Του Ντιέγκο Κουπόλο – φωτορεπόρτερ
Στο Ντιγιάρμπακιρ της Τουρκίας, μεγάλα κομμάτια λευκού μουσαμά κρέμονται κάθετα στα δρομάκια, εμποδίζοντας όποιον επιχειρεί να περιεργαστεί το εσωτερικό τους. Μπροστά από αυτά στέκονται αστυνομικοί με αυτόματα όπλα ανάμεσα σε οδοφράγματα φτιαγμένα από σακιά άμμου , απαγορεύοντας την είσοδο σε πολίτες , όσο στην κεντρική συνοικία της πόλης συνεχίζεται η απαγόρευση κυκλοφορίας.
Όμως, αν κάποιος περιμένει, περιστασιακές ριπές ανέμου κουνούν τα πλαστικά φύλλα τόσο όσο να ρίξει μια κλεφτή ματιά στα καμένα κτίρια και στις βιτρίνες των μαγαζιών που είναι γεμάτες με τρύπες από σφαίρες πεσμένες ακριβώς από πίσω.
Αυτός είναι ο πιο φθηνός τρόπος που διάλεξε του τουρκικό κράτος για να καλύψει τα αποτελέσματα ενός πολέμου που γίνεται εδώ και πολλούς μήνες εναντίον των Κούρδων μαχητών στα νοτιοανατολικά της χώρας. Πιο εξελιγμένες μορφές λογοκρισίας είναι η φυλάκιση ακαδημαϊκών, η άρνηση πρόσβασης στα ΜΜΕ, η απέλαση ξένων δημοσιογράφων και άλλα χειρότερα.
Η τακτική αυτή έχει περιορίσει την κάλυψη ενός πολέμου που σε μεγάλο βαθμό διεξάγεται εκτός διεθνούς δικαίου. Οι ντόπιοι λένε ιστορίες για νεκρούς που αφήνονται στους δρόμους και τους τρώνε οι σκύλοι και οι γάτες ή για τεθωρακισμένα που εισβάλλουν σε γειτονιές αμάχων και βάλλουν αδιακρίτως εναντίον σπιτιών και για πεθαμένες γυναίκες που βρίσκονται γυμνές με κομμένους τους μαστούς.
Ταυτόχρονα, η Τουρκία έχει υπογράψει μια συμφωνία με την Ευρωπαϊκή Ένωση για να ανακόψει τη ροή των προσφύγων που πηγαίνουν στην Ελλάδα. Ως αντάλλαγμα για τη μείωση της λαθραίας διακίνησης ανθρώπων και της βελτίωσης των βιοτικών συνθηκών 2,5 εκ. προσφύγων εντός των συνόρων της , η Τουρκία θα λάβει 3 δισ. ευρώ ως οικονομική βοήθεια, τη δυνατότητα ελεύθερης πρόσβασης των πολιτών της στις χώρες του συμφώνου Σένγκεν και το εκ νέου άνοιγμα των διαπραγματεύσεων για την ένταξή της στην ΕΕ.
Όμως, παραμένει ασαφής η διαδικασία εφαρμογής. Στο Ντιγιάρμπακιρ, ύστερα από τρεις και πλέον μήνες πολέμου, οι κάτοικοι βλέπουν τη συμφωνία με την ΕΕ ως απόδειξη αδιαφορίας για τον πόλεμο εναντίον τους, αν όχι υποστήριξης προς την εξελισσόμενη στρατιωτική εκστρατεία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στα νοτιοανατολικά της χώρας.
Η στρατηγική της εκστρατείας
Ο Ερντογάν έλπιζε ότι στις εκλογές του Ιουνίου του 2015 θα σημείωνε σαρωτική νίκη που θα του έδινε επαρκή κοινοβουλευτική πλειοψηφία για να ψηφιστούν μεγάλες συνταγματικές αλλαγές. Αλλά η σημαντική αύξηση των ποσοστών του φιλοκουρδικού Δημοκρατικού Κόμματος των λαών (HDP) του στέρησε την πολυπόθητη υπερ-πλειοψηφία.
