Η εξέλιξη του αναρχισμού στην Ελλάδα, φαίνεται να παρουσιάζει μια σειρά από ιστορικά παράδοξα που έχουν να κάνουν αφ'ενός με τη μακρόχρονη απόκρυψη στοιχείων από τις επίσημες ιστορικές πηγές, ή τη συστηματική τους διαστρέβλωση όποτε χρειάζεται να τα παρουσιάσουν, και αφ'ετέρου με τη δυσκολία ερμηνείας των γεγονότων σε μια εποχή που τα υπό διαμόρφωση ιδεολογικά ρεύματα της Ευρώπης έφταναν στην Ελλάδα με την αναπόφευκτη ιδεολογική σύγχυση που προκαλούσαν οι διαφορετικές τοπικές συνθήκες.
Σχετικά με το πρώτο, δηλαδή τον τρόπο παρουσίασης από την επίσημη ιστορία, αρκεί να αναφέρουμε ενδεικτικά τα παρακάτω αποσπάσματα:"Ούτε οι αναρχικές ομάδες της Πάτρας και του Πύργου, ούτε οι πρώτες εργατικές ενώσεις στη Σύρο, το Λαύριο και τον Πειραιά, ...ήταν αρκετές αριθμητικά ή συγκροτημένες για να αποτελέσουν τη μόνιμη βάση μιας παγιωμένης κοινοβουλευτικής παράταξης... Δεν απέκτησαν ποτέ μόνιμο λαϊκό έρεισμα εκφράζοντας μια αυθόρμητη, απροσανατόλιστη και επομένως συγκυριακή λαϊκή οργή..." (ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμος ΙΔ, σελ. 16).
Στον ίδιο τόμο λίγο πιο κάτω φαίνεται να αλλάζουν γνώμη σχετικά με την αποτελεσματικότητα αυτών των ομάδων:
"Έτσι ο αναρχισμός, στάθηκε και στην Ελλάδα μια πολύ σημαντική στιγμή στην εξέλιξη του Νεοελληνικού κράτους: έθεσε με οξύτητα το πρόβλημα των μεταρρυθμίσεων, αγωνίστηκε για μεταρρυθμίσεις, πολλές φορές μάλιστα τις επίσπευσε... (σελ. 85).
Παρόμοιες αντιφάσεις υπάρχουν κάθε φορά που επανέρχεται στο θέμα.
Όσον αφορά το δεύτερο, την ιδεολογική ρευστότητα που χαρακτηρίζει την εποχή, μπορεί να εξηγήσει το φαινομενικά περίεργο γεγονός ότι η πρώτη αναρχική εφημερίδα που κυκλοφόρησε στην Ελλάδα, ονομαζόταν "Ελληνική Δημοκρατία". Τίτλος αρκετά προκλητικός αν πάρουμε υπ'όψη ότι η λέξη δεν χρησιμοποιούνταν με το σημερινό της νόημα. Σήμαινε όχι μόνο την αντίθεση προς τη μοναρχία, αλλά και όλο το φάσμα των προβληματισμών που σχετίζονται με την αμφισβήτηση του κράτους και των θεσμών.
Μια πολύ προωθημένη κριτική του Ανατολικού ζητήματος που ήταν κυρίαρχο τότε, έντονα επηρεασμένη από τις ιδέες των Μπακούνιν-Προυντόν στοίχισε την κατάσχεση του φύλλου, και τη σύλληψη των μελών του "Δημοκρατικού Συλλόγου"Πάτρας που την εξέδιδε. Ήταν οι πρώτοι που τέθηκαν στα υπ΄όψη των διωκτικών αρχών ως "αναρχικά στοιχεία".
