Του ΓΙΑΝΝΗ ΔΟΥΛΦΗ Μετά από τις πολύμορφες, παρατεταμένες κοινωνικές αντιστάσειςστη βίαιη επίθεση που εξαπέλυσαν στην κοινωνία μας οι διεθνείς και εγχώριες δυνάμεις του μεγάλου κεφαλαίου, οι οποίες εξάντλησαν δύο διαδοχικές κυβερνήσεις ο ΣΥΡΙΖΑ κατόρθωσε να γίνει ο κύριος πολιτικός εκφραστής τους. Από το προηγούμενο 4% εκτινάχθηκε εκλογικά στο 18% το Μάιο του 2012 επειδή τόλμησε να προτείνει στην καθημαγμένη κοινωνία μια εναλλακτική διέξοδο: κυβέρνηση της Αριστεράς με έκκληση για ενότητα των γνήσιων αντιμνημονιακών δυνάμεων γύρω από ένα πρόγραμμα για την ακύρωση μνημονίων και δανειακών συμβάσεων, επαναδιαπραγμάτευση χρέους, εθνικοποίηση – κοινωνικοποίηση των τραπεζικού συστήματος, επαναφορά ΔΕΚΟ στο δημόσιο, αναδιανομή του εισοδήματος υπέρ της εργασίας και των ασθενέστερων κοινωνικών στρωμάτων, μέσα και από ένα προοδευτικό φορολογικό σύστημα. Αυτό βέβαια δεν ήλθε ως κεραυνός εν αιθρία αλλά διότι ο ΣΥΡΙΖΑ αγκάλιασε όλες αυτές τις αντιστάσεις και υπήρξε μια όσμωση μεταξύ της κοινωνίας σε αναβρασμό και το ΣΥΡΙΖΑ που κατόρθωσε να εκφράσει με τις πολιτικές του προτάσεις.
Η σθεναρή του στάση να μην υποκύψει στην ενσωμάτωση επικροτήθηκε και του έδωσε 27% στη δεύτερη κατά σειρά εκλογική αναμέτρηση τον Ιούνιο του 2012. Οι λαϊκές τάξεις εξέλαβαν το ποσοστό αυτό ως μια σημαντική ήττα διότι μια ακόμη ευκαιρία είχε χαθεί.
Οι αγώνες που ακολούθησαν για να αποκρούσουν την πολιτική εξαθλίωσης και το νέο μνημόνιο με τη δανειακή σύμβαση που το συνόδεψε, που σημαδεύτηκαν από αλλεπάλληλες νέες ήττες των λαϊκών δυνάμεων, οδήγησαν το λαό στην απογοήτευση, την απελπισία και την καθήλωση.
Η πολιτική εξουσία των κυρίαρχων οικονομικών δυνάμεων (ξένοι δανειστές, ελληνική ολιγαρχία) επιτυγχάνει μέχρι σήμερα απολύτως το στόχο της, σύμφωνα με το δόγμα του σοκ. Τη ριζική μεταβολή του κοινωνικού στάτους και του κοινωνικού συσχετισμού δυνάμεων, μέσα από τη βίαιη προλεταριοποίηση της μικροαστικής τάξης και των λεγόμενων μικρομεσαίων στρωμάτων και την ακραία φτωχοποίηση της εργατικής τάξης που ανασυντίθεται με υπέρμετρη διόγκωση των ανέργων, αύξηση των επισφαλώς εργαζομένων, γενική καθίζηση των εισοδημάτων και δικαιωμάτων της. Και επίσης την καταστροφή του κράτους πρόνοιας, της δημόσιας υγείας, της παιδείας, την παράδοση των κοινωνικών αγαθών σε ιδιοτελή συμφέροντα και την υφαρπαγή όλου του κοινωνικού πλούτου (δημόσιου και ιδιωτικού) στις δυνάμεις του μεγάλου κεφαλαίου. Αυτό γίνεται υπό την αιγίδα μιας νέας κρατικής μορφής, του μόνιμου πλέον κράτους έκτακτης ανάγκης που παραμέρισε οριστικά το συνταγματικό – κοινοβουλευτικό κράτος δημιουργώντας νέους θεσμούς, Τρόικα, εφαρμογή μνημονιακών στους ξένους δανειστές δεσμεύσεων κοινωνικής και οικονομικής πολιτικής, πράξεις νομοθετικού περιεχομένου για τη νομιμοποίηση εφαρμογής της πολιτικής και τροποποιώντας παλαιότερους, δίνοντας την πρωτοκαθεδρία σε υπερυπουργεία καταστροφής – οικονομίας, εργασίας, υγείας, εσωτερικών και υπερεθνικούς ανεξέλεγκτους θεσμούς – Τράπεζα Ελλάδος. Το κοινοβούλιο διαδραματίζει πλέον περισσότερο ιδεολογικό και επικουρικό νομιμοποιητικό ρόλο, τα κοινωνικά δικαιώματα συνεχώς περιορίζονται μέχρι την ακύρωσή τους, ενώ οι εκλογές αποτελούν μηχανισμό καθήλωσης των μαζών.
