Μια συζήτηση εφ’ όλης της ύλης για τα θέματα πολιτισμού με την Μαρία Κανελλοπούλου βουλευτίνα Αχαΐας, υπεύθυνη της ΕΕΚΕ Πολιτισμού του ΣΥΡΙΖΑ, πάντα έχει ενδιαφέρον. Παρότι σχεδιάζαμε να την κάνουμε εδώ και καιρό, η ευκαιρία μας δόθηκε τώρα για έναν ακόμα λόγο, την έντονη επίθεση και αμφισβήτηση που δέχτηκε το προς διαβούλευση κείμενο για τα θέματα πολιτισμού του ΣΥΡΙΖΑ. Τη συνέντευξη στην "Εποχή"πήρε ο Στάθης Κουτρουβίδης
Ασκήθηκε έντονη κριτική στο λεγόμενο Πρόγραμμα για τον Πολιτισμό. Γιατί, κατά τη γνώμη σου; Ας ξεκινήσουμε με τις απαραίτητες διευκρινίσεις. Δεν πρόκειται για το «Πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ για τον Πολιτισμό». Πρόκειται, για ένα μικρό απόσπασμα από ένα μεγάλο κείμενο διαβούλευσης, με σκέψεις και προτάσεις για τον πολιτισμό. Υπ’ αυτήν την έννοια, εντυπωσιάζει πραγματικά και ο θόρυβος πού ξέσπασε και η «κριτική» πού ασκήθηκε. ΜΜΕ και εκπρόσωποί τους, που ουδέποτε φιλοξένησαν ένα δελτίο Τύπου -έστω!- που να αφορά τη δουλειά και τις παρεμβάσεις μας, ως Τμήμα ή ως ΕΕΚΕ Πολιτισμού του ΣΥΡΙΖΑ, μάς «ανακάλυψαν» ξαφνικά, με τρόπο πού απέχει πολύ απ’ ό,τι εμείς ορίζουμε και ως «πολιτισμό» και ως «κριτική». Το χορό των αρνητικών αντιδράσεων, άνοιξε το ίδιο το υπουργείο Πολιτισμού, από το οποίο προήλθε η πρώτη αντίδραση-απάντηση στο κείμενό μας. Ως μη όφειλε και λειτουργώντας σαν γραφείο Τύπου της ΝΔ, ανέλαβε να αποδείξει ότι τα πάντα λειτουργούν θαυμάσια στο χώρο του Πολιτισμού, να απαριθμήσει μερικές (πολύ αξιόλογες) εκθέσεις πού γίνονται στο εξωτερικό, να παρα-πληροφορήσει για νέους φόρους (παραλείποντας τεχνηέντως το ότι δεν αφορούν τον καταναλωτή, αλλά τις πολυεθνικές) και να ισχυριστεί, ότι το ποσόν πού διατίθεται από τον κρατικό προϋπολογισμό για τον πολιτισμό είναι... μονόδρομος!
Κριτική ασκήθηκε και για την εισαγωγή του κειμένου.
Σίγουρα υπάρχουν πολλά σημεία του κειμένου πού χρειάζονται διευκρίνιση. Ένα απ’ αυτά, είναι και το κομμάτι της εισαγωγής. Κατά τη γνώμη μου, είναι ένα κομμάτι πού θα μπορούσε να μην έχει (ακόμα) δημοσιευτεί, μιας και μεταξύ όσων συνεργάστηκαν για το κείμενο, διατυπώθηκαν πολλές απόψεις, πολλές αμφιβολίες, πολλές ενστάσεις και διαφωνίες ακόμα. Κανένας από μας, βλέπετε, δεν θεωρεί ότι κατέχει την μοναδική αλήθεια κι ότι ο πολιτισμός είναι μια απλή υπόθεση διακηρύξεων και μανιφέστων. Στην ιστορία της αριστεράς, έχει ανοίξει άπειρες φορές συζήτηση για τον πολιτισμό, έχουν κατατεθεί θαυμάσια κείμενα, έχουν υπάρξει συμφωνίες, διαφωνίες, αντιθέσεις, προσωπικά δεν θυμάμαι να έχει ξεσπάσει ποτέ άλλοτε τέτοιος «πόλεμος» κι αυτό είναι κάτι που με κάνει να αναρωτιέμαι. Αναρωτιέμαι, όσοι μας ασκούν αυτού του είδους την «κριτική» για ένα κείμενο διαβούλευσης, είναι άραγε ευχαριστημένοι με όσα συμβαίνουν σήμερα στον πολιτισμό; Αν η απάντηση είναι «ναι», τότε πραγματικά δεν χρειάζεται ν’ αλλάξει τίποτα. Μπορούμε να συνεχίσουμε με τον ίδιο τρόπο, στον ίδιο δρόμο.