Στις 20 Μάη 1894 οι Ελληνικές αρχές έλαβαν ένα έγγραφο από την "Διεθνή υπηρεσία διώξεως των αναρχικών"με το οποίο τους ζητούσαν κατάλογο και φωτογραφίες Ελλήνων αναρχικών. Μπορούμε να υποθέσουμε πως το γεγονός σχετίζεται με τη δράση που είχαν αναπτύξει κάποιοι Έλληνες στο διεθνές επαναστατικό κίνημα. Ανάμεσά τους μπορούμε να αναφέρουμε τον Πλωτίνο Ροδοκανάτη που συμμετείχε ενεργά στο κίνημα της Λατινικής Αμερικής, το δικηγόρο Παύλο Αργυριάδη που πήρε μέρος στην Κομμούνα του Παρισιού και αργότερα δημιούργησε έναν κύκλο από Έλληνες επαναστάτες διατηρώντας ταυτόχρονα διασυνδέσεις με τους συντρόφους της Πάτρας, τη Μαρία Δασυδόγλου που επίσης συμμετείχε στην Κομμούνα και εκτελέστηκε για τη δράση της από τους Βερσαλλιέρους.
Δεν ξέρουμε τι απάντησε η Ελληνική κυβέρνηση σ'αυτή την "υπηρεσία", το σίγουρο όμως είναι ότι εκείνες τις μέρες συστηματοποιήθηκαν οριστικά οι ανακρίσεις και οι διώξεις που είχαν αρχίσει με την κατάσχεση της "Ελληνικής Δημοκρατίας".
Λίγες μέρες πριν την αποστολή του εγγράφου είχε προηγηθεί μια διακοπή της συνεδρίασης της Βουλής με πολύ επεισοδιακό τρόπο: Ο σοσιαλιστής Καλλέργης άρχισε να διαβάζει από τα θεωρεία το ψήφισμα της Πρωτομαγιάτικης συγκέντρωσης, όταν διαδόθηκε σαν αστραπή η είδηση ότι οι αναρχικοί θα ρίξουν βόμβες, και ο πανικός γενικεύτηκε.
Στην "ιστορία του εργατικού κινήματος" (σελ. 68) ο Κορδάτος περιγράφει το περιστατικό έχοντάς το διακωμωδήσει: "τέτοιες κραυγές απόγνωσης ακούστηκαν μέσα στη Βουλή. Και πατείς με πατώ σε οι 'πατέρες του Έθνους', σαν παλαβοί καβαλίκεψαν τα καθίσματα και τρέχαν να βγουν έξω".
Ωστόσο η πληροφορία είναι πολύτιμη. Αποδεικνύει σε ποιο βαθμό ο φόβος του επικίνδυνου τρομοκράτη είχε ήδη ριζώσει στη συνείδηση των νεοελλήνων. Χρειάστηκε να περάσουν δύο χρόνια μέχρι να σημειωθεί το πρώτο κρούσμα ατομικής τρομοκρατίας.
Στο χρονικό διάστημα μετά το 1893 οι αναρχικοί της Πάτρας διαχωρίζονται οριστικά από την κίνηση του σοσιαλιστή Πλάτωνα Δρακούλη, μετά από τη συμμετοχή του στις εκλογές. Οι σοσιαλιστικοί όμιλοι (όπως παραδέχεται ο Κορδάτος) συρρικνώνονται μπροστά στη συστηματική δράση τους, και οι αναρχικές ιδέες επηρεάζουν ένα μεγάλο τμήμα του ήδη αναστατωμένου αγροτικού πληθυσμού της Δ. Πελοποννήσου.
Οι αλλεπάλληλες κρίσεις του εμπορίου της σταφίδας στάθηκαν η βασική αιτία οικονομικών και κοινωνικών αναστατώσεων την περίοδο 1893-1900. Οι άνεργοι σταφιδεργάτες και αγρότες κάτω από την απειλή της πείνας κινητοποιήθηκαν με διαδηλώσεις, ένοπλα συλλαλητήρια και βιαιοπραγίες ενάντια στους κρατικούς υπαλλήλους.
"Η έντονη παρουσία των αναρχικών εκδηλώσεων εκείνα τα χρόνια θα έπρεπε να μην εξηγηθεί αποκλειστικά από την αντίστοιχη ακμή αυτών των κινημάτων στη Δύση" (ιστορία του Ελληνικού Έθνους, ΙΔ, σελ. 405).
Η σταφιδική κρίση στάθηκε ο καταλύτης για τη διαμόρφωση αυτών των νέων κοινωνικών κινημάτων.