Μη ικανοποιημένος από τα αποτελέσματα, ο Ερντογάν προκήρυξε έκτακτες εκλογές για το φθινόπωρο του ίδιου έτους (1/11/2015) και οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις εξαπέλυσαν επιθέσεις σε πολιτοφυλακές που συνδέονται με το Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν (PKK), το οποίο κυρίως έχει τη βάση του στις νοτιοανατολικές πόλεις.
Η ενέργεια αυτή, που τερμάτισε μια εκεχειρία 2,5 ετών στη περιοχή, βοήθησε το AKP, το κόμμα του Ερντογάν, να ξανακερδίσει την πλειοψηφία που είχε χάσει τον Ιούνιο. Αλλά οι αιτίες των πράξεων του Ερντογάν εκτείνονται πολύ πιο πέρα από τις πρόσφατες εκλογές.
Επί 100, σχεδόν, χρόνια, οι Κούρδοι είναι μια από τις μεγαλύτερες εθνικές ομάδες στο κόσμο χωρίς κρατική οντότητα. Σχεδόν οι μισοί από τα 30 εκατ. Κούρδων ζουν στην Τουρκία (οι υπόλοιποι ζουν στη Συρία, στο Ιράκ και στο Ιράν), όπου βιώνουν μακροχρόνια καταπίεση. Η τουρκική κυβέρνηση αναγνώρισε επίσημα την ύπαρξή τους μόλις τη δεκαετία του 1990. Σήμερα οι Κούρδοι στην Τουρκία συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν περιορισμούς όσον αφορά τη γλωσσική και πολιτισμική κληρονομιά τους, συμπεριλαμβανομένης της απαγόρευσης της κουρδικής γλώσσας στη δημόσια εκπαίδευση.
Ο Αμπντουλάχ Οτσαλάν ίδρυσε το PKK στα τέλη της δεκαετίας του 1970 για να αντιπαλέψει αυτή την καταπίεση, στοχεύοντας να επεκτείνει τα κουρδικά δικαιώματα μέσω ένοπλου αγώνα κατά της τουρκικής κυβέρνησης. Αν και δεν πέτυχε τη δημιουργία ανεξάρτητου κουρδικού κράτους, προκάλεσε σημαντική αφύπνιση μεταξύ των Κούρδων, οι οποίοι απαίτησαν πιο δυναμικά την αναγνώρισή τους ως εθνικής μειονότητας στην Τουρκία.
Οι πολίτες στο Ντιγιάρμπακιρ έχουν ανάμεικτες απόψεις για το PKK και τις οργανώσεις που διατηρούν μια χαλαρή σχέση μαζί του –και οι οποίες έχουν πολλαπλασιαστεί από την εμφάνιση του PKK και τη σύλληψη του Οτσαλάν, το 1999 — αλλά πολλοί τείνουν να βλέπουν πέρα από τα αυταρχικά ατοπήματα του Οτσαλάν και να ταυτίζονται με το όραμα της μεγαλύτερης αυτονομίας.
“Εάν δεν αναγνωρίζεις μια κεντρική εξουσία, εάν θέλεις αυτοκυβέρνηση ή αυτονομία, θα σε καταστρέψουν” , λέει ο Χαρούν Ερκάν, σύμβουλος διεθνών σχέσεων του HDP. “Κατά τη γνώμη μου, αυτός είναι ο συνειρμός που θέλει η τουρκική κυβέρνηση να κάνει ο κόσμος [και γι'αυτό καταφεύγει σ'αυτές τις ενέργειες]”.
