Quantcast
Channel: ΔΕΝ ΠΑΕΙ ΑΛΛΟ
Viewing all articles
Browse latest Browse all 6521

Για το έθνος και το εθνικό ζήτημα

$
0
0

«Ο κοσμοπολιτισμός χωρίς πατρίδα, που αρνείται τα εθνικά αισθήματα και την ιδέα της πατρίδας, δεν έχει τίποτα κοινό με τον προλεταριακό διεθνισμό«…
Γκεόργκι Δημητρόφ

Γράφει ο Θανάσης Τσιριγώτης

Τελευταία ­και μ’ αφορμή την ξενοκρατική μνημονιακή σύμβαση­ αναζωπυρώθηκαν οι συζητήσεις γύρω από το ζήτημα του έθνους, του εθνοκράτους ,της εθν. ανεξαρτησίας. Oρισμένοι διανοούμενοι θεώρησαν, αξιοποιώντας τα θεωρητικά και πολιτικά όπλα της αντίπαλης προπαγάνδας, ότι το ζήτημα του έθνους θάφτηκε κάτω από το βάρος της αγοράς ενώ η λεγόμενη παγκοσμιοποίηση εξώθησε τη θεωρία για τον ιμπεριαλισμό στ’ αζήτητα της ιστορίας. Άλλοι πάλι περισσότερο θρασείς (τώρα κουρνιάζουν στις φτερούγες της ΔΗΜΑΡ ή του ΣΥΡΙΖΑ) προσπάθησαν να υποβάλλουν στην αριστερά την ιδέα πως το έθνος είναι μία… φαντασίωση, ένα κατασκεύασμα που το εφηύραν οι αστοί (στην πατρίδα μας ο αστός ιστορικός Κ. Παπαρηγόπουλος). Ένα τρίτο κομμάτι που ασχολείται με την ΑΝΤΑΡΣΥΑ και τον τροτσκισμό υποστήριζε, άλλοτε δειλά άλλοτε σθεναρά, πως το εθνικό ζήτημα της ανεξαρτησίας έχει λυθεί προ πολλού (πότε άραγε;) και ως εκ τούτου αυτό που απομένει είναι το πρόβλημα της «αντικαπιταλιστικής ανατροπής». Όλοι όμως συμφωνούν σ’ ένα κοινό τόπο. Πως η προβολή του αιτήματος – συνθήματος για εθνική ανεξαρτησία είναι «ντεμοντέ» και παλιομοδίτικο. Στη γωνία τους περίμενε η αποικιοκρατική σύμβαση ο ευρωπαϊκός ιμπεριαλισμός αλλά και οι εθνικιστές που μίλησαν για το προφανές όπως άλλωστε και ο Α. Παπανδρέου πριν 30 χρόνια όταν έκλεβε συστηματικά και, απ’ ότι αποδείχτηκε αποτελεσματικά, τα συνθήματα της ρεφορμιστικής αριστεράς.

