Πάνος Πέτρου
Η εμφάνιση αμερικανικού αντιτορπιλικού σε διεκδικούμενα θαλάσσια ύδατα της Νότιας Σινικής Θάλασσας χωρίς να ειδοποιηθεί η κινεζική κυβέρνηση, που τα θεωρεί δικά της χωρικά ύδατα, θα μπορούσε να περάσει στα «ψιλά» ως ένα ακόμα επεισόδιο «παραβίασης» από αυτά που συμβαίνουν συχνά σε πολλές διαφιλονικούμενες περιοχές του πλανήτη.
Η ένταση που ακολούθησε, με αλληλοκατηγορίες μεταξύ Ουάσινγκτον και Πεκίνου ωστόσο, ανέδειξε πως το μικρό επεισόδιοεντάσσεται σε ένα πολύ μεγαλύτερο παιχνίδι.
Για το κινεζικό υπουργείο Εξωτερικών, η παρουσία του αντιτορπιλικού ήταν «απειλή στην κυριαρχία της Κίνας». Ο Λευκός Οίκος απάντησε υπερασπιζόμενος «την ελεύθερη εμπορική διέλευση» (για τις ΗΠΑ) στη Νότια Σινική Θάλασσα, που «είναι πρωτεύουσας σημασίας για την παγκόσμια οικονομία» (δηλαδή για την οικονομία των ΗΠΑ).
Η Κίνα το τελευταίο διάστημα έχει επιταχύνει τις επιχωματώσεις που δημιουργούν «τεχνητά νησιά», λιμάνια και μεγάλους διαδρόμους (μεταξύ τους έναν διάδρομο τριών χιλιομέτρων που ονομάζεται «κινεζικό αεροπλανοφόρο»). Πρόκειται για τμήμα της προσπάθειας του Πεκίνου να χρησιμοποιήσει ναυτικές και χερσαίες οδούς για να φέρει πιο κοντά τις γειτονικές οικονομίες, κάτι που εξυπηρετεί το στόχο να δημιουργήσει έναν περιφερειακό καταμερισμό εργασίας επικεντρωμένο στις ανάγκες της βιομηχανίας της. Ειδικά στη Νότια Σινική Θάλασσα, αυτή η δραστηριότητα δημιουργεί κι ένα τετελεσμένο κατοχύρωσης κυριαρχίας εις βάρος των Φιλιππίνων και της Μαλαισίας.
Διόλου τυχαία, το επόμενο διεθνές ταξίδι του Μπαράκ Ομπάμα, από τις 14 ως τις 22 Νοέμβρη, θα έχει ως σταθμούς... τις Φιλιππίνες και τη Μαλαισία.
Στρατιωτική περικύκλωση
Ο πρόεδρος της Μαλαισίας δήλωσε πως είναι εξαιρετική του τιμή ότι ενώ Αμερικανός πρόεδρος είχε να επισκεφτεί τη χώρα από το 1966, ο Μπαράκ Ομπάμα επισκέπτεται τη χώρα για δεύτερη φορά σε 2 χρόνια. Είναι απόδειξη του βάρους που έχει αποκτήσει ο Ειρηνικός Ωκεανός για την αμερικανική στρατηγική. Πράγματι, πέρυσι τον Απρίλη ο Ομπάμα είχε ξαναπεριοδεύσει σε όλες τις χώρες του Ειρηνικού που βρίσκονται σε διαμάχη με την Κίνα, κλείνοντας κυρίως στρατιωτικές συμφωνίες (παροχή οπλισμού, αμερικανικές βάσεις κ.λπ.), με κορυφαία την εγκατάσταση 2.500 πεζοναυτών σε βάση στην Αυστραλία.
