Toυ EYTYXH ΜΠΙΤΣΑΚΗ*
Ο χρόνος είναι γρήγορος ίσκιος πουλιών
(Ελύτης)
Πέρασε ένας χρόνος με κυβέρνηση της Αριστεράς. Ακριβέστερα: Αριστεράς και πατριωτικής Δεξιάς (ΑΝ.ΕΛΛ.). Τι παρέλαβε η νέα κυβέρνηση; Μια χώρα χρεοκοπημένη. Τα ταμεία άδεια, τεράστιο χρέος και τις αλυσίδες των δύο μνημονίων που υπέγραψαν οι πολιτικοί εκπρόσωποι του ελληνικού κεφαλαίου και, με τη διαμεσολάβηση του τοπικού, πρόθυμοι διεκπεραιωτές του ευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού.
Γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ αναδείχτηκε με ένα άλμα πρώτη πολιτική δύναμη; Επειδή το πρόγραμμά του ανταποκρινόταν σε δύο κεφαλαιώδη αιτήματα: στη σωτηρία των Ελλήνων από την πείνα και στηναποκατάσταση της εθνικής ανεξαρτησίας.
Και γιατί τα κόμματα της παραδοσιακής Αριστεράς έμειναν στάσιμα, ουσιαστικά περιθωριοποιημένα; Μετά την κατάρρευση, οι λέξεις σοσιαλισμός και κομμουνισμός δεν συγκινούν τους λαούς της Ευρώπης, της ηπείρου που κάποτε είχε συγκινηθεί από το μεγαλόπνευστο απελευθερωτικό όραμα τουΜαρξ. Απογοητευμένοι, οι λαοί της Ευρώπης στρέφονταν, για άλλη μια φορά, προς τη Δεξιά και τηνΑκροδεξιά.
Σ’ αυτό το αρνητικό κλίμα προσπάθησε ο ΣΥΡΙΖΑ να κυβερνήσει: να εφαρμόσει, στο μέτρο τουεφικτού, το προεκλογικό του πρόγραμμα. Με τι λεφτά; Και πώς θα αντιμετωπιζόταν το τεράστιο χρέος; Οι «εταίροι», τοκογλύφοι, είτε καθολικοί είτε διαμαρτυρόμενοι, αντιμετώπισαν τον ελληνικό λαό ως σκληροί, άτεγκτοι, ανάλγητοι νεοαποικιοκράτες, αλλά και προπαντός: το φύτρο της πρώτης αριστερής κυβέρνησης στην Ε.Ε. έπρεπε να ξεριζωθεί.
Και η κυβέρνηση; Πρώτο λάθος στρατηγικού χαρακτήρα: Η κυβέρνηση δεν κουραζόταν να δηλώνει την πίστη της στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Στην υποτιθέμενη Ευρώπη των λαών. Γιατί; Επειδή η ελληνική, «ανανεωτική» Αριστερά είχε μεν υπερβεί (χωρίς να το ομολογήσει και να το ερμηνεύσει) την ιδεολογία του τεθνεώτος ευρωκομμουνισμού. Ετρεφε όμως πάντα αυταπάτες ως προς τον χαρακτήρα της Ε.Ε.
Στους λίγους πρώτους μήνες η κυβέρνηση έλαβε μια σειρά μέτρα με κύριο στόχο την ανακούφιση των λαϊκών μαζών: Αποκατάσταση της λειτουργίας της ΕΡΤ, επαναπρόσληψη των απολυμένων (από τον σημερινό αρχηγό της Ν.Δ.), μέτρα υπέρ της δημόσιας υγείας, δωρεάν ηλεκτρικό ρεύμα και νερό για τους οριακά φτωχούς, επίδομα πετρελαίου κ.λπ. κ.λπ. Τα θετικά αυτά μέτρα ανακούφιζαν, αλλά δεν έλυναν το πρόβλημα της λιτότητας και της πείνας.