Στο τέλος αυτής της διαδικασίας, που ισοδυναμεί με γενοκτονία, αν επικρατήσει οριστικά, η κοινωνία θα παραπέμπει σε εικόνες που βλέπουμε στην ταινία του Fritz Lang, Metropolis. Θα μετατραπούμε σταδιακά όλοι σε ανέστιους πρόσφυγες στην πάλαι ποτέ πατρίδα μας.
Μοχλός για την επίτευξη των παραπάνω επιδιώξεων υπήρξε και είναι το κρατικό χρέος και υπομόχλιο το ευρώ, ένα κατ’ ουσία νόμισμα - «φυλακή» που κρατά δέσμιες την κοινωνία και την οικονομία στις υπερεθνικές δυνάμεις των κερδοσκοπικών κεφαλαίων και υπηρετεί τα συμφέροντα της εγχώριας ολιγαρχίας του πλούτου. Θα πρέπει οι συζητήσεις γύρω από αυτά τα ζητήματα να ανοίξουν και να εμβαθύνουμε σ’ αυτά πρωτίστως στην αριστερά αλλά και ενώπιον όλης της κοινωνίας. Ήδη βλέπουμε ότι και άλλες πολιτικές δυνάμεις και άλλοι εκφραστές γνώμης που εκπροσωπούν όχι απολύτως λαϊκά συμφέροντα προχωρούν σε τέτοιες αναζητήσεις, όσο επιδεινώνεται η κατάσταση, ενδεχομένως όμως και σε άλλη κατεύθυνση.
Το ακραίο κέντρο, όπως εκφράζεται από το κόμμα του μνημονίου με τις παραφυάδες του – βλ. εσωτερική κυβερνητική τρόικα – με την κεντρώα ρητορική και την ακροδεξιά πρακτική του, επιχειρεί να ακυρώσει την εναλλακτική προοπτική που είχε προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως καταγράφηκε στο πρόγραμμα και τη διακήρυξή του, παρά τις επιμέρους αδυναμίες που πρέπει να ξεπεράσει, για να εκτρέψει την αντιμνημονιακή λαική οργή προς ολοένα και πιο φασίζουσα συνέχεια και αδιέξοδη καθήλωση. Το ύστατο ιδεολογικό όπλο που κραδαίνει απέναντι στην κοινωνία είναι η καταστροφή που προσχηματικά επικαλείται λόγω εξόδου από το νόμισμα ευρώ, το απόλυτο φετίχ.
Η θόλωση του τοπίου γύρω από το ζήτημα αυτό, διακυβεύει το εγχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ, καθιστώντας αναξιόπιστο το προγραμματικό του πλαίσιο, μετατρέποντάς τον σε καθεστωτική δύναμη. Όταν ο αντίπαλος σου ρίχνει το γάντι κι εσύ δεν το πιάνεις, αυτό δείχνει αδυναμία, πράγμα που γίνεται αντιληπτό από τις κοινωνικές δυνάμεις που αναζητούν εναλλακτική διέξοδο. Έτσι δεν κατακτάται η ηγεμονία, απαραίτητη προϋπόθεση για την πολιτική ανατροπή και την εναλλακτική πορεία.
Αντίθετα όταν τα πραγματικά, πολιτικά διακυβεύματα και οι προκλήσεις αποσαφηνίζονται τότε οι όροι του παιχνιδιού μπορούν να αλλάξουν σε όφελος εκείνης της πολιτικής δύναμης που δεν έχει να φοβηθεί τίποτε από την κίνηση των μαζών της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας, αφού, και εφόσον, τοποθετείται πράγματι στην υπηρεσία και υπέρ των συμφερόντων της.
