ΕΚΒΙΑΖΟΥΝ ΤΟΥΣ ΨΗΦΟΦΟΡΟΥΣ ΜΕ ΦΟΡΟΥΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΚΟΠΕΣ ΑΝ ΨΗΦΙΣΟΥΝ “ΛΑΘΟΣ”
Του ΑΡΗ ΘΑΛΑΣΣΙΝΟΥ
Σε κατάσταση υστερίας κινδυνεύουν να περιπέσουν οι συνήθως ψύχραιμες βρετανικές ελίτ, όπως και οι κυβερνώντες στην ηπειρωτική Ευρώπη και τις ΗΠΑ, καθώς το μέχρι προ τινος θεωρητικό ενδεχόμενο του Brexit διαγράφεται πλέον ως υποολογίσιμη πιθανότητα.
Μόλις μία εβδομάδα πριν το κρίσιμο δημοψήφισμα της 23ης Ιουνίου, το Brexit εδραιώνει το προβάδισμά του έναντι της παραμονής στις περισσότερες δημοσκοπήσεις. Τελευταίος κρίκος της αλυσίδας ήταν η τηλεφωνική δημοσκόπηση της εταιρείας Ipsos που είδε σήμερα το πρωί το φως της δημοσιότητας. Η εν λόγω δημοσκόπηση φέρνει το Brexit να προηγείται με έξι μονάδες (53-47) έναντι της παραμονής στην Ε.Ε., καταγράφοντας τεράστια μετατόπιση 10 ποσοστιαίων μονάδων υπέρ της αποχώρησης, μέσα σε ένα μόλις μήνα. Ανάλογα είναι τα ευρήματα των περισσότερων δημοσκοπήσεων που διεξήχθησαν μέσω Διαδικτύου.
Μπορεί βάσιμα να αμφιβάλλει κανείς για την αξιοπιστία των δημοσκοπήσεων, οι οποίες έχουν πέσει πάρα πολλές φορές έξω (και) στη Βρετανία, συμπεριλαμβανομένων των τελευταίων βουλευτικών εκλογών. Ενδεχομένως να παίζει, σε ορισμένες τουλάχιστον δημοσκοπήσεις, το ρόλο της και μια προσπάθεια αφύπνισης όσων, με κρύα καρδιά, κλίνουν υπέρ της παραμονής, με “ξυπνητήρι” μια τεχνητή διόγκωση του ρεύματος υπέρ του Brexit. Τα γραφεία στοιχημάτων και πρακτορεία όπως τοBlooberg εξακολουθούν να στοιχηματίζουν υπέρ της παραμονής, αν και η ψαλίδα των πιθανοτήτων κλείνει διαρκώς (γύρω στο 60-40 σήμερα έναντι 75-25 προ μίας εβδομάδας).
Όλες οι ενδείξεις μαρτυρούν, πάντως, ότι το ρεύμα υπέρ του Brexit (πλειοψηφικό ή όχι, θα ξέρουμε σε μία εβδομάδα) ενισχύεται στην τελική ευθεία του δημοψηφίσματος. Η συστράτευση των δύο μεγάλων κομμάτων, του Σίτι του Λονδίνου, των μεγαλύτερων επιχειρηματικών ομίλων και των μεγάλων συμμάχων της Βρετανίας, με πρώτες τις ΗΠΑ, στο στρατόπεδο του Remain δεν φαίνεται να αποφέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα. Μάλιστα, η κινδυνολογία για το ενδεχόμενο Brexit και οι άμεσες παρεμβάσεις ξένων στα εσωτερικά πολιτικά πράγματα της χώρας μάλλον φέρνουν τα αντίθετα από τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα, ερεθίζοντας τα εθνικά αντακλαστικά των Βρετανών.
