Η στυγερή δολοφονία της Τζο Κοξ θα έχει σημαντικές επιπτώσεις στο βρετανικό δημοψήφισμα. Οι υπέρμαχοι του Remain υπολογίζουν σε μεταστροφή του εκλογικού σώματος προς όφελός τους. Tο τελικό αποτέλεσμα όμως δεν είναι καθόλου βέβαιο γιατί το δημοψήφισμα έχει προκαλέσει βαθύτατη ταξική αναταραχή στη Βρετανία.
Το ταξικό ρήγμα
Μια έντονη διαμάχη αναμφίβολα υπάρχει ανάμεσα στους έχοντες και κατέχοντες, με το πλειοψηφικό κομμάτι να θέλει την παραμονή και το μειοψηφικό την έξοδο, το καθένα για τα δικά του συμφέροντα. Η διάσπαση είναι ορατή μέσα στο Συντηρητικό Κόμμα, αλλά από μόνη της δεν θα αρκούσε ποτέ για να προκαλέσει γενικευμένη κοινωνική αναταραχή. Το δημοψήφισμα έφερε στην επιφάνεια ένα πολύ βαθύτερο κοινωνικό ρήγμα.
Συγκεκριμένα, η πλειοψηφία των λαϊκών και εργατικών στρωμάτων στη Βρετανία – ιδίως στην Αγγλία – έχει ταχθεί υπέρ της εξόδου. Αλλά δυστυχώς τα πολιτικά οφέλη τα έχει δρέψει μια σκληρή Δεξιά, ακόμη πιο νεοφιλελεύθερη από αυτή που κυβερνάει, η οποία στρέφεται κατά των μεταναστών. Τα αίτια αυτών των σύνθετων και αντιφατικών εξελίξεων απαιτούν προσεκτική ανάλυση.
Η Βρετανία έχει ζήσει σε καθεστώς μόνιμης λιτότητας στα χρόνια που ακολούθησαν τη γιγαντιαία κρίση του 2008-9. Το λαϊκό στοιχείο αντιμετωπίζει συνεχή πίεση στους μισθούς, ανασφάλεια, κακές νέες θέσεις εργασίας, περικοπές στην κοινωνική πρόνοια, στεγαστική κρίση στο Λονδίνο, έλλειψη προοπτικής για τη νεολαία. Υπάρχει διάχυτη αίσθηση κοινωνικής αδικίας και ατιμωρησίας για τους υπεύθυνους της κρίσης. Τα λαϊκά στρώματα θεωρούν ότι το πολιτικό σύστημα, οι μεγάλες τράπεζες και επιχειρήσεις, καθώς και μια κάστα προνομιούχων, κυβερνούν χωρίς να δίνουν λόγο σε κανένα.
Εξίσου σημαντικό είναι ότι κατά τη δεκαετία του 2000 εκτοξεύτηκε η μετανάστευση, με τις καθαρές εισροές να τριπλασιάζονται. Οι πλειοψηφία των νεοφερμένων ήρθε από χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Τα λαϊκά στρώματα αισθάνονται ότι ποτέ δεν κλήθηκαν να εκφράσουν τη γνώμη τους για την πολιτική αυτή. Με δεδομένη την τεράστια πίεση στις δομές κοινωνικής πρόνοιας που ήδη υπάρχει λόγω της λιτότητας, η κατάσταση έχει γίνει εκρηκτική κατά μήκος και πλάτος της χώρας.
Οι προνομιούχοι απαιτούν παραμονή στην ΕΕ
Το δημοψήφισμα έφερε στην επιφάνεια ακριβώς αυτές τις αντιθέσεις, κάτι που προκάλεσε η ίδια η πλευρά του Remain. Για να στηρίξει τις θέσεις της, κινητοποίησε μια στρατιά μεγάλων επιχειρηματιών, τραπεζιτών, γραφειοκρατών και άλλων που άρχισαν να απειλούν τους ψηφοφόρους με τους υποτιθέμενους κινδύνους της εξόδου για την οικονομία, το Σίτι του Λονδίνου, την ασφάλεια, στο σύστημα υγείας και πολλά άλλα. Από κοντά και τα στρώματα της ανώτερης μεσαίας τάξης, τα οποία συχνά έχουν άμεση επαγγελματική σύνδεση με τους μηχανισμούς της ΕΕ και δε μπορούν να διανοηθούν ότι ίσως μείνουν μόνοι στο νησί με τους «άπλυτους».