Η πρόσφατη διαδρομή του ΣΥΡΙΖΑ, όπως προκύπτει και από διάφορες εκφωνήσεις στελεχών του, ιδιαίτερα του επιτελείου που επεξεργάζεται την οικονομική πολιτική, δείχνει ότι το πλαίσιο τηςσχεδιαζόμενης «κυβερνητικής» οικονομικής του πρότασης διολισθαίνει σταδιακά σε ολοένα χαμηλότερα, ηπιότερα και συμβιβαστικότερα επίπεδα, όσο η ασκούμενη πολιτική οδηγεί την ελληνική κοινωνία και οικονομία σε ολοένα και δεινότερη κατάσταση, ως λογική «ρεαλισμού» των υπαρκτών συνθηκών, ακυρώνοντας τα προγραμματικά του προτάγματα και διακηρύξεις, που εγκρίθηκαν από τα μέλη και προσέλκυσαν μεγάλα τμήματα της κοινωνίας, και αποσυσπειρώνοντας τις λαϊκές δυνάμεις.
Τα πλαστά διλήμματα και τα πλασματικά επίδικα αντικείμενα ευνοούν τις συστημικές δυνάμεις – το κόμμα του μνημονίου – που ενδιαφέρονται μόνο για τη στιγμή, για την υφαρπαγή της ψήφου, ώστε μετά την απομάκρυνση εκ του ταμείου να συνεχίσουν το καταστροφικό τους σχέδιο. Οι δικαιολογίες, οι μονόδρομοι και τα de facto εκβιαστικά διλήμματα εφευρίσκονται πάντα με τη βοήθεια της σοφιστικής δικολαβίας όπως έχει αποδειχθεί άπειρες φορές στο πρόσφατο παρελθόν.
Ανάμεσα στην αυθόρμητη κίνηση αντίδρασης των «αγανακτισμένων» μαζών, απέναντι στην επίθεση που δέχονται, και στην αποδέσμευσή τους από τις συστημικές πολιτικές δυνάμεις του πάλαι ποτέ«δικομματισμού» και νυν μνημονιακού πολιτικού τόξου, που εκδηλώθηκε με την εκλογική μεταστροφή τους, υπάρχει ένα τεράστιο χάσμα που πρέπει ανυπερθέτως και επειγόντως να καλυφθεί για την υλοποίηση οποιαδήποτε ρεαλιστικής ριζοσπαστικής πρότασης διεξόδου.
Το ερώτημα λοιπόν που τίθεται αμείλικτα είναι τι είδους πολιτικό φορέα θέλουμε για το στόχο της ανατροπής. Θέλουμε ένα ΣΥΡΙΖΑ εκλογικό μηχανισμό που θα απευθύνεται στο φανταστικό κεντρώο ψηφοφόρο που κατασκευάζει η δημοσιογραφία των διαπλεκομένων καθεστωτικών μήντια ή ένα πολιτικό φορέα που θα δώσει πρωταγωνιστικό ρόλο στις υποτελείς τάξεις για να ανατρέψει τους κοινωνικούς συσχετισμούς δύναμης σε αντίστροφη από τη σημερινή κατεύθυνση;
Το ζήτημα του χαρακτήρα του ενιαίου πολιτικού φορέα που επιδιώκουμε να συγκροτήσουμε με ιδρυτική πράξη στο επερχόμενο συνέδριο έχει τεράστια σημασία. Πρέπει να έχει γερούς αρμούς, σύνδεση με τα ευρύτερα, δυνατόν, κοινωνικά στρώματα της κοινωνίας, σαφείς προγραμματικούς στόχους και πολιτικό σχέδιο επεξεργασμένα με την ευρύτερη δυνατή ενεργητική συμμετοχή της κοινωνίας, αναγκαίες προυποθέσεις για την κατάκτηση της πολιτικής ηγεμονίας, και πρωτίστως ως προαπαιτούμενο για όλα αυτά μια γνήσια και βαθιά δημοκρατική λειτουργία. Οι αδιαφανείς διαδικασίες, οι κλειστές, περιχαρακωμένες ομάδες, οι ex officio επαίοντες δεν συμβαδίζουν με τη δημοκρατική λειτουργία.