Υπό το κράτος πανικού, ο Βρετανός υπουργός Οικονομικών Τζορτζ Όσμπορν αποπειράθηκε χθες να εκβιάσει το εκλογικό σώμα, προειδοποιώντας ότι θα αναγκαστεί να επιβάλει νέους φόρους και να περικόψει τις δημόσιες δαπάνες για Υγεία και Παιδειά αν επικρατήσει το Brexit. Ο Συντηρητικός πολιτικός υποστήριξε ότι το Brexit θα ανοίξει μια μεγάλη “τρύπα” στα δημόσια οικονομικά της Βρετανίας, κάτι που θα τον υποχρεώσει να λάβει δυσάρεστα μέτρα. Όλοι όμως κατάλαβαν ότι επρόκειτο για άτεχνη προσπάθεια άσκησης ψυχολογικής πίεσης στο εκλογικό σώμα, γεγονός που προκάλεσε εξέγερση 57 Συντηρητικών βουλευτών. Αλλά και ο ηγέτης των Εργατικών, Τζέρεμι Κόρμπιν, παρότι έχει πάρει θέση υπέρ της παραμονής στην Ε.Ε., διαχώρισε τη θέση του από την κινδυνολογία του Όσμπορν και δήλωσε ότι το κόμμα του δεν πρόκειται να ψηφίσει παρόμοια μέτρα.
Είναι αλήθεια ότι της εκστρατείας του Brexit ηγούνται κυρίως συντηρητικοί πολιτικοί, όπως ο πρώην δήμαρχος Λονδίνου Μπόρις Τζόνσον, ο οποίος φιλοδοξεί να διαδεχθεί τον Ντέιβιντ Κάμερον στην πρωθυπουργία και στην ηγεσία των Τόρις, και ο ηγέτης του ξενοφοβικού Κόμματος της Ανεξαρτησίας,Νάιτζελ Φάρατζ. Οι παράγοντες αυτοί, που εκφράζουν τμήματα της βρετανικής ολιγαρχίας, επενδύουν στην ξενοφοβία για τους μετανάστες και προσανατολίζονται να αντικαταστήσουν τη συμμετοχή στην Ε.Ε. με συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου με τις ΗΠΑ, άλλες αγγλόφωνες χώρες και χώρες της Κοινοπολιτείας, πάντα σε νεοφιλελεύθερη κατεύθυνση.
Ωστόσο, η διαφαινόμενη άνοδος του Brexit το τελευταίο διάστημα φαίνεται να οφείλεται σε σημαντικό βαθμό στην αποστοίχιση μεγάλου μέρους της κοινωνικής βάσης των Εργατικών (αλλά και αρκετών βουλευτών και συνδικαλιστών τους) από τη γραμμή της ηγεσίας τους. Τα στρώματα αυτά, όπως και σημαντικοί διανοούμενοι, σαν τον Ταρίκ Αλί, υποστηρίζουν το Brexit βασικά από αριστερή σκοπιά, βλέποντας, απολύτως δικαιολογημένα, την Ε.Ε. ως μηχανή ενός άγριου νεοφιλελευθερισμού και κατεδάφισης κοινωνικών δικαιωμάτων.
Τις τελευταίες ημέρες έχουν αρχίσει να πληθαίνουν τα ρεπορτάζ που υποστηρίζουν ότι οι θεσμοί της Ε.Ε.και οι κυβερνήσεις των ισχυρότερων ευρωπαϊκών δυνάμεων έχουν αποδυθεί σε πυρετικές διαβουλεύσεις κεκλεισμένων των θυρών, αναζητώντας ένα είδος Σχέδιου Β για την περίπτωση που θα επικρατήσει το Brexit. Πρόσφατα, ο Βόλγκανγκ Σόιμπλε δεν έκρυψε την ανησυχία του για το ενδεχόμενο να πυροδοτήσει το Brexit ένα “φαινόμενο ντόμινο”, παρασύροντας και άλλες χώρες (π.χ. Ολλανδία, Δανία, Σουηδία) σε δημοψηφίσματα και, τελικά, στην έξοδο από την Ε.Ε. Σε κάθε περίπτωση, εκείνο που φαίνεται καθαρό είναι ότι, ακόμη κι αν επικρατήσει τελικά το Remain, η περιπέτεια του βρετανικού δημοψηφίσματος και η γενικότερη άνοδος των αντι- Ε.Ε. αισθημάτων σε πανηπειρωτική κλίμακα θα φρενάρουν, τουλάχιστον προσωρινά, τις τάσεις της ευρωπαϊκής ενοποίησης και θα έχουν σημαντικές επιπτώσεις στην πορεία της ευρωζώνης.