Για τα λαϊκά στρώματα το συμπέρασμα προέκυψε αβίαστα: οι κερδισμένοι από τις άδικες πολιτικές των τελευταίων χρόνων επιθυμούν διακαώς την παραμονή της χώρας στην ΕΕ. Άρα το δικό τους συμφέρον είναι το αντίθετο. Όσο πιο πολλές εξωπραγματικές απειλές χρησιμοποίησε ο Πρωθυπουργός, ή ο Υπουργός των Οικονομικών, τόσο πιο πολύ αντέδρασε το λαϊκό στοιχείο. Όταν μπήκαν στο χορό και οι ηγέτες της ΕΕ, με τον ανεκδιήγητο Τουσκ να ισχυρίζεται ότι η έξοδος θα φέρει το τέλος του Δυτικού Πολιτικού Πολιτισμού (!), η αντίδραση άρχισε να παίρνει διαστάσεις χιονοστιβάδας. Εξαπλώθηκε η αίσθηση ότι πρέπει να «πάρουμε τη χώρα μας πίσω».
Τα πολιτικά κέρδη στην ακραία νεοφιλελεύθερη Δεξιά
Δυστυχώς ο κερδισμένος από τη λαϊκή αγανάκτηση είναι η σκληρή δεξιά πτέρυγα του Συντηρητικού Κόμματος, υπό την ηγεσία του Μπόρις Τζόνσον και του Μάικλ Γκόουβ, όπως και το ακροδεξιό κομμάτι του πολιτικού φάσματος, υπό τον Νάιτζελ Φάρατζ. Απαιτώντας ελέγχους για το «πρόβλημα της μετανάστευσης», ισχυριζόμενοι ότι η έξοδος θα φέρει οικονομική ανάπτυξη και απορρίπτοντας τη «γραφειοκρατία των Βρυξελλών» έχουν αναδειχθεί σε εκφραστές της λαϊκής αντίδρασης.
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι το στρατόπεδο του Brexit είναι ακραία νεοφιλελεύθερο. Το πρόγραμμά του είναι να περιορίσει κι άλλο τα εργατικά δικαιώματα, να επιβάλλει περαιτέρω απορρύθμιση των αγορών και παράλληλα να ενισχύσει το εθνικό κράτος. Πρόκειται για μια λαϊκή Δεξιά με σύγχρονα βρετανικά χαρακτηριστικά. Η πραγματική κοινωνική της στήριξη πηγάζει από το μειοψηφικό τμήμα των εχόντων και κατεχόντων που επιδιώκουν την έξοδο για να εμπορευτούν περισσότερο με χώρες εκτός ΕΕ και να περιορίσουν κι άλλο τα εργατικά δικαιώματα. Πηγάζει επίσης από τα μικρομεσαία στρώματα που νομίζουν ότι η απάντηση στην οικονομική δυστοκία των τελευταίων χρόνων είναι μια συντηρητική εθνική πολιτική.
Ακριβώς για τους λόγους αυτούς τα οργανωμένα συνδικάτα – τα οποία στη Βρετανία είναι αυθεντικοί εκφραστές του εργατικού στοιχείου – έχουν τοποθετηθεί στη μεγάλη τους πλειοψηφία κατά του Brexit. Πιστεύουν ότι εκτός ΕΕ και με κυβέρνηση των σκληρών Συντηρητικών το νομικό καθεστώς της απασχόλησης, των μισθολογικών συμβάσεων και των συνθηκών εργασίας θα τεθεί υπό ευθεία απειλή.
