Quantcast
Channel: ΔΕΝ ΠΑΕΙ ΑΛΛΟ
Viewing all 6521 articles
Browse latest View live

ΝΙΚΟΣ ΕΓΓΟΝΟΠΟΥΛΟΣ Ο ΕΛΛΗΝΑΣ ΥΠΕΡΕΑΛΙΣΤΗΣ!!!

$
0
0
Ο Εγγονόπουλος γεννήθηκε στις 21 Οκτωβρίου το 1907 μαζί με τη «γέννα» του κυβισμού.
Απο τη γενιά του ’30, ο Κόντογλου και ο Εγγονόπουλος είναι οι περισσότερο επηρεασμένοι απο τα γεγονότα της Μικρασιατικής καταστροφής. Ο πατέρας του Εγγονόπουλου, ο Παναγιώτης, ήταν Κωσταντινουπολίτης από πολύ παλιά φαναριώτικη οικογένεια. Ασχολιόταν με τις επιχειρήσεις κοντά στον πατριό του Βλαστάρη που ήταν τραπεζίτης στην Πόλη. Έτσι ταξίδευε συνεχώς. Κυρίως στην Ευρώπη. Η μητέρα του Ερριέτη απο την Αθήνα, κόρη ανώτερου υπαλλήλου στο Ταχυδρομείο. Ο Εγγονόπουλος έζησε τα πρώτα χρόνια της ζωής του, σ’ενα ευκατάστατο περιβάλλον,
όπως αναφέρεται στις βιογραφίες του. 7 χρονών βρίσκεται εγκατεστημένος οικογενειακώς στη Κωνσταντινούπολη. Ο Εγγονόπουλος ήταν το δεύτερο παιδί της οικογένειας. Στα 12 του χρόνια, το 1922, ζεί απο τόσο κοντά την αγωνία των ελλήνων με τη Μικρασιατική καταστροφή. Την αίσθηση, τον πόνο του ξεριζωμού από τη ζωή τους στη γη τους, στα σπίτια τους στη Μ. Ασίας.


Ο Εγγονόπουλος βρέφος



Οι γονείς του Εγγονόπουλου

Έζησε μια ελληνική πραγματικότητα πολύ διαφορετική απο αυτή που επιθυμούσε να ζήσει. Όπως και ολόκληρος ο ελληνισμός. Το αίσθημα που μένει και στη μέχρι τώρα γενιά για τις «χαμένες πατρίδες». Μοιάζει σαν μιαν «αποσκευή» που μεταφέρθηκε μαζί με τα παπούτσια τους. Ο Εγγονόπουλος ήταν έλληνας της διασποράς.


Ο Νίκος Εγγονόπουλος παιδί με τον αδελφό του


Ο Νίκος Εγγονόπουλος νεαρός ( δεξιά)
με τον αδελφό του



Ο Εγγονόπουλος νεαρός

Ένα χρόνο μετά το 1923, ο Εγγονόπουλος, για λόγους που δεν βρήκα, πηγαίνει στο Παρίσι όπου τελειώνει εκεί το Λύκειο (εσωτερικός). Άλλη ζωή εκεί. Άλλες εικόνες, άλλες επιρροές. Αποκτά (δυτική) Γαλλική παιδεία, (διδάσκεται την γαλλική ποίηση) κάτι που προφανώς τον βοηθά να βλέπει τα πράγματα και απο άλλη οπτική, προσθέτοντας τη στο έργο του και αντιπαραβάλλοντας τη με τον ανατολίτικο ανορθολογισμό.



Εγγονόπουλος νέος
Παράλληλα, εκείνη την περίοδο τυχαίνει να διαβάσει τα βιβλία του Χατζή Σεχρέτ. Ενός ποιητή που στηρίζεται στον έρωτα και την φαντασία και αποπέμπει την λογική που την θεωρεί ψυχρή. Λέει ο ίδιος ο Εγγονόπουλος «Ποιητική μου πηγή υπήρξε ο τουρκοαλβανός Χατζή Σερχέτ που ήταν αυλικός του Πασά… υβριστικό βιβλίο… Ο Χατζή Σερχέτ αρχίζει ως εξής την ποίηση του : Με πιάνει η ζούρλα και ο σεβντάς μιαν γραφή να αρχίσω, μου σκοτιστεί ο ντουνιάς και αράδα παλαβώνω.. Φανταστείτε εμένα, τον θρεμμένο με καρτεσιανές αρχές τι εντύπωση μου έκανε! Οφείλω να πω ότι από τα πρώτα σχολικά μου χρόνια με είχε τσαντίσει ο ορθολογισμός των Γάλλων. Ο Χατζή Σερχέτ στάθηκε η αποκάλυψη της παντοτινής αλήθειας» (Εφημ. «Τα Νέα» 17/9/1976)



Ο Εγγονόπουλος νεοσύλλεκτος 1927

Στο σπίτι του στην Αθήνα, ο πατέρας του λείπει συχνά στη Πόλη για δουλειές και όταν έρχεται κοντά τους, πολλές φορές τους μιλά την Κωσταντινουπολίτικη γλώσσα. Η μάνα του, οι θείες του και οι γιαγιάδες του μιλούν πολλές φορές με Υδραίικη προφορά. Ο Παππούς του, του μιλούσε για την δόξα της Ελλάδας και τους αγώνες της με τα πρωτοπαλίκαρα που πάλευαν για τη λευτεριά… Ο Ανδρούτσος, ο Κανάρης…
Συνεχίζει τις σπουδές του, τώρα πια στη Αθήνα όπου μένει μόνιμα. Εργάζεται από το 1928-30 σαν μεταφραστής σε μιαν τράπεζα και ως γραφιάς στο Πανεπιστήμιο. Τα επόμενα δυο με 3 χρόνια θα εργαστεί ως ωρομίσθιος σχεδιαστής στη Διεύθυνση σχεδίου Πόλεως.


Σχέδιο του Κόντογλου που
απεικονίζει τον Εγγονόπουλο
Στη Πόλη ήταν τότε ανέφικτο να σπουδάσει ζωγραφική, όπως θα ήθελε. Σπουδάζει όμως στην ΑΣΚΤ και εκεί έρχεται σε επαφή και συνδέεται με ανθρώπους με την ίδια «συχνότητα» σκέψης, όπως τον Παρθένη, τον Κόντογλου, τον πολύ καλό του φίλο Εμπειρίκο, τον Μελαχρινό, τον Πικίωνη. Ο Εγγονόπουλος μαζί με τον συμμαθητή του τον Τσαρούχη θα βοηθήσουν την Κόντογλου στις τοιχογραφίες του σπιτιού του! (Βλέπε στη βιογραφία του Κόντογλου σχετικές φώτο από τις τοιχογραφίες!! πατώντας ΕΔΩ ) Τον Κόντογλου ο Εγγονόπουλος τον χαρακτηρίζει «γενναία ψυχή».



Εγγονόπουλος (αριστ) με τον
Κόντογλου (κάτω) ντυμένοι
μοναχοί τη δεκαετ 1930-40

Όσο για την μαθητεία του στον Παρθένη γράφει: «Κοντά στον Παρθένη μελέτησα τη φύση, κοντά του ένοιωσα τη σημασία του χρώματος… κοντά του έμαθα τα πάντα που γνωρίζω για τη ζωγραφική. Ο Παρθένης με μύησε στις αναζητήσεις του (ιμπρεσιονιστή) Μανέ.. (Για τη βιογραφία του πατήστε ΕΔΩ) στις κατακτήσεις του (ιμπρεσιονιστή) Σεζάν (για το ποιός ήταν ο Σεζάν δείτε ΕΔΩ , στη δόξα του Θεοτοκόπουλου..»!! (Για τη βιογραφία του Θεοτοκόπουλου-Ελ Γρέκο πατήστε ΕΔΩΈλεγε πως ο Παρθένης τον θεωρούσε ως τον καλύτερο μαθητή του.
Την εποχή εκείνη στη Γαλλία γεννιέται και εξαπλώνεται στην Ευρώπη γρήγορα το υπερρεαλιστικό κίνημα. Στην Ελλάδα αυτή η κίνηση που απασχόλησε κάποιους ποιητές και διανοούμενους και έφερε μόνο τη θυελλώδη αντίδραση του κόσμου.
Ο Εγγονόπουλος άνηκε σε αυτό το κίνημα, είτε με τη ποιητική του ιδιότητα είτε σαν ζωγράφος. Εκφραζόταν με αυτό το τρόπο μέσα απο το έργο του: υπερρεαλιστικά. Και αυτό γιατί ίσως με αυτό το τρόπο δημιουργούσε μιαν άλλη πραγματικότητα.



Σπάνιο σχέδιο του Εγγονόπουλου 1928


Σχέδιο του Εγγονόπουλου
το 1931

Μια υπέρ πραγματικότητα σαν μια διέξοδο απο την ίδια τη πραγματικότητα. .Ας μη ξεχνάμε ότι με το ξεριζωμό, έζησε την ελληνική πραγματικότητα όπως δεν θα ήθελε να τη ζήσει. Έτσι πιάνοντας το πινέλο του και τον μουσαμά μπορούσε να φτιάξει ενα δικό του κόσμο, να είναι ο αφέντης του κόσμου του που δεν θα τον απογοήτευε ή θα τον πονούσε. Θα δημιουργούσε εκεί όπως ονειρευόταν με όποιο τρόπο ενα σύμπαν με μνήμη, ευρηματικότητα και ευαισθησία.
Έλεγε: «Στον υπερρεαλισμό δεν προσχώρησα ποτέ. Τον είχα μέσα μου όπως το πάθος μου για τη ζωγραφική, απο τότε που γεννήθηκα».



Έργο του Εγγονόπουλου 1935




Έργο του Σεζάν

Σε αυτό το έργο αριστερά στη φώτο, φαίνεται καθαρά οι επιρροές του απο τον Σεζάν. Για την ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα βιογραφία του Σεζάν πατήστε ΕΔΩ



"Το πνεύμα της μοναξιάς" 1939 Εγγονόπουλος

Ο Εγγονόπουλος υπερασπιζόμενος τον εαυτό του δημιουργώντας υπερρεαλιστικά αντιμετωπίστηκε απο όλους σχεδόν τους πνευματικούς ανθρώπους της εποχής με χλευασμό, άκρως προσβλητικά σχόλια και απο τα έντυπα μέσα της εποχής και συνεχείς επιθέσεις. Μόνο το 1949 με τη συμμετοχή του στη Μπιενάλε άρχισαν οι κριτικοί να τον σέβονται περισσότερο απο πρίν, και η δουλειά του να αποκτά ενα κάποιο ενδιαφέρον για την ελληνική πραγματικότητα.
Έτσι, Εγγονόπουλος = εκπρόσωπος του υπερρεαλιστικού κινήματος.



"Σύνθεσις" 1939 Εγγονόπουλος


"Τρείς γλύπτες" 1939 Εγγονόπουλος


"Ομηρικό με τον ήρωα" 1938 Εγγονόπουλος


"Ποιητής και η μούσα" 1939 Εγγονόπουλος


"Ο Καβάφης" 1939, Εγγονόπουλος


"Γυμνό" 1938, Εγγονόπουλος
Εδώ θα αναφέρω ένα περιστατρικό από την πρώτη ατομική έκθεση του Εγγονόπουλου που το πρωτοάκουσα στην διημερίδα που ήταν αφιερωμένη σε αυτόν πρίν μερικά χρόνια στο Μουσείο Μπενάκη (την ίδια περίοδο που είχε οργανώσει το μουσείο και την σχετική αναδρομική έκθεση για αυτόν που ήταν από τις καλύτερες που έχω δει!) Το περιστατικό λοιπόν είναι το εξής: Ο Εγγονόπουλος το 1939 πραγματοποιεί την πρώτη του ατομική έκθεση σε ένα άδειο σπίτι του Νικόλα Καρά. Κατάλογο της έκθεσης δεν έκανε. Ο ίδιος αναφέρει για αυτή τη έκθεση: « Η αποτυχία ήταν προφανής. Μια γυναίκα τρύπησε ένα πίνακα με την ομπρέλα της. Και η κατακραυγή έφθασε σε σημείο απίστευτο! Κριτικοί και μη, συμφωνούσαν ότι πρόκειται για ¨διαθέσεις αστείου προσώπου¨». Μπορείτε να μπείτε στη θέση του;

"Μπωλιβάρ"Εγγονόπουλος



Εγγονόπουλος με καθαρές
επιρροές απο Κόντογλου

Μαθητής του Κόντογλου. Σημαδεύτηκε απο αυτό στο έργο του που έχει τις ρίζες του στο Βυζάντιο. Αναφέρει σχετικά: «Ήταν ενας μεγάλος Δάσκαλος. Δάσκαλος του Ελληνισμού και δάσκαλος της Βυζαντινής ζωγραφικής. Η Βυζαντινή ζωγραφική σε τελευταία ανάλυση είναι η Ελληνική ζωγραφική» και προσθέτει για τον εαυτό του « Δεν συνέχισα, βέβαια, για πολύ την εκκλησιαστική ζωγραφική...όμως τα βυζαντινά στοιχεία είναι εμφανέστατα σε όλη μου τη δουλειά».
Τα χρώματα του καθαρά. Τα αγαπημένα του ήταν τα 3 βασικά: το κόκκινο, το κίτρινο και το μπλέ όπως και τα παράγωγα τους. Χρησιμοποιούσε λάδια αλλά και αυγοτέμπερα. Η τεχνική του Βυζαντινή επι το πλείστον: Ανθίβολα, χρωματικοί προπλασμοί στις μορφές και το χώρο. Η εναλλαγή θερμών-ψυχρών τόνων που εφαρμόζει προκύπτει απο τη διδαχή του δάσκαλού του Παρθένη.



"Ο ναύτης" 1948 Εγγονόπουλος


"Ο ελευθερωτής" 1940, Εγγονόπουλος


"Θησέας και Μινώταυρος", Εγγονόπουλος


"Εμφύλιος πόλεμός" 1948, Εγγονόπουλος


"Δαυίδ και Βηθσαβέετ" 1948, Εγγονόπουλος



"Αγ. Γεώργιος" 1947, Εγγονόπουλος


"Αργώ" 1948, Εγγονόπουλος


Εγγονόπουλος


Εγγονόπουλος


"Εμφάνιση Ρ.Φεραίου στην Εύβοια΄΄Ηρωες, 1950


"Δυο φιλόσοφοι και ένας στρατιωτικός ήρωας 1951


Σολωμός, Εγγονόπουλος

Οι μορφές του εντυπωσιάζουν με το ιδιαίτερο «σμίλευμα» τους. Τη πολύ λεπτή μέση και τα μεγάλα άνω και κάτω άκρα που «μιλάνε» με τη κίνηση τους ή τη στατικότητα τους. Τρισδιάστατες μορφές πάνω σε δισδιάστατη επιφάνεια. Η φιγούρα ανδρείκελο, όπως την ονομάζουν λόγω του ότι δεν εξατομικεύει με χαρακτηριστικά αλλά και δεν αποκαλύπτει συναισθήματα, κάποιες φορές είναι ακέφαλη ή αντί για κεφάλι χρησιμοποιείται ενα συμβολικό αντικείμενο («Ο Κένταυρος με τον αετό του», «Αδελαϊς», «Η κυρά της θάλασσας», «Ο τελευταίος βυζαντ. Αυτοκράτωρ», «Ποταμός θεός και Νηρήις», «Ιάσων και Μήδεια», «Ολυμπία», «Ηρακλής»....
Ο χώρος των συνθέσεων του θυμίζει έντονα θεατρική σκηνή, με αγαπημένο του μοτίβο ενα παράθυρο που ενώνει τον έξω με τον έσω χώρο. Τα κτήρια του στο χώρο έντονα, χωρίζονται απο διαφόρων ειδών δάπεδα και τοίχους. Συνδιάζει τη γραμμική προοπτική με τη προοπτική της βυζαντινής ζωγραφικής.
Η ζωγραφική του είναι ανθρωποκεντρική και έντονα ελληνοκεντρική.
Τα θέματα του τα αντλεί απο τους 3 ένδοξους σταθμούς στο παρελθόν της Ελλάδας:
Α)Βυζάντιο «Ο τελευταίος βυζαντινός αυτοκράτωρ», «Αρχιτέκτων της Αγίας Σοφιάς»
Β) Η ελληνική Επανάσταση του 1821 απο τη σκλαβιά των τούρκων («Σύνθεσις»απο την Επανάσταση, «Λεπτομέρειες του μηχανισμού της Εθνεργεσίας».. και
Γ) Την ελληνική μυθολογία («Οδυσσέας και Καλυψώ», «Ποσειδών», «Η αρπαγή της Ευρώπης», «Η Αργώ», «Θησέας και Μινώταυρος», «Δαίδαλος», «Πηνελόπη και Οδυσσέας», «Ιάσων», «Ο άτλας», «Ο Ήφαιστος» .....
όπως και ιστορικά πρόσωπα («Εμφάνιση Ρήγα Φεραίου στα μέρη της Ευβοιας»), «Μέγα Αλέξανδρος και Παύλος Μελάς» αλλά και προσωπικότητες των γραμμάτων και της τέχνης («Καβάφης»).


Εγγονόπουλος



Εγγονόπουλος



Εγγονόπουλος


Σχέδιο Εγγονόπουλου



Εγγονόπουλος



Εγγονόπουλος



Εγγονόπουλος



Εγγονόπουλος



Ανδρέας Εμπειρίκος

Φίλοι του ήταν ο ποιητής Ανδρέας Εμπειρίκος (γόνος εφοπλιστική οικογένειας ο οποίος μύησε τον Εγγονόπουλο στον υπερρεαλισμό) και ο ζωγράφος, Βολιώτης, Γεώργιος ντε Κίρικο (Giorgio de Chiriko).
Το 1938 εκδίδει την πρώτη του ποιητική συλλογή σε 200 αντίτυπα με τίτλο «Μην ομιλείτε εις τον οδηγόν». Ακολούθησε ενας απίστευτος διασυρμός για την ποίηση του. Περιοδικά και εφημερίδες αναδημοσίευσαν κάποια ποιήματα του και τον χλεύαζαν ασύστολα!! Μεγάλη πίκρα για τον Εγγονόπουλο.
Έλεγε για εκείνη την εποχή: «Η στάση των ανθρώπων του πνεύματος.. μπροστά μου, άλλοι έκαναν τον φίλο, άλλοι τον επιεική, πίσω μου όμως όλοι τους συνένωναν τις φωνές τους με το σκυλολόι. Να εκδικηθούν με τον τρόπο τους εκείνον που έκανε αυτό που οι ίδιοι ποθούσαν και δεν είχαν την ικανότητα».
Σεπτέμβρη του 1939 εκδίδεται η δεύτερη ποιητική του συλλογή με 200 αντίτυπα με τίτλο «Τα κλειδοκύμβαλα της σιωπής».
Οι ποιητές του τον επηρέασαν στη ποιητική του γραφή είναι ο Διονύσιος Σολωμός, ο άγγλος ονειρικός Μπωλνταίρ, ο γερμανός Χαίλντερλιν, και ο τουρκοαλβανός Χατζή Σερχέτ, ο Αππολιναίρ, ο Καβάφης, ο Καρυωτάκης και ο στενός του φίλος ο Εμπειρίκος.