Του ΑΡΗ ΘΑΛΑΣΣΙΝΟΥ
Σε κατάσταση υστερίας κινδυνεύουν να περιπέσουν οι συνήθως ψύχραιμες βρετανικές ελίτ, όπως και οι κυβερνώντες στην ηπειρωτική Ευρώπη και τις ΗΠΑ, καθώς το μέχρι προ τινος θεωρητικό ενδεχόμενο του Brexit διαγράφεται πλέον ως υποολογίσιμη πιθανότητα.
Μόλις μία εβδομάδα πριν το κρίσιμο δημοψήφισμα της 23ης Ιουνίου, το Brexit εδραιώνει το προβάδισμά του έναντι της παραμονής στις περισσότερες δημοσκοπήσεις. Τελευταίος κρίκος της αλυσίδας ήταν η τηλεφωνική δημοσκόπηση της εταιρείας Ipsos που είδε σήμερα το πρωί το φως της δημοσιότητας. Η εν λόγω δημοσκόπηση φέρνει το Brexit να προηγείται με έξι μονάδες (53-47) έναντι της παραμονής στην Ε.Ε., καταγράφοντας τεράστια μετατόπιση 10 ποσοστιαίων μονάδων υπέρ της αποχώρησης, μέσα σε ένα μόλις μήνα. Ανάλογα είναι τα ευρήματα των περισσότερων δημοσκοπήσεων που διεξήχθησαν μέσω Διαδικτύου.
Μπορεί βάσιμα να αμφιβάλλει κανείς για την αξιοπιστία των δημοσκοπήσεων, οι οποίες έχουν πέσει πάρα πολλές φορές έξω (και) στη Βρετανία, συμπεριλαμβανομένων των τελευταίων βουλευτικών εκλογών. Ενδεχομένως να παίζει, σε ορισμένες τουλάχιστον δημοσκοπήσεις, το ρόλο της και μια προσπάθεια αφύπνισης όσων, με κρύα καρδιά, κλίνουν υπέρ της παραμονής, με “ξυπνητήρι” μια τεχνητή διόγκωση του ρεύματος υπέρ του Brexit. Τα γραφεία στοιχημάτων και πρακτορεία όπως τοBlooberg εξακολουθούν να στοιχηματίζουν υπέρ της παραμονής, αν και η ψαλίδα των πιθανοτήτων κλείνει διαρκώς (γύρω στο 60-40 σήμερα έναντι 75-25 προ μίας εβδομάδας).
Όλες οι ενδείξεις μαρτυρούν, πάντως, ότι το ρεύμα υπέρ του Brexit (πλειοψηφικό ή όχι, θα ξέρουμε σε μία εβδομάδα) ενισχύεται στην τελική ευθεία του δημοψηφίσματος. Η συστράτευση των δύο μεγάλων κομμάτων, του Σίτι του Λονδίνου, των μεγαλύτερων επιχειρηματικών ομίλων και των μεγάλων συμμάχων της Βρετανίας, με πρώτες τις ΗΠΑ, στο στρατόπεδο του Remain δεν φαίνεται να αποφέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα. Μάλιστα, η κινδυνολογία για το ενδεχόμενο Brexit και οι άμεσες παρεμβάσεις ξένων στα εσωτερικά πολιτικά πράγματα της χώρας μάλλον φέρνουν τα αντίθετα από τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα, ερεθίζοντας τα εθνικά αντακλαστικά των Βρετανών.
