Πραγματοποιήθηκε με επιτυχία η εκδήλωση «το ΟΧΙ δεν ηττήθηκε, συνεχίζουμε…» που διοργάνωσαν οι ιστοσελίδες Iskra και Rproject στην Ζάκυνθο με την παρουσία της πλειοψηφίας των μελών του ΣΥΡΙΖΑ Ζακύνθου αλλά και ευρύτερα.
Ο ομιλητής Γ. Σαπουνάς, μέλος της Κεντρικής Επτροπής του ΣΥΡΙΖΑ, εξέθεσε, μεταξύ άλλων, την αριστερή διαφωνία με την επιλογή της μνημονιακής μετάλλαξης του κόμματος και της κυβέρνησης, σημεία από την εναλλακτική αριστερή πρόταση καθώς και την αποφασιστικότητα για την συνέχιση του αντιμνημονιακού αγώνα, μαζί με το κοινωνικό ρεύμα του ΟΧΙ. Τόνισε την ανάγκη για την πολιτική έκφρασή του και για την υπεράσπιση της ιστορίας, των κατακτήσεων, των αρχών και των ιδεών της μαζικής ριζοσπαστικής Αριστεράς. Στην συζήτηση που ακολούθησε αναδείχτηκε η απογοήτευση από την τροπή και την εξέλιξη των κυβερνητικών επιλογών αλλά και η αναζήτηση άμεσων εναλλακτικών διεξόδων για τη συνέχιση του αγώνα ώστε να μην ηττηθεί το κοινωνικό ρεύμα του ΟΧΙ και ο στόχος για την ρήξη και την ανατροπή του νεοφιλελεύθερου «μονόδρομου» απ’ τα κάτω και απ’ τ’ αριστερά.
Ακολουθεί η εισηγητική ομιλία.
Η υπογραφή του τρίτου μνημονίου από την κυβέρνηση Α. Τσίπρα έχει προκαλέσει ένα πραγματικό σοκ στην κοινωνία και ιδιαίτερα στο τμήμα αυτό που τον στήριξε στην κατάκτηση της κυβερνητικής εξουσίας. Μέσα στο κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ η εξέλιξη αυτή έχει προκαλέσει έντονη αντιπαράθεση. Πλήθος μελών και στελεχών του κόμματος δεν αποδέχονται την μνημονιακή μετάλλαξη του κόμματος της ριζοσπαστικής Αριστεράς, την εγκατάλειψη των ιδεών, αξιών και προγραμματικών θέσεών του. Την εγκατάλειψη του γενναίου, ριζοσπαστικού, πλειοψηφικού κοινωνικού ρεύματος που εκφράστηκε με το ΟΧΙ στο δημοψήφισμα.
Η αριστερή κυβέρνηση υπογράφοντας μνημόνιο χάνει την ταυτότητά της και μετατρέπεται έτσι σε «αριστερή παρένθεση».
Η Αριστερά δεν είναι διαχειριστική πολιτική δύναμη του συστήματος. Δεν εναλλάσσεται τακτικά στην κυβερνητική εξουσία.
Είναι δύναμη ανατροπής προς όφελος της εργασίας και της κοινωνικής πλειοψηφίας και σε βάρος του ντόπιου κεφαλαίου και της ιμπεριαλιστικής επιβολής των ευρωπαϊκών και διεθνών αστικών κέντρων.
Ο ΣΥΡΙΖΑ γεννήθηκε μέσα από τις στάχτες των, ηττημένων στα μάτια της κοινωνίας, ρευμάτων της Αριστεράς, εκκινώντας μια διαδικασία ενότητας και αναγέννησης της μαζικής, ριζοσπαστικής και αντικαπιταλιστικής Αριστεράς.
Διεκδικώντας ξανά την Αριστερά ως αντισυστημική δύναμη και χώρο ιδεών, αξιών, θεωρίας και πράξης με σοσιαλιστική στρατηγική – σε αντίθεση με τη νεοφιλελεύθερη σοσιαλδημοκρατία που ενσωματωμένη στο σύστημα εμφανίζεται ως η δήθεν κοινωνικά ευαίσθητη πλευρά του.
Υπήρξε τέκνο της κοινωνικής ανάγκης και του κινήματος ενάντια στην καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση που αμφισβήτησε το «τέλος της Ιστορίας» και το νεοφιλελεύθερο ΤΙΝΑ (Δεν Υπάρχει Εναλλακτική Λύση).
Όταν ξέσπασε η καπιταλιστική κρίση που πήρε στην Ευρώπη τη μορφή της κρίσης χρέους και «χτύπησε» τη Ελλάδα με σφοδρή λιτότητα και μνημόνια, τα παλιό πολιτικό σύστημα του δικομματισμού (ΠΑΣΟΚ – ΝΔ) εξευτελιζόμενο στα μάτια της κοινωνίας συγκυβέρνησε εγκαταλείποντας τα προσχήματα και τις δήθεν διαφορές.
Ο ΣΥΡΙΖΑ επέδειξε την ταξική και πολιτική ευθυκρισία και την τόλμη να αναλάβει την πολιτική έκφραση των σπουδαίων εργατικών και λαϊκών κινημάτων του ’10 - ‘11και να προτείνει διέξοδο στην βάση ενός ριζοσπαστικού πλαισίου: Όχι στο μνημόνιο και στην λιτότητα, όχι στο νεοφιλελεύθερο μονόδρομο, καμία θυσία για το Ευρώ, κυβέρνηση της Αριστεράς.
Είναι σήμερα θλιβερό να βλέπουμε τα συστημικά κέντρα (εσωτερικού – εξωτερικού) να υμνούν τον Α. Τσίπρα για την μνημονιακή μετάλλαξή του και να τον συμβουλεύουν πώς να απαλλαγεί από τα «αριστερά βαρίδια» του κόμματος.
Δεν υπάρχει κανένα περιθώριο «αριστερής διαχείρισης» του μνημονίου.
Το μνημόνιο υπάρχει ακριβώς για να κυβερνά στην θέση της εκλεγμένης κυβέρνησης. Η προσέγγιση ότι η κυβέρνηση υλοποιεί τις μνημονιακές, νεοφιλελεύθερες επιλογές λιτότητας παρά την θέλησή της συνιστά πρόκληση προς την κοινωνία.
Το τρίτο μνημόνιο προστίθεται στα προηγούμενα με ακόμη πιο ασφυκτική επιτήρηση.