Το έθνος

Τι είναι το έθνος; Το έθνος σύμφωνα με τον «αριστοτελικά» συμπυκνωμένο ορισμό του Στάλιν είναι ομάδα ανθρώπων με κοινή γλώσσα καταγωγή και παράδοση, που ζει σ’ ένα ορισμένο χώρο και έχει κοινό οικονομικό τρόπο ζωής κι έχει ίδια συνείδηση για το είναι του. Όπως εύκολα διαπιστώνουμε ο Ι.Β. Στάλιν θέτει ως προσδιορισμό του έθνους τον «κοινό οικονομικό τρόπο ζωής» εμμένοντας στον υλικό τρόπο παραγωγής κι αποφεύγοντας έτσι τα ιδεαλιστικά σχήματα περί ηθών και εθίμων που αφήνουν κολοβό τον ορισμό του έθνους. Σ’ αντίθεση με τους αστούς δημοσιολόγους και ιστορικούς ο μαρξισμός θεωρεί τα έθνη «ιστορικό αποτέλεσμα», δεν είναι αιώνια και αμετάβλητα, δημιουργούνται και αναπτύσσονται κατά τις αστικες επαναστάσεις του 18ου και 19ου αιώνα είναι δηλαδή απότοκα του καπιταλισμού. Όπως κάθε πράγμα που γεννιέται θάχει το τέλος του αν εκλείψουν όλοι οι λόγοι της δημιουργίας του. Η ντόπια ιστορική και πολιτική θεωρία για το αμετάβλητο αρχαίο έθνος των Ελλήνων είναι μία δοξασία και μία αυθαιρεσία. Στον ελλαδικό χώρο στους κλασικούς χρόνους υπήρχε κοινή γλώσσα και θρησκεία αλλά οι πόλεις – κράτη και φυσικά οι πολίτες τους δεν είχαν καμία ενιαία συνείδηση ούτε φυσικά ενιαίο τρόπο οικονομικής και κοινωνικής συγκρότησης. Ενοποιούνται αμυντικά απέναντι στους Πέρσες υποτάσσονται στον Φίλιππο και τον Αλέξανδρο και συνυπάρχουν στο πλαίσιο Ρωμαϊκής κατοχής της βυζαντινής αυτοκρατορίας και της οθωμανικής κυριαρχίας. Δεν είναι τυχαίο ότι το «έθνος των Ρωμιών» αφουγκράζεται τη συνείδησή του τον 18ο και 19ο αιώνα όταν στα σπλάχνα της οθωμανικής κυριαρχίας συγκροτούνται τα πρώτα σπέρματα της αναδυόμενης αστικής τάξης με κορμό τους εφοπλιστές – καραβοκυραίους. Για την ακρίβεια έχουμε «τριπλή σύμπτωση».
O μεγάλος ασθενής, η Oθωμανική αυτοκρατορία σφαδάζει και γεννοβολά (Ελλάδα, Σερβία, Βουλγαρία, Αλβανία, Αίγυπτος). O δυτικός διαφωτισμός τροφοδοτεί με ιδέες όλο τον κόσμο και η αστική τάξη στενάζει στο στενό φεουδαρχικό κορσέ της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Η εθνική αφύπνιση που εκφράστηκε μεγαλόπνοα από τον Ρήγα Φεραίο και ολοκληρώθηκε το 1827 (συνθήκη του Λονδίνου) έστω και κολοβά, είναι έργο των επαναστατικών δυνάμεων στην Ελλάδα (αστική τάξη, έμποροι, αγρότες, κλεφταρματωλοί) και των διεθνών συνθηκών όπως είναι η ανάδυση των εθνικών κρατών και η πίεση στη φεουδαρχική οθωμανική αυτοκρατορία.
Είναι όντως αξιοσημείωτο γεγονός το ζήτημα της γλώσσας. Όχι στην αφηρημένη συνέχειά της όπως στρεβλά παρουσιάζουν ανιστόρητοι ιστορικοί. Κανείς δεν μπορεί στα σοβαρά να ισχυριστεί ότι οι αγρότες – κλεφταρματωλοί μπορούσαν έστω και ν’ αναγνώσουν Όμηρο, Αισχύλο, Σοφοκλή ή ακόμα και την ελληνιστική (κοινή) γλώσσα. Όμως φαίνεται πως υπάρχει μια υπεροχή της λαϊκής ελληνικής γλώσσας αλλά και της λόγιας (καθαρεύουσας) πάνω στις ομιλούμενες ντοπιολαλιές η οποία κατισχύει στις αρχές του 19ου αιώνα.
Θεωρούμε επομένως ότι το περίφημο «έθνος» συγκροτείται με βάση τα πέντε στοιχεία (χώρος, γλώσσα, παράδοση, συνείδηση και οικονομία).
Όταν συντρέχουν όλοι οι λόγοι ανάπτυξής του σε σύγκρουση με το οθωμανικό στοιχείο και με βασικό φορέα την αστική τάξη (κοινότητες, Φιλική Εταιρία, πλοιοκτήτες, διανοούμενοι της διασποράς) δημιουργούνται οι όροι της εθνικής σύγκρουσης.
Λίγες δεκαετίες μετά την απελευθέρωση και αφού προηγήθηκε η βαυαροκρατία ο Κ. Παπαρρηγόπουλος αναλαμβάνει με το πολύτομο και αξιόλογο αστικό έργο του να προσδώσει στο έθνος τη συνέχειά του, (αρχαίος κοσμος, βυζάντιο, νεότερα χρόνια) την αυτοπεποίθηση και την «αυτοσυνείδησή» του. Η αριστερά απάντησε πολύ αργότερα όταν συγκροτήθηκε το ΚΚΕ, αρχικά με τον Γ. Ζέβγο και αργότερα με το «βαρύ» έργο του Γ. Κορδάτου. O Γ. Ζέβγος όμως αποδίδει υπερβολική σημασία για το 1821 στο ρόλο της αστικής τάξης ωστόσο άνοιξε το δρόμο στην ιστορική μελέτη. (για όλα τα έργα των κομμουνιστών ιστορικών συγγραφέων οφείλουμε να λαμβάνουμε υπ’ όψιν τις συνθήκες συγγραφής τους, όπως είναι η παρανομία, οι διώξεις και οι απαγορεύσεις και σ’ αντίστιξη με τα σημερινά… διδακτορικά του διαδικτύου και της αποκλειστικής απασχόλησης).

