Γιώργου Βάμβουκα
Ιστορικά διδάγματα από την πτώχευση της Ελλάδας του 1932 ( ΜΕΡΟΣ Α’ )
Επειδή τα συγκλονιστικά γεγονότα που εξελίσσονται τις τελευταίες μέρες, αναφορικά με τις διεξαγόμενες διαπραγματεύσεις μεταξύ του κυβερνητικού οικονομικού επιτελείου και των θεσμών, έχουν αρκετές ομοιότητες με τα δραματικά συμβάντα που προηγήθηκαν της πτώχευσης της Ελλάδας το 1932, το σημερινό και το επόμενο άρθρο μας, θα αφιερωθούν στα αίτια και τις συνέπειες της χρεοκοπίας της χώρας το 1932.Την περίοδο 1911-1922 ο συνολικός ονομαστικός εξωτερικός δανεισμός της Ελλάδας, διογκώθηκε κατά 648.400.000 χρυσά γαλλικά φράγκα. Ωστόσο, ο πραγματικός δανεισμός, δηλαδή τα ξένα κεφάλαια που μπήκαν στο δημόσιο ταμείο, διαμορφώθηκε σε 608.700.000 χρυσά φράγκα. Με το ποσό αυτό χρηματοδοτήθηκαν οι πελώριες στρατιωτικές δαπάνες των Βαλκανικών πολέμων, του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, του ελληνοτουρκικού πολέμου της περιόδου 1919-1922, κ.λπ. Την περίοδο 1922-1932, η συνολική ονομαστική αξία του εξωτερικού χρέους από 2.261.600 αυξήθηκε σε 2.893.200 χρυσά γαλλικά φράγκα. Δηλαδή, την περίοδο 1922-1932 από 403 διογκώθηκε σε 515 εκατ. δολάρια. Τα δάνεια αυτά αξιοποιήθηκαν για την αποκατάσταση των προσφύγων της Μικρασιατικής καταστροφής, τη βιομηχανική ανάπτυξη της χώρας, τη χρηματοδότηση έργων υποδομής, την ενίσχυση των τομέων της παιδείας και της υγείας, την ισχυροποίηση του στρατού, κ.λπ.
Η παγκόσμια οικονομική κρίση της περιόδου 1929-1933, που πυροδοτήθηκε με το χρηματιστηριακό κραχ της Γουόλ Στριτ τον Οκτώβριο του 1929, υπήρξε το σπουδαιότερο ίσως αίτιο, της τέταρτης πτώχευσης της Ελλάδος το 1932. Η χρεοκοπία του 1932 σήμανε το τέλος της πολιτικής καριέρας του Ελευθέριου Βενιζέλου (1864-1936), του μεγαλύτερου Εθνάρχη που ανέδειξε το νεοελληνικό κράτος. Όταν τον Οκτώβριο του 1929 ξέσπασε η παγκόσμια οικονομική κρίση, ο πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος και κορυφαία κυβερνητικά στελέχη, όπως ο υπουργός Οικονομικών Γ. Μαρής, σε αρκετές ομιλίες τους στη Βουλή των Ελλήνων, τόνιζαν ότι η εγχώρια οικονομία είναι χαλυβδωμένη έναντι του οποιουδήποτε εξωτερικού κινδύνου. Με την παράθεση διαφόρων επιχειρημάτων, ο Βενιζέλος και τα στελέχη του, έδιναν ιδιαίτερη έμφαση στην υφιστάμενη δημοσιονομική και νομισματική σταθερότητα της ελληνικής οικονομίας.