Δεν υπήρξε μέσα από την διαπραγμάτευση, καμιά «ανάδειξη» του αντιδημοκρατικού χαρακτήρα της ΟΝΕ / ΕΕ και πολύ περισσότερο καμιά «αριστερή» ρωγμή.
Ο αντιδημοκρατικός χαρακτήρας της ΟΝΕ/ΕΕ εμφανίζεται απροκάλυπτα στα μάτια των ευρωπαϊκών λαών και οι ρωγμές της είναι αποτέλεσμα της βαθιάς, υπαρξιακής της κρίσης, μέσα από τις οποίες αναβλύζει βαρβαρότητα.
Η κυβερνητική στρατηγική της δήθεν εκμετάλλευσης των διαφορών μεταξύ ΗΠΑ και Γερμανίας ή ακόμη Γαλλίας και Γερμανίας μοιάζει πια σαν ένα κακόγουστο αστείο και η αναγόρευση του χθεσινού Ολαντρέου σε σημερινή προοδευτική εκδοχή της Ευρώπης τραγική αυτοαναίρεση.
Ακόμη όμως πιο τραγική αποδείχτηκε η «σύλληψη» της προσέγγισης της εγχώριας άρχουσας τάξης και των πολιτικών της εκπροσωπήσεων για την δημιουργία δήθεν εθνικής συμμαχίας απέναντι στους δανειστές, η οποία εκφράστηκε κατ’ αρχάς με την επιλογή της συγκυβέρνησης με τους ΑΝΕΛ, με την επιλογή του Παυλόπουλου για πρόεδρο της Δημοκρατίας, κυρίως όμως με την προσέγγιση των επιχειρηματικών κύκλων, του ΣΕΒ, των τραπεζιτών κλπ
Το μέγεθος της αστοχίας εμφανίστηκε εμφατικά στο ίδιο το δημοψήφισμα, στο μέτωπο του ΝΑΙ.
Το μνημόνιο αποτελεί σήμερα το μέσο της επιβολής της λιτότητας. Η λιτότητα εντούτοις αποτελεί διαχρονικά στον καπιταλισμό την στρατηγική της εξόδου από την κρίση. Απαντά με σαφή ταξική μεροληψία υπέρ του μεγάλου κεφαλαίου στο ερώτημα «ποιος πληρώνει την κρίση» με την υποτίμηση της εργασίας και γενικότερα με την «δημιουργική καταστροφή» παραγωγικών δυνάμεων. Αποκορύφωμα αυτής της διαδικασίας είναι ο πόλεμος. Τα μνημόνια της λιτότητας είναι ένας ταξικός πόλεμος με άλλα μέσα. Η ντόπια οικονομική ολιγαρχία, η εγχώρια άρχουσα τάξη ωφελήθηκε από αυτή την πολιτική κερδίζοντας θέσεις απέναντι στην εργασία, στην κοινωνική πλειοψηφία με τρόπο που δεν πετύχαινε για δεκαετίες. Γι αυτό και η, κερδισμένη από την κρίση, μερίδα του μεγάλου εγχώριου κεφαλαίου δεν είχε κανένα λόγο να μην συμπαραταχθεί με τις επιβολές των δανειστών.
Η κυβερνητική στρατηγική απέτυχε παταγωδώς. Απέτυχε πριν ακόμη καλά καλά ξεκινήσει. Ήδη με την συμφωνία της 20ης Φλεβάρη. Ακύρωσε το μοναδικό όπλο του λαού απέναντι σε υπέρτερους αντιπάλους, τον «πολιτικό κίνδυνο», την λαοπρόβλητη δηλαδή αριστερή κυβέρνηση που μπορούσε να απειλήσει τους δανειστές με το όπλο του GREXIT. Κάτι τέτοιο ωστόσο απαιτούσε την επιμονή στο ριζοσπαστικό πρόγραμμα της ανατροπής της λιτότητας στο εσωτερικό και την επιλογή διακοπής των πληρωμών τοκοχρεολυσίων ταυτόχρονα με την απαίτηση διαγραφής του χρέους προς τους δανειστές. Απαιτούσε την αθέτηση πληρωμών των δόσεων από την πρώτη στιγμή και όχι ασφαλώς την εξάντληση των αποθεματικών του Δημοσίου.
Η ειλικρίνεια του πρωθυπουργού ότι προσπάθησε να πείσει με επιχειρήματα (αλλά με σαφή απεμπόληση των πραγματικών όπλων) τις δεξιές και σοσιαλφιλελεύθερες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις για την εγκατάλειψη της νεοφιλελεύθερης στρατηγικής της σκληρής λιτότητας, μπορεί να προκαλεί, προσωρινά, συμπάθεια σε κοινωνικά και λαϊκά στρώματα, όμως στα αστικά κέντρα (εσωτερικού – εξωτερικού) προκάλεσε την αποφασιστικότητα να συντρίψουν τον διαφαινόμενο αριστερό κίνδυνο με το γνωστό σημερινό αποτέλεσμα.
Στην πραγματικότητα ποτέ δεν αποδείχτηκε αν ήταν εύκολο να ωθήσουν τα διευθυντήρια της, σε βαθύτατη υπαρξιακή κρίση, ευρωζώνης, την «αριστερή Ελλάδα» σε έξοδο από το Ευρώ καθώς ποτέ δεν τέθηκε σοβαρά η διακύβευση. Το «όπλο» μας έγινε «όπλο» του αντιπάλου. Αν υπήρχε έστω κάποια πιθανότητα συμβιβασμού αυτή εγκαταλείφτηκε χωρίς ίχνος τόλμης από την ίδια την κυβέρνηση.
Σήμερα ο φόβος ξαναάλλαξε στρατόπεδο και απειλεί τον λαό και την κοινωνική πλειοψηφία, φευ, εκφωνούμενος από την ίδια την «αριστερή» κυβέρνηση.
Η ίδια η επιλογή σε συνδυασμό με τη μετέπειτα διαχείριση, του δημοψηφίσματος αποτελεί μνημείο ασυνεπούς και παράλογης πολιτικής.
Το δημοψήφισμα επανενεργοποίησε, έστω την τελευταία ώρα, την αριστερή πολιτική απειλή. Για μια πορεία σύγκρουσης. Όχι βέβαια για μια ιστορική οπισθοχώρηση και ήττα χωρίς μάχη.