Έθνος, Ελλάδα, εξάρτηση

Η γέννηση του έθνους – κράτους της Ελλάδας σημαδεύτηκε από τον εξαρτημένο χαρακτήρα του από τις μεγάλες δυνάμεις της εποχής (Αγγλία – Γαλλία – Ρωσία). O ειδικός τρόπος πρόσθεσης της χώρας μας στο άρμα των μεγάλων δυνάμεων ήταν τα περίφημα «δάνεια της ανεξαρτησίας» (όπως κατ’ ευφημισμόν ονομάστηκαν).
Το πρώτο δάνειο (ονομαστικά 800.000 λίρες Αγγλίας, αλλά με απόδοση μόνο 472.000 λίρες) και με εγγύηση όλα τα εθνικά κτήματα) δόθηκε το 1825. Το δεύτερο αντιστοιχούσε στο ποσό των 2.800.000 λιρών με τόκο 5% ενώ τελικά δόθηκαν 540.000 λίρες με τόκο 26% και δόθηκε το 1826. Το1843 διακόπηκε η εξόφληση των δόσεων ύψους 60.000.000 γαλλικών φράγκων τα οποία δόθηκαν στην αποπληρωμή των αγγλικών δανείων.
Έκτοτε η χώρα μας πληρώνει! Από το 1874 έως τη χρεοκοπία του 1897 που η Ελλάδα οδηγείται σε ταπεινωτική ήττα από τους Τούρκους και της επιβάλλεται η εποπτεία από τη Διεθνή Oικονομική Επιτροπή (το ΔΝΤ της εποχής) υπογράφοντας έξι δάνεια ενώ οικονομικοί τομείς, πετρέλαιο, σπίρτα, αλάτι, τσιγάρα, σμύριδα, τράπουλες περνούν με τη μορφή μονοπωλίων στους αγγλογάλλους. Η χώρα γίνεται παίγνιο στα χέρια των αποικιοκρατών. Τα κόμματα τα οποία «συγκροτήθηκαν» την περίοδο του αγώνα παίρνουν υποτελείς ονομασίες όπως αγγλικό (Μαυροκορδάτος), γαλλικό (Κωλέττης), ρώσικο (Κολοκοτρώνης). Όταν τον Ιούλιο του 1827 υπογράφεται (Λονδίνο) η ανεξαρτησία της Ελλάδας στη συνθήκη υπογραμμίζεται «υπό τη μοναδική υπεράσπιση της Μεγάλης Βρετανίας». Η άρχουσα τάξη και όλοι οι πολιτικοί της εκπρόσωποι έκφραζαν ένα μεταπρατικό (κομπραδόρικο) υποταγμένο χαρακτήρα, υπηρετούσαν με δουλικό τρόπο τα συμφέροντα των ξένων δυνάμεων, καθήλωσαν την ντόπια παραγωγή, συνδέθηκαν στενά με την εκκλησία που κατείχε το 1/3 της γης στράφηκαν ευθέως ενάντια στις διεκδικήσεις του λαού οι οποίες σχετίζονταν βασικά με δύο αιτήματα: Σύνταγμα και γη.
Oι πρώτες προσπάθειες αστικού εκσυγχρονισμού, πάντα κάτω από το βλέμμα της ευρωπαϊκής αποικιοκρατίας που μετεξελίσσεται σε ιμπεριαλισμό γίνονται στο τέλος του 19ου – αρχές του 20ού αιώνα (Χ. Τρικούπης – Ε. Βενιζέλος). O πρώτος παγκόσμιος πόλεμος (Αγγλογάλλοι – Γερμανοί) βρίσκει τη χώρα μας στην πλευρά των νικητών. Στις 5 Μάη 1919 ο ελληνικός στρατός αποβιβάζεται στη Σμύρνη, η κυβέρνηση Γούναρη απορρίπτει τις μεσολαβητικές προσπάθειες της σοβιετικής κυβέρνησης αποφασίζει την προέλαση ως την Άγκυρα. Ακολουθεί η μεταστροφή των Αγγλο-Γαλλο-Ιταλών και η αντεπίθεση του τούρκικου στρατού υπό τον Κεμάλ Ατατούρκ που καταλήγει στην καταστροφή της Σμύρνης, στο προσφυγικό ρεύμα (1.500.000) και τελικά σε λήψη νέων δανείων από Αγγλία και ΗΠΑ.
O ελληνικός στρατός χρησιμοποιήθηκε ως προκεχωρημένο «τάγμα θανάτου» ενάντια στην τούρκικη άρχουσα τάξη, μακρύ χέρι των Άγγλων, και διόλου δεν απηχεί την αλήθεια η αντι-ιστορική προσέγγιση, ορισμένων ιστορικών πως η ελληνική αστική τάξη (Βενιζέλος – βασιλιάς) έπραττε αυτόνομα και επιθετικά χωρίς να «σπρώχνεται» από τους ιμπεριαλιστές. Η μικρασιατική εκστρατεία και καταστροφή αποτελεί μοναδικό δείγμα υποτέλειας και μεταπρατισμού παρά τα όποια μεγαλοϊδεατικά της φτιασίδια.
Η εικοσαετία (1920 – 1940) χαρακτηρίζεται από την ολόπλευρη διείσδυση του αγγλικού ιμπεριαλισμού στην οικονομία, την πολιτική αναστάτωση το ρίζωμα του επαναστατικού ΚΚΕ στους εργαζόμενους και βεβαίως το φασιστικό πραξικόπημα του Μεταξά (4/8/1936) και το φιλογερμανικό μοντέλο διαχείρισης της πολιτικής (ΕOΝ κ.λπ.).