Η ομάδα της Πάτρας ήταν η πρώτη που είχε μια τόσο συστηματική και πολύχρονη δραστηριότητα, συνδεδεμένη με τις διάφορες διεκδικήσεις και αγροτικές εξεγέρσεις. Περιοδεύοντες προπαγανδιστές μοιράζουν μπροσούρες και φυλλάδια, και συμμετέχουν ενεργά στα συλλαλητήρια, ενώ τα τεύχη του ‘’Επί τα Πρόσω’’ εξηγούν την κατάσταση στους αγρότες και με εκλαϊκευτικό στυλ παρουσιάζουν τους διάφορους σταθμούς της εξέλιξης της ανθρωπότητας και των αιτιών που οδήγησαν στη σημερινή κατάσταση ανισότητας.
Στις 3 Γενάρη 1896 στο Σκουροχώρι Πύργου έγιναν συγκρούσεις μεταξύ αγροτών και Χωροφυλακής, όπου σκοτώνεται ένας χωροφύλακας και τραυματίζονται άλλοι δύο. Τον ίδιο χρόνο, ο Δημήτρης Μάτσαλης, μέλος της αναρχικής ομάδας Πάτρας, σκοτώνει με μαχαίρι τον τραπεζίτη Διονύση Φραγκόπουλο και τραυματίζει τον μεγαλέμπορα Ανδρέα Κόλια.
Η αναστάτωση γενικεύεται. Ο Μάτσαλης συνελήφθη αμέσως. Στην απολογία του είπε: “Ό,τι έκανα, το έκανα χάριν της Ιδέας. Κανένας δεν μ΄ έβαλε. Μόνος μου ενήργησα. Φονεύσας δεν απέβλεψα εις τα πρόσωπα, αλλά εκτύπησα το Κεφάλαιον. Είμαι αναρχικός και ως αναρχικός είμαι υπέρ της βίας. Ο Χριστογιαννόπουλος και οι σοσιαλισταί είναι καταγέλαστοι και τίποτα με αυτούς δεν μας συνδέει. Αυτοί θέλουν να επιβάλουν τας ιδέας των με την πειθώ, ενώ εγώ ως αναρχικός είμαι υπέρ της τρομοκρατικής βίας”.
Τρεις μέρες αργότερα βρέθηκε νεκρός μέσα στη φυλακή, διαμελισμένος από δυναμίτιδα. Η επίσημη εκδοχή ήταν αυτοκτονία.
Νέες συλλήψεις και διώξεις άρχισαν με αφορμή το γεγονός. Με την κατηγορία της “συνομωσίας κατά του καθεστώτος” συλλαμβάνονται 14 μέλη της ομάδας της Πάτρας, ανάμεσά τους ο τυπογράφος Γ. Μαγκανάρας και ο δικηγόρος Δ. Καραμπίλιας. Καταδικάζονται σε 11 μήνες φυλακή, και σταματά προσωρινά το “Επί τα Πρόσω”.
Ένα χρόνο αργότερα γίνεται νέα προσπάθεια για την έκδοσή του, αυτή τη φορά με διευθυντή σύνταξης τον Σταυρόπουλο και υπεύθυνο τον Δ. Καραμπίλια. Η οικονομική ανέχεια και οι συνεχείς διώξεις έχουν εξαντλήσει την ομάδα, που τώρα επιδίδεται κυρίως σε μεταφράσεις της αναρχικής φιλολογίας.
Δύο αναρχικές εργάτριες (ράφτρες) αναλαμβάνουν τη χρηματοδότηση της εφημερίδας, συνεισφέροντας κάθε βδομάδα από το μεροκάματό τους.
Στον Πύργο, η δράση του αναρχικού ομίλου δεν παρουσίασε ιδιαίτερη έξαρση όσον αφορά τις αγροτικές κινητοποιήσεις, όπως συνέβη στην ομάδα της Πάτρας, πράγμα που τους βοήθησε να αποφύγουν προσωρινά τις διώξεις, και να κατευθύνουν τη δράση τους στην έντυπη προπαγάνδα, με τη διανομή φυλλαδίων, μετάφραση κειμένων, και την έκδοση της εφημερίδας “ΝΕΟΝ ΦΩΣ”. Ο όμιλος είχε συνδεθεί με την αναρχική Διεθνή, και είχε πολλές επαφές με τις αντίστοιχες ομάδες του εξωτερικού.
