Σύμφωνα με την νέα έρευνα του ΙΝΑ-ΓΣΕΕ, η οποία εξετάζει τις συνθήκες διαβίωσης και εισοδημάτων συνολικά του γεωργικού πληθυσμού της χώρας για την περίοδο 2009-2011, 1 στους 3 αυτοαπασχολούμενους αγρότες και 4 στους 10 συνταξιούχους αγρότες βρίσκονται στα όρια της φτώχειας. Επίσης η ίδια έρευνα σημειώνει ότι το ποσοστό φτώχειας στον γεωργικό πληθυσμό είναι γενικά διπλάσιο από το αντίστοιχο του μη γεωργικού, βάζοντας έτσι τέλος και στη συστημική προπαγάνδα για τους πλούσιους τεμπέληδες αγρότες που κάθονται στα καφενεία και απολαμβάνουν τις επιδοτήσεις της ΕΕ, ενώ ήταν η ίδια η ΕΕ που αποσύνδεσε τις επιδοτήσεις από την παραγωγή, αποσκοπώντας έτσι στην περαιτέρω διάλυση του παραγωγικού ιστού της χώρας και την αύξηση του βαθμού εξάρτησης της κοινωνίας.
Την ώρα λοιπόν που το πιο φτωχό και παραγωγικό κομμάτι του πληθυσμού δίνει τη τελική του μάχη, γνωρίζοντας ότι αν περάσουν τα νέα μέτρα της «αριστερής» κυβέρνησης θα σημάνει ουσιαστικά και το τέλος του, την ίδια ώρα που αυτό το κομμάτι του πληθυσμού φαίνεται αποφασισμένο να συγκρουστεί μέχρι τέλους και να συσπειρώσει γύρω του και άλλα κομμάτια της κοινωνίας μετατρέποντας έτσι τον αγώνα των αγροτών σε ένα γενικευμένο ξεσηκωμό για κοινωνική και εθνική απελευθέρωση (βλ. ΜΕΚΕΑ), την ώρα που αρχίζουν να ακούγονται ξεκάθαρες φωνές για άμεση και μονομερή έξοδο από την ΕΕ ακόμα και από μετριοπαθή κομμάτια της κοινωνίας, αναγνωρίζοντας την ως το βασικό αίτιο της κρίσης, σαν εκφραστή και εφαρμοστή της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας της αγοράς, ένα μεγάλο τμήμα της νεολαίας ασχολείται για ακόμα μια φορά με τον ανύπαρκτο φασιστικό κίνδυνο, αντί να συμβάλει με όλες του τις δυνάμεις στον αγώνα αυτόν!
Και μιλάμε για ανύπαρκτο φασιστικό κίνδυνο στην Ελλάδα, όπως έχουμε τονίσει και στο παρελθόν προβλέποντας ουσιαστικά τις σημερινές εξελίξεις, για 3 βασικούς λόγους:
Πρώτον, ο εθνικοσοσιαλισμός ήταν κίνημα που άνθησε κάτω από συγκεκριμένες ιστορικές συνθήκες στη Γερμανία, την εποχή που δεν υπήρχε η σημερινή οικονομική αλληλεξάρτηση των οικονομιών στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης, η οποία ουσιαστικά καταργεί την οικονομική και εθνική (και επομένως τη λαϊκή) κυριαρχία. Όμως η εθνική κυριαρχία είναι αναγκαία προϋπόθεση για την ανάπτυξη διεθνών εθνικοσοσιαλιστικών και φασιστικών κινημάτων, όπως τα προπολεμικά. Ακόμη και αν φαντασθούμε ότι στις σημερινές οικονομικές συνθήκες της παγκοσμιοποίησης σε κάποια χώρα έπαιρνε την εξουσία ένα εθνικιστικό κίνημα (π.χ. το κόμμα της Λε Πεν στη Γαλλία), για να επιβιώσει η χώρα αυτή μέσα σε μια διεθνοποιημένη οικονομία της αγοράς, θα έπρεπε ν’αποκοπεί από την οικονομία αυτή με ό,τι αυτό συνεπάγεται (οικονομικός και πολιτικόστρατιωτικός αποκλεισμός της κ.λπ.).