Ελύτης, Εμπειρίκος, Εγγονόπουλος

Ο Ελύτης που τον είχε γνωρίσει, γύρω στο 1939- 40 έλεγε για τον Εγγονόπουλο «Δεν ήταν εύκολος στις γνωριμίες. Εννιά στις δέκα ήταν βέβαιο πως θα σε προγκίξει με ευγένεια αλλά και με σαρκασμό. Κρατήθηκε μέσα σε μια φτώχεια αλλά με αξιοπρέπεια πρίγκιπα. Τους επαίνους τους έδιωχνε μακριά όπως και τις λοιδορίες. Κοκκινοπρόσωπος, με φωτεινά μάτια και φωνή εξαιρετικά υποβλητική, φορούσε μόνιμα ένα χρυσό δαχτυλίδι στο δείκτη του δεξιού του χεριού που ήταν αδύνατον να μην το παρατηρήσεις, είτε όταν σου μιλούσε (με τις μεγάλες ιερατικές χειρονομίες του), είτε όταν σιωπούσε… Κανείς δεν γνώρισε όσο αυτός τη γαλλική ποίηση. Έφθανε μια νύξη μόνο να κάνεις σε ένα κείμενο, ας ήταν το πιο σπάνιο, για να σου συνεχίσει με άψογη προφορά.. Η τακτική του αιφνιδιασμού ήταν η αγαπημένη του μέθοδος που εφάρμοζε στην πρώτη επαφή του με τους ανθρώπους » (Ανοιχτά Χαρτιά)
Ο Εγγονόπουλος αρεσκόταν να συχνάζει στα καφενεία του Πειραιά την ημέρα, στις ταβέρνες τα μεσημέρια και τα βράδια στα καπηλειά της Αθήνας, χωρίς ποτέ του να μεθά. Λάτρευε τον Τσιτσάνη! Τον συγκινούσαν οι στίχοι του και η μουσική αυτή του μπουζουκιού! Τα λαϊκά στοιχεία τον γοήτευαν και τα βρίσκουμε και στη ζωγραφική του, στα θέματα του αλλά και στα ποιήματα του που κάποια θυμίζουν στο μέτρο και στις λέξεις τα ρεμπέτικά. (βλέπε τα ποιήματα «Σύντομη βιογραφία του ποιητή Κ. Καβάφη», «Η Γιαβουκλού»..)


"Αλέξανδρος Φιλίππου πλην
Λακεδαιμονίων 1963, Εγγονόπουλος


"Αλέξανδρος και Βουκεφάλας" 1971



"άνδρας δημιουργεί, γυναίκα εμπνέει"
1958, Εγγονόπουλος


Εγγονόπουλος



"Εκεί" 1966, Εγγονόπουλος


"Οι εραστές"1967 Εγγονόπουλος





"Ηρακλής"1967, Εγγονόπουλος


"Η ιστορία των Αθηνών"1962, Εγγονόπουλος



¨Θησέας και Μινώταυρος" 1950



"Κουρασμένοι Ήρωες"1951, Εγγονόπουλος



"Ήρωας και ποιητής"1973, Εγγονόπουλος



"Θέτις και Πηλεύς" 1976, Εγγονόπουλος



"Ο ζωγράφος και το μοντέλο του" 1970



"Οι αδιάφθοροι"1967, Εγγονόπουλος




"Ποιητής και χωρικός"1965, Εγγονόπουλος



"Ποιητής στον Πειραιά"1951, Εγγονόπουλος



Σχολιαστές μελλούμενο κειμένου 1958



"Τίποτα στη ζωή δεν είναι αίνιγμα, 1969





"Βελισσάριος"1971, Εγγονόπουλος



¨Ακοντιστής"1971, Εγγονόπουλος



"Ο προπάππους Σμιτ"1966, Εγγονόπουλος



"Σιδεράς" 1976

Το 1941 επιστρατεύεται στο Αλβανικό μέτωπο. Οι γερμανοί τον αιχμαλώτισαν, τον πήγαν στα στρατόπεδα συγκεντρώσεως εργασίας αιχμαλώτων από όπου τελικά κατάφερε να δραπετεύσει.
Το 1942 και 1943 συμμετέχει στην Επαγγελματική έκθεση ζωγραφικής στο Ζάππειο, γράφει το Μπολιβάρ και του ανατίθεται (μαζί με Αργυρόπουλο και Παπαγεωργίου) από τον σύλλογο «Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης» να σχεδιάσει παλιά σπίτια της Αθήνας.
Το 1944 εκδίδει σε 340 αντίγραφα το βιβλίο του «Μπολιβάρ». Οι Γερμανοί πρόσεξαν το βιβλίο και τον καταδίωξαν. Κρύφτηκε στο σπίτι του φίλου του Ανδρέα Εμπειρίκου. Το ποίημα άρεσε στην νεολαία. Μέχρι να φύγει ο Γερμανός κατακτητής, ο Εγγονόπουλος κλεισμένος στο υπόγειο, ζωγράφιζε συνεχώς έργα που κανείς δεν θα αναγνώριζε την αξία τους για χρόνια και δεν ήθελε να αγοράσει στην εποχή του.
Από το 1945 ως το 1956 θα δουλέψει ως βοηθός στο Πολυτεχνείο στην έδρα του Πικιώνη. Δημοσιεύει κάποια ποιήματα του από τη συλλογή «Επιστροφή των πουλιών» και γράφει το ποίημα του για τον Πικάσο.
Το 1949 θα συμμετάσχει στην ίδρυση του καλλιτεχνικού ομίλου «Αρμός» που στόχο είχε την «προώθηση της σύγχρονης αισθητικής κίνησης στην Ελλάδα». Άλλα μέλη ήταν ο Γκίκας, Τσαρούχης, Μόραλης, Νικολάου, Τέτσης, η Ναταλία Μελά και ο Μαυροϊδης. Με την ομάδα θα εκθέσει έργα του 2 φορές. Έργα του θα εκτεθούν και στο ελληνικό περίπτερο στη Ν. Υόρκη.



Απο το γάμο του Εγγονόπουλου
Το 1950 θα παντρευτεί την Νέλη Ανδρικοπούλου, και ένα χρόνο μετά θα γεννηθεί ο γιός του Πάνος.


1952 θα κάνει τα σκηνικά σε ένα έργο στο Εθνικό θέατρο και έπειτα θα συμμετάσχει στην αγιογράφηση του ναού ‘Αγ. Σπυρίδωνα μαζί με τον Κόντογλου. Ο Εγγονόπουλος αγιογραφεί το τέμπλο και το Δωδεκάωρτο.
Το 1953 συμμετέχει στην έκθεση ελλήνων ζωγράφων στη Ρώμη. Η έκθεση θα συνεχιστεί και στην Αμερική.
1954 δημοσιεύει το ποίημα του «Ατλαντικός» και θα εκπροσωπήσει την Ελλάδα στην 27η Μπιενάλε Βενετίας με 72 έργα του!! Και λίγο μετά θα χωρίσει από τη σύζυγο του.

1957 Τυπώνεται η ποιητική του συλλογή «Εν ανθηρώ ελλήνι λόγω» σε 500 αντίτυπα, διορίζεται επιμελητής στην έδρα Γενικής Ιστορίας της Τέχνης, συμμετέχει σε έκθεση στη Θεσσαλονίκη, σχεδιάζει σκηνικά και κουστούμια για θεατρικές παραστάσεις και έπειτα τη μακέτα για το τουριστικό φυλλάδιο του ΕΟΤ.
1958 Βραβεύεται από το Υπουργείο Παιδείας για την τελευταία του ποιητική συλλογή με το πρώτο βραβείο.
1959 Σχεδιάζει σκηνικά και κουστούμια για θεατρικές παραστάσεις και συμμετέχει στην ομαδική έκθεση του «Ζυγού».
1960 παντρεύεται την Ελένη Τσιόκου, διορίζεται επιμελητής στο εργαστήριο προπλασμάτων και ταξιδεύει σε Γερμανία, Αυστρία και Ελβετία.
1961 γεννιέται η κόρη του Ερριέτη, γράφει ένα κείμενο για τον φουτουρισμό
1962 σχεδιάζει σκηνικά και κουστούμια για το θέατρο Β. Ελλάδος, όπως έκανε και άλλες χρονιές αργότερα και το 1963 κάνει την ατομική του έκθεση.
1964 Παραιτείται από το Ε.Μ Πολυτεχνείο και συμμετέχει σε ομαδικές.
1966 Τιμάται με τον Χρυσό Σταυρό του Γεώργιου Α για το έργο του στη ζωγραφική.
1967 Εκλέγεται εκτάκτως στην έδρα ελεύθερου σχεδίου ως μόνιμος καθηγητής του Ε.Μ. Πολυτεχνείου και ένα χρόνο μετά κυκλοφορεί ο δίσκος του Μπολιβάρ από την Λύρα.
1971 του απονέμεται το παράσημο Σταυρός του Ταξιάρχη του Φοίνικος.
Τώρα πια δεν σκιαγραφείται από όσους τον γνώρισαν εκείνη την εποχή, όπως είχε μιλήσει για αυτόν ο Ελύτης πριν χρόνια αλλά ως «ευγενής με τρομερή ευφράδεια που καταδεχόταν να μιλήσει για το έργο του και τη ζωή του με όλο τον κόσμο..» !!!! Ο Εγγονόπουλος του τότε ήταν κυνηγημένος, ο Εγγονόπουλος του σήμερα ήταν δοξασμένος.


Σκηνικό σχεδιασμένο απο τον Εγγονόπουλο

Από το 1973 που αποχώρησε λόγω ηλικίας από το Ε.Μ Πολυτεχνείο, απομονώνεται οικειοθελώς στο σπίτι του και από τότε δεν έκανε εξόδους. Συνέχισε να δουλεύει καθημερινά και εντατικά. Σπίτι του δεχόταν μόνο λιγοστούς φίλους του.
1979 Για δεύτερη φορά κερδίζει το Ά Κρατικό βραβείο Ποιήσεως.
1983 Αναδρομική έκθεση του στην Εθνική Πινακοθήκη με πάνω από 100 έργα του. Δεν θέλησε να είναι παρόν στα εγκαίνια και βρήκε μια δικαιολογία. Δεν τον ενδιέφερε η δόξα που είχε αποκτήσει και το δήθεν.




"Σύνθεσις με πατέρα"Εγγονόπουλος
1984 Ατομική έκθεση στη γκαλερί Ζουμπουλάκη.
Ο Εγγονόπουλος πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του σε συνθήκες οικονοµικής ανέχειας. Ας μη ξεχνάμε ότι ο μισθός του στο Πολυτεχνείο ως βοηθός του Πικιώνη ήταν μόνο 800 δρχ!
Κάποια στιγμή είχε μολυνθεί το μεγαλύτερο δάχτυλο του ποδιού του και είχε έντονα προβλήματα με το κυκλοφοριακό του.
31 Οκτωμβρίου 1985 ο Εγγονόπουλος πεθαίνει από ανακοπή καρδιάς και κηδεύεται δημοσία δαπάνη στο Ά νεκροταφείο της Αθήνας.
Βασικά χαρακτηριστικά του έργου του αποτέλεσαν η ιδιότυπη χρήση της δηµοτικής γλώσσας και οι συµβολικές μορφές του, µέσω των οποίων πρόβαλε το αίτηµα για µια ελληνοκεντρική υπερρεαλιστική ποίηση και µια νέα έκφραση της ελληνικότητας.




"Εμπεδοκλής" 1983, Εγγονόπουλος


"Πυθαγόρας" 1980, Εγγονόπουλος

Κάποια από τα αποφθέγματα του:
«Αν η ζωή μου είναι αφιερωμένη στη ζωγραφική και την ποίηση είναι γιατί είναι γιατί η ζωγραφική και η ποίηση με παρηγορούν και με διασκεδάζουν»
Εγγονόπουλος


"Ιεροτελεστία της άνοιξης"Εγγονόπουλος
“Να είσαι ελεύθερη και αυθεντική» Εγγονόπουλος στην κόρη του
¨Η ζωή και ο θάνατος και αναμεσίς η Τέχνη»
«Στρατηγέ, τι ζητούσες στη Λάρισα, σύ ένας Υδραίος;»
«ΤουςΈλληνες πρέπει να τους προσέχει κανείς, γιατί πρώτα σου κάνουν το τραπέζι και µετά όταν φτάσουν στο φρούτο σου βαράνε και καρπαζιά.» Γιαυτό και συνήθιζε να μιλά και με τους φίλους του στον πληθυντικό!

«Ντροπή σε αυτούς που υπόσχονται ευτυχία»
«∆εν γράφω, ζω. Τα ποιήµατα γράφονται µε τη ζωή µας».
«Η Τέχνη είναι συνδυασµός ελάχιστων στοιχείων· και η ζωή είναι αγάπη και ελευθερία. Ο ορθολογισµός δεν βοηθάει σε τίποτα. Η ζωή είναι ασυνάρτητη. Αυτή είναι η πραγµατικότητα που δεν καταλαβαίνουν οι ορθολογιστές. Τη βαθιά αντίληψη της ζωής την βλέπουµε στο µειδίαµα των κούρων, το γεµάτο µειλίχια, λεπτή ειρωνεία...».
«Για τον άνθρωπο δηµιουργούµε... Για να του δώσουµε διέξοδο από τη µοναξιά του. ∆ύναµη να καταργήσει τη µόνωσή του. Επικοινωνία. Αυτό είναι ό,τι προσφέρει η τέχνη...».
Ο Εγγονόπουλος λάτρευε το ελληνικό φως, αυτή «τη σπατάλη φύσεως και ήλιου» και
«την ανθρωπιά που υπάρχει στον Ρωµιό, από τους Αρχαίους µέχρι το Εικοσιένα».
Αισθανόταν όµως βαθιά και την παγκοσµιότητα των ανθρώπινων: «Τα χρόνια, λέω, µας διδάσκουν πως όσο µια τέχνη είναι πιο προσωπική τόσο κι έχει µια πανανθρώπινη σηµασία».


¨Ηρωας Κροκόδειλος Κλαδάς"1983


"Προφηταδάναξ Δαυίδ" 1984, Εγγοόπουλος

«Στο έργο µου ο άνθρωπος έχει τον µεγαλύτερο ρόλο. Για τον άνθρωπο ζωγραφίζω. Ο άνθρωπος είναι το θέµα µου. (...) Αλλά εδώ θα πρέπει να εξηγήσουµε τι είναι τέχνη. Πολλοί γελαστήκανε και της αποδώσανε άλλα καθήκοντα: άλλοι θέλησαν η τέχνη να υπακούει σε νόµους, άλλοι ζήτησαν λογής λογής αρετές. Ποιο όµως είναι το σωστό; Το σωστό είναι σ’ ένα έργο τέχνης να υπάρχει η ανθρώπινη παρουσία. Ο Ραφαήλος, ο Πανσέληνος, ο Σολωµός, ο Ντελακρουά, ο Λωτρεαµόν και άλλοι είναι µεγάλοι, γιατί µέσα στο έργο τους προβάλλεται ο άνθρωπος, άσχετα από σχολές και τεχνοτροπίες».
«Ο άνθρωπος είναι το θέµα του Ελληνισµού».
«Η ελληνική φυσιογνωµία εκλεπτύνει τον άνθρωπο που δεν παύει να είναι σκληρός και βλαπτικός και τον δίνει ανθρωπινότερο και εξαγνισµένο... Η ελληνική, η βυζαντινή ζωγραφιά αναπνέει αδέσµευτη και αποπνέει ανεµελιά και λεβεντιά... Είναι σαν την Ορθοδοξία που µετέχει στο πνεύµα του Πλάτωνα».
«∆εν υπάρχουν παρά δύο σκοποί: η αγάπη και η ελευθερία».
«Όλα τα κηρύγµατα που υπόσχονται την ευτυχία είναι ντροπής πράγµατα!.. Όταν νιώθεις πόσο δραµατική είναι η ζωή, τότε δεν ζητάς τίποτα».
«Προσωπικά δεν πιστεύω στον σουρρεαλισµό σαν σχολή. Όµως µου ταιριάζει. Εκείνο που προσπάθησα να κάνω είναι να τον ανανεώσω µε ελληνικά στοιχεία, να προσθέσω σ’ αυτόν την ελληνική µεταφυσική, να τον ανεβάσω από τον απλό µορφασµό, όπου τον έχουν σταµατήσει οι Φράγκοι. Νοµίζω πως ο σουρρεαλισµός σήµερα σηµαίνει το καθετί που βλέπει κανείς µε πάθος».
«Είµαι Έλληνας, αλλά δεν είµαι Έλληνας! Γι’ αυτό ποτέ µου δεν χάνω την ελπίδα στις τεράστιες αρετές της φυλής µας... Το πρόβληµα είναι τι είδος Έλληνας είσαι· και αν είσαι καλός, πόση αντοχή έχεις, για να µη σε αφανίσουν οι κακοί...».



"Ο Άτλας"¨1981, Εγγονόπουλος


"¨Στο μπαλκόνι" 1978, Εγγονόπουλος

Και από την καθημερινότητα του στο εργαστήριο του: Είχε τάξη ο χώρος. Όταν τελείωνε ένα έργο του, αμέσως έπλενε την παλέτα του και τα πινέλα του. Γενικά, είχε υπερρεαλιστικό χιούμορ (υπονόμευε την υπάρχουσα συμβατική αντίληψη των πραγμάτων) είχε απίστευτη μνήμη, ήταν μοναδικός στην αποστήθιση, κάπνιζε πάρα πολύ (άναβε το ένα τσιγάρο μετά το άλλο στην κυριολεξία), διάβαζε πάρα πολύ και έκανε μεγάλες πεζοπορίες. Δεν έμαθε οδήγηση και συμπαθούσε την ομάδα του Ολυμπιακού, χωρίς όμως να φανατίζεται. Το χρώμα του δαπέδου του στο εργαστήριο του ήταν κόκκινο. Ένα χρώμα που το λάτρευε. Όταν ένα βιβλίο δεν ήταν της αρεσκείας του το άφηνε σε κάποιο παγκάκι για να το βρει κάποιος που ίσως ενδιαφερόταν αλλά ποτέ του δεν πέταξε κάποιο βιβλίο στα σκουπίδια. Μιλούσε αγγλικά, γαλλικά και ιταλικά.


Αφιέρωση στην κόρη του!

Με όλους στο τέλος παρεξηγιόταν και έτσι τελείωναν πολλές από τις φιλίες του. Ψυχραινόταν όταν αργούσαν στα ραντεβού τους (βλέπε τον Γονατά).
Τέλος, από μαρτυρία της κόρης του, ο Εγγονόπουλος δεν ήθελε άξεστοι άνθρωποι να αγοράσουν τα έργα τους. Όταν έβλεπε τέτοιους, τους έλεγε «Αυτός ο πίνακας κάνει 3 εκατομ.», δηλ ένα πολύ μεγάλο ποσόν τότε! Στόχος του ήταν να τον αποτρέψει από το να τον αγοράσει. Αν όμως έβλεπε στο πρόσωπο του πιθανόν πελάτη του την αγνότητα που ήθελε να δει, δηλ να αγοράσει το έργο του από αγάπη για τη δουλειά του, τότε του έλεγε ότι κάνει εκατό ή διακόσες δρχ και πράγματι τόσο το έδινε.


Μελέτη από τη: Μαρία Ουζούνογλου Ζωγράφου


¨Οι μουσικοί"Εγγονόπουλος


Ποίηση
Μην ομιλείτε εις τον οδηγόν (1938, 1966, 1977)
Τα κλειδοκύμβαλα της σιωπής (1939, 1966, 1977)
7 Ποιήματα, εκδ. Ίκαρος, (1944, 1999,
Στην κοιλάδα με τους ροδώνες, εκδ. Ίκαρος, 1978,
Μπολιβάρ, ένα ελληνικό ποίημα, (1944, 1962, 1968, και 1978 εκδ. Ίκαρος,
Ελευσίς (1948, 1977)
Η επιστροφή των πουλιών (1946, 1977)
Στη κοιλάδα με τους ροδώνες (1978)
Το μέτρον: ο άνθρωπος. Πέντε ποιήματα και δέκα πίνακες, εκδ. Ύψιλον (2005)
Μυθολογία = Mythology,‎Ύψιλον (2006)
Ωραίος σαν Έλληνας = The Beauty of a Greek: Poems : Ποιήματα, ανθολόγηση και μετάφραση David Connolly, εκδ. Ύψιλον (2007)


Ποιήμα του Νίκου Εγγονόπουλου

Πεζά
Ο Καραγκιόζης: Ένα ελληνικό θέατρο σκιών, Ύψιλον (1981
Ν. Εγγονόπουλος, Πεζά κείμενα, εκδ. Ύψιλον (1987)
Συνιστώ το βιβλίο «Νίκος Εγγονόπουλος» εκδ. Μουσείο Μπενάκη. Εξαιρετικό!!!