Ο λαός ανταποκρίθηκε με συγκλονιστικό τρόπο. Η χώρα διαιρέθηκε ταξικά και πολιτικά και τα στρατόπεδα ξεκαθάρισαν. Απ’ την μια το κεφάλαιο και η συμμαχία εγχώριων και ευρωπαϊκών αστικών, νεοφιλελεύθερων κέντρων κι απ’ την άλλη η μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία και η διεθνής συμπαράσταση. Ήταν μια βδομάδα αποκαλυπτική καθώς το μέτωπο του ΝΑΙ χρησιμοποίησε όλους τους δυνατούς εκβιασμούς, στους χώρους δουλειάς και μέσω των ΜΜΕ. Η κοινωνική πλειοψηφία δεν τρομοκρατήθηκε αλλά οργίστηκε και εκφράστηκε με το ηχηρό 62%. Τρομοκρατήθηκε όμως, δυστυχώς, η κυβέρνηση.
Λίγες ώρες μετά το αποτέλεσμα ο πρωθυπουργός ανέστησε τα «πολιτικά πτώματα» του μετώπου του ΝΑΙ. Λίγες μέρες μετά παραδόθηκε στους δανειστές. Σήμερα είναι αιχμάλωτος του παλιού, σάπιου πολιτικού συστήματος.
Όμως το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος έδειξε σε όλους την κοινωνική διαθεσιμότητα για την ανατροπή απ’ τα κάτω και απ’ τ’ αριστερά. Και παρά το σοκ των κυβερνητικών επιλογών δεν πρέπει η Αριστερά να αφήσει να εξατμιστεί αυτή η μεγάλη δύναμη.
Υπάρχει εναλλακτική λύση στο μνημονιακό, νεοφιλελεύθερο δήθεν αδιέξοδο. Είναι η ριζοσπαστική πρόταση της Αριστεράς.
Είναι η προδομένη πρόταση των συνεδριακών αποφάσεων του ΣΥΡΙΖΑ, εμπλουτισμένη από τις εμπειρίες του δραματικού αυτού 6μήνου και τα συνακόλουθα συμπεράσματα. Από τα κυβερνητικά λάθη μα και από την συγκλονιστική κοινωνική διαθεσιμότητα και αποφασιστικότητα.
Το τμήμα του ΣΥΡΙΖΑ που αρνείται να υποταχθεί στην ήττα και την μνημονιακή μετάλλαξη, τμήμα σημαντικό στο πεδίο της κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης μα πολύ ευρύτερο στο κόμμα και ακόμη περισσότερο μαζί με την ευρύτερη ριζοσπαστική Αριστερά μέσα στην κοινωνική δυναμική του ΟΧΙ, αναλαμβάνει την ευθύνη να δηλώσει με λόγια και έργα πως «το ΟΧΙ δεν ηττήθηκε, συνεχίζουμε…»
Εντούτοις χρειάζεται να αποφύγουμε τις συστημικές παγίδες και τα «στημένα» δίπολα: Ευρώπη ή εθνική αναδίπλωση, κόμμα ή λόμπυ της δραχμής κ.α.
Το πραγματικό δίλλημα είναι : λιτότητα ή αναδιανομή, πρόγραμμα του κεφαλαίου ή πρόγραμμα της εργασίας, κόμμα του νεοφιλελευθερισμού και του ΤΙΝΑ ή κόμμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς και της σοσιαλιστικής προοπτικής.
Τίθεται σήμερα το ερώτημα ποιό είναι το λεπτομερές «σχέδιο Β». Αποκρύπτοντας πως δεν υπάρχει κανένα πραγματικό «σχέδιο Α» εκτός από την διαρκή λιτότητα. Τα ίδια τα μνημόνια αναπροσαρμόζονται διαρκώς χωρίς κανείς να γνωρίζει τι θα γίνει σε λίγους μήνες. Ας θυμηθούμε την παραδοχή του ίδιου του ΔΝΤ για τους λάθος πολλαπλασιαστές. Το ίδιο ακριβώς θα συμβεί και με το τρίτο μνημόνιο.
Επιχειρείται σήμερα να εγκλωβιστεί η συζήτηση αποκλειστικά με επίκεντρο την «ανάπτυξη». Αποκρύπτοντας πως μαζί με την αναγκαία και ζητούμενη ανάπτυξη υπάρχει και το ζήτημα της διανομής. Γιατί το ΑΕΠ στα χρόνια των μνημονίων μίκρυνε αλλά η διανομή έγινε ακόμη πιο λεόντια για το κεφάλαιο. Έτσι η επιστροφή στην μεγέθυνση του ΑΕΠ δεν απαντά «αυτόματα» στις ανάγκες της κοινωνικής πλειοψηφίας καθώς κάλλιστα αυτή μπορεί να έρθει χωρίς ν’ αλλάξει τίποτα από την καταστροφή που πραγματοποιήθηκε σε βάρος των δικαιωμάτων του κόσμου της εργασίας και της κοινωνικής πλειοψηφίας.
Το εναλλακτικό σχέδιο διαφέρει ακριβώς στο σημείο της άμεσης ανατροπής της λιτότητας και της νεοφιλελεύθερης στρατηγικής και δίνει αυτό το περιεχόμενο στην ενδεχόμενη επιλογή της εξόδου από την ευρωζώνη.
Είναι ένα σχέδιο σύγκρουσης με τα ντόπια αστικά επιτελεία και τα ευρωπαϊκά και διεθνή ιμπεριαλιστικά κέντρα. Έχει ως εκ τούτου δύο αλληλένδετες πτυχές. Απ’ την μια βρίσκονται οι πολιτικές επιλογές και ο οικονομικός σχεδιασμός και απ’ την άλλη βρίσκεται η κοινωνική συμμετοχή σε όλη την κλίμακα του σχεδίου. Είναι δηλαδή το σχέδιο που αντιστοιχεί το μέτωπο του ΟΧΙ απέναντι στο μέτωπο του ΝΑΙ όπως ακριβώς καταγράφηκε στο δημοψήφισμα.
Οι βασικοί του άξονες είναι:
Παύση πληρωμών προς τους δανειστές, διαγραφή χρέους, εθνικοποίηση – κοινωνικοποίηση των τραπεζών και στρατηγικών τομέων της παραγωγής και της οικονομίας, φορολογικό «μνημόνιο» για το μεγάλο κεφάλαιο, διεύρυνση της δημοκρατίας με θεσμούς κοινωνικής συμμετοχής και εργατικού ελέγχου.