Η ευθύνη του Εργατικού Κόμματος
Πρόκειται για μια εξαιρετικά προβληματική πολιτική εξέλιξη: η σκληρή Δεξιά καρπώνεται τη δικαιολογημένη αγανάκτηση των λαϊκών στρωμάτων και γίνεται εκφραστής της απόρριψης της ΕΕ. Η κύρια ευθύνη ανήκει στο Εργατικό Κόμμα, το οποίο ιστορικά είχε μια ισχυρότατη αριστερή πτέρυγα που ήταν κατά της ΕΕ. Η κυριαρχία του Θατσερισμού και ιδίως η περίοδος του Τόνι Μπλερ εκμηδένισαν αυτή την παράδοση. Η ξαφνική αναρρίχηση του Τζέρεμι Κόρμπυν στην ηγεσία, εκφράζοντας ακριβώς την λαϊκή απογοήτευση για την κατάσταση της χώρας, έφερε εκατοντάδες χιλιάδες νέα μέλη στο Εργατικό Κόμμα με έντονα κριτική στάση προς την ΕΕ. Επανεμφανίστηκε μια αριστερή πτέρυγα κυριολεκτικά από το τίποτε. Αν ο Κόρμπυν είχε προσφέρει μια αυθεντικά ριζοσπαστική πρόταση στη χώρα, με ξεκάθαρα κριτική θέση προς την ΕΕ, η πολιτική κατάσταση της Βρετανίας σήμερα θα ήταν πολύ διαφορετική.
Δυστυχώς ο Κόρμπυν τοποθετήθηκε αμέσως υπέρ του Remain, πιστεύοντας ότι το αποτέλεσμα ήταν προδιαγεγραμμένο και νομίζοντας ότι θα εκμεταλλευόταν την εμφύλια διαμάχη των Συντηρητικών. Το Εργατικό Κόμμα διακίνησε ακόμη και ασυνάρτητες πολιτικές φιλολογίες – ελληνικής κοπής – περί «εκδημοκρατισμού της ΕΕ» νομίζοντας ότι έτσι καλύπτει τα νώτα του. Το αποτέλεσμα ήταν ένα τεράστιο πολιτικό πρόβλημα δεδομένου ότι η πλειοψηφία των ψηφοφόρων του δεν θέλει καν να ακούσει για την ΕΕ.
Η ΕΕ, η ΟΝΕ και η βρετανική έξοδος
Είναι περιττό να ειπωθεί ότι το βρετανικό δημοψήφισμα είναι καθοριστικό για το μέλλον της ΕΕ. Ιστορικά η Βρετανία πάντα λειτούργησε ως «εξωτερικός» παράγων στην Ευρώπη, το ψύχραιμο θαλάσσιο αντίβαρο στις φαντασιώσεις των ηπειρωτικών δυνάμεων.
Η απορριπτική στάση του βρετανικού λαού και μεγάλου τμήματος της άρχουσας τάξης του προς την ΕΕ φέρει βαθύτατο συμβολισμό, αν μάλιστα ληφθεί υπόψη ότι η μεγάλη πλειοψηφία είχε ταχθεί υπέρ της ένταξης το 1973. Επιβεβαιώνει την αποτυχία της ΕΕ μετά τη συνθήκη του Μάαστριχτ το 1992. Όποιος ακούει τη φωνή της ιστορίας αντιλαμβάνεται ότι η ιδέα της ομοσπονδιακής Ευρώπης τελείωσε.
Ο κύριος παράγων της αποτυχίας της ΕΕ είναι φυσικά ο ζουρλομανδύας του ευρώ. Η Βρετανία για καλή της τύχη δεν ανήκει στην ΟΝΕ, αλλά ο βρετανικός λαός παρακολούθησε στενά την επιβολή αυταρχικής λιτότητας μετά το 2010 στην Ελλάδα και αλλού, όπως και την παράκαμψη της δημοκρατίας. Δεν έχει ψευδαισθήσεις για τις επιπτώσεις που έχει η απώλεια κυριαρχίας στην οικονομία και την κοινωνία του. Βλέπει ότι το κοινό νόμισμα υπέσκαψε την αλληλεγγύη ανάμεσα στους ευρωπαϊκούς λαούς στον Μεταπόλεμο.