Το πρόγραμμα του συνεδρίου για την Οκτωβριανή επανάσταση που διοργανώνεται από το Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου στην Κόρινθο, 26-29/10

$
0
0
Ξεκινάει την Πέμπτη 26 Οκτωβρίου το Διεθνές συνέδριο:  Εκατονταετηρίδα Ρωσικής Επανάστασης: Σκέψεις για τον 21ο Αιώνα – Διεθνές Συνέδριο 26-29 Οκτωβρίου 2017 
Έλληνες και ξένοι διακεκριμένοι ακαδημαϊκοί και ερευνητές συμμετέχουν με ομιλίες σε θεματικές όπως: Αντιφάσεις του πρώιμου σοσιαλισμού, Πόλεμος και επανάσταση, Η προπαγάνδα και οι επιρροές των μέσων ενημέρωσης, Επαναστατική εκπαίδευση, Μαρξιστική θεωρία και επανάσταση, Ο αντίκτυπος της ρωσικής επανάστασης σε άλλες χώρες, Επίδραση της ρωσικής επανάστασης στην επιστήμη, Φασισμός και κομμουνισμός.


THURSDAY 26TH OCTOBER

18.00 pm

Registration

Greetings from the Dean of University of Peloponnese, the ambassador of Cuba in Greece, The Regional Director of Peloponnese, the Mayor Of Corinth, Nafplio and Loutraki.

Choir of the Panteio University

Buffet Reception



FRIDAY 27TH OCTOBER



Session 1. 10.00 -11.30



Amphitheater



The revolutionary condition

Chair: Helena Sheehan



Maria Nikolakaki

“Reflection on the revolutionary moment: a dialectic materialist approach”.



Stavros Mauroudeas

“The Political Economy of the early Soviet Union: policies and problems”.



Stratos Georgoulas

“The issue of crime and law and the need for a solution after the October Revolution. The case of Pashukanis”.

















Session 2. 12.00-13.30



Amphitheater



Educating the revolution

Chair: Ana Dinerstein



Helena Sheehan

“Political Education in the 20th and 21st Centuries: From the International Lenin School to Left Forum and Facebook”.



Ravi Kumar

“Revolution and education in India”



Cassie Earl

“ ‘Learnin’ ‘bout a revolution sounds, like a whisper’:Can Higher Education can help?”.



Session 3. 14.00-15.30



Amphitheater



Russian Revolution and the global imagery

Chair: Stratos Georgoulas

Eric Selbin

“What’s Left of the Russian Revolution’s Global Imaginary at 100:
China and Cuba in an Era of Resurgent Revolution and (New) Authoritarian Revanchism”.



Kenneth Surin

“Authoritarian Populism As Counter-Revolution: Stuart Hall On Thatcherism”.



Dimitirs Lascaris

"Chrystia Freeland, Ukrainian Nationalism and the New Anti-Russian Hysteria in Canadian Foreign Policy".

Session 4. 16.00-17.30



Amphitheater



Revolutionary struggles today in Colombia-Uganda-Lesvos

Chair Κenneth Surin



Salim Nabi

“Revolutionary Refugee: The Case of Lesbos”



İbrahim Sarıkaya

“Reflections on the Cultural Turn in Labor Historiography of Turkey”.



Vikash Tandon

“Decolonize the mind in Uganda”.



Oliver Dodd

“The Social Setting of the ELN, and Peace in Colombia”



Room A



Η Επαναστατική Στιγμή

Προεδρείο: Βένιος Αγγελόπουλος



Ελένη Μαυρούλη-Αλέξανδρος Μινωτάκης

“Χθες ήταν νωρίς, αύριο θα είναι αργά: Αντικειμενικές συνθήκες και υποκειμενικός παράγοντας, μια διαλεκτική σχέση”.



Βέρα Ξηρόπητα

“Η επαναστατική στιγμή”.



Χρηστος Μιάμης

“Η επαναστατική στιγμή”.



Session 5. 18.00-20.00



Amphitheater



Book presentation Το πάνελ θα είναι στα ελληνικά

“Greek capitalism in crisis: Marxist Analyses, London: Routledge by Mavroudeas S. (ed.)”

Chair: Μαρία Νικολακάκη

Σταύρος Μαυρουδέας, Γιώργος Οικονομάκης, Χρήστος Παπαθεοδώρου, Διονύσης Γράβαρης



SATURDAY 28TH OCTOBER



Excursion to Ancient Corinth, Mycenes, Nafplio (lunch offered by the Municipality of Nafplio) and ancient theatre of Epidavros.





SUNDAY 29th October



Session 7. 10.00-11.30



Amphitheater



Aspects of the revolutionary idea

Chair: Cassie Earl



Nikos Potamianos

“Nationalism, Internationalism and Anti-war Mobilization in Greece, 1912–1924: the Turmoil of the 1910s, the Impact of the Russian Revolution and the Emergence of Communist Politics”.



Giannis Ninos

“Aspects of Communism and the "Essential Contradiction": Understanding Communism in the Era of the New Technologies”.



Bartosz Wójcik

“The Dialectical Revolution: Lenin on Hegel”.



Room A



Επανάσταση και Αντεπανάσταση

Chair Δημήτρης Πατέλης

Σκαλιδάκης Γιάννης

“Επανάσταση και αντεπανάσταση στην ιστοριογραφία της Ρωσικής Επανάστασης”



Σωτηρόπουλος Γιώργος

“Between Utopia and Reality: Justice in the Russian Revolution”.



Christos Avramidis - Giorgos Gkalpas

“Ο διαρκής Οκτώβρης του Τάσου Λειβαδίτη: Ποιητική μιας επανάστασης που χάνεται”.





Session 8. 11.45- 12.15



Amphitheater



Η Οκτωβριανή επανάσταση και η ελπίδα της ανθρωπότητας

Προεδρείο: Βένιος Αγγελόπουλος

Μηλιος Γιάννης

“Η Οκτωβριανή Επανάσταση και το ζήτημα της στρατηγικής για τον κομμουνισμό”.



Μαυροειδής Παναγιώτης - Μηνακάκης Βασίλης

“Από την επαναστατική εποποιία στην αντίστροφη μετάβαση. Ανιχνεύοντας της αιτίες της ήττας του Οκτώβρη” .



Πατέλης Δημήτρης

“Η Οκτωβριανή Επανάσταση ως η κορυφαία των πρώιμων σοσιαλιστικών επαναστάσεων και η σημασία της για τις επερχόμενες νικηφόρες επαναστάσεις”.





Session 9. 12.30-14.30



Amphitheater



Celebration 50 years of Che’s death.

Chair: Maria Nikolakaki



Documentary of Thimios Kakos: "Te encontre Che".

Carlos Calica Ferrer

Marta Dias

Ana Dinerstein “The one and thousand struggles in XX Century Argentina”.

Θα υπάρχει και μετάφραση στα Ελληνικά





Session 10. 15.30- 17.00



Amphitheater



Book presentation Panel in Greek with translation

The Syriza wave, by Helena Sheehan.



Chair Sissi Velissariou

Panel with: Leo Panitch, John Milios, Kostas Isihos, Panagiotis Mavroidis, Eleni Portaliou, Stratos Georgoulas.



Session 6.



Amphitheater

17.15- 18.30



Book presentation

Η Ρώσικη Επανάσταση και ο Πρώιμος Σοσιαλισμός στη λογική της Ιστορίας, συλλογικό έργο με κείμενα των Βίκτορ Αλεξέγιεβιτις Βαζιούλιν, Μανόλη Δαφέρμου, Γιώργου Κακαρίνου, Δημήτρη Κούλου και Δημήτρη Πατέλη.



Πάνελ: Δημήτρης Πατέλης, Τριαντάφυλλος Μεϊμάρης.



Room A



Book presentation

Έτος ένα της Ρωσικής επανάστασης: Βίκτωρ Σερζ

Πανελ: Λέναδρος Μπόλαρης Χρήστος Κεφαλής




ΜΙΑ ΑΝΑΓΝΩΣΗ ΤΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΤΗΣ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑΣ

$
0
0
Ο Λουί Αλτουσέρ γεννήθηκε στο Μπιρμαντρίς (Birmandreis) της Αλγερίας στις 16 Οκτωβρίου 1918.Πέθανε στις 22 Οκτώβρη 1990 από καρδιακό επεισόδιο.

του Ιάσονα Κούβδου

Το άρθρο Ιδεολογία και Ιδεολογικοί Μηχανισμοί του Κράτους αποτελεί την πιο εκτενή εργασία του Αλτουσέρ πάνω στην θεωρία της ιδεολογίας. Αναφέρει ρητά την πρόθεσή του να οικοδομήσει μια θεωρία της ιδεολογίας καθώς θεωρεί ότι η ιδεολογία είναι ένα πεδίο για το οποίο μπορεί να υπάρξει επιστημονική γνώση. Το άρθρο γράφεται το 1969, τέσσερα χρόνια μετά τη θορυβώδη είσοδο του Αλτουσέρ στο πολιτικό-φιλοσοφικό προσκήνιο, η οποία από την αρχή της χαρακτηρίστηκε από μια ειδική αντίληψη για την ιδεολογία. Με το κείμενο του 1969, ο Αλτουσέρ προτίθεται να ξεκαθαρίσει λογαριασμούς με τις εκκρεμότητες που έχουν αφήσει οι προηγούμενες απόπειρες που είχε κάνει για οικοδόμηση μιας θεωρίας της ιδεολογίας.

1. Για την αναπαραγωγή των σχέσεων παραγωγής

Το άρθρο του Αλτουσέρ δεν ξεκινά από μια θεωρητική ανάλυση της ιδεολογίας αλλά αντίθετα από μια φαινομενολογική, αρχικά, αναγνώριση της ιδεολογίας όπως αυτή εμφανίζεται σε μια κοινωνία. Γι’ αυτό το άρθρο ξεκινά από το σημείο της αναπαραγωγής μιας κοινωνίας και ειδικά με τη ρήση του Μαρξ, ότι «αν ένας κοινωνικός σχηματισμός δεν αναπαράγει τους όρους της παραγωγής, επιτελώντας συγχρόνως την παραγωγική διαδικασία, δεν πρόκειται να επιζήσει ούτε για έναν χρόνο» (Αλτουσέρ 1983: 69). Ξεκινά από τα άμεσα εμπειρικά δεδομένα (που στην συνέχεια θα επικρίνει) για να φτάσει βήμα-βήμα στη θεωρητική αναπαράσταση του αντικειμένου του. Έτσι διατυπώνει τη διάκριση μεταξύ απλής και διευρυμένης αναπαραγωγής και προσπαθεί να αναλύσει την έννοια της αναπαραγωγής από άλλη οπτική: αναπαραγωγή των παραγωγικών δυνάμεων, και αναπαραγωγή των (κυρίαρχων) σχέσεων παραγωγής. Σταχυολογεί τα αναπαραγωγικά σχήματα του 2ου τόμου του Κεφαλαίου περί αναπαραγωγής των μέσων παραγωγής, διευρυμένης αναπαραγωγής κ.λπ., και δεν υπεισέρχεται σε λεπτομέρειες σε αυτό το σημείο.

Συνεχίζει αναφερόμενος στην αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης, η οποία, κατ’ αρχάς, διενεργείται έξω από την επιχείρηση (Αλτουσέρ 1983: 72). Ήδη εδώ κάνει μια πολύ σημαντική – και εν πολλοίς αμφιλεγόμενη – παραδοχή, λέγοντας ότι η αναπαραγωγή συντελείται κυρίως έξω από το εργοστάσιο. Παρ’ ότι και ο ίδιος το ανασκεύασε ένα χρόνο αργότερα στο Υστερόγραφο, λέγοντας ότι δεν πρέπει να υποτιμούμε την αναπαραγωγή εντός της παραγωγικής διαδικασίας, υπάρχουν απόψεις που υποστηρίζουν ότι η αναπαραγωγή συντελείται κυρίως εντός της παραγωγής.2

Δεν θα μας απασχολήσει ιδιαίτερα αυτό το ζήτημα. Θα δεχτούμε ότι η αναπαραγωγή της παραγωγής συντελείται αν όχι κύρια, τουλάχιστον αναγκαστικάκαι έξω από την παραγωγή, εννοώντας ότι παρά την ενδεχόμενη κύρια σημασία της αναπαραγωγής εντός του εργοστασίου είναι αναπόδραστη επιλογή η αναπαραγωγή και εκτός του παραγωγικού μηχανισμού. Η παρατήρηση αυτή εδράζεται στην παραδοχή περί της φύσης του ανθρώπου ως εγγενώς ιδεολογικής ύπαρξης, μια έμβια κατάσταση στην οποία είναι αναγκαίες οι ιδεολογικές αναπαραστάσεις. Θα κρατήσουμε την παραδοχή της αναγκαστικής ιδεολογικής παράστασης της ανθρώπινης έμβιας οργάνωσης ως αξίωμα, γιατί δεν παύει να είναι ένα εμπειρικό δεδομένο.

Η αναπαραγωγή είναι κατά πρώτον φυσική, αλλά προφανώς από μόνη της δεν επαρκεί. Απαιτείται η ειδίκευση της εργατικής τάξης ανάλογα με τις απαιτήσεις του κοινωνικο-τεχνικού καταμερισμού της εργασίας. Αυτή η ειδίκευση δεν είναι μόνο τεχνική. Είναι κυρίως κοινωνική: η εργατική τάξη στο σχολείο διδάσκεται αφενός βασικές τεχνικές γνώσεις και αφετέρου «κανόνες ηθικής, επαγγελματικής συνείδησης και πολιτικής αγωγής, δηλαδή (…) κανόνες της τάξης πραγμάτων που έχει επιβληθεί από την ταξική κυριαρχία» (Αλτουσέρ 1983: 74). Η αναπαραγωγή της εργατικής τάξης απαιτεί «όχι μόνο την αναπαραγωγή της τεχνικής ειδίκευσής της, αλλά την αναπαραγωγή της υποταγής της στους κανόνες της καθεστηκυίας τάξης, δηλαδή την αναπαραγωγή της υποταγής στην κυρίαρχη ιδεολογία» (Αλτουσέρ 1983: 74). Η αναπαραγωγή της υποταγής στην κυρίαρχη ιδεολογία δεν αφορά μόνο τις υποτελείς τάξεις αλλά και τις κυρίαρχες, ώστε να εκτελούν «ευσυνείδητα» τα καθήκοντά τους, είτε είναι διευθυντές είτε διευθυνόμενοι.

Εδώ πρέπει να αναγνωρίσουμε «την έντονη παρουσία μιας νέας πραγματικότητας: της ιδεολογίας» (Αλτουσέρ 1983: 75). Ως τώρα ο Αλτουσέρ απλώς αναγνωρίζει κάτι που είναι εμφανές με πρώτη ματιά: η κύρια αποστολή του σχολείου δεν είναι να μάθει στα παιδιά κάτι τεχνικό αλλά να διδάξει κοινωνική συμπεριφορά. Αυτή η συμπεριφορά πρέπει να αναγνωριστεί ως ιδεολογία. Δεν λέει τι ακριβώς είναι η ιδεολογία, αλλά αφήνει να εννοηθεί ότι αυτά που μαθαίνει το παιδί είναι ιδεολογία, άρα πατάει σε μια εμπειρική εικόνα που έχει ο καθένας, ότι η ιδεολογία είναι ένα «σύστημα ιδεών» που έχει πάντα κάθε άνθρωπος.

Η μαρξική σύλληψη του «κοινωνικού Όλου» έναντι της εγελιανής έννοιας της «κοινωνικής Ολότητας» είναι επαναστατική επειδή εμπεριέχει αυτό που ο Αλτουσέρ αποκαλεί «δείκτη αποτελεσματικότητας» ως σχέση που έχει το κάθε «επίπεδο» ή «βαθμίδα» του κοινωνικού όλου με τα άλλα. Η τοπολογική μεταφορά του Μαρξ έδειχνε παραστατικά τον καθορισμό σε τελευταία ανάλυση των ανώτερων βαθμίδων από την βάση, η οποία είναι η οικονομία (η παραγωγή), αλλά και τη σχετική αυτονομία των ανώτερων βαθμίδων σε σχέση με τη βάση, δηλαδή την εν δυνάμει «ανάδραση» της υπερδομής στη βάση (επικαθορισμός της βάσης από την υπερδομή). Το πρόβλημα αυτής της μεταφοράς είναι, ακριβώς, το ότι είναι μεταφορά, παραμένει περιγραφική και πρέπει να αντικατασταθεί με μια περισσότερο διεισδυτική περιγραφή (Αλτουσέρ 1983: 77).

2. Για το κράτος

Το κράτος εκλαμβάνεται ως καταπιεστικός μηχανισμός και όχι ως ουδέτερος σχηματισμός τεχνικού τύπου. Επιτρέπει στην κυρίαρχη τάξη και στους συμμάχους της να εξασφαλίζουν την κυριαρχία τους πάνω στις υπόλοιπες τάξεις και κυρίως στην εργατική. Άρα είναι προπάντων ένας κατασταλτικός μηχανισμός ο οποίος θα επέμβει σε περίπτωση «κρίσης»: η αστυνομία, τα δικαστήρια, οι φυλακές, και βέβαια ο στρατός, ο οποίος είναι η κατασταλτική δύναμη αιχμής που θα χρησιμοποιηθεί «στα δύσκολα». Βασική λειτουργία του κράτους είναι η κατασταλτική (Αλτουσέρ 1983: 78). Στη συνέχεια ο Αλτουσέρ κάνει σύντομη αναφορά στο τι σημαίνει περιγραφική θεωρία και ακόμη πως κάτι πρέπει να προστεθεί στη θεωρία του κράτους για είναι πιο πλήρης ο ορισμός του. Η αναφορά στην έννοια της περιγραφικής θεωρίας δεν είναι ήσσονος σημασίας γιατί η αναγνώριση του ημιτελούς χαρακτήρα της είναι σημαντική απόρροια της συνολικής αντίληψης του Αλτουσέρ για την εμπειριστική θεώρηση των πραγμάτων.

Περνώντας ξανά στο κράτος, κάνει μια διάκριση μεταξύ αφενός της κρατικής εξουσίας, η οποία αφορά την κατάληψη και διατήρηση της πολιτικής εξουσίας, και ως τέτοια είναι ο αντικειμενικός σκοπός της πολιτικής πάλης των τάξεων, και αφετέρου του μηχανισμού του κράτους (Αλτουσέρ 1983: 81).

Μπορεί η κρατική εξουσία να περάσει σε άλλα χέρια, αλλά ο μηχανισμός του κράτους δεν αλλάζει τόσο εύκολα. Έτσι διαμορφώνεται το βασικό σχέδιο της εργατικής τάξης: να καταλάβει την κρατική εξουσία, να τη διακρίνει από τους μηχανισμούς του κράτους, να βάλει σε λειτουργία τον μηχανισμό του κράτους για τους αντικειμενικούς της σκοπούς, και να αντικαταστήσει τον μηχανισμό του αστικού κράτους με έναν άλλο, ο οποίος θα οδηγήσει τελικά στον μαρασμό κάθε κρατικής εξουσίας.