Τι εννοείς;
Να συνεχίσουμε, δηλαδή, την εκποίηση της δημόσιας περιουσίας και της πολιτιστικής κληρονομιάς μέσω ΤΑΙΠΕΔ. Την υποστελέχωση του ΥΠΠΟΑ, την αποψίλωση των υπηρεσιών του, τη συκοφάντηση των ικανών υπαλλήλων του. Την απαξίωση, με απώτερο σκοπό την κατάργηση των ΔΗΠΕΘΕ. Τη δυσλειτουργία των κρατικών Θεάτρων -σας παραπέμπω στο επαναλαμβανόμενο SOS που εκπέμπεται από το ΚΘΒΕ. Τη διάλυση των εργασιακών σχέσεων στο χώρο του πολιτισμού με ό,τι τραγικό αυτή συνεπάγεται για τους ανθρώπους που τον υπηρετούν (εκμετάλλευση, οικονομική εξαθλίωση, αδυναμία πρόσβασης στις υπηρεσίες υγείας κ.λπ.).
Ένα από τα κύρια επιχειρήματα που χρησιμοποιήθηκαν από τους επικριτές του ήταν ότι αυτό το κείμενο αποπνέει ένα πνεύμα «κρατικισμού». Πώς το σχολιάζεις;
Είναι κάπως οξύμωρο να σε κατηγορούν για «κρατικισμό» άνθρωποι που διαχειρίζονται ή διαχειρίστηκαν επί μακρόν, δημόσιο χρήμα και που -φαντάζομαι- αμείβονται από το «δημόσιο κορβανά». Υποκρύπτεται μήπως η άποψη ότι κάποιοι είναι ικανοί να το κάνουν αυτό και κάποιοι άλλοι όχι; Με ποια κριτήρια και ποιος τα θέτει; Υποκρύπτεται ότι αυτό μπορεί να γίνεται χωρίς ελεγκτικούς μηχανισμούς; Κατά συνέπεια π.χ. το τεράστιο οικονομικό χρέος του ΚΘΒΕ, εξαιτίας του οποίου το θέατρο κινδυνεύει με κλείσιμο, όπως μας έχει ενημερώσει ο καλλιτεχνικός του διευθυντής- ειρήσθω εν παρόδω συγκυβερνητική επιλογή και καθόλου ΣΥΡΙΖΑ!-, να το θεωρήσουμε φυσικό φαινόμενο; Και, αλήθεια, ποιος θα το πληρώσει;
Ειπώθηκε ότι με το κείμενο ξαναγυρίζουμε σε ένα «συνδικαλιστικό μεσαίωνα»…
Εμείς δεν απαξιώνουμε ούτε το συνδικαλισμό, ούτε τους συνδικαλιστές συλλήβδην. «Εξαγορές» και «διορισμούς» επιχείρησαν -και σε μερικές περιπτώσεις το κατάφεραν!- οι εκάστοτε (διορισμένες) διοικήσεις, προκειμένου να χειραγωγήσουν κινήματα και διεκδικήσεις στο χώρο του πολιτισμού. Να μας πουν, παρακαλώ, όσοι μας καταγγέλλουν, αν πρέπει να προστατεύονται τα οικονομικά και εργασιακά δικαιώματα των εργαζομένων στο χώρο του πολιτισμού. Αν υπάρχουν τέτοια δικαιώματα ή οι καλλιτέχνες δεν είναι τίποτα άλλο, παρά εκκεντρικοί χομπίστες χωρίς ανάγκες. Και αν αντί για «συνδικαλιστικό μεσαίωνα» προτείνουν επιστροφή στον «εργασιακό μεσαίωνα» των μηδενικών αναγκών, της μαύρης, της ανασφάλιστης, της επισφαλούς εργασίας. Αν πρέπει πίσω από κακόγουστα show - off τύπου Αμφίπολης, να συνεχίζεται απρόσκοπτα ή εκποίηση του δημόσιου πλούτου και της πολιτιστικής κληρονομιάς. Αν οι δημιουργοί θα πρέπει να μένουν στο σκοτάδι, αβοήθητοι κατά τη διαδικασία της παραγωγής του έργου τους και θ’ αποκτούν υπόσταση μόνον εάν και εφόσον το έργο τους διεκδικεί ή αποσπά βραβεία. Γιατί ένα χρόνο πριν τη λήξη των ευρωπαϊκών