Και οι εταίροι; Ψυχροί και αδιάφοροι αντιμετώπιζαν το δράμα του λαού. Και η κυβέρνηση, παρά την αποκτημένη εμπειρία από τη στάση των υπαλλήλων της Ε.Ε., συνέχιζε να ορκίζεται στο ευρωπαϊκό της όραμα. Με τη στάση της αυτή υπονόμευε τη διαπραγματευτική της δύναμη και, αντίστροφα, διευκόλυνε την αναλγησία των μικρόψυχων υπαλλήλων της Ε.Ε. Αλλά, «αν στη μάχη πας για να πεθάνεις, στρατιώτη μου, τον πόλεμο τον χάνεις» (Μπρεχτ).
Η ελληνική τραγωδία συνεχιζόταν. Φτώχεια, αυτοκτονίες, κατήφεια, κατάθλιψη. Από την άλλη, οι εταίροι, αμετακίνητοι στις θέσεις τους - εκβιασμοί για αποβολή της Ελλάδας από την Ε.Ε., υβριστική συμπεριφορά (σπάταλοι, τεμπέληδες, ψεύτες). Αυτά για τον ελληνικό λαό που πρώτος αντιστάθηκε στα στρατεύματα του χιτλερισμού και στη συνέχεια οργάνωσε τη μεγαλύτερη (αναλογικά με τον πληθυσμό) και αποτελεσματική αντίσταση εναντίον των κατακτητών.
Μπροστά σ’ αυτή την κατάσταση, η κυβέρνηση προκήρυξε δημοψήφισμα. Και η πλειοψηφία του ελληνικού λαού, επανασυνδεόμενη με τις πατριωτικές και ανθρωπιστικές παραδόσεις και αξίες του,καταψήφισε το εθνοκτόνο πρόγραμμα της Ε.Ε. Τι έπρεπε να κάνει η κυβέρνηση μπροστά στη λαϊκή αποφασιστικότητα; Επρεπε να διαπραγματευτεί ως εκπρόσωπος, για άλλη μια φορά, του ελληνικού λαού. Αντί γι’ αυτό, υπέγραψε το τρίτο μνημόνιο. Τον Σεπτέμβριο προκήρυξε εκλογές και τις κέρδισε.
Δεύτερο λάθος στρατηγικού χαρακτήρα: Επρεπε, με μια δραματική, καθαρή διακήρυξη προς τον ελληνικό λαό, να απορρίψει το τρίτο μνημόνιο ως προϊόν εκβιασμού, αφόρητης πίεσης, ως κείμενο που αντιφάσκει με την ετυμηγορία του ελληνικού λαού, αλλά και με το πρόγραμμα της κυβέρνησης. Η κυβέρνηση δεν έπρεπε να δεχτεί να κυβερνήσει υπ’ αυτές τις συνθήκες.
Τι θα γινόταν όμως τότε; Τι θα έκαναν εταίροι και ντόπια αντίδραση; Η συμμαχική κυβέρνηση αποφάσισε να ικανοποιήσει τις αξιώσεις των ιμπεριαλιστών. Ετσι, σε κάθε περίπτωση, επιβεβαίωνε την πίστη της στην Ε.Ε., στις ευρωπαϊκές αξίες, στο ευρωπαϊκό κεκτημένο και δήλωνε κάθε φορά ότι θα ανταποκριθεί σε όλες τις δεσμεύσεις της.
Τι συνεπαγόταν αυτή η πολιτική; Πώληση, εκποίηση, παραχώρηση των θεμελίων της ελληνικής κοινωνίας. Παράδωσε στους ξένους και στην ελληνική ολιγαρχία τον ΟΤΕ (Γερμανοί), τη ΔΕΗ, τον ΟΛΠ, το λιμάνι της Θεσσαλονίκης, πολύτιμες εκτάσεις όπως το παλαιό αεροδρόμιο, κρατικά κτίρια, υπόγειο πλούτο, όπως ο χρυσός κ.λπ. κ.λπ. Και ποιο είναι το αποτέλεσμα;
Δάνεια επί δανείων, δισεκατομμύρια που χαρίζονται για τη «ρευστότητα» των αχόρταγων τραπεζών. Και πώς θα μαζευτούν τα 50 δισ. για το ταμείο που θα δημιουργηθεί; Με έναν και μοναδικό τρόπο: με την περαιτέρω εκποίηση του κοινωνικού πλούτου, εκποίηση που περιλαμβάνει και την κατάργηση τουοικογενειακού ασύλου ακόμη, ενδεχομένως και της πρώτης κατοικίας.