Όμως, αυτό που πρέπει να προστεθεί είναι άλλο (Αλτουσέρ 1983: 82­) γιατί η στρατηγική της εργατικής τάξης είναι σωστή όσον αφορά το κατασταλτικό μέρος του κράτους, αλλά αυτή του η λειτουργία δεν εξαντλεί την περιγραφή της μορφής του. Πρέπει να προστεθεί κάτι ακόμα στη θεωρητική αναπαράσταση του κράτους. Προσθέτει μάλιστα σε υποσημείωση ότι «ο μόνος ο οποίος είχε την “παράδοξη” ιδέα, πως το κράτος δεν εξαντλείται στον (καταπιεστικό) μηχανισμό του κράτους αλλά πως περιλαμβάνει, όπως έλεγε, έναν αριθμό θεσμών της “πολιτικής κοινωνίας”: την εκκλησία, τα συνδικάτα, τα σχολεία κ.λπ., ήταν ο Γκράμσι».3

Αυτό που λείπει από την – περιγραφική – θεωρία του κράτους είναι μια προσθήκη δίπλα στον καταπιεστικό μηχανισμό: η ύπαρξη των ιδεολογικών μηχανισμών του κράτους (ΙΜΚ). Με αυτό εννοεί «ορισμένες πραγματικότητες, που εμφανίζονται στον άμεσο παρατηρητή με τη μορφή διακριτών και ειδικευμένων θεσμών» (Αλτουσέρ 1983: 83). Εδώ εισάγει την έννοια του Ιδεολογικού Μηχανισμού του Κράτους, έννοια που θα είναι χαρακτηριστική του έργου του Αλτουσέρ πάνω στην ιδεολογία και θα αποδειχτεί εξαιρετικά σημαντική. Δεν το επεξηγεί περισσότερο, πιάνει μια εμπειρική έννοια την οποία σιγά-σιγά θα διαμορφώσει κατά το δοκούν, αλλά για την ώρα παραθέτει έναν ενδεικτικό κατάλογο κάποιων ΙΜΚ ώστε να δημιουργήσει μια αδρή εικόνα του τι εννοεί, ακόμη και αν δεν έχει κάνει καμία ειδική ανάλυση ως τώρα: σχολικός, θρησκευτικός, οικογενειακός, συνδικαλιστικός, πολιτιστικός, πολιτικός, νομικός ΙΜΚ, ο ΙΜΚ των μέσων μαζικής ενημέρωσης κ.λπ. (Αλτουσέρ 1983: 83-84).

Κάνει την παρατήρηση ότι ενώ υπάρχει ένας σχετικά ενιαίος κατασταλτικός κρατικός μηχανισμός, υπάρχει πλειάδα ΙΜΚ, οι οποίοι είναι ενιαίοι. Ακόμη, ενώ το σύνολο του κατασταλτικού μηχανισμού ανήκει στο κράτος, οι ΙΜΚ ανήκουν κυρίως σε ιδιωτικούς φορείς. Εδώ θα πρέπει όμως να κάνουμε μια παρέκβαση και να δούμε ότι η διάκριση σε ιδιωτικό και δημόσιο τομέα είναι διάκριση του δικαίου της αστικής τάξης. Οι ΙΜΚ αναγνωρίζονται ως κρατικοί επειδή συνεπικουρούν στη βασική λειτουργία του κράτους, που είναι η αναπαραγωγική λειτουργία, δηλαδή η διαφύλαξη της ομαλότητας σε ενδεχόμενο κρίσης (Αλτουσέρ 1983: 84). Αναγνωρίζονται ως κρατικοί ειδωμένοι ως ενιαίο σύνολο και όχι ο κάθε ΙΜΚ μεμονωμένα.

Προχωρεί προσθέτοντας στοιχεία σε αυτό που ονόμασε απλά θεσμό: «ο καταπιεστικός μηχανισμός του κράτους “λειτουργεί με βία” ενώ οι ΙΜΚ “λειτουργούν με ιδεολογία”». Βέβαια, προσθέτει, ο κάθε μηχανισμός του κράτους λειτουργεί και με βία και με ιδεολογία, αλλά αυτό που τους διαφοροποιεί είναι το «ποσοστό συμμετοχής» αυτών των δύο στοιχείων. Ακόμα, «ο προσδιορισμός αυτής της “διπλής” λειτουργίας (…) επιτρέπει να εξυφαίνονται αδιάκοπα διακριτικότατες διασυνδέσεις (…) ανάμεσα στον ρόλο του κατασταλτικού μηχανισμού του κράτους και των ΙΜΚ» (Αλτουσέρ 1983: 85).

Συνεχίζει λέγοντας πως εφόσον οι ΙΜΚ «λειτουργούν με ιδεολογία», το στοιχείο που τους ενοποιεί είναι η ίδια η λειτουργία τους «στο μέτρο που η ιδεολογία, με την οποία λειτουργούν κατά κύριο λόγο, παρά τις αντιφάσεις της, είναι σχετικά ενιαία κάτω από την κυριαρχική ιδεολογία, που είναι η ιδεολογία των “κυρίαρχων τάξεων”». Εδώ προχωρεί σε μια θεμελιώδη διαπίστωση: «καμία κοινωνική τάξη δεν είναι σε θέση να διατηρηθεί στην πολιτική εξουσία αν δεν ασκεί συγχρόνως την ηγεμονία της μέσα στους ΙΜΚ» (Αλτουσέρ 1983: 86), και κάνει μια πολύ σημαντική παραδοχή: ότι υπάρχει μια κυρίαρχη ιδεολογία η οποία είναι η ιδεολογία των κυρίαρχων τάξεων. Ακόμη, αναγκαίο στοιχείο της κυριαρχίας μιας τάξης είναι η ιδεολογική της ηγεμονία, η ηγεμονία δηλαδή, με τους όρους που έχει χρησιμοποιήσει ως τώρα, εντός των ΙΜΚ.

Η αναγνώριση της ύπαρξης κυρίαρχης ιδεολογίας ορίζει μια νέα οντότητα που δεν είναι απλά ιδεολογία: είναι κυρίαρχη ιδεολογία. Και ακόμη, η νέα μορφή ιδεολογίας, η κυρίαρχη, έχει ειδικό ρόλο στην άσκηση της πολιτικής εξουσίας: είναι η μορφή που παίρνει η ιδεολογική ηγεμονία ως ΙΜΚ.

Αυτή η ηγεμονία δεν μπορεί να ασκηθεί τόσο εύκολα μέσα στους ΙΜΚ, επειδή οι παλιές κυρίαρχες τάξεις πολλές φορές διατηρούν τη θέση τους εντός αυτών, «αλλά και επειδή οι εκμεταλλευόμενες τάξεις βρίσκουν εκεί τα μέσα και την ευκαιρία για να εκφραστούν, είτε χρησιμοποιώντας τις αντιφάσεις που υποβόσκουν μέσα στους ΙΜΚ, είτε καταλαμβάνοντας θέσεις μάχης εντός τους» (Αλτουσέρ 1983: 86-87). Εμπειρικά και πάλι ο Αλτουσέρ διαπιστώνει μια υπαρκτή μορφή ταξικής πάλης η οποία διεξάγεται γύρω από και εντός των ΙΜΚ – αν και δεν την κατονομάζει. Οι ΙΜΚ έχουν όπως όλες οι δομές εγγενείς αντιφάσεις, οι οποίες μπορούν να αξιοποιηθούν δίνοντας πολιτικά επιχειρήματα ενάντια σε κάποιον συγκεκριμένο ΙΜΚ, αλλά και εντός του κάθε ΙΜΚ είναι δυνατόν να δοθεί σύγκρουση εάν οι υποτελείς τάξεις καταλάβουν θέσεις μάχης εντός του.

Μετά από αυτά, ο φιλόσοφος επιστρέφει στο αρχικό ερώτημα που είχε θέσει: πώς εξασφαλίζεται η αναπαραγωγή των σχέσεων παραγωγής;

Διευκρινίζει ότι οι σχέσεις παραγωγής κατ’ αρχήν αναπαράγονται από την υλική βάση της διαδικασίας παραγωγής και κυκλοφορίας των αγαθών, όπου βέβαια οι ιδεολογικές σχέσεις είναι άμεσα παρούσες. Αυτή η φράση αποτελεί την συμπύκνωση του τρόπου αναπαραγωγής. Καταθέτει τρεις θέσεις που συνοψίζουν την προσπάθειά του ως τώρα:

1. Όλοι οι μηχανισμοί του κράτους λειτουργούν και με βία και με ιδεολογία, και αυτό που τους διαφοροποιεί είναι το ποιο στοιχείο από τα δύο κυριαρχεί.

2. Ενώ ο κατασταλτικός μηχανισμός είναι σχετικά ενιαίος οι ΙΜΚ «είναι ποικίλοι, διακριτοί, σχετικά αυτόνομοι και επιρρεπείς στο να παρέχουν ένα αντικειμενικό πεδίο αντιφάσεων» (Αλτουσέρ 1983: 88).

3. Η ενότητα του κατασταλτικού μηχανισμού του κράτους εξασφαλίζεται με την ενιαία διοίκηση και συγκεντρωτική του οργάνωση, ενώ η ενότητα των ΙΜΚ εξασφαλίζεται «τις περισσότερες φορές με την επίδραση της κυρίαρχης ιδεολογίας της κυρίαρχης τάξης, αλλά μέσα σε μορφές συχνά αντιφατικές» (Αλτουσέρ 1983: 88-89).

Επομένως η αναπαραγωγή μπορεί να πάρει τη μορφή καταμερισμού: ο κατασταλτικός μηχανισμός εξασφαλίζει «δυναμικά (με φυσική ή άλλης μορφής βία) τους πολιτικούς όρους και προϋποθέσεις για την αναπαραγωγή των σχέσεων παραγωγής, που είναι, σε τελευταία ανάλυση, σχέσεις εκμετάλλευσης» ενώ οι ΙΜΚ «εξασφαλίζουν την αρμονία μέσω της κυρίαρχης ιδεολογίας» (Αλτουσέρ 1983: 89). Συνεχίζει περιγράφοντας την ιστορική εξέλιξη που ανέδειξε το σχολείο σε κυρίαρχο ΙΜΚ και εξάγει τέσσερα συμπεράσματα ειδικά για τους ΙΜΚ:

α. Όλοι οι ΙΜΚ τείνουν στο ίδιο αποτέλεσμα, στην αναπαραγωγή των σχέσεων παραγωγής.

β. Ο κάθε ΙΜΚ, με τον δικό του τρόπο, επιδιώκει την ομαλή αναπαραγωγή «υποτάσσοντας» τα άτομα στην ιδεολογία του, εγχαράσσοντάς την σε κάθε άτομο. Παραθέτει μια ενδεικτική κατάσταση με την “ιδεολογία” κάποιων ΙΜΚ, π.χ. επισημαίνει ότι ο αθλητισμός ως θέαμα έχει μεγάλο ρόλο στην ανάπτυξη του εθνικισμού ή ότι «ο θρησκευτικός μηχανισμός, υπενθυμίζοντας στη λειτουργία, και στις άλλες μεγάλες τελετουργίες της γέννησης, του γάμου και του θανάτου πως ο άνθρωπος είναι μόνο στάχτη, εκτός αν ξέρει να αγαπάει τον πλησίον του, μέχρι που να στρέφει και “την αριστεράν παρειάν” σ’ εκείνον που τον χαστουκίζει στη δεξιά».

γ. Αναφέρει ότι ενώ υπάρχουν μικρές διαφορές μεταξύ των «ιδεολογιών» όλες υπακούουν σε μια ενιαία ιδεολογία, την ιδεολογία της κυρίαρχης τάξης.

δ. Αναγνωρίζει ως κυρίαρχο ΙΜΚ του καιρού μας τον σχολικό, ο οποίος αντικατέστησε την εκκλησία, καθώς «παίρνει τα παιδιά όλων των κοινωνικών τάξεων από το νηπιαγωγείο, και ήδη από εκεί, με παλιές και νεώτερες μεθόδους, αποτυπώνει μέσα τους, επί πολλά χρόνια, ακριβώς εκείνα τα χρόνια όπου το παιδί είναι περισσότερο “τρωτό”, παγιδευμένο όπως βρίσκεται ανάμεσα στην οικογένεια και το σχολείο, διάφορα “σαβουάρ φαιρ” ντυμένα με την κυρίαρχη ιδεολογία (…) ή την κυρίαρχη ιδεολογία καθαυτή» (Αλτουσέρ 1983: 93).

Η αναγνώριση του γεγονότος ότι η ιδεολογία για να «διαδοθεί» απαιτεί μηχανισμούς, δηλαδή υλικές και όχι θεωρητικές δομές, είναι ένα μεγάλο βήμα το οποίο θα αποδειχτεί κομβικό για τη συνολική θεωρία. Η υλικότητα των ιδεολογικών μηχανισμών επιτρέπει την εκκίνηση μιας απόπειρας μελέτης της ιδεολογίας και των ιδεολογιών χωρίς να χρησιμοποιεί συγκεχυμένες έννοιες όπως «ιδέα», «έμπνευση», αλλά στηριζόμενη σε κάτι χειροπιαστό. Το πώς θα αξιοποιηθεί αυτή η δυνατότητα θα φανεί στο δεύτερο μέρος του άρθρου, αλλά χωρίς την κατ’ αρχήν παραδοχή της ύπαρξης υλικών ιδεολογικών μηχανισμών ως αναγκαίας μορφής εμφάνισης των ιδεολογιών (και, όπως θα φανεί, ως μοναδικής) η θεωρία θα προχωρούσε πολύ πιο δύσκολα.

Ιδιαίτερα σημαντική είναι η απόδοση του κατηγορήματος κρατικοί στους ιδεολογικούς μηχανισμούς παράλληλα με την αναγνώριση ότι δεν υπάγονται σε κρατική διοίκηση αλλά θεωρούνται κρατικοί επειδή επιτελούν την ίδια εν γένει λειτουργία με το κράτος, δηλαδή τη διασφάλιση της ομαλής αναπαραγωγής ενός συστήματος με εγγενείς εντάσεις. Αυτό σημαίνει ότι απαιτείται κάτι που να ενοποιεί όλους τους ΙΜΚ, και αυτό, αφού δεν είναι μια υλική δομή, θα είναι μια ιδεολογική, και επομένως πρέπει να υπάρχει μια κυρίαρχη ιδεολογία. Αφού η ιδεολογία των ιδεολογικών μηχανισμών δεν είναι ουδέτερη αλλά εξυπηρετεί ταξικά συμφέροντα, δεν μπορεί να είναι «παλλαϊκή» ιδεολογία αλλά μόνο ταξική. Ακόμη περισσότερο, μια τάξη για να είναι κυρίαρχη πρέπει να ασκεί την ηγεμονία της στους ΙΜΚ, διαπίστωση καθαρά πολιτική. Επομένως θα υπάρχει και μια ηγεμονευόμενη ιδεολογία, μια ιδεολογία των κυριαρχούμενων τάξεων.

Αυτή η παρουσίαση προορίζεται να αποτελέσει το πρώτο μέρος μιας συνολικήςθεωρίας για την ιδεολογία, η οποία πρέπει να αναμετρηθεί όχι μόνο με την φιλοσοφική-επιστημολογική οπτική της ιδεολογίας αλλά και με την πολιτική της σημασία.

Η επιλογή του Αλτουσέρ να ενώσει την πολιτική με τη θεωρητική αντίληψη προκαλεί τις εσωτερικές εντάσεις που εμφανίζονται στο συγκεκριμένο άρθρο και στο σύνολο του έργου του. Ήταν όμως μια αναπόφευκτη επιλογή: μπορεί η θεωρητική ανάλυση που είχε δώσει στην ιδεολογία να επαρκούσε για τις πρώτες απόπειρες πολιτικής παρέμβασης αλλά δεν ήταν πια αρκετή. Έπρεπε να ενωθεί η πολιτική έννοια με τη θεωρητική.


3. Για την ιδεολογία

Ο Αλτουσέρ αναφέρει ότι η κυρίαρχη αντίληψη εμφανίζει την ιδεολογία ως «σύστημα των ιδεών, των παραστάσεων που δεσπόζει στο πνεύμα ενός ανθρώπου ή μιας κοινωνικής ομάδας» και κατόπιν κατηγορεί τον Μαρξ ότι η θεωρία που προσπάθησε να οικοδομήσει για την ιδεολογία στην Γερμανική Ιδεολογία είναι τελικά μη μαρξιστική (Αλτουσέρ 1983: 96).

Το πρώτο του επιχείρημα είναι ότι η ιδεολογία δεν έχει ιστορία (Αλτουσέρ 1983: 96). Με αυτή τη θέση θέλει να δείξει ότι μπορεί να οικοδομήσει μια θεωρία για την εν γένει ιδεολογία, στην οποία αποδίδει συγκεκριμένη δομή για όλους τους τρόπους παραγωγής, ακόμη και τους αταξικούς. Ο Αλτουσέρ πάγια προσπαθούσε να οικοδομήσει μια υπερ- (και όχι αντι-) ιστορική θεωρία της ιδεολογίας, προφανώς επηρεασμένος όχι μόνο από την πολιτική του στόχευση (καθώς έψαχνε έναν τρόπο να ασκήσει θεμελιωμένη κριτική στα σοβιετικά καθεστώτα) αλλά και από τη θεωρητική κατασκευή του Μαρξ. Σε ένα κοινωνικό μοντέλο με επίπεδα τα οποία διέπονται από συγκεκριμένες μεταξύ τους σχέσεις αλληλοκαθορισμού οι οποίες δεν μεταβάλλονται ιστορικά (το οικονομικό επίπεδο πάντα καθορίζει σε τελευταία ανάλυση τα άλλα) δεν μπορεί ένα στοιχείο της «υπερδομής» να μην διέπεται από αντίστοιχους υπεριστορικούς καθορισμούς όσον αφορά τις σχέσεις του με τη βάση και τα άλλα στοιχεία του εποικοδομήματος. Διευκρινίζει ότι θα μιλήσει για την εν γένει ιδεολογία και όχι για τις συγκεκριμένες ιδεολογίες, οι οποίες έχουν μια δικιά τους ιστορία. Μπορούμε να ισχυριστούμε ότι η ιστορία των συγκεκριμένων ιδεολογιών είναι ένα ειδικό αντικείμενο το οποίο θα εξεταστεί δικαιωματικά από τη θεωρία της ιστορίας και όχι από τη θεωρία της ιδεολογίας.

Παρότι και ο Μαρξ στη Γερμανική Ιδεολογία υποστηρίζει ότι η ιδεολογία δεν έχει ιστορία, ο Αλτουσέρ τοποθετεί το ζήτημα από διαφορετική οπτική γωνία. Ο Μαρξ θεωρεί ότι η ιδεολογία «νοείται σαν καθαρή αυταπάτη, σαν όνειρο, δηλαδή μηδέν. Η ιδεολογία λοιπόν νοείται σαν φανταστική κατασκευή, της οποίας το θεωρητικό καθεστώς μοιάζει πολύ με το θεωρητικό καθεστώς του ονείρου στους πριν από τον Φρόυντ συγγραφείς (…) δηλαδή πλάσμα της φαντασίας, άκυρο αποτέλεσμα των επι-βιωμάτων της ημέρας που εμφανίζονται (…) σε πλήρη αταξία» (Αλτουσέρ 1983: 97).

Κατά τον Μαρξ δηλαδή η ιδεολογία εμφανίζεται να μην έχει ιστορία επειδή δεν έχει την δική της ιστορία. Η «ιστορία» της εκτυλίσσεται έξω από αυτήν, στην πραγματική ζωή των ατόμων-φορέων της, και επομένως η ιδεολογία δεν έχει ιστορία επειδή η ίδια είναι μια παράγωγη οντότητα χωρίς καμία δυνατότητα καθορισμού (συγκεκριμένα, επικαθορισμού) των αιτιών που την παρήγαγαν. Είναι ένα απλό «επι-βίωμα των βιωμάτων της ημέρας». Η ιδεολογία δεν έχει ιστορία γιατί τελικά είναι αποστερημένη υλικής υπόστασης, και άρα δεν μπορεί να έχει και κανέναν ειδικό του καθεστώτος της προσδιορισμό. Η ιδεολογία κατά τον Μαρξ είναι μόνο νοητικής φύσης, και εφόσον το νοητικό καθορίζεται πλήρως από το υλικό, η ιδεολογία με αυτή τη μορφή δεν μπορεί να έχει ιστορία. Το πρόβλημα είναι ότι αυτό δεν εξηγεί την υλική δραστικότητα της ιδεολογίας, την ισχύ της, κοινωνικά και πολιτικά.