Η πορεία όμως προς την τέταρτη πτώχευση ήταν νομοτελειακά αναπόφευκτη. Εκτός των αρνητικών επιπτώσεων της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης της περιόδου 1929-1933 επί της ελληνικής οικονομίας, υπήρξαν και αρκετοί άλλοι παράγοντες που συνέβαλαν στη χρεοκοπία του 1932. Για παράδειγμα, η πολιτική της σκληρής δραχμής, δηλαδή της τεχνικά υπερτιμημένης δραχμής, λόγω διατήρησης του εθνικού μας νομίσματος στο νομισματικό σύστημα του Κανόνα Χρυσού, η ταχύτατη άνοδος των κρατικών δαπανών, η διεύρυνση των κρατικών ελλειμμάτων, η διαφθορά στη δημόσια ζωή, οι εντονότατες κερδοσκοπικές πιέσεις επί της δραχμής κατά την περίοδο πριν η χώρα μας εγκαταλείψει το καθεστώς του κανόνα χρυσού, η δραματική μείωση των εξαγωγών, η τρομακτική μείωση των συναλλαγματικών διαθεσίμων της χώρας, το χάος που κυριαρχούσε στην εγχώρια πολιτική σκηνή, κ.ά., σε συνδυασμό με την απροθυμία των προστάτιδων δυνάμεων, να εγγυηθούν την διεθνή δανειοδότηση της χώρας και να αποδεχτούν την επιμήκυνση της περιόδου αποπληρωμής του εξωτερικού χρέους, προκάλεσαν την τέταρτη πτώχευση της Ελλάδος τον Απρίλιο του 1932.
Σύμφωνα με την Ιστορία του Ελληνικού Έθνους (Τόμος ΙΕ’, σελ. 335-339), την περίοδο 1921-1932 η Ελλάδα εισέπραξε από ξένα δάνεια, το ποσό των 19,4 δις δραχμών. Ταυτόχρονα, την περίοδο αυτή η χώρα μας, πλήρωσε στους ξένους πιστωτές, το εντυπωσιακό ποσό των 25,0 δις δραχμών. Άρα, την περίοδο 1921-1932, η πατρίδα μας κατέβαλε στους αλλοδαπούς πιστωτές της, για την εξυπηρέτηση του εξωτερικού χρέους (τόκοι, χρεολύσια και προμήθειες), ποσό κατά 5,6 δις δραχμές υψηλότερο σε σχέση με το ποσό των δανείων που εισέπραξε (25,0-19,4=5,6). Η χρεοκοπία της Ελλάδος ήταν προδιαγεγραμμένη, λόγω της εντυπωσιακής ανόδου των τοκοχρεολυτικών δόσεων, για την εξυπηρέτηση του εξωτερικού χρέους. Αξιοσημείωτη είναι η επισήμανση ότι την περίοδο 1925-1932, η χώρα μας κατέβαλε κατά μέσο όρο 25.000.000 δολάρια κάθε χρόνο, σε τοκοχρεολύσια στους ξένους πιστωτές της. Οι δαπάνες εξυπηρέτησης του χρέους ήταν τεράστιες και αντιπροσώπευαν το 80% των εισπράξεων από εξαγωγές προϊόντων.
Τρίτη 19/05/15 - 15:37
Ιστορικά διδάγματα από την πτώχευση της Ελλάδας του 1932 ΜΕΡΟΣ Β’
Όταν ο πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος, διαβεβαίωνε τον ελληνικό λαό ότι η εθνική οικονομία είναι θωρακισμένη και η Ελλάδα θα βγει τελικά αλώβητη από τον παγκόσμιο οικονομικό τυφώνα, ο ευφυέστατος οικονομολόγος Ανδρέας Ανδρεάδης (1876-1935), καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών στο αντικείμενο των Δημοσίων Οικονομικών, είχε τελείως διαφορετική άποψη.
Ο Ανδρεάδης θεωρούσε ότι οι διαρθρωτικές ασθένειες της ελληνικής οικονομίας και του πολιτικού συστήματος, όπως οι πελατειακές σχέσεις του πολιτικού συστήματος (ρουσφέτι), η ελεφαντίαση του κρατικού μηχανισμού με τη δημιουργία άχρηστων δημόσιων οργανισμών, οι τεράστιες κρατικές δαπάνες, τα μεγάλα ελλείμματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, το λαθρεμπόριο, η φαυλοκρατία, κ.λπ., καθιστούσαν την ελληνική οικονομία τρωτή και ανυπεράσπιστη στο επερχόμενο παλιρροιακό κύμα της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης.