Στο Ντιγιάρμπακιρ
Στις 9 Μαρτίου, οι τουρκικές δυνάμεις ανακοίνωσαν ότι τερμάτισαν τις στρατιωτικές επιχειρήσεις στο Ντιγιάρμπακιρ. Αλλά δύο εβδομάδες αργότερα, η μάχη συνεχίζεται και ο κόσμος δεν μπορεί να πάει στο μισό κέντρο της πόλης. Πυροβολισμοί και περιστασιακές εκρήξεις ακούγονται στη συνοικία Σουρ και ελικόπτερα αιωρούνται από πάνω ολημερίς και ολονυχτίς.
Υπάρχουν διάσπαρτα σημεία αστυνομικού ελέγχου μέσα και γύρω από τη Σουρ, μια ιστορική συνοικία --περιβάλλεται από τείχη κάστρου το οποίο αναφέρεται από την ΟΥΝΕΣΚΟ ως παγκόσμια κληρονομιά-- η οποία έχει γίνει το επίκεντρο των συγκρούσεων στο Ντιγιάρμπακιρ. Με τους ελικοειδείς δρόμους που είναι πολύ στενοί για να χωρέσουν τα τεθωρακισμένα και τα αμέτρητα σοκάκια, οι κατοικημένες περιοχές της παλιάς πόλης ευνοούν την αντάρτικη δράση και οι άμαχοι βρίσκονται ανάμεσα σε διασταυρούμενα πυρά. Η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι έχει χάσει περίπου 275 στρατιώτες στις μάχες σ'αυτή την περιοχή και ότι έχει σκοτώσει 500 μαχητές μόνο στο Ντιγιάρμπακιρ.
Μέχρι στιγμής, περίπου 40 άνθρωποι αγνοούνται σ'αυτή την πόλη. Οι συγγενείς τους φοβούνται ότι έχουν θαφτεί κάτω από γκρεμισμένα κτίρια ή, το χειρότερο, σαπίζουν στους δρόμους. Μητέρες και πατέρες αγνοουμένων συγκεντρώνονται καθημερινά στο πολιτιστικό κέντρο Dicle Firat, όπου διαμαρτύρονται ζητώντας από την κυβέρνηση να επιστρέψει τα σώματα των γιων και των θυγατέρων τους, μερικοί από τους οποίους εξαφανίστηκαν πριν από 3 και πλέον μήνες.
Σε συζητήσεις με ανθρώπους που συγκεντρώνονται σ'αυτό το κέντρο, ακούει κανείς παρόμοιες ιστορίες εξαφανίσεων χωρίς ίχνη. Μητέρες με άδεια μάτια κρατούν κάδρα με φωτογραφίες των γιων τους, καθώς τις φωτογραφίζουν οι επισκέπτες δημοσιογράφοι. Πολλοί λένε ότι έχουν πάει στα τοπικά νεκροτομεία για να αναγνωρίσουν μέλη των οικογενειών τους, αλλά τα σώματα ήταν τόσο κατακρεουργημένα και καμένα που ήταν δύσκολο να διακρίνει κανείς ακόμη και το φύλο.
Οι οδομαχίες συνεχίζονται στη Σουρ καθώς και έξω από τα τείχη της παλιάς πόλης, στη συνοικία Μπαγκλάρ. Η κυβέρνηση έχει ανακοινώσει νέα απαγόρευση κυκλοφορίας και έχει εξαπολύσει στρατιωτικές επιθέσεις στις Γιουκσέκοβα, Νισαϊμπίν και Σιρνάκ, πόλεις στις οποίες κατοικούν Κούρδοι. (Οι ξεχωριστές στρατιωτικές επιχειρήσεις αποκλιμακώνονται και οι απαγορεύσεις κυκλοφορίας αίρονται στις νοτιοανατολικές πόλεις Σίζρε, Ιντίλ, Σιλώπη και Νταργκεσίτ).
Εάν οι συγκρούσεις συνεχιστούν, θα μπορούσε να ξεσπάσει ολικός εμφύλιος πόλεμος, δημιουργώντας μια εντελώς νέα πηγή προσφύγων.