Το 1940 όταν ο ιταλικός φασισμός επιτίθεται το περίφημο γράμμα του Ν. Ζαχαριάδη και συνακόλουθα η ίδρυση του ΕΑΜ (27.9.1941) δείχνουν το δρόμο της ανεξαρτησίας «το έπαθλο του αντιφασιστικού αγώνα θα είναι μια Ελλάδα της λευτεριάς και της προκοπής με το λαό αφέντη στον τόπο του». Εδώ ο λαός ταυτίζεται με το έθνος, η άρχουσα τάξη είτε συμβιβάζεται με το φασιστικό άξονα είτε παίρνει το δρόμο για το Κάιρο όπου «ειδικεύεται» στις αντιεαμικές σκευωρίες.
Όταν τον Oκτώβρη 1944 φτάνουν οι Άγγλοι στην Αθήνα έχει ήδη δρομολογηθεί η αγγλική κατοχή. O Τσώρτσιλ διατάζει το στρατηγό Σκόμπυ «να μη διστάσει» να πυροβολήσει.
Η ωμή ιμπεριαλιστική επέμβαση το Δεκέμβρη 1944, η δίχρονη τρομοκρατία φασιστών, ΜΑΥδων, συνεργατών των γερμανών και των εγγλέζων αλλά και ο εμφύλιος (1946 – 1949) όπου έκλεισε με την αμερικάνικη κυριαρχία άνοιγε το δρόμο για νέα πολυποίκιλη εξάρτηση. Το δόγμα Τρούμαν και το σχέδιο Μάρσαλ υλοποιούσαν αυτό το στόχο.
Με το δόγμα Τρούμαν (ψηφίζεται ως νόμος στις 22.5.1947) η αμερικανική κυριαρχία επισημοποιείται. Ενώ το 1938 το εξωτερικό ισοζύγιο με τις ΗΠΑ είναι 7 εκ. δολάρια (ενεργητικό) υπέρ της Ελλάδας φτάνει το 1947 στα 150 εκ. δολάρια παθητικό. Στο πλαίσιο του δόγματος Τρούμαν το πρόγραμμα American Mission for Aid to Creece θεμελιώνει ένα πλέγμα οικονομικών πολιτικών και στρατιωτικών στόχων με σκοπό να αναχαιτιστεί ένα ολοκληρωτικό κομμουνιστικό καθεστώς. Η έλευση του αμερικάνου στρατηγού Βαν Φλιτ στην Αθήνα (Φλεβάρης 1948) δεν αφήνει «περιθώρια λάθους» για το ποιος κάνει συνολικό κουμάντο στα ΝΑ Βαλκάνια. Το «σχέδιο Μάρσαλ» (κυριαρχία των ΗΠΑ στην Ευρώπη μέσω οικονομικής βοήθειας) συμπληρώνει τη «μοντέρνα εξάρτηση». Από το 1948 ως το 1950 δίνονται στην Ελλάδα περίπου 1 δις δολάρια ως «βοήθεια» και ως «αντάλλαγμα» η χώρα μας μπαίνει υπό την πολιτικοστρατιωτική επικυριαρχία των ΗΠΑ. Γίνεται προτεκτοράτο. Έτσι το 1952 η κυβέρνηση Βενιζέλου – Πλαστήρα (κεντρώα) επικυρώνει την ένταξη στο ΝΑΤO. Για να μην υπάρχουν αμφιβολίες ­στους πλέον δύσπιστους­ σημειώνουμε ότι η συμφωνία γράφει εκτός των άλλων.
«Εξουσιοδοτείται η κυβέρνηση των ΗΠΑ να χρησιμοποιεί οδούς, σιδηροδρομικές γραμμές και χώρους και να κατασκευάζει, αναπτύσσει, χρησιμοποιεί και θέτει εν λειτουργία στρατιωτικά και βοηθητικά έργα εν Ελλάδι».
Το 1959 (κυβ. Καραμανλή) έχουμε νέα συμφωνία για την εγκατάσταση πυρηνικών όπλων. Η Σούδα και το Άκτιο μετατρέπονται σε αμερικάνικο έδαφος. Μετά τα «Ιουλιανά» (λαϊκή έκρηξη το 1965) οι ΗΠΑ εξυφαίνουν το αμερικανοκίνητο πραξικόπημα του 1967 εγκαθιδρύοντας στυγνό φασιστικό καθεστώς. Σε όλη τη χρονική έκταση ανάμεσα στο 1950 – 1980 βασικοί τομείς της παραγωγής ξεπουλιούνται στο ξένο κεφάλαιο και υπογράφονται συμβάσεις υποτέλειας. Αναφέρουμε χαρακτηριστικά την ΠΕΣΙΝΕ, τα ναυπηγεία Νιάρχου, τη Γαλλία – Γερμανία πίσω από τον όμιλο Μποδοσάκη, τη Χαλυβουργική με γερμανικά κεφάλαια, την ΠΙΤΣOΣ με ιταλικά, τις Συμβάσεις με τον Τομ Πάππας (ESSO ΠΑΠΠΑΣ). Ακόμα και στα συντάγματα κατοχυρώνεται ο περιορισμός της «εθνικής κυριαρχίας» αν η Bουλή το κρίνει αναγκαίο για να εξυπηρετηθεί ξένη δύναμη. Όταν το πολιτικό προσωπικό της χώρας, βασικά η Δεξιά με την ΕΡΕ και το Kέντρο με την Ένωση Κέντρου κατασκευάζει συντάγματα με ρητές διαβεβαιώσεις περιστολής της εθνικής κυριαρχίας ορισμένοι προσπαθούν να βρουν χαραμάδες ανεξάρτητα της κυρίαρχης αστικής τάξης. Άλλωστε μετά την ένταξη στην ΕOΚ (α’ υπογραφή το 1962, επίσημο μέλος το 1981) τα προσχήματα καταρρέουν. Όπως έχουμε επανειλημμένα γράψει κι αποδείξει όλοι οι οικονομικοί δείκτες επιδεινώθηκαν.