Γι΄ αυτό πρέπει σύντομα να ολοκληρωθεί η διαδικασία κατάρτισης των θέσεων του, που θα πρέπει να επιβεβαιώνουν το ριζοσπαστισμό των στοιχείων του πολιτικού προγράμματος που οδήγησε στην εκλογική μας άνοδο, να εμβαθύνουν και να αποσαφηνίζουν τα ασαφή σημεία χωρίς επαμφοτερισμούς και υπερβατικούς λεκτικούς συμψηφισμούς, καθώς και του σχεδίου καταστατικού που θα πρέπει να διαπνέεται από βαθιά δημοκρατική κατεύθυνση, με την κατοχύρωση των δικαιωμάτων όλων των μελών, την εξασφάλιση του πλουραλισμού των απόψεων, του ανοιχτού ουσιαστικού διαλόγου και των γόνιμων αντιπαραθέσεων, τη συλλογική λειτουργία των οργάνων και θα αποτρέπει την παγίωση κλειστών ηγετικών ομάδων που λειτουργούν σε απόσταση από τις διαθέσεις και τις προσδοκίες των οργανωμένων μελών αλλά και της κοινωνίας. Για να ξεκινήσει το συντομότερο δυνατόν ένας ευρύς εσωτερικός ουσιαστικός διάλογος και να οδηγηθούμε σε ένα ιδρυτικό συνέδριο αντάξιο των προσδοκιών μας.
Η ανατροπή που ευαγγελιζόμαστε δεν πρόκειται να έλθει με τη διαδικασία της ανάθεσης του εκλογικού σώματος στο ΣΥΡΙΖΑ μέσα από την αναμονή εκλογών που ουδέποτε πρόκειται να προκηρύξει οικειοθελώς η τρικομματική συγκυβέρνηση, αλλά αντίθετα από μια δυναμική παρατεταμένη κινητοποίηση των μαζών, την οποία δεν θα ωθήσει αυτόματα ούτε η ανέχεια, ούτε η πείνα, ούτε η απόγνωση, αλλά η πεποίθηση ότι υπάρχει ρεαλιστική εναλλακτική πολιτική λύση, η συγκροτημένηγενίκευση και κλιμάκωση των αγώνων με πολιτική χροιά που θα υπερβαίνει τους σημερινούς αποσπασματικούς επιμέρους συνδικαλιστικούς αγώνες, που οι συμβιβασμένες συνδικαλιστικές ηγεσίες αρνούνται να δώσουν και θα οδηγεί στη γενική πολιτική απεργία διαρκείας. Όταν, και αν, μετά από μια τέτοια εξέλιξη, οι συνθήκες είναι ώριμες, θα πρέπει ο ΣΥΡΙΖΑ να επιδιώξει, με όλα τα μέσα, την πολιτική ανατροπή, σε συνεργασία με όλες τις ριζοσπαστικές δυνάμεις της αριστεράς.
Η σθεναρή του στάση να μην υποκύψει στην ενσωμάτωση επικροτήθηκε και του έδωσε 27% στη δεύτερη κατά σειρά εκλογική αναμέτρηση τον Ιούνιο του 2012. Οι λαϊκές τάξεις εξέλαβαν το ποσοστό αυτό ως μια σημαντική ήττα διότι μια ακόμη ευκαιρία είχε χαθεί.
Οι αγώνες που ακολούθησαν για να αποκρούσουν την πολιτική εξαθλίωσης και το νέο μνημόνιο με τη δανειακή σύμβαση που το συνόδεψε, που σημαδεύτηκαν από αλλεπάλληλες νέες ήττες των λαϊκών δυνάμεων, οδήγησαν το λαό στην απογοήτευση, την απελπισία και την καθήλωση.