Και έτσι φτάσαμε, αλλά γιατί φτάσαμε σ’ αυτή την κατάσταση; Διάφορα σενάρια, μέχρι και σενάρια εμπνεόμενα από την αστυνομική αντίληψη της ιστορίας, κυκλοφορούν ανεύθυνα ή και αποτελούν στοιχεία κομματικής προπαγάνδας. Ας θυμηθούμε όμως ορισμένα συγκεκριμένα δεδομένα.
Ο ΣΥΡΙΖΑ είχε μεν απορρίψει (χωρίς να το ομολογήσει) την ιδεολογία του ευρωκομμουνισμού. Ηταν όμως κληρονόμος της «Ευρωπαϊκής Ιδέας». Ταυτόχρονα ήταν κληρονόμος ορισμένων από τις εγγενείς αδυναμίες της ανανεωτικής Αριστεράς.
Παρά το γεγονός ότι η πλειοψηφία των αριστερών επιστημόνων και τεχνικών ήταν μέλη ή οπαδοί του ΣΥΡΙΖΑ, το κόμμα αυτό δεν τους αξιοποίησε για να διαμορφώσει ένα συγκεκριμένο πολιτικό και ποσοτικό πρόγραμμα που θα έπειθε ότι η Ελλάδα μπορεί να επιβιώσει και να αναπτυχθεί στο πλαίσιο της Ε.Ε. Πολιτική και θεωρητική ένδεια. Ταυτόχρονα, λόγω κληρονομημένου αντιδογματισμού, χαλαρής και αναποτελεσματικής οργάνωσης.
Αυταπάτες ως προς τον χαρακτήρα και το μέλλον μιας Ε.Ε. που ηγεμονεύεται από το γερμανικό κεφάλαιο. Ταυτόχρονα και κατά συνέπεια, αυταπάτες ως προς το ζήτημα του χρέους. Ως προς τη μεταχείριση της Ελλάδας από τους «εταίρους». Κατά συνέπεια, φρούδες ελπίδες για ξεπέρασμα της κρίσης στο πλαίσιο της «Ενωμένης Ευρώπης» και υπό διαδικασία πιθανής διάλυσης του σαθρού κατασκευάσματος του ευρωπαϊκού κεφαλαίου.
Τι θα μπορούσε λοιπόν να κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ μπροστά σ’ αυτή την κατάσταση; Αντί να «διαπραγματευτεί» χωρίς τέλος και αποτέλεσμα, να συγκροτήσει μια ισχυρή διαπραγματευτική ομάδα και να πει στους υπαλλήλους της Ε.Ε. και των τραπεζών: Θέλετε να μας διώξετε; Διώξτε μας! Δεν θα πάρετε ευρώ, καθότι, ουκ αν λάβοις παρά του μη έχοντος, όσον έντιμος και αν είναι. Θέλετε να μας διώξετε;
Διώξτε μας. Θα δημιουργήσετε μια νέα εστία αναταραχής απέναντι στη φλεγόμενη Μέση Ανατολή. Θέλετε να μας διώξετε; Διώξτε μας. Αλλά οι θεωρητικοί σας λένε ότι η έξοδος μιας χώρας θα επιφέρει τη διάλυση του σαθρού σας οικοδομήματος.
Φυσικά η ελληνική αντιπροσωπεία, με τον δεινό Βαρουφάκη και τους συντρόφους του, δεν θα χρησιμοποιούσε τη δική μου άξεστη γλώσσα. Θα μιλούσε όπως αρμόζει σε πολιτικούς. Τι θα πετύχαινε όμως η αντιπροσωπεία μας μπροστά στους υποθερμικούς εκπροσώπους του ψυχρού Βορρά;
Το πολύ, μερικές δευτερεύουσες υποχωρήσεις. Οχι κούρεμα του χρέους, παρότι η κραταιά Γερμανία μάς οφείλει πολύ περισσότερα λόγω της «δράσης» των χιτλερικών (η ίδια η Γερμανία δέχτηκε ευχαρίστως να της χαριστούν οι πολεμικές αποζημιώσεις από τους νικητές του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου.
