Εννοώ, βεβαίως, τον πόλεμο με τη Ρωσία, αν και η Ρωσία είναι ένας από τους πολλούς στόχους αναδυόμενων αντιπάλων που οι ΗΠΑ θέλουν απελπισμένα να τιθασεύσουν πριν κάποιος απ’ αυτούς ή ένας συνδυασμός τους γίνει πολύ δυνατός για να ηττηθεί. Οι στόχοι περιλαμβάνουν χώρες όπως η Κίνα και το Ιράν, που είναι αναπτυσσόμενες δυνάμεις ικανές να αντισταθούν στην αμερικανική στρατιωτική επιθετικότητα εναντίον των εδαφών τους και σε περιφερειακό επίπεδο, και έχουν επιδείξει αρκετή τόλμη μη μένοντας μέσα στα προκαθορισμένα γεωπολιτικά κλουβιά τους. Όμως η Ρωσία είναι η μόνη χώρα που παρενέβαλε τις στρατιωτικές της δυνάμεις στο αμερικανικό πρόγραμμα αλλαγής καθεστώτων – εμμέσως στην Ουκρανία, όπου δεν έφυγε από τη μέση, και ευθέως στη Συρία, όπου παρεμβλήθηκε ενεργά. Έτσι το εστιακό σημείο της επίθεσης είναι η Ρωσία, ο πρώτιστος στόχος μιας παραδειγματικής τιμωρίας.
Όλα αυτά συνιστούν έναν νέο Ψυχρό Πόλεμο, ακόμη και πιο επικίνδυνο από τον παλιό;
Ο όρος αυτός θα ταίριαζε στην κατάσταση πριν από λίγους μήνες, αλλά η ταχύτητα, η μανία και ο συντονισμός της αντίδρασης της Δύσης/ΝΑΤΟ στην υποτιθέμενη δηλητηρίαση με νευροτοξικό παράγοντα του πρώην διπλού πράκτορα Σκρίπαλ και της κόρης του, στην Αγγλία, και η συγκρότηση πολεμικού υπουργικού συμβουλίου στην Ουάσιγκτον δείχνουν, κατά τη γνώμη μου, ότι η κατάσταση κινείται σε ένα άλλο επίπεδο επιθετικότητας.
Πέρα από τον Ψυχρό Πόλεμο. Ονομάστε τον Θερμό. Και η θερμοκρασία αυξάνεται.
Η ουσία του θέματος
[Στους δυτικούς σχεδιασμούς] εμπεριέχονται δύο βασικές εικασίες που, συνδυασμένες, καθιστούν την παρούσα κατάσταση πιο επικίνδυνη από ό,τι ένας Ψυχρός Πόλεμος.
Η μία είναι η εικασία της ενοχής –ή ακριβέστερα η εικασία ότι πάντα μπορεί να εκτοξεύονται κατηγορίες περί ρωσικής ενοχής και αυτό να εμπεδώνεται στη δυτική σκέψη.
Η κατασκευασμένη κατακραυγή για την υποτιθέμενη δηλητηρίαση των Σκρίπαλ το δείχνει πολύ χαρακτηριστικά.
Το άμεσο συμπέρασμα της Τερέζα Μέι ότι η ρωσική κυβέρνηση φέρει μετά βεβαιότητας την αποκλειστική ευθύνη για τη δηλητηρίαση των Σκρίπαλ είναι λογικά, επιστημονικά και ιατροδικαστικά αδύνατο.
Η ψευδής βεβαιότητα είναι το άκρον άωτον των ψευδών ειδήσεων. Απλώς, αυτό που ισχυρίζεται η Μέι, ότι «δεν υπάρχει άλλο συμπέρασμα εκτός του ότι είναι ένοχο το ρωσικό κράτος», δεν είναι αληθές. Το ψεύδος αυτής της δήλωσης έχει επιβεβαιωθεί από πολλές πηγές – στις οποίες συμπεριλαμβάνονται εκείνοι που ανέπτυξαν την αποκαλούμενη ουσία "Novichok", μια σοβαρή ανάλυση πρώην επιθεωρητή των Ηνωμένων Εθνών στο Ιράκ που εργάστηκε στην καταστροφή των ρωσικών χημικών όπλων, κατεστημένες δυτικές επιστημονικές εκδόσεις όπως το New Scientist ("Other countries could have made "russian" nerve agent") και η έμμεση, πραγματική, αλλά χωρίς να αναγνωρίζεται, αποκήρυξη αυτού του συμπεράσματος από την ίδια τη βρετανική κυβέρνηση. Όπως ανέφερε η βρετανική κυβέρνηση κατά λέξη, βρήκε: «έναν νευροτοξικό παράγοντα ή σχετική ουσία», «ενός τύπου που ανέπτυξε η Ρωσία». Συνεπώς, είναι απόλυτο, θετικό, βέβαιο, αναμφίβολο ότι η ρωσική κυβέρνηση παρήγαγε το “Novichok”... ή κάτι άλλο. Η Τερέζα Μέι λέει ψέματα, όποιος σιγοντάρει τον ισχυρισμό της ψευδούς βεβαιότητάς της λέει ψέματα, όλοι γνωρίζουν ότι λένε ψέματα και οι Ρώσοι γνωρίζουν ότι όλοι αυτοί γνωρίζουν πως λένε ψέματα.
Έχοντας υπόψη όλα αυτά, αναρωτιέται κανείς πώς θα μπορούσε αντιμετωπιστεί στα σοβαρά το τελεσίγραφο της Μέι το οποίο, αγνοώντας τις διαδικασίες της Σύμβασης για τα Χημικά Όπλα, έδινε στη Ρωσία 24 ώρες για να «εξηγήσει» -- δηλαδή να ομολογήσει και να ζητήσει συγχώρεση για το υποτιθέμενο έγκλημα.
Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί ότι η Γαλλία, αρχικά, και μάλλον με οξύτητα, αρνήθηκε να θεωρήσει δεδομένη τη ρωσική ενοχή, και όπως δήλωσε ο κυβερνητικός εκπρόσωπός της: «Δεν κάνουμε πολιτική με τη φαντασία. Αν υπάρξουν αποδείξεις, τότε θα έλθει η στιγμή των αποφάσεων». Αλλά, κροτάλισε το μαστίγιο –ασφαλώς όχι από το αδύναμο χέρι του Γουάιτχολ— απαιτώντας ενότητα της ΕΕ και του ΝΑΤΟ στην καταδίκη της Ρωσίας. Έτσι, σε μια εξαιρετική επίδειξη πειθαρχίας που μπορούσε να διαταχθεί και να ενορχηστρωθεί μόνο από το ιμπεριαλιστικό κέντρο, η Γαλλία συμπαρατάχθηκε με τις ΗΠΑ και άλλες 20 χώρες στη μεγαλύτερη από ποτέ απέλαση Ρώσων διπλωματών.
Οι δυτικές κυβερνήσεις και τα υπάκουα σ’ αυτές ΜΜΕ έδωσαν την εντολή να εκληφθεί ως γεγονός η ρωσική ενοχή για την «πρώτη επιθετική χρήση νευροτοξικού παράγοντα» στην Ευρώπη από τον Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο. Όποιος τολμά –όπως ο Τζέρεμι Κόρμπιν ή ο [πρώην πρέσβης της Βρετανίας στο Ουζμπεκιστάν] Κρεγκ Μάρεϊ-- να διακόψει τη χορωδία του «Καταδίκη πρώτα! Ετυμηγορία μετά!» ζητώντας αποδείξεις, αντιμετωπίζεται με μια καταιγίδα δυσφήμησης.
Σ’ αυτό το σημείο, οι δυτικοί κατήγοροι δεν φαίνεται να νοιάζονται πόσο οφθαλμοφανώς αβάσιμη, αν όχι γελοία, είναι μια κατηγορία. Η εικασία της ρωσικής ενοχής, μαζί με τον εξευτελισμό όποιου την αμφισβητεί, έχει γίνει το αναμφισβήτητο κριτήριο της δυτικής/αμερικανικής πολιτικής και μιντιακής ατμόσφαιρας.
Ο παλιός ψυχροπολεμικός μακαρθισμός έχει γίνει η νέα φαντασιόπληκτη πολιτική του Θερμού Πολέμου.
Επίδειξη περιφρόνησης [και νταηλίκια]
Αυτή η κήρυξη διπλωματικού πολέμου σχετικά με το επεισόδιο των Σκρίπαλ είναι η κορύφωση μιας εξελισσόμενης τυμπανοκρουσίας ιδεολογικού πολέμου που δαιμονοποιεί τη Ρωσία και τον Πούτιν προσωπικά με τους πιο προβλέψιμους και εμπρηστικούς όρους.