Ο Αλτουσέρ με τον όρο ιδεολογία εννοεί κάτι διαφορετικό από αυτό που εννοεί ο Μαρξ. Δεν τον διορθώνει – οπότε εμφανίζεται μια αναπόφευκτη σύγχυση εννοιών – αλλά μετασχηματίζει την έννοια της ιδεολογίας σε μια προσπάθεια να της δώσει χαρακτηριστικά που θα είναι περισσότερο κοντινά στην πραγματικότητα. Ο Αλτουσέρ με τον όρο ιδεολογία εννοεί πλέον κάτι άλλο από αυτό που εννοεί ο Μαρξ, καθώς θεωρεί λίγη την έννοια της κατά Μαρξ ιδεολογίας, αφού κατά τον Μαρξ η ιδεολογία είναι μόνο μια αναπαράσταση του κόσμου στο ανθρώπινο μυαλό και τίποτα περισσότερο. Η διαφορά τοποθέτησης του Αλτουσέρ ως προς τον Μαρξ δεν είναι μια διαφορετική τοποθέτηση ως προς το ίδιο αντικείμενο, αλλά είναι μια διαφορετική τοποθέτηση αντίστοιχη με ένα νέο, διαφορετικό αντικείμενο από αυτό που αντιλαμβάνεται ο Μαρξ.

Η κριτική του Αλτουσέρ στο ότι η ιδεολογία δεν έχει ιστορία έρχεται σε αντιδιαστολή με τη δική του θέση μη-ιστορικότητας της ιδεολογίας. Η ιδεολογία κατά Αλτουσέρ δεν έχει ιστορία με αναλυτική έννοια, επειδή είναι ένα φαινόμενο που εμφανίζεται αείποτε στις ανθρώπινες κοινωνίες ενώ η κατά Μαρξ ιδεολογία δεν έχει ιστορία επειδή είναι μια φαντασιακή κατασκευή χωρίς υλική υπόσταση. Ενώ ο Μαρξ έχει χτίσει ένα θεωρητικό οικοδόμημα χωρίς ιστορία (βάση-εποικοδόμημα κ.λπ.), δηλαδή ένα οικοδόμημα το οποίο είναι εξ ορισμού αδύνατον να έχει ιστορία γιατί υπήρχε πάντα και πάνω σε αυτό δομούταν κάθε κοινωνία (χωρίς η ίδια να το κάνει συνειδητά ή να το καταλαβαίνει), για την ιδεολογία επιφύλασσε μια «άδικη» μεταχείριση – παρότι ήταν στοιχείο του οικοδομήματος που ο ίδιος είχε κατασκευάσει. Όπως το οικονομικό επίπεδο αναλύεται με βάση τους όρους τρόπος παραγωγής, τάξεις, υπερεργασία, κ.λπ., έτσι οφείλει να αναλυθεί και το «επίπεδο» της ιδεολογίας. Η ιδεολογία κατά τον Μαρξ δεν είναι όπως το υπόλοιπο οικοδόμημα, δεν είναι καν δομικό στοιχείο, είναι επιφαινόμενο των «υλικών» πρακτικών (δηλαδή των άμεσα ορατών ως υλικών πρακτικών), παράγωγο του ανθρώπινου μυαλού. Ο Αλτουσέρ της προσδίδει μια ειδική δομή η οποία υπάρχει πάντα, και πάνω σε αυτή τη δομή συγκροτούνται τα ιδεολογικά σύνολα, οι κυρίαρχες και κυριαρχούμενες ιδεολογίες. Γι’ αυτό και επικρίνει τη θέση του Μαρξ στη Γερμανική Ιδεολογία ως μη μαρξιστική.

Η ιδεολογία δεν έχει τη δική της ιστορία και παραβάλλεται ρητά με την έννοια του ασυνειδήτου του Φρόυντ: «η ιδεολογία είναι αιώνια, όπως ακριβώς και το ασυνείδητο». Ο Αλτουσέρ πηγαίνει ένα βήμα παραπέρα: θεωρεί πως η αιωνιότητα του ασυνειδήτου δεν είναι άσχετη με την αιωνιότητα της ιδεολογίας, οπότε ομολογεί έμμεσα μια βασική του επιρροή. Η τάση του Αλτουσέρ προς την οικοδόμηση μιας υπεριστορικής θεωρίας της ιδεολογίας πρέπει σε μεγάλο βαθμό να αποδοθεί στην έμπνευση από το έργο του Φρόυντ, χωρίς βεβαίως να ξεχνάμε τις πολιτικές αφορμές.

Η υπεριστορικότητα αυτή επιτρέπει τη μελέτη της εν γένει ιδεολογίας, αλλά για να μην φτάσει στα άκρα και κατηγορηθεί γι’ αυτό (ας μην ξεχνάμε το πολιτικό κλίμα της περιόδου που έγραφε) δηλώνει ότι θα περιορίσει τη μελέτη του σε ταξικές κοινωνίες.

3.1. Στοιχειοθέτηση θέσεων για την ιδεολογία

3.1.1. «Η ιδεολογία αναπαριστά τη φανταστική σχέση του ατόμου με τις πραγματικές συνθήκες ύπαρξής του»

Κατά τον Αλτουσέρ η ιδεολογία είναι μια οντότητα η οποία έχει και φανταστική υπόσταση. Λαμβάνει δηλαδή ως δεδομένο τον ορισμό των Καμπανύς και ντε Τρασύ ότι η ιδεολογία είναι ιδέες, αφήνει μια παρακαταθήκη ότι θα τον αλλάξει αργότερα και εισέρχεται κατευθείαν στη μορφή που παίρνει η ιδεολογία: δηλώνει πως εάν μια σχέση (σχέση μεταξύ ανθρώπων, στοιχείων, ανθρώπων με αντικείμενα κ.λπ.) αναπαρίσταται στην ιδεολογία τότε είναι πάντα φανταστική, δηλαδή η ιδεολογία είναι μια μετατόπιση της πραγματικότητας στο φανταστικό (Αλτουσέρ 1983: 100) και εστιάζει στις ως τότε ερμηνείες αυτής της πάγια παρατηρούμενης μετατόπισης:

Η πρώτη ερμηνεία για αυτή τη φανταστική μετατόπιση ήταν τα Ωραία Ψεύδη, ότι η ιδεολογία είναι φταίξιμο κυρίως των παπάδων, συνεπικουρούμενων από τους βασιλιάδες, οι οποίοι ήθελαν να κυριαρχούν τον κόσμο και γι’ αυτό έφτιαξαν μόνοι τους αυτές τις απάτες, ενώ οι ίδιοι προφανώς γνώριζαν την αλήθεια, αφού έπρεπε να στηριχθούν κάπου για να κατασκευάσουν ψέματα.

Η δεύτερη είναι η εξήγηση που δίνει ο νεαρός Μαρξ, ότι δηλαδή γι` αυτή την φανταστική μετατόπιση ευθύνεται η αλλοτριωτική εργασία: «αιτία είναι η αλλοτρίωση που δεσπόζει στις ίδιες τις συνθήκες ζωής των ατόμων. (…) Οι άνθρωποι κατασκευάζουν μιαν αλλοτριωμένη (=φανταστική) παράσταση των συνθηκών ύπαρξής τους, γιατί αλλοτριωτικές είναι αυτές καθαυτές οι συνθήκες ύπαρξης» (Αλτουσέρ 1983: 101), δηλαδή αντιλαμβάνονται αυτό ακριβώς που βιώνουν, ενώ το ίδιο το βίωμα είναι αλλοτριωμένο και αλλοτριωτικό.

Η κριτική που ασκεί σε αυτές τις θέσεις, είναι ότι «δέχονται κατά γράμμα τη θέση την οποία προϋποθέτουν», ότι δηλαδή αυτό που επάγεται ως ιδεολογία είναι ακριβώς οι συνθήκες ύπαρξης των ανθρώπων. Στην πρώτη περίπτωση αυτοί που έχουν πλήρη επίγνωση της πραγματικότητας είναι οι παπάδες και οι βασιλιάδες, και ο λαός είναι ανόητος και πιστεύει ό,τι τον διδάξουν. Στη δεύτερη περίπτωση όλοι έχουν πλήρη και καθαρή εικόνα της πραγματικότητάς τους, επειδή όμως αυτή η πραγματικότητα είναι αλλοτριωμένη, η ιδεολογική της αναπαράσταση είναι και αυτή αντίστοιχα αλλοτριωμένη.

Και οι δύο απόψεις θεωρούν ότι η πραγματικότητα αντανακλάται πλήρως και με ακρίβεια σε μια ιδεολογία, ότι η δομή της πραγματικότητας είναι διάφανη, και ο μόνος λόγος για τη μη καθαρή εικόνα της ιδεολογίας αποδίδεται στη φύση της πραγματικότητας, η οποία είναι αλλοιωμένη και όχι κρυμμένη. Η διαφορά είναι μεγάλη, γιατί στην πρώτη περίπτωση υπάρχει πλήρης έξοδος από την ιδεολογία: εάν η φύση δεν αλλοιώνεται (κυρίως από την ταξική πάλη) τότε θα έχουμε διάφανη ιδεολογία, δηλαδή θα καταργηθεί η ιδεολογία ως κοινωνική στιγμή. Εδώ ο Αλτουσέρ παίρνει (χωρίς να το λέει ρητά) τη θέση που είχε υποστηρίξει παλαιότερα, σε ένα κείμενο του 1965 (Althusser 1990). Η πραγματικότητα, ακόμη και σε μια αταξική κοινωνία, δεν αντανακλάται άμεσα σε μια ιδεολογική αναπαράσταση επειδή είναι η ίδια εγγενώς αδιαφανής και όχι επειδή είναι τώρααλλοτριωμένη – και που ίσως αργότερα ξεδιαλυθεί η μορφή της.

Η αδιαφάνεια αυτή οφείλεται στην ενύπαρξη δομής σε κάθε μορφή έκφανσης του ανθρώπινου, φυσικού και κοινωνικού κόσμου, η οποία εμφανίζεται ακριβώς μόνοως ενυπάρχουσα στα αποτελέσματά της και ποτέ αυθύπαρκτα, οπότε η ιδεολογία εμφανίζεται αναγκαστικά ως η μετατοπισμένη φανταστική αναπαράσταση αυτής της δομής, αφού αυτή δεν μπορεί να αναγνωριστεί παρά μόνο με επιστημονική μελέτη. Η δομή είναι διαφανής μόνον εν μέρει. Η ιδεολογία επομένως, ως φανταστική αναπαράσταση, εμφανίζεται πάντα παραμορφωμένη, ακόμη και εάν κανείς δεν επέμβει σκόπιμα για να την παραμορφώσει. Είναι το αποτέλεσμα της εμπειριστικής και άμεσης θέασης της πραγματικότητας, αλλά ως οπτική δεν είναι μια λάθος επιλογή, είναι η αναπόδραστη πραγματικότητα. Αν την δεχτούμε έτσι, το ερώτημα αλλάζει μορφή.

Η ιδεολογία συνιστά αναγνώριση, λόγω της μερικής διαφάνειας των δομών, αλλά και παραγνώριση, λόγω της εγγενούς μερικής αδιαφάνειας που παρουσιάζει, κατά κύριο λόγο, η ύπαρξη δομής. Και ο Αλτουσέρ διατυπώνει το σωστό, πλέον, ερώτημα: αφού η παραμόρφωση υπάρχει αείποτε, για ποιον λόγο γίνεται αναγκαστικά φανταστική; Ή αλλιώς, γιατί γίνεται φανταστική (μη κατανοητή ως ιδεολογική) η φαντασιακή παραμόρφωση; Για ποιον λόγο δεν καταλαβαίνουν οι άνθρωποι ότι η εικόνα που έχουν για τον κόσμο είναι μετατοπισμένη, δεδομένου ότι είναι πάντα μετατοπισμένη; Αφού η διερεύνηση της καθαυτό μετατόπισης είναι αντικείμενο της επιστήμης, η θεωρία της ιδεολογίας θα μελετήσει την παραγνώριση της παραγνώρισης, τη φύση της ιδεολογίας ως ειδικής δομής. Αναρωτιέται ποιος είναι αυτός ο ειδικός χαρακτήρας του φανταστικού, και θα φτάσει μέχρι το σημείο να μιλήσει για την κυρίαρχη ιδεολογία, ως ειδική περίπτωση της εν γένει ιδεολογίας. Δεν θα απαντήσει τώρα το ερώτημα που θέτει, αλλά θα μελετήσει την ιδεολογία από άλλη οπτική ώστε να φτάσει από άλλο δρόμο στην απάντηση.

3.1.2. Η ιδεολογία έχει υλική υπόσταση

Το πρώτο επιχείρημα είναι ότι «η θέση αυτή παρουσιάζεται με τη μορφή μιας κατάφασης, δεν αποδεικνύεται [οπότε ας] αντιμετωπιστεί στο όνομα του υλισμού με κάποια συγκατάβαση» (Αλτουσέρ 1983: 103). Αυτός είναι ο μόνος τρόπος να αναλυθεί η φύση της ιδεολογίας, σε πλήρη συμφωνία με «αυτό που άμεσα και εμπειρικά φανερώνεται, από οποιαδήποτε λίγο έστω σοβαρή ανάλυση μιας ιδεολογίας» (Αλτουσέρ 1983: 103). Εδώ η ανάλυση έχει ανάγκη, αφού πρέπει να είναι με κάποιον τρόπο υλική, την έννοια των ΙΜΚ: «ο κάθε ΙΜΚ είναι η πραγμάτωση μιας ιδεολογίας [και αντίστοιχα] μια ιδεολογία υπάρχει πάντα υλοποιημένη σε έναν μηχανισμό και στην πρακτική του ή τις διάφορες μορφές πρακτικής. Η ύπαρξη αυτή είναι υλική».4

Μας προτρέπει να δούμε «τι συμβαίνει με το “άτομο” που ζει “εν ιδεολογία”, δηλαδή μέσα σε μια καθορισμένη παράσταση του κόσμου» (Αλτουσέρ 1983: 103). Η φανταστική παραμόρφωση εξαρτάται από την επίσης φανταστική σχέση του ατόμου με τις συνθήκες ύπαρξής του. Άρα και η φανταστική σχέση είναι προικισμένη με υλική υπόσταση. Η πίστη του ατόμου σε κάποιες «αξίες» απορρέει από κάποιες «ιδέες» του ατόμου – αυτό που ονομάζει ιδεολογική παράσταση της ιδεολογίας – τις οποίες το ίδιο θεωρεί ότι τις διάλεξε ελεύθερα και συνειδητά. Όλη του η πρακτική καθορίζεται από αυτές τις ιδέες, π.χ. αν πιστεύει στο Θεό θα πηγαίνει στην εκκλησία, θα νηστεύει κ.λπ. Αν η ιδεολογική παράσταση της ιδεολογίας είναι διαφορετική από αυτό που ακολουθεί το κάθε άτομο, τότε θα πρέπει να αλλάξει είτε η πρακτική που ακολουθείται είτε η ιδεολογία της ιδεολογίας, ώστε να συμφωνούν μεταξύ τους, αλλιώς «δεν θα είναι σωστό» (Αλτουσέρ 1983: 104). Άρα η ιδεολογία της ιδεολογίας αναγνωρίζει ότι οι ιδέες ενός ανθρώπου θα πρέπει να ενυπάρχουν στις πράξεις του.

Από πού προέρχονται όμως οι «ιδέες»; Ο Αλτουσέρ συνεχίζει λέγοντας ότι δεν υπάρχουν μεμονωμένες πράξεις παρά μόνο πράξεις ενσωματωμένες σε μορφές πρακτικής. «Και θα παρατηρήσουμε ότι αυτές οι μορφές πρακτικής ρυθμίζονται από κάποιο τυπικό, χάρη στο οποίο κάθε πρακτική μεταγράφεται στην υλική ύπαρξη ενός ιδεολογικού μηχανισμού – έστω σε ένα πολύ μικρό μέρος του» (Αλτουσέρ 1983: 105). Με την εισαγωγή της έννοιας τυπικό ολοκληρώνει την έννοια του ιδεολογικού μηχανισμού. Ως τυπικό εννοεί μια σταθερά οργανωμένη συνάρθρωση πρακτικών. Δεν είναι απλά ένας μηχανισμός που «διδάσκει» τις ιδεολογίες αλλά πολύ περισσότερο ο κάθε ΙΜΚ είναι μια συγκεκριμένη ιδεολογία. Δεν υπάρχει ξεχωριστά από την ιδεολογία (του), είναι η υλική μορφή της ιδεολογίας του αλλά και αντίστροφα η ιδεολογία (του) δεν υπάρχει από μόνη της. Ο αντίστοιχος ΙΜΚ την ενσωματώνει αλλά η ιδεολογία υπάρχει μόνο υπό την προϋπόθεση να αποκτήσει υλική υπόσταση, δηλαδή τη μορφή ενός ΙΜΚ, έστω και ενός πολύ μικρού μέρους του. Αφού ο κάθε ΙΜΚ δεν υπάρχει για να διδάσκει μια ιδεολογία αλλά ο ίδιος είναι μια ιδεολογία, δεν υπάρχει κάποιο υποκείμενο που επιλέγει να διαδώσει μια ιδεολογία, ακόμη και αν αυτό το υποκείμενο είναι μια τάξη. Η ιδεολογία υπάρχει και διαδίδεται από μόνη της αποκτώντας δική της δυναμική (χρονικής) εξέλιξης.

Οι «ιδέες» επομένως δεν έρχονται από «μόνες τους». Οι «ιδέες», η ιδεολογία της ιδεολογίας θα μπορούσαμε να πούμε, προέρχονται από τις πρακτικές στις οποίες εμπλέκεται το κάθε άτομο. Η κάθε πρακτική παράγει την αντίστοιχή της ιδεολογία. Ο Αλτουσέρ κάνει μια ταύτιση: η πρακτική και η ιδεολογία είναι δύο μέρη της ίδιας οντότητας από την στιγμή που η ιδεολογία υπάρχει, δηλαδή από την στιγμή που έχει αποκτήσει μορφή. Για αυτή την ταυτολογία προκρίθηκε ο όρος πρακτική αφού είναι και η κυρίαρχη όψη του διπόλου. Η έννοια ιδεολογική πρακτική (όπως και η έννοια πρακτική ιδεολογία) είναι ταυτολογική στο έργο του Αλτουσέρ, και έχει νόημα μόνο όταν αναφέρεται στην ιδεολογική σύγκρουση, πάντα επί κάποιας ιδεολογίας, κυρίαρχης ή κυριαρχούμενης – όπου ειδικά για αυτή την περίπτωση θα προκρίναμε τον όρο ειδικώς ιδεολογική πρακτική.

Ο Αλτουσέρ γράφει χαρακτηριστικά: «Λέμε λοιπόν, για να πάρουμε ένα μόνο υποκείμενο (το τάδε άτομο), ότι η ύπαρξη των ιδεών της πίστης του είναι υλική, μια και οι ιδέες αυτές είναι υλικές πράξεις, ενσωματωμένες σε υλικές μορφές πρακτικής, ρυθμισμένες από ένα επίσης υλικό τυπικό, προσδιορισμένο από τον υλικό ιδεολογικό μηχανισμό απ’ όπου απορρέουν οι ιδέες του δοσμένου υποκειμένου».5Είναι ένα εξαιρετικά μεστό σημείο του άρθρου, καθώς εδώ φαίνεται ρητά η ταύτιση ιδεολογίας και πρακτικής. Απορρίπτει την καθεστηκυία εικόνα της ιδεολογίας ως συνόλου ιδεών και αποδίδει την ύπαρξή τους όχι σε κάποια αφηρημένη, άγνωστη ως τώρα, ικανότητα των ανθρώπων να παράγουν ιδέες, αλλά στο ότι απορρέουν από έναν υλικό ιδεολογικό μηχανισμό, ρυθμίζονται από ένα υλικό τυπικό που προσδιορίζεται από τον υλικό μηχανισμό. Με μια κίνηση ερμηνεύει μάλιστα και το παρατηρημένο φαινόμενο τα περισσότερα άτομα να έχουν τις ίδιες ιδέες και αντιλήψεις. Οι ιδέες είναι πράξεις και είναι ρυθμισμένες από ένα υλικά προσδιορισμένο τυπικό. Αυτό που μένει να διερευνηθεί είναι το πώς οικοδομούνται οι ΙΜΚ, αλλά από την στιγμή που υπάρχουν, η ιδεολογία διαμορφώνεται με την ένταξη σε αυτούς. Δεν υπάρχει τίποτα υπερβατικό σε αυτό το σχήμα.