Και η ίδια κραταιά Γερμανία αρνείται να συζητήσει για το δάνειο και τις επανορθώσεις, ενώ απαιτεί και το τελευταίο ευρώ από τη χειμαζόμενη, χρεοκοπημένη, λόγω της πολιτικής της Δεξιάς και του ΠΑΣΟΚ, Ελλάδα). Στην Ελλάδα που της έδωσε τα «φώτα του πολιτισμού» και τη δημοκρατία και τον ανθρωπισμό που -η Ιστορία το μαρτυρεί- δεν φαίνεται να αγαπούν οι εταίροι μας.
«Η Ελλάδα θα τηρήσει όλες τις υποχρεώσεις της». Συμπέρασμα: Μ’ αυτή την πολιτική βαδίζουμε προς μια νεο-αποικιοκρατούμενη, τριτοκοσμική χώρα. Αλλά η ανθρώπινη Ιστορία δεν είναι ντετερμινιστικά προκαθορισμένη. Είναι πεδίο δυνατοτήτων, όπου ο υποκειμενικός παράγων είναι ουσιαστικός.
Ποιος θα μπορούσε συνεπώς να είναι ο ρόλος της υπόλοιπης Αριστεράς σ’ αυτή τη χωρίς έλεος αναμέτρηση ενός μικρού λαού με τη φωλεά των εχιδνών της γερμανοκρατούμενης Ευρώπης; Και ποιες δυνατότητες υπάρχουν, επί του παρόντος τουλάχιστον, για μια ρήξη και έξοδο από την Ε.Ε.;
Ποιες κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις, με τη στήριξη ποιου λαϊκού κινήματος, θα μπορούσαν να απαλλάξουν την Ελλάδα από τις έχιδνες της νέας Ιεράς Συμμαχίας;
*Χρησιμοποίησα αυτό τον τίτλο και σε προηγούμενο άρθρο. Η συνέχιση της υποτέλειας δικαιολογεί την επανάληψη του τίτλου
*Πηγή: efsyn.gr
Ο χρόνος είναι γρήγορος ίσκιος πουλιών
(Ελύτης)
Πέρασε ένας χρόνος με κυβέρνηση της Αριστεράς. Ακριβέστερα: Αριστεράς και πατριωτικής Δεξιάς (ΑΝ.ΕΛΛ.). Τι παρέλαβε η νέα κυβέρνηση; Μια χώρα χρεοκοπημένη. Τα ταμεία άδεια, τεράστιο χρέος και τις αλυσίδες των δύο μνημονίων που υπέγραψαν οι πολιτικοί εκπρόσωποι του ελληνικού κεφαλαίου και, με τη διαμεσολάβηση του τοπικού, πρόθυμοι διεκπεραιωτές του ευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού.
Γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ αναδείχτηκε με ένα άλμα πρώτη πολιτική δύναμη; Επειδή το πρόγραμμά του ανταποκρινόταν σε δύο κεφαλαιώδη αιτήματα: στη σωτηρία των Ελλήνων από την πείνα και στηναποκατάσταση της εθνικής ανεξαρτησίας.
Και γιατί τα κόμματα της παραδοσιακής Αριστεράς έμειναν στάσιμα, ουσιαστικά περιθωριοποιημένα; Μετά την κατάρρευση, οι λέξεις σοσιαλισμός και κομμουνισμός δεν συγκινούν τους λαούς της Ευρώπης, της ηπείρου που κάποτε είχε συγκινηθεί από το μεγαλόπνευστο απελευθερωτικό όραμα τουΜαρξ. Απογοητευμένοι, οι λαοί της Ευρώπης στρέφονταν, για άλλη μια φορά, προς τη Δεξιά και τηνΑκροδεξιά.
