«Σαν καρδερίνα του Mαρτιού με τα φτερά τ’ αστραφτερά,
που σε βαθιά τριανταφυλλιά, πλάι σε τρεχάμενα νερά,
μ’ άχερα, λάσπη και μαλλί ζεστή φωλιά κρεμάει,
την κούνια σου παιδάκι μου, με ξύλα φτιάχνω ευωδερά
και βάνω προσκεφάλι σου τον ήλιο του Aνθομάη.»
Κάποτ’ ήμουνα γερό,
κάθε φλέβα μου κι αηδόνι
κι όλον είχα τον καιρό
να χαρώ και για να σύρω
το χορό μπροστά και γύρω.
Στης αμυγδαλιάς τα χιόνια,
στις λιακάδες του Φλεβάρη,
στου Μαρτιού τα χελιδόνια
και στ’ Αυγούστου το φεγγάρι
είχες μου, καρδιά, σπαρτάρει.
(Απόσπασμα από το ποίημα «Το Κορμί κι η Ψυχή»)
στις λιακάδες του Φλεβάρη,
στου Μαρτιού τα χελιδόνια
και στ’ Αυγούστου το φεγγάρι
είχες μου, καρδιά, σπαρτάρει.
(Απόσπασμα από το ποίημα «Το Κορμί κι η Ψυχή»)