Για τον Ανδρεάδη, οι αρρώστιες αυτές ήταν η κακιά κληρονομιά του παρελθόντος, καθώς υπήρξαν οι βασικοί αιτιώδεις παράγοντες που προκάλεσαν τις τρεις πτωχεύσεις του νεοελληνικού κράτους κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα. Οι συγκεκριμένες ασθένειες αποτέλεσαν τα κύρια αίτια, που εκτόξευσαν τα κρατικά ελλείμματα και το δημόσιο χρέος σε εξωπραγματικά επίπεδα, εξαναγκάζοντας την Ελλάδα σε τέταρτη ταπεινωτική πτώχευση τον Απρίλιο του 1932. Εκτός του Ανδρέα Ανδρεάδη, αξιόλογοι οικονομολόγοι της εποχής εκείνης, όπως οι Κυριάκος Βαρβαρέσος (1884-1957), Δημήτριος Μάξιμος (1873-1955), Ξενοφών Ζολώτας (1904-2004), κ.ά., υποστήριζαν την άμεση εγκατάλειψη της Ελλάδος του νομισματικού συστήματος του κανόνα χρυσού και την υιοθέτηση του μηχανισμού των κυμαινόμενων συναλλαγματικών ισοτιμιών. Ορισμένοι εκ των οικονομολόγων αυτών σαν τον Δημήτριο Μάξιμο, ισχυρίζονταν ότι λόγω των υπέρμετρων δημοσιονομικών ελλειμμάτων και του υπερβολικού εξωτερικού χρέους, η Ελλάδα θα έπρεπε να προχωρήσει σε στάση πληρωμών, δηλαδή να κηρύξει πτώχευση των δημοσίων οικονομικών της. Ο παραλληλισμός με το σήμερα είναι λίαν διδακτικός, όπου αρκετοί έλληνες οικονομολόγοι και πολιτικοί επιθυμούν την πτώχευση της Ελλάδας, την οριστική ρήξη με τους πιστωτές, τη στάση πληρωμών, την έξοδο από την Ευρωζώνη και την επιστροφή στη δραχμή.
Ο Βενιζέλος από το καλοκαίρι του 1931 έως τις αρχές Απριλίου, κατέβαλε φιλότιμες προσπάθειες να χαλιναγωγήσει την οικονομική κρίση και η Ελλάδα να αποφύγει τη χρεοκοπία. Τον Ιανουάριο του 1932 ζήτησε από τις προστάτιδες δυνάμεις (Αγγλία, Γαλλία, κ.ά.), τη χορήγηση δανείου στη χώρα μας αξίας 50.000.000 δολαρίων, με πενταετή αναστολή καταβολής των τοκοχρεολυσίων για την εξυπηρέτησή του. Οι προστάτιδες δυνάμεις δεν έκαναν αποδεκτά τα αιτήματα του Βενιζέλου. Η κατεύθυνση της Ελλάδος προς τον γκρεμό της τέταρτης χρεοκοπίας ήταν αναπότρεπτη. Οι οξύτατες διενέξεις των πολιτικών κομμάτων και ιδίως των Φιλελευθέρων με το Λαϊκό, σε συνδυασμό με το ταξικό μίσος και τη διχόνοια, που είχε αφήσει στην ελληνική κοινωνία ο εθνικός διχασμός, επιτάχυναν την πτώχευση της Ελλάδος. Προσέξτε το αντλούμενο δίδαγμα της ιστορίας. Στη θέση του Βενιζέλου βρέθηκε ο Σαμαράς και παράλληλα βρίσκεται σήμερα ο Τσίπρας. Η προηγούμενη μνημονιακή κυβέρνηση Σαμαρά ικέτευε την τρόικα, η αποπληρωμή των χρεολυσίων να μεταφερθεί στο μέλλον. Παρομοίως, η σημερινή κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Αλέξη Τσίπρα, παρακαλάει τους πιστωτές να αποπληρώσουμε λήγοντα δάνεια σε μεγαλύτερο βάθος χρόνου. Δυστυχώς, οι ξένοι πιστωτές δυσπιστούν και δεν μας κάνουν εύκολα τα χατίρια.
