Πριν από μερικές ημέρες, ο Ρίτσαρντ Φολκ, καθηγητής Διεθνούς Δικαίου του Πανεπιστημίου του Πρίνστον και ειδικός εισηγητής του ΟΗΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα στα παλαιστινιακά εδάφη, υποστήριξε ότι το ανθρωπιστικό δίκαιο δεν επαρκεί πλέον για την καταδίκη των εγκλημάτων του Ισραήλ. «Υπάρχει ένα χαρακτηριστικό των ισραηλινών επιχειρήσεων», είπε ο Φολκ, «το οποίο δεν έχει ανάλογο στη σύγχρονη ιστορία του πολέμου». Ο ίδιος εξήγησε ότι οι Ισραηλινοί «εγκλωβίζουν τον άμαχο πληθυσμό στο κέντρο του πεδίου της μάχης και αρνούνται σε όλους τους Παλαιστίνιους το δικαίωμα να γίνουν πρόσφυγες». «Η συγκεκριμένη πολιτική», συμπλήρωσε, «πρέπει να αντιμετωπιστεί σαν ένα διαφορετικό και νέο έγκλημα κατά της ανθρωπότητας». Ο Φαουάζ Γκεργκές, καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο London School of Economics, προχώρησε ένα βήμα παραπέρα, συγκρίνοντας τις επιχειρήσεις στη Γάζα με έναν οπλοφόρο, ο οποίος «πυροβολεί μέσα σε ένα βαρέλι γεμάτο με ψάρια».
Οι δύο καθηγητές έχουν δίκιο να υποστηρίζουν ότι το ανθρωπιστικό δίκαιο δεν έχει προβλέψει την ισραηλινή βαρβαρότητα και συνεπώς απαιτείται ο προσδιορισμός ενός νέου εγκλήματος κατά της ανθρωπότητας. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η σφαγή της Γάζας είναι ένα μοναδικό φαινόμενο χωρίς ιστορικό προηγούμενο. Οπως θα δούμε στη συνέχεια, η άποψη ότι ορισμένα εγκλήματα είναι «μοναδικά» αποτελεί ένα από τα βασικά εργαλεία που χρησιμοποιεί το ισραηλινό λόμπι από τη δεκαετία του 1960, για να καλύψει τα σύγχρονα εγκλήματα των ισραηλινών ενόπλων δυνάμεων.
Η σφαγή πληθυσμών που βρίσκονται υπό πολιορκία είναι παλιά όσο και η ιστορία του πολέμου. Για την ακρίβεια, ορισμένες από τις πρώτες μεγάλες πολιορκίες που έχουν καταγραφεί ξεκίνησαν σε περιοχές της Μέσης Ανατολής, τις οποίες σήμερα καταλαμβάνει το Ισραήλ. Στο χωριό Τελ ες Σάφι, που πριν από το 1948 κατοικούνταν από Παλαιστίνιους και ανήκε στην ευρύτερη περιοχή της Γάζας, έχουν βρεθεί τα πρώτα αρχαιολογικά ευρήματα οχυρωματικών έργων που στόχο είχαν όχι να προστατεύσουν τον πληθυσμό αλλά να τον εγκλωβίσουν ώστε να σφαγιαστεί από τους εισβολείς. Η ίδια περιοχή αποτελούσε καταφύγιο για γυναίκες και παιδιά Παλαιστίνιων προσφύγων και κατέστη ένα από τα χαρακτηριστικά παραδείγματα εθνοκάθαρσης που πραγματοποίησαν οι ισραηλινές δυνάμεις το 1948.
Ομοιότητες με τη σημερινή κατάσταση στη Γάζα θα μπορούσε να εντοπίσει κάποιος και στις πολιορκίες των γαλατικών δυνάμεων από τον Ιούλιο Καίσαρα στα μέσα του 1ου π.Χ. αιώνα. Στα «Απομνημονεύματα των Γαλατικών Πολέμων» (Commentarii de Bello Gallico) ο Καίσαρας περιγράφει πώς απέκλεισε τις δυνάμεις του Βερσεζεντόριξ στην πόλη της Αλεσίας, δημιουργώντας δύο σειρές οχυρωματικών έργων – μια εσωτερική για τον εγκλωβισμό των Γαλατών και μια εξωτερική που δεν επέτρεπε την άφιξη ενισχύσεων.