Τα περασμένα δύο χρόνια, η Χίλαρι Κλίντον, ο Τζον Μακέιν, ο Μάρκο Ρούμπιο και ο Μπόρις Τζόνσον μας έχουν πει ότι ο Πούτιν είναι ο νέος Χίτλερ. Για τους Ρώσους, είναι μια άκρως θρασεία αναλογία. Στο κάτω κάτω, η σοβιετική Ρωσία ήταν αυτή που κυρίως αντιμετώπισε τον Χίτλερ, νίκησε τον ναζιστικό στρατό με κόστος το θάνατο 20 εκατομμυρίων πολιτών της, ενώ η βασιλική βρετανική οικογένεια δεν ήταν καθόλου απρόσβλητη από τη γοητεία του χιτλερικού φασισμού [https://www.theguardian.com/commentisfree/2015/jul/19/nazi-hitler-royal-family] και οι Βρετανοί ποδοσφαιριστές παρουσίασαν την εξής οδυνηρή εικόνα στο Βερολίνο το 1938. Φαίνεται ότι αυτό που θέλουν να γίνει είναι «πόλεμος». Τους περασμένους 18-24 μήνες, μας κατέκλυσαν τα δυσοίωνα βίντεο των Μόργκαν Φρίμαν και Ρομπ Ράινερ «Δεχόμαστε επίθεση. Είμαστε σε πόλεμο», όπως και η δικομματική επιμονή (Χ. Κλίντον, Τζ. Μακέιν) ότι η υποτιθέμενη ρωσική παρέμβαση στις αμερικανικές προεδρικές εκλογές θα πρέπει να θεωρηθεί «πολεμική ενέργεια» ισοδύναμη με τον ιαπωνικό βομβαρδισμό του Περλ Χάρμπορ. Πράγματι, ο νέος σύμβουλος εθνικής ασφάλειας του Τραμπ, ο παράφρων πολεμοκάπηλος Τζον Μπόλτον, το αποκαλεί σαφώς “casus belli, μια αληθινή πολεμική ενέργεια”.
Ακόμη και ο στρατός μπαίνει στο χορό. Η κατηγορία περί του νευροτοξικού παράγοντα ακολουθήθηκε από δηλώσεις του στρατηγού Τζον Νίκολσον, διοικητή των αμερικανικών δυνάμεων στο Αφγανιστάν, που κατηγόρησε τη Ρωσία ότι εξοπλίζει τους Ταλιμπάν! Είναι αξιοσημείωτο το ότι αυτός ο ανώτερος Αμερικανός στρατιωτικός αναφέρεται στη Ρωσία ως «τον εχθρό»: «Είχαμε αναφορές των Ταλιμπάν, που εμφανίστηκαν στα μίντια, για οικονομική υποστήριξη που τους παρέχει ο εχθρός».
Πράγμα που είναι εντελώς περίεργο, επειδή οι Ταλιμπάν εμφανίστηκαν και ισχυροποιήθηκαν κατά τον αμερικανο-τζιχαντιστικό πόλεμο εναντίον των σοβιετικών δυνάμεων στο Αφγανιστάν, ενώ οι Ταλιμπάν και η Ρωσία διατηρούν «διαρκή εχθρότητα» ανάμεσά τους όπως το τοποθετεί η Κέιτ Κλαρκ του Δικτύου Αναλυτών του Αφγανιστάν. Επιπλέον, ο δεκαεξάχρονος πόλεμος των Αμερικανών εναντίον των Ταλιμπάν βασίστηκε στη Ρωσία, η οποία τους επέτρεψε να μεταφέρουν εφόδια μέσω του εδάφους της και είναι «η βασική πηγή καυσίμων για τις ανάγκες της συμμαχίας στο Αφγανιστάν».
Έτσι, ο στρατηγός έπρεπε να παραδεχθεί ότι η υποτιθέμενη ρωσική «αποσταθεροποιητική δραστηριότητα» ήταν κάτι καινούργιο: «Αυτή η δραστηριότητα κορυφώθηκε στην πράξη τους τελευταίους 18-24 μήνες … Όταν βλέπει κανείς τη χρονική στιγμή χονδρικά συσχετίζεται με το διάστημα που τα πράγματα στη Συρία άρχισαν να εκτραχύνονται. Είναι λοιπόν ενδιαφέρον να σημειώσουμε το συγχρονισμό του όλου θέματος».
Ασφαλώς και είναι.
Ο οικονομικός πόλεμος εναντίον της Ρωσίας διεξάγεται μέσω μιας σειράς κυρώσεων που φαίνεται αδύνατο να αναστραφούν, επειδή ο εκπεφρασμένος στόχος τους είναι να αποσπάσουν ομολογία, μετάνοια και αποκατάσταση για εγκλήματα που αποδίδονται στη Ρωσία και η Ρωσία δεν έχει διαπράξει, ή δεν έχει αποδειχθεί ότι έχουν διαπραχθεί, ή είναι παντελώς πλαστά και δεν έχουν διαπραχθεί από κανέναν. Η λογική είναι: Σταματάμε να δεχόμαστε τους τραπεζικούς λογαριασμούς σας και τα προξενεία σας και θα σας αφήσουμε να παίξετε μαζί μας εάν ομολογήσετε και μετανοήσετε για κάθε έγκλημα για το οποίο σας κατηγορούμε. Ερωτήσεις δεν επιτρέπονται.
Αυτό βεβαίως δεν είναι σοβαρό πλαίσιο για διεθνείς σχέσεις αμοιβαίου σεβασμού μεταξύ κυρίαρχων κρατών. Είναι εντελώς παιδαριώδες. Στριμώχνει όλους, ακόμη και το μέρος που επιχειρεί να το επιβάλλει, σε μια θέση απ’ την οποία δεν υπάρχει διαφυγή. Είναι δυνατόν ποτέ να εγκαταλείψει η Ρωσία την Κριμαία, να ομολογήσει ότι κατέρριψε το μαλαισιανό αεροπλάνο, ότι μας κορόιδεψε για να ψηφίσουμε τον Τραμπ, ότι δολοφόνησε τους Σκρίπαλ, ότι εξοπλίζει μυστικά τους Ταλιμπάν και άλλες φαντασιοπληξίες; Πρόκειται ποτέ να πουν οι ΗΠΑ «Δεν πειράζει!» [εφόσον έχουν εκτοξεύσει αυτές τις ψευδείς κατηγορίες]; Ποιο είναι το επόμενο βήμα; Έτσι διαμορφώνεται το αδιέξοδο του νταή.
Ούτε είναι αυτή μια προσέγγιση που επιδιώκει να διευκρινίσει οποιαδήποτε από τα «εγκλήματα» για τα οποία κατηγορείται η Ρωσία. Όπως είπε η Βικτόρια Νούλαντ (το κλιντονικό ισοδύναμο του Τζον Μπόλτον) στο NPR, πρέπει να «σταλεί μήνυμα» στη Ρωσία. Και όπως είπε ο Ρώσος πρέσβης στην Ουάσιγκτον Ανατόλι Αντόνοφ, με την πρόσφατη μαζική απέλαση διπλωματών οι ΗΠΑ «καταστρέφουν ό,τι ελάχιστο έχει απομείνει στις αμερικανο-ρωσικές σχέσεις». Έλαβε το μήνυμα.
Όλα αυτά μοιάζουν με συντονισμένη καμπάνια που άρχισε ως αντίδραση στην παρεμβολή της Ρωσίας στα αμερικανικά σχέδια για αλλαγή καθεστώτος στην Ουκρανία και ειδικά στη Συρία, η οποία εναρμονίστηκε –τους τελευταίους 18-24 μήνες— με πολλά και διάφορα μοτίβα δυσαρέσκειας, των ελίτ ή λαϊκά, για τις προεδρικές εκλογές του 2016 και έφτασε στο κρεσέντο τις τελευταίες εβδομάδες με την ομόφωνη και αχαλίνωτη μετατροπή της Ρωσίας «στον Εχθρό» [“enemization” of Russia][i]. Όλο αυτό είναι δύσκολο να περιγραφεί αλλιώς εκτός από πολεμική προπαγάνδα – κατασκευή συναίνεσης για στρατιωτική σύγκρουση. Η καταστροφή της δυνατότητας για ομαλές, μη συγκρουσιακές, διακρατικές σχέσεις και η καθιέρωση της Ρωσίας ως «του εχθρού» είναι ακριβώς το περιεχόμενο αυτής της καμπάνιας. Είναι το «μήνυμα» και το αποτέλεσμά της – για τον αμερικανικό λαό, όσο και για τη ρωσική κυβέρνηση. Νομίζω ότι ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι ότι η Ρωσία, η οποία για πολύ καιρό ήταν απρόθυμη να δεχθεί ότι η Αμερική δεν ενδιαφέρεται για τη «συνεργασία», έχει πλέον ακούσει και κατανοήσει αυτό το μήνυμα, ενώ ο αμερικανικός λαός το έχει ακούσει, αλλά δεν το κατανοεί.
