Του Γιάννη Ανδρουλιδάκη*
Ο δικομματισμός στην Ελλάδα καλά κρατεί από την εποχή του Χ. Τρικούπη και του Θ. Δηλιγιάννη, δηλαδή λίγο μετά το 1880. Από τότε ελάχιστες φορές έχει αμφισβητηθεί η κυριαρχία του στην πολιτική σκηνή. Μία από αυτές ήταν το 1958, όταν η Ε.Δ.Α. αναδείχτηκε δεύτερη δύναμη με ποσοστό 24,42% και εξέλεξε, αν θυμάμαι καλά, 79 βουλευτές. Στις πρόσφατες εκλογές του Ιανουαρίου υπήρχε μια δεύτερη ευκαιρία με τη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ να δεχτεί ένα μεγάλο πλήγμα, αν η υπό τον Αλέξη Τσίπρα κλειστή κυβερνητική ομάδα δεν αποφάσιζε αλλαγή πλεύσης. Έτσι σχηματίστηκε πια ο νέος δικομματισμός, ο οποίος έχει όλα τα χαρακτηριστικά των προηγούμενων, δηλαδή πολιτικές διαφορές σε δευτερεύουσας σημασίας ζητήματα, αλληλοκαταγγελίες για το θεαθήναι, αγώνας για τη νομή της εξουσίας κ.α. Στα ουσιαστικά, όμως, ζητήματα, όπως π.χ. η ψήφιση και η εφαρμογή της τελευταίας συμφωνίας, υπάρχει απόλυτη ταύτιση παρά τους εκατέρωθεν λεκτικούς υπαινιγμούς, αφού και δύο υπόσχονται ότι θα μας πάνε μπροστά με όχημα το 3ο μνημόνιο. Το τελευταίο μάλιστα διάστημα μεθοδεύεται και προξενιό ανάμεσα στους δύο πόλους από εγχώριο και ευρωπαϊκό κατεστημένο.
Δεν ξέρω ποια κατάληξη θα έχει το συνοικέσιο, αλλά είναι αλήθεια ότι και τα δύο κόμματα μιλάνε για συνεργασία. Η μεν Ν.Δ ξεκάθαρα ακόμη και με το ΣΥΡΙΖΑ, ενώ ο τελευταίος αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο συμμαχιών με τα υπόλοιπα τμήματα του μνημονιακού τόξου, δηλαδή το ΠΑΣΟΚ, το ΠΟΤΑΜΙ και βέβαια τους ΑΝΕΛ. Ποιοι θα συνεργαστούν με ποιους τελικά θα το δούμε μετά την 20η Σεπτεμβρίου και θα είναι συνάρτηση πολλών παραγόντων. Γιατί, όμως, γίνεται τέτοια προσπάθεια από τώρα; Γιατί μπορεί να καταλήξουν σε ένα γάμο το παλιό και το νέο που υποτίθεται ότι εκπροσωπεί η Ν.Δ. και ο ΣΥΡΙΖΑ αντιστοίχως; Τα δύο κόμματα και οι ευρωπαίοι αξιωματούχοι ξέρουν καλά ότι οι επόμενοι μήνες θα είναι δύσκολοι, γιατί θα πρέπει να ψηφιστούν πολύ σκληροί εφαρμοστικοί νόμοι οι οποίοι προβλέπονται στο μνημόνιο. Αυτούς δεν μπορεί να τους περάσει ένα μόνο κόμμα, αλλά και δε θέλει να τους χρεωθεί ένας μόνο πολιτικός αρχηγός. Αν υπάρχουν ελπίδες να εφαρμοστούν τα μέτρα , αυτό είναι πιθανόν να γίνει μόνο από ένα μεγάλο συνασπισμό των δυο μεγαλύτερων σε ποσοστά κομμάτων. Έτσι θα εκπληρωθεί και ο στόχος ευρωπαίων παραγόντων για εκγερμανισμό της πολιτικής ζωής της χώρας, αφού θα συγκυβερνούν ο ΣΥΡΙΖΑ και η ΝΔ. στο πρότυπο της συγκυβέρνησης CDU και SPD. Αν αυτό δεν είναι εφικτό, τότε θα αναζητηθεί λύση από την πηγή των δορυφόρων του δικομματισμού.