Η ΟΝΕ είναι πλέον η σπονδυλική στήλη της ΕΕ, το σημείο αναφοράς των θεσμικών μηχανισμών και το υπόβαθρο της οικονομικής πολιτικής. Η έξοδος από την ΟΝΕ δεν έχει προβλεφθεί θεσμικά και θα απαιτούσε άμεσα μέτρα παρέμβασης για να στηριχτούν οι τράπεζες και η ρευστότητα της οικονομίας. Παράλληλα, αν μια χώρα φύγει από την ΟΝΕ, το σύστημα θα απειληθεί με βίαιη ρήξη. Απεναντίας, η έξοδος από την ΕΕ προβλέπεται νομικά και δεν θα απαιτούσε επείγοντα μέτρα οικονομικής παρέμβασης. Θα άνοιγε όμως μια διαδικασία διαπραγμάτευσης των διακρατικών συνθηκών για το εμπόριο, τις επενδύσεις, την ελεύθερη διακίνηση της εργασίας. Μια αποχώρηση από την ΕΕ δεν θα έφερνε βίαιη ρήξη στην Ένωση, αλλά θα επιτάχυνε τη διαδικασία αποσύνθεσης.
Μια νίκη του Remain θα επιτρέψει στην ΕΕ να ανασάνει πιστεύοντας ότι κέρδισε χρόνο. Στην πραγματικότητα λίγα πράγματα θα αλλάξουν δεδομένου ότι η ΟΝΕ θα παραμείνει απαράλλακτη και η Γερμανία, όπου λαμβάνονται οι πραγματικές αποφάσεις, δεν πρόκειται να αλλάξει πολιτική. Οι πιέσεις αποσύνθεσης της ΕΕ θα συνεχιστούν. Στην Βρετανία το μεγαλύτερο πρόβλημα θα το αντιμετωπίσει το Εργατικό Κόμμα, το οποίο θα πρέπει επειγόντως να ανανεώσει την πολιτική του ταυτότητα και να βρει το θάρρος να προτείνει ένα πρόγραμμα τομής για τη χώρα σε ευθεία σύγκρουση με τη λογική της ΕΕ. Αν το καταφέρει, θα βοηθήσει και την Ευρωπαϊκή Αριστερά να διαμορφώσει μια πραγματικά ριζοσπαστική πρόταση για την Ευρώπη, πέρα από τις φλυαρίες για «εκδημοκρατισμό».
Μια νίκη του Brexit θα έχει σχετικά περιορισμένο οικονομικό αντίκτυπο, αλλά θα φέρει έντονες πολιτικές εξελίξεις και στη Βρετανία και στην ΕΕ. Είναι πιθανό ότι στο Συντηρητικό Κόμμα θα κυριαρχήσουν οι ακραίοι νεοφιλελεύθεροι, οι οποίοι και θα εμπλακούν σε διαπραγματεύσεις με την ΕΕ που θα πάρουν χρόνο. Θα εμφανιστούν νέες πιέσεις για ανεξαρτησία στη Σκοτία, ίσως μάλιστα επιδιώκοντας την είσοδο στην ΕΕ. Το τεράστιο πλήγμα στο πολιτικό σύστημα και στη σταθερότητα του βρετανικού κράτους θα δημιουργήσει νέες απαιτήσεις για το Εργατικό Κόμμα, το οποίο θα πρέπει να κάνει ρηξικέλευθες προτάσεις για να προσεγγίσει ξανά τα λαϊκά στρώματα.
Στην ίδια την ΕΕ ο κλυδωνισμός θα είναι τεράστιος επιταχύνοντας τη διαδικασία αποσύνθεσης. Θα ανοίξουν οι ασκοί του Αιόλου δίνοντας τη δυνατότητα για βαθιές πολιτικές αλλαγές. Είναι βέβαιο ότι η σκληρή Δεξιά θα εμφανιστεί δυναμικά επιδιώκοντας να πάρει το πάνω χέρι, αλλά η μέχρι τώρα αντίδραση των ευρωπαϊκών λαών στην αποτυχία της ΕΕ δείχνει ότι υπάρχουν και πολλές άλλες δυνατότητες. Οι λαϊκές κινητοποιήσεις στη Γαλλία κατά της κυβέρνησης Ολάντ δεν υποχωρούν, αλλά αντιθέτως εντείνονται. Για πρώτη φορά εδώ και χρόνια εμφανίστηκε ξανά η οργανωμένη εργατική τάξη, απορρίπτοντας αποφασιστικά τις καταστροφικές πολιτικές της ΕΕ. Η κατεύθυνση που θα πάρει η Ευρώπη, αν φύγει η Βρετανία από την ΕΕ, θα εξαρτηθεί απόλυτα από το τι θα έχει να προτείνει η Ευρωπαϊκή Αριστερά. Θα εξαρτηθεί επίσης από τις μορφές οργάνωσης και κινητοποίησης του εργατικού και λαϊκού στοιχείου. Υπάρχει κάθε δυνατότητα να απαλλαγεί η Ευρώπη από τη θηλιά που την πνίγει.