Εν όψει των βουλευτικών εκλογών του 1899 το “Νέον Φως” δημοσιεύει κύριο άρθρο παρακινώντας τον λαό σε αποχή. Διαβάζουμε στο φύλλο 17: “ΟΧΙ. Δεν ψηφίζωμεν, η Βουλή δεν είναι δι’ ημάς, ούτε οι νόμοι, τα συντάγματα, ούτε ο στρατός, ούτε αι αστυνομίαι, ούτε η χωροφυλακή, ούτε τα δικαστήρια, ούτε τίποτα εξ΄όσων αποτελούν το παρόν τυραννικόν καθεστώς, αλλά δι΄εκείνους που μας κλέπτουν, που μας τυραννούν, που μας ποτίζουν καθημερινώς δηλητήριον...”
Το επόμενο φύλλο, μας πληροφορεί πως ένα μέρος του πληθυσμού του Πύργου αποδέχτηκε το αποτέλεσμα των εκλογών με μαύρες σημαίες και γιουχαϊσματα, ενώ επικρίνει τους εργάτες που πήγαν να ψηφίσουν.
Μερικούς μήνες αργότερα η έκδοση της εφημερίδας σταματά και η δομή της ομάδας χαλαρώνει με την εισβολή διάφορων ιδεών με χριστιανοκοινωνικό περιεχόμενο, χωρίς όμως να διαλυθεί εντελώς. Η δολοφονική απόπειρα ενάντια στο βασιλιά Γεώργιο από τον Καρδίτση, έδωσε νέα αφορμή να γενικευτούν οι διώξεις στην Αθήνα, την Πάτρα και τον Πύργο. Οι Μαγκανάρας και Καραμπίλιας συλλαμβάνονται για τρίτη φορά. Οι υπόλοιποι καταζητούνται. Το κίνημα, αποδυναμωμένο ήδη, δεν μπορεί ν’ αντέξει και οι όμιλοι διαλύονται οριστικά.
Οι τελευταίες πληροφορίες που έχουμε από τη δράση στον Πύργο, είναι ένα γράμμα που έστειλαν το 1900 στο διεθνές εργατικό επαναστατικό συνέδριο του Παρισιού.
Είναι ένα ντοκουμέντο μεγάλης ιστορικής αξίας με τις πληροφορίες που μας παρέχει για το πώς βλέπουν οι ίδιοι τη δράση τους, για τις εξεγέρσεις των ένοπλων χωρικών, για την αντίθεσή τους με τους σοσιαλιστές, για τις εκδοτικές και μεταφραστικές τους δραστηριότητες.
Οι αιτίες της παρακμής αυτών των κινημάτων με τον ερχομό του νέου αιώνα, όπως δόθηκαν μέχρι τώρα διακρίνονται για τη θολούρα και την ιδεολογική προκατάληψη των πηγών απ΄όπου προέρχονται.
Σύμφωνα με τους κομμουνιστές ιστορικούς Κωστή Μοσκώφ και Γιάννη Κορδάτο, ο αναρχισμός ήταν ένα απροσανατόλιστο και αυθόρμητο ξέσπασμα των πρωτοεμφανιζόμενων μικροαστικών στρωμάτων που βρήκε έδαφος να αναπτυχθεί επειδή δεν υπήρχε συγκεκριμένη εργατική τάξη με την αντίστοιχη “προλεταριακή” συνείδηση.
Η επίσημη εκδοχή είναι ότι η διάλυση των ομίλων οφείλεται στη γενικευμένη καταστολή, αλλά κυρίως στην αντίφαση που παρουσίασαν ανάμεσα στα διεκδικητικά τους προγράμματα που ζητούσαν από το κράτος κοινωνικές μεταρρυθμίσεις υπέρ των αγροτών, ενώ ταυτόχρονα επηρεασμένοι από τις θεωρίες που κυκλοφορούσαν στην Ευρώπη, αρνιόντουσαν οποιαδήποτε συμμετοχή στους μηχανισμούς του Κράτους.
Υπάρχει ακόμα η αμφιλεγόμενη άποψη, ότι τα μέλη τους παρασύρθηκαν από το μεγάλο μεταναστευτικό ρεύμα προς την Αμερική στο οποίο οδήγησε η σταφιδική κρίση.
