Τα ξημερώματα της Κυριακής 30 Μαρτίου, ο βασιλικός επίτροπος συνταγματάρχης Αθανασούλας ανακοινώνει στους Μπελογιάννη, Καλούμενο, Αργυριάδη και Μπάτση ότι η αίτηση χάριτος που υπέβαλαν απορρίφθηκε. Λίγο αργότερα οδηγούνται στο Γουδί, όπου και εκτελούνται δια τουφεκισμού στις 4:12 π.μ.
Τα άσχημα μαντάτα ταξιδεύουν γρήγορα μέχρι το στρατόπεδο συγκέντρωσης πολιτικών κρατουμένων στον Αϊ Στράτη, όπου ζει εξόριστος ο Γιάννης Ρίτσος. Την ίδια μέρα θα γράψει το ποίημα Ο Άνθρωπος με το Γαρύφαλλο.
«Ο Μπελογιάννης πέθανε. Δε θυσίασε τίποτε από την τιμή μας. Ούτε από την ελπίδα που έχουμεστο Αύριο που στραφτοβολά»
ΠΟΛ ΕΛΥΑΡ
Στους Μπελογιάννηδες
Κώστας Βάρναλης
Χαραβγή κατεπάνω του θανάτου
βάδιζεν η καρδιά σου, Παληκάρι,
λες κ’ είταν άλλος: άγουρος που ορθρίζει
ν’ ανταμώσει κρυφά την πρώτη αγάπη.
Σε κάθε βήμα ψήλωνε η κορφή σου,
το ηλιοστεφάνι τ’ ουρανού να φτάσει.
Κι αν χάραζε για σένα αιώνια Νύχτα,
η προδοσιά χορέβοντας σε φτυούσε.
Με χέρι’ αλυσωμένα, που αγαπούσαν
να κρατάνε για τον οχτρό ντουφέκι
και γαρούφαλο για το μάβρο Νόμο
σε βάλανε σημάδ’ οι πλερωμένοι
οι αρματολόγοι το χεροδεμένο,
τον Έναν οι πολλοί, τον άντρα οι φούστες,
οι τρίδουλοι το λέφτερο κ’ η λάσπη
τον πρωτανθό της Αρετής, Εσένα!
Δεν έχεις τάφο, άλλ’ όπου ηλιοβολιέται
γαρούφαλο στητό κι όπου βροντάει
καριοφίλι της λεφτεριάς, ολόρθον
η Μούσα σε φιλεί κι ο Μακρυγιάννης.
Δεν έχεις κι όνομα. Οι μάβροι το μαβρίσαν.
Μα το λένε στη ρεματιά τα’ αηδόνια,
οι ανέμοι στα πλατάνια και στα ελάτια
και τα νερά σε θάλασσα και βρύσες.
Μην κλαίτε, μάνες μαβρομαντηλούσες
και συ, Μεγάλη Μάνα των μανάδων!
Όπου να ναι, Θα τον νεκραναστήσει
μέγας λαός κι αφτός αναστημένος
Γ. Ρίτσος: Νίκος Μπελογιάννης
ΝΙΚΟΣ ΜΠΕΛΟΓΙΑΝΝΗΣ
58 χρόνια από την εκτέλεση-δολοφονία του
Ο Μπελογιάννης μας έμαθε άλλη μια φορά
πώς να ζούμε και πώς να πεθαίνουμε.
Μ’ ένα γαρύφαλλο ξεκλείδωσε όλη την αθανασία.
Μ’ ένα χαμόγελο έλαμψε τον κόσμο για να μη νυχτώνει.
Καλημέρα σύντροφοι
Καλημέρα ήλιε
Καλημέρα Μπελογιάννη.
Γιάννης Ρίτσος 1952
Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΜΕ ΤΟ ΓΑΡΥΦΑΛΛΟ
Έχω απάνω στο τραπέζι μου
τη φωτογραφία του ανθρώπου
με το άσπρο γαρούφαλο —
που τον ντουφέκισαν
στο μισοσκόταδο
πριν απ’ την αυγή,
κάτω απ’ το φως των προβολέων.
Στο δεξί του χέρι
κρατάει ένα γαρύφαλο
πούναι σα μια φούχτα φως
απ’ την ελληνική θάλασσα.
Τα μάτια του τα τολμηρά,
τα παιδικά,
κοιτάζουν, άδολα,
κάτω από τα βαριά μαύρα τους φρύδια.
Έτσι άδολα —
όπως ανεβαίνει το τραγούδι
σα δίνουν τον όρκο τους
οι κομμουνιστές.
Τα δόντια του είναι κάτασπρα —
ο Μπελογιάννης γελά.