Το ταξικό ρήγμα
Μια έντονη διαμάχη αναμφίβολα υπάρχει ανάμεσα στους έχοντες και κατέχοντες, με το πλειοψηφικό κομμάτι να θέλει την παραμονή και το μειοψηφικό την έξοδο, το καθένα για τα δικά του συμφέροντα. Η διάσπαση είναι ορατή μέσα στο Συντηρητικό Κόμμα, αλλά από μόνη της δεν θα αρκούσε ποτέ για να προκαλέσει γενικευμένη κοινωνική αναταραχή. Το δημοψήφισμα έφερε στην επιφάνεια ένα πολύ βαθύτερο κοινωνικό ρήγμα.
Συγκεκριμένα, η πλειοψηφία των λαϊκών και εργατικών στρωμάτων στη Βρετανία – ιδίως στην Αγγλία – έχει ταχθεί υπέρ της εξόδου. Αλλά δυστυχώς τα πολιτικά οφέλη τα έχει δρέψει μια σκληρή Δεξιά, ακόμη πιο νεοφιλελεύθερη από αυτή που κυβερνάει, η οποία στρέφεται κατά των μεταναστών. Τα αίτια αυτών των σύνθετων και αντιφατικών εξελίξεων απαιτούν προσεκτική ανάλυση.
Η Βρετανία έχει ζήσει σε καθεστώς μόνιμης λιτότητας στα χρόνια που ακολούθησαν τη γιγαντιαία κρίση του 2008-9. Το λαϊκό στοιχείο αντιμετωπίζει συνεχή πίεση στους μισθούς, ανασφάλεια, κακές νέες θέσεις εργασίας, περικοπές στην κοινωνική πρόνοια, στεγαστική κρίση στο Λονδίνο, έλλειψη προοπτικής για τη νεολαία. Υπάρχει διάχυτη αίσθηση κοινωνικής αδικίας και ατιμωρησίας για τους υπεύθυνους της κρίσης. Τα λαϊκά στρώματα θεωρούν ότι το πολιτικό σύστημα, οι μεγάλες τράπεζες και επιχειρήσεις, καθώς και μια κάστα προνομιούχων, κυβερνούν χωρίς να δίνουν λόγο σε κανένα.
Εξίσου σημαντικό είναι ότι κατά τη δεκαετία του 2000 εκτοξεύτηκε η μετανάστευση, με τις καθαρές εισροές να τριπλασιάζονται. Οι πλειοψηφία των νεοφερμένων ήρθε από χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Τα λαϊκά στρώματα αισθάνονται ότι ποτέ δεν κλήθηκαν να εκφράσουν τη γνώμη τους για την πολιτική αυτή. Με δεδομένη την τεράστια πίεση στις δομές κοινωνικής πρόνοιας που ήδη υπάρχει λόγω της λιτότητας, η κατάσταση έχει γίνει εκρηκτική κατά μήκος και πλάτος της χώρας.
Οι προνομιούχοι απαιτούν παραμονή στην ΕΕ
Το δημοψήφισμα έφερε στην επιφάνεια ακριβώς αυτές τις αντιθέσεις, κάτι που προκάλεσε η ίδια η πλευρά του Remain. Για να στηρίξει τις θέσεις της, κινητοποίησε μια στρατιά μεγάλων επιχειρηματιών, τραπεζιτών, γραφειοκρατών και άλλων που άρχισαν να απειλούν τους ψηφοφόρους με τους υποτιθέμενους κινδύνους της εξόδου για την οικονομία, το Σίτι του Λονδίνου, την ασφάλεια, στο σύστημα υγείας και πολλά άλλα. Από κοντά και τα στρώματα της ανώτερης μεσαίας τάξης, τα οποία συχνά έχουν άμεση επαγγελματική σύνδεση με τους μηχανισμούς της ΕΕ και δε μπορούν να διανοηθούν ότι ίσως μείνουν μόνοι στο νησί με τους «άπλυτους».