Οικονομικό δίλημμα
Την [προ]περασμένη Παρασκευή, οι Ευρωπαίοι ηγέτες συναντήθηκαν με τον Τούρκο πρωθυπουργό Αχμέτ Νταβούτογλου για να οριστικοποιήσουν το σχέδιο για τους πρόσφυγες.
Βλέποντας τη συμφωνία από το Ντιγιάρμπακιρ, τα μέλη των κομμάτων της αντιπολίτευσης λένε ότι η κακή διαχείριση της προσφυγικής κρίσης από την κυβέρνηση χρησιμοποιήθηκε για εκβιάσει τους Ευρωπαίους και να αποκομίσει οικονομικά και πολιτικά οφέλη.
“Η οικονομική αστάθεια αυξάνεται καθημερινά”, λέει ο Ραμαζάν Τουνκ, σύμβουλος του Δημοκρατικού Κόμματος των Περιφερειών, μιας κουρδικής οργάνωσης που έχει συμμαχήσει με το HDP. “Οι ξένοι επενδυτές φεύγουν από την Τουρκία και οι εξαγωγές προς τις άλλες μεσανατολικές χώρες μειώνονται λόγω των συγκρούσεων, έτσι η Τουρκία χρειάζεται χρήματα απέξω για να δώσει ώθηση στην οικονομία της”.
Το μεγαλύτερο μέρος του περασμένου έτους, η αστυνομία της Σμύρνης, θερμοκήπιο των σπειρών που μεταφέρουν πρόσφυγες [έναντι αδρής αμοιβής], έμενε άπρακτη καθώς οι αναζητούντες άσυλο διαπραγματεύονταν ανοικτά με τους διακινητές και φόρτωναν τις αποσκευές τους σε φορτηγάκια που κατευθύνονταν προς την ακτή του Αιγαίου. Σωσίβια με φωσφορίζον πορτοκαλί χρώμα κρέμονται στη σμυρνέικη συνοικία Μπασμάνε, μια ένδειξη της ανθούσας οικονομίας ανθρώπινης λαθρεμπορίας.
Και μόνο όταν φάνηκε η δυνητική οικονομική υποστήριξη από την ΕΕ , το περασμένο φθινόπωρο, οι τουρκικές Αρχές άρχισαν να συλλαμβάνουν διακινητές σε σημαντικούς αριθμούς, φυλακίζοντας ορισμένες φορές ομάδες προσφύγων πριν μπορέσουν να φύγουν για τα ελληνικά νησιά.
Ηθικό δίλημμα
Στο πολιτιστικό κέντρο του Ντιγιάρμπακιρ, ο διευθυντής Μαχμούτ Σιμσέκ προσπαθεί να δώσει παρηγοριά στις πενθούσες οικογένειες που κάνουν απεργία πείνας, αποφασισμένες να πάρουν τις σορούς των συγγενών τους που χάθηκαν στις συγκρούσεις.
Καθώς οι κτηνωδίες συσσωρεύονται, ο Σιμσέκ λέει ότι η κυβέρνηση του Ερντογάν –με την πρόθεση να τσακίσει την αντίσταση των Κούρδων και ενώ έχει πολύ αμφίβολες επιδόσεις όσον αφορά τα δικαιώματα των προσφύγων, τα ανθρώπινα δικαιώματα και την ελευθερία του Τύπου-- είναι έτοιμη να χρησιμοποιήσει τα κονδύλια της Ευρωπαϊκής Ένωσης για να χρηματοδοτήσει τον συνεχιζόμενο πόλεμο, αντί να αφιερώσει αυτά τα χρήματα σε δομές και πρωτοβουλίες για τους πρόσφυγες.
