Του ΒΑΣΙΛΗ Κ. ΚΑΛΑΜΑΡΑ
«Ολη νύχτα το κτήνος σάλευε στην αίθουσα,/Τί είν'αυτός ο δρόμος που δε λέει να τελειώσει,/Ολη νύχτα η βάρκα γύρευε την ακτή,/Τί είν'αυτοί οι απόντες που θέλουν να ξανάρθουν,/Ολη νύχτα το ξίφος γνώρισε την πληγή,/Τί είν'αυτή η ταραχή που τίποτε δεν μπορεί να καρπωθεί,/Ολη νύχτα το κτήνος βογκούσε στην αίθουσα,/Αιμόφυρτο, αρνούμενο το φως των αιθουσών,/Τί είν'αυτός ο θάνατος που τίποτα δε θα γιατρέψει;».
Η μετάφραση έχει γίνει από τον ποιητή Μηνά Δημάκη (1913-1980) στο ποίημα «Ολη νύχτα» του Ιβ Μπονφουά (γενν. 1923). Ο Κρητικός ποιητής είναι πενήντα ετών, όταν παραδίδει μεταφράσεις του τότε σαραντάχρονου Γάλλου ποιητή στις εκδόσεις Γεωργίου Φέξη. Η έκδοση είχε τα ακόλουθα βιβλιογραφικά στοιχεία: Yves Bonnefoy, Ποιήματα. Εισαγωγή - Μετάφραση Μηνά Δημάκη, Αθήναι, Γ. Φέξης, 1963, σελ. 52, σχήμα 4ο.
Θα μου πείτε γιατί επιστρέφω στον Μηνά Δημάκη; Την αφορμή μού την έδωσε η συνέντευξη «Τη λέξη, να σώσουμε τη λέξη» που έδωσε ο Ιβ Μπονφουά, ο μεγαλύτερος εν ζωή Γάλλος ποιητής -ο οποίος διανύει την ένατη δεκαετία τής ζωής του- στον Δημήτρη Αγγελή, ιδιοκτήτη και διευθυντή του περιοδικού «Φρέαρ» (τεύχος 5, Ιανουάριος-Φεβρουάριος 2014, τιμή 9 ευρώ).
Ο Ιβ Μπονφουά δεν θα γίνει ποτέ λαϊκό είδωλο, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η κρυπτική ποίησή του αποκλείει από την αναγνωστική απόλαυση τον μη μυημένο. Στα ποιήματά του πανηγυρίζει το μεσογειακό φως, το οποίο όταν το κοιτάς με ανοιχτά μάτια, ιδιαίτερα το κατακαλόκαιρο, προσωρινά σε τυφλώνει. Αυτή, η πρόσκαιρη τύφλωση, είναι δημιουργική, καθώς σε οδηγεί στο στοχασμό πάνω στα όρια ζωής και θανάτου.
«Ποιητής, κριτικός και μεταφραστής, μελετητής της τέχνης και πανεπιστημιακός, φίλος διά βίου της Ελλάδας και φίλος μεταξύ άλλων των υπερρεαλιστών (με τους οποίους ήρθε σε ρήξη το 1947), πολυβραβευμένος και υποψήφιος εδώ και χρόνια για το βραβείο Νόμπελ, ο Μπονφουά δέχθηκε να μας παραχωρήσει την εκτενή συνέντευξη που ακολουθεί, επιβεβαιώνοντας την κατά κανόνα ορθή παρατήρηση ότι οι αληθινά σπουδαίοι άνθρωποι είναι συνήθως απλοί και προσηνείς στους τρόπους».
Μ'αυτή τη σύντομη εισαγωγή ο Δημήτρης Αγγελής αιτιολογεί τους λόγους, γιατί επέλεξε να συνομιλήσει με τον Ιβ Μπονφουά. Τη μετάφραση της συνέντευξης υπογράφουν οι Φανή Πενταρβάνη και Ούρσουλα Φωσκόλου.
Μίλησαν για το φως, για το μεσογειακό φως. Την επίδραση στην ποίησή του την επιβεβαιώνει ο Ιβ Μπονφουά. Τη διαλεκτική φωτός και σκότους, κατά εξομολόγησή του, την ανακαλύπτει, το 1949, στην Κορσική. Ας τον αφήσουμε, όμως, τον ίδιο να περιγράψει το θάμβος του νησιωτικού μεσογειακού τοπίου:
«Τα νησιά όπως υψώνονταν στον ουρανό υπό το φως της αυγής, το άρωμα του θυμαριού, οι φωτιές στους θαμνότοπους που τρυπούσαν τη νύχτα με τη φλόγα τους, ήταν εκεί αυτό που στην αυγή της Δύσης είχε υποκινήσει τους μεταφυσικούς γνωστικιστές που με στοίχειωναν. Δεν μου απόμενε παρά να συναντήσω στην Ιταλία και στην Ελλάδα τις απαντήσεις που σπουδαίοι καλλιτέχνες και ορισμένοι στοχαστές, όπως ο Πλωτίνος, είχαν δώσει στις ερωτήσεις που έθεταν αυτού του είδους οι τόποι και οι ορίζοντες των απευθείας αρχετύπων [...]».
Στο τεύχος του περιοδικού «Φρέαρ» δημοσιεύεται εκτενές αφιέρωμα στον Δανό φιλόσοφο Σέρεν Κίργκεγκορ (1813-1855), με κείμενα των Τζορτζ Πάτισον, Αντριου Μπέρτζες, Βασιλικής Τσακίρη, Γιάννη Τζαβάρα, Αγγέλου Μουζακίτη. Στο δοκίμιο του στοχαστή «Μνησικακία και ισοπέδωση» διαβάζουμε:
«Η μνησικακία που αυτο-εγκαθιδρύεται είναι η διαδικασία της ισοπέδωσης κι ενώ μια εποχή γεμάτη πάθος ορμά εμπρός θέτοντας νέα πράγματα και διαρρηγνύοντας το παλαιό, δημιουργώντας και γκρεμίζοντας στο πέρασμά της, μια αναστοχαστική και απαθής εποχή επιτυγχάνει ακριβώς το αντίθετο: παρακωλύει και καταπνίγει κάθε δράση, ιδοπεδώνει. Η ισοπέδωση είναι μια σιωπηλή, μαθηματική και αφηρημένη δραστηριότητα που αποφεύγει τις διαταραχές».