Υπό το κράτος πανικού, ο Βρετανός υπουργός Οικονομικών Τζορτζ Όσμπορν αποπειράθηκε χθες να εκβιάσει το εκλογικό σώμα, προειδοποιώντας ότι θα αναγκαστεί να επιβάλει νέους φόρους και να περικόψει τις δημόσιες δαπάνες για Υγεία και Παιδειά αν επικρατήσει το Brexit. Ο Συντηρητικός πολιτικός υποστήριξε ότι το Brexit θα ανοίξει μια μεγάλη “τρύπα” στα δημόσια οικονομικά της Βρετανίας, κάτι που θα τον υποχρεώσει να λάβει δυσάρεστα μέτρα. Όλοι όμως κατάλαβαν ότι επρόκειτο για άτεχνη προσπάθεια άσκησης ψυχολογικής πίεσης στο εκλογικό σώμα, γεγονός που προκάλεσε εξέγερση 57 Συντηρητικών βουλευτών. Αλλά και ο ηγέτης των Εργατικών, Τζέρεμι Κόρμπιν, παρότι έχει πάρει θέση υπέρ της παραμονής στην Ε.Ε., διαχώρισε τη θέση του από την κινδυνολογία του Όσμπορν και δήλωσε ότι το κόμμα του δεν πρόκειται να ψηφίσει παρόμοια μέτρα.
Είναι αλήθεια ότι της εκστρατείας του Brexit ηγούνται κυρίως συντηρητικοί πολιτικοί, όπως ο πρώην δήμαρχος Λονδίνου Μπόρις Τζόνσον, ο οποίος φιλοδοξεί να διαδεχθεί τον Ντέιβιντ Κάμερον στην πρωθυπουργία και στην ηγεσία των Τόρις, και ο ηγέτης του ξενοφοβικού Κόμματος της Ανεξαρτησίας,Νάιτζελ Φάρατζ. Οι παράγοντες αυτοί, που εκφράζουν τμήματα της βρετανικής ολιγαρχίας, επενδύουν στην ξενοφοβία για τους μετανάστες και προσανατολίζονται να αντικαταστήσουν τη συμμετοχή στην Ε.Ε. με συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου με τις ΗΠΑ, άλλες αγγλόφωνες χώρες και χώρες της Κοινοπολιτείας, πάντα σε νεοφιλελεύθερη κατεύθυνση.
Ωστόσο, η διαφαινόμενη άνοδος του Brexit το τελευταίο διάστημα φαίνεται να οφείλεται σε σημαντικό βαθμό στην αποστοίχιση μεγάλου μέρους της κοινωνικής βάσης των Εργατικών (αλλά και αρκετών βουλευτών και συνδικαλιστών τους) από τη γραμμή της ηγεσίας τους. Τα στρώματα αυτά, όπως και σημαντικοί διανοούμενοι, σαν τον Ταρίκ Αλί, υποστηρίζουν το Brexit βασικά από αριστερή σκοπιά, βλέποντας, απολύτως δικαιολογημένα, την Ε.Ε. ως μηχανή ενός άγριου νεοφιλελευθερισμού και κατεδάφισης κοινωνικών δικαιωμάτων.
Τις τελευταίες ημέρες έχουν αρχίσει να πληθαίνουν τα ρεπορτάζ που υποστηρίζουν ότι οι θεσμοί της Ε.Ε.και οι κυβερνήσεις των ισχυρότερων ευρωπαϊκών δυνάμεων έχουν αποδυθεί σε πυρετικές διαβουλεύσεις κεκλεισμένων των θυρών, αναζητώντας ένα είδος Σχέδιου Β για την περίπτωση που θα επικρατήσει το Brexit. Πρόσφατα, ο Βόλγκανγκ Σόιμπλε δεν έκρυψε την ανησυχία του για το ενδεχόμενο να πυροδοτήσει το Brexit ένα “φαινόμενο ντόμινο”, παρασύροντας και άλλες χώρες (π.χ. Ολλανδία, Δανία, Σουηδία) σε δημοψηφίσματα και, τελικά, στην έξοδο από την Ε.Ε. Σε κάθε περίπτωση, εκείνο που φαίνεται καθαρό είναι ότι, ακόμη κι αν επικρατήσει τελικά το Remain, η περιπέτεια του βρετανικού δημοψηφίσματος και η γενικότερη άνοδος των αντι- Ε.Ε. αισθημάτων σε πανηπειρωτική κλίμακα θα φρενάρουν, τουλάχιστον προσωρινά, τις τάσεις της ευρωπαϊκής ενοποίησης και θα έχουν σημαντικές επιπτώσεις στην πορεία της ευρωζώνης.