Γιάννης Νικολόπουλος
Με μια τριμελή αντιπροσωπεία εμπειρογνωμόνων, το International Finance Corporation (IFC), ο παγκόσμιος οργανισμός που ανήκει στον κύκλο συμπληρωματικών θεσμών της Παγκόσμιας Τράπεζας, ήρθε πια και στην Αθήνα για... δουλειές.
Σύμφωνα με το καταστατικό του, το IFC προωθεί την ιδιωτική πρωτοβουλία, συμβουλεύει υποψήφιους παίκτες στην παγκόσμια αγορά, επενδύει αποκλειστικά στον ιδιωτικό τομέα και μόνο στις αναπτυσσόμενες χώρες. Και η Ελλάδα της ύφεσης, της κοινωνικής
καταστροφής και της παλινδρόμησης στον κοινωνικό και πολιτικό χώρο δεκαετιών πίσω,
συγκαταλέγεται πια στις χώρες, για παράδειγμα, ενός πρώην ανατολικού μπλοκ ή της υποσαχάριας Αφρικής.
Ίσως διόλου τυχαία, η ομάδα του IFC που αποτελείται από τους Ανδρέας Ένγκελ, Μπασάκ Παμίρ και Χοακίν Τεμπάρ Σότο και κατοικοεδρεύει στο κέντρο της Αθήνας, αποσπάστηκε από το βασικό γραφείο της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, με έδρα τη Μόσχα. Εξάλλου, η Ρωσία υπήρξε ένα από τα πρώτα και μεγάλα πειραματόζωα του σκληρού νεοφιλελευθερισμού μετά το 1989, με γενικευμένες εκποιήσεις και ιδιωτικοποιήσεις, άγρια μέτρα λιτότητας, εξαθλίωση, φτώχεια και ανάδυση μιας νέας ολιγαρχίας πλούτου και πολιτικής ισχύος. Με άλλα λόγια, που κυριαρχούν στη σκέψη των απολογητών και Ηρακλέων του καπιταλισμού, σε ένα ιδανικό, επενδυτικό περιβάλλον, γεμάτο ευκαιρίες και κλίμα δημοσιονομικής πειθαρχίας, προσαρμογής και ανταγωνιστικότητας και κοινωνικού ερειπιώνα.
Το ίδιο περιβάλλον εντοπίζει το IFC και στην Ελλάδα. Ο οργανισμός υποστηρίζει ότι από την παγκόσμια πίτα δανειοδοτήσεων την οποία διαχειρίζεται και φθάνει σε ύψος τα 60 δις ευρώ, οι ελληνικές επιχειρήσεις, ο ιδιωτικός τομέας έχει λαμβάνειν γενναίο μερίδιο εφόσον η χώρα παραμείνει στην οδό των μεταρρυθμίσεων – απορρυθμίσεων και της πίστης στην ανταγωνιστικότητα, την επιχειρηματικότητα και τις επενδύσεις.
Πού θέλει να επενδύσει το IFC; Πρώτα από όλα έχει επενδύσει ήδη στην πρόσφατη, αρπακτική ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών και μάλιστα με «γενναιόδωρο», όπως φημολογείται, μπάσιμο περίπου 80 εκατομμυρίων ευρώ από τα 750 εκατομμύρια ευρώ που δόθηκαν συνολικά, προκειμένου να περάσει σε διάφορα, ξένα και ελληνικά funds ενεργητικό της τάξης τουλάχιστον 340 δις ευρώ και να χαθούν στο πιθάρι των τραπεζικών Δαναΐδων περίπου 44 δις ευρώ από τις προηγηθείσες ανακεφαλαιοποιήσεις με τα λεφτά όλων ημών.
Σε δεύτερη φάση το IFC ενδιαφέρεται πολύ και όχι τυχαία για τον κλάδο της διατροφής, τη γεωργία, την κτηνοτροφία και την αλιεία. Μάλιστα σε αυτό το σκέλος φέρεται διατεθειμένο να προσελκύσει και να επιβάλει στην εγχώρια αγορά, κεφάλαια κινεζικών συμφερόντων, που επιζητούν να ελέγξουν τη διατροφική παραγωγή και διάθεση στην Ελλάδα, αλλά και την κατασκευή υποδομών εκμετάλλευσης του αγροτικού και κτηνοτροφικού προϊόντος στο σύνολό του. Επιπλέον, το IFC προσδοκά να συμμετάσχει, εκτελώντας διαδοχικά χρέη συμβούλου αλλά και χρηματοδότη, σε υποδομές «μικρής κλίμακας», πχ δήμων της χώρας που θα θελήσουν να ιδρύσουν ιδιωτικές εταιρίες ηλεκτρικής ενέργειας. Επίσης επιδιώκει μερίδιο στις τεχνολογίες πράσινης ενέργειας, τους φυσικούς, ορυκτούς και όχι μόνο πόρους και τις τηλεπικοινωνίες.