Είναι δύσκολο να δει κανείς πού μπορεί να οδηγηθεί η κατάσταση ώστε να μη συνεπάγεται στρατιωτική σύγκρουση. Αυτό σχετίζεται στενά με τους διορισμούς του Μάικ Πομπέο [υπουργού Εξωτερικών], της Τζίνα Χάσπελ [διευθύντριας της CIA] και του Τζον Μπόλτον [συμβούλου εθνικής ασφάλειας] – που συγκροτούν μια ομάδα πολεμοκάπηλων που πολλοί τη βλέπουν ως τον πυρήνα του πολεμικού υπουργικού συμβουλίου του Τραμπ. Ο Μπόλτον, ο διορισμός του οποίου δεν χρειάζεται επικύρωση από τη Γερουσία, είναι ένας επικίνδυνος φανατικός που επιχείρησε να ωθήσει τους Ισραηλινούς να επιτεθούν στο Ιράν πριν ακόμη το θελήσουν οι ίδιοι και έχει αναγγείλει ότι το 2019 θα γίνει αλλαγή καθεστώτος στο Ιράν. Όπως αναφέρθηκε, θεωρεί ότι η Ρωσία του έχει δώσει ήδη το “casus belli”. Ακόμη και οι πολύ συγκρατημένοι, ως προς αυτά, New York Times προειδοποιούν ότι με αυτούς τους διορισμούς «οι πιθανότητες ανάληψης στρατιωτικής δράσης θα αυξηθούν δραματικά».
Η δεύτερη εικασία στην οποία βασίζεται ο αμερικανικός τρόπος σκέψης καθιστά σήμερα τη στρατιωτική αντιπαράθεση πιθανότερη απ’ ό,τι κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου: όχι μόνο υπάρχει η εικασία της [ρωσικής] ενοχής, αλλά και η εικασία της αδυναμίας. Οι Αμερικανοί ιμπεριαλιστικοί διαχειριστές είναι σίγουροι ότι μπορούν να διατυπώσουν ανεμπόδιστα την εικασία της ενοχής και να τη διατηρήσουν στον δυτικό κόσμο. Την εικασία της αδυναμίας την έχουν εσωτερικεύσει – πάρα πολλοί από αυτούς, φοβούμαι --με μεγάλη μακαριότητα.
Πρόκειται για μια πτυχή της αμερικανικής αυτοαντίληψης μεταξύ των διαμορφωτών της πολιτικής οι καριέρες των οποίων ωρίμασαν στον μετασοβιετικό κόσμο. Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, οι Αμερικανοί αυτοελέγχονταν μέσω της υπόθεσης ότι , στρατιωτικά, η Σοβιετική Ένωση ήταν ισοδύναμος αντίπαλος, μια χώρα που μπορούσε και θα υπερασπιζόταν τα εδάφη και τα συμφέροντά της έναντι μιας άμεσης αμερικανικής στρατιωτικής επίθεσης – «σφαίρες συμφερόντων» που δεν θα έπρεπε να υποστούν επίθεση. Η διαχείριση του θεμελιώδους ανταγωνισμού γινόταν με απρόθυμο μεν, αλλά αμοιβαίο σεβασμό.
Εξάλλου, υπήρχε και η πρόσφατη κοινή ιστορία της συμμαχίας εναντίον του φασισμού. Και η επίγνωση ότι η Σοβιετική Ένωση, με όποιον στρεβλό τρόπο, αντιπροσώπευε τη δυνατότητα ενός μετακαπιταλιστικού μέλλοντος και υποστήριζε τα μετα-αποικιακά κινήματα εθνικής απελευθέρωσης που της έδιναν αξιοσημείωτο κύρος σε όλο τον κόσμο.
Η αμερικανική ηγεσία μπορεί να μισούσε τη Σοβιετική Ένωση, δεν την καταφρονούσε όμως. Ουδείς Αμερικανός ηγέτης θα αποκαλούσε τη Σοβιετική Ένωση όπως αποκάλεσε ο Τζον Μακέιν τη Ρωσία, «βενζινάδικο που έχει μασκαρευτεί σε χώρα». Και ουδείς ανώτατος Αμερικανός ή Βρετανός ηγέτης θα είχε μιλήσει για τη Σοβιετική Ένωση όπως μίλησε ο Γκάβιν Ουίλιαμσον, ο Βρετανός υπουργός Άμυνας, για τη Ρωσία: «Να πάει να χαθεί και να το βουλώσει».
Πρόκειται για έναν λόγο που θεωρεί δεδομένα τη δική του ορθότητα, κύρος και ανώτερη εξουσία, παρόλο που προδίδει την αδυναμία του. Είναι ο λόγος του απογοητευμένου παιδιού. Ή ενός νταή. Η Ρωσία δεν θα «το βουλώσει» ούτε θα «πάει να χαθεί» και οι Βρετανοί δεν μπορούν να την αναγκάσουν – και το ξέρουν ότι δεν μπορούν. Μπορεί όμως να πιστεύουν ότι ο μπαμπάκας από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού μπορεί και θα τους υποστηρίξει. Και ο μπαμπάκας μπορεί να πιστεύει το ίδιο για τον εαυτό του.
Όπως όλοι οι νταήδες, οι άνθρωποι που εμπλέκονται σ’ αυτή την αλαζονική συζήτηση δεν φαίνεται να καταλαβαίνουν ότι δεν εκφοβίζουν τη Ρωσία. Απλώς την προσβάλλουν και την οδηγούν να συμπεράνει ότι δεν έχει απομείνει τίποτε από τους θετικούς, μη συγκρουσιακούς δεσμούς «συνεργασίας» μεταξύ ΗΠΑ-Ρωσίας. Οι μετά το επεισόδιο των Σκρίπαλ απελάσεις διπλωματών σε όλο τον κόσμο, που φαίνονται σκόπιμα και απελπιστικά υπερβολικές, μπορεί τελικά να έπεισαν τη Ρωσία ότι δεν έχει πλέον καμία χρησιμότητα να επιδιώκει τη συνεργασία. Ο αμερικανικός λαός είναι εκείνος που θα πρέπει να φοβηθεί από το ενδεχόμενο αυτό.
Ο εχθρός του εχθρού μου είμαι εγώ.
Το μόνο που πέτυχαν οι ΗΠΑ είναι να μετατραπούν σε εχθρό για τους Ρώσους. Καλά θα έκαναν οι Αμερικανοί να καταλάβουν πόσο βαθιά έχει αποξενώσει τον ρωσικό λαό η υποκριτική και περιφρονητική στάση τους και πόσο έχει δυναμώσει την ηγεσία του Βλάντιμιρ Πούτιν – όπως τους είχαν προειδοποιήσει πολλοί από τους επικριτές του. Η φαντασιοπληξία ότι θα τροφοδοτήσουν ένα «φιλελεύθερο» κίνημα στη Ρωσία που θα επαναφέρει κάποιον νέο Γιέλτσιν διαλύθηκε στο ψύχος του 77% της ημέρας των προεδρικών εκλογών. Ο Πούτιν υποστηρίζεται ευρέως και σταθερά στη Ρωσία, επειδή ακριβώς αντιπροσωπεύει την αντίσταση σ’ αυτά τα σχέδια.
Οι Αμερικανοί που θέλουν να κατανοήσουν αυτή τη δυναμική, και τι έχει προκαλέσει στη Ρωσία η Αμερική με τα ίδια της τα χέρια, θα πρέπει να ακούσουν το πάθος, την οργή και την απογοήτευση στη δήλωση για την επανεκλογή του Πούτιν που έκανε κάποια η οποία αυτοχαρακτηρίζεται «φιλελεύθερη» (χρησιμοποιώντας, νομίζω, τη λέξη με την πνευματική παράδοση και όχι με την αμερικανική πολιτική έννοια), η Μαργαρίτα Σιμονιάν, αρχισυντάκτρια της RT TV:
Ουσιαστικά, η Δύση θα πρέπει να τρομοκρατηθεί όχι επειδή το 76% των Ρώσων ψήφισαν τον Πούτιν, αλλά επειδή αυτές οι εκλογές έδειξαν ότι το 95% του ρωσικού πληθυσμού υποστηρίζει τις συντηρητικές-πατριωτικές, τις κομμουνιστικές και τις εθνικιστικές ιδέες. Αυτό σημαίνει ότι οι φιλελεύθερες ιδέες μετά βίας επιβιώνουν ανάμεσα σε ένα γλίσχρο 5% του πληθυσμού.
Και αυτό είναι δικό σας λάθος, δυτικοί φίλοι μου. Εσείς μας ωθήσατε στη λογική του οι «Ρώσοι δεν παραδίνονται ποτέ»…
Με όλη την αδικία και τη σκληρότητά σας, την ιεροεξεταστική υποκρισία και τα ψέματά σας, μας αναγκάσατε να μη σας σεβόμαστε. Εσάς και τις αποκαλούμενες «αξίες» σας.
Δεν θέλουμε πια να ζούμε όπως εσείς. Επί πενήντα χρόνια, μυστικά και φανερά, θέλαμε να ζούμε όπως εσείς. Όχι πια.
Δεν σας σεβόμαστε πλέον και δεν σεβόμαστε όποιους ανάμεσά μας σας υποστηρίζουν και όλους όσους σας υποστηρίζουν. …
Γι’ αυτό μπορείτε να κατηγορήσετε μόνο τον εαυτό σας. …
Εν τω μεταξύ, μας ωθήσατε να συσπειρωθούμε γύρω από τον εχθρό σας. Αμέσως μόλις τον ανακηρύξατε εχθρό, ενωθήκαμε γύρω του ….
Εσείς επιβάλλατε την αντίθεση ανάμεσα στον πατριωτισμό και τον φιλελευθερισμό. Αν και δεν θα έπρεπε να είναι αλληλοαποκλειόμενες έννοιες. Αυτό το ψεύτικο δίλημμα, που εσείς το δημιουργήσατε, μας έκανε να διαλέξουμε τον πατριωτισμό.
