Τα τελευταία 200 χρόνια η Ελλάδα βρέθηκε στο επίκεντρο όλων των εξελίξεων που διαμόρφωσαν την ιστορία της Ευρώπης. Ο M. Mazower υποστηρίζει ότι και σήμερα η χώρα μας καλείται να παίξει καθοριστικό ρόλο για το μέλλον της Ε.Ε.
Παρέμβαση στις εξελίξεις στην Ελλάδα κάνει με άρθρο του στους “New York Times” ο Mark A. Mazower. Ο γνωστός Βρετανός ιστορικός και φιλόσοφος, με ειδίκευση στην ιστορία της Ελλάδας και της Ευρώπης, είναι διευθυντής του Κέντρου Διεθνούς Ιστορίας του Columbia University.
“Την περασμένη Πέμπτη, όλος ο κόσμος παρακολουθούσε την Ελλάδα, καθώς το κοινοβούλιό της ψήφιζε ένα καθοριστικό πακέτο μέτρων λιτότητας, που θα μπορούσε να έχει κρίσιμες επιπτώσεις σε όλο το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα. Αναμφίβολα, προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι αυτό το πολύ μικρό κομμάτι των Βαλκανίων συγκέντρωσε τόσο μεγάλη προσοχή. Συνήθως, αντιμετωπίζουμε την Ελλάδα ως τη γενέτειρα του Περικλή και του Πλάτωνα, μια χώρα που η σπουδαιότητά της περιορίζεται στα χρόνια της αρχαιότητας.
Αλλά, στην πραγματικότητα, αυτή δεν είναι η πρώτη φόρα που για να καταλάβουμε το μέλλον της Ευρώπης πρέπει να στρέψουμε την προσοχή μας μακριά από τις μεγάλες δυνάμεις στο κέντρο της ηπείρου και να καταγράψουμε προσεκτικά τα τεκταινόμενα στην Αθήνα. Τα τελευταία 200 χρόνια, η Ελλάδα βρίσκεται στην εμπροσθοφυλακή των ευρωπαϊκών εξελίξεων.
Στη δεκαετία του 1820, η επανάσταση ενάντια στην Οθωμανική Αυτοκρατορία κατέστησε την Ελλάδα ένα από τα πρώτα σύμβολα της απελευθέρωσης από τα δεσμά της απολυταρχίας. Για τους Φιλέλληνες, δεν υπήρχε υψηλότερος στόχος από την αναγέννηση της Ελλάδας. “Στο μεγάλο πρωινό του κόσμου”, γράφει στο ποίημά του “Ελλάς” ο Σέλεϊ, “έλαμψε η λαμπρότητα της ελευθερίας”. H νίκη της ελληνικής επανάστασης θα σήμαινε τον θρίαμβο της ελευθερίας όχι μόνο απέναντι στους Τούρκους αλλά και απέναντι σε όλους τους δυνάστες που κρατούσαν τους Ευρωπαίους υποδουλωμένους. Γερμανοί, Ιταλοί, Πολωνοί και Αμερικανοί ξεκίνησαν να πολεμήσουν με τη γαλανόλευκη σημαία για χάρη της δημοκρατίας. Και μέσα σε μία δεκαετία η χώρα κατάφερε να κερδίσει την ανεξαρτησία της.
Κατά τη διάρκεια του επόμενου αιώνα, το μίγμα συνταγματικής δημοκρατίας και εθνικού πατριωτισμού που ενσάρκωσε η Ελλάδα εξαπλώθηκε σε ολόκληρη την ευρωπαϊκή ήπειρο, καταλήγοντας στην κατάρρευση της Οθωμανικής, Ρωσικής και Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας στο τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και στην αντικατάστασή τους από τα έθνη-κράτη.
Η Ελλάδα ήταν αυτή που χάραξε την πορεία της Ευρώπης και μετά το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου.Αλλά αυτήν τη φορά έφερε στο προσκήνιο τη σκοτεινή πλευρά της δημοκρατίας. Σε έναν κόσμο από κράτη-έθνη, οι εθνικές μειονότητες, όπως οι μουσουλμανικοί πληθυσμοί στην Ελλάδα και οι ορθόδοξοι χριστιανοί στη Μικρά Ασία, έφτιαξαν τη συνταγή της παγκόσμιας αποσταθεροποίησης. Στις αρχές του 1920, οι ηγεσίες της Ελλάδας και της Τουρκίας αποφάσισαν να προχωρήσουν σε ανταλλαγή πληθυσμών, διώχνοντας περίπου 2 εκατομμύρια χριστιανούς και μουσουλμάνους για χάρη της εθνικής ομοιογένειας.
Η ελληνοτουρκική ανταλλαγή πληθυσμών ήταν η μεγαλύτερη μετακίνηση μεταναστών που είχε οργανωθεί από κράτη ως τότε και αποτέλεσε το παράδειγμα που ακολούθησαν οι Ναζί και άλλοι σε μετακινήσεις λαών στην ανατολική Ευρώπη, τη Μέση Ανατολή και την Ινδία.