“Αυτά τα χρήματα θα έλθουν σ'εμάς σαν βόμβες, πυροβολικό, νέα όπλα”, λέει. “Αυτό πιστεύω”.
s://www.jacobinmag.com/2016/03/turkey-erdogan-pkk-kurdish-diyarbakir/
Μετάφραση: Αριάδνη Αλαβάνου
Στο Ντιγιάρμπακιρ της Τουρκίας, μεγάλα κομμάτια λευκού μουσαμά κρέμονται κάθετα στα δρομάκια, εμποδίζοντας όποιον επιχειρεί να περιεργαστεί το εσωτερικό τους. Μπροστά από αυτά στέκονται αστυνομικοί με αυτόματα όπλα ανάμεσα σε οδοφράγματα φτιαγμένα από σακιά άμμου , απαγορεύοντας την είσοδο σε πολίτες , όσο στην κεντρική συνοικία της πόλης συνεχίζεται η απαγόρευση κυκλοφορίας.
Όμως, αν κάποιος περιμένει, περιστασιακές ριπές ανέμου κουνούν τα πλαστικά φύλλα τόσο όσο να ρίξει μια κλεφτή ματιά στα καμένα κτίρια και στις βιτρίνες των μαγαζιών που είναι γεμάτες με τρύπες από σφαίρες πεσμένες ακριβώς από πίσω.
Αυτός είναι ο πιο φθηνός τρόπος που διάλεξε του τουρκικό κράτος για να καλύψει τα αποτελέσματα ενός πολέμου που γίνεται εδώ και πολλούς μήνες εναντίον των Κούρδων μαχητών στα νοτιοανατολικά της χώρας. Πιο εξελιγμένες μορφές λογοκρισίας είναι η φυλάκιση ακαδημαϊκών, η άρνηση πρόσβασης στα ΜΜΕ, η απέλαση ξένων δημοσιογράφων και άλλα χειρότερα.
Η τακτική αυτή έχει περιορίσει την κάλυψη ενός πολέμου που σε μεγάλο βαθμό διεξάγεται εκτός διεθνούς δικαίου. Οι ντόπιοι λένε ιστορίες για νεκρούς που αφήνονται στους δρόμους και τους τρώνε οι σκύλοι και οι γάτες ή για τεθωρακισμένα που εισβάλλουν σε γειτονιές αμάχων και βάλλουν αδιακρίτως εναντίον σπιτιών και για πεθαμένες γυναίκες που βρίσκονται γυμνές με κομμένους τους μαστούς.
Ταυτόχρονα, η Τουρκία έχει υπογράψει μια συμφωνία με την Ευρωπαϊκή Ένωση για να ανακόψει τη ροή των προσφύγων που πηγαίνουν στην Ελλάδα. Ως αντάλλαγμα για τη μείωση της λαθραίας διακίνησης ανθρώπων και της βελτίωσης των βιοτικών συνθηκών 2,5 εκ. προσφύγων εντός των συνόρων της , η Τουρκία θα λάβει 3 δισ. ευρώ ως οικονομική βοήθεια, τη δυνατότητα ελεύθερης πρόσβασης των πολιτών της στις χώρες του συμφώνου Σένγκεν και το εκ νέου άνοιγμα των διαπραγματεύσεων για την ένταξή της στην ΕΕ.
Όμως, παραμένει ασαφής η διαδικασία εφαρμογής. Στο Ντιγιάρμπακιρ, ύστερα από τρεις και πλέον μήνες πολέμου, οι κάτοικοι βλέπουν τη συμφωνία με την ΕΕ ως απόδειξη αδιαφορίας για τον πόλεμο εναντίον τους, αν όχι υποστήριξης προς την εξελισσόμενη στρατιωτική εκστρατεία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στα νοτιοανατολικά της χώρας.
Η στρατηγική της εκστρατείας
Ο Ερντογάν έλπιζε ότι στις εκλογές του Ιουνίου του 2015 θα σημείωνε σαρωτική νίκη που θα του έδινε επαρκή κοινοβουλευτική πλειοψηφία για να ψηφιστούν μεγάλες συνταγματικές αλλαγές. Αλλά η σημαντική αύξηση των ποσοστών του φιλοκουρδικού Δημοκρατικού Κόμματος των λαών (HDP) του στέρησε την πολυπόθητη υπερ-πλειοψηφία.