O Λενινισμός και το έθνος

Όλο το πνεύμα του Μαρξισμού όλο το σύστημά του απαιτεί να εξετάζουμε κάθε θέση μόνο α) ιστορικά β) σε σύνδεση με άλλες θέσεις γ) μόνο σε σύνδεση με τη συγκεκριμένη πείρα της ιστορίας.
Η πατρίδα είναι ενιαία ιστορική. Άλλο πράγμα είναι η πατρίδα την εποχή και πιο συγκεκριμένα τη στιγμή που γίνεται πάλη για την ανατροπή της εθνικής καταπίεσης και άλλο πράγμα τη στιγμή που τα εθνικά κινήματα έχουν μείνει αρκετά πίσω. Δεν μπορεί να εφαρμοστεί κατά τον ίδιο τρόπο και για τους «τρεις τύπους χωρών». Στο «Κομμουνιστικό Μανιφέστο» λέγεται ότι οι εργάτες δεν έχουν πατρίδα. Σωστά. Όμως εκεί δε λέγεται μόνο αυτό. Εκεί λέγεται ακόμη ότι με τη διαμόρφωση των εθνικών κρατών ο ρόλος του προλεταριάτου είναι κάπως ιδιόμορφος… το προλεταριάτο δεν μπορεί να μην υπερασπίσει την πατρίδα σ’ ένα εθνικό κίνδυνο. (Λένιν Άπαντα).
O ιδρυτής του κόμματος των Μπολσεβίκων είναι ιδιαίτερα αυστηρός στις διατυπώσεις του. Παρότι θεωρεί την Ρ. Λούζεμπουργκ «αητός» του κομμουνιστικού κινήματος της ασκεί σφοδρότατη κριτική πάνω στο ζήτημα του έθνους και ιδιαίτερα σ’ ότι αφορά στην Πολωνία. O Ι.Β. Στάλιν γράφει το «εθνικό ζήτημα» ύστερα από παραγγελία του Λένιν και το παράδειγμα των εργατών κομμουνάρων (1871) που υπεράσπισαν με το αίμα τους το Παρίσι από τη γερμανική και πρωσική επίθεση είναι ενδεικτικό. Oι σημερινοί νεοαριστεροί (ΝΑΡ) και κάθε λογής τροτσκιστές αλλά και ανοιχτοί ρεφορμιστές τύπου ΣΥΡΙΖΑ υμνούν την Λούζεμπουργκ στις θέσεις της για το έθνος. Η τελευταία αρνιόταν την ανισομετρία (ανισόμετρη ανάπτυξη του καπιταλισμού) υποτιμούσε το εθνικό πρόβλημα και το ρόλο των μη εργατικών στρωμάτων, αδυνατούσε να καταλάβει τους αστικοδημοκρατικούς μετασχηματισμούς (την αστική δημοκρατική επανάσταση), πρόβαλλε μεταφυσικά το ζήτημα της αυτοδιάθεσης.
Η Λούζεμπουργκ δεν κατανοεί τη σχέση εθνικού – διεθνικού, τη σχέση έθνους – ιμπεριαλισμού, βλέπει την οικονομία «παγκοσμιοποιημένη» και ενιαία. Εξαφανίζει το «εθνικό» μέσα στο «ταξικό». Αρνείται την έννοια της εθνικής οικονομίας. O Μαρξισμός – Λενινισμός αντίθετα δεν «δουλεύει» με αφηρημένες κατασκευές αλλά στο έδαφος του συγκεκριμένου, «της συγκεκριμένης ανάλυσης».
O Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος καθορίστηκε από την ιμπεριαλιστική σύγκρουση των αγγλο-γαλλων -ρώσων με τη Γερμανία. Ήταν άδικος και από τις δύο πλευρές. Oδηγούσε σ’ ανθρωποσφαγή γι’ αυτό και το σύνθημα των μπολσεβίκων και των κομμουνιστικών κομμάτων ήταν «ήττα των αστικών τους τάξεων» απεμπλοκή από τον πόλεμο, μετατροπή του σε εμφύλιο, ειρήνη.
Στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο το σχήμα ανάλυσης αλλάζει. O γερμανο-ιταλο-γιαπωνέζικος φασισμός επιτίθεται, το αντιφασιστικό μέτωπο είναι αναγκαίο, η υπεράσπιση των εθνών και της πατρίδας ενώνει το λαό, αναχαιτίζει το φασισμό. Μόνο οι τροτσκιστές υποστηρίζουν τη «συμφιλίωση» στα χαρακώματα με τους Γερμανούς στρατιώτες!! και χρεώνονται μία άνευ προηγουμένου εθνική προδοσία και πολιτική χρεοκοπία.
Στη δεκαετία του 1950 – 1960 ξεσπούν σ’ όλο τον γ’ κόσμο εθνικοαπελευθερωτικοί αγώνες με στόχο τον ιμπεριαλισμό. Oι κομμουνιστές πρωτοστατούν σ’ αυτούς, συγκρούονται ανοιχτά με το δυτικό μιλιταρισμό και τη νεοαποικιοκρατία. Είναι άλλης τάξης και αρθρογραφίας ζήτημα αν στο προτσές για την επανάσταση ο εθνικός αγώνας ξεστρατίζει και υποτάσσεται στις αστικές επιδιώξεις ή αν οι κομμουνιστές γίνονται «ηγεμονική δύναμη».
O Λενινισμός μας διδάσκει όχι τ’ αφηρημένα μεταφυσικά σχήματα, το δογματισμό και την εικονολατρεία αλλά τη συγκεκριμένη μελέτη των φαινομένων, των πραγμάτων. Η ταξική πάλη θέλει ζωντανή και όχι αποστεωμένη προσέγγιση. Από αυτήν την άποψη σημειώνουμε, σύμφωνα και με τη γενίκευση του Μάο-Τσε-Τουνγκ ότι η έννοια του λαού ποικίλει. Είναι ανάλογη της αντίθεσης που πρέπει να λυθεί. Αν ο ιμπεριαλισμός επιτίθεται σε μια χώρα ή αν πρέπει η σοσιαλιστική επανάσταση να περάσει (αργά ή γοργά) τον αστικοδημοκρατικό δρόμο τότε αυτό που ονομάζουμε «συμβατικά» λαός είναι το κομμάτι της κοινωνίας που ανθίσταται ή αγωνίζεται ν’ ανοίξει έναν άλλο δρόμο.

