δημόσια μέσα, δεν εννοούμε μόνο αυτά που ελέγχονται άμεσα από την κυβέρνηση ή το κράτος, αλλά μιλάμε και για την ανάπτυξη μέσων κοινοτήτων και συλλογικοτήτων, για τη συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών.
Γιατί χωρίς αυτό δεν υπάρχει δημοκρατία. Το πρώτο πράγμα που θα πρέπει να κάνει μια δημοκρατική κυβέρνηση είναι να καθορίσει όρια για το βαθμό συγκέντρωσης ιδιοκτησίας μέσων μαζικής ενημέρωσης και να αντιμετωπίσει την ενημέρωση ως δικαίωμα το οποίο δεν μπορεί να βρίσκεται στα χέρια εμπόρων. Παράλληλα, είναι απαραίτητο για την κοινωνία των πολιτών και το δημόσιο τομέα να δημιουργήσουν ένα δίκτυο μέσων ενημέρωσης που να εγγυώνται τα δικαιώματα του πολίτη. Το γεγονός ότι εξαφανίζονται δημόσιες τηλεοράσεις αποτελεί από μόνο του πραξικόπημα κατά της δημοκρατίας.
Στο πολιτικό σας πρόγραμμα αναφέρετε επίσης ότι είναι απαραίτητη η δημιουργία ενός ανεξάρτητου ευρωπαϊκού πρακτορείου ειδήσεων. Πιστεύετε ότι αυτή τη στιγμή υπάρχει κάποιο έλλειμμα σε αυτόν τον τομέα;
Θα ήταν θεμελιώδους σημασίας να το προσπαθήσουμε, γιατί η ενημέρωση είναι δύναμη. Ένα από τα κλειδιά της επιτυχίας του Podemosήταν ότι εγώ ήμουν ιδιαίτερα εκτεθειμένος στα μέσα ενημέρωσης. Κυρίως σε ιδιωτικά κανάλια, τα δημόσια δεν με έπαιζαν, γιατί αυξανόταν η ακροαματικότητα. Όμως αυτό είναι μια αδυναμία. Γιατί οποιαδήποτε ημέρα μπορεί να σταματήσουν να σε καλούν. Και ήδη υπάρχουν πιέσεις από την κυβέρνηση να μη βγαίνω πλέον στην τηλεόραση. Για αυτό είναι σημαντικό να δοθεί μάχη σε αυτόν τον τομέα.
Εγώ παρουσιάζω δύο εναλλακτικά τηλεοπτικά προγράμματα, το ένα σε έναν οργανισμό εντελώς ανεξάρτητο, το Τουέρκα. Είναι πολύ σημαντικό να προωθήσουμε τέτοιες πρωτοβουλίες σε ευρωπαϊκό επίπεδο ώστε να αποτελέσουν εργαλεία των πολιτικών χώρων που φιλοδοξούν να κάνουν τα πράγματα διαφορετικά και για να μπορούν να είναι πολιτικά πιο ανταγωνιστικοί.