Μη ικανοποιημένος από τα αποτελέσματα, ο Ερντογάν προκήρυξε έκτακτες εκλογές για το φθινόπωρο του ίδιου έτους (1/11/2015) και οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις εξαπέλυσαν επιθέσεις σε πολιτοφυλακές που συνδέονται με το Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν (PKK), το οποίο κυρίως έχει τη βάση του στις νοτιοανατολικές πόλεις.
Η ενέργεια αυτή, που τερμάτισε μια εκεχειρία 2,5 ετών στη περιοχή, βοήθησε το AKP, το κόμμα του Ερντογάν, να ξανακερδίσει την πλειοψηφία που είχε χάσει τον Ιούνιο. Αλλά οι αιτίες των πράξεων του Ερντογάν εκτείνονται πολύ πιο πέρα από τις πρόσφατες εκλογές.
Επί 100, σχεδόν, χρόνια, οι Κούρδοι είναι μια από τις μεγαλύτερες εθνικές ομάδες στο κόσμο χωρίς κρατική οντότητα. Σχεδόν οι μισοί από τα 30 εκατ. Κούρδων ζουν στην Τουρκία (οι υπόλοιποι ζουν στη Συρία, στο Ιράκ και στο Ιράν), όπου βιώνουν μακροχρόνια καταπίεση. Η τουρκική κυβέρνηση αναγνώρισε επίσημα την ύπαρξή τους μόλις τη δεκαετία του 1990. Σήμερα οι Κούρδοι στην Τουρκία συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν περιορισμούς όσον αφορά τη γλωσσική και πολιτισμική κληρονομιά τους, συμπεριλαμβανομένης της απαγόρευσης της κουρδικής γλώσσας στη δημόσια εκπαίδευση.
Ο Αμπντουλάχ Οτσαλάν ίδρυσε το PKK στα τέλη της δεκαετίας του 1970 για να αντιπαλέψει αυτή την καταπίεση, στοχεύοντας να επεκτείνει τα κουρδικά δικαιώματα μέσω ένοπλου αγώνα κατά της τουρκικής κυβέρνησης. Αν και δεν πέτυχε τη δημιουργία ανεξάρτητου κουρδικού κράτους, προκάλεσε σημαντική αφύπνιση μεταξύ των Κούρδων, οι οποίοι απαίτησαν πιο δυναμικά την αναγνώρισή τους ως εθνικής μειονότητας στην Τουρκία.
Οι πολίτες στο Ντιγιάρμπακιρ έχουν ανάμεικτες απόψεις για το PKK και τις οργανώσεις που διατηρούν μια χαλαρή σχέση μαζί του –και οι οποίες έχουν πολλαπλασιαστεί από την εμφάνιση του PKK και τη σύλληψη του Οτσαλάν, το 1999 — αλλά πολλοί τείνουν να βλέπουν πέρα από τα αυταρχικά ατοπήματα του Οτσαλάν και να ταυτίζονται με το όραμα της μεγαλύτερης αυτονομίας.
“Εάν δεν αναγνωρίζεις μια κεντρική εξουσία, εάν θέλεις αυτοκυβέρνηση ή αυτονομία, θα σε καταστρέψουν” , λέει ο Χαρούν Ερκάν, σύμβουλος διεθνών σχέσεων του HDP. “Κατά τη γνώμη μου, αυτός είναι ο συνειρμός που θέλει η τουρκική κυβέρνηση να κάνει ο κόσμος [και γι'αυτό καταφεύγει σ'αυτές τις ενέργειες]”.