Και το γαρύφαλο στο χέρι του
είναι σαν το λόγο πούπε στους ανθρώπους
τη μέρα της λεβεντιάς —
τη μέρα της ντροπής.
Αυτή η φωτογραφία
βγήκε στο δικαστήριο
ύστερ’ απ’ την καταδίκη σε θάνατο.
(Περιοδικό «Σοβιετική Γυναίκα» Απρίλη 1952)
Ναζίμ Χικμέτ
Τον ξέρουνε τα ελάτια, τα πλατάνια,
ίδιος μ’ αυτά περήφανος, στητός
αχούν απ’ τη φωνή του τα ρουμάνια
μπρος για τη νίκη, για το κόμμα εμπρός.
Ο Μπελογιάννης ζει μες στην καρδιά μας.
Ο Μπελογιάννης ζει πα στις κορφές.
Ο Μπελογιάννης ζει κι είναι κοντά μας
στων τραγουδιών τις λεύτερες στροφές.
Ζει σ’ όλους τους καιρούς, σ’ όλους τους τόπους
το κάθε σπίτι, σπίτι του δικό.
Ζει ο Μπελογιάννης, ζει με τους ανθρώπους
που χτίζουν έναν κόσμο σοσιαλιστικό.
Και στο τραπέζι της χαράς της πρώτης
στης νίκης της ειρήνης τη γιορτή
ο Μπελογιάννης θάν’ πανηγυριώτης
με κόκκινο γαρούφαλο στ’ αφτί.
Μ’ ένα γαρούφαλο άλικο δικό μας
σαν της γλυκιάς μας άνοιξης δροσιά
πανώριο ματωμένο κι ακριβό μας
απ’ την τρανή της γης λαοαπλωσιά.
Ο Μπελογιάννης ζει άσβεστη δάδα.
Ο Μπελογιάννης ζει μες στις καρδιές
στον κόσμο ειρήνη, ειρήνη στην Ελλάδα
στο μήνυμά του εμπρός κομμουνιστές.
(Δημήτρης Ραβάνης – Ρεντής)
(Αποσπάσματα από την απολογία του Νίκου Μπελογιάννη, στην πρώτη δίκη, το Νοέμβρη του 1951)
«Την ευθύνη για το ότι η ελληνική γη είναι σπαρμένη με τάφους και ερείπια, τη φέρουν μόνο οι ξένοι ιμπεριαλιστές και οι Ελληνες υπηρέτες τους».
«Αγαπάμε την Ελλάδα και το λαό της περισσότερο από τους κατηγόρους μας. Το δείξαμε όταν εκινδύνευε η ελευθερία, η ανεξαρτησία και η ακεραιότητά της και, ακριβώς, αγωνιζόμαστε για να ξημερώσουν στη χώρα μας καλύτερες μέρες χωρίς πείνα και πόλεμο. Για το σκοπό αυτό αγωνιζόμαστε και όταν χρειαστεί θυσιάζουμε και τη ζωή μας. Πιστεύω ότι δικάζοντάς μας σήμερα, δικάζετε τον αγώνα για την ειρήνη, δικάζετε την Ελλάδα».
«Οι οργανωτές αυτής της δίκης, ντόπιοι και ξένοι, κατέβαλαν πρωτοφανείς προσπάθειες για να κατασυκοφαντήσουν τον αγώνα του ΚΚΕ, χωρίς να διστάσουν ούτε μπροστά στη διαστρέβλωση γνωστών κειμένων (…) Αλλά παρ’ όλα αυτά, αποδείχτηκε ότι το ΚΚΕ είναι κόμμα πατριωτικό, με τίτλους εθνικούς, που κανένα άλλο κόμμα δεν έχει να παρουσιάσει. Γιατί στο βωμό της ανεξαρτησίας και της ελευθερίας της Ελλάδος έχει προσφέρει φοβερές εκατόμβες (…) Γι’ αυτό οι σφαίρες του εκτελεστικού αποσπάσματος δε δολοφονούν εμάς. Δολοφονούν την ειρήνευση και την τιμή της Ελλάδος».
(Αποσπάσματα από την απολογία του Νίκου Μπελογιάννη, στη δεύτερη δίκη, το Φλεβάρη του 1952)
Αυτή είναι η ελευθερία του κομμουνιστή. Αυτή η ελευθερία να αγωνίζεται για να ανατρέψει την ταξική σκλαβιά κάτω απ’ οποιεσδήποτε συνθήκες. Απ’ αυτό απορρέει και η δύναμη της αντοχής των κομμουνιστών. Δύναμη που αναδεικνύει τις αξίες του αγώνα, της ανιδιοτέλειας στην καθημερινή ακατάπαυστη προσφορά τους, με μόνο αντάλλαγμα τη δικαίωση της εκπλήρωσης του καθήκοντος. Να αντιπαλεύουμε το σύστημα ως την ανατροπή του για την οικοδόμηση της κομμουνιστικής κοινωνίας.