Γιατί στο νέο πολιτικό τοπίο υπάρχουν και τα μικρότερα κόμματα τα οποία όχι μόνο δεν αμφισβητούν ουσιαστικά το δικομματισμό, αλλά τον στηρίζουν και μάλιστα ανταγωνίζονται ποιος θα είναι ο επόμενος κυβερνητικός εταίρος. Έτσι βλέπουμε να διαφημίζουν την πολιτική τους προίκα για να γίνουν πιο ελκυστικά. ΤΟ ΠΟΤΑΜΙ μας προειδοποιεί ότι αρκετά τους πληρώσαμε και επιχειρεί να εμφανιστεί ως ο εγγυητής του εκσυγχρονισμού της χώρας, ενώ το για μια ακόμη φορά μεταμφιεσμένο ΠΑΣΟΚ έχοντας ως συνεταίρο τμήμα της ΔΗΜΑΡ υπό τον τίτλο της ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗΣ ΣΥΜΠΑΡΑΤΑΞΗΣ. επιχειρεί να μας πείσει ότι δεν έχει παρελθόν, ότι προήλθε από παρθενογένεση και με ατού το επώνυμο της αρχηγού εμφανίζεται ως η κρίσιμη, χρήσιμη και ευρωπαϊκή δύναμη η οποία προσφέρει λύση τετραετίας. Τέλος οι ΑΝΕΛ θυμίζουν την κυβερνητική τους θητεία και υπόσχονται στο μικρό Αλέξη ότι θα τον μάθουν να γράφει και με το δεξί. Κοινό τους χαρακτηριστικό η δέσμευση για την εφαρμογή του μνημονίου την επόμενη μέρα.
Όπως φαίνεται το μνημονιακό- δικομματικό τόξο και οι δορυφόροι του συγκεντρώνουν ένα μεγάλο μέρος των πολιτικών δυνάμεων. Θα καταφέρουν, άραγε, με τη βοήθεια των συστημικών ΜΜΕ, με την τρομοκρατία του ευρώ, τη διαστρέβλωση και τη λασπολογία να πείσουν ότι τα μνημόνια αποτελούν μονόδρομο για τη χώρα και να κλέψουν ξανά με ψεύτικες υποσχέσεις την ψήφο των πολιτών; Το σίγουρο είναι ότι αυτήν την ώρα μόνον ο λαϊκός παράγοντας, αυτή η κρίσιμη και καταλυτική δύναμη, στηριζόμενος στα μεγάλα ΟΧΙ της ιστορικής του πορείας και στο τελευταίο μεγαλειώδες του δημοψηφίσματος μπορεί να βρεθεί απέναντι τους, να ορθώσει το ανάστημα του, να δώσει δύναμη με την ψήφο του στις συνεπείς αντιμνημονιακές δυνάμεις που συγκροτούν το μέτωπο της ΛΑΕ και να χαλάσει τα σχέδια τους ανοίγοντας ένα δύσκολο, αναμφισβήτητα, δρόμο, αλλά μια διέξοδο ελπίδας για την καθημαγμένη χώρα , για την προδομένη και πολλαπλώς ταπεινωμένη ετούτη πατρίδα.
* εκπαιδευτικός στο 6Ο Λύκειο Καλαμάτας
Ο δικομματισμός στην Ελλάδα καλά κρατεί από την εποχή του Χ. Τρικούπη και του Θ. Δηλιγιάννη, δηλαδή λίγο μετά το 1880. Από τότε ελάχιστες φορές έχει αμφισβητηθεί η κυριαρχία του στην πολιτική σκηνή. Μία από αυτές ήταν το 1958, όταν η Ε.Δ.Α. αναδείχτηκε δεύτερη δύναμη με ποσοστό 24,42% και εξέλεξε, αν θυμάμαι καλά, 79 βουλευτές. Στις πρόσφατες εκλογές του Ιανουαρίου υπήρχε μια δεύτερη ευκαιρία με τη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ να δεχτεί ένα μεγάλο πλήγμα, αν η υπό τον Αλέξη Τσίπρα κλειστή κυβερνητική ομάδα δεν αποφάσιζε αλλαγή πλεύσης. Έτσι σχηματίστηκε πια ο νέος δικομματισμός, ο οποίος έχει όλα τα χαρακτηριστικά των προηγούμενων, δηλαδή πολιτικές διαφορές σε δευτερεύουσας σημασίας ζητήματα, αλληλοκαταγγελίες για το θεαθήναι, αγώνας για τη νομή της εξουσίας κ.α. Στα ουσιαστικά, όμως, ζητήματα, όπως π.χ. η ψήφιση και η εφαρμογή της τελευταίας συμφωνίας, υπάρχει απόλυτη ταύτιση παρά τους εκατέρωθεν λεκτικούς υπαινιγμούς, αφού και δύο υπόσχονται ότι θα μας πάνε μπροστά με όχημα το 3ο μνημόνιο. Το τελευταίο μάλιστα διάστημα μεθοδεύεται και προξενιό ανάμεσα στους δύο πόλους από εγχώριο και ευρωπαϊκό κατεστημένο.