Στις 20 Μαρτίου 1932, ο Βενιζέλος σε δραματικό διάγγελμά του προς τον ελληνικό λαό θα πει: «Η Ελλάς...οδηγείται εις καταστροφήν. Το κράτος θ’ αποκηρύξη τας υποχρεώσεις του. Τα φιλανθρωπικά μας ιδρύματα θα χάσουν τας περιουσίας των....Η παγκόσμιος κρίσις δεν ημπορούσε να μας αφήση αθίκτους μέχρι τέλους....Η παγκόσμιος κρίσις.....κατέστησεν όλως διόλου προβληματικήν την συνέχισιν της δι’ εξωτερικών δανείων χρηματοδοτήσεως των παραγωγικών έργων και επέτεινε κατ’ αναγκαίαν συνέπειαν και την νομισματικήν μας κρίσιν....Αλλά και αν μας λείψη η εξωτερική επικουρία δεν υπάρχει φόβος να καταστραφώμεν. Η χώρα τότε θ’ αναγκασθή να επιδιώξη, και κανείς φόβος δεν υπάρχει ότι δεν θα επετύχη, λύσεις αι οποίαι θα της επιτρέψουν να συμπληρώση το έργον της οικονομικής της ανασυγκροτήσεως, ώστε εντός πενταετίας να ευρεθή εις θέσιν να συνεχίση την ακεραίαν πληρωμήν και των εξωτερικών της υποχρεώσεων....τας λύσεις ταύτας πρέπει να επιδιώξη νέα κυβέρνησις ....εθνικού συνασπισμού....δεν θα διστάσω να συμμετάσχω της κυβερνήσεως αυτής ως απλούν αυτής μέλος». Ο Βενιζέλος προείδε το τσουνάμι της χρεοκοπίας. Προφητικά λόγια ενός Εθνάρχη, που προπορεύτηκε της εποχής του και αν οι σύγχρονοί του υιοθετούσαν τις επιλογές του, η Μικρασιατική Καταστροφή θα είχε αποφευχθεί και η Κωνσταντινούπολη θα αποτελούσε γεωγραφικό τμήμα της σημερινής Ελλάδας.
Ιστορικά διδάγματα από την πτώχευση της Ελλάδας του 1932 ( ΜΕΡΟΣ Α’ )
Επειδή τα συγκλονιστικά γεγονότα που εξελίσσονται τις τελευταίες μέρες, αναφορικά με τις διεξαγόμενες διαπραγματεύσεις μεταξύ του κυβερνητικού οικονομικού επιτελείου και των θεσμών, έχουν αρκετές ομοιότητες με τα δραματικά συμβάντα που προηγήθηκαν της πτώχευσης της Ελλάδας το 1932, το σημερινό και το επόμενο άρθρο μας, θα αφιερωθούν στα αίτια και τις συνέπειες της χρεοκοπίας της χώρας το 1932.Την περίοδο 1911-1922 ο συνολικός ονομαστικός εξωτερικός δανεισμός της Ελλάδας, διογκώθηκε κατά 648.400.000 χρυσά γαλλικά φράγκα. Ωστόσο, ο πραγματικός δανεισμός, δηλαδή τα ξένα κεφάλαια που μπήκαν στο δημόσιο ταμείο, διαμορφώθηκε σε 608.700.000 χρυσά φράγκα. Με το ποσό αυτό χρηματοδοτήθηκαν οι πελώριες στρατιωτικές δαπάνες των Βαλκανικών πολέμων, του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, του ελληνοτουρκικού πολέμου της περιόδου 1919-1922, κ.λπ. Την περίοδο 1922-1932, η συνολική ονομαστική αξία του εξωτερικού χρέους από 2.261.600 αυξήθηκε σε 2.893.200 χρυσά γαλλικά φράγκα. Δηλαδή, την περίοδο 1922-1932 από 403 διογκώθηκε σε 515 εκατ. δολάρια. Τα δάνεια αυτά αξιοποιήθηκαν για την αποκατάσταση των προσφύγων της Μικρασιατικής καταστροφής, τη βιομηχανική ανάπτυξη της χώρας, τη χρηματοδότηση έργων υποδομής, την ενίσχυση των τομέων της παιδείας και της υγείας, την ισχυροποίηση του στρατού, κ.λπ.