Δεύτερον, στην Ελλάδα είναι φανερό ότι δεν υπάρχει μαζικό εθνικοσοσιαλιστικό κίνημα (ούτε υπήρξε ποτέ ιστορικά παρόμοιο μαζικό κίνημα ακόμη και τότε που άνθιζε ο εθνικοσοσιαλισμός, ακόμη και στην Κατοχή!) αλλά απλώς ένα εθνικιστικό κόμμα με ακροδεξιές καταβολές και μερικές εκατοντάδες τραμπούκους καθώς και εκατοντάδες χιλιάδες ψηφοφόρους, αγανακτισμένους για την απώλεια της εθνικής μας κυριαρχίας αλλά και την αθλιότητα στην οποία τους καταδίκασαν οι ελίτ.
Τρίτον, η αποστασιοποίηση πολλών ψηφοφόρων στα λαϊκά στρώματα από μια χρεωκοπημένη «Αριστερά», που είναι παράρτημα της ΕΕ, είναι πανευρωπαϊκό φαινόμενο (Λε Πεν στη Γαλλία, UKIP στη Μεγάλη Βρετανία, Ουγγαρία κ.λπ.). Όλα αυτά τα στρώματα θα ήταν πρόθυμα να επανενταχθούν σε μια αναγεννημένη πραγματικά διεθνιστική Αριστερά που θα θεμελιωνόταν στην ομοσπονδιοποίηση εθνικά και οικονομικά, πολιτικά και πολιτιστικά, κυρίαρχων λαών και τη διεθνή αλληλεγγύη.
Φαίνεται λοιπόν ξεκάθαρα, ότι η προσπάθεια που έγινε τα τελευταία χρόνια από τις ντόπιες ελίτ μέσω εκφυλισμένων «αναρχικών», «αριστερών» και Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων (ΜΚΟ) να στρέψουν τα πιο δυναμικά κομμάτια του πληθυσμού στον ανύπαρκτο «αντιφασιστικό» αγώνα, αποσκοπούσε ακριβώς στο να δημιουργήσει εμφυλιοπολεμικές συνθήκες μέσα στη κοινωνία, να διχάσει και να αποπροσανατολίσει τον λαό από τις μάχες που δίνονται κατά των πραγματικών φασιστών που δεν είναι άλλοι από την Υπερεθνική Ελίτ (Υ/Ε) και το όργανό της στην Ελλάδα, την ΕΕ που επιβάλλει την κατάργηση κάθε εθνικής, οικονομικής, πολιτικής και πολιτιστικής κυριαρχίας του λαού. Είναι άλλωστε η ίδια αυτή Υ/Ε που ματοκύλισε κάθε λαό που πάλευε για την εθνική ανεξαρτησία του, από το Ιράκ και το Αφγανιστάν μέχρι τη Λιβύη και τη Συρία, δημιουργώντας εκατομμύρια προσφύγων που σήμερα πλημμυρίζουν την Ευρώπη, με τη πλήρη φυσικά συναίνεση αν όχι παρότρυνση εκφυλισμένων «αριστερών» και «αναρχικών» μορφωμάτων (ΚΕΕΡΦΑ, Κωσταντίνου, ΣΥΡΙΖΑ, ΑΝΤΑΡΣΥΑ, κ.λπ.) που δε δίστασαν όχι μόνο να διαδηλώνουν κουνώντας τις μισθοφορικές σημαίες των ψευτοεπαναστατών του ΝΑΤΟ, αλλά να λειτουργούν και σαν γραφείο τύπου των «επαναστατών» εγκληματιών πολέμου που καλούσαν για τους βομβαρδισμούς. Πραγματικά δεν υπάρχει παγκόσμιο προηγούμενο, αυτοαποκαλούμενες «αριστερές» και «αναρχικές» οργανώσεις που σήμερα σηκώνουν τη σημαία του αντιφασισμού, αντί να διαδηλώνουν κατά των πολέμων και τη σφαγή των λαών, να λειτουργούν ως δεκανίκια αυτού που υποτίθεται πολεμάνε, δηλαδή του σημερινού φασισμού, και υποκριτικά σήμερα να δηλώνουν προστάτες των μεταναστών, ενώ οι ίδιοι υποστήριξαν έμμεσα την καταστροφή τους!
