Του ΠΑΝΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ* Αργά το βράδυ της Πέμπτης, οι ελληνικές τράπεζες πήραν στα χέρια τους τα πρώτα στοιχεία από τα stress tests της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, τρεις ημέρες πριν την επίσημη δημοσίευση τους. Σύμφωνα με διαρροές από τις ίδιες, υπάρχουν και άλλες κεφαλαιακές ανάγκεςπου πρέπει να καλυφθούν, αλλά αυτές είναι περιορισμένες. Αυτό σημαίνει πως παρά το γεγονός πως οι τέσσερις μεγάλες ελληνικές τράπεζες, Εθνική, Πειραιώς, Eurobank και Alpha Bank, έχουν συγκεντρώσει πάρα πολύ μεγάλα κεφάλαια από τις δύο φάσεις ανακεφαλαιοποίησης τους, με το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος των αυτών να προέρχεται από κρατικές πηγές και ένα μικρό, μόνο, τμήμα από ιδιωτικές, εξακολουθούν να χρήζουν 'περιορισμένης'κεφαλαιακής ενίσχυσης.
Και αυτό, παρόλο που επιπροσθέτως στα παραπάνω και εν όψει των εν λόγω stress tests η ελληνική κυβέρνηση φρόντισε να στηρίξει εκ νέου τις τράπεζες με κρατικά κεφάλαια μέσω της μετατροπής του αναβαλλόμενου φόρου σε φορολογικές πιστώσεις (DTC) έναντι του Δημοσίου, σε μία απόφαση το κόστος της οποίας για τους πολίτες και αντίστοιχα το κέρδος για τις τράπεζες θα είναι μεταξύ 3-5 δισ. ευρώ (εκτίμηση Bloomberg).
Μάλιστα, σύμφωνα με έκθεση της Bank of America, η μετατροπή του αναβαλλόμενου φόρου σε φορολογικές πιστώσεις θα έχει θετικό αντίκτυπο στους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών μεταξύ 300 με 500 εκατ. ευρώ για κάθε τράπεζα, επηρεάζοντας τα stress tests αλλά και θετικό αντίκτυπο στους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας με βάση τη "Βασιλεία ΙΙΙ", που θα ενισχυθούν κατά 1,6 δισ ευρώ με 2,7 δισ ευρώ για κάθε τράπεζα.
Έτσι, ο οποιοσδήποτε πανηγυρισμός για το αν οι ελληνικές τράπεζες διαθέτουν, σχεδόν, την κεφαλαιακή επάρκεια για να αντέξουν ένα έκτακτο σενάριο κρίσης είναι τουλάχιστον ανεδαφικός, , αφού έχουν λάβει και συνεχίζουν να λαμβάνουν εδώ και τρία χρόνια έναν πακτωλό κεφαλαίων από κρατική στήριξη (χρήματα τα οποία φορτώνονται στις πλάτες των πολιτών), έχουν ανακεφαλαιοπιηθεί και από ιδιωτικές πηγές και παρόλα αυτά εξακολουθούν να εμφανίζουν 'περιορισμένες'κεφαλαιακές ανάγκες.
Το πραγματικό ζητούμενο των stress tests, ωστόσο, δεν είναι η κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών για την αντιμετώπιση ενός σεναρίου κρίσης αλλά η αξιολόγηση της ποιότητας των περιουσιακών τους στοιχείων και η ικανότητα τους να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα των κόκκινων δανείων και συμπτωματικά, για το συγκεκριμένο θέμα δεν υπήρξε μέχρι στιγμής καμία απολύτως διαρροή από τους τραπεζικούς κύκλους.
Τα προβληματικά δάνεια των ελληνικών τραπεζών (πτωχευμένα και καθυστερούμενα περισσότερο από 90 ημέρες) ως ποσοστό του συνόλου των δανείων τους είναι από τα μεγαλύτερα διεθνώς και κυμαίνονται από το 29,7% της Εθνικής Τράπεζας, μέχρι το 45,6% της Alpha Bank, όπου, δηλαδή, σχεδόν ένα στα δύο δάνεια της τράπεζας είναι επισφαλές.
