Του Μπάμπη Μιχάλη Οι μελέτες της... ντροπής: Το 1% του πληθυσμού κατέχει το 50% του παγκόσμιου πλούτου και το 50% του πληθυσμού το 1%.
Παρά την αναιμική ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας ο πλούτος συνεχίζει να αυξάνει σπάζοντας το ένα ρεκόρ μετά το άλλο. Από αυτήν την αύξηση ωφελούνται όμως απειροελάχιστοι, οι οποίοι εξακολουθούν να συσσωρεύουν αμύθητα -σε βαθμό διαστροφής- πλούτη, όταν στην άλλη όχθη του ποταμού δισεκατομμύρια συνάνθρωποί τους υποφέρουν από την πείνα. Την εν λόγω ντροπή του ανθρώπινου είδους επιβεβαιώνουν δύο νέες μελέτες που δόθηκαν χθες στη δημοσιότητα. Σύμφωνα με την πρώτη -«Global Wealth Report» της Credit Suisse- το πλουσιότερο 1% του παγκόσμιου πληθυσμού κατέχει σήμερα περίπου τον μισό πλούτο του πλανήτη (48,2%), ενώ ο μισός πληθυσμός του πλανήτη κατέχει αντίστοιχα λιγότερο από το 1% του παγκόσμιου πλούτου.
Στην κορυφή της πυραμίδας του παγκόσμιου πλούτου (βλ. σχετικό γράφημα) βρίσκονται 35 εκατομμύρια άνθρωποι, μόλις το 0,7% του παγκόσμιου πληθυσμού. Εκαστος εξ αυτών έχει περιουσία μεγαλύτερη του ενός εκατομμυρίου δολαρίων και συνολικά, όλοι μαζί, 115,9 τρισ. δολάρια. Δηλαδή, το 44% του πλούτου της Γης.
Κορυφή αυτής της ομάδας αποτελούν, σύμφωνα με έκθεση που έδωσε νωρίτερα φέτος η Oxfam, 85 άνθρωποι οι οποίοι έχουν συνολική περιουσία ενός τρισ. δολαρίων, όσα δηλαδή 3,5 δισεκατομμύρια άνθρωποι που είναι και οι πιο φτωχοί του κόσμου – 805 εκατομμύρια από αυτούς τους ανθρώπους υποφέρουν σήμερα από την πείνα.
Υπερδιπλάσιοι, περίπου 2 δισεκατομμύρια, άνθρωποι βιώνουν «κρυφή πείνα», δηλαδή ανεπάρκεια θρεπτικών συστατικών στη διατροφή τους λόγω της φτώχειας. Αυτοί οι άνθρωποι παρότι καταναλώνουν καθημερινά τις θερμίδες που χρειάζονται, δεν μπορούν να λάβουν αναγκαία θρεπτικά συστατικά για τη σωστή ανάπτυξή τους, όπως οι βιταμίνες, τα μέταλλα ή οι πρωτεΐνες. Οπως δείχνει ο τελευταίος Παγκόσμιος Δείκτης Πείνας -και η κοινή σχετική έκθεση που συντάσσουν από κοινού τρεις μη κυβερνητικές οργανώσεις (Welthungerhife, International Food Policy Research Institute, Concern Worldwide)- τα μεγάλα θύματα αυτού του τύπου της πείνας είναι τα παιδιά καθώς και μεγάλα τμήματα πληθυσμού στην υποσαχάρια Αφρική και τη νότια Ασία. Τη μεγαλύτερη πείνα σε όλο τον κόσμο, όμως, τη βιώνει ο λαός της Σουαζιλάνδης, ενός μικρού βασιλείου που βρίσκεται μεταξύ νότιας Αφρικής και Μοζαμβίκης. Η τεράστια εισοδηματική ανισότητα, η υψηλή ανεργία, η επιδημία του AIDS και οι συνεχείς ξηρασίες εκτόξευσαν εκεί την πείνα. Μεταξύ 2004 και 2006 το ποσοστό του πληθυσμού που υποσιτιζόταν υπερδιπλασιάστηκε, ενώ από το 1990 το προσδόκιμο ζωής υποχώρησε κατά δέκα ολόκληρα χρόνια, φτάνοντας το 2012 μόλις στα 49 χρόνια.
Και όλα αυτά συμβαίνουν εκεί, στη μαύρη ήπειρο, παρότι συνολικά ο πλούτος στον πλανήτη συνεχώς αυξάνει. Σύμφωνα με τη μελέτη της Credit Suisse, από τα μέσα του 2013 έως τα μέσα του 2014 ο παγκόσμιος πλούτος αυξήθηκε κατά 20,1 τρισ. δολάρια (ή 8,3%), στα 263 τρισ. δολάρια που αποτελεί νέο ρεκόρ. Είναι πια υπερδιπλάσιος του πλούτου που είχε καταγραφεί στη Γη το 2000 -117 τρισ. δολάρια. Αυτή η αύξηση, όμως, δεν πέρασε σε όλα τα τμήματα του πληθυσμού της Γης. Κατανεμήθηκε ακραία άνισα και είναι χαρακτηριστικό ότι μερικά από τα υψηλότερα ποσοστά ανισότητας στην κατανομή πλούτου παρατηρούνται σε κάποιες από τις πλουσιότερες χώρες τους κόσμου. Το πλουσιότερο 10% των ΗΠΑ, της Ελβετίας και του Χονγκ Κονγκ κατέχει, για παράδειγμα, πάνω από 70% του πλούτου αυτών των χωρών, ενώ το πλουσιότερο 10% της Γερμανίας, της Αυστρίας, της Δανίας, του Ισραήλ, της Νορβηγίας και της Σουηδίας πάνω από το 60%. Εξίσου σημαντικό είναι ότι η ανισότητα αυτή εκτοξεύτηκε μετά την κρίση του 2007-2008, ακόμη και στις οικονομίες που δεν κατάφεραν να ανακάμψουν αλλά βυθίστηκαν ακόμη πιο βαθιά. Οπως η Ελλάδα, όπου το μερίδιο του πλουσιότερου 10% του πληθυσμού κατείχε το 2014 το 56,1% του εγχώριου πλούτου, έναντι 48,6% το 2007 και 54,8% το 2000.