Παρόλο που πολλοί από εμάς είμαστε φιλελεύθεροι, εμού συμπεριλαμβανομένης.
Τώρα, ξεκαθαρίστε. Δεν σας έχει μείνει πολύς χρόνος.
Πράγματι, η στρατηγική των «ξεσηκωμών»/ έγχρωμων επαναστάσεων έχει τελειώσει σε όλο τον κόσμο. Απαξιώθηκε μοιραία από την ίδια την υποτιθέμενη επιτυχία της. Όλοι στη Μέση Ανατολή είδαν τι αποτελέσματα είχε στο Ιράκ, τη Λιβύη και τη Συρία και οι Ρώσοι είδαν τι αποτελέσματα είχε στην Ουκρανία και στην ίδια τη Ρωσία. Ούτε στη Ρωσία, ούτε στο Ιράν (ούτε σε άλλη χώρα που να έχει σημασία) δεν πρόκειται οι Αμερικανοί, με τις κυρώσεις, τις Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις τους και τα τεχνάσματά τους, να τροφοδοτήσουν λαϊκή εξέγερση που να μετατρέψει τη χώρα σε ένα διαλυμένο κράτος -πελάτη της Συναίνεσης της Ουάσιγκτον.
Ακόμη περισσότερη φαντασιοπληξία ως πολιτική.
Ο παλιός νέος κόσμος που η Ουάσιγκτον θέλει δεν θα γεννηθεί χωρίς τη στρατιωτική μαμή. Οι ΗΠΑ θέλουν ξανά μια υπάκουη Ρωσία (και μια υπάκουη «διεθνή κοινότητα»), και νομίζουν ότι μπορούν να το επιβάλλουν.
Ο κόμπος του φόβου
Δείτε το παρακάτω απόσπασμα από την ιστοσελίδα The Saker, ενός αναλυτή θεμάτων άμυνας που γεννήθηκε στην Ελβετία από ρωσική στρατιωτική οικογένεια, «μελετά σε όλη τη ζωή του τις ρωσικές και σοβιετικές στρατιωτικές υποθέσεις» και έζησε επί μία εικοσαετία στις ΗΠΑ. Είναι ένας από τους πιο οξυδερκείς αναλυτές της Ρωσίας και της Συρίας τα τελευταία χρόνια. Το απόσπασμα είναι από άρθρο του περασμένου έτους , μετά την πυραυλική επίθεση του Τραμπ στο αεροδρόμιο Αλ Σαϊράτ της Συρίας – άλλη μια στιγμιαία τιμωρία για ένα «αποδεδειγμένο σε μία ημέρα, θετικά και απόλυτα, χημικό έγκλημα»: Κατ’ αρχάς, δεν υπάρχει αμερικανική πολιτική σε οποιονδήποτε τομέα.
Οι Ρώσοι εξέφρασαν απέχθεια και οργή γι’ αυτή την επίθεση και άρχισαν να λένε ανοιχτά ότι οι Αμερικανοί ήταν “недоговороспособны”. Η λέξη αυτή κατά κυριολεξία σημαίνει «ανίκανοι για συμφωνίες» ή ανίκανοι να συνάπτουν και στη συνέχεια να τηρούν μια συμφωνία. Αν και ευγενική, αυτή η έκφραση είναι επίσης πολύ βαριά, εφόσον δεν υπονοεί κυρίως μια σκόπιμη εξαπάτηση, αλλά την έλλειψη της ίδιας της ικανότητας να κάνουν συμφωνίες και να τις τηρούν. … Όμως το να λέγεται ότι σε έναν πυρηνικό κόσμο μια υπερδύναμη είναι «ανίκανη για συμφωνίες» αποτελεί μια τρομερή και ακραία διάγνωση.
Αυτό σημαίνει ότι οι Ρώσοι έχουν κατά βάση εγκαταλείψει την ιδέα ότι έχουν να κάνουν με ενήλικες, νηφάλιους και νοητικά υγιείς εταίρους με τους οποίους μπορούν να διαλέγονται…
Σε όλα τα χρόνια που εκπαιδευόμουν και εργαζόμουν ως στρατιωτικός αναλυτής, πάντα έπρεπε να θεωρώ δεδομένο ότι όλοι οι εμπλεκόμενοι ήταν αυτό που αποκαλούμε «ορθολογικοί δρώντες». Οι Σοβιετικοί ασφαλώς ήταν. Όπως και οι Αμερικανοί…
Δεν βρίσκω την κυβέρνηση Τραμπ μόνο «μη ικανή για συμφωνίες», τη βρίσκω εντελώς αποσπασμένη από την πραγματικότητα. Με άλλα λόγια, μέσα στις ψευδαισθήσεις. …
Δυστυχώς, όπως και ο Ομπάμα πριν απ’ αυτόν, ο Τραμπ φαίνεται να πιστεύει ότι μπορεί να κερδίσει το παιχνίδι του «πυρηνικού δειλού» ενάντια στη Ρωσία. Αλλά δεν μπορεί. Επιτρέψτε μου να είμαι σαφής ως προς αυτό: αν στριμωχτούν στη γωνία, οι Ρώσοι θα πολεμήσουν, ακόμη κι αν αυτό σημαίνει πυρηνικό πόλεμο.
Υπάρχει εξήγηση για τις αμερικανικές ψευδαισθήσεις. Η παρούσα γενιά της αμερικανικής ηγεσίας κακόμαθε και η κρίση της θόλωσε από τις μακάριες μετασοβιετικές δεκαετίες ατιμωρησίας των ΗΠΑ.
Το πρόβλημα δεν είναι ότι οι ΗΠΑ θέλουν πλήρους κλίμακας πόλεμο με τη Ρωσία, είναι ότι η Αμερική δεν τον φοβάται[ii]. Γιατί θα έπρεπε να τον φοβάται; Μήπως επειδή, επί είκοσι χρόνια, οι ΗΠΑ θεωρούσαν δεδομένο ότι μπορούσαν να εκφοβίζουν τη Ρωσία ώστε να μην παρεμποδίζει τον ιμπεριαλιστικό σκοπό τους οπουδήποτε ήθελαν να επέμβουν;
Μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης (και μόνο επειδή εξαφανίστηκε η Σοβιετική Ένωση), οι ΗΠΑ ήταν ελεύθερες να χρησιμοποιούν στρατιωτική δύναμη ατιμωρητί. Για κάποιο χρονικό διάστημα, οι ΗΠΑ είχαν τον μεθύστακα υπηρέτη τους, τον Γιέλτσιν, να κυβερνά τη Ρωσία και να μην ορθώνει ανάστημα στις στρατιωτικές επεμβάσεις τους. Δεν ακούστηκε κιχ όταν ο Κλίντον ουσιαστικά μετέφερε στο ΝΑΤΟ (δηλ. στις ίδιες τις ΗΠΑ) την εξουσία των αποφάσεων για το ποιες στρατιωτικές επεμβάσεις είναι αναγκαίες και νομιμοποιημένες. Επί είκοσι χρόνια περίπου, -από τη Γιουγκοσλαβία μέχρι τη Λιβύη- καμία χώρα δεν είχε τη στρατιωτική ισχύ ή τη πολιτικο-διπλωματική βούληση να αντισταθεί σ’ αυτές τις επεμβάσεις.
Όμως, η κατάσταση άλλαξε. Ακόμη και το Πεντάγωνο αναγνωρίζει ότι η αμερικανική αυτοκρατορία βρίσκεται σε μια φάση «μετά-την-πρωτοκαθεδρία» - «ξεφτίζει» και ακόμη ίσως «καταρρέει». Ο κόσμος είδε να εξασθενεί η κοινωνική και οικονομική δύναμη της Αμερικής και να εξαφανίζεται εντελώς το πρόσχημα της νομιμοποίησής της. Ο κόσμος είδε να εξαπλώνεται παντού η στρατιωτική ισχύς της Αμερικής και να μην κερδίζει σταθερή αξία πουθενά. Δεκαέξι χρόνια και ο πανίσχυρος αμερικανικός στρατός δεν μπορεί να νικήσει τους Ταλιμπάν. Και τώρα, φταίει η Ρωσία και γι’ αυτό!
Εν τω μεταξύ, αρκετές χώρες σε κρίσιμες περιοχές απέκτησαν στρατιωτική αυτοπεποίθηση και πολιτική βούληση ώστε να απορρίπτουν τις εικασίες της αμερικανικής αλαζονείας – η Κίνα, στον Ειρηνικό, το Ιράν στη Μ. Ανατολή, και η Ρωσία στην Ευρώπη και, έκπληξη!, στη Μ. Ανατολή επίσης. Κατά το οικείο πρότυπο, η αγωνία της Αμερικής για τη φθίνουσα ισχύ της αυξάνει την αντισταθμιστική επιθετικότητά της. Και όπως αναφέρθηκε, εφόσον η Ρωσία ήταν η χώρα που έδειξε τη νέα στρατιωτική αυτοπεποίθηση πιο αποτελεσματικά, μ’ αυτήν ασχολήθηκε πρώτα απ’ όλα η Αμερική.