Στο Ντιγιάρμπακιρ
Στις 9 Μαρτίου, οι τουρκικές δυνάμεις ανακοίνωσαν ότι τερμάτισαν τις στρατιωτικές επιχειρήσεις στο Ντιγιάρμπακιρ. Αλλά δύο εβδομάδες αργότερα, η μάχη συνεχίζεται και ο κόσμος δεν μπορεί να πάει στο μισό κέντρο της πόλης. Πυροβολισμοί και περιστασιακές εκρήξεις ακούγονται στη συνοικία Σουρ και ελικόπτερα αιωρούνται από πάνω ολημερίς και ολονυχτίς.
Υπάρχουν διάσπαρτα σημεία αστυνομικού ελέγχου μέσα και γύρω από τη Σουρ, μια ιστορική συνοικία --περιβάλλεται από τείχη κάστρου το οποίο αναφέρεται από την ΟΥΝΕΣΚΟ ως παγκόσμια κληρονομιά-- η οποία έχει γίνει το επίκεντρο των συγκρούσεων στο Ντιγιάρμπακιρ. Με τους ελικοειδείς δρόμους που είναι πολύ στενοί για να χωρέσουν τα τεθωρακισμένα και τα αμέτρητα σοκάκια, οι κατοικημένες περιοχές της παλιάς πόλης ευνοούν την αντάρτικη δράση και οι άμαχοι βρίσκονται ανάμεσα σε διασταυρούμενα πυρά. Η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι έχει χάσει περίπου 275 στρατιώτες στις μάχες σ'αυτή την περιοχή και ότι έχει σκοτώσει 500 μαχητές μόνο στο Ντιγιάρμπακιρ.
Μέχρι στιγμής, περίπου 40 άνθρωποι αγνοούνται σ'αυτή την πόλη. Οι συγγενείς τους φοβούνται ότι έχουν θαφτεί κάτω από γκρεμισμένα κτίρια ή, το χειρότερο, σαπίζουν στους δρόμους. Μητέρες και πατέρες αγνοουμένων συγκεντρώνονται καθημερινά στο πολιτιστικό κέντρο Dicle Firat, όπου διαμαρτύρονται ζητώντας από την κυβέρνηση να επιστρέψει τα σώματα των γιων και των θυγατέρων τους, μερικοί από τους οποίους εξαφανίστηκαν πριν από 3 και πλέον μήνες.
Σε συζητήσεις με ανθρώπους που συγκεντρώνονται σ'αυτό το κέντρο, ακούει κανείς παρόμοιες ιστορίες εξαφανίσεων χωρίς ίχνη. Μητέρες με άδεια μάτια κρατούν κάδρα με φωτογραφίες των γιων τους, καθώς τις φωτογραφίζουν οι επισκέπτες δημοσιογράφοι. Πολλοί λένε ότι έχουν πάει στα τοπικά νεκροτομεία για να αναγνωρίσουν μέλη των οικογενειών τους, αλλά τα σώματα ήταν τόσο κατακρεουργημένα και καμένα που ήταν δύσκολο να διακρίνει κανείς ακόμη και το φύλο.
Οι οδομαχίες συνεχίζονται στη Σουρ καθώς και έξω από τα τείχη της παλιάς πόλης, στη συνοικία Μπαγκλάρ. Η κυβέρνηση έχει ανακοινώσει νέα απαγόρευση κυκλοφορίας και έχει εξαπολύσει στρατιωτικές επιθέσεις στις Γιουκσέκοβα, Νισαϊμπίν και Σιρνάκ, πόλεις στις οποίες κατοικούν Κούρδοι. (Οι ξεχωριστές στρατιωτικές επιχειρήσεις αποκλιμακώνονται και οι απαγορεύσεις κυκλοφορίας αίρονται στις νοτιοανατολικές πόλεις Σίζρε, Ιντίλ, Σιλώπη και Νταργκεσίτ).
Εάν οι συγκρούσεις συνεχιστούν, θα μπορούσε να ξεσπάσει ολικός εμφύλιος πόλεμος, δημιουργώντας μια εντελώς νέα πηγή προσφύγων.