Το ζήτημα της κοινωνικής συμμετοχής είναι κρίσιμο καθώς χωρίς αυτό η ενδεχόμενη αποχώρηση από την ευρωζώνη δεν αποκτά αριστερό, ταξικό πρόσημο. Η διεύρυνση της δημοκρατίας στοχεύει σε βάθος, στην δημοκρατία στην ίδια την παραγωγή και την οικονομία. Καθιστά υπευθύνους για την ανάδειξη των αναγκών και του σχεδιασμού, τους ίδιους τους εργαζόμενους και τους παραγωγούς. Ποιος άλλος εκτός από του εργαζόμενους στα νοσοκομεία (όχι τους βιομήχανους και τους μάνατζερ της Υγείας) είναι ο καταλληλότερος για να μιλήσει για την Υγεία για όλους; Ποιος άλλος από τους εκπαιδευτικούς (όχι τους ιδιοκτήτες της βιομηχανίας της εκπαίδευσης) για την Παιδεία για όλος; Ποιος άλλος από τους αγρότες (όχι τους βιομήχανους της αγροτικής παραγωγής) για την προσέγγιση του στόχου της διατροφικής επάρκειας; Ποιος άλλος από ένα νέο, πραγματικά δημοκρατικό και ουσιαστικά Δημόσιο μπορεί να γίνει ο μοχλός για την γρήγορη ανάσχεση της ανεργίας;
Έτσι τα συγκριτικά πλεονεκτήματα μιας ενδεχόμενης επιλογής εθνικού νομίσματος μπορούν να γίνουν κοινωνικά πλεονεκτήματα και όχι νέα υπερκέρδη για τους μεγαλοκαπιταλιστές των τομέων αιχμής της εγχώριας παραγωγής (ενέργεια, πετρελαιοειδή, χημικά, φάρμακα, μέταλλα, ναυτιλία, τεχνολογία, τουρισμός κ.α.)
Κρίσιμο ρόλο θα παίξουν εναλλακτικές μορφές «κοινωνικής οικονομίας», συνεργατικές και συνεταιριστικές μορφές. Με άμεση αξιοποίηση, απ’ τα κάτω και απ’ τα πάνω, της «αργούσας περιουσίας», γαίες εύφορες κατασχεμένες από τράπεζες που μπορούν να καλλιεργηθούν, μέσα παραγωγής, εργοστάσια εγκαταλειμμένα από τους ιδιοκτήτες τους – κατά το παράδειγμα της ΒΟΙΜΕ και πλήθος άλλων εφαρμογών που θα ξεπηδήσουν σε μια νέα, δημιουργική «Άνοιξη» που θα μειώσει ταχύρυθμα την ανεργία.
Η σκληρή φορολογία προς το μεγάλο κεφάλαιο, η νομοθέτηση μέτρων προστασίας της εργασίας, οι εθνικοποιήσεις - κοινωνικοποιήσεις θα λειτουργήσουν ως πλαίσιο για την μετάβαση.
Προφανώς η προσαρμογή θα έχει δυσκολίες. Ωστόσο το κοινωνικό κίνητρο είναι μεγάλο και το δημοψήφισμα υπήρξε ένα μόνο δείγμα γιατί η Αριστερά δεν επιτρέπεται να υποτιμά την κοινωνική αποφασιστικότητα και τόλμη που συχνά ξεπερνά τα πολιτικά υποκείμενα. Η απελευθέρωση είναι το μεγαλύτερο κίνητρο. Απελευθέρωση από την φτώχεια, την ανεργία, τον κοινωνικό αποκλεισμό, την υποτέλεια….
Όχι λοιπόν το σχέδιο της εθνικής αναδίπλωσης και το «λόμπυ της δραχμής» αλλά το σχέδιο της Αριστεράς και το «λόμπυ» της εργασίας και των φτωχών. Ένα σχέδιο παραγωγής υποδείγματος που στοχεύει με εξωστρέφεια, όχι να πείσει τις νεοφιλελεύθερες κυβερνήσεις αλλά να ανταποκριθεί ως νέο υπόδειγμα στις ώριμες ανάγκες των ευρωπαϊκών λαών και της Αριστεράς. Που έδειξαν τα πρώτα δείγματα της αντίδρασής τους με το πρωτοφανές εδώ και δεκαετίες, κίνημα ευρωπαϊκής και διεθνούς συμπαράστασης. Για να ανέβουν τα ποσοστά της Αριστεράς και να φυτρώσουν παντού κινήματα και πολιτικές εκφράσεις όπως ο ΣΥΡΙΖΑ των προγραμματικών του θέσεων και το Podemos.. Αυτή είναι η ιστορική πρόκληση για την Αριστερά στην Ελλάδα – αδύναμο κρίκο της ευρωπαϊκής κρίσης, που πρέπει να μείνει ζωντανή και να συνεχίσει να βαθαίνει.
Οι τρέχουσες δραματικές πολιτικές εξελίξεις συγκροτούν μια ιστορικά κρίσιμη στιγμή με δύο όψεις.
Αν δεν κατισχύσει η καταστροφική πορεία της μνημονιακής μετάλλαξης του ΣΥΡΙΖΑ με ανυπολόγιστες συνέπειες στο μαζικό, κοινωνικό κίνημα που καλείται πλέον να αντιμετωπίσει το τρίτο μνημόνιο, τότε το πολιτικό πείραμα της μαζικής ριζοσπαστικής Αριστεράς θα ενισχυθεί και η σχέση του με τον κόσμο της εργασίας και τα κατώτερα κοινωνικά τμήματα θα βαθύνει.
Οι δυνάμεις που σήμερα αντιδρούν μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ δεν υπεκφεύγουν της αυτοκριτικής. Είναι εξάλλου αυτονόητο. Δεν καταφέραμε παρά τις όποιες προσπάθειές μας να αποτρέψουμε την τραγική εξέλιξη. Εντούτοις ακόμη πιο σπάνιο και ιστορικά πρωτότυπο από την εξέλιξη αυτή της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ είναι η άμεση αντίδραση του αριστερού του πυρήνα. Που δεν διστάζει ούτε για μια στιγμή απέναντι στην έλξη της κυβερνητικής δύναμης και εξουσίας, χωρίς αριστερό και ριζοσπαστικό περιεχόμενο, να πει ένα μεγάλο ΟΧΙ. Να συμπαραταχθεί με την λαϊκή φωνή του ΟΧΙ.
Αξίζει τον κόπο να δώσουμε όλες μας τις δυνάμεις για να υπερασπίσουμε την ιστορική εμπειρία, της πολλυσυλεκτικής συμπαράταξης των ρευμάτων της Αριστεράς, της εμπειρίας του ΣΥΡΙΖΑ, και σήμερα ακόμη ευρύτερα, για να μετατρέψουμε την διαφαινόμενη ήττα σε μια πρόβα νίκης!