Το ακατάπαυστο κύμα κυρώσεων και απελάσεων είναι η επίδειξη του νταή της σχολικής αυλής που σφίγγει τη γροθιά του για να φοβίσει τον καινούργιο μαθητή. ΟΚ, όλοι πήραν το μήνυμα. Τι θα κάνουν οι ΗΠΑ τώρα, θα ξεσφίξουν τη γροθιά ή θα χτυπήσουν;
Ας είμαστε σαφείς για το ποιος είναι ο νταής στον κόσμο. Όπως είναι προφανές σε κάθε άτομο που καταλαβαίνει έστω και ελλιπώς τα πράγματα, η Ρωσία δεν πρόκειται να επιτεθεί ούτε στις ΗΠΑ ούτε στην Ευρώπη. Η Ρωσία δεν έχει δεκάδες στρατιωτικές βάσεις, μαχητικά πλοία και αεροπλάνα στα σύνορα της Αμερικής. Δεν διατηρεί σχεδόν χίλιες στρατιωτικές βάσεις σ’ όλο τον πλανήτη. Η Ρωσία δεν έχει στρατιωτικές δυνάμεις να βιαιοπραγούν σ’ όλο τον κόσμο, όπως κάνει η Αμερική, ούτε το θέλει ούτε το χρειάζεται. Αυτό δεν οφείλεται στον πασιφισμό της Ρωσίας ή του Πούτιν, αλλά στο ότι η Ρωσία, με βάση τη σημερινή της θέση στην πολιτική οικονομία του κόσμου, δεν έχει να κερδίσει τίποτε απ’ αυτό.
Ούτε χρειάζεται η Ρωσία κάποια επιθετικά τεχνάσματα για να «αποσταθεροποιήσει» και να σπείρει τη διαίρεση στη Δυτική Ευρώπη και στις ΗΠΑ. Η ανισότητα, η λιτότητα, τα κύματα των μεταναστών από τους πολέμους που προκαλούν τα [δυτικά] σχέδια αλλαγής καθεστώτων και οι αστυνομικοί που πατούν χαρούμενοι τη σκανδάλη με την πρώτη ευκαιρία στις γειτονιές των ΗΠΑ κάνουν θαυμάσια δουλειά σ’ αυτόν τον τομέα. Η Ρωσία δεν είναι υπεύθυνη για τα αμερικανικά προβλήματα με το κίνημα Black Lives Matter ή με τους Ταλιμπάν.
Όλα όσα λέγονται περί ρωσικής ευθύνης προκύπτουν από την πολιτική της φαντασιοκοπίας.
Οι ΗΠΑ, με τη φθίνουσα αυτοκρατορία τους, είναι εκείνες που έχουν πρόβλημα, ένα πρόβλημα που ωθεί σε στρατιωτική επιθετικότητα. Διότι, ποια άλλα εργαλεία έχουν οι Αμερικανοί ιθύνοντες για να βάλουν ξανά στη θέση τους, με πρώτη τη Ρωσία, όσους «σηκώνουν κεφάλι»;
Πρέπει να είναι δύσκολο, όντως, για εκείνους που σάρωναν τη μια χώρα μετά την άλλη ανεμπόδιστα, επί είκοσι χρόνια, να μη σκέφτονται ότι μπορούν να βγάλουν τη Ρωσία από τη μέση με κάποιες πραγματικά εκφοβιστικές απειλές ή με μια δυο γροθιές που θα της ματώσουν τη μύτη. Με κάποιες διακριτές μικρές κλιμακώσεις της αντιπαράθεσης. Ήδη έχουν υπάρξει τέτοια συμβάντα – η πυραυλική επίθεση του Τραμπ στη Συρία, η κατάρριψη ρωσικού μαχητικού αεροπλάνου από τους Τούρκους, οι αμερικανικές επιθέσεις σε ρωσικό προσωπικό (φαινομενικά ιδιώτες μισθοφόρους) στη Συρία— αλλά όχι μεγάλος πόλεμος. Κάποιες φορές όμως μαθαίνεις με τον σκληρό τρόπο την αλήθεια του αντίστροφου κανόνα του [πυγμάχου] Μάικ Τάισον: «Όλοι έχουν σχέδιο για το παιχνίδι μέχρι να χτυπήσουν τον άλλο στο πρόσωπο».
Ας εξετάσουμε έναν συγκεκριμένο κίνδυνο κλιμάκωσης για τον οποίο κάθε ενημερωμένος παρατηρητής, και κάθε Αμερικανός, θα έπρεπε να έχει επίγνωση.
Ο τόπος που οι ΗΠΑ και η Ρωσία είναι κυριολεκτικά, γεωγραφικά, πιο κοντά στη σύγκρουση είναι η Συρία. Όπως αναφέρθηκε, οι ΗΠΑ και η νατοϊκή σύμμαχός τους Τουρκία έχουν ήδη επιτεθεί και σκοτώσει Ρώσους στη Συρία, οι ΗΠΑ και οι νατοϊκοί σύμμαχοί τους διατηρούν μια πολύ μεγαλύτερη στρατιωτική δύναμη από ό,τι η Ρωσία στη Συρία και στην γύρω περιοχή. Από την άλλη, η Ρωσία έχει προβεί σε πολύ αποτελεσματική χρήση των δυνάμεών της, συμπεριλαμβανομένων αυτών που το πρακτορείο Reuters αποκαλεί «εξελιγμένους πυραύλους κρουζ» που εκτοξεύονται από αεροπλάνα, πλοία και υποβρύχια και οι οποίοι έπληξαν στόχους του ISIS με μεγάλη ακρίβεια από απόσταση 1.000 χιλιομέτρων.
Η Ρωσία λειτουργεί επίσης με βάση το διεθνές δίκαιο, ενώ οι ΗΠΑ δεν το κάνουν. Η Ρωσία μάχεται μαζί με τη Συρία για την ήττα των τζιχαντιστών και την αποκατάσταση της ενότητας της συριακής επικράτειας. Οι ΗΠΑ μάχονται με τους τζιχαντιστές πελάτες τους για την ανατροπή της συριακής κυβέρνησης και τον κατακερματισμό της χώρας. Η Ρωσία παρενέβη στη Συρία όταν ο Ομπάμα ανακοίνωσε ότι οι ΗΠΑ θα επιτεθούν στις συριακές ένοπλες δυνάμεις, κηρύσσοντας στην πράξη πόλεμο. Αν καμία από τις πλευρές δεν αποδεχθεί την ήττα και δεν επιστρέψει στην πατρίδα της, είναι πολύ πιθανό να υπάρξει κάποια άμεση σύγκρουση. Στην πραγματικότητα, είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι δεν θα υπάρξει.
Πριν από δύο εβδομάδες, η Συρία και η Ρωσία ανακοίνωσαν ότι οι ΗΠΑ σχεδίαζαν μια μεγάλη επίθεση εναντίον της συριακής κυβέρνησης, συμπεριλαμβανομένου του βομβαρδισμού κυβερνητικών κτιρίων στη Δαμασκό. Ο Βαλέρι Γκερασίμοφ, επικεφαλής του γενικού επιτελείου της Ρωσίας, προειδοποίησε: «Στην περίπτωση απειλής της ζωής των πολιτών μας που υπηρετούν στο στρατό, οι ένοπλες δυνάμεις της Ρωσίας θα λάβουν μέτρα αντιποίνων εναντίον των πυραύλων και των εκτοξευτών που χρησιμοποιήθηκαν». Σ’ αυτό το πλαίσιο, «εκτοξευτές» είναι τα αμερικανικά πλοία στη Μεσόγειο.
Επίσης πριν από δύο εβδομάδες, η Ρωσία ανακοίνωσε ότι έχει αναπτύξει έναν αριθμό νέων, άκρως εξελιγμένων οπλικών συστημάτων. Συζητήθηκε εάν για κάποια από τα όπλα που πρόκειται να αναπτυχθούν μπορεί ή δεν μπορεί να μπλοφάρουν οι Ρώσοι, αλλά ένα απ’ αυτά που έχει ήδη αναπτυχθεί, το αποκαλούμενο Dagger (Kinzhal,όχι οι πύραυλοι που αναφέρθηκαν παραπάνω), είναι ένας υπερηχητικός πύραυλος κρουζ που εκτοξεύεται από αέρος, καλύπτει 5-7.000 μίλια την ώρα και έχει βεληνεκές 1.200 μιλίων. Ο αναλυτής Αντρέι Μαρτιάνοφ ισχυρίζεται ότι «ουδέν σύγχρονο ή άμεσα αναμενόμενο σύστημα εναέριας άμυνας που έχει αναπτυχθεί από οποιονδήποτε νατοϊκό στόλο μπορεί να διακόψει την πορεία ακόμη και ενός πυραύλου με αυτά τα χαρακτηριστικά. Μια ομοβροντία 5-6 τέτοιων πυραύλων εγγυάται την καταστροφή οποιασδήποτε αρμάδας αεροπλανοφόρου ή άλλης ομάδας επιφανείας». Εκτοξεύεται από τον αέρα. Δηλαδή, από οπουδήποτε.