Η πολιτική εξουσία των κυρίαρχων οικονομικών δυνάμεων (ξένοι δανειστές, ελληνική ολιγαρχία) επιτυγχάνει μέχρι σήμερα απολύτως το στόχο της, σύμφωνα με το δόγμα του σοκ. Τη ριζική μεταβολή του κοινωνικού στάτους και του κοινωνικού συσχετισμού δυνάμεων, μέσα από τη βίαιη προλεταριοποίηση της μικροαστικής τάξης και των λεγόμενων μικρομεσαίων στρωμάτων και την ακραία φτωχοποίηση της εργατικής τάξης που ανασυντίθεται με υπέρμετρη διόγκωση των ανέργων, αύξηση των επισφαλώς εργαζομένων, γενική καθίζηση των εισοδημάτων και δικαιωμάτων της. Και επίσης την καταστροφή του κράτους πρόνοιας, της δημόσιας υγείας, της παιδείας, την παράδοση των κοινωνικών αγαθών σε ιδιοτελή συμφέροντα και την υφαρπαγή όλου του κοινωνικού πλούτου (δημόσιου και ιδιωτικού) στις δυνάμεις του μεγάλου κεφαλαίου. Αυτό γίνεται υπό την αιγίδα μιας νέας κρατικής μορφής, του μόνιμου πλέον κράτους έκτακτης ανάγκης που παραμέρισε οριστικά το συνταγματικό – κοινοβουλευτικό κράτος δημιουργώντας νέους θεσμούς, Τρόικα, εφαρμογή μνημονιακών στους ξένους δανειστές δεσμεύσεων κοινωνικής και οικονομικής πολιτικής, πράξεις νομοθετικού περιεχομένου για τη νομιμοποίηση εφαρμογής της πολιτικής και τροποποιώντας παλαιότερους, δίνοντας την πρωτοκαθεδρία σε υπερυπουργεία καταστροφής – οικονομίας, εργασίας, υγείας, εσωτερικών και υπερεθνικούς ανεξέλεγκτους θεσμούς – Τράπεζα Ελλάδος. Το κοινοβούλιο διαδραματίζει πλέον περισσότερο ιδεολογικό και επικουρικό νομιμοποιητικό ρόλο, τα κοινωνικά δικαιώματα συνεχώς περιορίζονται μέχρι την ακύρωσή τους, ενώ οι εκλογές αποτελούν μηχανισμό καθήλωσης των μαζών.
Στο τέλος αυτής της διαδικασίας, που ισοδυναμεί με γενοκτονία, αν επικρατήσει οριστικά, η κοινωνία θα παραπέμπει σε εικόνες που βλέπουμε στην ταινία του Fritz Lang, Metropolis. Θα μετατραπούμε σταδιακά όλοι σε ανέστιους πρόσφυγες στην πάλαι ποτέ πατρίδα μας.
Μοχλός για την επίτευξη των παραπάνω επιδιώξεων υπήρξε και είναι το κρατικό χρέος και υπομόχλιο το ευρώ, ένα κατ’ ουσία νόμισμα - «φυλακή» που κρατά δέσμιες την κοινωνία και την οικονομία στις υπερεθνικές δυνάμεις των κερδοσκοπικών κεφαλαίων και υπηρετεί τα συμφέροντα της εγχώριας ολιγαρχίας του πλούτου. Θα πρέπει οι συζητήσεις γύρω από αυτά τα ζητήματα να ανοίξουν και να εμβαθύνουμε σ’ αυτά πρωτίστως στην αριστερά αλλά και ενώπιον όλης της κοινωνίας. Ήδη βλέπουμε ότι και άλλες πολιτικές δυνάμεις και άλλοι εκφραστές γνώμης που εκπροσωπούν όχι απολύτως λαϊκά συμφέροντα προχωρούν σε τέτοιες αναζητήσεις, όσο επιδεινώνεται η κατάσταση, ενδεχομένως όμως και σε άλλη κατεύθυνση.
Το ακραίο κέντρο, όπως εκφράζεται από το κόμμα του μνημονίου με τις παραφυάδες του – βλ. εσωτερική κυβερνητική τρόικα – με την κεντρώα ρητορική και την ακροδεξιά πρακτική του, επιχειρεί να ακυρώσει την εναλλακτική προοπτική που είχε προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως καταγράφηκε στο πρόγραμμα και τη διακήρυξή του, παρά τις επιμέρους αδυναμίες που πρέπει να ξεπεράσει, για να εκτρέψει την αντιμνημονιακή λαική οργή προς ολοένα και πιο φασίζουσα συνέχεια και αδιέξοδη καθήλωση. Το ύστατο ιδεολογικό όπλο που κραδαίνει απέναντι στην κοινωνία είναι η καταστροφή που προσχηματικά επικαλείται λόγω εξόδου από το νόμισμα ευρώ, το απόλυτο φετίχ.