Ήταν ένα σημαντικό βήμα στη στρατιωτική περικύκλωση της Κίνας, που θεωρείται κρίσιμη για το Πεντάγωνο καθώς το Πεκίνο τα τελευταία χρόνια έχει αναπτύξει κατακόρυφα την πολεμική του βιομηχανία. Οικονομικά έχει γίνει πλέον πανίσχυρος παίκτης, αλλά η κινεζική ηγεσία γνωρίζει πως το μεγάλο της μειονέκτημα στον ανταγωνισμό με τις ΗΠΑ είναι η στρατιωτική ισχύς, και επιχειρεί να αντιστοιχίσει την οικονομική με τη στρατιωτική της ισχύ. Αυτή την εξέλιξη θέλει να προλάβει η Ούασιγκτον, γι’ αυτό και επείγεται να ολοκληρώσει την «περικύκλωση» όσο έχει γεωπολιτικά και στρατιωτικά το πάνω χέρι.
Σε φετινή του ομιλία στο Πανεπιστήμιο του Κουίνσλαντ, ο Ομπάμα επιβεβαίωσε την προσήλωσή του στην ανάπτυξη της αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας στην περιοχή, προειδοποιώντας την Κίνα ότι οι ΗΠΑ «δεν θα ανεχθούν εκβιασμούς ή τρομοκράτηση από τις μεγάλες χώρες που τραμπουκίζουν τις μικρές» (η εμφανής ειρωνεία τού να τα λέει αυτός ο πρόεδρος του μεγαλύτερου «τραμπούκου» παγκόσμια του διέφυγε).
Οικονομικός πόλεμος
Αν αυτές είναι κινήσεις στη σκακιέρα με το βλέμμα στο μέλλον, ο οικονομικός ανταγωνισμός βρίσκεται στην κορύφωσή του. Λίγες εβδομάδες πριν, οι ΗΠΑ υπέγραψαν καταρχήν την εμπορική συμφωνία TTP. Έχει αντίστοιχες προβλέψεις με τη γνωστή σε εμάς TTIP, αλλά αφορά 11 κράτη της νοτιοανατολικής Ασίας, της Ωκεανίας και της Αμερικής, αποκλείει την Κίνα και αν καταλήξει θα ευνοεί εμφανώς τα αμερικανικά συμφέροντα.
Την ίδια στιγμή, το Πεκίνο προωθεί το αντίπαλο δέος: την Περιφερειακή Ολοκληρωμένη Οικονομική Συνεργασία στην Ασιατική Περιοχή, που περιλαμβάνει 16 μέλη και αν καταλήξει θα κυριαρχείται από την Κίνα.
Καθ’ οδόν προς αυτήν τη συμφωνία, η Κίνα προχωρά και σε επιμέρους συμφωνίες. Ανάμεσά τους ξεχωρίζει η FTA, η Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου με την Αυστραλία. Ξεχωρίζει γιατί η Κίνα επιχειρεί πρώτη φορά να «εξαγοράσει» έναν μεγάλου μεγέθους ιστορικά πιστό και βασικό οικονομικό και στρατιωτικό σύμμαχο των ΗΠΑ. Η πρόκληση απέναντι στην Ουάσινγκτον είναι μεγάλη, καθώς ο πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ δήλωσε στο αυστραλιανό κοινοβούλιο ότι η χώρα του επιζητεί περισσότερα από το εμπόριο, επιδιώκει «έναν ολοκληρωμένο στρατηγικό διάλογο».
Ο ανταγωνισμός των δύο γιγάντων βάζει σταδιακά πιέσεις και στα ισχυρά κράτη της περιοχής. Η Αυστραλία, η Ιαπωνία και η Νότια Κορέα ενισχύουν τους οικονομικούς τους δεσμούς με την Κίνα ενώ παράλληλα συμμετέχουν στην αμερικανική στρατηγική «περιορισμού» του Πεκίνου. Οι ΗΠΑ χρησιμοποιούν την ισχύ τους, αλλά δεν μπορούν να ανακόψουν την οικονομική διεισδυτικότητα της Κίνας. Από την άλλη η Κίνα δεν έχει τη δύναμη να πιέσει τους γείτονες να «αλλάξουν στρατόπεδο» γεωστρατηγικά, και περιορίζεται σε «ενοχλήσεις». Προς το παρόν οι άρχουσες τάξεις των περιφερειακών δυνάμεων δεν είναι υποχρεωμένες να διαλέξουν πλευρά. Και πιθανότατα ελπίζουν ότι δεν θα χρειαστεί να διαλέξουν. Το κατά πόσο αυτό θα είναι εφικτό στο μέλλον είναι τουλάχιστον αμφισβητούμενο.