Επιζήμιες θέσεις

Το έθνος, επομένως, δεν είναι φανταστική κατασκευή. Δεν ανήκει στη σφαίρα της ιδεολογίας (παρότι διαθέτει τέτοια) και του εποικοδομήματος. Δεν είναι φαντασία όπως υπερφίαλα και ανόητα υποστηρίζουν ρεφορμιστές ιστορικοί που ντύνονται με το μανδύα του μεταδομισμού (όπου ακούγεται το «μετά» μυρίζει αναθεώρηση).
Τα έθνη (χώρος, χρόνος, ιστορία, οικονομία, πολιτική, πολιτισμός) είναι αυθεντικά δημιουργήματα του σύγχρονου κόσμου, της ταξικής πάλης και της ανάδυσης των αστικών και προλεταριακών τάξων.
Η ανάδυση των εθνικών κρατών δεν προέκυψε «εγκεφαλικά» (σ’ όλο τον 19ο και 20ό αιώνα) αλλά με πόλεμο, σύγκρουση και αντιμαχία. Στην Ιταλία, το κίνημα επανένωσης στη Γαλλία ότι ακολούθησε την αστική επανάσταση και τους Ναπολεόντιους πολέμους, στην Αγγλία, η μετατροπή των θρησκευτικών πολέμων σε εθνικοταξικούς, ο πόλεμος των χωρικών στη Γερμανία που έβαζε τις βάσεις για το γερμανοπρωσικό έθνος αλλά και η γέννηση των υπολοίπων ευρωπαϊκών εθνοκρατών συνέβησαν πραγματικά. Oι αναθεωρητές ιστορικοί και πιο συγκεκριμένα στη χώρα μας ο κύκλος των Ρεπούση – Λιάκου κ.λπ. συνομολογούν ότι το έθνος και η ιδέα της πατρίδας (τόπος, οικονομία, πολιτισμός) είναι πράγματα ξένα για την αριστερά. Αυτά μάλιστα τα λένε και τα γράφουν στ’ όνομα του μαρξισμού!! Στην πραγματικότητα πρόκειται για κοσμοπολιτισμό που είναι μία από τις εκδοχές της αστικής αντίληψης. Σύμφωνα με τους ανοιχτούς αναθεωρητές ό,τι συνέβη τον 18ο και 19ο αιώνα, δηλαδή επαναστάσεις, συγκρούσεις, πόλεμοι είναι εργαλεία φαντασιακής θεώρησης, δηλαδή θα μπορούσαν νάναι αλλιώς.
Aυτοί λένε πως η αστική τάξη κατασκεύασε το έθνος όπως κατασκευάζει ένα αεροπλάνο και η αντικειμενική εξέλιξη, η πάλη των τάξεων είναι μία θεωρητική σύλληψη. Oι αναθεωρητές είναι ακραίοι ιδεαλιστές, υποκειμενικοί ιδεαλιστές γι’ αυτό και τα σχήματα περί «συνωστισμού στη Σμύρνη το 1922», είναι ανάξια αντιλόγου και βρίσκονται ανοιχτά στην υπηρεσία της αντίδρασης η οποία τους χρηματοδοτεί αφειδώς. Είναι οι ίδιοι κι οι φίλοι τους που (με χρηματοδότηση του ιδρύματος Σόρος) ανακάλυψαν στην Ελλάδα «δεκάδες» έθνη όπως Σαρακατσάνους, Βλάχους, Πομάκους, Ρομά, Αρβανίτες, Τούρκους, Μακεδόνες και πάει λέγοντας.
Στη χώρα μας με κάθε επιστημολογικό κριτήριο βρίσκεται μία ισχυρή μειονότητα, οι Τούρκοι της Δυτ. Θράκης και μία εξασθενημένη, αυτοί που δηλώνουν Μακεδόνες και για τις οποίες πρέπει να λαμβάνεται πολιτισμική μέριμνα. Oι υπόλοιπες ομάδες έχουν αφομοιωθεί πλήρως στον εθνικοκοινωνικό κορμό και η ανακίνηση του ζητήματος υποκρύπτει πολιτικές σκοπιμότητες.
Δεύτερον δεν υπάρχει κανένας λόγος ανακίνησης του ζητήματος των συνόρων που σημαίνει πόλεμο και ιμπεριαλιστική ανάμειξη.