Οπως και στην περίπτωση του αποκλεισμού της Γάζας, η πολιορκία κατοικημένων περιοχών έχει δώσει ορισμένα από τα χαρακτηριστικότερα παραδείγματα της κτηνωδίας στην οποία μπορεί να φτάσει ο άνθρωπος. Οι Μογγόλοι κατακτητές χρησιμοποιούσαν τεράστιους καταπέλτες, με τους οποίους πέταγαν στο εσωτερικό των πόλεων πτώματα δικών τους στρατιωτών που είχαν προσβληθεί από πανούκλα. Οι μύγες, που συνόδευαν τα πτώματα, μετέδιδαν την ασθένεια στον πληθυσμό, σε αυτό που αρκετοί ιστορικοί χαρακτηρίζουν μια από τις πρώτες μορφές βιολογικού πολέμου.
Η ανακάλυψη της πυρίτιδας και των εμπροσθογεμών κανονιών αλλάζει τα δεδομένα στην κατασκευή οχυρωματικων έργων αλλά και τη σημασία της πολιορκίας στις πολεμικές επιχειρήσεις. Παρ’ όλα αυτά, τόσο ο 19ος όσο και ο 20ός αιώνας θα δώσουν αρκετά παραδείγματα πολιορκίας κατοικημένων περιοχών, όπως την πολιορκία του Μεσολογγίου – ένα από τα χαρακτηριστικά παραδείγματα εξόντωσης πληθυσμού μέσω της διακοπής τροφοδοσίας τροφίμων («Λαλεί πουλί, παίρνει σπυρί, κι’ η μάνα το ζηλεύει»). Η καταστροφή των παλαιστινιακών τούνελ από το Ισραήλ, τα οποία αποτελούσαν τη βασική δίοδο τροφίμων, φαρμάκων αλλά και οικοδομικών υλικών, σε συνδυασμό με τον βομβαρδισμό της μονάδας παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος παραπέμπουν σε τέτοιες προσπάθειες εξόντωσης.
Ο δημοσιογράφος και συγγραφέας Αλί Αμπουνιμάχ, πάντως, συνηθίζει να συγκρίνει τη σημερινή κατάσταση στη Γάζα με τη σφαγή που πραγματοποίησαν τα ναζιστικά στρατεύματα στο γκέτο της Βαρσοβίας μετά την ένοπλη εξέγερση (ας την ονομάσουμε Ιντιφάντα) του εβραϊκού πληθυσμού.
Είναι, λοιπόν, η πολιορκία της Γάζας ένα μοναδικό φαινόμενο στην ιστορία της ανθρωπότητας που χρίζει διαφορετικής αντιμετώπισης; Προφανώς κάθε φαινόμενο είναι μοναδικό αν τοποθετηθεί στον ιστορικό χωρόχρονο. Οσοι όμως προσπάθησαν να εμφανίσουν τον εαυτό τους σαν θύμα μιας ιστορικά «μοναδικής» σφαγής συνήθως το έκαναν για να καλύψουν τις ευθύνες των σφαγών που πραγματοποιούσαν οι ίδιοι σε κάποια άλλη χρονική στιγμή. Οπως εξηγούσε ο καθηγητής Νόρμαν Φίνκελσταϊν, αν θεωρήσουμε λόγου χάρη το ολοκαύτωμα των Εβραίων μοναδικό φαινόμενο στην Ιστορία, αυτομάτως διαγράφουμε τη φρίκη της γενοκτονίας των ιθαγενών της Αμερικής ή τα δέκα εκατομμύρια νεκρούς που άφησε πίσω της η βελγική γενοκτονία στο Κονγκό.
Αντίστοιχα, η πολιορκία της Γάζας έχει πολλά ιστορικά προηγούμενα και δυστυχώς θα έχει και αρκετές μελλοντικές επαναλήψεις, εάν δεν διδαχθούμε από το παρελθόν και δεν μάθουμε να αναγνωρίζουμε την κτηνωδία όταν τη βλέπουμε.