Είναι πραγματικά δύσκολο να συλλάβει κανείς πώς μπροστά στις αυτοκτονίες, την ανεργία, τη παιδική θνησιμότητα, τους άστεγους, τη διάλυση κάθε κοινωνικού κράτους, την καθολική οικονομική και εθνική υποδούλωση δηλαδή τη τελική καταστροφή του λαού, αυτοαποκαλούμενοι «αναρχικοί», «αριστεροί» και «αντιφασίστες» επιλέγουν να κυνηγάνε ντόπιους και ξένους φασίστες (με γηπεδικούς όρους), να οργανώνουν αντιφασιστικές περιφρουρήσεις και φιέστες, να διαδηλώνουν κατά του φράχτη στον Έβρο, να κάνουν συλλογικές κουζίνες και να μην έχουν ξοδέψει ούτε ένα λεπτό, ούτε ένα δράμι ενέργειας για να σταθούν δίπλα στα δοκιμαζόμενα λαϊκά στρώματα. Όχι μόνο επιλέγουν να μη στέκονται δίπλα στο δοκιμαζόμενο λαό αλλά ουσιαστικά στέκονται απέναντί του, αφού συμβάλλουν με αυτό το τρόπο στον αποσυντονισμό και αποπροσανατολισμό του αγώνα. Τρανό παράδειγμα είναι η απαγόρευση των διαδηλώσεων από την Αστυνομία το Σάββατο 30 Ιανουαρίου υπό το φόβο συγκρούσεων φασιστών – αντιφασιστών μετά βέβαια από την μεθοδευμένη καλλιέργεια εμφυλιοπολεμικού κλίματος, βάζοντας έτσι σε δεύτερη μοίρα τον αγώνα των αγροτών και των συμμαχικών τους κοινωνικών στρωμάτων και αποτρέποντας μεγάλο κομμάτι του λαού να διαδηλώσει στο κέντρο της Αθήνας εναντίον της Κυβέρνησης και των σχεδίων που θέλει να επιβάλλει η Υ/Ε μέσω της ΕΕ.
Ο λαός όμως έχει να αντιμετωπίσει και τον αποπροσανατολισμό των προδοτικών μέσων ενημέρωσης (ΜΜΕ) που πότε «θάβουν» την είδηση, πότε υποβαθμίζουν την έκταση και την σημαντικότητα του αγώνα και πότε διαστρεβλώνουν πλήρως την αλήθεια όταν η έκταση αυτή δε μπορεί πια να κρυφτεί. Και δε μιλάμε μόνο για την γκεμπελική ΕΡΤ, το γραφείο τύπου ουσιαστικά της ψευτο-αριστερής κυβέρνησης, που μέχρι και σήμερα ρίχνει λάσπη από όλες τις μεριές και με όλα τα μέσα στο αναπτυσσόμενο κίνημα κατά της ΕΕ, προσπαθώντας να αποτρέψει με κάθε τρόπο την ριζοσπαστικοποίηση των αγροτών (ο σοβαροφανής Χαρίτος αλλά και σχεδόν όλα τα στελέχη της αμαρτωλής ΕΡΤ μετέχουν στο βρώμικο αυτό παιχνίδι και είναι βέβαια δωσίλογοι απέναντι στον Ελληνικό λαό) άλλα μιλάμε και για τα ιδιωτικά κανάλια που μέχρι εχθές υιοθετούσαν ένα δήθεν φιλο-αγροτικό προφίλ (καθαρά για αντιπολιτευτικούς κομματικούς λόγους), που μετά τα επεισόδια στη Θεσσαλονίκη, όπου ουσιαστικά οι αγρότες ακύρωσαν την έκθεση Agrotica σπάζοντας τον κλοιό των «αριστερών» πραιτοριανών, τόλμησαν να μεταδώσουν ότι δεν ήταν η αγανάκτηση και η αποφασιστικότητα των αγροτών αλλά κάποιοι «διακτινισμένοι» κουκουλοφόροι που προκάλεσαν τα επεισόδια, βαφτίζοντας έτσι έμμεσα κάθε τέτοιου είδους αντίδραση τρομοκρατική και παράνομη. Οι κουκουλοφόροι που επικαλούνται τα κανάλια βέβαια, όχι μόνο δε έχουν πάρει ποτέ μέρος στις κινητοποιήσεις των αγροτών, αλλά ήταν απασχολημένοι να κυνηγάνε Γερμανούς «φασίστες»-τουρίστες την ώρα του φαγητού τους.