Για τα λαϊκά στρώματα το συμπέρασμα προέκυψε αβίαστα: οι κερδισμένοι από τις άδικες πολιτικές των τελευταίων χρόνων επιθυμούν διακαώς την παραμονή της χώρας στην ΕΕ. Άρα το δικό τους συμφέρον είναι το αντίθετο. Όσο πιο πολλές εξωπραγματικές απειλές χρησιμοποίησε ο Πρωθυπουργός, ή ο Υπουργός των Οικονομικών, τόσο πιο πολύ αντέδρασε το λαϊκό στοιχείο. Όταν μπήκαν στο χορό και οι ηγέτες της ΕΕ, με τον ανεκδιήγητο Τουσκ να ισχυρίζεται ότι η έξοδος θα φέρει το τέλος του Δυτικού Πολιτικού Πολιτισμού (!), η αντίδραση άρχισε να παίρνει διαστάσεις χιονοστιβάδας. Εξαπλώθηκε η αίσθηση ότι πρέπει να «πάρουμε τη χώρα μας πίσω».
Τα πολιτικά κέρδη στην ακραία νεοφιλελεύθερη Δεξιά
Δυστυχώς ο κερδισμένος από τη λαϊκή αγανάκτηση είναι η σκληρή δεξιά πτέρυγα του Συντηρητικού Κόμματος, υπό την ηγεσία του Μπόρις Τζόνσον και του Μάικλ Γκόουβ, όπως και το ακροδεξιό κομμάτι του πολιτικού φάσματος, υπό τον Νάιτζελ Φάρατζ. Απαιτώντας ελέγχους για το «πρόβλημα της μετανάστευσης», ισχυριζόμενοι ότι η έξοδος θα φέρει οικονομική ανάπτυξη και απορρίπτοντας τη «γραφειοκρατία των Βρυξελλών» έχουν αναδειχθεί σε εκφραστές της λαϊκής αντίδρασης.
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι το στρατόπεδο του Brexit είναι ακραία νεοφιλελεύθερο. Το πρόγραμμά του είναι να περιορίσει κι άλλο τα εργατικά δικαιώματα, να επιβάλλει περαιτέρω απορρύθμιση των αγορών και παράλληλα να ενισχύσει το εθνικό κράτος. Πρόκειται για μια λαϊκή Δεξιά με σύγχρονα βρετανικά χαρακτηριστικά. Η πραγματική κοινωνική της στήριξη πηγάζει από το μειοψηφικό τμήμα των εχόντων και κατεχόντων που επιδιώκουν την έξοδο για να εμπορευτούν περισσότερο με χώρες εκτός ΕΕ και να περιορίσουν κι άλλο τα εργατικά δικαιώματα. Πηγάζει επίσης από τα μικρομεσαία στρώματα που νομίζουν ότι η απάντηση στην οικονομική δυστοκία των τελευταίων χρόνων είναι μια συντηρητική εθνική πολιτική.
Ακριβώς για τους λόγους αυτούς τα οργανωμένα συνδικάτα – τα οποία στη Βρετανία είναι αυθεντικοί εκφραστές του εργατικού στοιχείου – έχουν τοποθετηθεί στη μεγάλη τους πλειοψηφία κατά του Brexit. Πιστεύουν ότι εκτός ΕΕ και με κυβέρνηση των σκληρών Συντηρητικών το νομικό καθεστώς της απασχόλησης, των μισθολογικών συμβάσεων και των συνθηκών εργασίας θα τεθεί υπό ευθεία απειλή.
Η ευθύνη του Εργατικού Κόμματος
Πρόκειται για μια εξαιρετικά προβληματική πολιτική εξέλιξη: η σκληρή Δεξιά καρπώνεται τη δικαιολογημένη αγανάκτηση των λαϊκών στρωμάτων και γίνεται εκφραστής της απόρριψης της ΕΕ. Η κύρια ευθύνη ανήκει στο Εργατικό Κόμμα, το οποίο ιστορικά είχε μια ισχυρότατη αριστερή πτέρυγα που ήταν κατά της ΕΕ. Η κυριαρχία του Θατσερισμού και ιδίως η περίοδος του Τόνι Μπλερ εκμηδένισαν αυτή την παράδοση. Η ξαφνική αναρρίχηση του Τζέρεμι Κόρμπυν στην ηγεσία, εκφράζοντας ακριβώς την λαϊκή απογοήτευση για την κατάσταση της χώρας, έφερε εκατοντάδες χιλιάδες νέα μέλη στο Εργατικό Κόμμα με έντονα κριτική στάση προς την ΕΕ. Επανεμφανίστηκε μια αριστερή πτέρυγα κυριολεκτικά από το τίποτε. Αν ο Κόρμπυν είχε προσφέρει μια αυθεντικά ριζοσπαστική πρόταση στη χώρα, με ξεκάθαρα κριτική θέση προς την ΕΕ, η πολιτική κατάσταση της Βρετανίας σήμερα θα ήταν πολύ διαφορετική.