Η παγκόσμια οικονομική κρίση της περιόδου 1929-1933, που πυροδοτήθηκε με το χρηματιστηριακό κραχ της Γουόλ Στριτ τον Οκτώβριο του 1929, υπήρξε το σπουδαιότερο ίσως αίτιο, της τέταρτης πτώχευσης της Ελλάδος το 1932. Η χρεοκοπία του 1932 σήμανε το τέλος της πολιτικής καριέρας του Ελευθέριου Βενιζέλου (1864-1936), του μεγαλύτερου Εθνάρχη που ανέδειξε το νεοελληνικό κράτος. Όταν τον Οκτώβριο του 1929 ξέσπασε η παγκόσμια οικονομική κρίση, ο πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος και κορυφαία κυβερνητικά στελέχη, όπως ο υπουργός Οικονομικών Γ. Μαρής, σε αρκετές ομιλίες τους στη Βουλή των Ελλήνων, τόνιζαν ότι η εγχώρια οικονομία είναι χαλυβδωμένη έναντι του οποιουδήποτε εξωτερικού κινδύνου. Με την παράθεση διαφόρων επιχειρημάτων, ο Βενιζέλος και τα στελέχη του, έδιναν ιδιαίτερη έμφαση στην υφιστάμενη δημοσιονομική και νομισματική σταθερότητα της ελληνικής οικονομίας.
Η πορεία όμως προς την τέταρτη πτώχευση ήταν νομοτελειακά αναπόφευκτη. Εκτός των αρνητικών επιπτώσεων της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης της περιόδου 1929-1933 επί της ελληνικής οικονομίας, υπήρξαν και αρκετοί άλλοι παράγοντες που συνέβαλαν στη χρεοκοπία του 1932. Για παράδειγμα, η πολιτική της σκληρής δραχμής, δηλαδή της τεχνικά υπερτιμημένης δραχμής, λόγω διατήρησης του εθνικού μας νομίσματος στο νομισματικό σύστημα του Κανόνα Χρυσού, η ταχύτατη άνοδος των κρατικών δαπανών, η διεύρυνση των κρατικών ελλειμμάτων, η διαφθορά στη δημόσια ζωή, οι εντονότατες κερδοσκοπικές πιέσεις επί της δραχμής κατά την περίοδο πριν η χώρα μας εγκαταλείψει το καθεστώς του κανόνα χρυσού, η δραματική μείωση των εξαγωγών, η τρομακτική μείωση των συναλλαγματικών διαθεσίμων της χώρας, το χάος που κυριαρχούσε στην εγχώρια πολιτική σκηνή, κ.ά., σε συνδυασμό με την απροθυμία των προστάτιδων δυνάμεων, να εγγυηθούν την διεθνή δανειοδότηση της χώρας και να αποδεχτούν την επιμήκυνση της περιόδου αποπληρωμής του εξωτερικού χρέους, προκάλεσαν την τέταρτη πτώχευση της Ελλάδος τον Απρίλιο του 1932.
Σύμφωνα με την Ιστορία του Ελληνικού Έθνους (Τόμος ΙΕ’, σελ. 335-339), την περίοδο 1921-1932 η Ελλάδα εισέπραξε από ξένα δάνεια, το ποσό των 19,4 δις δραχμών. Ταυτόχρονα, την περίοδο αυτή η χώρα μας, πλήρωσε στους ξένους πιστωτές, το εντυπωσιακό ποσό των 25,0 δις δραχμών. Άρα, την περίοδο 1921-1932, η πατρίδα μας κατέβαλε στους αλλοδαπούς πιστωτές της, για την εξυπηρέτηση του εξωτερικού χρέους (τόκοι, χρεολύσια και προμήθειες), ποσό κατά 5,6 δις δραχμές υψηλότερο σε σχέση με το ποσό των δανείων που εισέπραξε (25,0-19,4=5,6). Η χρεοκοπία της Ελλάδος ήταν προδιαγεγραμμένη, λόγω της εντυπωσιακής ανόδου των τοκοχρεολυτικών δόσεων, για την εξυπηρέτηση του εξωτερικού χρέους. Αξιοσημείωτη είναι η επισήμανση ότι την περίοδο 1925-1932, η χώρα μας κατέβαλε κατά μέσο όρο 25.000.000 δολάρια κάθε χρόνο, σε τοκοχρεολύσια στους ξένους πιστωτές της. Οι δαπάνες εξυπηρέτησης του χρέους ήταν τεράστιες και αντιπροσώπευαν το 80% των εισπράξεων από εξαγωγές προϊόντων.