Την ίδια στιγμή ο δείκτης κάλυψης των δανείων είναι μικρότερος του 47%, ποσοστό χαμηλό, ιδιαίτερα σε μία χώρα όπου η αγορά ακινήτων βουλιάζει, πιέζοντας περαιτέρω την αξία των εγγυήσεων των δανείων.
Και όλα αυτά, με την κερδοφορία των ελληνικών τραπεζών να είναι και να προβλέπεται να παραμείνει αδύναμη και με τη βαθμολόγηση τους από τους οίκους αξιολόγησης στο B-, δηλαδή στην κατηγορία των μη επενδυτικών προϊόντων, γεγονός που δεν τους επιτρέπει να στηρίζονται στις αγορές για σταθερή άντληση κεφαλαίων αλλά είτε στο κράτος, όπως κατά κόρον συνέβη μέχρι τώρα είτε σε ιδιωτικά κεφάλαια.
Τα τελευταία είναι αυτά στα οποία και θα στραφούν τώρα για να καλύψουν τις όποιες κεφαλαιακές ανάγκες, όντως, έχουν προκύψει από τα stress tests, καθώς η κυβέρνηση θέλει να χρησιμοποιήσει το υπόλοιπο των 11 δισ ευρώ που είναι διαθέσιμο στο Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας ως νέο πακέτο στήριξης προκειμένου να αντικαταστήσει τα κεφάλαια του ΔΝΤ και να σκηνοθετήσει μίαυποτιθέμενη έξοδο από τα Μνημόνια εν όψει των επικείμενων προεδρικών εκλογών και της σοβαρής πιθανότητας να οδηγήσουν σε βουλευτικές εκλογές.
Στο προσεχές μέλλον και προκειμένου να επιβιώσουν, οι τράπεζες θα ξεκινήσουν το σαφάρι τωνκατασχέσεων και των πλειστηριασμών κατοικιών προκαλώντας νέους τριγμούς στην ελληνική οικονομία και την ελληνική κοινωνία.
Συμπερασματικά, ο ''ελέφαντας στο δωμάτιο''των ελληνικών τραπεζών δεν είναι άλλος από το μεγέθους ρεκόρ ποσοστό των προβληματικών τους δανείων, το χαμηλό δείκτη κάλυψης του συνόλου των δανείων τους και την κακή και σταθερά επιδεινούμενη ποιότητα των περιουσιακών τους στοιχείων.
Και γι'αυτά ακριβώς τα θέματα μένει να δούμε τι ακριβώς λέει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στα συμπεράσματα των stress tests. Όλα τα υπόλοιπα είναι ελεγχόμενες ανακοινώσεις και ερμηνείεςδημοσίων σχέσεων και προσεκτικά μελετημένου τραπεζικού και πολιτικού μάρκετινγκ.
*Πηγή: tvxs
Και αυτό, παρόλο που επιπροσθέτως στα παραπάνω και εν όψει των εν λόγω stress tests η ελληνική κυβέρνηση φρόντισε να στηρίξει εκ νέου τις τράπεζες με κρατικά κεφάλαια μέσω της μετατροπής του αναβαλλόμενου φόρου σε φορολογικές πιστώσεις (DTC) έναντι του Δημοσίου, σε μία απόφαση το κόστος της οποίας για τους πολίτες και αντίστοιχα το κέρδος για τις τράπεζες θα είναι μεταξύ 3-5 δισ. ευρώ (εκτίμηση Bloomberg).
Μάλιστα, σύμφωνα με έκθεση της Bank of America, η μετατροπή του αναβαλλόμενου φόρου σε φορολογικές πιστώσεις θα έχει θετικό αντίκτυπο στους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών μεταξύ 300 με 500 εκατ. ευρώ για κάθε τράπεζα, επηρεάζοντας τα stress tests αλλά και θετικό αντίκτυπο στους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας με βάση τη "Βασιλεία ΙΙΙ", που θα ενισχυθούν κατά 1,6 δισ ευρώ με 2,7 δισ ευρώ για κάθε τράπεζα.