προγραμμάτων η απορρόφησή τους είναι μόλις 55%. Γιατί σχεδόν κανένα κονδύλι απ’ αυτά δεν κατευθύνεται προς τη σύγχρονη δημιουργία. Γιατί πολλά απ’ τα μουσεία μας μένουν κλειστά λόγω απουσίας προσωπικού φύλαξης… Να μας πουν την άποψή τους για την ασκούμενη (ολέθρια) πολιτική για το βιβλίο… Τις κρατικές ορχήστρες. Τη διαλυμένη Καμεράτα, της οποίας οι εξαιρετικοί μουσικοί πλήρωσαν μόνοι τους τα εκτός έδρας, προκειμένου να παίξουν στην τελετή έναρξης για την ανάληψη της ελληνικής προεδρίας. Να μας πουν για το Θεατρικό Μουσείο της υγρασίας και των ψύλλων. Για την καλλιτεχνική παιδεία. Για τα φεστιβάλ που φυτοζωούν. Για το ποσοστό που τα ιδιωτικά κανάλια έχουν συμφωνήσει να αποδίδουν στο ελληνικό κέντρο κινηματογράφου και δεν το κάνουν.
Ο διάλογος συνεχίζεται χωρίς βεβαιότητες
Πώς θα συνεχίσετε τη δουλειά σας;
Για το συγκεκριμένο σχέδιο προγράμματος δούλεψαν πολλοί. Άνθρωποι των γραμμάτων και των τεχνών, πανεπιστημιακοί, συγγραφείς, μεταφραστές, μέλη και φίλοι του ΣΥΡΙΖΑ, διαφορετικές ομάδες μελέτης για το θέατρο, τον κινηματογράφο, το βιβλίο, τη μουσική, το χορό. Και «πολιτικά στελέχη». Ωστόσο, δεν θεωρούμε ότι οι απόψεις μας είναι οι δέκα εντολές, αυστηρές και αμετάκλητες. Η ελευθερία είναι για εμάς σταθερή αξία. Ο θόρυβος και οι επικρίσεις, ή καλοπροαίρετη κριτική, τα αρνητικά σχόλια, όλα μα όλα, έχουν για μας χρησιμότητα και θα αξιοποιηθούν. Πολύ σύντομα θα καλέσουμε, με ανοιχτή πρόσκληση, σε ανοιχτή και ελεύθερη συζήτηση, όλους όσοι μπήκαν στον κόπο να κρίνουν, το περιεχόμενο των προτάσεων και των προβληματισμών μας. Όλους, ακόμα κι αυτούς πού κατέφυγαν σε χτυπήματα κάτω από τη μέση στοχοποιώντας πρόσωπα και όχι αντιλήψεις. Γιατί εμείς δεν έχουμε βεβαιότητες. «Η αμφιβολία είναι η αξιοπρέπεια της σκέψης» έλεγε ο Χόμπσμπαουμ. Και είμαστε γεμάτοι αμφιβολίες. Γι’ αυτό και αξιοπρεπείς. Στην πολιτική και στην τέχνη. Αυτή είναι ή δική μας επιτυχία. Και η διαφορά μας εξάλλου.
Ποια είναι η αιχμή της πρότασης του ΣΥΡΙΖΑ στον πολιτισμό;
Ο πολιτισμός για μας αποτελεί πηγή πλούτου, όχι μόνον καλλιτεχνικού και πνευματικού, και υπ’ αυτήν την έννοια -επιτρέψτε μου να επιμείνω!-προστατευόμενο από το κράτος δημόσιο αγαθό. Δημόσιο, αναγκαίο και εξ ίσου πολύτιμο, όπως η εκπαίδευση και η υγεία. Ταυτόχρονα, όμως, μπορεί να αποδειχθεί πηγή οικονομικού πλούτου και εργαλείο ανάπτυξης εφ’ όσον στηριχθεί στην ανάδειξη και προβολή της πολιτιστικής κληρονομιάς, αλλά και της σύγχρονης καλλιτεχνικής και πνευματικής παραγωγής της χώρας. Δεν θέλω να πω περισσότερα πράγματα καθώς οι διεργασίες συνεχίζονται. Στη συζήτηση για τον προϋπολογισμό θα έχουμε την ευκαιρία να ξεδιπλώσουμε μέρος των προτάσεών μας.