Τρίτη 19/05/15 - 15:37
Ιστορικά διδάγματα από την πτώχευση της Ελλάδας του 1932 ΜΕΡΟΣ Β’
Όταν ο πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος, διαβεβαίωνε τον ελληνικό λαό ότι η εθνική οικονομία είναι θωρακισμένη και η Ελλάδα θα βγει τελικά αλώβητη από τον παγκόσμιο οικονομικό τυφώνα, ο ευφυέστατος οικονομολόγος Ανδρέας Ανδρεάδης (1876-1935), καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών στο αντικείμενο των Δημοσίων Οικονομικών, είχε τελείως διαφορετική άποψη.
Ο Ανδρεάδης θεωρούσε ότι οι διαρθρωτικές ασθένειες της ελληνικής οικονομίας και του πολιτικού συστήματος, όπως οι πελατειακές σχέσεις του πολιτικού συστήματος (ρουσφέτι), η ελεφαντίαση του κρατικού μηχανισμού με τη δημιουργία άχρηστων δημόσιων οργανισμών, οι τεράστιες κρατικές δαπάνες, τα μεγάλα ελλείμματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, το λαθρεμπόριο, η φαυλοκρατία, κ.λπ., καθιστούσαν την ελληνική οικονομία τρωτή και ανυπεράσπιστη στο επερχόμενο παλιρροιακό κύμα της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης.
Για τον Ανδρεάδη, οι αρρώστιες αυτές ήταν η κακιά κληρονομιά του παρελθόντος, καθώς υπήρξαν οι βασικοί αιτιώδεις παράγοντες που προκάλεσαν τις τρεις πτωχεύσεις του νεοελληνικού κράτους κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα. Οι συγκεκριμένες ασθένειες αποτέλεσαν τα κύρια αίτια, που εκτόξευσαν τα κρατικά ελλείμματα και το δημόσιο χρέος σε εξωπραγματικά επίπεδα, εξαναγκάζοντας την Ελλάδα σε τέταρτη ταπεινωτική πτώχευση τον Απρίλιο του 1932. Εκτός του Ανδρέα Ανδρεάδη, αξιόλογοι οικονομολόγοι της εποχής εκείνης, όπως οι Κυριάκος Βαρβαρέσος (1884-1957), Δημήτριος Μάξιμος (1873-1955), Ξενοφών Ζολώτας (1904-2004), κ.ά., υποστήριζαν την άμεση εγκατάλειψη της Ελλάδος του νομισματικού συστήματος του κανόνα χρυσού και την υιοθέτηση του μηχανισμού των κυμαινόμενων συναλλαγματικών ισοτιμιών. Ορισμένοι εκ των οικονομολόγων αυτών σαν τον Δημήτριο Μάξιμο, ισχυρίζονταν ότι λόγω των υπέρμετρων δημοσιονομικών ελλειμμάτων και του υπερβολικού εξωτερικού χρέους, η Ελλάδα θα έπρεπε να προχωρήσει σε στάση πληρωμών, δηλαδή να κηρύξει πτώχευση των δημοσίων οικονομικών της. Ο παραλληλισμός με το σήμερα είναι λίαν διδακτικός, όπου αρκετοί έλληνες οικονομολόγοι και πολιτικοί επιθυμούν την πτώχευση της Ελλάδας, την οριστική ρήξη με τους πιστωτές, τη στάση πληρωμών, την έξοδο από την Ευρωζώνη και την επιστροφή στη δραχμή.