Ο Ομπάμα είναι ο πρόεδρος που οργάνωσε το λεγόμενο «πίβοτ στην Ανατολική Ασία», μια στρατηγική που (όπως περιγράφει ο μπασκετικός όρος) θα κρατάει «ένα πόδι» στη Μέση Ανατολή αλλά θα «στρίβει όλο το σώμα» προς το μέτωπο με την Κίνα. Η Χίλαρι Κλίντον, πιθανή διάδοχός του, μίλησε για τον 21ο αιώνα ως «Ειρηνικό» (με την έννοια του Ωκεανού φυσικά κι όχι της ειρήνης).
Αυτή η στρατηγική ιεράρχηση εξηγεί την αδυναμία των ΗΠΑ να βάλουν τάξη στη Μέση Ανατολή, αφήνοντας «χώρο» τόσο στις περιφερειακές δυνάμεις (Ιράν, Σαουδική Αραβία, Τουρκία κ.ά.) να κινηθούν πιο ανεξάρτητα όσο και σε ανεξέλεγκτα φαινόμενα όπως ο συριακός εμφύλιος, η άνοδος του Ισλαμικού Κράτους, να απειλούν τη σταθερότητα. Ταυτόχρονα όμως, ισχύει και το αντίστροφο: η Μέση Ανατολή επιβεβαιώνει ξανά και ξανά ότι καμιά παγκόσμια δύναμη (που φιλοδοξεί να παίξει έναν τέτοιο ρόλο) δεν μπορεί να την αγνοήσει, μένει πάντα στο επίκεντρο των εξελίξεων. Έχουμε φτάσει στο 2015 και ο «πονοκέφαλος» της Μέσης Ανατολής δεν έχει επιτρέψει στον Ομπάμα να ολοκληρώσει το διαβόητο «πίβοτ», αφήνοντας χώρο και χρόνο στην Κίνα.
Δύναμη και αδυναμία
Είναι μια παρατήρηση με γενικότερη σημασία για την παγκόσμια «σκακιέρα». Ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός παραμένει ο ισχυρότερος –έχει παρουσία στα σύνορα της Ρωσίας, περικυκλώνει την Κίνα, έχει βάσεις γύρω από το Ιράν, οργανώνει επιχειρήσεις στην Αφρική κ.ο.κ. Αλλά καθώς έχει αδυνατίσει (από τις αποτυχίες σε Ιράκ-Αφγανιστάν, από την επιμονή της αντίστασης στην Παλαιστίνη, από την αναταραχή που έφεραν οι αραβικές εξεγέρσεις, από την οικονομική κρίση), αυτή του η «δύναμη» εξελίσσεται και στη μεγαλύτερη «αδυναμία» του: παγκόσμια είναι ισχυρότερος από τη Ρωσία, αλλά η Μόσχα μπορεί να ρίξει όλες τις της προσπάθειες στην Ανατολική Ευρώπη και να καταστεί ισχυρότερη «τοπικά». Το αντίστοιχο ισχύει στη Μέση Ανατολή (και στο Ιράν), στον Ειρηνικό Ωκεανό (και στην Κίνα) κ.λπ.
Η δυσκολία της «αυτοκρατορίας» να διαχειριστεί πολλαπλά μέτωπα που ανοίγουν λόγω της «υπερέκτασής» της θυμίζει την αρχή της παρακμής της Ρώμης...