Από αυτήν την άποψη, είναι μάλλον ειρωνικό το γεγονός ότι η Ελλάδα βρέθηκε στην πρώτη γραμμή τηςαντίστασης ενάντια στους Ναζί. Τον χειμώνα του 1940 - ’41, ήταν η πρώτη χώρα που κατάφερε να αντισταθεί με επιτυχία στις χώρες του Άξονα, γελοιοποιώντας τον Μουσολίνι στα ελληνοαλβανικά σύνορα και προκαλώντας τους πανηγυρισμούς της υπόλοιπης Ευρώπης. Και ήταν πολλοί αυτοί που πανηγύρισαν λίγους μήνες αργότερα, όταν ένας νεαρός ακροαριστερός αγωνιστής, ονόματι Μανώλης Γλέζος, σκαρφάλωσε ένα βράδυ μαζί με έναν φίλο του στην Ακρόπολη και κατέβασε μια σημαία με τη σβάστικα που είχαν αναρτήσει οι Γερμανοί. (Σχεδόν 70 χρόνια αργότερα ο κ. Γλέζος θα δεχόταν δακρυγόνα και χημικά από την ελληνική αστυνομία, σε διαδηλώσεις κατά των μέτρων λιτότητας). Αλλά τελικά η Ελλάδα παραδόθηκε στη γερμανική κατοχή. Η κυριαρχία των Ναζί έφερε την πολιτική αποσύνθεση, την πείνα και μετά την απελευθέρωση τον όλεθρο του εμφυλίου πολέμου ανάμεσα στις κομμουνιστικές και στις αντικομμουνιστικές δυνάμεις.
Μόλις λίγα χρόνια μετά την ήττα του Χίτλερ, η Ελλάδα βρέθηκε και πάλι στο επίκεντρο της Ιστορίας, στο μέτωπο του Ψυχρού Πολέμου. Το 1947, ο Πρόεδρος Χάρι Τρούμαν χρησιμοποίησε τον εμφύλιο ως παράδειγμα στο περίφημο Δόγμα Τρούμαν και στη δέσμευσή του να καταπολεμήσει τον κομμουνισμό και να ξαναχτίσει την Ευρώπη. Ξαφνικά η Ελλάδα αποτέλεσε το κέντρο μιας υπερατλαντικής σταυροφορίας για μια διαφορετική Ευρώπη, μια Ευρώπη διχοτομημένη, που ως μόνη διέξοδο από την ένδεια των αρχών του 1940 έβλεπε τη συνεργασία με τις ΗΠΑ.
Την ώρα που τα δολάρια άρχισαν να ρέουν, Αμερικανοί σύμβουλοι εγκαταστάθηκαν στην Αθήνα για να κατευθύνουν την ελληνική κυβέρνηση και ναπάλμ κατέκαιαν τα ελληνικά βουνά, οδηγώντας τους κομμουνιστές στην εγκατάλειψη της χώρας.
Η πολιτική και ευρωπαϊκή ενοποίηση της Ευρώπης είχε στόχο να βάλει ένα τέλος στις αδυναμίες και τις εξαρτήσεις της διαιρεμένης ηπείρου, και η Ελλάδα αποτέλεσε και πάλι το έμβλημα της νέας ιστορικής φάσης.Η πτώση της στρατιωτικής δικτατορίας το 1974 δεν έφερε στη χώρα μόνο τη συμμετοχή στην Ε.Ε,αλλά (μαζί με τις δημοκρατικές μεταβάσεις στην Ισπανία και την Πορτογαλία) έδωσε και το έναυσμα για το κύμα δημοκρατικοποίησης στις δεκαετίες του ’80 και του ’90, πρώτα στη Λατινική Αμερική και στη νοτιοανατολική Ασία και μετά στην ανατολική Ευρώπη. Και έδωσε στην Ε.Ε μια δυναμική επέκτασης και τη φιλοδοξία να μεταλλαχθεί από μια μικρή συμμαχία εύπορων ευρωπαϊκών κρατών σε μια φωνή για μια νέα δημοκρατική ήπειρο στην ολότητά της, από τον Νότο μέχρι την Ανατολή.
Και σήμερα, μετά το ξεθώριασμα της ευφορίας της δεκαετίας του ’90 και την εξάπλωση ανάμεσα στους Ευρωπαίους ενός πνεύματος μαρασμού, είναι πάλι οι Έλληνες που καλούνται να αμφισβητήσουν τουςμανδαρίνους της Ε.Ε. και να εγείρουν το ερώτημα για το μέλλον της ηπείρου. Υποτίθεται ότι η Ε.Ε. είχε στόχο να στηρίξει μια διασπασμένη Ευρώπη, να ισχυροποιήσει τη δημοκρατική δυναμική της και να μετατρέψει την ήπειρο σε μία δύναμη ικανή να ανταγωνιστεί στην παγκόσμια σκηνή.
Είναι ίσως ταιριαστό σε ένα από τα γηραιότερα και πιο δημοκρατικά έθνη-κράτη να βρίσκεται στην πρώτη γραμμή του νέου μετώπου, αμφισβητώντας όλα αυτά τα επιτεύγματα. Γιατί αυτήν τη στιγμή είμαστε όλοι μικρές δυνάμεις, και για άλλη μια φορά η Ελλάδα βρίσκεται στην εμπροσθοφυλακή του αγώνα για ένα νέο μέλλον”.