Τα άσχημα μαντάτα ταξιδεύουν γρήγορα μέχρι το στρατόπεδο συγκέντρωσης πολιτικών κρατουμένων στον Αϊ Στράτη, όπου ζει εξόριστος ο Γιάννης Ρίτσος. Την ίδια μέρα θα γράψει το ποίημα Ο Άνθρωπος με το Γαρύφαλλο.
«Ο Μπελογιάννης πέθανε. Δε θυσίασε τίποτε από την τιμή μας. Ούτε από την ελπίδα που έχουμεστο Αύριο που στραφτοβολά»
ΠΟΛ ΕΛΥΑΡ
Στους Μπελογιάννηδες
Κώστας Βάρναλης
Χαραβγή κατεπάνω του θανάτου
βάδιζεν η καρδιά σου, Παληκάρι,
λες κ’ είταν άλλος: άγουρος που ορθρίζει
ν’ ανταμώσει κρυφά την πρώτη αγάπη.
Σε κάθε βήμα ψήλωνε η κορφή σου,
το ηλιοστεφάνι τ’ ουρανού να φτάσει.
Κι αν χάραζε για σένα αιώνια Νύχτα,
η προδοσιά χορέβοντας σε φτυούσε.
Με χέρι’ αλυσωμένα, που αγαπούσαν
να κρατάνε για τον οχτρό ντουφέκι
και γαρούφαλο για το μάβρο Νόμο
σε βάλανε σημάδ’ οι πλερωμένοι
οι αρματολόγοι το χεροδεμένο,
τον Έναν οι πολλοί, τον άντρα οι φούστες,
οι τρίδουλοι το λέφτερο κ’ η λάσπη
τον πρωτανθό της Αρετής, Εσένα!
Δεν έχεις τάφο, άλλ’ όπου ηλιοβολιέται
γαρούφαλο στητό κι όπου βροντάει
καριοφίλι της λεφτεριάς, ολόρθον
η Μούσα σε φιλεί κι ο Μακρυγιάννης.
Δεν έχεις κι όνομα. Οι μάβροι το μαβρίσαν.
Μα το λένε στη ρεματιά τα’ αηδόνια,
οι ανέμοι στα πλατάνια και στα ελάτια
και τα νερά σε θάλασσα και βρύσες.
Μην κλαίτε, μάνες μαβρομαντηλούσες
και συ, Μεγάλη Μάνα των μανάδων!
Όπου να ναι, Θα τον νεκραναστήσει
μέγας λαός κι αφτός αναστημένος
Γ. Ρίτσος: Νίκος Μπελογιάννης
ΝΙΚΟΣ ΜΠΕΛΟΓΙΑΝΝΗΣ
58 χρόνια από την εκτέλεση-δολοφονία του
Ο Μπελογιάννης μας έμαθε άλλη μια φορά
πώς να ζούμε και πώς να πεθαίνουμε.
Μ’ ένα γαρύφαλλο ξεκλείδωσε όλη την αθανασία.
Μ’ ένα χαμόγελο έλαμψε τον κόσμο για να μη νυχτώνει.
Καλημέρα σύντροφοι
Καλημέρα ήλιε
Καλημέρα Μπελογιάννη.
Γιάννης Ρίτσος 1952
Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΜΕ ΤΟ ΓΑΡΥΦΑΛΛΟ
Έχω απάνω στο τραπέζι μου
τη φωτογραφία του ανθρώπου
με το άσπρο γαρούφαλο —
που τον ντουφέκισαν
στο μισοσκόταδο
πριν απ’ την αυγή,
κάτω απ’ το φως των προβολέων.
Στο δεξί του χέρι
κρατάει ένα γαρύφαλο
πούναι σα μια φούχτα φως
απ’ την ελληνική θάλασσα.
Τα μάτια του τα τολμηρά,
τα παιδικά,
κοιτάζουν, άδολα,
κάτω από τα βαριά μαύρα τους φρύδια.
Έτσι άδολα —
όπως ανεβαίνει το τραγούδι
σα δίνουν τον όρκο τους
οι κομμουνιστές.
Τα δόντια του είναι κάτασπρα —
ο Μπελογιάννης γελά.
Και το γαρύφαλο στο χέρι του
είναι σαν το λόγο πούπε στους ανθρώπους
τη μέρα της λεβεντιάς —
τη μέρα της ντροπής.
Αυτή η φωτογραφία
βγήκε στο δικαστήριο
ύστερ’ απ’ την καταδίκη σε θάνατο.