Δυστυχώς ο Κόρμπυν τοποθετήθηκε αμέσως υπέρ του Remain, πιστεύοντας ότι το αποτέλεσμα ήταν προδιαγεγραμμένο και νομίζοντας ότι θα εκμεταλλευόταν την εμφύλια διαμάχη των Συντηρητικών. Το Εργατικό Κόμμα διακίνησε ακόμη και ασυνάρτητες πολιτικές φιλολογίες – ελληνικής κοπής – περί «εκδημοκρατισμού της ΕΕ» νομίζοντας ότι έτσι καλύπτει τα νώτα του. Το αποτέλεσμα ήταν ένα τεράστιο πολιτικό πρόβλημα δεδομένου ότι η πλειοψηφία των ψηφοφόρων του δεν θέλει καν να ακούσει για την ΕΕ.
Η ΕΕ, η ΟΝΕ και η βρετανική έξοδος
Είναι περιττό να ειπωθεί ότι το βρετανικό δημοψήφισμα είναι καθοριστικό για το μέλλον της ΕΕ. Ιστορικά η Βρετανία πάντα λειτούργησε ως «εξωτερικός» παράγων στην Ευρώπη, το ψύχραιμο θαλάσσιο αντίβαρο στις φαντασιώσεις των ηπειρωτικών δυνάμεων.
Η απορριπτική στάση του βρετανικού λαού και μεγάλου τμήματος της άρχουσας τάξης του προς την ΕΕ φέρει βαθύτατο συμβολισμό, αν μάλιστα ληφθεί υπόψη ότι η μεγάλη πλειοψηφία είχε ταχθεί υπέρ της ένταξης το 1973. Επιβεβαιώνει την αποτυχία της ΕΕ μετά τη συνθήκη του Μάαστριχτ το 1992. Όποιος ακούει τη φωνή της ιστορίας αντιλαμβάνεται ότι η ιδέα της ομοσπονδιακής Ευρώπης τελείωσε.
Ο κύριος παράγων της αποτυχίας της ΕΕ είναι φυσικά ο ζουρλομανδύας του ευρώ. Η Βρετανία για καλή της τύχη δεν ανήκει στην ΟΝΕ, αλλά ο βρετανικός λαός παρακολούθησε στενά την επιβολή αυταρχικής λιτότητας μετά το 2010 στην Ελλάδα και αλλού, όπως και την παράκαμψη της δημοκρατίας. Δεν έχει ψευδαισθήσεις για τις επιπτώσεις που έχει η απώλεια κυριαρχίας στην οικονομία και την κοινωνία του. Βλέπει ότι το κοινό νόμισμα υπέσκαψε την αλληλεγγύη ανάμεσα στους ευρωπαϊκούς λαούς στον Μεταπόλεμο.
Η ΟΝΕ είναι πλέον η σπονδυλική στήλη της ΕΕ, το σημείο αναφοράς των θεσμικών μηχανισμών και το υπόβαθρο της οικονομικής πολιτικής. Η έξοδος από την ΟΝΕ δεν έχει προβλεφθεί θεσμικά και θα απαιτούσε άμεσα μέτρα παρέμβασης για να στηριχτούν οι τράπεζες και η ρευστότητα της οικονομίας. Παράλληλα, αν μια χώρα φύγει από την ΟΝΕ, το σύστημα θα απειληθεί με βίαιη ρήξη. Απεναντίας, η έξοδος από την ΕΕ προβλέπεται νομικά και δεν θα απαιτούσε επείγοντα μέτρα οικονομικής παρέμβασης. Θα άνοιγε όμως μια διαδικασία διαπραγμάτευσης των διακρατικών συνθηκών για το εμπόριο, τις επενδύσεις, την ελεύθερη διακίνηση της εργασίας. Μια αποχώρηση από την ΕΕ δεν θα έφερνε βίαιη ρήξη στην Ένωση, αλλά θα επιτάχυνε τη διαδικασία αποσύνθεσης.