Οι κυνηγοί κεφαλών των κατάπτυστων ΜΜΕ έφτασαν στο σημείο να πάρουν συνέντευξη από «μετριοπαθείς», «συνεργάσιμους» αγρότες, λες και υπάρχει «συνεργάσιμος» μελλοθάνατος, οι οποίοι όχι μόνο δήλωναν διατεθειμένοι να διαπραγματευτούν με τους δήμιούς τους αλλά τάσσονταν και κατά αυτών των «ακραίων» αντιδράσεων που έφτασαν να χαρακτηριστούνε μέχρι και φασιστικές κατά τα γνωστά σημερινά πρότυπα να βαπτίζεται φασιστικό κάθε τι που δεν είναι συμβατό με τους στόχους των ελίτ. Στο μεταξύ, όσο οι παρασυρμένοι από την «Αριστερά» αυτή μαχητικοί νέοι κυνηγούσαν το φασιστικό φάντασμα και όσο τα ΜΜΕ διαστρέβλωναν την πραγματικότητα, ο «αριστερός» πρωθυπουργός και πρώην υπέρμαχος του Παλαιστινιακού, επισκέφθηκε το Σιωνιστικό κράτος του Ισραήλ βάζοντας έτσι και αυτός το λιθαράκι του στη προσπάθεια αποπροσανατολισμού του λαού. Ενώ το σαθρό πάτωμα σείεται στη κυριολεξία κάτω από τα πόδια της κυβέρνησης-κωμωδίας, ο πρωθυπουργός υποβιβάζοντας τεχνηέντως το θέμα, έδειξε ότι είχε σημαντικότερες δουλειές να κάνει. Τα άφησε όλα πίσω, για να επισκεφθεί τον αρχιεγκληματία πολέμου Νετανιάχου και να καθησυχάσει τη Σιωνιστική και Υπερεθνική Ελίτ ότι η Ελλάδα μπορεί να παραμείνει προτεκτοράτο και να συνεργάζεται πλήρως στα σιωνιστικά σχέδια του Ισραήλ και με «αριστερή» κυβέρνηση (και να ακούσει επιπλέον από τα χείλια του την εσκεμμένη ιστορική ανακρίβεια ότι η Ιερουσαλήμ είναι η «ιστορική πρωτεύουσα του Ισραήλ» -πάρα το γεγονός ότι οι Εβραίοι την είχαν εγκαταλείψει για πάνω από 2000 χρονιά! – βάζοντας ουσιαστικά ταφόπετρα ακόμη και στην πολιτική σύμπασας της Ελληνικής Αριστεράς (με την οποία δεν συμφωνούμε) για δυο κράτη στην Παλαιστίνη που θα μοιράζονται σαν πρωτεύουσα την Ιερουσαλήμ).
Αν οι αγρότες κάνουν το τραγικό λάθος να κάνουν πίσω και μπούνε στην λογική ότι μπορεί προσωρινά οι ίδιοι να γλυτώσουν όταν όλη η κοινωνία αργοπεθαίνει, αν δηλαδή οι αγρότες δε δουν αυτό τον αγώνα σαν ένα γενικευμένο ξεσηκωμό στον οποίο θα πορευτούν μαζί με τις υπόλοιπες κοινωνικές ομάδες, αλλά τον δουν σαν μια ευκαιρία διαπραγμάτευσης για να προστατεύσουν ό,τι έχει απομείνει όρθιο στο κλάδο τους, σύντομα θα διαπιστώσουν ότι απλά παρατείναν το τέλος τους, μιας και τα μέτρα αυτά οι ελίτ θα προσπαθήσουν να τα περάσουν είτε τώρα με «αριστερή», είτε τότε με κάποια άλλη κοινοβουλευτική χούντα, με τη μόνη διαφορά ότι η κοινωνία τότε δε θα δείξει τη δέουσα αλληλεγγύη όταν οι αγρότες θα έχουν εγκαταλείψει τον αγώνα μόλις μερικούς μήνες πριν αμαχητί.