Απομένει στους άμεσα ενδιαφερόμενους η δύσκολη δουλειά της έρευνας και του προβληματισμού, για να δώσουν τη δική τους εκδοχή για αυτή την περίοδο που η μέχρι τώρα συσκότισή της τους στερεί από μια πολύτιμη πείρα.
Άρθρο από την εφημερίδα “Αναρχία”, φυλ. 12, Ιούνης 1989
Σχετικά με το πρώτο, δηλαδή τον τρόπο παρουσίασης από την επίσημη ιστορία, αρκεί να αναφέρουμε ενδεικτικά τα παρακάτω αποσπάσματα:"Ούτε οι αναρχικές ομάδες της Πάτρας και του Πύργου, ούτε οι πρώτες εργατικές ενώσεις στη Σύρο, το Λαύριο και τον Πειραιά, ...ήταν αρκετές αριθμητικά ή συγκροτημένες για να αποτελέσουν τη μόνιμη βάση μιας παγιωμένης κοινοβουλευτικής παράταξης... Δεν απέκτησαν ποτέ μόνιμο λαϊκό έρεισμα εκφράζοντας μια αυθόρμητη, απροσανατόλιστη και επομένως συγκυριακή λαϊκή οργή..." (ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμος ΙΔ, σελ. 16).
Στον ίδιο τόμο λίγο πιο κάτω φαίνεται να αλλάζουν γνώμη σχετικά με την αποτελεσματικότητα αυτών των ομάδων:
"Έτσι ο αναρχισμός, στάθηκε και στην Ελλάδα μια πολύ σημαντική στιγμή στην εξέλιξη του Νεοελληνικού κράτους: έθεσε με οξύτητα το πρόβλημα των μεταρρυθμίσεων, αγωνίστηκε για μεταρρυθμίσεις, πολλές φορές μάλιστα τις επίσπευσε... (σελ. 85).
Παρόμοιες αντιφάσεις υπάρχουν κάθε φορά που επανέρχεται στο θέμα.
Όσον αφορά το δεύτερο, την ιδεολογική ρευστότητα που χαρακτηρίζει την εποχή, μπορεί να εξηγήσει το φαινομενικά περίεργο γεγονός ότι η πρώτη αναρχική εφημερίδα που κυκλοφόρησε στην Ελλάδα, ονομαζόταν "Ελληνική Δημοκρατία". Τίτλος αρκετά προκλητικός αν πάρουμε υπ'όψη ότι η λέξη δεν χρησιμοποιούνταν με το σημερινό της νόημα. Σήμαινε όχι μόνο την αντίθεση προς τη μοναρχία, αλλά και όλο το φάσμα των προβληματισμών που σχετίζονται με την αμφισβήτηση του κράτους και των θεσμών.
Μια πολύ προωθημένη κριτική του Ανατολικού ζητήματος που ήταν κυρίαρχο τότε, έντονα επηρεασμένη από τις ιδέες των Μπακούνιν-Προυντόν στοίχισε την κατάσχεση του φύλλου, και τη σύλληψη των μελών του "Δημοκρατικού Συλλόγου"Πάτρας που την εξέδιδε. Ήταν οι πρώτοι που τέθηκαν στα υπ΄όψη των διωκτικών αρχών ως "αναρχικά στοιχεία".
Στις 20 Μάη 1894 οι Ελληνικές αρχές έλαβαν ένα έγγραφο από την "Διεθνή υπηρεσία διώξεως των αναρχικών"με το οποίο τους ζητούσαν κατάλογο και φωτογραφίες Ελλήνων αναρχικών. Μπορούμε να υποθέσουμε πως το γεγονός σχετίζεται με τη δράση που είχαν αναπτύξει κάποιοι Έλληνες στο διεθνές επαναστατικό κίνημα. Ανάμεσά τους μπορούμε να αναφέρουμε τον Πλωτίνο Ροδοκανάτη που συμμετείχε ενεργά στο κίνημα της Λατινικής Αμερικής, το δικηγόρο Παύλο Αργυριάδη που πήρε μέρος στην Κομμούνα του Παρισιού και αργότερα δημιούργησε έναν κύκλο από Έλληνες επαναστάτες διατηρώντας ταυτόχρονα διασυνδέσεις με τους συντρόφους της Πάτρας, τη Μαρία Δασυδόγλου που επίσης συμμετείχε στην Κομμούνα και εκτελέστηκε για τη δράση της από τους Βερσαλλιέρους.