Ο ομιλητής Γ. Σαπουνάς, μέλος της Κεντρικής Επτροπής του ΣΥΡΙΖΑ, εξέθεσε, μεταξύ άλλων, την αριστερή διαφωνία με την επιλογή της μνημονιακής μετάλλαξης του κόμματος και της κυβέρνησης, σημεία από την εναλλακτική αριστερή πρόταση καθώς και την αποφασιστικότητα για την συνέχιση του αντιμνημονιακού αγώνα, μαζί με το κοινωνικό ρεύμα του ΟΧΙ. Τόνισε την ανάγκη για την πολιτική έκφρασή του και για την υπεράσπιση της ιστορίας, των κατακτήσεων, των αρχών και των ιδεών της μαζικής ριζοσπαστικής Αριστεράς. Στην συζήτηση που ακολούθησε αναδείχτηκε η απογοήτευση από την τροπή και την εξέλιξη των κυβερνητικών επιλογών αλλά και η αναζήτηση άμεσων εναλλακτικών διεξόδων για τη συνέχιση του αγώνα ώστε να μην ηττηθεί το κοινωνικό ρεύμα του ΟΧΙ και ο στόχος για την ρήξη και την ανατροπή του νεοφιλελεύθερου «μονόδρομου» απ’ τα κάτω και απ’ τ’ αριστερά.
Ακολουθεί η εισηγητική ομιλία.
Η υπογραφή του τρίτου μνημονίου από την κυβέρνηση Α. Τσίπρα έχει προκαλέσει ένα πραγματικό σοκ στην κοινωνία και ιδιαίτερα στο τμήμα αυτό που τον στήριξε στην κατάκτηση της κυβερνητικής εξουσίας. Μέσα στο κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ η εξέλιξη αυτή έχει προκαλέσει έντονη αντιπαράθεση. Πλήθος μελών και στελεχών του κόμματος δεν αποδέχονται την μνημονιακή μετάλλαξη του κόμματος της ριζοσπαστικής Αριστεράς, την εγκατάλειψη των ιδεών, αξιών και προγραμματικών θέσεών του. Την εγκατάλειψη του γενναίου, ριζοσπαστικού, πλειοψηφικού κοινωνικού ρεύματος που εκφράστηκε με το ΟΧΙ στο δημοψήφισμα.
Η αριστερή κυβέρνηση υπογράφοντας μνημόνιο χάνει την ταυτότητά της και μετατρέπεται έτσι σε «αριστερή παρένθεση».
Η Αριστερά δεν είναι διαχειριστική πολιτική δύναμη του συστήματος. Δεν εναλλάσσεται τακτικά στην κυβερνητική εξουσία.
Είναι δύναμη ανατροπής προς όφελος της εργασίας και της κοινωνικής πλειοψηφίας και σε βάρος του ντόπιου κεφαλαίου και της ιμπεριαλιστικής επιβολής των ευρωπαϊκών και διεθνών αστικών κέντρων.
Ο ΣΥΡΙΖΑ γεννήθηκε μέσα από τις στάχτες των, ηττημένων στα μάτια της κοινωνίας, ρευμάτων της Αριστεράς, εκκινώντας μια διαδικασία ενότητας και αναγέννησης της μαζικής, ριζοσπαστικής και αντικαπιταλιστικής Αριστεράς.
Διεκδικώντας ξανά την Αριστερά ως αντισυστημική δύναμη και χώρο ιδεών, αξιών, θεωρίας και πράξης με σοσιαλιστική στρατηγική – σε αντίθεση με τη νεοφιλελεύθερη σοσιαλδημοκρατία που ενσωματωμένη στο σύστημα εμφανίζεται ως η δήθεν κοινωνικά ευαίσθητη πλευρά του.
Υπήρξε τέκνο της κοινωνικής ανάγκης και του κινήματος ενάντια στην καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση που αμφισβήτησε το «τέλος της Ιστορίας» και το νεοφιλελεύθερο ΤΙΝΑ (Δεν Υπάρχει Εναλλακτική Λύση).
Όταν ξέσπασε η καπιταλιστική κρίση που πήρε στην Ευρώπη τη μορφή της κρίσης χρέους και «χτύπησε» τη Ελλάδα με σφοδρή λιτότητα και μνημόνια, τα παλιό πολιτικό σύστημα του δικομματισμού (ΠΑΣΟΚ – ΝΔ) εξευτελιζόμενο στα μάτια της κοινωνίας συγκυβέρνησε εγκαταλείποντας τα προσχήματα και τις δήθεν διαφορές.
Ο ΣΥΡΙΖΑ επέδειξε την ταξική και πολιτική ευθυκρισία και την τόλμη να αναλάβει την πολιτική έκφραση των σπουδαίων εργατικών και λαϊκών κινημάτων του ’10 - ‘11και να προτείνει διέξοδο στην βάση ενός ριζοσπαστικού πλαισίου: Όχι στο μνημόνιο και στην λιτότητα, όχι στο νεοφιλελεύθερο μονόδρομο, καμία θυσία για το Ευρώ, κυβέρνηση της Αριστεράς.
Είναι σήμερα θλιβερό να βλέπουμε τα συστημικά κέντρα (εσωτερικού – εξωτερικού) να υμνούν τον Α. Τσίπρα για την μνημονιακή μετάλλαξή του και να τον συμβουλεύουν πώς να απαλλαγεί από τα «αριστερά βαρίδια» του κόμματος.
Δεν υπάρχει κανένα περιθώριο «αριστερής διαχείρισης» του μνημονίου.
Το μνημόνιο υπάρχει ακριβώς για να κυβερνά στην θέση της εκλεγμένης κυβέρνησης. Η προσέγγιση ότι η κυβέρνηση υλοποιεί τις μνημονιακές, νεοφιλελεύθερες επιλογές λιτότητας παρά την θέλησή της συνιστά πρόκληση προς την κοινωνία.
Το τρίτο μνημόνιο προστίθεται στα προηγούμενα με ακόμη πιο ασφυκτική επιτήρηση.
Δεν υπήρξε μέσα από την διαπραγμάτευση, καμιά «ανάδειξη» του αντιδημοκρατικού χαρακτήρα της ΟΝΕ / ΕΕ και πολύ περισσότερο καμιά «αριστερή» ρωγμή.