Οι αγρότες θα πρέπει και με τη συγκυρία να ηγηθούν ενός μακρού, ανένδοτου και καθολικού αγώνα χέρι-χέρι με τις υπόλοιπες κοινωνικές ομάδες, κατά τη διάρκεια του οποίου θα σχηματιστεί ένα μέτωπο με αιτήματα για όλη τη κοινωνία. Ένα Μέτωπο που μόνο από τα κάτω μπορεί να δημιουργηθεί μέσα από τις ζυμώσεις στους αγώνες και που θα διεκδικήσει την Κοινωνική και Εθνική Απελευθέρωσή του.
Την ώρα λοιπόν που το πιο φτωχό και παραγωγικό κομμάτι του πληθυσμού δίνει τη τελική του μάχη, γνωρίζοντας ότι αν περάσουν τα νέα μέτρα της «αριστερής» κυβέρνησης θα σημάνει ουσιαστικά και το τέλος του, την ίδια ώρα που αυτό το κομμάτι του πληθυσμού φαίνεται αποφασισμένο να συγκρουστεί μέχρι τέλους και να συσπειρώσει γύρω του και άλλα κομμάτια της κοινωνίας μετατρέποντας έτσι τον αγώνα των αγροτών σε ένα γενικευμένο ξεσηκωμό για κοινωνική και εθνική απελευθέρωση (βλ. ΜΕΚΕΑ), την ώρα που αρχίζουν να ακούγονται ξεκάθαρες φωνές για άμεση και μονομερή έξοδο από την ΕΕ ακόμα και από μετριοπαθή κομμάτια της κοινωνίας, αναγνωρίζοντας την ως το βασικό αίτιο της κρίσης, σαν εκφραστή και εφαρμοστή της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας της αγοράς, ένα μεγάλο τμήμα της νεολαίας ασχολείται για ακόμα μια φορά με τον ανύπαρκτο φασιστικό κίνδυνο, αντί να συμβάλει με όλες του τις δυνάμεις στον αγώνα αυτόν!
Και μιλάμε για ανύπαρκτο φασιστικό κίνδυνο στην Ελλάδα, όπως έχουμε τονίσει και στο παρελθόν προβλέποντας ουσιαστικά τις σημερινές εξελίξεις, για 3 βασικούς λόγους:
Πρώτον, ο εθνικοσοσιαλισμός ήταν κίνημα που άνθησε κάτω από συγκεκριμένες ιστορικές συνθήκες στη Γερμανία, την εποχή που δεν υπήρχε η σημερινή οικονομική αλληλεξάρτηση των οικονομιών στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης, η οποία ουσιαστικά καταργεί την οικονομική και εθνική (και επομένως τη λαϊκή) κυριαρχία. Όμως η εθνική κυριαρχία είναι αναγκαία προϋπόθεση για την ανάπτυξη διεθνών εθνικοσοσιαλιστικών και φασιστικών κινημάτων, όπως τα προπολεμικά. Ακόμη και αν φαντασθούμε ότι στις σημερινές οικονομικές συνθήκες της παγκοσμιοποίησης σε κάποια χώρα έπαιρνε την εξουσία ένα εθνικιστικό κίνημα (π.χ. το κόμμα της Λε Πεν στη Γαλλία), για να επιβιώσει η χώρα αυτή μέσα σε μια διεθνοποιημένη οικονομία της αγοράς, θα έπρεπε ν’αποκοπεί από την οικονομία αυτή με ό,τι αυτό συνεπάγεται (οικονομικός και πολιτικόστρατιωτικός αποκλεισμός της κ.λπ.).
Δεύτερον, στην Ελλάδα είναι φανερό ότι δεν υπάρχει μαζικό εθνικοσοσιαλιστικό κίνημα (ούτε υπήρξε ποτέ ιστορικά παρόμοιο μαζικό κίνημα ακόμη και τότε που άνθιζε ο εθνικοσοσιαλισμός, ακόμη και στην Κατοχή!) αλλά απλώς ένα εθνικιστικό κόμμα με ακροδεξιές καταβολές και μερικές εκατοντάδες τραμπούκους καθώς και εκατοντάδες χιλιάδες ψηφοφόρους, αγανακτισμένους για την απώλεια της εθνικής μας κυριαρχίας αλλά και την αθλιότητα στην οποία τους καταδίκασαν οι ελίτ.