Η εμφάνιση αμερικανικού αντιτορπιλικού σε διεκδικούμενα θαλάσσια ύδατα της Νότιας Σινικής Θάλασσας χωρίς να ειδοποιηθεί η κινεζική κυβέρνηση, που τα θεωρεί δικά της χωρικά ύδατα, θα μπορούσε να περάσει στα «ψιλά» ως ένα ακόμα επεισόδιο «παραβίασης» από αυτά που συμβαίνουν συχνά σε πολλές διαφιλονικούμενες περιοχές του πλανήτη.
Η ένταση που ακολούθησε, με αλληλοκατηγορίες μεταξύ Ουάσινγκτον και Πεκίνου ωστόσο, ανέδειξε πως το μικρό επεισόδιοεντάσσεται σε ένα πολύ μεγαλύτερο παιχνίδι.
Για το κινεζικό υπουργείο Εξωτερικών, η παρουσία του αντιτορπιλικού ήταν «απειλή στην κυριαρχία της Κίνας». Ο Λευκός Οίκος απάντησε υπερασπιζόμενος «την ελεύθερη εμπορική διέλευση» (για τις ΗΠΑ) στη Νότια Σινική Θάλασσα, που «είναι πρωτεύουσας σημασίας για την παγκόσμια οικονομία» (δηλαδή για την οικονομία των ΗΠΑ).
Η Κίνα το τελευταίο διάστημα έχει επιταχύνει τις επιχωματώσεις που δημιουργούν «τεχνητά νησιά», λιμάνια και μεγάλους διαδρόμους (μεταξύ τους έναν διάδρομο τριών χιλιομέτρων που ονομάζεται «κινεζικό αεροπλανοφόρο»). Πρόκειται για τμήμα της προσπάθειας του Πεκίνου να χρησιμοποιήσει ναυτικές και χερσαίες οδούς για να φέρει πιο κοντά τις γειτονικές οικονομίες, κάτι που εξυπηρετεί το στόχο να δημιουργήσει έναν περιφερειακό καταμερισμό εργασίας επικεντρωμένο στις ανάγκες της βιομηχανίας της. Ειδικά στη Νότια Σινική Θάλασσα, αυτή η δραστηριότητα δημιουργεί κι ένα τετελεσμένο κατοχύρωσης κυριαρχίας εις βάρος των Φιλιππίνων και της Μαλαισίας.
Διόλου τυχαία, το επόμενο διεθνές ταξίδι του Μπαράκ Ομπάμα, από τις 14 ως τις 22 Νοέμβρη, θα έχει ως σταθμούς... τις Φιλιππίνες και τη Μαλαισία.
Στρατιωτική περικύκλωση
Ο πρόεδρος της Μαλαισίας δήλωσε πως είναι εξαιρετική του τιμή ότι ενώ Αμερικανός πρόεδρος είχε να επισκεφτεί τη χώρα από το 1966, ο Μπαράκ Ομπάμα επισκέπτεται τη χώρα για δεύτερη φορά σε 2 χρόνια. Είναι απόδειξη του βάρους που έχει αποκτήσει ο Ειρηνικός Ωκεανός για την αμερικανική στρατηγική. Πράγματι, πέρυσι τον Απρίλη ο Ομπάμα είχε ξαναπεριοδεύσει σε όλες τις χώρες του Ειρηνικού που βρίσκονται σε διαμάχη με την Κίνα, κλείνοντας κυρίως στρατιωτικές συμφωνίες (παροχή οπλισμού, αμερικανικές βάσεις κ.λπ.), με κορυφαία την εγκατάσταση 2.500 πεζοναυτών σε βάση στην Αυστραλία.