Δεν ξέρουμε τι απάντησε η Ελληνική κυβέρνηση σ'αυτή την "υπηρεσία", το σίγουρο όμως είναι ότι εκείνες τις μέρες συστηματοποιήθηκαν οριστικά οι ανακρίσεις και οι διώξεις που είχαν αρχίσει με την κατάσχεση της "Ελληνικής Δημοκρατίας".
Λίγες μέρες πριν την αποστολή του εγγράφου είχε προηγηθεί μια διακοπή της συνεδρίασης της Βουλής με πολύ επεισοδιακό τρόπο: Ο σοσιαλιστής Καλλέργης άρχισε να διαβάζει από τα θεωρεία το ψήφισμα της Πρωτομαγιάτικης συγκέντρωσης, όταν διαδόθηκε σαν αστραπή η είδηση ότι οι αναρχικοί θα ρίξουν βόμβες, και ο πανικός γενικεύτηκε.
Στην "ιστορία του εργατικού κινήματος" (σελ. 68) ο Κορδάτος περιγράφει το περιστατικό έχοντάς το διακωμωδήσει: "τέτοιες κραυγές απόγνωσης ακούστηκαν μέσα στη Βουλή. Και πατείς με πατώ σε οι 'πατέρες του Έθνους', σαν παλαβοί καβαλίκεψαν τα καθίσματα και τρέχαν να βγουν έξω".
Ωστόσο η πληροφορία είναι πολύτιμη. Αποδεικνύει σε ποιο βαθμό ο φόβος του επικίνδυνου τρομοκράτη είχε ήδη ριζώσει στη συνείδηση των νεοελλήνων. Χρειάστηκε να περάσουν δύο χρόνια μέχρι να σημειωθεί το πρώτο κρούσμα ατομικής τρομοκρατίας.
Στο χρονικό διάστημα μετά το 1893 οι αναρχικοί της Πάτρας διαχωρίζονται οριστικά από την κίνηση του σοσιαλιστή Πλάτωνα Δρακούλη, μετά από τη συμμετοχή του στις εκλογές. Οι σοσιαλιστικοί όμιλοι (όπως παραδέχεται ο Κορδάτος) συρρικνώνονται μπροστά στη συστηματική δράση τους, και οι αναρχικές ιδέες επηρεάζουν ένα μεγάλο τμήμα του ήδη αναστατωμένου αγροτικού πληθυσμού της Δ. Πελοποννήσου.
Οι αλλεπάλληλες κρίσεις του εμπορίου της σταφίδας στάθηκαν η βασική αιτία οικονομικών και κοινωνικών αναστατώσεων την περίοδο 1893-1900. Οι άνεργοι σταφιδεργάτες και αγρότες κάτω από την απειλή της πείνας κινητοποιήθηκαν με διαδηλώσεις, ένοπλα συλλαλητήρια και βιαιοπραγίες ενάντια στους κρατικούς υπαλλήλους.
"Η έντονη παρουσία των αναρχικών εκδηλώσεων εκείνα τα χρόνια θα έπρεπε να μην εξηγηθεί αποκλειστικά από την αντίστοιχη ακμή αυτών των κινημάτων στη Δύση" (ιστορία του Ελληνικού Έθνους, ΙΔ, σελ. 405).
Η σταφιδική κρίση στάθηκε ο καταλύτης για τη διαμόρφωση αυτών των νέων κοινωνικών κινημάτων.
Η ομάδα της Πάτρας ήταν η πρώτη που είχε μια τόσο συστηματική και πολύχρονη δραστηριότητα, συνδεδεμένη με τις διάφορες διεκδικήσεις και αγροτικές εξεγέρσεις. Περιοδεύοντες προπαγανδιστές μοιράζουν μπροσούρες και φυλλάδια, και συμμετέχουν ενεργά στα συλλαλητήρια, ενώ τα τεύχη του ‘’Επί τα Πρόσω’’ εξηγούν την κατάσταση στους αγρότες και με εκλαϊκευτικό στυλ παρουσιάζουν τους διάφορους σταθμούς της εξέλιξης της ανθρωπότητας και των αιτιών που οδήγησαν στη σημερινή κατάσταση ανισότητας.