Σ’ αυτό το αρνητικό κλίμα προσπάθησε ο ΣΥΡΙΖΑ να κυβερνήσει: να εφαρμόσει, στο μέτρο τουεφικτού, το προεκλογικό του πρόγραμμα. Με τι λεφτά; Και πώς θα αντιμετωπιζόταν το τεράστιο χρέος; Οι «εταίροι», τοκογλύφοι, είτε καθολικοί είτε διαμαρτυρόμενοι, αντιμετώπισαν τον ελληνικό λαό ως σκληροί, άτεγκτοι, ανάλγητοι νεοαποικιοκράτες, αλλά και προπαντός: το φύτρο της πρώτης αριστερής κυβέρνησης στην Ε.Ε. έπρεπε να ξεριζωθεί.
Και η κυβέρνηση; Πρώτο λάθος στρατηγικού χαρακτήρα: Η κυβέρνηση δεν κουραζόταν να δηλώνει την πίστη της στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Στην υποτιθέμενη Ευρώπη των λαών. Γιατί; Επειδή η ελληνική, «ανανεωτική» Αριστερά είχε μεν υπερβεί (χωρίς να το ομολογήσει και να το ερμηνεύσει) την ιδεολογία του τεθνεώτος ευρωκομμουνισμού. Ετρεφε όμως πάντα αυταπάτες ως προς τον χαρακτήρα της Ε.Ε.
Στους λίγους πρώτους μήνες η κυβέρνηση έλαβε μια σειρά μέτρα με κύριο στόχο την ανακούφιση των λαϊκών μαζών: Αποκατάσταση της λειτουργίας της ΕΡΤ, επαναπρόσληψη των απολυμένων (από τον σημερινό αρχηγό της Ν.Δ.), μέτρα υπέρ της δημόσιας υγείας, δωρεάν ηλεκτρικό ρεύμα και νερό για τους οριακά φτωχούς, επίδομα πετρελαίου κ.λπ. κ.λπ. Τα θετικά αυτά μέτρα ανακούφιζαν, αλλά δεν έλυναν το πρόβλημα της λιτότητας και της πείνας.
Και οι εταίροι; Ψυχροί και αδιάφοροι αντιμετώπιζαν το δράμα του λαού. Και η κυβέρνηση, παρά την αποκτημένη εμπειρία από τη στάση των υπαλλήλων της Ε.Ε., συνέχιζε να ορκίζεται στο ευρωπαϊκό της όραμα. Με τη στάση της αυτή υπονόμευε τη διαπραγματευτική της δύναμη και, αντίστροφα, διευκόλυνε την αναλγησία των μικρόψυχων υπαλλήλων της Ε.Ε. Αλλά, «αν στη μάχη πας για να πεθάνεις, στρατιώτη μου, τον πόλεμο τον χάνεις» (Μπρεχτ).
Η ελληνική τραγωδία συνεχιζόταν. Φτώχεια, αυτοκτονίες, κατήφεια, κατάθλιψη. Από την άλλη, οι εταίροι, αμετακίνητοι στις θέσεις τους - εκβιασμοί για αποβολή της Ελλάδας από την Ε.Ε., υβριστική συμπεριφορά (σπάταλοι, τεμπέληδες, ψεύτες). Αυτά για τον ελληνικό λαό που πρώτος αντιστάθηκε στα στρατεύματα του χιτλερισμού και στη συνέχεια οργάνωσε τη μεγαλύτερη (αναλογικά με τον πληθυσμό) και αποτελεσματική αντίσταση εναντίον των κατακτητών.
Μπροστά σ’ αυτή την κατάσταση, η κυβέρνηση προκήρυξε δημοψήφισμα. Και η πλειοψηφία του ελληνικού λαού, επανασυνδεόμενη με τις πατριωτικές και ανθρωπιστικές παραδόσεις και αξίες του,καταψήφισε το εθνοκτόνο πρόγραμμα της Ε.Ε. Τι έπρεπε να κάνει η κυβέρνηση μπροστά στη λαϊκή αποφασιστικότητα; Επρεπε να διαπραγματευτεί ως εκπρόσωπος, για άλλη μια φορά, του ελληνικού λαού. Αντί γι’ αυτό, υπέγραψε το τρίτο μνημόνιο. Τον Σεπτέμβριο προκήρυξε εκλογές και τις κέρδισε.