Ήταν ένα σημαντικό βήμα στη στρατιωτική περικύκλωση της Κίνας, που θεωρείται κρίσιμη για το Πεντάγωνο καθώς το Πεκίνο τα τελευταία χρόνια έχει αναπτύξει κατακόρυφα την πολεμική του βιομηχανία. Οικονομικά έχει γίνει πλέον πανίσχυρος παίκτης, αλλά η κινεζική ηγεσία γνωρίζει πως το μεγάλο της μειονέκτημα στον ανταγωνισμό με τις ΗΠΑ είναι η στρατιωτική ισχύς, και επιχειρεί να αντιστοιχίσει την οικονομική με τη στρατιωτική της ισχύ. Αυτή την εξέλιξη θέλει να προλάβει η Ούασιγκτον, γι’ αυτό και επείγεται να ολοκληρώσει την «περικύκλωση» όσο έχει γεωπολιτικά και στρατιωτικά το πάνω χέρι.
Σε φετινή του ομιλία στο Πανεπιστήμιο του Κουίνσλαντ, ο Ομπάμα επιβεβαίωσε την προσήλωσή του στην ανάπτυξη της αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας στην περιοχή, προειδοποιώντας την Κίνα ότι οι ΗΠΑ «δεν θα ανεχθούν εκβιασμούς ή τρομοκράτηση από τις μεγάλες χώρες που τραμπουκίζουν τις μικρές» (η εμφανής ειρωνεία τού να τα λέει αυτός ο πρόεδρος του μεγαλύτερου «τραμπούκου» παγκόσμια του διέφυγε).
Οικονομικός πόλεμος
Αν αυτές είναι κινήσεις στη σκακιέρα με το βλέμμα στο μέλλον, ο οικονομικός ανταγωνισμός βρίσκεται στην κορύφωσή του. Λίγες εβδομάδες πριν, οι ΗΠΑ υπέγραψαν καταρχήν την εμπορική συμφωνία TTP. Έχει αντίστοιχες προβλέψεις με τη γνωστή σε εμάς TTIP, αλλά αφορά 11 κράτη της νοτιοανατολικής Ασίας, της Ωκεανίας και της Αμερικής, αποκλείει την Κίνα και αν καταλήξει θα ευνοεί εμφανώς τα αμερικανικά συμφέροντα.
Την ίδια στιγμή, το Πεκίνο προωθεί το αντίπαλο δέος: την Περιφερειακή Ολοκληρωμένη Οικονομική Συνεργασία στην Ασιατική Περιοχή, που περιλαμβάνει 16 μέλη και αν καταλήξει θα κυριαρχείται από την Κίνα.
Καθ’ οδόν προς αυτήν τη συμφωνία, η Κίνα προχωρά και σε επιμέρους συμφωνίες. Ανάμεσά τους ξεχωρίζει η FTA, η Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου με την Αυστραλία. Ξεχωρίζει γιατί η Κίνα επιχειρεί πρώτη φορά να «εξαγοράσει» έναν μεγάλου μεγέθους ιστορικά πιστό και βασικό οικονομικό και στρατιωτικό σύμμαχο των ΗΠΑ. Η πρόκληση απέναντι στην Ουάσινγκτον είναι μεγάλη, καθώς ο πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ δήλωσε στο αυστραλιανό κοινοβούλιο ότι η χώρα του επιζητεί περισσότερα από το εμπόριο, επιδιώκει «έναν ολοκληρωμένο στρατηγικό διάλογο».
Ο ανταγωνισμός των δύο γιγάντων βάζει σταδιακά πιέσεις και στα ισχυρά κράτη της περιοχής. Η Αυστραλία, η Ιαπωνία και η Νότια Κορέα ενισχύουν τους οικονομικούς τους δεσμούς με την Κίνα ενώ παράλληλα συμμετέχουν στην αμερικανική στρατηγική «περιορισμού» του Πεκίνου. Οι ΗΠΑ χρησιμοποιούν την ισχύ τους, αλλά δεν μπορούν να ανακόψουν την οικονομική διεισδυτικότητα της Κίνας. Από την άλλη η Κίνα δεν έχει τη δύναμη να πιέσει τους γείτονες να «αλλάξουν στρατόπεδο» γεωστρατηγικά, και περιορίζεται σε «ενοχλήσεις». Προς το παρόν οι άρχουσες τάξεις των περιφερειακών δυνάμεων δεν είναι υποχρεωμένες να διαλέξουν πλευρά. Και πιθανότατα ελπίζουν ότι δεν θα χρειαστεί να διαλέξουν. Το κατά πόσο αυτό θα είναι εφικτό στο μέλλον είναι τουλάχιστον αμφισβητούμενο.