Τρίτον, η αποστασιοποίηση πολλών ψηφοφόρων στα λαϊκά στρώματα από μια χρεωκοπημένη «Αριστερά», που είναι παράρτημα της ΕΕ, είναι πανευρωπαϊκό φαινόμενο (Λε Πεν στη Γαλλία, UKIP στη Μεγάλη Βρετανία, Ουγγαρία κ.λπ.). Όλα αυτά τα στρώματα θα ήταν πρόθυμα να επανενταχθούν σε μια αναγεννημένη πραγματικά διεθνιστική Αριστερά που θα θεμελιωνόταν στην ομοσπονδιοποίηση εθνικά και οικονομικά, πολιτικά και πολιτιστικά, κυρίαρχων λαών και τη διεθνή αλληλεγγύη.
Φαίνεται λοιπόν ξεκάθαρα, ότι η προσπάθεια που έγινε τα τελευταία χρόνια από τις ντόπιες ελίτ μέσω εκφυλισμένων «αναρχικών», «αριστερών» και Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων (ΜΚΟ) να στρέψουν τα πιο δυναμικά κομμάτια του πληθυσμού στον ανύπαρκτο «αντιφασιστικό» αγώνα, αποσκοπούσε ακριβώς στο να δημιουργήσει εμφυλιοπολεμικές συνθήκες μέσα στη κοινωνία, να διχάσει και να αποπροσανατολίσει τον λαό από τις μάχες που δίνονται κατά των πραγματικών φασιστών που δεν είναι άλλοι από την Υπερεθνική Ελίτ (Υ/Ε) και το όργανό της στην Ελλάδα, την ΕΕ που επιβάλλει την κατάργηση κάθε εθνικής, οικονομικής, πολιτικής και πολιτιστικής κυριαρχίας του λαού. Είναι άλλωστε η ίδια αυτή Υ/Ε που ματοκύλισε κάθε λαό που πάλευε για την εθνική ανεξαρτησία του, από το Ιράκ και το Αφγανιστάν μέχρι τη Λιβύη και τη Συρία, δημιουργώντας εκατομμύρια προσφύγων που σήμερα πλημμυρίζουν την Ευρώπη, με τη πλήρη φυσικά συναίνεση αν όχι παρότρυνση εκφυλισμένων «αριστερών» και «αναρχικών» μορφωμάτων (ΚΕΕΡΦΑ, Κωσταντίνου, ΣΥΡΙΖΑ, ΑΝΤΑΡΣΥΑ, κ.λπ.) που δε δίστασαν όχι μόνο να διαδηλώνουν κουνώντας τις μισθοφορικές σημαίες των ψευτοεπαναστατών του ΝΑΤΟ, αλλά να λειτουργούν και σαν γραφείο τύπου των «επαναστατών» εγκληματιών πολέμου που καλούσαν για τους βομβαρδισμούς. Πραγματικά δεν υπάρχει παγκόσμιο προηγούμενο, αυτοαποκαλούμενες «αριστερές» και «αναρχικές» οργανώσεις που σήμερα σηκώνουν τη σημαία του αντιφασισμού, αντί να διαδηλώνουν κατά των πολέμων και τη σφαγή των λαών, να λειτουργούν ως δεκανίκια αυτού που υποτίθεται πολεμάνε, δηλαδή του σημερινού φασισμού, και υποκριτικά σήμερα να δηλώνουν προστάτες των μεταναστών, ενώ οι ίδιοι υποστήριξαν έμμεσα την καταστροφή τους!