Έτσι, ο οποιοσδήποτε πανηγυρισμός για το αν οι ελληνικές τράπεζες διαθέτουν, σχεδόν, την κεφαλαιακή επάρκεια για να αντέξουν ένα έκτακτο σενάριο κρίσης είναι τουλάχιστον ανεδαφικός, , αφού έχουν λάβει και συνεχίζουν να λαμβάνουν εδώ και τρία χρόνια έναν πακτωλό κεφαλαίων από κρατική στήριξη (χρήματα τα οποία φορτώνονται στις πλάτες των πολιτών), έχουν ανακεφαλαιοπιηθεί και από ιδιωτικές πηγές και παρόλα αυτά εξακολουθούν να εμφανίζουν 'περιορισμένες'κεφαλαιακές ανάγκες.
Το πραγματικό ζητούμενο των stress tests, ωστόσο, δεν είναι η κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών για την αντιμετώπιση ενός σεναρίου κρίσης αλλά η αξιολόγηση της ποιότητας των περιουσιακών τους στοιχείων και η ικανότητα τους να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα των κόκκινων δανείων και συμπτωματικά, για το συγκεκριμένο θέμα δεν υπήρξε μέχρι στιγμής καμία απολύτως διαρροή από τους τραπεζικούς κύκλους.
Τα προβληματικά δάνεια των ελληνικών τραπεζών (πτωχευμένα και καθυστερούμενα περισσότερο από 90 ημέρες) ως ποσοστό του συνόλου των δανείων τους είναι από τα μεγαλύτερα διεθνώς και κυμαίνονται από το 29,7% της Εθνικής Τράπεζας, μέχρι το 45,6% της Alpha Bank, όπου, δηλαδή, σχεδόν ένα στα δύο δάνεια της τράπεζας είναι επισφαλές.
Την ίδια στιγμή ο δείκτης κάλυψης των δανείων είναι μικρότερος του 47%, ποσοστό χαμηλό, ιδιαίτερα σε μία χώρα όπου η αγορά ακινήτων βουλιάζει, πιέζοντας περαιτέρω την αξία των εγγυήσεων των δανείων.
Και όλα αυτά, με την κερδοφορία των ελληνικών τραπεζών να είναι και να προβλέπεται να παραμείνει αδύναμη και με τη βαθμολόγηση τους από τους οίκους αξιολόγησης στο B-, δηλαδή στην κατηγορία των μη επενδυτικών προϊόντων, γεγονός που δεν τους επιτρέπει να στηρίζονται στις αγορές για σταθερή άντληση κεφαλαίων αλλά είτε στο κράτος, όπως κατά κόρον συνέβη μέχρι τώρα είτε σε ιδιωτικά κεφάλαια.
Τα τελευταία είναι αυτά στα οποία και θα στραφούν τώρα για να καλύψουν τις όποιες κεφαλαιακές ανάγκες, όντως, έχουν προκύψει από τα stress tests, καθώς η κυβέρνηση θέλει να χρησιμοποιήσει το υπόλοιπο των 11 δισ ευρώ που είναι διαθέσιμο στο Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας ως νέο πακέτο στήριξης προκειμένου να αντικαταστήσει τα κεφάλαια του ΔΝΤ και να σκηνοθετήσει μίαυποτιθέμενη έξοδο από τα Μνημόνια εν όψει των επικείμενων προεδρικών εκλογών και της σοβαρής πιθανότητας να οδηγήσουν σε βουλευτικές εκλογές.
Στο προσεχές μέλλον και προκειμένου να επιβιώσουν, οι τράπεζες θα ξεκινήσουν το σαφάρι τωνκατασχέσεων και των πλειστηριασμών κατοικιών προκαλώντας νέους τριγμούς στην ελληνική οικονομία και την ελληνική κοινωνία.
Συμπερασματικά, ο ''ελέφαντας στο δωμάτιο''των ελληνικών τραπεζών δεν είναι άλλος από το μεγέθους ρεκόρ ποσοστό των προβληματικών τους δανείων, το χαμηλό δείκτη κάλυψης του συνόλου των δανείων τους και την κακή και σταθερά επιδεινούμενη ποιότητα των περιουσιακών τους στοιχείων.
Και γι'αυτά ακριβώς τα θέματα μένει να δούμε τι ακριβώς λέει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στα συμπεράσματα των stress tests. Όλα τα υπόλοιπα είναι ελεγχόμενες ανακοινώσεις και ερμηνείεςδημοσίων σχέσεων και προσεκτικά μελετημένου τραπεζικού και πολιτικού μάρκετινγκ.
*Πηγή: tvxs