Δεύτερο λάθος στρατηγικού χαρακτήρα: Επρεπε, με μια δραματική, καθαρή διακήρυξη προς τον ελληνικό λαό, να απορρίψει το τρίτο μνημόνιο ως προϊόν εκβιασμού, αφόρητης πίεσης, ως κείμενο που αντιφάσκει με την ετυμηγορία του ελληνικού λαού, αλλά και με το πρόγραμμα της κυβέρνησης. Η κυβέρνηση δεν έπρεπε να δεχτεί να κυβερνήσει υπ’ αυτές τις συνθήκες.
Τι θα γινόταν όμως τότε; Τι θα έκαναν εταίροι και ντόπια αντίδραση; Η συμμαχική κυβέρνηση αποφάσισε να ικανοποιήσει τις αξιώσεις των ιμπεριαλιστών. Ετσι, σε κάθε περίπτωση, επιβεβαίωνε την πίστη της στην Ε.Ε., στις ευρωπαϊκές αξίες, στο ευρωπαϊκό κεκτημένο και δήλωνε κάθε φορά ότι θα ανταποκριθεί σε όλες τις δεσμεύσεις της.
Τι συνεπαγόταν αυτή η πολιτική; Πώληση, εκποίηση, παραχώρηση των θεμελίων της ελληνικής κοινωνίας. Παράδωσε στους ξένους και στην ελληνική ολιγαρχία τον ΟΤΕ (Γερμανοί), τη ΔΕΗ, τον ΟΛΠ, το λιμάνι της Θεσσαλονίκης, πολύτιμες εκτάσεις όπως το παλαιό αεροδρόμιο, κρατικά κτίρια, υπόγειο πλούτο, όπως ο χρυσός κ.λπ. κ.λπ. Και ποιο είναι το αποτέλεσμα;
Δάνεια επί δανείων, δισεκατομμύρια που χαρίζονται για τη «ρευστότητα» των αχόρταγων τραπεζών. Και πώς θα μαζευτούν τα 50 δισ. για το ταμείο που θα δημιουργηθεί; Με έναν και μοναδικό τρόπο: με την περαιτέρω εκποίηση του κοινωνικού πλούτου, εκποίηση που περιλαμβάνει και την κατάργηση τουοικογενειακού ασύλου ακόμη, ενδεχομένως και της πρώτης κατοικίας.
Και έτσι φτάσαμε, αλλά γιατί φτάσαμε σ’ αυτή την κατάσταση; Διάφορα σενάρια, μέχρι και σενάρια εμπνεόμενα από την αστυνομική αντίληψη της ιστορίας, κυκλοφορούν ανεύθυνα ή και αποτελούν στοιχεία κομματικής προπαγάνδας. Ας θυμηθούμε όμως ορισμένα συγκεκριμένα δεδομένα.
Ο ΣΥΡΙΖΑ είχε μεν απορρίψει (χωρίς να το ομολογήσει) την ιδεολογία του ευρωκομμουνισμού. Ηταν όμως κληρονόμος της «Ευρωπαϊκής Ιδέας». Ταυτόχρονα ήταν κληρονόμος ορισμένων από τις εγγενείς αδυναμίες της ανανεωτικής Αριστεράς.
Παρά το γεγονός ότι η πλειοψηφία των αριστερών επιστημόνων και τεχνικών ήταν μέλη ή οπαδοί του ΣΥΡΙΖΑ, το κόμμα αυτό δεν τους αξιοποίησε για να διαμορφώσει ένα συγκεκριμένο πολιτικό και ποσοτικό πρόγραμμα που θα έπειθε ότι η Ελλάδα μπορεί να επιβιώσει και να αναπτυχθεί στο πλαίσιο της Ε.Ε. Πολιτική και θεωρητική ένδεια. Ταυτόχρονα, λόγω κληρονομημένου αντιδογματισμού, χαλαρής και αναποτελεσματικής οργάνωσης.
Αυταπάτες ως προς τον χαρακτήρα και το μέλλον μιας Ε.Ε. που ηγεμονεύεται από το γερμανικό κεφάλαιο. Ταυτόχρονα και κατά συνέπεια, αυταπάτες ως προς το ζήτημα του χρέους. Ως προς τη μεταχείριση της Ελλάδας από τους «εταίρους». Κατά συνέπεια, φρούδες ελπίδες για ξεπέρασμα της κρίσης στο πλαίσιο της «Ενωμένης Ευρώπης» και υπό διαδικασία πιθανής διάλυσης του σαθρού κατασκευάσματος του ευρωπαϊκού κεφαλαίου.