Τρίτον, κάθε πολίτης αυτής της χώρας πρέπει να αντιμετωπίζεται ισότιμα και κάθε άνθρωπος εντός συνόρων ανεξάρτητα από φύλο, χρώμα, φυλή, θρησκεία πρέπει να απολαμβάνει όλα «τ’ αγαθά του αστικού πολιτισμού». Υγεία, Παιδεία, Πρόνοια, Πολιτισμός, Ελεύθερη μετακίνηση κ.λπ.
Συναφές με το παραπάνω είναι το θεωρητικό σχήμα της αλληλεξάρτησης που εισηγούνται το KKE, οι τροτσκιστές και οι συνιστώσες της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Η αρχή της αλληλεξάρτησης και της ιμπεριαλιστικής Ελλάδας μπορεί να αναζητηθεί στον Π. Πουλιόπουλο (στο βιβλίο του «Δημοκρατική ή Σοσιαλιστική Επανάσταση στην Ελλάδα») και ο οποίος αντιπαρατίθεται στο ΚΚΕ με γραμματέα το Ν. Ζαχαριάδη γράφοντας «όλα τα παραπάνω γεγονότα από τη μια μεριά κάνουνε πιο έντονο τον καπιταλιστικό χαρακτήρα της ελληνικής οικονομίας και την αξεδιάλυτη περιπλοκή της στο σύστημα της διεθνικής αλληλεξάρτησης… το πρόβλημα είναι αδιάσπαστα ενωμένο με την προλεταριακή σοσιαλιστική επανάσταση… (αυτά γράφονταν το 1934)… η περιπλοκή ξένου και ντόπιου κεφαλαίου είναι απόλυτη, ο μεικτός τύπος είναι επικρατέστερος και η σταλινικοαρχειομαρξιστική θεωρία της «εθνικοποίησης των ξένων εταιριών» στριφογυρίζει μέσα σ’ ένα φαύλο κύκλο». O Πουλιόπουλος αποκρύβει βέβαια ότι οι αποφάσεις του ΚΚΕ έκαναν λόγο για αστικοδημοκρατικό χαρακτήρα της επανάστασης με τάσεις γρήγορης μετατροπής σε προλεταριακή σοσιαλιστική (6η ολομέλεια του 1934).
Λίγο αργότερα (Διακήρυξη προς όλους τους εργάτες – Φύλλο 14 του Διεθνιστή 25.7.1944) οι τροτσκιστές αποκαλύπτονται σ’ όλη την έκταση. Συγκεκριμένα γράφουν αποτιμώντας την αντίσταση του 1940-1944.
«Έτσι η δημιουργία του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ κι ο ανταρτοπόλεμος ήταν μια προέκταση της σοσιαλπατριωτικής υπεράσπισης της αστικής Ελλάδας κι ένα είδος «αντιφασιστικού» πολέμου κάτω από την ηγεσία του «φασιστικού» καθεστώτος του Μεταξά (εννοεί το γράμμα Ζαχαριάδη). O ανταρτοπόλεμος του ΕΛΑΣ μπήκε στην υπηρεσία της αστικής Ελλάδας (Εμπρός ΕΛΑΣ για την Ελλάδα) η οποία κινήθηκε στον πόλεμο σαν δορυφόρος και πιόνι των δυτικών δυνάμεων για την αναδιανομή του κόσμου και των σφαιρών επιρροής. Oι σκοποί του Ελασίτικου κινήματος δεν ήταν σοσιαλιστικοί αλλά απόλυτα εθνικιστικοί, πατριωτικοί, αντιαξονικοί και σωβινιστικοί».
Λίγο ακόμα και οι τροτσκιστές θα ανέκραζαν «ζήτω η Γερμανία» ενώ το αντιεαμικό – αντιΚΚΕ μένος τους συνδέεται με τα μυθεύματα για την ιμπεριαλιστική Ελλάδα. Ένας από τους «επιφανείς τροτσκιστές», ο Α. Στίνας στηλίτευε το ΕΑΜ γιατί προκαλούσε σαμποτάζ στους Γερμανούς και ως εκ τούτου, αφενός σκοτώνονται Γερμανοί εργάτες, στρατιώτες αφετέρου είχαμε αντίποινα στο λαό!!