Η θόλωση του τοπίου γύρω από το ζήτημα αυτό, διακυβεύει το εγχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ, καθιστώντας αναξιόπιστο το προγραμματικό του πλαίσιο, μετατρέποντάς τον σε καθεστωτική δύναμη. Όταν ο αντίπαλος σου ρίχνει το γάντι κι εσύ δεν το πιάνεις, αυτό δείχνει αδυναμία, πράγμα που γίνεται αντιληπτό από τις κοινωνικές δυνάμεις που αναζητούν εναλλακτική διέξοδο. Έτσι δεν κατακτάται η ηγεμονία, απαραίτητη προϋπόθεση για την πολιτική ανατροπή και την εναλλακτική πορεία.
Αντίθετα όταν τα πραγματικά, πολιτικά διακυβεύματα και οι προκλήσεις αποσαφηνίζονται τότε οι όροι του παιχνιδιού μπορούν να αλλάξουν σε όφελος εκείνης της πολιτικής δύναμης που δεν έχει να φοβηθεί τίποτε από την κίνηση των μαζών της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας, αφού, και εφόσον, τοποθετείται πράγματι στην υπηρεσία και υπέρ των συμφερόντων της.
Η πρόσφατη διαδρομή του ΣΥΡΙΖΑ, όπως προκύπτει και από διάφορες εκφωνήσεις στελεχών του, ιδιαίτερα του επιτελείου που επεξεργάζεται την οικονομική πολιτική, δείχνει ότι το πλαίσιο τηςσχεδιαζόμενης «κυβερνητικής» οικονομικής του πρότασης διολισθαίνει σταδιακά σε ολοένα χαμηλότερα, ηπιότερα και συμβιβαστικότερα επίπεδα, όσο η ασκούμενη πολιτική οδηγεί την ελληνική κοινωνία και οικονομία σε ολοένα και δεινότερη κατάσταση, ως λογική «ρεαλισμού» των υπαρκτών συνθηκών, ακυρώνοντας τα προγραμματικά του προτάγματα και διακηρύξεις, που εγκρίθηκαν από τα μέλη και προσέλκυσαν μεγάλα τμήματα της κοινωνίας, και αποσυσπειρώνοντας τις λαϊκές δυνάμεις.
Τα πλαστά διλήμματα και τα πλασματικά επίδικα αντικείμενα ευνοούν τις συστημικές δυνάμεις – το κόμμα του μνημονίου – που ενδιαφέρονται μόνο για τη στιγμή, για την υφαρπαγή της ψήφου, ώστε μετά την απομάκρυνση εκ του ταμείου να συνεχίσουν το καταστροφικό τους σχέδιο. Οι δικαιολογίες, οι μονόδρομοι και τα de facto εκβιαστικά διλήμματα εφευρίσκονται πάντα με τη βοήθεια της σοφιστικής δικολαβίας όπως έχει αποδειχθεί άπειρες φορές στο πρόσφατο παρελθόν.
Ανάμεσα στην αυθόρμητη κίνηση αντίδρασης των «αγανακτισμένων» μαζών, απέναντι στην επίθεση που δέχονται, και στην αποδέσμευσή τους από τις συστημικές πολιτικές δυνάμεις του πάλαι ποτέ«δικομματισμού» και νυν μνημονιακού πολιτικού τόξου, που εκδηλώθηκε με την εκλογική μεταστροφή τους, υπάρχει ένα τεράστιο χάσμα που πρέπει ανυπερθέτως και επειγόντως να καλυφθεί για την υλοποίηση οποιαδήποτε ρεαλιστικής ριζοσπαστικής πρότασης διεξόδου.