Ο αντιδημοκρατικός χαρακτήρας της ΟΝΕ/ΕΕ εμφανίζεται απροκάλυπτα στα μάτια των ευρωπαϊκών λαών και οι ρωγμές της είναι αποτέλεσμα της βαθιάς, υπαρξιακής της κρίσης, μέσα από τις οποίες αναβλύζει βαρβαρότητα.
Η κυβερνητική στρατηγική της δήθεν εκμετάλλευσης των διαφορών μεταξύ ΗΠΑ και Γερμανίας ή ακόμη Γαλλίας και Γερμανίας μοιάζει πια σαν ένα κακόγουστο αστείο και η αναγόρευση του χθεσινού Ολαντρέου σε σημερινή προοδευτική εκδοχή της Ευρώπης τραγική αυτοαναίρεση.
Ακόμη όμως πιο τραγική αποδείχτηκε η «σύλληψη» της προσέγγισης της εγχώριας άρχουσας τάξης και των πολιτικών της εκπροσωπήσεων για την δημιουργία δήθεν εθνικής συμμαχίας απέναντι στους δανειστές, η οποία εκφράστηκε κατ’ αρχάς με την επιλογή της συγκυβέρνησης με τους ΑΝΕΛ, με την επιλογή του Παυλόπουλου για πρόεδρο της Δημοκρατίας, κυρίως όμως με την προσέγγιση των επιχειρηματικών κύκλων, του ΣΕΒ, των τραπεζιτών κλπ
Το μέγεθος της αστοχίας εμφανίστηκε εμφατικά στο ίδιο το δημοψήφισμα, στο μέτωπο του ΝΑΙ.
Το μνημόνιο αποτελεί σήμερα το μέσο της επιβολής της λιτότητας. Η λιτότητα εντούτοις αποτελεί διαχρονικά στον καπιταλισμό την στρατηγική της εξόδου από την κρίση. Απαντά με σαφή ταξική μεροληψία υπέρ του μεγάλου κεφαλαίου στο ερώτημα «ποιος πληρώνει την κρίση» με την υποτίμηση της εργασίας και γενικότερα με την «δημιουργική καταστροφή» παραγωγικών δυνάμεων. Αποκορύφωμα αυτής της διαδικασίας είναι ο πόλεμος. Τα μνημόνια της λιτότητας είναι ένας ταξικός πόλεμος με άλλα μέσα. Η ντόπια οικονομική ολιγαρχία, η εγχώρια άρχουσα τάξη ωφελήθηκε από αυτή την πολιτική κερδίζοντας θέσεις απέναντι στην εργασία, στην κοινωνική πλειοψηφία με τρόπο που δεν πετύχαινε για δεκαετίες. Γι αυτό και η, κερδισμένη από την κρίση, μερίδα του μεγάλου εγχώριου κεφαλαίου δεν είχε κανένα λόγο να μην συμπαραταχθεί με τις επιβολές των δανειστών.
Η κυβερνητική στρατηγική απέτυχε παταγωδώς. Απέτυχε πριν ακόμη καλά καλά ξεκινήσει. Ήδη με την συμφωνία της 20ης Φλεβάρη. Ακύρωσε το μοναδικό όπλο του λαού απέναντι σε υπέρτερους αντιπάλους, τον «πολιτικό κίνδυνο», την λαοπρόβλητη δηλαδή αριστερή κυβέρνηση που μπορούσε να απειλήσει τους δανειστές με το όπλο του GREXIT. Κάτι τέτοιο ωστόσο απαιτούσε την επιμονή στο ριζοσπαστικό πρόγραμμα της ανατροπής της λιτότητας στο εσωτερικό και την επιλογή διακοπής των πληρωμών τοκοχρεολυσίων ταυτόχρονα με την απαίτηση διαγραφής του χρέους προς τους δανειστές. Απαιτούσε την αθέτηση πληρωμών των δόσεων από την πρώτη στιγμή και όχι ασφαλώς την εξάντληση των αποθεματικών του Δημοσίου.
Η ειλικρίνεια του πρωθυπουργού ότι προσπάθησε να πείσει με επιχειρήματα (αλλά με σαφή απεμπόληση των πραγματικών όπλων) τις δεξιές και σοσιαλφιλελεύθερες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις για την εγκατάλειψη της νεοφιλελεύθερης στρατηγικής της σκληρής λιτότητας, μπορεί να προκαλεί, προσωρινά, συμπάθεια σε κοινωνικά και λαϊκά στρώματα, όμως στα αστικά κέντρα (εσωτερικού – εξωτερικού) προκάλεσε την αποφασιστικότητα να συντρίψουν τον διαφαινόμενο αριστερό κίνδυνο με το γνωστό σημερινό αποτέλεσμα.
Στην πραγματικότητα ποτέ δεν αποδείχτηκε αν ήταν εύκολο να ωθήσουν τα διευθυντήρια της, σε βαθύτατη υπαρξιακή κρίση, ευρωζώνης, την «αριστερή Ελλάδα» σε έξοδο από το Ευρώ καθώς ποτέ δεν τέθηκε σοβαρά η διακύβευση. Το «όπλο» μας έγινε «όπλο» του αντιπάλου. Αν υπήρχε έστω κάποια πιθανότητα συμβιβασμού αυτή εγκαταλείφτηκε χωρίς ίχνος τόλμης από την ίδια την κυβέρνηση.
Σήμερα ο φόβος ξαναάλλαξε στρατόπεδο και απειλεί τον λαό και την κοινωνική πλειοψηφία, φευ, εκφωνούμενος από την ίδια την «αριστερή» κυβέρνηση.
Η ίδια η επιλογή σε συνδυασμό με τη μετέπειτα διαχείριση, του δημοψηφίσματος αποτελεί μνημείο ασυνεπούς και παράλογης πολιτικής.
Το δημοψήφισμα επανενεργοποίησε, έστω την τελευταία ώρα, την αριστερή πολιτική απειλή. Για μια πορεία σύγκρουσης. Όχι βέβαια για μια ιστορική οπισθοχώρηση και ήττα χωρίς μάχη.