Το IFC , όπως υποστηρίζουν στελέχη του, που πλαισιώνουν την τριανδρία των Ένγκελ, Παμίρ και Σότο, δεν είναι η πρώτη φορά που διατίθεται να «διευκολύνει» χρηματοδοτικά, επενδυτικά και συμβουλευτικά, ελληνικές επιχειρήσεις. Επίτευγμα του οργανισμού θεωρείται η συμβολή του στην επέκταση ή αν θέλετε επέλαση ελληνικών επιχειρήσεων στη Βαλκανική Χερσόνησο, την Τουρκία, την Αίγυπτο και την Ουκρανία, κατά τη διάρκεια των χρόνων της νεοφιλελεύθερης καταιγίδας, που έπληξε διαδοχικά τις αντίστοιχες χώρες. Είναι χαρακτηριστικό ότι το ίδιο το IFC υποστηρίζει με στοιχεία ότι η επέκταση ελληνικών επιχειρήσεων σε χώρες, όπως η Αλβανία και η Ρουμανία, βασίστηκε, κατά 50%, σε πόρους, δάνεια και χρηματοδοτήσεις που προήλθαν από τα ταμεία του.
Το IFC φιλοδοξεί να παραμείνει στην Ελλάδα και να συνδιαμορφώσει το νέο οικονομικό τοπίο της χώρας τα επόμενα τρία με πέντε χρόνια. Για το ίδιο διάστημα διαφημίζει τις συμβουλευτικές, διαμεσολαβητικές και διαιτητικές ικανότητες και εμπειρίες των στελεχών του, προς κυβερνήσεις και επιχειρήσεις οι οποίες επιθυμούν, επιδιώκουν ή σχεδιάζουν να συνδιαλλαγούν με τους υπουργούς της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, προκειμένου να... επενδύσουν στη χώρα. Έτσι, το IFC και ουσιαστικά μέσω αυτού η Παγκόσμια Τράπεζα θέλει να διαδραματίσει πολλαπλό και καθοριστικό ρόλο στην πολιτική, την οικονομία και την κοινωνία της Ελλάδας του τρίτου μνημονίου, ενώ η έμφαση που δίνει στον τομέα της αγροτικής παραγωγής και διατροφής, μέσα στο κλίμα της ασφαλιστικής και φορολογικής επιδρομής του αγροτικού κόσμου, πολλαπλασιάζει τα μαύρα σύννεφα πάνω από την ύπαιθρο και για το άμεσο μέλλον, τις παραγωγικές δυνατότητες, το αγροτικό εισόδημα και το μεγάλο πλήθος των μικρών και μεσαίων αγροτών.
Με μια τριμελή αντιπροσωπεία εμπειρογνωμόνων, το International Finance Corporation (IFC), ο παγκόσμιος οργανισμός που ανήκει στον κύκλο συμπληρωματικών θεσμών της Παγκόσμιας Τράπεζας, ήρθε πια και στην Αθήνα για... δουλειές.
Σύμφωνα με το καταστατικό του, το IFC προωθεί την ιδιωτική πρωτοβουλία, συμβουλεύει υποψήφιους παίκτες στην παγκόσμια αγορά, επενδύει αποκλειστικά στον ιδιωτικό τομέα και μόνο στις αναπτυσσόμενες χώρες. Και η Ελλάδα της ύφεσης, της κοινωνικής
καταστροφής και της παλινδρόμησης στον κοινωνικό και πολιτικό χώρο δεκαετιών πίσω,
συγκαταλέγεται πια στις χώρες, για παράδειγμα, ενός πρώην ανατολικού μπλοκ ή της υποσαχάριας Αφρικής.
Ίσως διόλου τυχαία, η ομάδα του IFC που αποτελείται από τους Ανδρέας Ένγκελ, Μπασάκ Παμίρ και Χοακίν Τεμπάρ Σότο και κατοικοεδρεύει στο κέντρο της Αθήνας, αποσπάστηκε από το βασικό γραφείο της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, με έδρα τη Μόσχα. Εξάλλου, η Ρωσία υπήρξε ένα από τα πρώτα και μεγάλα πειραματόζωα του σκληρού νεοφιλελευθερισμού μετά το 1989, με γενικευμένες εκποιήσεις και ιδιωτικοποιήσεις, άγρια μέτρα λιτότητας, εξαθλίωση, φτώχεια και ανάδυση μιας νέας ολιγαρχίας πλούτου και πολιτικής ισχύος. Με άλλα λόγια, που κυριαρχούν στη σκέψη των απολογητών και Ηρακλέων του καπιταλισμού, σε ένα ιδανικό, επενδυτικό περιβάλλον, γεμάτο ευκαιρίες και κλίμα δημοσιονομικής πειθαρχίας, προσαρμογής και ανταγωνιστικότητας και κοινωνικού ερειπιώνα.