Δεν ξέρω ποια κατάληξη θα έχει το συνοικέσιο, αλλά είναι αλήθεια ότι και τα δύο κόμματα μιλάνε για συνεργασία. Η μεν Ν.Δ ξεκάθαρα ακόμη και με το ΣΥΡΙΖΑ, ενώ ο τελευταίος αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο συμμαχιών με τα υπόλοιπα τμήματα του μνημονιακού τόξου, δηλαδή το ΠΑΣΟΚ, το ΠΟΤΑΜΙ και βέβαια τους ΑΝΕΛ. Ποιοι θα συνεργαστούν με ποιους τελικά θα το δούμε μετά την 20η Σεπτεμβρίου και θα είναι συνάρτηση πολλών παραγόντων. Γιατί, όμως, γίνεται τέτοια προσπάθεια από τώρα; Γιατί μπορεί να καταλήξουν σε ένα γάμο το παλιό και το νέο που υποτίθεται ότι εκπροσωπεί η Ν.Δ. και ο ΣΥΡΙΖΑ αντιστοίχως; Τα δύο κόμματα και οι ευρωπαίοι αξιωματούχοι ξέρουν καλά ότι οι επόμενοι μήνες θα είναι δύσκολοι, γιατί θα πρέπει να ψηφιστούν πολύ σκληροί εφαρμοστικοί νόμοι οι οποίοι προβλέπονται στο μνημόνιο. Αυτούς δεν μπορεί να τους περάσει ένα μόνο κόμμα, αλλά και δε θέλει να τους χρεωθεί ένας μόνο πολιτικός αρχηγός. Αν υπάρχουν ελπίδες να εφαρμοστούν τα μέτρα , αυτό είναι πιθανόν να γίνει μόνο από ένα μεγάλο συνασπισμό των δυο μεγαλύτερων σε ποσοστά κομμάτων. Έτσι θα εκπληρωθεί και ο στόχος ευρωπαίων παραγόντων για εκγερμανισμό της πολιτικής ζωής της χώρας, αφού θα συγκυβερνούν ο ΣΥΡΙΖΑ και η ΝΔ. στο πρότυπο της συγκυβέρνησης CDU και SPD. Αν αυτό δεν είναι εφικτό, τότε θα αναζητηθεί λύση από την πηγή των δορυφόρων του δικομματισμού.
Γιατί στο νέο πολιτικό τοπίο υπάρχουν και τα μικρότερα κόμματα τα οποία όχι μόνο δεν αμφισβητούν ουσιαστικά το δικομματισμό, αλλά τον στηρίζουν και μάλιστα ανταγωνίζονται ποιος θα είναι ο επόμενος κυβερνητικός εταίρος. Έτσι βλέπουμε να διαφημίζουν την πολιτική τους προίκα για να γίνουν πιο ελκυστικά. ΤΟ ΠΟΤΑΜΙ μας προειδοποιεί ότι αρκετά τους πληρώσαμε και επιχειρεί να εμφανιστεί ως ο εγγυητής του εκσυγχρονισμού της χώρας, ενώ το για μια ακόμη φορά μεταμφιεσμένο ΠΑΣΟΚ έχοντας ως συνεταίρο τμήμα της ΔΗΜΑΡ υπό τον τίτλο της ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗΣ ΣΥΜΠΑΡΑΤΑΞΗΣ. επιχειρεί να μας πείσει ότι δεν έχει παρελθόν, ότι προήλθε από παρθενογένεση και με ατού το επώνυμο της αρχηγού εμφανίζεται ως η κρίσιμη, χρήσιμη και ευρωπαϊκή δύναμη η οποία προσφέρει λύση τετραετίας. Τέλος οι ΑΝΕΛ θυμίζουν την κυβερνητική τους θητεία και υπόσχονται στο μικρό Αλέξη ότι θα τον μάθουν να γράφει και με το δεξί. Κοινό τους χαρακτηριστικό η δέσμευση για την εφαρμογή του μνημονίου την επόμενη μέρα.
Όπως φαίνεται το μνημονιακό- δικομματικό τόξο και οι δορυφόροι του συγκεντρώνουν ένα μεγάλο μέρος των πολιτικών δυνάμεων. Θα καταφέρουν, άραγε, με τη βοήθεια των συστημικών ΜΜΕ, με την τρομοκρατία του ευρώ, τη διαστρέβλωση και τη λασπολογία να πείσουν ότι τα μνημόνια αποτελούν μονόδρομο για τη χώρα και να κλέψουν ξανά με ψεύτικες υποσχέσεις την ψήφο των πολιτών; Το σίγουρο είναι ότι αυτήν την ώρα μόνον ο λαϊκός παράγοντας, αυτή η κρίσιμη και καταλυτική δύναμη, στηριζόμενος στα μεγάλα ΟΧΙ της ιστορικής του πορείας και στο τελευταίο μεγαλειώδες του δημοψηφίσματος μπορεί να βρεθεί απέναντι τους, να ορθώσει το ανάστημα του, να δώσει δύναμη με την ψήφο του στις συνεπείς αντιμνημονιακές δυνάμεις που συγκροτούν το μέτωπο της ΛΑΕ και να χαλάσει τα σχέδια τους ανοίγοντας ένα δύσκολο, αναμφισβήτητα, δρόμο, αλλά μια διέξοδο ελπίδας για την καθημαγμένη χώρα , για την προδομένη και πολλαπλώς ταπεινωμένη ετούτη πατρίδα.
* εκπαιδευτικός στο 6Ο Λύκειο Καλαμάτας