Ο λαός ανταποκρίθηκε με συγκλονιστικό τρόπο. Η χώρα διαιρέθηκε ταξικά και πολιτικά και τα στρατόπεδα ξεκαθάρισαν. Απ’ την μια το κεφάλαιο και η συμμαχία εγχώριων και ευρωπαϊκών αστικών, νεοφιλελεύθερων κέντρων κι απ’ την άλλη η μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία και η διεθνής συμπαράσταση. Ήταν μια βδομάδα αποκαλυπτική καθώς το μέτωπο του ΝΑΙ χρησιμοποίησε όλους τους δυνατούς εκβιασμούς, στους χώρους δουλειάς και μέσω των ΜΜΕ. Η κοινωνική πλειοψηφία δεν τρομοκρατήθηκε αλλά οργίστηκε και εκφράστηκε με το ηχηρό 62%. Τρομοκρατήθηκε όμως, δυστυχώς, η κυβέρνηση.
Λίγες ώρες μετά το αποτέλεσμα ο πρωθυπουργός ανέστησε τα «πολιτικά πτώματα» του μετώπου του ΝΑΙ. Λίγες μέρες μετά παραδόθηκε στους δανειστές. Σήμερα είναι αιχμάλωτος του παλιού, σάπιου πολιτικού συστήματος.
Όμως το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος έδειξε σε όλους την κοινωνική διαθεσιμότητα για την ανατροπή απ’ τα κάτω και απ’ τ’ αριστερά. Και παρά το σοκ των κυβερνητικών επιλογών δεν πρέπει η Αριστερά να αφήσει να εξατμιστεί αυτή η μεγάλη δύναμη.
Υπάρχει εναλλακτική λύση στο μνημονιακό, νεοφιλελεύθερο δήθεν αδιέξοδο. Είναι η ριζοσπαστική πρόταση της Αριστεράς.
Είναι η προδομένη πρόταση των συνεδριακών αποφάσεων του ΣΥΡΙΖΑ, εμπλουτισμένη από τις εμπειρίες του δραματικού αυτού 6μήνου και τα συνακόλουθα συμπεράσματα. Από τα κυβερνητικά λάθη μα και από την συγκλονιστική κοινωνική διαθεσιμότητα και αποφασιστικότητα.
Το τμήμα του ΣΥΡΙΖΑ που αρνείται να υποταχθεί στην ήττα και την μνημονιακή μετάλλαξη, τμήμα σημαντικό στο πεδίο της κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης μα πολύ ευρύτερο στο κόμμα και ακόμη περισσότερο μαζί με την ευρύτερη ριζοσπαστική Αριστερά μέσα στην κοινωνική δυναμική του ΟΧΙ, αναλαμβάνει την ευθύνη να δηλώσει με λόγια και έργα πως «το ΟΧΙ δεν ηττήθηκε, συνεχίζουμε…»
Εντούτοις χρειάζεται να αποφύγουμε τις συστημικές παγίδες και τα «στημένα» δίπολα: Ευρώπη ή εθνική αναδίπλωση, κόμμα ή λόμπυ της δραχμής κ.α.
Το πραγματικό δίλλημα είναι : λιτότητα ή αναδιανομή, πρόγραμμα του κεφαλαίου ή πρόγραμμα της εργασίας, κόμμα του νεοφιλελευθερισμού και του ΤΙΝΑ ή κόμμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς και της σοσιαλιστικής προοπτικής.
Τίθεται σήμερα το ερώτημα ποιό είναι το λεπτομερές «σχέδιο Β». Αποκρύπτοντας πως δεν υπάρχει κανένα πραγματικό «σχέδιο Α» εκτός από την διαρκή λιτότητα. Τα ίδια τα μνημόνια αναπροσαρμόζονται διαρκώς χωρίς κανείς να γνωρίζει τι θα γίνει σε λίγους μήνες. Ας θυμηθούμε την παραδοχή του ίδιου του ΔΝΤ για τους λάθος πολλαπλασιαστές. Το ίδιο ακριβώς θα συμβεί και με το τρίτο μνημόνιο.
Επιχειρείται σήμερα να εγκλωβιστεί η συζήτηση αποκλειστικά με επίκεντρο την «ανάπτυξη». Αποκρύπτοντας πως μαζί με την αναγκαία και ζητούμενη ανάπτυξη υπάρχει και το ζήτημα της διανομής. Γιατί το ΑΕΠ στα χρόνια των μνημονίων μίκρυνε αλλά η διανομή έγινε ακόμη πιο λεόντια για το κεφάλαιο. Έτσι η επιστροφή στην μεγέθυνση του ΑΕΠ δεν απαντά «αυτόματα» στις ανάγκες της κοινωνικής πλειοψηφίας καθώς κάλλιστα αυτή μπορεί να έρθει χωρίς ν’ αλλάξει τίποτα από την καταστροφή που πραγματοποιήθηκε σε βάρος των δικαιωμάτων του κόσμου της εργασίας και της κοινωνικής πλειοψηφίας.
Το εναλλακτικό σχέδιο διαφέρει ακριβώς στο σημείο της άμεσης ανατροπής της λιτότητας και της νεοφιλελεύθερης στρατηγικής και δίνει αυτό το περιεχόμενο στην ενδεχόμενη επιλογή της εξόδου από την ευρωζώνη.
Είναι ένα σχέδιο σύγκρουσης με τα ντόπια αστικά επιτελεία και τα ευρωπαϊκά και διεθνή ιμπεριαλιστικά κέντρα. Έχει ως εκ τούτου δύο αλληλένδετες πτυχές. Απ’ την μια βρίσκονται οι πολιτικές επιλογές και ο οικονομικός σχεδιασμός και απ’ την άλλη βρίσκεται η κοινωνική συμμετοχή σε όλη την κλίμακα του σχεδίου. Είναι δηλαδή το σχέδιο που αντιστοιχεί το μέτωπο του ΟΧΙ απέναντι στο μέτωπο του ΝΑΙ όπως ακριβώς καταγράφηκε στο δημοψήφισμα.
Οι βασικοί του άξονες είναι:
Παύση πληρωμών προς τους δανειστές, διαγραφή χρέους, εθνικοποίηση – κοινωνικοποίηση των τραπεζών και στρατηγικών τομέων της παραγωγής και της οικονομίας, φορολογικό «μνημόνιο» για το μεγάλο κεφάλαιο, διεύρυνση της δημοκρατίας με θεσμούς κοινωνικής συμμετοχής και εργατικού ελέγχου.