Τι θα μπορούσε λοιπόν να κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ μπροστά σ’ αυτή την κατάσταση; Αντί να «διαπραγματευτεί» χωρίς τέλος και αποτέλεσμα, να συγκροτήσει μια ισχυρή διαπραγματευτική ομάδα και να πει στους υπαλλήλους της Ε.Ε. και των τραπεζών: Θέλετε να μας διώξετε; Διώξτε μας! Δεν θα πάρετε ευρώ, καθότι, ουκ αν λάβοις παρά του μη έχοντος, όσον έντιμος και αν είναι. Θέλετε να μας διώξετε;
Διώξτε μας. Θα δημιουργήσετε μια νέα εστία αναταραχής απέναντι στη φλεγόμενη Μέση Ανατολή. Θέλετε να μας διώξετε; Διώξτε μας. Αλλά οι θεωρητικοί σας λένε ότι η έξοδος μιας χώρας θα επιφέρει τη διάλυση του σαθρού σας οικοδομήματος.
Φυσικά η ελληνική αντιπροσωπεία, με τον δεινό Βαρουφάκη και τους συντρόφους του, δεν θα χρησιμοποιούσε τη δική μου άξεστη γλώσσα. Θα μιλούσε όπως αρμόζει σε πολιτικούς. Τι θα πετύχαινε όμως η αντιπροσωπεία μας μπροστά στους υποθερμικούς εκπροσώπους του ψυχρού Βορρά;
Το πολύ, μερικές δευτερεύουσες υποχωρήσεις. Οχι κούρεμα του χρέους, παρότι η κραταιά Γερμανία μάς οφείλει πολύ περισσότερα λόγω της «δράσης» των χιτλερικών (η ίδια η Γερμανία δέχτηκε ευχαρίστως να της χαριστούν οι πολεμικές αποζημιώσεις από τους νικητές του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου.
Και η ίδια κραταιά Γερμανία αρνείται να συζητήσει για το δάνειο και τις επανορθώσεις, ενώ απαιτεί και το τελευταίο ευρώ από τη χειμαζόμενη, χρεοκοπημένη, λόγω της πολιτικής της Δεξιάς και του ΠΑΣΟΚ, Ελλάδα). Στην Ελλάδα που της έδωσε τα «φώτα του πολιτισμού» και τη δημοκρατία και τον ανθρωπισμό που -η Ιστορία το μαρτυρεί- δεν φαίνεται να αγαπούν οι εταίροι μας.
«Η Ελλάδα θα τηρήσει όλες τις υποχρεώσεις της». Συμπέρασμα: Μ’ αυτή την πολιτική βαδίζουμε προς μια νεο-αποικιοκρατούμενη, τριτοκοσμική χώρα. Αλλά η ανθρώπινη Ιστορία δεν είναι ντετερμινιστικά προκαθορισμένη. Είναι πεδίο δυνατοτήτων, όπου ο υποκειμενικός παράγων είναι ουσιαστικός.
Ποιος θα μπορούσε συνεπώς να είναι ο ρόλος της υπόλοιπης Αριστεράς σ’ αυτή τη χωρίς έλεος αναμέτρηση ενός μικρού λαού με τη φωλεά των εχιδνών της γερμανοκρατούμενης Ευρώπης; Και ποιες δυνατότητες υπάρχουν, επί του παρόντος τουλάχιστον, για μια ρήξη και έξοδο από την Ε.Ε.;
Ποιες κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις, με τη στήριξη ποιου λαϊκού κινήματος, θα μπορούσαν να απαλλάξουν την Ελλάδα από τις έχιδνες της νέας Ιεράς Συμμαχίας;
*Χρησιμοποίησα αυτό τον τίτλο και σε προηγούμενο άρθρο. Η συνέχιση της υποτέλειας δικαιολογεί την επανάληψη του τίτλου
*Πηγή: efsyn.gr