Μια νίκη του Remain θα επιτρέψει στην ΕΕ να ανασάνει πιστεύοντας ότι κέρδισε χρόνο. Στην πραγματικότητα λίγα πράγματα θα αλλάξουν δεδομένου ότι η ΟΝΕ θα παραμείνει απαράλλακτη και η Γερμανία, όπου λαμβάνονται οι πραγματικές αποφάσεις, δεν πρόκειται να αλλάξει πολιτική. Οι πιέσεις αποσύνθεσης της ΕΕ θα συνεχιστούν. Στην Βρετανία το μεγαλύτερο πρόβλημα θα το αντιμετωπίσει το Εργατικό Κόμμα, το οποίο θα πρέπει επειγόντως να ανανεώσει την πολιτική του ταυτότητα και να βρει το θάρρος να προτείνει ένα πρόγραμμα τομής για τη χώρα σε ευθεία σύγκρουση με τη λογική της ΕΕ. Αν το καταφέρει, θα βοηθήσει και την Ευρωπαϊκή Αριστερά να διαμορφώσει μια πραγματικά ριζοσπαστική πρόταση για την Ευρώπη, πέρα από τις φλυαρίες για «εκδημοκρατισμό».
Μια νίκη του Brexit θα έχει σχετικά περιορισμένο οικονομικό αντίκτυπο, αλλά θα φέρει έντονες πολιτικές εξελίξεις και στη Βρετανία και στην ΕΕ. Είναι πιθανό ότι στο Συντηρητικό Κόμμα θα κυριαρχήσουν οι ακραίοι νεοφιλελεύθεροι, οι οποίοι και θα εμπλακούν σε διαπραγματεύσεις με την ΕΕ που θα πάρουν χρόνο. Θα εμφανιστούν νέες πιέσεις για ανεξαρτησία στη Σκοτία, ίσως μάλιστα επιδιώκοντας την είσοδο στην ΕΕ. Το τεράστιο πλήγμα στο πολιτικό σύστημα και στη σταθερότητα του βρετανικού κράτους θα δημιουργήσει νέες απαιτήσεις για το Εργατικό Κόμμα, το οποίο θα πρέπει να κάνει ρηξικέλευθες προτάσεις για να προσεγγίσει ξανά τα λαϊκά στρώματα.
Στην ίδια την ΕΕ ο κλυδωνισμός θα είναι τεράστιος επιταχύνοντας τη διαδικασία αποσύνθεσης. Θα ανοίξουν οι ασκοί του Αιόλου δίνοντας τη δυνατότητα για βαθιές πολιτικές αλλαγές. Είναι βέβαιο ότι η σκληρή Δεξιά θα εμφανιστεί δυναμικά επιδιώκοντας να πάρει το πάνω χέρι, αλλά η μέχρι τώρα αντίδραση των ευρωπαϊκών λαών στην αποτυχία της ΕΕ δείχνει ότι υπάρχουν και πολλές άλλες δυνατότητες. Οι λαϊκές κινητοποιήσεις στη Γαλλία κατά της κυβέρνησης Ολάντ δεν υποχωρούν, αλλά αντιθέτως εντείνονται. Για πρώτη φορά εδώ και χρόνια εμφανίστηκε ξανά η οργανωμένη εργατική τάξη, απορρίπτοντας αποφασιστικά τις καταστροφικές πολιτικές της ΕΕ. Η κατεύθυνση που θα πάρει η Ευρώπη, αν φύγει η Βρετανία από την ΕΕ, θα εξαρτηθεί απόλυτα από το τι θα έχει να προτείνει η Ευρωπαϊκή Αριστερά. Θα εξαρτηθεί επίσης από τις μορφές οργάνωσης και κινητοποίησης του εργατικού και λαϊκού στοιχείου. Υπάρχει κάθε δυνατότητα να απαλλαγεί η Ευρώπη από τη θηλιά που την πνίγει.