Το μόνο πρόβλημα που εμφανίζεται με αυτές τις διατυπώσεις είναι πως εάν παρανοηθούν μπορεί να συμπεράνει κανείς ότι οι ΙΜΚ ρυθμίζουν με απόλυτο τρόπο τις ιδεολογικές αναπαραστάσεις του κάθε ατόμου, ότι όλοι όσοι υπόκεινται στην λειτουργία των ΙΜΚ θα διαμορφώσουν τις ίδιες ακριβώς ιδέες. Είναι σημαντική η χρήση της λέξης ρύθμιση. Η ιδεολογία δεν αποτυπώνεται αλλά ρυθμίζεται, δηλαδή διαμορφώνεται σε αδρές γραμμές. Εάν λάβουμε υπόψη ότι υπάρχει ένα ολόκληρο πλέγμα ΙΜΚ,6μπορούμε να αναγνωρίσουμε ότι είναι δυνατόν να εντοπιστούν μικρές διαφορές λόγου μεταξύ των ΙΜΚ, οι οποίες οδηγούν στην εν δυνάμει αμφισβήτηση του ιδεολογικού λόγου. Ακόμη, το υπαρκτό πλέγμα των ΙΜΚ δεν είναι αναγώγιμο σε μια κυρίαρχη αντίφαση, οπότε οφείλουμε να θεωρήσουμε ως δομική την ύπαρξη πολλών ΙΜΚ7.

3.1.3. Δεν υπάρχει πρακτική παρά δια της ιδεολογίας και υπό την κυριαρχία της

Οφείλουμε να αναμετρηθούμε με το ερώτημα της διάρρηξης της ιδεολογίας, καθώς είναι ακριβώς αυτό το σημείο (και η παρανόηση που το συνοδεύει) που παράγει την κριτική στη θεωρία, ότι δεν περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο η ιδεολογία μεταβάλλεται. Θα δεχτούμε ότι η διάρρηξη του ιδεολογικού συνεχούς δεν έχει να κάνει με μια θεωρητική τομή τύπου «Εύρηκα!», αλλά έχει άμεση σχέση με τις πρακτικές. Αν θέλουμε να παραμείνουμε εντός ενός μάλλον υψηλού επιπέδου αφαίρεσης, μπορούμε να δεχτούμε ότι η διάρρηξη της ιδεολογίας είναι η ενσωμάτωση μιας πρακτικής σε ένα συγκεκριμένο τυπικό το οποίο καταστατικά δεν την περιλαμβάνει. Η ενσωμάτωση της διαφορετικής πρακτικής σε ένα συγκεκριμένο τυπικό είναι η πράξη της διάρρηξης της ιδεολογίας και της ανάδειξης νέων θεωρητικών και πρακτικών οριζόντων, η οποία συνήθως παίρνει τη μορφή της θεωρητικής δημιουργίας. Εντός της προβληματικής του Αλτουσέρ δεν έχει σημασία η διάκριση μεταξύ πράξεων και ιδεολογιών. Το διευκρινίζουμε επειδή η κυρίαρχη ιδεολογία της «έμπνευσης» θεωρεί ότι μια νέα ιδέα έρχεται στο μυαλό ενός ατόμου και αυτό είναι το σπάσιμο του ιδεολογικού συνεχούς. Όχι: η νέα ιδέα, στη γλώσσα μας, είναι μια άλλη πρακτική, και μάλιστα θα φτάσουμε στο οριακό σημείο να θεωρήσουμε ότι είναι μια ήδη υπάρχουσα πρακτική.

Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι απλά αναπαράγονται παλιές ιδέες. Οι νέες σχέσεις μεταξύ των πρακτικών, μεταξύ πρακτικών που δεν θα έπρεπε να ανήκουν στο ίδιο τυπικό, οδηγούν σε νέα γνώση. Θα θεωρήσουμε δηλαδή ότι η νέα γνώση είναι νέα σχέση μεταξύ στοιχείων που έχουν αποκτήσει υπόσταση ως σχέσεις. Δεν υπονομεύουμε την πρακτική· κάθε άλλο, αφού κάθε σχέση που μελετάμε εδώ είναι υλική και καθορίζεται, σε τελευταία ανάλυση, από υλικές πρακτικές. Υπαινισσόμαστε μόνο ότι ειδικά η δημιουργία νέας γνώσης είναι σε τελευταία ανάλυση μια αναδιάταξη εννοιών, και άρα μια σχεσιακή θεωρητική εργασία.8

Η δομική ύπαρξη αντιφάσεων μεταξύ των ΙΜΚ, αντιφάσεων οι οποίες, επίσης δομικά, δεν ανάγονται η μία στην άλλη, είναι η αιτία που οδηγεί στη διάρρηξη της ιδεολογίας. Στη βάση μιας παρατηρούμενης αντίφασης μπορεί να ασκηθεί μια νέα πρακτική, δηλαδή μια νέα ιδεολογία, η οποία θα φέρει το συνολικό τυπικό σε μια νέα κατάσταση. Η νέα κατάσταση μπορεί να οδηγεί σε κάτι καλύτερο (περισσότερη γνώση, καλύτερες συνθήκες διαβίωσης κ.λπ.), αλλά μπορεί και όχι. Σε κάθε περίπτωση η αποτελεσματικότητα της ενσωμάτωσης μιας εκ πρώτης όψεως αταίριαστης πρακτικής σε ένα ξένο προς αυτή τυπικό μπορεί να κριθεί μόνο εκ των υστέρων, μόνο αφού ασκηθεί η νέα πρακτική.

Πρέπει επομένως να αναγνωρίσουμε ότι οι πρακτικές προηγούνται των τυπικών τους, καθώς και ακόμη περισσότερο ότι οι πρακτικές έχουν σχετική αυτονομία καιαυτοτέλεια. Ένα τυπικό, κατά την έννοια της οργάνωσης ενός συνόλου πρακτικών, αποτελεί την υλική έκφραση μιας ιδεολογίας, τη μόνη δυνατή μορφή που μπορεί αυτή να πάρει. Το σύνολο αυτό είναι διαρρήξιμο ακριβώς επειδή κάθε πρακτική διατηρεί μια στοιχειώδη αυτοτέλεια, και επομένως εντός του κοινωνικού περιβάλλοντος μπορεί να αναπτύσσονται πρακτικές οι οποίες δεν συμβαδίζουν πάντα με την κυρίαρχη ιδεολογία. Η ανάπτυξη τέτοιων πρακτικών είναι μεταφορά άλλων πρακτικών σε άλλα τυπικά. Οι αντιφάσεις μεταξύ των ΙΜΚ εντοπίζονται λόγω δύο, κυρίως, αιτιών: αφενός λόγω της αλληλεπίδρασης των ανθρώπων με το φυσικό περιβάλλον, και αφετέρου λόγω της ταξικής αλληλεπίδρασης, δηλαδή της ταξικής εκμετάλλευσης.

Η διαπλοκή των ατόμων με το πραγματικό τους περιβάλλον οδηγεί σε νέους συνδυασμούς πρακτικών, στο ανακάτεμα των πρακτικών. Οι νέες πρακτικές, δηλαδή αυτές που δεν συμβαδίζουν με την κυρίαρχη ιδεολογία και άρα είναι οργανωμένες σε διαφορετικά υλικά τυπικά, υλοποιούνται χωρίς, αρχικά, να φαίνεται ότι έχουν σχέση με το υλικό τυπικό στο οποίο επιχειρείται να ενταχθούν. Η πρώτη ρωγμή στην ιδεολογία εμφανίζεται λόγω της πρωτοκαθεδρίας της κάθε πρακτικής έναντι του τυπικού, λόγω δηλαδή του γεγονότος ότι μια πρακτική μπορεί να έχει μια στοιχειώδη αυτοτέλεια. Το νέο που κομίζει μια πρακτική δεν είναι παρά η φαινομενική ασυμβατότητα της πρακτικής με το τυπικό στο οποίο επιχειρείται να ενταχθεί. Η απόπειρα αυτή δεν είναι πάντα επιτυχής – κατά κανόνα δεν είναι. Θα είναι μια πρακτική η οποία έρχεται σε μερική ρήξη με την κυρίαρχη ιδεολογία, αφού θα έχει εντοπιστεί μέσω υλικής αλληλεπίδρασης με τον κόσμο ένας νέος συνδυασμός πρακτικών.

Εάν εντοπιστεί μια αντίφαση εντός του πλέγματος των ΙΜΚ και αυτή απαντηθεί με κάποιον τρόπο με την εισαγωγή μιας ανένταχτης πρακτικής στο υπόψιν τυπικό, έχουμε ένα ρήγμα στην κυρίαρχη ιδεολογία. Οι αντιφάσεις αυτές είναι ακριβώς οι διάφορες μορφές «αλληλεπίδρασης» με τον υλικό κόσμο, η σύγκρουση ασύμβατων πρακτικών.

Τότε έχουμε τομές, ανάδειξη επιστημών αλλά και ανάδειξη αντικειμενικών ταξικών συμφερόντων. Γι’ αυτό και ήταν απαραίτητη η συνάντηση του εργατικού κινήματος με τους προοδευτικούς διανοούμενους για να διαρρηχθεί το ιδεολογικό συνεχές και να εμφανιστεί μια θεωρία που στηρίζει τους εργατικούς αγώνες. Μπορούμε να πούμε δηλαδή ότι όλη η ιστορία των επιστημολογικών επαναστάσεων αποτελεί επιλογές συνάρθρωσης φαινομενικά ασύνδετων μεταξύ τους πρακτικών. Είναι ένας συνδυασμός ασύμβατων στοιχείων, ο οποίος οδηγεί σε νέες μορφές και άρα σε νέες γνώσεις. Η φαινόμενη μη-συνδεσιμότητα στοιχείων τα οποία τελικά συνδέονται αποτελεσματικά είναι ακριβώς τα όρια της κυρίαρχης ιδεολογίας, και είναι ένα σημείο που δείχνει ανάγλυφα την αντικειμενική (και κατά οποιονδήποτε τρόπο μη υποκειμενική) φύση της ιδεολογίας.

Αποτελεί διακύβευμα αγώνων, τελικά ταξικών, το εάν θα διατηρηθεί, θα επεκταθεί από μια επιστήμη ή μια πολιτική παρέμβαση, ή θα επανασυγκαλυφθεί μια ρωγμή στην κυρίαρχη ιδεολογία. Από εκεί και μετά αναλαμβάνουν οι ΙΜΚ, οι επαγγελματίες διανοούμενοι κ.λπ. Τότε διεξάγεται η καθ’ αυτό ιδεολογική σύγκρουση. Το αποτέλεσμα δεν μπορεί να προδικαστεί, υπάρχει όμως κάτι βέβαιο: εάν αναπτυχθεί έστω και λίγο μια ρωγμή, δεν υπάρχει δρόμος επιστροφής. Πολλά μπορούν να λεχθούν, τελικά να γίνουν ιδεολογία, αλλά δεν μπορεί να εξαφανιστεί από την ιστορία αυτό το γεγονός.

Μπορούμε εδώ να απαντήσουμε το αρχαίο ερώτημα της ελευθερίας επιλογής: Αν δεχτούμε ότι η κάθε επιλογή είναι μια «ιδέα», και ότι και αυτή ρυθμίζεται από έναν ΙΜΚ, έπεται ότι ουσιαστικά δεν υπάρχει καμία ελευθερία επιλογής. Και όντως, αυτό που νοείται ως ελευθερία επιλογής δεν είναι παρά η πλήρως αστάθμητη συνάντηση αντιφάσεων εντός και μεταξύ των ΙΜΚ, συνάντηση η οποία οδηγεί σε επιλογές επικαθορισμένες από τα τυπικά των ιδεολογικών μηχανισμών. Οι «ελεύθερες επιλογές» είναι τόσες όσοι είναι και οι συνδυασμοί μεταξύ των εντοπισμένων αντιφάσεων των ΙΜΚ (οι οποίοι είναι πολλοί…), όχι όμως ρητά αλλά άρρητα, κατά τρόπο που ούτε το κάθε ανθρώπινο υποκείμενο αντιλαμβάνεται.

3.1.4. Δεν υπάρχει ιδεολογία παρά δια του υποκειμένου και για τα υποκείμενα

«Η κατηγορία του υποκειμένου είναι διαπλαστική κάθε ιδεολογίας στο βαθμό που κάθε ιδεολογία έχει ως λειτουργία να “διαπλάθει”, να “μετατρέπει” συγκεκριμένα άτομα σε υποκείμενα». Και προσθέτει κάτι πολύ σημαντικό: «Σε τούτο το παιχνίδι της διπλής διάπλασης υποστασιώνεται η λειτουργία κάθε ιδεολογίας, γιατί η ιδεολογία δεν είναι τίποτα άλλο από τις υλικές μορφές ύπαρξης και λειτουργίας της» (Αλτουσέρ 1983: 107, υπογράμμιση δική μου, Ι.Κ.). Κάθε ιδεολογία έχει μια ειδική λειτουργία, τη δημιουργία υποκειμένων, αλλά την ίδια στιγμή τα υποκείμενα συγκροτούν την κάθε ιδεολογία. Είναι μια διπλή σχέση, η οποία όπως δείχνει απαιτεί από την ιδεολογία αφενός να κατασκευάσει υποκείμενα, αφετέρου η ίδια απαιτεί να τα βρει έτοιμα. Αυτό που επιχειρείται εδώ είναι η δόμηση της έννοιας της συνείδησης με υλικό τρόπο, άρα η θεωρητική αποδόμηση της υπερβατικής έννοιας συνείδηση, αφού πλέον εννοείται ως νοητική λειτουργία η οποία υπακούει πάντα σε κάποιο υλικό τυπικό. Η συνείδηση δεν υπάρχει αόριστα, ως μια νοητική λειτουργία στηριγμένη σε άγνωστες νοητικές διαδικασίες, αλλά συγκεκριμενοποιείται, γίνεται μια υλική οντότητα. Πρέπει όμως να δοθεί έμφαση στην τελευταία φράση, στο ότι οι μορφές ύπαρξης της ιδεολογίας είναι υλικές και τίποτα άλλο, δηλαδή ότι αν η ιδεολογία πραγματικά υπάρχει, τότε υπάρχει υλικά και μόνο υλικά, όχι «θεωρητικά». Με αυτό τον τρόπο δηλώνει ξανά ότι η ιδεολογία δεν είναι γενικά και αόριστα ιδέες, οι οποίες σε μια νοητική μορφή δεν μπορούν να μελετηθούν αλλά, αντίθετα με την κυρίαρχη αντίληψη, η ιδεολογία είναι υλική.

Στη συνέχεια διατυπώνει το αξίωμα ότι «ο άνθρωπος είναι ζώο ιδεολογικό» (Αλτουσέρ 1983: 107). Λέμε αξίωμα και όχι θέση επειδή είναι μια μάλλον αυτo-επιβεβαιώσιμη αλήθεια. Είναι ένα δεδομένο το οποίο δεν μπορεί να αποδειχτεί και αποτελεί την αναγκαία επέκταση της θέσης ότι η ιδεολογία παρουσιάζει την πραγματικότητα πάντοτε μετατοπισμένη. Έχουμε ήδη δεχτεί ότι αυτό είναι το αξίωμα-βάση μιας θεωρίας της ιδεολογίας, το σημείο από το οποίο θα ξεκινήσει η προσπάθεια θεμελίωσής της. Η θεωρία οφείλει να αναγνωρίσει την ιδεολογία ως «το κόστος της ανθρωπινότητας», ως το αναγκαστικά υπαρκτό πεδίο το οποίο καθοδηγεί τις πράξεις του κάθε ατόμου. Η αναγκαστικά μετατοπισμένη αναπαράσταση της πραγματικότητας μπορεί να συναχθεί από τη μορφή του ιδεολογικού πεδίου, όπως θα δούμε στα συμπεράσματα. Η μορφή του όμως, η εγγενής αδιαφάνεια που το χαρακτηρίζει ως πεδίο είναι και αυτή μια δομή η οποία δεν εξηγείται σε υψηλότερη τάξη ανάλυσης. Ως συνέπεια όσων έχει ήδη πει για την ύπαρξη υποκειμένων, ο Αλτουσέρ θεωρεί ότι ο επιστημονικός λόγος είναι λόγος εξ ορισμού χωρίς υποκείμενο. Αυτό είναι ένα σημείο υψηλής σημασίας για την ανάπτυξη μιας υλιστικής φιλοσοφίας των επιστημών.9

Συμπεραίνει ότι η κατηγορία του υποκειμένου προφανώς υπάρχει, και συνεχίζει λέγοντας ότι τελικά όλες οι ιδεολογικές αποφάνσεις είναι προφανείς, αυτονόητες. Οι χαρακτηρισμοί αυτοί αποτελούν σημεία αναγνώρισης του ιδεολογικού λόγου, ακριβώς επειδή πίσω από το «προφανές» κρύβεται συνήθως η εμπειριστική θέαση ενός φαινομένου, και άρα και της δομής που ενυπάρχει σε αυτό. Το γεγονός της εμφάνισης, της ενύπαρξης μιας δομής στα αποτελέσματά της ως ένα πάντοτε-ήδη προφανές φαινόμενο είναι χαρακτηριστικό της κάθε δομής και όχι της ιδεολογίας. Η ιδεολογία είναι το παράγωγο αυτού του φαινομένου. Αυτό που επισημαίνει εδώ είναι ειδικά η αδιαφάνεια της ίδιας της ιδεολογίας όσον αφορά τη δικιά της δομή, όπου η ύπαρξη των υποκειμένων φαίνεται εδώ να είναι και αυτή προφανής.

«Η αναγνώριση ότι είμαστε υποκείμενα και ότι λειτουργούμε με βάση [ένα] τελετουργικό τυπικό μας δίνει τη “συνείδηση” της αέναης (αιώνιας) πρακτικής ιδεολογικής αναγνώρισης, αλλά δεν μας δίνει τη γνώση της». Ως εδώ ο Αλτουσέρ θεωρεί ότι έχει σκιαγραφήσει τον τρόπο λειτουργίας της ιδεολογίας, αλλά δεν θεωρεί ότι έχει μπει ακόμα στην επιστημονική γνώση της (και επαναλαμβάνει ότι επιστημονική γνώση είναι λόγος χωρίς υποκείμενο). Πρέπει να περάσει στον τρόπο με τον οποίο σχηματίζονται τα υποκείμενα για να δούμε για ποιoν λόγο η ιδεολογία είναι και η ίδια αδιαφανής, εκτός από το να παρουσιάζονται εντός αυτής αδιαφανείς οι δομές.



3.2. «Η ιδεολογία εγκαλεί τα συγκεκριμένα άτομα ως συγκεκριμένα υποκείμενα»

Η ιδεολογία δρα ή λειτουργεί με τέτοιο τρόπο που να στρατολογεί τα υποκείμενα, ή να μεταμορφώσει τα άτομα σε υποκείμενα. Αυτό το επιτυγχάνει με την πολύ συγκεκριμένη επιχείρηση που ονομάζεται έγκληση. Για να γίνει πιο σαφής η ανάλυση, μπορούμε να δεχτούμε από τώρα ότι η έγκληση δεν είναι παρά το κάλεσμα που απευθύνει η κοινωνία σε κάθε υποψήφιο μέλος της ώστε αυτό να ενταχθεί στους κόλπους της. Το παράδειγμα της «κλήσης στον δρόμο» φιλοδοξεί να καταστήσει την λειτουργία της έγκλησης πιο κατανοητή.