πηγή: Εποχή
Ασκήθηκε έντονη κριτική στο λεγόμενο Πρόγραμμα για τον Πολιτισμό. Γιατί, κατά τη γνώμη σου; Ας ξεκινήσουμε με τις απαραίτητες διευκρινίσεις. Δεν πρόκειται για το «Πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ για τον Πολιτισμό». Πρόκειται, για ένα μικρό απόσπασμα από ένα μεγάλο κείμενο διαβούλευσης, με σκέψεις και προτάσεις για τον πολιτισμό. Υπ’ αυτήν την έννοια, εντυπωσιάζει πραγματικά και ο θόρυβος πού ξέσπασε και η «κριτική» πού ασκήθηκε. ΜΜΕ και εκπρόσωποί τους, που ουδέποτε φιλοξένησαν ένα δελτίο Τύπου -έστω!- που να αφορά τη δουλειά και τις παρεμβάσεις μας, ως Τμήμα ή ως ΕΕΚΕ Πολιτισμού του ΣΥΡΙΖΑ, μάς «ανακάλυψαν» ξαφνικά, με τρόπο πού απέχει πολύ απ’ ό,τι εμείς ορίζουμε και ως «πολιτισμό» και ως «κριτική». Το χορό των αρνητικών αντιδράσεων, άνοιξε το ίδιο το υπουργείο Πολιτισμού, από το οποίο προήλθε η πρώτη αντίδραση-απάντηση στο κείμενό μας. Ως μη όφειλε και λειτουργώντας σαν γραφείο Τύπου της ΝΔ, ανέλαβε να αποδείξει ότι τα πάντα λειτουργούν θαυμάσια στο χώρο του Πολιτισμού, να απαριθμήσει μερικές (πολύ αξιόλογες) εκθέσεις πού γίνονται στο εξωτερικό, να παρα-πληροφορήσει για νέους φόρους (παραλείποντας τεχνηέντως το ότι δεν αφορούν τον καταναλωτή, αλλά τις πολυεθνικές) και να ισχυριστεί, ότι το ποσόν πού διατίθεται από τον κρατικό προϋπολογισμό για τον πολιτισμό είναι... μονόδρομος!
Κριτική ασκήθηκε και για την εισαγωγή του κειμένου.
Σίγουρα υπάρχουν πολλά σημεία του κειμένου πού χρειάζονται διευκρίνιση. Ένα απ’ αυτά, είναι και το κομμάτι της εισαγωγής. Κατά τη γνώμη μου, είναι ένα κομμάτι πού θα μπορούσε να μην έχει (ακόμα) δημοσιευτεί, μιας και μεταξύ όσων συνεργάστηκαν για το κείμενο, διατυπώθηκαν πολλές απόψεις, πολλές αμφιβολίες, πολλές ενστάσεις και διαφωνίες ακόμα. Κανένας από μας, βλέπετε, δεν θεωρεί ότι κατέχει την μοναδική αλήθεια κι ότι ο πολιτισμός είναι μια απλή υπόθεση διακηρύξεων και μανιφέστων. Στην ιστορία της αριστεράς, έχει ανοίξει άπειρες φορές συζήτηση για τον πολιτισμό, έχουν κατατεθεί θαυμάσια κείμενα, έχουν υπάρξει συμφωνίες, διαφωνίες, αντιθέσεις, προσωπικά δεν θυμάμαι να έχει ξεσπάσει ποτέ άλλοτε τέτοιος «πόλεμος» κι αυτό είναι κάτι που με κάνει να αναρωτιέμαι. Αναρωτιέμαι, όσοι μας ασκούν αυτού του είδους την «κριτική» για ένα κείμενο διαβούλευσης, είναι άραγε ευχαριστημένοι με όσα συμβαίνουν σήμερα στον πολιτισμό; Αν η απάντηση είναι «ναι», τότε πραγματικά δεν χρειάζεται ν’ αλλάξει τίποτα. Μπορούμε να συνεχίσουμε με τον ίδιο τρόπο, στον ίδιο δρόμο.