Η ιστορική μνήμη των πολιορκιών άλλωστε δεν έχει να προσφέρει μόνο ήττες. Το παράδειγμα που προτιμούν να ξεχνούν οι σύγχρονοι πολιορκητές είναι αυτό του Στάλινγκραντ. Μια πόλη που ισοπεδώθηκε από τη γερμανική πολεμική αεροπορία και είδε τον πληθυσμό της να αποδεκατίζεται από την πείνα απέδειξε ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις, ακόμη και με την τελευταία του πνοή ο κατακτημένος μπορεί να ταπεινώσει τον κατακτητή. Ηταν η πολιορκία που τερμάτισε κάθε φασιστική πολιορκία.
Άρης Χατζηστεφάνου
Εφημερίδα των Συντακτών 2/8/2014
Οι δύο καθηγητές έχουν δίκιο να υποστηρίζουν ότι το ανθρωπιστικό δίκαιο δεν έχει προβλέψει την ισραηλινή βαρβαρότητα και συνεπώς απαιτείται ο προσδιορισμός ενός νέου εγκλήματος κατά της ανθρωπότητας. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η σφαγή της Γάζας είναι ένα μοναδικό φαινόμενο χωρίς ιστορικό προηγούμενο. Οπως θα δούμε στη συνέχεια, η άποψη ότι ορισμένα εγκλήματα είναι «μοναδικά» αποτελεί ένα από τα βασικά εργαλεία που χρησιμοποιεί το ισραηλινό λόμπι από τη δεκαετία του 1960, για να καλύψει τα σύγχρονα εγκλήματα των ισραηλινών ενόπλων δυνάμεων.
Η σφαγή πληθυσμών που βρίσκονται υπό πολιορκία είναι παλιά όσο και η ιστορία του πολέμου. Για την ακρίβεια, ορισμένες από τις πρώτες μεγάλες πολιορκίες που έχουν καταγραφεί ξεκίνησαν σε περιοχές της Μέσης Ανατολής, τις οποίες σήμερα καταλαμβάνει το Ισραήλ. Στο χωριό Τελ ες Σάφι, που πριν από το 1948 κατοικούνταν από Παλαιστίνιους και ανήκε στην ευρύτερη περιοχή της Γάζας, έχουν βρεθεί τα πρώτα αρχαιολογικά ευρήματα οχυρωματικών έργων που στόχο είχαν όχι να προστατεύσουν τον πληθυσμό αλλά να τον εγκλωβίσουν ώστε να σφαγιαστεί από τους εισβολείς. Η ίδια περιοχή αποτελούσε καταφύγιο για γυναίκες και παιδιά Παλαιστίνιων προσφύγων και κατέστη ένα από τα χαρακτηριστικά παραδείγματα εθνοκάθαρσης που πραγματοποίησαν οι ισραηλινές δυνάμεις το 1948.
Ομοιότητες με τη σημερινή κατάσταση στη Γάζα θα μπορούσε να εντοπίσει κάποιος και στις πολιορκίες των γαλατικών δυνάμεων από τον Ιούλιο Καίσαρα στα μέσα του 1ου π.Χ. αιώνα. Στα «Απομνημονεύματα των Γαλατικών Πολέμων» (Commentarii de Bello Gallico) ο Καίσαρας περιγράφει πώς απέκλεισε τις δυνάμεις του Βερσεζεντόριξ στην πόλη της Αλεσίας, δημιουργώντας δύο σειρές οχυρωματικών έργων – μια εσωτερική για τον εγκλωβισμό των Γαλατών και μια εξωτερική που δεν επέτρεπε την άφιξη ενισχύσεων.
Οπως και στην περίπτωση του αποκλεισμού της Γάζας, η πολιορκία κατοικημένων περιοχών έχει δώσει ορισμένα από τα χαρακτηριστικότερα παραδείγματα της κτηνωδίας στην οποία μπορεί να φτάσει ο άνθρωπος. Οι Μογγόλοι κατακτητές χρησιμοποιούσαν τεράστιους καταπέλτες, με τους οποίους πέταγαν στο εσωτερικό των πόλεων πτώματα δικών τους στρατιωτών που είχαν προσβληθεί από πανούκλα. Οι μύγες, που συνόδευαν τα πτώματα, μετέδιδαν την ασθένεια στον πληθυσμό, σε αυτό που αρκετοί ιστορικοί χαρακτηρίζουν μια από τις πρώτες μορφές βιολογικού πολέμου.