Ο Βενιζέλος από το καλοκαίρι του 1931 έως τις αρχές Απριλίου, κατέβαλε φιλότιμες προσπάθειες να χαλιναγωγήσει την οικονομική κρίση και η Ελλάδα να αποφύγει τη χρεοκοπία. Τον Ιανουάριο του 1932 ζήτησε από τις προστάτιδες δυνάμεις (Αγγλία, Γαλλία, κ.ά.), τη χορήγηση δανείου στη χώρα μας αξίας 50.000.000 δολαρίων, με πενταετή αναστολή καταβολής των τοκοχρεολυσίων για την εξυπηρέτησή του. Οι προστάτιδες δυνάμεις δεν έκαναν αποδεκτά τα αιτήματα του Βενιζέλου. Η κατεύθυνση της Ελλάδος προς τον γκρεμό της τέταρτης χρεοκοπίας ήταν αναπότρεπτη. Οι οξύτατες διενέξεις των πολιτικών κομμάτων και ιδίως των Φιλελευθέρων με το Λαϊκό, σε συνδυασμό με το ταξικό μίσος και τη διχόνοια, που είχε αφήσει στην ελληνική κοινωνία ο εθνικός διχασμός, επιτάχυναν την πτώχευση της Ελλάδος. Προσέξτε το αντλούμενο δίδαγμα της ιστορίας. Στη θέση του Βενιζέλου βρέθηκε ο Σαμαράς και παράλληλα βρίσκεται σήμερα ο Τσίπρας. Η προηγούμενη μνημονιακή κυβέρνηση Σαμαρά ικέτευε την τρόικα, η αποπληρωμή των χρεολυσίων να μεταφερθεί στο μέλλον. Παρομοίως, η σημερινή κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Αλέξη Τσίπρα, παρακαλάει τους πιστωτές να αποπληρώσουμε λήγοντα δάνεια σε μεγαλύτερο βάθος χρόνου. Δυστυχώς, οι ξένοι πιστωτές δυσπιστούν και δεν μας κάνουν εύκολα τα χατίρια.
Στις 20 Μαρτίου 1932, ο Βενιζέλος σε δραματικό διάγγελμά του προς τον ελληνικό λαό θα πει: «Η Ελλάς...οδηγείται εις καταστροφήν. Το κράτος θ’ αποκηρύξη τας υποχρεώσεις του. Τα φιλανθρωπικά μας ιδρύματα θα χάσουν τας περιουσίας των....Η παγκόσμιος κρίσις δεν ημπορούσε να μας αφήση αθίκτους μέχρι τέλους....Η παγκόσμιος κρίσις.....κατέστησεν όλως διόλου προβληματικήν την συνέχισιν της δι’ εξωτερικών δανείων χρηματοδοτήσεως των παραγωγικών έργων και επέτεινε κατ’ αναγκαίαν συνέπειαν και την νομισματικήν μας κρίσιν....Αλλά και αν μας λείψη η εξωτερική επικουρία δεν υπάρχει φόβος να καταστραφώμεν. Η χώρα τότε θ’ αναγκασθή να επιδιώξη, και κανείς φόβος δεν υπάρχει ότι δεν θα επετύχη, λύσεις αι οποίαι θα της επιτρέψουν να συμπληρώση το έργον της οικονομικής της ανασυγκροτήσεως, ώστε εντός πενταετίας να ευρεθή εις θέσιν να συνεχίση την ακεραίαν πληρωμήν και των εξωτερικών της υποχρεώσεων....τας λύσεις ταύτας πρέπει να επιδιώξη νέα κυβέρνησις ....εθνικού συνασπισμού....δεν θα διστάσω να συμμετάσχω της κυβερνήσεως αυτής ως απλούν αυτής μέλος». Ο Βενιζέλος προείδε το τσουνάμι της χρεοκοπίας. Προφητικά λόγια ενός Εθνάρχη, που προπορεύτηκε της εποχής του και αν οι σύγχρονοί του υιοθετούσαν τις επιλογές του, η Μικρασιατική Καταστροφή θα είχε αποφευχθεί και η Κωνσταντινούπολη θα αποτελούσε γεωγραφικό τμήμα της σημερινής Ελλάδας.