Τι εννοείς;
Να συνεχίσουμε, δηλαδή, την εκποίηση της δημόσιας περιουσίας και της πολιτιστικής κληρονομιάς μέσω ΤΑΙΠΕΔ. Την υποστελέχωση του ΥΠΠΟΑ, την αποψίλωση των υπηρεσιών του, τη συκοφάντηση των ικανών υπαλλήλων του. Την απαξίωση, με απώτερο σκοπό την κατάργηση των ΔΗΠΕΘΕ. Τη δυσλειτουργία των κρατικών Θεάτρων -σας παραπέμπω στο επαναλαμβανόμενο SOS που εκπέμπεται από το ΚΘΒΕ. Τη διάλυση των εργασιακών σχέσεων στο χώρο του πολιτισμού με ό,τι τραγικό αυτή συνεπάγεται για τους ανθρώπους που τον υπηρετούν (εκμετάλλευση, οικονομική εξαθλίωση, αδυναμία πρόσβασης στις υπηρεσίες υγείας κ.λπ.).
Ένα από τα κύρια επιχειρήματα που χρησιμοποιήθηκαν από τους επικριτές του ήταν ότι αυτό το κείμενο αποπνέει ένα πνεύμα «κρατικισμού». Πώς το σχολιάζεις;
Είναι κάπως οξύμωρο να σε κατηγορούν για «κρατικισμό» άνθρωποι που διαχειρίζονται ή διαχειρίστηκαν επί μακρόν, δημόσιο χρήμα και που -φαντάζομαι- αμείβονται από το «δημόσιο κορβανά». Υποκρύπτεται μήπως η άποψη ότι κάποιοι είναι ικανοί να το κάνουν αυτό και κάποιοι άλλοι όχι; Με ποια κριτήρια και ποιος τα θέτει; Υποκρύπτεται ότι αυτό μπορεί να γίνεται χωρίς ελεγκτικούς μηχανισμούς; Κατά συνέπεια π.χ. το τεράστιο οικονομικό χρέος του ΚΘΒΕ, εξαιτίας του οποίου το θέατρο κινδυνεύει με κλείσιμο, όπως μας έχει ενημερώσει ο καλλιτεχνικός του διευθυντής- ειρήσθω εν παρόδω συγκυβερνητική επιλογή και καθόλου ΣΥΡΙΖΑ!-, να το θεωρήσουμε φυσικό φαινόμενο; Και, αλήθεια, ποιος θα το πληρώσει;
Ειπώθηκε ότι με το κείμενο ξαναγυρίζουμε σε ένα «συνδικαλιστικό μεσαίωνα»…
Εμείς δεν απαξιώνουμε ούτε το συνδικαλισμό, ούτε τους συνδικαλιστές συλλήβδην. «Εξαγορές» και «διορισμούς» επιχείρησαν -και σε μερικές περιπτώσεις το κατάφεραν!- οι εκάστοτε (διορισμένες) διοικήσεις, προκειμένου να χειραγωγήσουν κινήματα και διεκδικήσεις στο χώρο του πολιτισμού. Να μας πουν, παρακαλώ, όσοι μας καταγγέλλουν, αν πρέπει να προστατεύονται τα οικονομικά και εργασιακά δικαιώματα των εργαζομένων στο χώρο του πολιτισμού. Αν υπάρχουν τέτοια δικαιώματα ή οι καλλιτέχνες δεν είναι τίποτα άλλο, παρά εκκεντρικοί χομπίστες χωρίς ανάγκες. Και αν αντί για «συνδικαλιστικό μεσαίωνα» προτείνουν επιστροφή στον «εργασιακό μεσαίωνα» των μηδενικών αναγκών, της μαύρης, της ανασφάλιστης, της επισφαλούς εργασίας. Αν πρέπει πίσω από κακόγουστα show - off τύπου Αμφίπολης, να συνεχίζεται απρόσκοπτα ή εκποίηση του δημόσιου πλούτου και της πολιτιστικής κληρονομιάς. Αν οι δημιουργοί θα πρέπει να μένουν στο σκοτάδι, αβοήθητοι κατά τη διαδικασία της παραγωγής του έργου τους και θ’ αποκτούν υπόσταση μόνον εάν και εφόσον το έργο τους διεκδικεί ή αποσπά βραβεία. Γιατί ένα χρόνο πριν τη λήξη των ευρωπαϊκών προγραμμάτων η απορρόφησή τους είναι μόλις 55%. Γιατί σχεδόν κανένα κονδύλι απ’ αυτά δεν κατευθύνεται προς τη σύγχρονη δημιουργία. Γιατί πολλά απ’ τα μουσεία μας μένουν κλειστά λόγω απουσίας προσωπικού φύλαξης… Να μας πουν την άποψή τους για την ασκούμενη (ολέθρια) πολιτική για το βιβλίο… Τις κρατικές ορχήστρες. Τη διαλυμένη Καμεράτα, της οποίας οι εξαιρετικοί μουσικοί πλήρωσαν μόνοι τους τα εκτός έδρας, προκειμένου να παίξουν στην τελετή έναρξης για την ανάληψη της ελληνικής προεδρίας. Να μας πουν για το Θεατρικό Μουσείο της υγρασίας και των ψύλλων. Για την καλλιτεχνική παιδεία. Για τα φεστιβάλ που φυτοζωούν. Για το ποσοστό που τα ιδιωτικά κανάλια έχουν συμφωνήσει να αποδίδουν στο ελληνικό κέντρο κινηματογράφου και δεν το κάνουν.