Είναι πραγματικά δύσκολο να συλλάβει κανείς πώς μπροστά στις αυτοκτονίες, την ανεργία, τη παιδική θνησιμότητα, τους άστεγους, τη διάλυση κάθε κοινωνικού κράτους, την καθολική οικονομική και εθνική υποδούλωση δηλαδή τη τελική καταστροφή του λαού, αυτοαποκαλούμενοι «αναρχικοί», «αριστεροί» και «αντιφασίστες» επιλέγουν να κυνηγάνε ντόπιους και ξένους φασίστες (με γηπεδικούς όρους), να οργανώνουν αντιφασιστικές περιφρουρήσεις και φιέστες, να διαδηλώνουν κατά του φράχτη στον Έβρο, να κάνουν συλλογικές κουζίνες και να μην έχουν ξοδέψει ούτε ένα λεπτό, ούτε ένα δράμι ενέργειας για να σταθούν δίπλα στα δοκιμαζόμενα λαϊκά στρώματα. Όχι μόνο επιλέγουν να μη στέκονται δίπλα στο δοκιμαζόμενο λαό αλλά ουσιαστικά στέκονται απέναντί του, αφού συμβάλλουν με αυτό το τρόπο στον αποσυντονισμό και αποπροσανατολισμό του αγώνα. Τρανό παράδειγμα είναι η απαγόρευση των διαδηλώσεων από την Αστυνομία το Σάββατο 30 Ιανουαρίου υπό το φόβο συγκρούσεων φασιστών – αντιφασιστών μετά βέβαια από την μεθοδευμένη καλλιέργεια εμφυλιοπολεμικού κλίματος, βάζοντας έτσι σε δεύτερη μοίρα τον αγώνα των αγροτών και των συμμαχικών τους κοινωνικών στρωμάτων και αποτρέποντας μεγάλο κομμάτι του λαού να διαδηλώσει στο κέντρο της Αθήνας εναντίον της Κυβέρνησης και των σχεδίων που θέλει να επιβάλλει η Υ/Ε μέσω της ΕΕ.
Ο λαός όμως έχει να αντιμετωπίσει και τον αποπροσανατολισμό των προδοτικών μέσων ενημέρωσης (ΜΜΕ) που πότε «θάβουν» την είδηση, πότε υποβαθμίζουν την έκταση και την σημαντικότητα του αγώνα και πότε διαστρεβλώνουν πλήρως την αλήθεια όταν η έκταση αυτή δε μπορεί πια να κρυφτεί. Και δε μιλάμε μόνο για την γκεμπελική ΕΡΤ, το γραφείο τύπου ουσιαστικά της ψευτο-αριστερής κυβέρνησης, που μέχρι και σήμερα ρίχνει λάσπη από όλες τις μεριές και με όλα τα μέσα στο αναπτυσσόμενο κίνημα κατά της ΕΕ, προσπαθώντας να αποτρέψει με κάθε τρόπο την ριζοσπαστικοποίηση των αγροτών (ο σοβαροφανής Χαρίτος αλλά και σχεδόν όλα τα στελέχη της αμαρτωλής ΕΡΤ μετέχουν στο βρώμικο αυτό παιχνίδι και είναι βέβαια δωσίλογοι απέναντι στον Ελληνικό λαό) άλλα μιλάμε και για τα ιδιωτικά κανάλια που μέχρι εχθές υιοθετούσαν ένα δήθεν φιλο-αγροτικό προφίλ (καθαρά για αντιπολιτευτικούς κομματικούς λόγους), που μετά τα επεισόδια στη Θεσσαλονίκη, όπου ουσιαστικά οι αγρότες ακύρωσαν την έκθεση Agrotica σπάζοντας τον κλοιό των «αριστερών» πραιτοριανών, τόλμησαν να μεταδώσουν ότι δεν ήταν η αγανάκτηση και η αποφασιστικότητα των αγροτών αλλά κάποιοι «διακτινισμένοι» κουκουλοφόροι που προκάλεσαν τα επεισόδια, βαφτίζοντας έτσι έμμεσα κάθε τέτοιου είδους αντίδραση τρομοκρατική και παράνομη. Οι κουκουλοφόροι που επικαλούνται τα κανάλια βέβαια, όχι μόνο δε έχουν πάρει ποτέ μέρος στις κινητοποιήσεις των αγροτών, αλλά ήταν απασχολημένοι να κυνηγάνε Γερμανούς «φασίστες»-τουρίστες την ώρα του φαγητού τους.