Το ίδιο περιβάλλον εντοπίζει το IFC και στην Ελλάδα. Ο οργανισμός υποστηρίζει ότι από την παγκόσμια πίτα δανειοδοτήσεων την οποία διαχειρίζεται και φθάνει σε ύψος τα 60 δις ευρώ, οι ελληνικές επιχειρήσεις, ο ιδιωτικός τομέας έχει λαμβάνειν γενναίο μερίδιο εφόσον η χώρα παραμείνει στην οδό των μεταρρυθμίσεων – απορρυθμίσεων και της πίστης στην ανταγωνιστικότητα, την επιχειρηματικότητα και τις επενδύσεις.
Πού θέλει να επενδύσει το IFC; Πρώτα από όλα έχει επενδύσει ήδη στην πρόσφατη, αρπακτική ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών και μάλιστα με «γενναιόδωρο», όπως φημολογείται, μπάσιμο περίπου 80 εκατομμυρίων ευρώ από τα 750 εκατομμύρια ευρώ που δόθηκαν συνολικά, προκειμένου να περάσει σε διάφορα, ξένα και ελληνικά funds ενεργητικό της τάξης τουλάχιστον 340 δις ευρώ και να χαθούν στο πιθάρι των τραπεζικών Δαναΐδων περίπου 44 δις ευρώ από τις προηγηθείσες ανακεφαλαιοποιήσεις με τα λεφτά όλων ημών.
Σε δεύτερη φάση το IFC ενδιαφέρεται πολύ και όχι τυχαία για τον κλάδο της διατροφής, τη γεωργία, την κτηνοτροφία και την αλιεία. Μάλιστα σε αυτό το σκέλος φέρεται διατεθειμένο να προσελκύσει και να επιβάλει στην εγχώρια αγορά, κεφάλαια κινεζικών συμφερόντων, που επιζητούν να ελέγξουν τη διατροφική παραγωγή και διάθεση στην Ελλάδα, αλλά και την κατασκευή υποδομών εκμετάλλευσης του αγροτικού και κτηνοτροφικού προϊόντος στο σύνολό του. Επιπλέον, το IFC προσδοκά να συμμετάσχει, εκτελώντας διαδοχικά χρέη συμβούλου αλλά και χρηματοδότη, σε υποδομές «μικρής κλίμακας», πχ δήμων της χώρας που θα θελήσουν να ιδρύσουν ιδιωτικές εταιρίες ηλεκτρικής ενέργειας. Επίσης επιδιώκει μερίδιο στις τεχνολογίες πράσινης ενέργειας, τους φυσικούς, ορυκτούς και όχι μόνο πόρους και τις τηλεπικοινωνίες.
Το IFC , όπως υποστηρίζουν στελέχη του, που πλαισιώνουν την τριανδρία των Ένγκελ, Παμίρ και Σότο, δεν είναι η πρώτη φορά που διατίθεται να «διευκολύνει» χρηματοδοτικά, επενδυτικά και συμβουλευτικά, ελληνικές επιχειρήσεις. Επίτευγμα του οργανισμού θεωρείται η συμβολή του στην επέκταση ή αν θέλετε επέλαση ελληνικών επιχειρήσεων στη Βαλκανική Χερσόνησο, την Τουρκία, την Αίγυπτο και την Ουκρανία, κατά τη διάρκεια των χρόνων της νεοφιλελεύθερης καταιγίδας, που έπληξε διαδοχικά τις αντίστοιχες χώρες. Είναι χαρακτηριστικό ότι το ίδιο το IFC υποστηρίζει με στοιχεία ότι η επέκταση ελληνικών επιχειρήσεων σε χώρες, όπως η Αλβανία και η Ρουμανία, βασίστηκε, κατά 50%, σε πόρους, δάνεια και χρηματοδοτήσεις που προήλθαν από τα ταμεία του.
Το IFC φιλοδοξεί να παραμείνει στην Ελλάδα και να συνδιαμορφώσει το νέο οικονομικό τοπίο της χώρας τα επόμενα τρία με πέντε χρόνια. Για το ίδιο διάστημα διαφημίζει τις συμβουλευτικές, διαμεσολαβητικές και διαιτητικές ικανότητες και εμπειρίες των στελεχών του, προς κυβερνήσεις και επιχειρήσεις οι οποίες επιθυμούν, επιδιώκουν ή σχεδιάζουν να συνδιαλλαγούν με τους υπουργούς της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, προκειμένου να... επενδύσουν στη χώρα. Έτσι, το IFC και ουσιαστικά μέσω αυτού η Παγκόσμια Τράπεζα θέλει να διαδραματίσει πολλαπλό και καθοριστικό ρόλο στην πολιτική, την οικονομία και την κοινωνία της Ελλάδας του τρίτου μνημονίου, ενώ η έμφαση που δίνει στον τομέα της αγροτικής παραγωγής και διατροφής, μέσα στο κλίμα της ασφαλιστικής και φορολογικής επιδρομής του αγροτικού κόσμου, πολλαπλασιάζει τα μαύρα σύννεφα πάνω από την ύπαιθρο και για το άμεσο μέλλον, τις παραγωγικές δυνατότητες, το αγροτικό εισόδημα και το μεγάλο πλήθος των μικρών και μεσαίων αγροτών.
rproject.gr