Η ανακάλυψη της πυρίτιδας και των εμπροσθογεμών κανονιών αλλάζει τα δεδομένα στην κατασκευή οχυρωματικων έργων αλλά και τη σημασία της πολιορκίας στις πολεμικές επιχειρήσεις. Παρ’ όλα αυτά, τόσο ο 19ος όσο και ο 20ός αιώνας θα δώσουν αρκετά παραδείγματα πολιορκίας κατοικημένων περιοχών, όπως την πολιορκία του Μεσολογγίου – ένα από τα χαρακτηριστικά παραδείγματα εξόντωσης πληθυσμού μέσω της διακοπής τροφοδοσίας τροφίμων («Λαλεί πουλί, παίρνει σπυρί, κι’ η μάνα το ζηλεύει»). Η καταστροφή των παλαιστινιακών τούνελ από το Ισραήλ, τα οποία αποτελούσαν τη βασική δίοδο τροφίμων, φαρμάκων αλλά και οικοδομικών υλικών, σε συνδυασμό με τον βομβαρδισμό της μονάδας παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος παραπέμπουν σε τέτοιες προσπάθειες εξόντωσης.
Ο δημοσιογράφος και συγγραφέας Αλί Αμπουνιμάχ, πάντως, συνηθίζει να συγκρίνει τη σημερινή κατάσταση στη Γάζα με τη σφαγή που πραγματοποίησαν τα ναζιστικά στρατεύματα στο γκέτο της Βαρσοβίας μετά την ένοπλη εξέγερση (ας την ονομάσουμε Ιντιφάντα) του εβραϊκού πληθυσμού.
Είναι, λοιπόν, η πολιορκία της Γάζας ένα μοναδικό φαινόμενο στην ιστορία της ανθρωπότητας που χρίζει διαφορετικής αντιμετώπισης; Προφανώς κάθε φαινόμενο είναι μοναδικό αν τοποθετηθεί στον ιστορικό χωρόχρονο. Οσοι όμως προσπάθησαν να εμφανίσουν τον εαυτό τους σαν θύμα μιας ιστορικά «μοναδικής» σφαγής συνήθως το έκαναν για να καλύψουν τις ευθύνες των σφαγών που πραγματοποιούσαν οι ίδιοι σε κάποια άλλη χρονική στιγμή. Οπως εξηγούσε ο καθηγητής Νόρμαν Φίνκελσταϊν, αν θεωρήσουμε λόγου χάρη το ολοκαύτωμα των Εβραίων μοναδικό φαινόμενο στην Ιστορία, αυτομάτως διαγράφουμε τη φρίκη της γενοκτονίας των ιθαγενών της Αμερικής ή τα δέκα εκατομμύρια νεκρούς που άφησε πίσω της η βελγική γενοκτονία στο Κονγκό.
Αντίστοιχα, η πολιορκία της Γάζας έχει πολλά ιστορικά προηγούμενα και δυστυχώς θα έχει και αρκετές μελλοντικές επαναλήψεις, εάν δεν διδαχθούμε από το παρελθόν και δεν μάθουμε να αναγνωρίζουμε την κτηνωδία όταν τη βλέπουμε.
Η ιστορική μνήμη των πολιορκιών άλλωστε δεν έχει να προσφέρει μόνο ήττες. Το παράδειγμα που προτιμούν να ξεχνούν οι σύγχρονοι πολιορκητές είναι αυτό του Στάλινγκραντ. Μια πόλη που ισοπεδώθηκε από τη γερμανική πολεμική αεροπορία και είδε τον πληθυσμό της να αποδεκατίζεται από την πείνα απέδειξε ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις, ακόμη και με την τελευταία του πνοή ο κατακτημένος μπορεί να ταπεινώσει τον κατακτητή. Ηταν η πολιορκία που τερμάτισε κάθε φασιστική πολιορκία.
Άρης Χατζηστεφάνου
Εφημερίδα των Συντακτών 2/8/2014