(Περιοδικό «Σοβιετική Γυναίκα» Απρίλη 1952)
Ναζίμ Χικμέτ
Τον ξέρουνε τα ελάτια, τα πλατάνια,
ίδιος μ’ αυτά περήφανος, στητός
αχούν απ’ τη φωνή του τα ρουμάνια
μπρος για τη νίκη, για το κόμμα εμπρός.
Ο Μπελογιάννης ζει μες στην καρδιά μας.
Ο Μπελογιάννης ζει πα στις κορφές.
Ο Μπελογιάννης ζει κι είναι κοντά μας
στων τραγουδιών τις λεύτερες στροφές.
Ζει σ’ όλους τους καιρούς, σ’ όλους τους τόπους
το κάθε σπίτι, σπίτι του δικό.
Ζει ο Μπελογιάννης, ζει με τους ανθρώπους
που χτίζουν έναν κόσμο σοσιαλιστικό.
Και στο τραπέζι της χαράς της πρώτης
στης νίκης της ειρήνης τη γιορτή
ο Μπελογιάννης θάν’ πανηγυριώτης
με κόκκινο γαρούφαλο στ’ αφτί.
Μ’ ένα γαρούφαλο άλικο δικό μας
σαν της γλυκιάς μας άνοιξης δροσιά
πανώριο ματωμένο κι ακριβό μας
απ’ την τρανή της γης λαοαπλωσιά.
Ο Μπελογιάννης ζει άσβεστη δάδα.
Ο Μπελογιάννης ζει μες στις καρδιές
στον κόσμο ειρήνη, ειρήνη στην Ελλάδα
στο μήνυμά του εμπρός κομμουνιστές.
(Δημήτρης Ραβάνης – Ρεντής)
(Αποσπάσματα από την απολογία του Νίκου Μπελογιάννη, στην πρώτη δίκη, το Νοέμβρη του 1951)
«Την ευθύνη για το ότι η ελληνική γη είναι σπαρμένη με τάφους και ερείπια, τη φέρουν μόνο οι ξένοι ιμπεριαλιστές και οι Ελληνες υπηρέτες τους».
«Αγαπάμε την Ελλάδα και το λαό της περισσότερο από τους κατηγόρους μας. Το δείξαμε όταν εκινδύνευε η ελευθερία, η ανεξαρτησία και η ακεραιότητά της και, ακριβώς, αγωνιζόμαστε για να ξημερώσουν στη χώρα μας καλύτερες μέρες χωρίς πείνα και πόλεμο. Για το σκοπό αυτό αγωνιζόμαστε και όταν χρειαστεί θυσιάζουμε και τη ζωή μας. Πιστεύω ότι δικάζοντάς μας σήμερα, δικάζετε τον αγώνα για την ειρήνη, δικάζετε την Ελλάδα».
«Οι οργανωτές αυτής της δίκης, ντόπιοι και ξένοι, κατέβαλαν πρωτοφανείς προσπάθειες για να κατασυκοφαντήσουν τον αγώνα του ΚΚΕ, χωρίς να διστάσουν ούτε μπροστά στη διαστρέβλωση γνωστών κειμένων (…) Αλλά παρ’ όλα αυτά, αποδείχτηκε ότι το ΚΚΕ είναι κόμμα πατριωτικό, με τίτλους εθνικούς, που κανένα άλλο κόμμα δεν έχει να παρουσιάσει. Γιατί στο βωμό της ανεξαρτησίας και της ελευθερίας της Ελλάδος έχει προσφέρει φοβερές εκατόμβες (…) Γι’ αυτό οι σφαίρες του εκτελεστικού αποσπάσματος δε δολοφονούν εμάς. Δολοφονούν την ειρήνευση και την τιμή της Ελλάδος».
(Αποσπάσματα από την απολογία του Νίκου Μπελογιάννη, στη δεύτερη δίκη, το Φλεβάρη του 1952)
Αυτή είναι η ελευθερία του κομμουνιστή. Αυτή η ελευθερία να αγωνίζεται για να ανατρέψει την ταξική σκλαβιά κάτω απ’ οποιεσδήποτε συνθήκες. Απ’ αυτό απορρέει και η δύναμη της αντοχής των κομμουνιστών. Δύναμη που αναδεικνύει τις αξίες του αγώνα, της ανιδιοτέλειας στην καθημερινή ακατάπαυστη προσφορά τους, με μόνο αντάλλαγμα τη δικαίωση της εκπλήρωσης του καθήκοντος. Να αντιπαλεύουμε το σύστημα ως την ανατροπή του για την οικοδόμηση της κομμουνιστικής κοινωνίας.