Οι κυνηγοί κεφαλών των κατάπτυστων ΜΜΕ έφτασαν στο σημείο να πάρουν συνέντευξη από «μετριοπαθείς», «συνεργάσιμους» αγρότες, λες και υπάρχει «συνεργάσιμος» μελλοθάνατος, οι οποίοι όχι μόνο δήλωναν διατεθειμένοι να διαπραγματευτούν με τους δήμιούς τους αλλά τάσσονταν και κατά αυτών των «ακραίων» αντιδράσεων που έφτασαν να χαρακτηριστούνε μέχρι και φασιστικές κατά τα γνωστά σημερινά πρότυπα να βαπτίζεται φασιστικό κάθε τι που δεν είναι συμβατό με τους στόχους των ελίτ. Στο μεταξύ, όσο οι παρασυρμένοι από την «Αριστερά» αυτή μαχητικοί νέοι κυνηγούσαν το φασιστικό φάντασμα και όσο τα ΜΜΕ διαστρέβλωναν την πραγματικότητα, ο «αριστερός» πρωθυπουργός και πρώην υπέρμαχος του Παλαιστινιακού, επισκέφθηκε το Σιωνιστικό κράτος του Ισραήλ βάζοντας έτσι και αυτός το λιθαράκι του στη προσπάθεια αποπροσανατολισμού του λαού. Ενώ το σαθρό πάτωμα σείεται στη κυριολεξία κάτω από τα πόδια της κυβέρνησης-κωμωδίας, ο πρωθυπουργός υποβιβάζοντας τεχνηέντως το θέμα, έδειξε ότι είχε σημαντικότερες δουλειές να κάνει. Τα άφησε όλα πίσω, για να επισκεφθεί τον αρχιεγκληματία πολέμου Νετανιάχου και να καθησυχάσει τη Σιωνιστική και Υπερεθνική Ελίτ ότι η Ελλάδα μπορεί να παραμείνει προτεκτοράτο και να συνεργάζεται πλήρως στα σιωνιστικά σχέδια του Ισραήλ και με «αριστερή» κυβέρνηση (και να ακούσει επιπλέον από τα χείλια του την εσκεμμένη ιστορική ανακρίβεια ότι η Ιερουσαλήμ είναι η «ιστορική πρωτεύουσα του Ισραήλ» -πάρα το γεγονός ότι οι Εβραίοι την είχαν εγκαταλείψει για πάνω από 2000 χρονιά! – βάζοντας ουσιαστικά ταφόπετρα ακόμη και στην πολιτική σύμπασας της Ελληνικής Αριστεράς (με την οποία δεν συμφωνούμε) για δυο κράτη στην Παλαιστίνη που θα μοιράζονται σαν πρωτεύουσα την Ιερουσαλήμ).
Αν οι αγρότες κάνουν το τραγικό λάθος να κάνουν πίσω και μπούνε στην λογική ότι μπορεί προσωρινά οι ίδιοι να γλυτώσουν όταν όλη η κοινωνία αργοπεθαίνει, αν δηλαδή οι αγρότες δε δουν αυτό τον αγώνα σαν ένα γενικευμένο ξεσηκωμό στον οποίο θα πορευτούν μαζί με τις υπόλοιπες κοινωνικές ομάδες, αλλά τον δουν σαν μια ευκαιρία διαπραγμάτευσης για να προστατεύσουν ό,τι έχει απομείνει όρθιο στο κλάδο τους, σύντομα θα διαπιστώσουν ότι απλά παρατείναν το τέλος τους, μιας και τα μέτρα αυτά οι ελίτ θα προσπαθήσουν να τα περάσουν είτε τώρα με «αριστερή», είτε τότε με κάποια άλλη κοινοβουλευτική χούντα, με τη μόνη διαφορά ότι η κοινωνία τότε δε θα δείξει τη δέουσα αλληλεγγύη όταν οι αγρότες θα έχουν εγκαταλείψει τον αγώνα μόλις μερικούς μήνες πριν αμαχητί.
Οι αγρότες θα πρέπει και με τη συγκυρία να ηγηθούν ενός μακρού, ανένδοτου και καθολικού αγώνα χέρι-χέρι με τις υπόλοιπες κοινωνικές ομάδες, κατά τη διάρκεια του οποίου θα σχηματιστεί ένα μέτωπο με αιτήματα για όλη τη κοινωνία. Ένα Μέτωπο που μόνο από τα κάτω μπορεί να δημιουργηθεί μέσα από τις ζυμώσεις στους αγώνες και που θα διεκδικήσει την Κοινωνική και Εθνική Απελευθέρωσή του.
|