Οι ΗΠΑ δεν έχουν επιτεθεί ακόμη, όποιον λόγο κι αν έχουν (ο ρεπόρτερ του «Sputnik» Suliman Mulhem, παραθέτει έναν «στρατιωτικό παρατηρητή» που υποστηρίζει ότι αυτό οφείλεται στις ρωσικές προειδοποιήσεις). Αυτό είναι θετικό. Αλλά, με δεδομένη την τρέχουσα κατάσταση της άκρως επιθετικής, «μετά-την-πρωτοκαθεδρία», αμερικανικής πολιτικής – όπου συμπεριλαμβάνονται η ρωσομανία, η σιωνιστική επιδίωξη να καταστραφούν η Συρία και το Ιράν και η συγκρότηση του αμερικανικού πολεμικού υπουργικού συμβουλίου που προαναφέρθηκε— πόσο απίθανο είναι να προβούν οι ΗΠΑ , στο άμεσο μέλλον, σε μια τέτοια επίθεση εναντίον στόχου που η Ρωσία θεωρεί κρίσιμο να υπερασπιστεί;
Και η Συρία αποτελεί μόνο ένα από τα θέατρα όπου η στρατιωτική σύγκρουση με τη Ρωσία είναι πολύ πιθανή, εκτός αν η μία πλευρά αποδεχθεί την ήττα και αποχωρήσει. Θα εγκαταλείψει η Ρωσία τους ρωσόφωνους του Ντονμπάς αν τους επιτεθούν μαζικά οι φασιστικές δυνάμεις του Κιέβου με την υποστήριξη των ΗΠΑ; Θα κάτσει στην άκρη και θα κοιτά παθητικά εάν οι αμερικανικές και ισραηλινές δυνάμεις επιτεθούν στο Ιράν; Ποιος θα υποχωρήσει και θα αποδεχθεί την απώλεια: ο Τζον Μπόλτον ή ο Βλάντιμιρ Πούτιν;
Πράγμα το οποίο μας φέρνει στο κρίσιμο ερώτημα: τι θα κάνουν οι ΗΠΑ αν η Ρωσία βυθίσει ένα αμερικανικό πλοίο; Πόσα βήματα απομένουν μέχρι αυτή η κατάσταση να εξελιχθεί σε κανονικό πόλεμο, ίσως και πυρηνικό; Ή μήπως οι Αμερικανοί σχεδιαστές (και εσείς αγαπητοί αναγνώστες) είναι απολύτως σίγουροι ότι κάτι τέτοιο δεν θα συμβεί ποτέ, επειδή οι ΗΠΑ έχουν τρομερά όπλα, και πάρα πολλά, και οι Ρώσοι πιθανώς θα χάσουν όλα τα πλοία τους στη Μεσόγειο αμέσως, αν δεν πάθουν κάτι ακόμη χειρότερο, και θα συμβιβαστούν με οτιδήποτε αντί να προχωρήσουν ένα ακόμη βήμα. Οι Ρώσοι, όπως όλοι, οφείλουν να γνωρίζουν ότι οι Αμερικανοί πάντα νικούν.
Πόσο ευτυχείς είμαστε μ’ αυτό, ε; Βολεμένοι στην κουβέρτα μας ; Επειδή οι Ρώσοι δεν θα πολεμήσουν, ενώ οι Ταλιμπάν θα πολεμήσουν.
Αυτό ακριβώς εννοούν οι Αμερικανοί μη φοβούμενοι τον πόλεμο με τη Ρωσία (ή τον πόλεμο γενικά). Δεν είναι παρά μια επίδειξη περιφρόνησης.
Η όπερα Σκρίπαλ, με διεύθυνση των ΗΠΑ, με όλη την Ευρώπη και τα δυτικά ΜΜΕ να τραγουδούν αρμονικά, καθιστά σαφές ότι οι Αμερικανοί παραγωγοί του θεάματος δεν δίνουν ρόλο στη Ρωσία στη δική τους παγκόσμια σκηνή. Και αυτή η περιφρόνηση καθιστά ακόμη πιο πιθανό τον πόλεμο. Ιδού και πάλι η ιστοσελίδα The Saker, που τεκμηριώνει το πόσο επικίνδυνη είναι για όλους η απομόνωση που επιβάλλουν τόσο απερίσκεπτα οι ΗΠΑ και οι Ευρωπαίοι πελάτες τους στη Ρωσία και στους εαυτούς τους: Τώρα απελαύνουν Ρώσους διπλωμάτες μαζικά, και αισθάνονται πολύ δυνατοί και αρρενωποί. …
Η αλήθεια είναι ότι αυτή είναι η κορυφή ενός πολύ μεγάλου παγόβουνου. Στην πραγματικότητα, οι κρίσιμες διαβουλεύσεις σε επίπεδο ειδικών, που είναι εξαιρετικά σημαντικές μεταξύ πυρηνικών υπερδυνάμεων, έχουν σταματήσει εδώ και πολύ καιρό. Έχουν πέσει κάτω από τις τηλεφωνικές κλήσεις σε κορυφαίο επίπεδο. Αυτά τα πράγματα συμβαίνουν όταν δύο πλευρές ετοιμάζονται για πόλεμο. Επί πολλούς μήνες η Ρωσία και το ΝΑΤΟ ετοιμάζονται για πόλεμο στην Ευρώπη … Πολύ γρήγορα η πραγματική δράση θα αφεθεί στις ΗΠΑ και τη Ρωσία. Έτσι, οποιαδήποτε σύγκρουση θα μετατραπεί ταχύτατα σε πυρηνική. Και για πρώτη φορά στην ιστορία, οι ΗΠΑ θα πληγούν πολύ σκληρά, όχι μόνο στην Ευρώπη, τη Μέση Ανατολή ή την Ασία, αλλά και στη δική τους ήπειρο.
Μαζικές απελάσεις διπλωματών, οικονομικός πόλεμος, συντονισμένη προπαγάνδα, κανένα ενδιαφέρον να απευθυνθούν ή να ακούσουν την άλλη πλευρά. Αυτό που βλέπουμε τους περασμένους μήνες είναι το «είδος των πραγμάτων που συμβαίνουν όταν δύο πλευρές ετοιμάζονται για πόλεμο».
Όσο λιγότερο φοβούνται οι Αμερικανοί τον πόλεμο, τόσο λιγότερο αντιλαμβάνονται την πιθανότητα να γίνει και τόσο πιο πιθανό είναι να τον κάνουν.
Έτοιμοι ή όχι
Η ιστοσελίδα The Saker παρουσιάζει ένα δίπτυχο που οδηγεί στον πυρήνα του θέματος. Θα ήταν καλό να το διαβάσει κανείς και να σκεφθεί προσεκτικά:
1. Οι Ρώσοι φοβούνται τον πόλεμο. Οι Αμερικανοί δεν φοβούνται.
2. Οι Ρώσοι είναι έτοιμοι για πόλεμο. Οι Αμερικανοί δεν είναι.
Η Ρωσία φοβάται τον πόλεμο. Στον Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο σκοτώθηκαν πάνω από 20 εκατομμύρια Σοβιετικοί πολίτες, οι μισοί απ’ αυτούς ήταν άμαχοι. Ήταν εικοσαπλάσιοι από τις απώλειες Αμερικανών και Βρετανών μαζί. Όλη η χώρα καταστράφηκε. Μόνο στις 872 ημέρες πολιορκίας του Λένινγκραντ πέθαναν εκατομμύρια, μεταξύ αυτών και ο αδελφός του Βλάντιμιρ Πούτιν. Ο πληθυσμός της πόλης αποδεκατίστηκε από τις ασθένειες και την πείνα, κάποιοι έφτασαν στο σημείο του κανιβαλισμού. Τα Wikileaks αποκαλούν αυτή την πολιορκία «μία από τις πιο μακροχρόνιες και καταστροφικές πολιορκίες στην ιστορία [και] πιθανώς με τις μεγαλύτερες απώλειες ανθρώπινων ζωών». Πάνω από ένα εκατομμύριο άνθρωποι πέθαναν και στην εννιάμηνη πολιορκία του Στάλινγκραντ. Στη Ρωσία, όλοι ανεξαιρέτως γνωρίζουν αυτή την ιστορία. Εκατομμύρια ρωσικές οικογένειες έχουν υποφέρει. Ασφαλώς υπήρξε μυθοποίηση του αγώνα και των ηρώων, αλλά οι Ρώσοι γνωρίζουν βαθιά μέσα τους τον πόλεμο και γνωρίζουν ότι μπορεί να τους συμβεί. Δεν θέλουν να γίνει ξανά πόλεμος. Θα κάνουν σχεδόν τα πάντα για να τον αποφύγουν. Οι Ρώσοι δεν είναι επιπόλαιοι όσον αφορά τον πόλεμο. Τον φοβούνται. Δεν τον παίρνουν αψήφιστα.
Οι Αμερικανοί δεν φοβούνται τον πόλεμο. Δεν έχουν ζήσει ποτέ κάτι αντίστοιχα καταστροφικό έστω και στο ελάχιστο. Στον εμφύλιο πόλεμο, πριν από 150 χρόνια, πέθαναν περίπου 620.000. (Και είμαστε ακόμη σε σύγχυση!) Το αμερικανικό έδαφος δεν έχει δεχθεί επίθεση σημαντικής στρατιωτικής δύναμης από τον πόλεμο του 1812 [με τους Άγγλους]. Έκτοτε, οι χειρότερες επιθέσεις σε αμερικανικό έδαφος ήταν δύο μεμονωμένα γεγονότα (το Περλ Χάρμπορ και η 11η Σεπτεμβρίου), με απόσταση εβδομήντα χρόνων και συνολικές απώλειες περίπου έξι χιλιάδες ανθρώπους. Αυτές είναι οι εμβληματικές στιγμές της Αμερικής Υπό Πολιορκία.