«Η άρνηση στην πράξη του ιδεολογικού χαρακτήρα της ιδεολογίας από την ίδια την ιδεολογία, αποτελεί μια από τις πρακτικές εμφανίσεις της. Η ιδεολογία δεν λέει ποτέ “είμαι ιδεολογική”» (Αλτουσέρ 1983: 111). Αφού η ιδεολογία δεν λέει ποτέ ότι είναι ιδεολογική, ή σαφέστερα, δεν λέει ποτέ ότι είναι ιδεολογία, δηλαδή μια θεωρητική κατασκευή η οποία δεν αποτυπώνει σωστά την πραγματικότητα, τότε η φανταστική μετατόπιση φαντάζει σωστή, δεν νοείται ως η φανταστική μετατόπιση μιας φανταστικής μετατόπισης. Οπότε μπορούμε να θυμηθούμε αυτά που έγραφε περί ρύθμισης της ιδεολογίας από τους ΙΜΚ και να αναγνωρίσουμε ότι η ιδεολογία εκτός από το να μην λέει ποτέ ότι είναι ιδεολογική επίσης δεν λέει ότι είναι υλική, επίκτητη από το περιβάλλον του κάθε ατόμου, ότι του δόθηκε από ένα υλικό τυπικό το οποίο ορίζει έναν ΙΜΚ. Αμέσως θα εξηγήσει με τη λειτουργία της έγκλησης στο παράδειγμα με τη θρησκευτική ιδεολογία και το γιατίπαραγνωρίζεται η παραγνώριση της κάθε δομής. Θα φανεί ότι η εκμάθηση της κάθε ιδεολογίας, δηλαδή η εισαγωγή του κάθε ατόμου στον Νόμο του Πολιτισμού και η εμπέδωσή του καθόλη τη διάρκεια της ζωής του γίνεται με τρόπο άρρητο και υπόγειο (παρότι είναι απότομος), ούτως ώστε η ιδεολογία να δίνει την εντύπωση πως η ίδια δεν υπάρχει και όλα είναι αποτέλεσμα ελεύθερων επιλογών. Ελεύθερη επιλογή σημαίνει εδώ την ψευδαίσθηση ότι όλα όσα μαθαίνει ένας άνθρωπος είναι αποτέλεσμα δικών του επιλογών, ότι έχει δική του θέληση και με βάση αυτή δέχεται ή απορρίπτει κάθε ιδεολογία. Παρότι δηλαδή μια συγκεκριμένη ιδεολογία θα δηλώσει μέσω του θεωρητικού της μέρους πως οποιαδήποτε υλική πρακτική ακολουθεί ο κάθε οπαδός της είναι αποτέλεσμα δικής του επιλογής, αυτό που δεν λέει είναι πως ο καθένας διδάχθηκε (ρυθμίστηκε) να ακολουθεί ένα συγκεκριμένο υλικό τυπικό, θεωρητικό και πρακτικό. Εάν η κάθε ιδεολογία αποκρύπτει ένα μέρος της πραγματικότητας, τότε η εν γένει ιδεολογία, ως δομή η οποία ενυπάρχει στα αποτελέσματά της, ως το εν γένει αποτέλεσμα της έγκλησης, αποκρύπτει την ιδεολογική φύση των ιδεολογιών.

Ο Αλτουσέρ αναφέρεται σύντομα στην έννοια της αυτοκριτικής, η οποία, όπως γράφει, είναι σημαντικότατη για τον μαρξισμό-λενινισμό. Η αυτοκριτική είναι αναγκαία ως διαδικασία μόνο εάν αναγνωρίσει κανείς ότι βρίσκεται πάντα εντός του πεδίου της ιδεολογίας και επομένως ότι είναι αδύνατον να γνωρίζει από πριν το τι είναι ιδεολογικό και τι όχι. Η αυτοκριτική πρέπει να αναγνωριστεί ως διαδικασία αστάθμητου αποτελέσματος, μια διαδρομή μετασχηματισμού της υπάρχουσας – πολιτικής κατά κανόνα – προβληματικής η οποία μπορεί και να μην οδηγήσει πουθενά. Η αυτοκριτική δεν θα χρειαζόταν εάν υπήρχε κάποιο κριτήριο που να ξεχωρίζει κατά απόλυτο τρόπο το ιδεολογικό από το επιστημονικό. Η πεποίθηση ότι η ιδεολογία μπορεί να ξεπεραστεί είναι και αυτή ιδεολογική, γιατί ακριβώς (ανακαλύπτουμε τώρα ότι) η ιδεολογία δεν λέει ποτέ ότι είναι ιδεολογία, αλλά αντίθετα λέει ότι αυτή είναι η σωστή ως η μόνη δυνατή αντιμετώπιση της πραγματικότητας.

Στη συνέχεια υποστηρίζει ότι η ιδεολογία δεν εγκαλεί το υποκείμενο κάποια συγκεκριμένη χρονική στιγμή αλλά αείποτε. Επομένως οδηγείται στην πρόταση ότι το κάθε άτομο είναι αείποτε υποκείμενο. Το κάθε άτομο εγκαλείται αείποτε άρα θεωρείται αείποτε υποκείμενο. Κάνοντας μια παρέκβαση σε μια προσπάθεια να πάρουμε θέση περί της δημιουργίας υποκειμένων, οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι το άτομο δεν είναι πάντα υποκείμενο, αλλά δομείται ως τέτοιο κατά την διάρκεια της παιδικής, κυρίως, ηλικίας, καθώς θεωρείται υποκείμενο και εγκαλείται ως τέτοιο. Το ζήτημα αυτό βέβαια δεν είναι τόσο σημαντικό γιατί η θεωρία δεν προτίθεται να δώσει βάρος στον τρόπο ένταξης ενός ατόμου στην ιδεολογία, αλλά πολύ περισσότερο στην ίδια την ιδεολογία.

Κατόπιν παραθέτει ένα παράδειγμα για ένα παιδί που πρόκειται να γεννηθεί: προτού έρθει στον κόσμο η οικογένεια έχει ήδη αποφασίσει τι όνομα θα του δώσει (ανδρικό ή γυναικείο), ότι το παιδί θα πρέπει να «γίνει» αγόρι ή κορίτσι. Είναι «περιττό να πούμε ότι αυτή η ιδεολογική οικογενειακή απεικόνιση είναι στη μοναδικότητά της, στερεότατα δομημένη. Σε αυτή την αδυσώπητη και λίγο πολύ “παθολογική” δομή (αν δεχτούμε ότι ο όρος έχει προσδιορίσιμο περιεχόμενο), το παλαιό-μελλοντικό υποκείμενο οφείλει να βρει τη θέση του: να “γίνει” υποκείμενο σεξουαλικό (αγόρι ή κορίτσι), όντας ήδη υποκείμενο» (Αλτουσέρ 1983: 112). Θεωρεί την οικογενειακή δομή παθολογική επειδή είναι αυτή που «φορτώνει» το παιδί με όλων των ειδών τις ψυχικές αντιφάσεις.

Με την ανάδειξη του γεγονότος της επιβολής της ιδεολογίας προτού καν γεννηθεί ένας άνθρωπος αποκαλύπτεται ότι η ιδεολογία είναι δομικό στοιχείο της κοινωνικής ανθρώπινης φύσης, ότι δεν νοείται ανθρώπινη φύση χωρίς ιδεολογία και επομένως η ιδεολογία δεν είναι «απόψεις» αλλά βίωμα. Ακόμη, με την επακόλουθη συνέπεια η οικογένεια να είναι ένας ιδεολογικός μηχανισμός φαίνεται ότι οι ΙΜΚ δεν επεμβαίνουν «από ένα σημείο και μετά» στη ζωή ενός ανθρώπου αλλά αποτελούν την μόνη δυνατή μορφή ύπαρξης της ιδεολογίας, η οποία υπάρχει ως προϋπόθεση της ανθρωπινότητας. Η «είσοδος» στην ιδεολογία επομένως γίνεται ασυνείδητα (με την έννοια της μη συνειδητοποίησης του γεγονότος αυτού). Η κάθε συγκεκριμένη ιδεολογία (συγκεκριμένη θεωρητική και πρακτική ιδεολογία) είναι ένα ήδη-έτοιμο, από πριν, συστηματοποιημένο θεωρητικό και υλικό τυπικό, μια ήδη-προγραμματισμένη σειρά ενεργειών και τρόπου σκέψης. Το τυπικό αυτό είναι προορισμένο για να εγχαραχθεί στο κάθε νέο μέλος μιας κοινωνίας.

3.3. Παράδειγμα: η θρησκευτική ιδεολογία του χριστιανισμού. Το Υποκείμενο

Ο Αλτουσέρ παραθέτει τις βασικές αρχές του χριστιανισμού, σε πρώτο πρόσωπο μάλιστα, καθώς θέλει να αναπαραστήσει τον τρόπο με τον οποίο η χριστιανική ιδεολογία αποκτά ένα συγκεκριμένο πρόσωπο, το οποίο αργότερα θα ονομάσει Υποκείμενο, και μέσω αυτού αποκτά λόγο. Ο λόγος αυτός απευθύνεται σε κάθε άτομο ώστε να το μεταμορφώσει σε υποκείμενο ελεύθερο να υπακούει ή να μην υπακούει στην έγκληση της ιδεολογίας, εν προκειμένω στις βουλές του Κυρίου. Το άτομο αποσπά την αναγνώριση από τον Κύριο ότι κατέχει τη θέση που του όρισε στον κόσμο, μια μόνιμη διαμονή (Αλτουσέρ 1983: 113). Όλα αυτά τα λέει ως εδώ η ίδια η ιδεολογία του χριστιανισμού, δηλαδή το τυπικό του χριστιανισμού.

«Η πληθώρα των θρησκευτικών υποκειμένων υπάρχει μόνο με τον απαράβατο όρο ότι ταυτόχρονα υπάρχει ένα Άλλο Υποκείμενο». Δηλαδή η έγκληση του ατόμου ως υποκείμενο προϋποθέτει την «ύπαρξη» ενός άλλου Υποκειμένου, Μοναδικού και Κεντρικού, που στο όνομά του η (κάθε) ιδεολογία εγκαλεί τα άτομα ως υποκείμενα. Τα υποκείμενα τότε γίνονται «υποκείμενα δια του Υποκειμένου και υποταγμένα στο Υποκείμενο» (Αλτουσέρ 1983: 114). Το Υποκείμενο έχει τα βασικά γνωρίσματα του υποκειμένου, δηλαδή έχει δική του βούληση και είναι ελεύθερο να πράξει, ώστε να μπορεί να πείσει τα υποκείμενα ότι και αυτά έτσι πρέπει να γίνουν, ελεύθερα και αυτόβουλα, αλλά αποτελεί ένα ιδιαίτερο υποκείμενο, κεντρικό, ακριβώς επειδή λειτουργεί ως ο εγγυητής ότι όσα του αποδίδονται είναι αληθινά, ότι όλη η ιδεολογία που έχει οικοδομηθεί γύρω από αυτό είναι η μόνη δυνατή αλήθεια και όλοι θα πρέπει να την υπακούσουν. Το κεντρικό Υποκείμενο απορροφά την ερώτηση γιατί; (γιατί υπάρχει, γιατί με καλεί, γιατί λέει ό,τι λέει κ.λπ.) ως κενή νοήματος, αφού η εξήγηση αυτού του γιατί είναι υπόθεση που αφορά το Υποκείμενο και μόνο.

Το Υποκείμενο αποτελεί δηλαδή τη συμπύκνωση όλης της ιδεολογίας στην οποία αναφέρεται επειδή είναι ο εγγυητής των πάντων αλλά και αποτελεί προσωποποίηση της έγκλησης, δηλαδή αποτελεί μια συγκεκριμένη προσωποποίηση της κοινωνίας, αφού είναι η κοινωνία που εγκαλεί το άτομο να πάρει θέση απέναντί της. Άρα επιτέλους δηλώνει καθαρά τι ακριβώς είναι η έγκληση: είναι ένα κάλεσμα που απευθύνει η κοινωνία μέσω του προσώπου της (του Υποκειμένου) προς το κάθε άτομο ώστε το άτομο να ενταχθεί σε αυτήν. Το Υποκείμενο αποτελεί προσωποποίηση της κοινωνίας γιατί ακριβώς κάποιος πρέπει να απευθυνθεί προς το κάθε άτομο, και οφείλει να έχει τη μορφή αυτού που καλεί το άτομο να γίνει όμοιο προς το ίδιο: το Υποκείμενο έχει κατά κανόνα ανθρώπινημορφή.

3.4. Η ολοκλήρωση της θεωρίας: Έγκληση και ΙΜΚ

«Η δομή κάθε ιδεολογίας (…) είναι διττά άυλη: κάθε ιδεολογία είναι κεντροθετημένη, και το Απόλυτο Υποκείμενο κατέχει τη μοναδική θέση του Κέντρου. Αφ’ ενός (…) μέσω της έγκλησης υποτάσσει τα υποκείμενα στο Υποκείμενο, αφ’ ετέρου τους εγγυάται ότι πρόκειται οπωσδήποτε γι’ αυτά τα ίδια και για Εκείνο» (Αλτουσέρ 1983: 115). Και επισημαίνει ότι η άυλη διπλή δομή της ιδεολογίας εξασφαλίζει ταυτόχρονα:

1. Την έγκληση των «ατόμων» ως υποκειμένων. Το πρώτο βήμα είναι να εγκληθεί το άτομο, οπότε και μορφοποιείται (σταδιακά) ως υποκείμενο, χωρίς όμως ακόμη να έχει αναγνωρίσει τον ίδιο του τον εαυτό. Το υποκείμενο δεν αναγνωρίζει ότι το κάλεσμα της κοινωνίας είναι εξωτερικό ως προς το ίδιο και είναι υλικό. Εφόσον το άτομο καλείται, αντιλαμβάνεται ότι πρέπει να απαντήσει, άρα να αποκτήσει υπόσταση και αυτό. Έχει ήδη παραγνωρισθεί η ύπαρξη και η επενέργεια της κοινωνίας στο άτομο.

2. Την υποταγή τους στο Υποκείμενο. Το δεύτερο βήμα είναι η υποταγή στο κεντρικό Υποκείμενο. Το κάθε υποκείμενο έχει την ψευδαίσθηση ότι διάλεξε ελεύθερα το κεντρικό Υποκείμενο στο οποίο θα δηλώσει πλήρη υποταγή και θα ακολουθήσει οτιδήποτε αυτό του υποδείξει, δηλαδή κάποιο ήδη οργανωμένο υλικό τυπικό.

3. Την αμοιβαία μεταξύ υποκειμένων-Υποκειμένου και μεταξύ υποκειμένων αναγνώριση, και τελικά την αναγνώριση του υποκειμένου από τον εαυτό του. Αν το υποκείμενο είναι υπάκουο προς το Υποκείμενο, άρα η συμπεριφορά του είναι σε πλήρη συμφωνία με το τυπικό που ορίζει το Υποκείμενο, τα άλλα «εν Χριστώ αδέρφια» του, τα υπόλοιπα υποκείμενα θα βεβαιωθούν ότι «είναι ένας από αυτούς» αφού τα κάνει όλα «όπως πρέπει» και θα τον αποδεχτούν ως όμοιο. Τότε το εν λόγω υποκείμενο θα αποκτήσει μια επιπλέον εγγύηση ότι όλα όντως είναι έτσι επειδή θα του ανατεθεί κάποιος ρόλος, μια ειδική ιδιότητα, και θα αναγνωρίσει τον εαυτό του όχι πλέον με βάση μόνο την πρώτη ιδιότητα της αυτοτελούς ύπαρξης αλλά με αυτή την ειδική και συγκεκριμένη ιδιότητα: τώρα πια θα πει «εγώ είμαι αυτό», όπου το «αυτό» σημαίνει την ανάληψη κάποιου ειδικού και συγκεκριμένου κοινωνικά προσδιορισμένου ρόλου ο οποίος του δίνει τώρα πια και έναν ακόμη λόγο για να αποδέχεται το Υποκείμενο. Ο δεσμός Υποκειμένου-υποκειμένου ισχυροποιείται καθώς το υποκείμενο αναλαμβάνει ενεργό ρόλο εντός της κοινωνίας.

4. Την απόλυτη εγγύηση πως όλα είναι έτσι και όλα θα πάνε καλά, με τον όρο ότι το υποκείμενο θα αναγνωρίζει αυτό που είναι και θα συμπεριφέρεται ανάλογα. Η εγγύηση είναι και αυτή δοσμένη με τη μορφή ενός υποκειμένου, του Υποκειμένου, το οποίο από τη στιγμή που αποτελεί την προσωποποίηση της εγγύησης ορίζει ως κενές νοήματος τις ερωτήσεις που αφορούν τη δική του φύση.

Αποτέλεσμα: τα υποκείμενα «παγιδεύονται» σε αυτό το τετραπολικό σύστημα, «συγκατατίθενται» και «βαδίζουν από μόνα τους». Μπορεί να υπάρχουν «απείθαρχα» στοιχεία, που θα προκαλέσουν την επέμβαση του κατασταλτικού μηχανισμού του κράτους, αλλά στην τεράστια πλειοψηφία τους τα άτομα πορεύονται «οικιοθελώς, δηλαδή εν ιδεολογία».

Η ψευδαίσθηση της ελευθερίας επιλογής κάνει την ιδεολογία τόσο ισχυρή και τόσο δυσμετάβλητη. Εφόσον ο κάθε άνθρωπος νομίζει ότι έχει διαλέξει μόνος του τις πεποιθήσεις του είναι πολύ δύσκολο να πειστεί ότι έχει συμβεί το ακριβώς αντίθετο: αν θεωρήσουμε τις «πεποιθήσεις» ως ιδεολογικό μηχανισμό, όπως κάναμε ως τώρα, μπορούμε να ισχυριστούμε, κάπως σχηματικά, ότι οι πεποιθήσεις του τον διάλεξαν.

Η επιχείρηση της έγκλησης είναι η μορφή που παίρνει η απαίτηση του ατόμου για κοινωνικοποίηση. Το κόστος της απαίτησης είναι να θεωρήσει το κάθε άτομο πως η επίδραση του κοινωνικού του περιβάλλοντος επάνω του δεν συνέβη ποτέ, το άτομο έκανε όλες τις επιλογές του ελεύθερα σκεπτόμενο, πως ορίζεται από μόνο του στον κόσμο, πως είναι νοητικά αυτάρκες. Η έγκληση είναι η προσωποποίηση της κοινωνίας υπό τη μορφή του εγκαλούντος Υποκειμένου, η οποία επιτελείται στη βάση της απαίτησης του ατόμου για ένταξη στην κοινωνία με ισότιμο τρόπο, και θα μεταφέρει στα άτομα-υποκείμενα τις κοινωνικές αντιφάσεις που παράγει η κοινωνία. Η ιδεολογία είναι αυτή που λέει ότι δεν υπάρχουν ιδεολογίες – παρά μόνο επιλογές.

Ο Αλτουσέρ δεν εξετάζει τις ιδεολογίες, δηλαδή τα συγκεκριμένα τυπικά και πώς αυτά παίρνουν την όποια μορφή τους, αλλά το φαινόμενο της ιδεολογικής παραγνώρισης, της «οικειοθελούς πορείας» σύμφωνα με την κυρίαρχη ιδεολογία, όχι τη μορφή της κυρίαρχης ιδεολογίας. Το ερώτημα που θέτει είναι πώς συνεχίζει και υφίσταται η ίδια παραγνώριση, πώς διατηρείται με αλλαγές που συμβαίνουν πολύ αργά. Γι’ αυτό και είναι πολύ σημαντικές οι εξής δύο παρατηρήσεις πάνω στο φαινόμενο της ισχύος της ιδεολογίας: η ιδεολογία δίνει την ψευδαίσθηση της ελευθερίας, και άρα δεν υπάρχει λόγος για κάποιο άτομο να αναζητήσει ρωγμές σε μια μη-αντιληπτή οπτική, και αφετέρου ότι όλες οι εγγυητικές ευθύνες βαρύνουν ένα ειδικό κέντρο του κάθε τυπικού, το Υποκείμενο, γύρω από το οποίο ορίζεται η κάθε ιδεολογία οπότε δεν υπάρχει και αιτία για αναζήτηση ρωγμών, από τη στιγμή που όλα όσα είναι ορατά είναι εγγυημένα.