Το ζήτημα της κοινωνικής συμμετοχής είναι κρίσιμο καθώς χωρίς αυτό η ενδεχόμενη αποχώρηση από την ευρωζώνη δεν αποκτά αριστερό, ταξικό πρόσημο. Η διεύρυνση της δημοκρατίας στοχεύει σε βάθος, στην δημοκρατία στην ίδια την παραγωγή και την οικονομία. Καθιστά υπευθύνους για την ανάδειξη των αναγκών και του σχεδιασμού, τους ίδιους τους εργαζόμενους και τους παραγωγούς. Ποιος άλλος εκτός από του εργαζόμενους στα νοσοκομεία (όχι τους βιομήχανους και τους μάνατζερ της Υγείας) είναι ο καταλληλότερος για να μιλήσει για την Υγεία για όλους; Ποιος άλλος από τους εκπαιδευτικούς (όχι τους ιδιοκτήτες της βιομηχανίας της εκπαίδευσης) για την Παιδεία για όλος; Ποιος άλλος από τους αγρότες (όχι τους βιομήχανους της αγροτικής παραγωγής) για την προσέγγιση του στόχου της διατροφικής επάρκειας; Ποιος άλλος από ένα νέο, πραγματικά δημοκρατικό και ουσιαστικά Δημόσιο μπορεί να γίνει ο μοχλός για την γρήγορη ανάσχεση της ανεργίας;
Έτσι τα συγκριτικά πλεονεκτήματα μιας ενδεχόμενης επιλογής εθνικού νομίσματος μπορούν να γίνουν κοινωνικά πλεονεκτήματα και όχι νέα υπερκέρδη για τους μεγαλοκαπιταλιστές των τομέων αιχμής της εγχώριας παραγωγής (ενέργεια, πετρελαιοειδή, χημικά, φάρμακα, μέταλλα, ναυτιλία, τεχνολογία, τουρισμός κ.α.)
Κρίσιμο ρόλο θα παίξουν εναλλακτικές μορφές «κοινωνικής οικονομίας», συνεργατικές και συνεταιριστικές μορφές. Με άμεση αξιοποίηση, απ’ τα κάτω και απ’ τα πάνω, της «αργούσας περιουσίας», γαίες εύφορες κατασχεμένες από τράπεζες που μπορούν να καλλιεργηθούν, μέσα παραγωγής, εργοστάσια εγκαταλειμμένα από τους ιδιοκτήτες τους – κατά το παράδειγμα της ΒΟΙΜΕ και πλήθος άλλων εφαρμογών που θα ξεπηδήσουν σε μια νέα, δημιουργική «Άνοιξη» που θα μειώσει ταχύρυθμα την ανεργία.
Η σκληρή φορολογία προς το μεγάλο κεφάλαιο, η νομοθέτηση μέτρων προστασίας της εργασίας, οι εθνικοποιήσεις - κοινωνικοποιήσεις θα λειτουργήσουν ως πλαίσιο για την μετάβαση.
Προφανώς η προσαρμογή θα έχει δυσκολίες. Ωστόσο το κοινωνικό κίνητρο είναι μεγάλο και το δημοψήφισμα υπήρξε ένα μόνο δείγμα γιατί η Αριστερά δεν επιτρέπεται να υποτιμά την κοινωνική αποφασιστικότητα και τόλμη που συχνά ξεπερνά τα πολιτικά υποκείμενα. Η απελευθέρωση είναι το μεγαλύτερο κίνητρο. Απελευθέρωση από την φτώχεια, την ανεργία, τον κοινωνικό αποκλεισμό, την υποτέλεια….
Όχι λοιπόν το σχέδιο της εθνικής αναδίπλωσης και το «λόμπυ της δραχμής» αλλά το σχέδιο της Αριστεράς και το «λόμπυ» της εργασίας και των φτωχών. Ένα σχέδιο παραγωγής υποδείγματος που στοχεύει με εξωστρέφεια, όχι να πείσει τις νεοφιλελεύθερες κυβερνήσεις αλλά να ανταποκριθεί ως νέο υπόδειγμα στις ώριμες ανάγκες των ευρωπαϊκών λαών και της Αριστεράς. Που έδειξαν τα πρώτα δείγματα της αντίδρασής τους με το πρωτοφανές εδώ και δεκαετίες, κίνημα ευρωπαϊκής και διεθνούς συμπαράστασης. Για να ανέβουν τα ποσοστά της Αριστεράς και να φυτρώσουν παντού κινήματα και πολιτικές εκφράσεις όπως ο ΣΥΡΙΖΑ των προγραμματικών του θέσεων και το Podemos.. Αυτή είναι η ιστορική πρόκληση για την Αριστερά στην Ελλάδα – αδύναμο κρίκο της ευρωπαϊκής κρίσης, που πρέπει να μείνει ζωντανή και να συνεχίσει να βαθαίνει.
Οι τρέχουσες δραματικές πολιτικές εξελίξεις συγκροτούν μια ιστορικά κρίσιμη στιγμή με δύο όψεις.
Αν δεν κατισχύσει η καταστροφική πορεία της μνημονιακής μετάλλαξης του ΣΥΡΙΖΑ με ανυπολόγιστες συνέπειες στο μαζικό, κοινωνικό κίνημα που καλείται πλέον να αντιμετωπίσει το τρίτο μνημόνιο, τότε το πολιτικό πείραμα της μαζικής ριζοσπαστικής Αριστεράς θα ενισχυθεί και η σχέση του με τον κόσμο της εργασίας και τα κατώτερα κοινωνικά τμήματα θα βαθύνει.
Οι δυνάμεις που σήμερα αντιδρούν μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ δεν υπεκφεύγουν της αυτοκριτικής. Είναι εξάλλου αυτονόητο. Δεν καταφέραμε παρά τις όποιες προσπάθειές μας να αποτρέψουμε την τραγική εξέλιξη. Εντούτοις ακόμη πιο σπάνιο και ιστορικά πρωτότυπο από την εξέλιξη αυτή της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ είναι η άμεση αντίδραση του αριστερού του πυρήνα. Που δεν διστάζει ούτε για μια στιγμή απέναντι στην έλξη της κυβερνητικής δύναμης και εξουσίας, χωρίς αριστερό και ριζοσπαστικό περιεχόμενο, να πει ένα μεγάλο ΟΧΙ. Να συμπαραταχθεί με την λαϊκή φωνή του ΟΧΙ.
Αξίζει τον κόπο να δώσουμε όλες μας τις δυνάμεις για να υπερασπίσουμε την ιστορική εμπειρία, της πολλυσυλεκτικής συμπαράταξης των ρευμάτων της Αριστεράς, της εμπειρίας του ΣΥΡΙΖΑ, και σήμερα ακόμη ευρύτερα, για να μετατρέψουμε την διαφαινόμενη ήττα σε μια πρόβα νίκης!