Για τον αμερικανικό πληθυσμό, οι πόλεμοι είναι «κάπου εκεί μακριά», σ’ αυτούς πολεμάει μια μικρή ομάδα Αμερικανών που πάει στον πόλεμο και επιστρέφει ή δεν επιστρέφει. Ο θάνατος, η καταστροφή και η μυρωδιά του πολέμου –που φέρνουν οι ΗΠΑ στους λαούς σ’ όλο τον κόσμο ασταμάτητα— ούτε είναι ορατά ούτε βιώνονται μέσα στη χώρα τους. Οι Αμερικανοί δεν μπορούν να διανοηθούν με οποιαδήποτε άλλη πλην της πιο αφηρημένης έννοιας ότι μπορεί να συμβεί πόλεμος εδώ, σ’ αυτούς. Για τον γενικό πληθυσμό, η περί πολέμου συζήτηση είναι απλώς ένας παρεμβαλλόμενος και ασήμαντος πολιτικός θόρυβος στον Μόργκαν Φρίμαν που ανταγωνίζεται με την σταρ της πορνογραφίας Στόρμι Ντάνιελς και τις Καρντάσιανς για την προσοχή του κοινού.
Οι Αμερικανοί είναι πολύ ανέμελοι όσον αφορά τον πόλεμο: συνεχώς απειλούν άλλες χώρες πολεμικά, η κυβέρνηση τον πλασάρει με ψεύδη και τα πολιτικά κόμματα τον προωθούν τυχοδιωκτικά για να νικήσουν τους αντιπάλους τους – και κανείς δεν δίνει δεκάρα. Για τους Αμερικανούς, ο πόλεμος είναι μέρος ενός παιχνιδιού. Δεν τον φοβούνται. Τον παίρνουν αψήφιστα.
Οι Ρώσοι είναι έτοιμοι για πόλεμο. Οι ναζί νικήθηκαν –στη σοβιετική Ρωσία, από σοβιετικούς πολίτες και από τον Κόκκινο Στρατό— επειδή οι άνθρωποι μαζικά αντιστάθηκαν και πολέμησαν ενωμένοι για μια νίκη που κατανοούσαν πόσο σημαντική ήταν. Δεν θα μπορούσαν να αντέξουν τρομακτικές πολιορκίες και να νικήσουν τους ναζί με άλλο τρόπο. Με άλλα λόγια, οι Ρώσοι κατανοούν ότι ο πόλεμος είναι μια κρίση θανάτου και καταστροφής που πλήττει όλη την κοινωνία και μπορεί να κερδηθεί μέσω μαζικής και δύσκολης προσπάθειας που βασίζεται στην κοινωνική αλληλεγγύη. Αν οι Ρώσοι αισθανθούν ότι πρέπει να πολεμήσουν, αν αισθανθούν πολιορκημένοι, ξέρουν ότι θα σταθούν μαζί, θα αντιμετωπίσουν τα χτυπήματα που έρχονται και θα πολεμήσουν μέχρι τέλους. Δεν θα επιτρέψουν ξανά να φτάσει ο πόλεμος στις πόλεις τους, ενώ ο επιτιθέμενος χουχουλιάζει στις κουβέρτες. Θα είναι ένας κόσμος πόνου. Θα αναπτύξουν και θα χρησιμοποιήσουν όποιο όπλο μπορούν. Και το πιο σκληρό τους όπλο δεν είναι ο υπερηχητικός πύραυλος, είναι η αλληλεγγύη που συνεπάγεται το 77%. Δεν θα επιζητήσουν τον πόλεμο, αλλά εάν γίνει είναι έτοιμοι να πολεμήσουν.
Οι Αμερικανοί δεν είναι έτοιμοι για πόλεμο: οι Αμερικανοί βιώνουν τη φρίκη του πολέμου σαν μια σειρά μεμονωμένων τραγωδιών των οικογενειών των πεσόντων, που παρουσιάζονται με βινιέτες ανθρώπινου ενδιαφέροντος στις βραδινές ειδήσεις. Ατομικές τραγωδίες, όχι κοινωνική καταστροφή.
Ούτως ή άλλως, είναι πολύ δύσκολο να φανταστεί κανείς την κοινωνική καταστροφή του πολέμου, αλλά η αμερικανική κουλτούρα δεν συμπεριλαμβάνει τη σκέψη περί αυτού συγκεκριμένα. Η κοινωνική φαντασίωση του πολέμου αντανακλάται σε μη αληθινά σενάρια ενός σύμπαντος υπερηρώων ή μιας αποκάλυψης νεκροζώντανων. Η εξωγήινη ακτίνα θανάτου μπορεί να ανατινάξει το Εμπάιαρ Στέιτ Μπίλντινγκ, αλλά ο ήρωας και η οικογένειά του (που σήμερα περιλαμβάνει αμφίβολου φύλου έφηβο και οπωσδήποτε σκύλο) θα επιβιώσει και θα θριαμβεύσει. Κακοί, ήρωες και κοινωνία ως κόμικ.
Ένας λόγος που εξηγεί αυτή την κατάσταση, και πρέπει να τον αναγνωρίσουμε, είναι η επικράτηση της θατσερικής φιλελεύθερης καπιταλιστικής ιδεολογίας του «δεν υπάρχει κοινωνία». Συγχαρητήρια Άιν Ραντ, δεν υπάρχει πλέον αμερικανική κοινωνία. Υπάρχει μόνο κάθε ένας ξεχωριστά, ως επίδοξος επιχειρηματίας για τον εαυτό του /της. Έτσι όμως δεν συγκροτείται μια μαχόμενη κοινότητα.
Επιπλέον, ενώ η Αμερική βρίσκεται συνεχώς σε πόλεμο, ουδείς κατανοεί το σκοπό του. Αυτό συμβαίνει διότι ο αληθινός σκοπός δεν μπορεί να εξηγηθεί ποτέ και πρέπει να κρυφτεί πίσω από κάποια βολική αφηρημένη έννοια –«δημοκρατία», «οι ελευθερίες μας» κοκ. Ο λόγος αυτού του είδους μπορεί να κινητοποιεί ορισμένους ανθρώπους για λίγο, αλλά χάνει τη γοητεία του τη στιγμή που κάποιος δέχεται πλήγμα κατά πρόσωπο.
Χρειάζεται μόνο ελάχιστο χρόνο για να διαπιστώσει ο καθένας ότι ουδείς απειλεί να επιτεθεί με το στρατό του και να καταστρέψει τις ΗΠΑ και με λίγο χρόνο παραπάνω ο καθένας μπορεί να καταλάβει πόσο ψεύτικα είναι όλα αυτά περί «δημοκρατίας και ελευθεριών» και να θυμηθεί πόσο συχνά του είπαν ψέματα πριν. Υπάρχουν πάρα πολλές πληροφορίες (και γι’ αυτό η ανώτατη ιμπεριαλιστική διοίκηση θέλει να ελέγχει το διαδίκτυο). Γιατί, διάβολε, πολεμάω; Μετά απ’ αυτό, υπάρχουν πολλά ερωτήματα και πολλοί πλέον ρωτούν, πριν δεχθούν το χτύπημα στο πρόσωπο.
Αυτή η έλλειψη κοινωνικής κατανόησης και πολιτικής στήριξης μεταφράζεται σε αδυναμία να συμμετάσχει ο κόσμος σε έναν μεγάλο, παρατεταμένο πόλεμο με βαριές ανθρώπινες απώλειες – «εκεί πέρα μακριά» αλλά και στο κάθε σπίτι. Η αμερικανική κουλτούρα μπορεί να υιοθετεί με ενθουσιασμό τις ειδικές δυνάμεις που δίνουν μαθήματα στους «κακούς» κάπου στον κόσμο μέσα από τις τηλεοπτικές σειρές, αλλά τη στιγμή που θα αρχίζουν να ανατινάζονται αμερικανικά σπίτια και να πέφτουν αμερικανικά κορμιά ο ενθουσιασμός θα γίνει κραυγή αγωνίας, και αυτό θα συμβεί εδώ.
Οι Αμερικανοί είναι έτοιμοι για σαματά, για το επιχειρηματικό σόου Shark Tank και το Zombie Apocalypse. Δεν είναι όμως έτοιμοι για πόλεμο.
