Εκεί όπου καίνε βιβλία, μία μέρα θα καίνε και ανθρώπους" είχε πει ο Χάινριχ Χάινε, μα κανείς δεν τον άκουσε. Κάποτε έκαιγαν βιβλία, τώρα καίνε τα μυαλά. Δεν χρειάζονται πια οι πυρές, αρκούν οι εξορκιστές των «οκτώ».
Απεταξάμην την απεργία; Απεταξάμην.
Απεταξάμην τη "βία"; Απεταξάμην.
Απεταξάμην τη δραχμή; Απεταξάμην.
Κάποτε έκαιγαν βιβλία, τώρα καίνε τον δάσκαλο, τον φαρμακοποιό, τον μεταλλεργάτη, τον εργαζόμενο του μετρό. Τώρα καίνε το τρακτέρ του αγρότη, τον καταπέλτη του πλοίου και το χειρόφρενο του φορτηγατζή.
Κάποτε τάιζαν την πυρά με βλάσφημους στίχους και επικίνδυνες σκέψεις, τώρα ταΐζουν τη φωτιά με τεμπέληδες, επίορκους και κοπανατζήδες με φύλλα πορείας για προσάναμμα.
Αφού κάψαμε τα βιβλία καιρός να κάψουμε και τους ανθρώπους. Στα κρεματόρια του κοινωνικού αυτοματισμού. Στην πυρά της ανταγωνιστικότητας. Οι ιεροεξεταστές να φουρνίζουν κάθε βράδυ και πάνω από την οθόνη να υψώνεται η καμινάδα της υπευθυνότητας. Ανθρώπινη αιθάλη μυρίζει το σαλόνι μας από πυρπολημένες ασεβείς μειοψηφίες. Κάποτε έκαιγαν το μέσον, τώρα βάζουν το μέσον να σου κάψει το μυαλό. Κάποτε επικίνδυνος αναγνώστης, σήμερα φρόνιμος τηλεθεατής.
Να περάσει η επόμενη μειοψηφία... κι ευλαβικά να μπει στο θυσιαστήριο. Κι όλο να μικραίνει η πλειοψηφία, κι όλο να σώνεται. Σήκω τώρα. Ήρθε η σειρά σου. Απόψε θα σε δείξει η τηλεόραση.
«Λέω να φτιάξουμε παράνομο σταθμό
Να διαδώσουμε σ αυτούς
Τους γκαντεμιάρικους καιρούς
Να μη σκοτώνουνε τους διαφορετικούς»
Νικόλας Άσιμος