Οικονομικό δίλημμα
Την [προ]περασμένη Παρασκευή, οι Ευρωπαίοι ηγέτες συναντήθηκαν με τον Τούρκο πρωθυπουργό Αχμέτ Νταβούτογλου για να οριστικοποιήσουν το σχέδιο για τους πρόσφυγες.
Βλέποντας τη συμφωνία από το Ντιγιάρμπακιρ, τα μέλη των κομμάτων της αντιπολίτευσης λένε ότι η κακή διαχείριση της προσφυγικής κρίσης από την κυβέρνηση χρησιμοποιήθηκε για εκβιάσει τους Ευρωπαίους και να αποκομίσει οικονομικά και πολιτικά οφέλη.
“Η οικονομική αστάθεια αυξάνεται καθημερινά”, λέει ο Ραμαζάν Τουνκ, σύμβουλος του Δημοκρατικού Κόμματος των Περιφερειών, μιας κουρδικής οργάνωσης που έχει συμμαχήσει με το HDP. “Οι ξένοι επενδυτές φεύγουν από την Τουρκία και οι εξαγωγές προς τις άλλες μεσανατολικές χώρες μειώνονται λόγω των συγκρούσεων, έτσι η Τουρκία χρειάζεται χρήματα απέξω για να δώσει ώθηση στην οικονομία της”.
Το μεγαλύτερο μέρος του περασμένου έτους, η αστυνομία της Σμύρνης, θερμοκήπιο των σπειρών που μεταφέρουν πρόσφυγες [έναντι αδρής αμοιβής], έμενε άπρακτη καθώς οι αναζητούντες άσυλο διαπραγματεύονταν ανοικτά με τους διακινητές και φόρτωναν τις αποσκευές τους σε φορτηγάκια που κατευθύνονταν προς την ακτή του Αιγαίου. Σωσίβια με φωσφορίζον πορτοκαλί χρώμα κρέμονται στη σμυρνέικη συνοικία Μπασμάνε, μια ένδειξη της ανθούσας οικονομίας ανθρώπινης λαθρεμπορίας.
Και μόνο όταν φάνηκε η δυνητική οικονομική υποστήριξη από την ΕΕ , το περασμένο φθινόπωρο, οι τουρκικές Αρχές άρχισαν να συλλαμβάνουν διακινητές σε σημαντικούς αριθμούς, φυλακίζοντας ορισμένες φορές ομάδες προσφύγων πριν μπορέσουν να φύγουν για τα ελληνικά νησιά.
Ηθικό δίλημμα
Στο πολιτιστικό κέντρο του Ντιγιάρμπακιρ, ο διευθυντής Μαχμούτ Σιμσέκ προσπαθεί να δώσει παρηγοριά στις πενθούσες οικογένειες που κάνουν απεργία πείνας, αποφασισμένες να πάρουν τις σορούς των συγγενών τους που χάθηκαν στις συγκρούσεις.
Καθώς οι κτηνωδίες συσσωρεύονται, ο Σιμσέκ λέει ότι η κυβέρνηση του Ερντογάν –με την πρόθεση να τσακίσει την αντίσταση των Κούρδων και ενώ έχει πολύ αμφίβολες επιδόσεις όσον αφορά τα δικαιώματα των προσφύγων, τα ανθρώπινα δικαιώματα και την ελευθερία του Τύπου-- είναι έτοιμη να χρησιμοποιήσει τα κονδύλια της Ευρωπαϊκής Ένωσης για να χρηματοδοτήσει τον συνεχιζόμενο πόλεμο, αντί να αφιερώσει αυτά τα χρήματα σε δομές και πρωτοβουλίες για τους πρόσφυγες.
“Αυτά τα χρήματα θα έλθουν σ'εμάς σαν βόμβες, πυροβολικό, νέα όπλα”, λέει. “Αυτό πιστεύω”.
s://www.jacobinmag.com/2016/03/turkey-erdogan-pkk-kurdish-diyarbakir/
Μετάφραση: Αριάδνη Αλαβάνου