Παίρνεις ό,τι έχεις ποντάρει
Το «Russiagate», που άρχισε εντελώς συνηθισμένα κατά την προεδρική εκστρατεία σαν όπλο των Δημοκρατικών για να χάσει ο Τραμπ, έχει μετατραπεί σήμερα σε ρωσομανία -- συστοιχία όπλων που εκτοξεύονται από ποικίλους τομείς του κράτους, σε μια σειρά στόχους που θεωρείται ότι, ακόμη και δυνητικά, αντιστέκονται στον ιμπεριαλιστικό μιλιταρισμό. Στόχος είναι και ο Τραμπ –ακόμη, και για όσο θα θεωρείται αναξιόπιστος— μέσω νομικής δίωξης άπειρου εύρους (το πιθανότερο είναι να τον ρίξουν για κάτι που δεν έχει καμία σχέση με τη Ρωσία). Τώρα η Ρωσία γίνεται στόχος, με πλήρη ισχύ, των οικονομικών, διπλωματικών, ιδεολογικών –και, δοκιμαστικά, των στρατιωτικών— όπλων του κράτους. Ίσως το πιο σημαντικό είναι πως Αμερικανοί και Ευρωπαίοι, ιδίως όσοι διαφωνούν, γίνονται στόχοι του ενοποιημένου μπαράζ των ΜΜΕ τα οποία επιτίθενται σε κάθε έκφραση ριζοσπαστικής κριτικής, σε οτιδήποτε «σπέρνει τη διαίρεση», ως προδοσία υπέρ των Ρώσων - από το κίνημα Black Lives Matter και την καμπάνια του Μπ. Σάντερς, μέχρι την άποψη «θα μπορούσαν να το είχαν κάνει άλλες χώρες».
Η εντυπωσιακή επιτυχία αυτής της τελευταίας επίθεσης παίζει κρίσιμο ρόλο στο να καταστεί πιο πιθανός ένας πόλεμος και πρέπει να αντιμετωπιστεί. Γιατί είναι ικανοί να αυξήσουν το ρίσκο του πολέμου με μια πυρηνική δύναμη, προκειμένου να μαζέψουν πόντους κατά του Τραμπ ή της Τζιλ Στάιν – βεβαίως μόνο εκείνοι που ούτε λογαριάζουν, ούτε φοβούνται, ούτε είναι έτοιμοι για πόλεμο θα έκαναν ένα τόσο βλακώδες και επικίνδυνο πράγμα.
Είναι αδύνατο να προβλέψουμε με βεβαιότητα εάν, πότε ή με ποιον θα ξεκινήσει ένας μείζων θερμός πόλεμος. Η ίδια χαοτική αποδιοργάνωση και αυθορμησία της κυβέρνησης Τραμπ που αυξάνει τον κίνδυνο του πολέμου θα μπορούσε επίσης να συντελέσει στην αποτροπή του. Ο Τζον Μπόλτον ίσως απολυθεί πριν ακόμη ξυρίσει το μουστάκι του. Αλλά η κατάσταση μοιάζει με χύτρα ταχύτητας και η θερμοκρασία έχει αυξηθεί πολύ.
Σε ένα προηγούμενο άρθρο, υποστήριζα ότι πρώτος στόχος στρατιωτικής επίθεσης θα ήταν πιθανώς η Βενεζουέλα, ακριβώς επειδή θα ήταν μια εύκολη νίκη που δεν δημιουργούσε κίνδυνο στρατιωτικής αντιπαράθεσης με τη Ρωσία. Ακόμη υπάρχει αυτή η πιθανότητα. Όπως είδαμε με τον πρώτο πόλεμο στο Ιράκ (που βοήθησε να τερματιστεί το «σύνδρομο του Βιετνάμ») και με τον δεύτερο (που αναβίωσε αυτό το σύνδρομο κατά κάποιον τρόπο), η ιμπεριαλιστική ανώτατη διοίκηση χρειάζεται να εξοικειώσει το αμερικανικό κοινό με μια αμερικανική νίκη σχεδόν χωρίς ανθρώπινες απώλειες, προκειμένου να το δελεάσει για έναν πόλεμο που θα φέρει πόνο.
Αλλά το νέο πολεμικό υπουργικό συμβούλιο μπορεί να οδηγηθεί στην πρόκληση ενός μεγάλου γεγονότος -- μιας επίθεσης στο Ιράν. Ο Τραμπ, ο Πομπέο και ο Μπόλτον είναι φανατικοί υποστηρικτές της αλλαγής καθεστώτος στο Ιράν. Μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα ότι η πυρηνική συμφωνία με το Ιράν θα αχρηστευθεί και όλοι θα δουλέψουν σκληρά για να εκπληρωθεί η μυστική συμφωνία που έχει συνάψει ήδη η κυβέρνηση Τραμπ με το Ισραήλ «να αντιμετωπίσουν την πυρηνική ώθηση του Ιράν, τα πυραυλικά προγράμματά του και άλλες απειλητικές δραστηριότητες» - ή όπως το εξέφρασε ο Τραμπ: «σακατέψτε το [ιρανικό] καθεστώς και οδηγήστε το στην κατάρρευση». (Παρεμπιπτόντως, αυτή τη συμφωνία τη διαπραγματεύτηκε και την υπέγραψε ο προηγούμενος υποτίθεται όχι και τόσο πολεμοχαρής σύμβουλος εθνικής ασφαλείας Χ. Ρ. Μακμάστερ.)
Ωστόσο, μια επίθεση στο Ιράν συνεπάγεται ότι οι Αμερικανοί είτε θα εξασφαλίσουν ότι δεν θα παρεμβληθεί η Ρωσία ή θα καταστήσουν σαφές ότι δεν νοιάζονται αν θα παρεμβληθεί. Έτσι, οι απειλητικές κινήσεις -χωρίς να εξαιρούνται στρατιωτικές ασκήσεις- εναντίον της Ρωσίας θα αυξηθούν είτε η Ρωσία είναι άμεσος στόχος είτε όχι.
Η πολιορκία βρίσκεται σε εξέλιξη.
Οι Αμερικανοί που θέλουν να συνεχίσουν να παίζουν με τη φωτιά, καλά θα έκαναν να ακούσουν με προσοχή το στόχο τον οποίο θέλουν να πλήξουν. Ακούστε τον Βλάντιμιρ Πούτιν να μιλά σε δυτικούς δημοσιογράφους, το 2017, στην Αγία Πετρούπολη:
Χρόνο με το χρόνο γνωρίζουμε τι θα συμβεί, και αυτοί γνωρίζουν ότι γνωρίζουμε. Εσείς λέτε ιστορίες και τις διαχέετε στους πολίτες των χωρών σας.
Με τη σειρά του, ο λαός σας δεν νιώθει την αίσθηση του επικείμενου κινδύνου – και αυτό με ανησυχεί.
Πώς μπορείτε να μην καταλαβαίνετε ότι ο κόσμος σύρεται σε μια μη αναστρέψιμη κατεύθυνση. Αυτό είναι το πρόβλημα.
Εν τω μεταξύ υποκρίνονται ότι δεν συμβαίνει τίποτε. Δεν ξέρω πώς να γίνω κατανοητός από εσάς πλέον.
Η Ρωσία δεν υπερηφανεύεται ούτε κομπάζει ούτε απειλεί ούτε ενθουσιάζεται με την αποστολή στρατιωτικών δυνάμεων στη Συρία. Όταν θεωρήθηκε αναγκαίο –όταν οι ΗΠΑ ανακοίνωσαν την πρόθεσή τους να επιτεθούν στον συριακό στρατό— απλώς το έκανε. Και οι μεγάλοι Αμερικανοί πολιτικοί σκακιστές ακόμη προσπαθούν να αντιμετωπίσουν τις επιπτώσεις αυτού του γεγονότος. Εργάζονται σκληρά για να βρουν στο σωστό μείγμα απειλών, μπλόφας, κυρώσεων, απελάσεων, προσβολών, στρατού στα σύνορα και επιθέσεων τύπου «ματωμένης μύτης» για να την εξαναγκάσουν σε παράδοση. Θα έπρεπε να ακούσουν το στόχο τους που δεν κουράζεται να μιλά για «συνεργασία», που δήλωσε σαφώς πώς θα αντιδρούσε η χώρα του σε προηγηθείσες ενέργειες (π.χ. στο ενδεχόμενο ακύρωσης της συνθήκης για τους διηπειρωτικούς πυραύλους και στάθμευση τέτοιων πυραύλων στην Αν. Ευρώπη), η οικογένεια του οποίου έχει υποφέρει από πολεμικές καταστροφές τις οποίες οι Αμερικανοί ούτε να φανταστούν δεν μπορούν, κατά συνέπεια παίρνει στα σοβαρά, φοβάται τον πόλεμο και είναι έτοιμος για αυτόν με τρόπους που δεν είναι έτοιμοι οι Αμερικανοί. Και δεν παίζει τα παιχνίδια τους.
*Ο Jim Kavanagh είναι Αμερικανός, πρώην καθηγητής ανώτερης εκπαίδευσης, αρθρογράφος σε πολλά προοδευτικά Μέσα.
Μετάφραση: Αριάδνη Αλαβάνου
[ii] Αν και είναι γελοίο που χρειάζεται να ειπωθεί: εδώ δεν μιλώ για τον ψευδοφόβο που σπέρνει η μιντιακή παρουσίαση του «ισχυρού ανδρός», του «κτηνώδους δικτάτορα» Βλάντιμιρ Πούτιν. Αυτός ο φόβος αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της πολιτικής ως κόμικ – ένας σούπερ κακός που, όπως όλοι ξέρουμε, στο τέλος θα νικηθεί.