Ο Ομπάμα είναι ο πρόεδρος που οργάνωσε το λεγόμενο «πίβοτ στην Ανατολική Ασία», μια στρατηγική που (όπως περιγράφει ο μπασκετικός όρος) θα κρατάει «ένα πόδι» στη Μέση Ανατολή αλλά θα «στρίβει όλο το σώμα» προς το μέτωπο με την Κίνα. Η Χίλαρι Κλίντον, πιθανή διάδοχός του, μίλησε για τον 21ο αιώνα ως «Ειρηνικό» (με την έννοια του Ωκεανού φυσικά κι όχι της ειρήνης).
Αυτή η στρατηγική ιεράρχηση εξηγεί την αδυναμία των ΗΠΑ να βάλουν τάξη στη Μέση Ανατολή, αφήνοντας «χώρο» τόσο στις περιφερειακές δυνάμεις (Ιράν, Σαουδική Αραβία, Τουρκία κ.ά.) να κινηθούν πιο ανεξάρτητα όσο και σε ανεξέλεγκτα φαινόμενα όπως ο συριακός εμφύλιος, η άνοδος του Ισλαμικού Κράτους, να απειλούν τη σταθερότητα. Ταυτόχρονα όμως, ισχύει και το αντίστροφο: η Μέση Ανατολή επιβεβαιώνει ξανά και ξανά ότι καμιά παγκόσμια δύναμη (που φιλοδοξεί να παίξει έναν τέτοιο ρόλο) δεν μπορεί να την αγνοήσει, μένει πάντα στο επίκεντρο των εξελίξεων. Έχουμε φτάσει στο 2015 και ο «πονοκέφαλος» της Μέσης Ανατολής δεν έχει επιτρέψει στον Ομπάμα να ολοκληρώσει το διαβόητο «πίβοτ», αφήνοντας χώρο και χρόνο στην Κίνα.
Δύναμη και αδυναμία
Είναι μια παρατήρηση με γενικότερη σημασία για την παγκόσμια «σκακιέρα». Ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός παραμένει ο ισχυρότερος –έχει παρουσία στα σύνορα της Ρωσίας, περικυκλώνει την Κίνα, έχει βάσεις γύρω από το Ιράν, οργανώνει επιχειρήσεις στην Αφρική κ.ο.κ. Αλλά καθώς έχει αδυνατίσει (από τις αποτυχίες σε Ιράκ-Αφγανιστάν, από την επιμονή της αντίστασης στην Παλαιστίνη, από την αναταραχή που έφεραν οι αραβικές εξεγέρσεις, από την οικονομική κρίση), αυτή του η «δύναμη» εξελίσσεται και στη μεγαλύτερη «αδυναμία» του: παγκόσμια είναι ισχυρότερος από τη Ρωσία, αλλά η Μόσχα μπορεί να ρίξει όλες τις της προσπάθειες στην Ανατολική Ευρώπη και να καταστεί ισχυρότερη «τοπικά». Το αντίστοιχο ισχύει στη Μέση Ανατολή (και στο Ιράν), στον Ειρηνικό Ωκεανό (και στην Κίνα) κ.λπ.
Η δυσκολία της «αυτοκρατορίας» να διαχειριστεί πολλαπλά μέτωπα που ανοίγουν λόγω της «υπερέκτασής» της θυμίζει την αρχή της παρακμής της Ρώμης...