Στις 3 Γενάρη 1896 στο Σκουροχώρι Πύργου έγιναν συγκρούσεις μεταξύ αγροτών και Χωροφυλακής, όπου σκοτώνεται ένας χωροφύλακας και τραυματίζονται άλλοι δύο. Τον ίδιο χρόνο, ο Δημήτρης Μάτσαλης, μέλος της αναρχικής ομάδας Πάτρας, σκοτώνει με μαχαίρι τον τραπεζίτη Διονύση Φραγκόπουλο και τραυματίζει τον μεγαλέμπορα Ανδρέα Κόλια.
Η αναστάτωση γενικεύεται. Ο Μάτσαλης συνελήφθη αμέσως. Στην απολογία του είπε: “Ό,τι έκανα, το έκανα χάριν της Ιδέας. Κανένας δεν μ΄ έβαλε. Μόνος μου ενήργησα. Φονεύσας δεν απέβλεψα εις τα πρόσωπα, αλλά εκτύπησα το Κεφάλαιον. Είμαι αναρχικός και ως αναρχικός είμαι υπέρ της βίας. Ο Χριστογιαννόπουλος και οι σοσιαλισταί είναι καταγέλαστοι και τίποτα με αυτούς δεν μας συνδέει. Αυτοί θέλουν να επιβάλουν τας ιδέας των με την πειθώ, ενώ εγώ ως αναρχικός είμαι υπέρ της τρομοκρατικής βίας”.
Τρεις μέρες αργότερα βρέθηκε νεκρός μέσα στη φυλακή, διαμελισμένος από δυναμίτιδα. Η επίσημη εκδοχή ήταν αυτοκτονία.
Νέες συλλήψεις και διώξεις άρχισαν με αφορμή το γεγονός. Με την κατηγορία της “συνομωσίας κατά του καθεστώτος” συλλαμβάνονται 14 μέλη της ομάδας της Πάτρας, ανάμεσά τους ο τυπογράφος Γ. Μαγκανάρας και ο δικηγόρος Δ. Καραμπίλιας. Καταδικάζονται σε 11 μήνες φυλακή, και σταματά προσωρινά το “Επί τα Πρόσω”.
Ένα χρόνο αργότερα γίνεται νέα προσπάθεια για την έκδοσή του, αυτή τη φορά με διευθυντή σύνταξης τον Σταυρόπουλο και υπεύθυνο τον Δ. Καραμπίλια. Η οικονομική ανέχεια και οι συνεχείς διώξεις έχουν εξαντλήσει την ομάδα, που τώρα επιδίδεται κυρίως σε μεταφράσεις της αναρχικής φιλολογίας.
Δύο αναρχικές εργάτριες (ράφτρες) αναλαμβάνουν τη χρηματοδότηση της εφημερίδας, συνεισφέροντας κάθε βδομάδα από το μεροκάματό τους.
Στον Πύργο, η δράση του αναρχικού ομίλου δεν παρουσίασε ιδιαίτερη έξαρση όσον αφορά τις αγροτικές κινητοποιήσεις, όπως συνέβη στην ομάδα της Πάτρας, πράγμα που τους βοήθησε να αποφύγουν προσωρινά τις διώξεις, και να κατευθύνουν τη δράση τους στην έντυπη προπαγάνδα, με τη διανομή φυλλαδίων, μετάφραση κειμένων, και την έκδοση της εφημερίδας “ΝΕΟΝ ΦΩΣ”. Ο όμιλος είχε συνδεθεί με την αναρχική Διεθνή, και είχε πολλές επαφές με τις αντίστοιχες ομάδες του εξωτερικού.
Εν όψει των βουλευτικών εκλογών του 1899 το “Νέον Φως” δημοσιεύει κύριο άρθρο παρακινώντας τον λαό σε αποχή. Διαβάζουμε στο φύλλο 17: “ΟΧΙ. Δεν ψηφίζωμεν, η Βουλή δεν είναι δι’ ημάς, ούτε οι νόμοι, τα συντάγματα, ούτε ο στρατός, ούτε αι αστυνομίαι, ούτε η χωροφυλακή, ούτε τα δικαστήρια, ούτε τίποτα εξ΄όσων αποτελούν το παρόν τυραννικόν καθεστώς, αλλά δι΄εκείνους που μας κλέπτουν, που μας τυραννούν, που μας ποτίζουν καθημερινώς δηλητήριον...”