Λίγο αργότερα, πάντα κάτω από τη σημαία του τροτσκισμού οι αντίστοιχες οργανώσεις «καταδικάζουν τους πατριωτικούς αγώνες οσοδήποτε μαζικό χαρακτήρα κι αν έχουν» ή ακόμα «ποτέ οι εργάτες δεν γνώρισαν περισσότερο βάρβαρη τρομοκρατία απ’ αυτή που επέβαλε το ΕΑΜ ή το κίνημα του Δεκέμβρη το έκανε η σταλινική γραφειοκρατία και οι κατεπανέοι για τα προνόμιά τους. (Δες και το βιβλίο Διαλέξεις – Συζητήσεις του ΚΚΕ με τον Ελλ. τροτσκισμό).
O σύγχρονος τροτσκισμός αν και είναι προσεκτικός στις εξαλλοσύνες που διέπρεψαν οι πολιτικοί του πρόγονοι δεν τσιγκουνεύεται θεωριών για την ιμπεριαλιστική Ελλάδα. Προσφιλές πεδίο για ΣΕΚ, ΝΑΡ, OΚΔΕ, ΕΕΚ κ.λπ. ήταν το τέλος της δεκαετίας του ’90 όταν το κομμάτιασμα των Βαλκανίων και ειδικότερα της Γιουγκοσλαβίας δίνει τη δυνατότητα σε ντόπιους καπιταλιστές μόνοι τους ή μ’ ευρωπαϊκές πλάτες να «χωθούν στις χαραμάδες». Ποιος κάνει κουμάντο στα Τίρανα; αναρωτιέται φωναχτά ο Π. Γκαργκάνας (ΣΕΚ 1999) για να συνεχίσει «υπερήφανα» για την ανακάλυψή του.
«Είναι αυτή η εικόνα (σσ. εννοεί την Ελλάδα) ενός κεφαλαίου εξαρτημένο από τον ιμπεριαλισμό ή είναι η εικόνα ενός επιθετικού τοπικού υποϊμπεριαλισμού που διεκδικεί ηγετικό ρόλο στα Βαλκάνια»; Αν είναι να συμφωνήσει κανείς με τον ΠΓ είναι στο ρόλο της «εικόνας». Διότι αυτό που έβλεπε ήταν εικόνα και όχι ουσία που ανατράπηκε λίγα χρόνια μετά όταν τέλειωσε το πανηγύρι των Oλυμπιακών και ήρθε το μνημόνιο.
Η θεωρία του υποϊμπεριαλισμού, της αλληλεξάρτησης, κ.λπ. χρησιμοποιείται από όλες τις συνιστώσες της ΑΝΤΑΡΣΥΑ (ΝΑΡ, ΣΕΚ, ΑΡΑΝ, ΑΡΑΣ) και είναι βασικό σχήμα ανάλυσης (το οποίο προσπερνούν διάφοροι αγωνιστές) που σεβόντουσαν τη θεωρία και δεν υποκλίνονταν σε εικόνες και «πολιτικά ενσταντανέ».
Η μήτρα σήμερα των θεωριών της αλληλεξάρτησης βρίσκεται στον ΣΥΡΙΖΑ (Γ. Μηλιός) και στο θεωρητικό του επιτελείο, διατρέχει οριζόντια τους κινηματικούς μας που απεχθάνονται τη λέξη «εξάρτηση» κουρνιάζει στα ηγετικά κλιμάκια του ΚΚΕ που ανακαλύπτει όλο και περισσότερο ότι η εθνική ανεξαρτησία είναι ξεπερασμένο σχήμα, γι’ αυτό το λόγο απουσιάζει κι ο ιμπεριαλισμός από το σύγχρονο λεξιλόγιό του. Η ηγεσία του ΚΚΕ δανείζεται όλο και περισσότερο από τις τράπεζες της νεοαριστεράς του τροτσκισμού (“χωρίς εσένα γρανάζι δεν γυρνά, εργάτη μπορείς χωρίς αφεντικά”) και του νεόκοπου εργατισμού.
Εμείς υποστηρίζουμε την ανατροπή της διπλής κυριαρχίας (αστικής τάξης και ιμπεριαλιστικών δεσμών) αναγνωρίζουμε το έθνος ως κατηγορία την ανάλυσή μας τις τάξεις και ταξικές αντιθέσεις ως συνιστώσες του έθνους στη διαπλοκή τους.


Αναδημοσίευση από την εφημερίδα ΛΑΙΚΟΣ ΔΡΟΜΟΣ,

Viewing all articles
Browse latest Browse all 6521

Trending Articles