Ο διάλογος συνεχίζεται χωρίς βεβαιότητες
Πώς θα συνεχίσετε τη δουλειά σας;
Για το συγκεκριμένο σχέδιο προγράμματος δούλεψαν πολλοί. Άνθρωποι των γραμμάτων και των τεχνών, πανεπιστημιακοί, συγγραφείς, μεταφραστές, μέλη και φίλοι του ΣΥΡΙΖΑ, διαφορετικές ομάδες μελέτης για το θέατρο, τον κινηματογράφο, το βιβλίο, τη μουσική, το χορό. Και «πολιτικά στελέχη». Ωστόσο, δεν θεωρούμε ότι οι απόψεις μας είναι οι δέκα εντολές, αυστηρές και αμετάκλητες. Η ελευθερία είναι για εμάς σταθερή αξία. Ο θόρυβος και οι επικρίσεις, ή καλοπροαίρετη κριτική, τα αρνητικά σχόλια, όλα μα όλα, έχουν για μας χρησιμότητα και θα αξιοποιηθούν. Πολύ σύντομα θα καλέσουμε, με ανοιχτή πρόσκληση, σε ανοιχτή και ελεύθερη συζήτηση, όλους όσοι μπήκαν στον κόπο να κρίνουν, το περιεχόμενο των προτάσεων και των προβληματισμών μας. Όλους, ακόμα κι αυτούς πού κατέφυγαν σε χτυπήματα κάτω από τη μέση στοχοποιώντας πρόσωπα και όχι αντιλήψεις. Γιατί εμείς δεν έχουμε βεβαιότητες. «Η αμφιβολία είναι η αξιοπρέπεια της σκέψης» έλεγε ο Χόμπσμπαουμ. Και είμαστε γεμάτοι αμφιβολίες. Γι’ αυτό και αξιοπρεπείς. Στην πολιτική και στην τέχνη. Αυτή είναι ή δική μας επιτυχία. Και η διαφορά μας εξάλλου.
Ποια είναι η αιχμή της πρότασης του ΣΥΡΙΖΑ στον πολιτισμό;
Ο πολιτισμός για μας αποτελεί πηγή πλούτου, όχι μόνον καλλιτεχνικού και πνευματικού, και υπ’ αυτήν την έννοια -επιτρέψτε μου να επιμείνω!-προστατευόμενο από το κράτος δημόσιο αγαθό. Δημόσιο, αναγκαίο και εξ ίσου πολύτιμο, όπως η εκπαίδευση και η υγεία. Ταυτόχρονα, όμως, μπορεί να αποδειχθεί πηγή οικονομικού πλούτου και εργαλείο ανάπτυξης εφ’ όσον στηριχθεί στην ανάδειξη και προβολή της πολιτιστικής κληρονομιάς, αλλά και της σύγχρονης καλλιτεχνικής και πνευματικής παραγωγής της χώρας. Δεν θέλω να πω περισσότερα πράγματα καθώς οι διεργασίες συνεχίζονται. Στη συζήτηση για τον προϋπολογισμό θα έχουμε την ευκαιρία να ξεδιπλώσουμε μέρος των προτάσεών μας.