Το ερώτημα λοιπόν που τίθεται αμείλικτα είναι τι είδους πολιτικό φορέα θέλουμε για το στόχο της ανατροπής. Θέλουμε ένα ΣΥΡΙΖΑ εκλογικό μηχανισμό που θα απευθύνεται στο φανταστικό κεντρώο ψηφοφόρο που κατασκευάζει η δημοσιογραφία των διαπλεκομένων καθεστωτικών μήντια ή ένα πολιτικό φορέα που θα δώσει πρωταγωνιστικό ρόλο στις υποτελείς τάξεις για να ανατρέψει τους κοινωνικούς συσχετισμούς δύναμης σε αντίστροφη από τη σημερινή κατεύθυνση;
Το ζήτημα του χαρακτήρα του ενιαίου πολιτικού φορέα που επιδιώκουμε να συγκροτήσουμε με ιδρυτική πράξη στο επερχόμενο συνέδριο έχει τεράστια σημασία. Πρέπει να έχει γερούς αρμούς, σύνδεση με τα ευρύτερα, δυνατόν, κοινωνικά στρώματα της κοινωνίας, σαφείς προγραμματικούς στόχους και πολιτικό σχέδιο επεξεργασμένα με την ευρύτερη δυνατή ενεργητική συμμετοχή της κοινωνίας, αναγκαίες προυποθέσεις για την κατάκτηση της πολιτικής ηγεμονίας, και πρωτίστως ως προαπαιτούμενο για όλα αυτά μια γνήσια και βαθιά δημοκρατική λειτουργία. Οι αδιαφανείς διαδικασίες, οι κλειστές, περιχαρακωμένες ομάδες, οι ex officio επαίοντες δεν συμβαδίζουν με τη δημοκρατική λειτουργία.
Γι΄ αυτό πρέπει σύντομα να ολοκληρωθεί η διαδικασία κατάρτισης των θέσεων του, που θα πρέπει να επιβεβαιώνουν το ριζοσπαστισμό των στοιχείων του πολιτικού προγράμματος που οδήγησε στην εκλογική μας άνοδο, να εμβαθύνουν και να αποσαφηνίζουν τα ασαφή σημεία χωρίς επαμφοτερισμούς και υπερβατικούς λεκτικούς συμψηφισμούς, καθώς και του σχεδίου καταστατικού που θα πρέπει να διαπνέεται από βαθιά δημοκρατική κατεύθυνση, με την κατοχύρωση των δικαιωμάτων όλων των μελών, την εξασφάλιση του πλουραλισμού των απόψεων, του ανοιχτού ουσιαστικού διαλόγου και των γόνιμων αντιπαραθέσεων, τη συλλογική λειτουργία των οργάνων και θα αποτρέπει την παγίωση κλειστών ηγετικών ομάδων που λειτουργούν σε απόσταση από τις διαθέσεις και τις προσδοκίες των οργανωμένων μελών αλλά και της κοινωνίας. Για να ξεκινήσει το συντομότερο δυνατόν ένας ευρύς εσωτερικός ουσιαστικός διάλογος και να οδηγηθούμε σε ένα ιδρυτικό συνέδριο αντάξιο των προσδοκιών μας.
Η ανατροπή που ευαγγελιζόμαστε δεν πρόκειται να έλθει με τη διαδικασία της ανάθεσης του εκλογικού σώματος στο ΣΥΡΙΖΑ μέσα από την αναμονή εκλογών που ουδέποτε πρόκειται να προκηρύξει οικειοθελώς η τρικομματική συγκυβέρνηση, αλλά αντίθετα από μια δυναμική παρατεταμένη κινητοποίηση των μαζών, την οποία δεν θα ωθήσει αυτόματα ούτε η ανέχεια, ούτε η πείνα, ούτε η απόγνωση, αλλά η πεποίθηση ότι υπάρχει ρεαλιστική εναλλακτική πολιτική λύση, η συγκροτημένηγενίκευση και κλιμάκωση των αγώνων με πολιτική χροιά που θα υπερβαίνει τους σημερινούς αποσπασματικούς επιμέρους συνδικαλιστικούς αγώνες, που οι συμβιβασμένες συνδικαλιστικές ηγεσίες αρνούνται να δώσουν και θα οδηγεί στη γενική πολιτική απεργία διαρκείας. Όταν, και αν, μετά από μια τέτοια εξέλιξη, οι συνθήκες είναι ώριμες, θα πρέπει ο ΣΥΡΙΖΑ να επιδιώξει, με όλα τα μέσα, την πολιτική ανατροπή, σε συνεργασία με όλες τις ριζοσπαστικές δυνάμεις της αριστεράς.