Το επόμενο φύλλο, μας πληροφορεί πως ένα μέρος του πληθυσμού του Πύργου αποδέχτηκε το αποτέλεσμα των εκλογών με μαύρες σημαίες και γιουχαϊσματα, ενώ επικρίνει τους εργάτες που πήγαν να ψηφίσουν.
Μερικούς μήνες αργότερα η έκδοση της εφημερίδας σταματά και η δομή της ομάδας χαλαρώνει με την εισβολή διάφορων ιδεών με χριστιανοκοινωνικό περιεχόμενο, χωρίς όμως να διαλυθεί εντελώς. Η δολοφονική απόπειρα ενάντια στο βασιλιά Γεώργιο από τον Καρδίτση, έδωσε νέα αφορμή να γενικευτούν οι διώξεις στην Αθήνα, την Πάτρα και τον Πύργο. Οι Μαγκανάρας και Καραμπίλιας συλλαμβάνονται για τρίτη φορά. Οι υπόλοιποι καταζητούνται. Το κίνημα, αποδυναμωμένο ήδη, δεν μπορεί ν’ αντέξει και οι όμιλοι διαλύονται οριστικά.
Οι τελευταίες πληροφορίες που έχουμε από τη δράση στον Πύργο, είναι ένα γράμμα που έστειλαν το 1900 στο διεθνές εργατικό επαναστατικό συνέδριο του Παρισιού.
Είναι ένα ντοκουμέντο μεγάλης ιστορικής αξίας με τις πληροφορίες που μας παρέχει για το πώς βλέπουν οι ίδιοι τη δράση τους, για τις εξεγέρσεις των ένοπλων χωρικών, για την αντίθεσή τους με τους σοσιαλιστές, για τις εκδοτικές και μεταφραστικές τους δραστηριότητες.
Οι αιτίες της παρακμής αυτών των κινημάτων με τον ερχομό του νέου αιώνα, όπως δόθηκαν μέχρι τώρα διακρίνονται για τη θολούρα και την ιδεολογική προκατάληψη των πηγών απ΄όπου προέρχονται.
Σύμφωνα με τους κομμουνιστές ιστορικούς Κωστή Μοσκώφ και Γιάννη Κορδάτο, ο αναρχισμός ήταν ένα απροσανατόλιστο και αυθόρμητο ξέσπασμα των πρωτοεμφανιζόμενων μικροαστικών στρωμάτων που βρήκε έδαφος να αναπτυχθεί επειδή δεν υπήρχε συγκεκριμένη εργατική τάξη με την αντίστοιχη “προλεταριακή” συνείδηση.
Η επίσημη εκδοχή είναι ότι η διάλυση των ομίλων οφείλεται στη γενικευμένη καταστολή, αλλά κυρίως στην αντίφαση που παρουσίασαν ανάμεσα στα διεκδικητικά τους προγράμματα που ζητούσαν από το κράτος κοινωνικές μεταρρυθμίσεις υπέρ των αγροτών, ενώ ταυτόχρονα επηρεασμένοι από τις θεωρίες που κυκλοφορούσαν στην Ευρώπη, αρνιόντουσαν οποιαδήποτε συμμετοχή στους μηχανισμούς του Κράτους.
Υπάρχει ακόμα η αμφιλεγόμενη άποψη, ότι τα μέλη τους παρασύρθηκαν από το μεγάλο μεταναστευτικό ρεύμα προς την Αμερική στο οποίο οδήγησε η σταφιδική κρίση.
Απομένει στους άμεσα ενδιαφερόμενους η δύσκολη δουλειά της έρευνας και του προβληματισμού, για να δώσουν τη δική τους εκδοχή για αυτή την περίοδο που η μέχρι τώρα συσκότισή της τους στερεί από μια πολύτιμη πείρα.
Άρθρο από την εφημερίδα “Αναρχία”, φυλ. 12, Ιούνης 1989