Το «μυστήριο» της ιδεολογίας που παραμένει αφανής έγκειται στον συνδυασμό, στην ταυτόχρονη λειτουργία της κοινωνικής έγκλησης με την υλική ύπαρξη των ιδεολογικών μηχανισμών. Είναι μια διπλή κίνηση: το άτομο καλείται να πάρει θέση ενώ δέχεται επίδραση ενός ΙΜΚ. Ακόμη και αν είναι ένας ο ΙΜΚ, η απαίτηση για κοινωνικοποίηση βρίσκει διέξοδο στην επίδραση του ΙΜΚ, καθώς είναι η δική τουιδεολογία αυτή που θα αξιοποιηθεί ως η θέση του ατόμου για την κοινωνία. Άρα η άμεση, αυθόρμητη, προφανής απάντηση στο κάλεσμα «εσύ ποιος είσαι;» θα είναι ό,τι του έχει πει ο ΙΜΚ πως είναι. Εδώ έχουμε πλέον μια σαφή εικόνα της ιδεολογίας. Η ιδεολογία ως κοινωνικό φαινόμενο είναι η κοινωνική έγκληση του ατόμου πάνω σε ερωτήματα εξωτερικά ως προς αυτό, τα οποία απαντώνται μόνο δια των ΙΜΚ οι οποίοι και αποτελούν τη μόνη δυνατή μορφή ύπαρξης μιας ιδεολογίας, ή αλλιώς, η ιδεολογία είναι η κοινωνική έγκληση του ατόμου πάνω στη μόνη δυνατή μορφή ύπαρξής της, αυτή των υλικών ιδεολογικών μορφών.

Τώρα μπορούμε να απαντήσουμε στο ερώτημα του κατά πόσον το άτομο προϋποτίθεται ότι είναι υποκείμενο ή δομείται στην πορεία ως τέτοιο. Το άτομο εγκαλείται ως ήδη υποκείμενο και όχι για να γίνει υποκείμενο. Γίνεται στην πορεία υποκείμενο. Είναι μια απόπειρα διαμόρφωσης δομικά μη σχεδιασμένη, μη σταδιακή. Η ιδεολογία όντως απαιτεί από κάθε άτομο να είναι ήδη υποκείμενο, αλλά αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο η ιδεολογία συγκροτεί το άτομο σευποκείμενο. Ακόμη, ο τρόπος συγκρότησης του υποκειμένου, δηλαδή η κοινωνική έγκληση στη βάση υλικών και μόνο αναπαραστάσεων είναι η ιδεολογία, είναι ο τρόπος κατασκευής υποκειμένων.

Η απαίτηση από το άτομο να είναι ήδη υποκείμενο χωρίς μεταβατικά περιθώρια είναι η αιτία «λαθών» στη συγκρότηση του υποκειμένου. Αυτό δείχνει την ύπαρξη μιας «κοινωνικής θεωρίας» της ψυχανάλυσης.

Η ύπαρξη ενός ολόκληρου πλέγματος ιδεολογιών και άρα Υποκειμένων δομικά μη αναγώγιμων ενισχύει την ψευδαίσθηση της μη ύπαρξης της ιδεολογίας. Παραθέτουμε ένα απόσπασμα από ένα άρθρο του Αλτουσέρ το οποίο ανήκει σε αυτά που δημοσιεύτηκαν μετά τον θάνατό του:

«Η έγκληση του ατόμου ως υποκειμένου, που το κάνει ιδεολογικό υποκείμενο, δεν πραγματοποιείται υπό το κράτος μιας και μοναδικής ιδεολογίας αλλά υπό το κράτος πολλών ιδεολογιών ταυτόχρονα, με βάση τις οποίες το υποκείμενο βιώνει και ασκεί την πρακτική του. […] Παίζεται έτσι ένα παιχνίδι πολλαπλών εγκλήσεων και δημιουργείται ένας χώρος μέσα στον οποίο το υποκείμενο είναι πιασμένο. Ο ίδιος όμως χώρος συνιστά ταυτόχρονα την “ελευθερία” του ατομικού υποκειμένου καθώς εγκαλείται από περισσότερες ιδεολογίες ταυτόχρονα και που δεν είναι όλες της ίδιας φύσης ούτε του ίδιου επιπέδου, πράγμα που εξηγεί την “ελεύθερη εξέλιξη των τοποθετήσεων του ατόμου-υποκειμένου”. Το άτομο διαθέτει έτσι τη δυνατότητα για ένα “παιχνίδι χειρισμών” διαμέσου πολλών τοποθετήσεων, ανάμεσα στις οποίες μπορεί να “εξελιχθεί”, ακόμη και να διαλέξει, να προσδιοριστεί, παρ’ όλο που αυτός ο προσδιορισμός είναι κι ο ίδιος προσδιορισμένος, ενταγμένος μέσα στο παιχνίδι της πολλαπλότητας των εγκλήσεων» (Αλτουσέρ 1994: 87-88).

Ο Αλτουσέρ συνοψίζει λέγοντας ότι το όλο «μυστήριο» της ιδεολογίας «οφείλεται στο διφορούμενο του όρου υποκείμενο, το οποίο σημαίνει: 1. Μια ελεύθερη υποκειμενικότητα, ένα κέντρο πρωτοβουλιών, αυτουργό και υπεύθυνο για τις πράξεις του, 2. Ένα υποταγμένο και υποδουλωμένο άτομο, που δεν διαθέτει άλλη ελευθερία παρά μόνο την ελευθερία να αποδεχτεί την υποταγή του». Δεν εννοεί ότι μπορεί να «διαλέξει μεταξύ διαφόρων ειδών υποταγής», να διαλέξει αν θα πιστεύει στο Θεό ή στη Δημοκρατία· χρησιμοποιεί μια εσωτερικά αντιφατική διατύπωση για να δείξει ότι το να αποδεχτεί ένα άτομο ελεύθερα ότι είναι υποταγμένο σημαίνει πως είναι υποταγμένο με τέτοιο τρόπο ώστε να μην το αντιλαμβάνεται. Η ελευθερία είναι αποτέλεσμα της μη γνώσης της πραγματικότητας.

Για να πηγαίνουν όλα καλά, για να ισχύουν οι εγγυήσεις που δίνει το κάθε Υποκείμενο, θα πρέπει το κάθε υποκείμενο να ακολουθεί τις εντολές του δικού του Υποκειμένου και να εκτελεί τις αντίστοιχες πρακτικές, οι οποίες αναπαράγουν ένα ταξικό σύστημα, όποιες και αν είναι αυτές (πρακτικές διευθυντών, διευθυνόμενων, εργατών, επιστημόνων, διανοούμενων κ.λπ.).

4. Υστερόγραφο

Το Υστερόγραφο πάνω στο άρθρο Ιδεολογία και ΙΜΚ γράφτηκε έναν χρόνο μετά το κυρίως άρθρο. Ο Αλτουσέρ προσπαθεί να ξαναβάλει στο παιχνίδι τους ΙΜΚ, τους οποίους όπως είδαμε ανέφερε στο πρώτο μέρος του άρθρου αλλά μετά την παρουσίαση της θεωρίας για την ιδεολογία δεν τους ανέλυσε.

Αρχικά αναφέρει πως το πρόβλημα της συνολικής διαδικασίας αναπαραγωγής των σχέσεων παραγωγής παραμένει εκκρεμές. Λέει ότι οι ΙΜΚ συμβάλλουν στην αναπαραγωγή, αναφέροντας πως «η αναπαραγωγή πραγματοποιείται μόνο μέσα από τη διαδικασία παραγωγής και κυκλοφορίας των αγαθών, μέσα στον μηχανισμό εκείνων των διαδικασιών όπου “ολοκληρώνεται” η εκπαίδευση των εργατών, όπου τοποθετούνται στα διάφορα πόστα της παραγωγής κ.λπ.» (Αλτουσέρ 1983: 118). Αυτό σημαίενι ό,τι έχει μεν προηγηθεί η «εκπαίδευση» των μελλοντικών εργαζομένων, αλλά η αναπαραγωγή θα πραγματοποιηθεί στην παραγωγή και όχι στους ΙΜΚ.

Συνεχίζει λέγοντας ότι η αναπαραγωγή δεν είναι μια «τεχνικού τύπου» εργασία: ο τεχνικός καταμερισμός εκφράζει τον κοινωνικό καταμερισμό, επομένως η αναπαραγωγή των σχέσεων παραγωγής είναι μια ταξική υπόθεση. Κλείνει αυτή την ενότητα λέγοντας ότι «το να τοποθετηθεί κανείς από την άποψη της αναπαραγωγής σημαίνει να τοποθετηθεί, σε τελευταία ανάλυση, από την άποψη της ταξικής πάλης» (Αλτουσέρ 1983: 119), αναγνωρίζοντας ότι ο τεχνικός κατάμερισμός δεν είναι παρά κοινωνικός, και πως όσα φαίνονται να είναι τεχνικές επιλογές δεν είναι παρά τεχνικές επιλογές πάνω στη σταθερή αποδοχή της διαίρεσης της κατοχής και της χρήσης των μέσων παραγωγής, ως τεχνική (υλική) αποτύπωση του κοινωνικού καταμερισμού εργασίας.

Ο Αλτουσέρ προσπαθεί κατόπιν να θίξει το θέμα «της ταξικής φύσης τωνιδεολογιών». Υπογραμμίζει την λέξη των, καθώς εννοεί τις συγκεκριμένες ιδεολογίες ως κατ’ αρχάς διαφορετικές οντότητες από την εν γένει ιδεολογία. Ενώ η εν γένει ιδεολογία αφορά τον τρόπο με τον οποίο παραγνωρίζεται μια παραγνώριση, η κυρίαρχη ιδεολογία (και οι κυριαρχούμενες) αφορούν την καθαυτό παραγνώριση του φυσικού και κοινωνικού περιβάλλοντος. Αυτή η διάκριση πρέπει να γίνει για λόγους θεωρητικής πληρότητας. Οι ιδεολογίες είναι οι οργανωμένες σε τυπικά ιδεολογίες ως ιστορικές μορφές εμφάνισης της ιδεολογίας. Οι ιδεολογίες πραγματοποιούνται στους ΙΜΚ, όπου οργανώνονται και συστηματοποιούνται.

«Το κράτος και οι μηχανισμοί του έχουν νόημα μόνο αν θεωρηθούν μηχανισμοί που εξασφαλίζουν την ταξική καταπίεση και εγγυώνται τους όρους της εκμετάλλευσης και της αναπαραγωγής της» (Αλτουσέρ 1983: 119). Η ταξική πάλη όμως μπορεί να εννοηθεί μόνο αν υπάρχουν κυρίαρχες και κυριαρχούμενες τάξεις. Γι’ αυτό η κυρίαρχη ιδεολογία δεν αποτελεί την πραγματοποίηση της εν γένει ιδεολογίας, ούτε καν την ανεμπόδιστη πραγματοποίηση της ιδεολογίας της κυρίαρχης τάξης. Η ιδεολογία των κυρίαρχων τάξεων μπορεί να κυριαρχήσει μόνο με την εγκατάσταση των ΙΜΚ, όπου πραγματοποιείται η ιδεολογία. Η εγκατάσταση όμως των ΙΜΚ είναι πεδίο εντονότατων πολλές φορές συγκρούσεων. Το γεγονός ότι υπάρχει μια κυρίαρχη ιδεολογία απαιτεί την ύπαρξη και μιας κυριαρχούμενης, ενώ η εγκατάσταση των ΙΜΚ της κυρίαρχης τάξης αποτελεί διαδικασία ηγεμονίας της ειδικής ιδεολογίας της κυρίαρχης τάξης.

Συγκεκριμενοποιώντας τη θέση αυτή, ο Αλτουσέρ επισημαίνει ότι «η ταξική πάλη μέσα στους ΙΜΚ δεν αποτελεί παρά μια άποψη της πάλης των τάξεων που υπερβαίνει τους ΙΜΚ» (Αλτουσέρ 1983: 120). Οι ιδεολογίες που «συγκρούονται» προέρχονται από αλλού, από συγκεκριμένες τάξεις.

«Μόνο από την άποψη της ταξικής πάλης μπορεί κανείς να πάρει μια ιδέα για τις ιδεολογίες που υφίστανται μέσα σε έναν κοινωνικό σχηματισμό» (Αλτουσέρ 1983: 120). Οι ΙΜΚ είναι η αναγκαστική μορφή που μπορεί να πάρει η κυρίαρχη ιδεολογία, και με αυτή τη μορφή πρέπει να αναμετρηθεί η ιδεολογία των υποτελών τάξεων. Αναγκαστική μορφή σημαίνει ότι το σχολείο στον καπιταλισμό, π.χ., θα μπορούσε να είχε εξελιχθεί αλλιώς αλλά η βασική του μορφή θα ήταν η ίδια. Όχι τόσο γι’ αυτά που διδάσκει όσο επειδή ο δομικός διαχωρισμός από την παραγωγή αποτελεί ιδεολογική προϋπόθεση για την ηγεμονία της αστικής τάξης. Αναγκαστική μορφή σημαίνει ότι ο ιδεολογικός μηχανισμός για να υλοποιηθεί στηρίζεται σε άρρητες ιδεολογικές παραδοχές οι οποίες αν και δεν διαδίδονται ρητά αποτελούν βασικό μέρος του μηχανισμού (ίσως το βασικότερο) και επειδή ακριβώς είναι άρρητες διαδίδονται χωρίς να συναντούν αντιστάσεις. Οι ιδεολογίες αποτελούν αστάθμητο αποτέλεσμα του ανταγωνισμού των κοινωνικών τάξεων, της αλληλεπίδρασης με τη φύση κ.λπ. Γεννιούνται εκτός των ΙΜΚ και συγκρούονται επί και εντός αυτών, ως οι ΙΜΚ.

Η γεφύρωση επομένως της έννοιας των ΙΜΚ με τη θεωρία της ιδεολογίας γίνεται με το πέρασμα από την εν γένει ιδεολογία στις συγκεκριμένες ιδεολογίες, στην κυρίαρχη και στην κυριαρχούμενη (ή κυριαρχούμενες). Το πέρασμα από την ιδεολογία στην κυρίαρχη ιδεολογία είναι ιδιότητα της εν γένει ιδεολογίας: αν αναγνωρίσουμε την ιδεολογία ως οπτικό πεδίο, η υλική μορφή που θα πάρει είναι η κυρίαρχη ιδεολογία. Δεν γίνεται να μην πάρει υλική υπόσταση λόγω της αναγκαιότητας της ιδεολογίας να πραγματοποιηθεί. Η παρομοίωση της ιδεολογίας με τσιμέντο πρέπει να παρομοιάσει την κυρίαρχη ιδεολογία με το τσιμέντο ενός κοινωνικού σχηματισμού για να είναι πιο ακριβής, αφού η κυρίαρχη ιδεολογία αναδεικνύεται και ως η απαίτηση για κοινωνική συνοχή. Γιατί, τέλος, μην ξεχνάμε, ότι η κυρίαρχη ιδεολογία δεν είναι μόνο η μορφή ιδεολογίας που αντικειμενικά συμφέρει την κυρίαρχη τάξη, αλλά και η μορφή ιδεολογίας που ηγεμονεύει στα αριθμητικώς περισσότερα άτομα, μορφή ιδεολογίας που κυριαρχεί.

Πρέπει να αναφέρουμε και μια σημαντική διαφορά των αντίπαλων ιδεολογιών σχετικά με άλλα αντιφατικά σημεία του κοινωνικού όλου. Οι ιδεολογίες δεν συνιστούν αντίφαση με την έννοια που συγκροτούν οι τάξεις, γιατί ενώ η κάθε τάξη ορίζεται μόνο σε σχέση με την αντίπαλή της, συγκροτώντας μια αντιφατική καταστατική σχέση, οι ιδεολογίες δεν ακολουθούν την ίδια πορεία και αυτό επειδή είναι παράγωγα των τάξεων. Οι συγκεκριμένες ιδεολογίες παράγονται προτού συγκρουστούν. Η κάθε τάξη αναπτύσσει τη «δική της» ιδεολογία καθόσον αναπτύσσει τις δικές της πρακτικές, δηλαδή μια συγκεκριμένη ιδεολογία η οποία εξυπηρετεί τα δικά της υλικά συμφέροντα ως τη μορφή της δικής της κοσμοθεωρίας η οποία είναι μια αυθόρμητη προσίδια φιλοσοφία. Η επικράτηση μιας ιδεολογίας είναι και πάλι ζήτημα ηγεμονίας, κατά κανόνα ιστορικής εξέλιξης, φυσικής σύγκρουσης και μορφής αποκρυστάλλωσης στους αντίστοιχους ΙΜΚ.

Ο Γκράμσι γράφει ότι μια ιδεολογία η οποία γίνεται εθνική θα είναι και η μόνη ολοκληρωμένη, σε αντίθεση με τις υποτελείς οι οποίες είναι ακόμη ανολοκλήρωτες. Τότε ανακηρύσσεται κυρίαρχη, αφού είναι η ιδεολογία η οποία στηρίζει τα συμφέροντα της κυρίαρχης τάξης. Οι υποτελείς ιδεολογίες πρέπει πρώτα να κατακτήσουν έναν βαθμό ολοκλήρωσης ώστε να μπορέσουν να καταστούν, κατόπιν, κυρίαρχες.10

5. Σημείωση σχετικά με τους ΙΜΚ

Το τελευταίο άρθρο του Αλτουσέρ ειδικά για την ιδεολογία γράφτηκε το 1976, έξι χρόνια μετά τη συμπλήρωση του Υστερόγραφου πάνω στο κυρίως άρθρο. Η «Σημείωση» ήρθε για να απαντήσει στην κριτική ότι η προσέγγισή του είναι λειτουργιστική. Το κομμάτι που παραθέτουμε διακρίνεται από μια αρκετά όμοια προβληματική σε σχέση με το Υστερόγραφο του 1970 προσθέτοντας επιπλέον στοιχεία.

Ξεκινά λέγοντας ότι το κείμενο Ιδεολογία και ΙΜΚ έχει κατηγορηθεί για λειτουργισμό επειδή «προσδιορίζει τα συγκεκριμένα όργανα μόνο με βάση την άμεση λειτουργία τους και μ’ αυτό τον τρόπο περιορίζει την κοινωνία σε ιδεολογικούς θεσμούς, οι οποίοι αναλαμβάνουν λειτουργίες εμπέδωσης της υποταγής: τελικά πρόκειται για μια αντιδιαλεκτική ερμηνεία που η βαθύτερη λογική της απέκλειε κάθε δυνατότητα ταξικής πάλης».11

Κατά τον Αλτουσέρ, «το ιδιαίτερο στη θεωρία για την ιδεολογία [είναι] ότι η πάλη των τάξεων έχει την πρωτοκαθεδρία ως προς τις λειτουργίες και τον τρόπο λειτουργίας του κρατικού μηχανισμού, όπως επίσης και των ΙΜΚ. (…) Είναι δηλαδή προφανές ότι δεν μπορούμε να θεωρήσουμε το σύστημα της ιδεολογικής “διεύθυνσης” της κοινωνίας από την άρχουσα τάξη (…) ως ένα απλό δεδομένο, ως ένα σύστημα επακριβώς προσδιορισμένων οργάνων. Διότι η κυρίαρχη ιδεολογία δεν είναι ποτέ ένα τελειωμένο γεγονός της ταξικής πάλης, που θα μπορούσε να ξεπηδήσει από αυτή την ίδια την ταξική πάλη» (Αλτουσέρ 1987). Φαίνεται ήδη ότι εδώ θα ρίξει το βάρος στην περισσότερο πολιτική, και επομένως ιστορική πλευρά της θεωρίας της ιδεολογίας, ειδικά στους ΙΜΚ και στην ταξική πάλη που αναπτύσσεται γύρω και επί αυτών, και όχι σε αφηρημένες έννοιες όπως υποκείμενα, έγκληση κλπ. Παραθέτουμε ένα ενδεικτικό σημείο (υπογραμμίσεις δικές μου, Ι.Κ.):

«Η αναπαραγωγή της κυρίαρχης ιδεολογίας δεν είναι απλά μια διευρυμένη, αυτόματη, μηχανική αναπαραγωγή δεδομένων θεσμών, που θα ήταν προσδιορισμένοι μια για πάντα μέσα από τη λειτουργία τους: είναι πολύ περισσότερο ο αγώνας για την ενοποίηση και ανανέωση παλιότερων αταίριαστων και αντιφατικών ιδεολογικών στοιχείων στο εσωτερικό μιας ενότητας, που κατακτάται εντός και μέσω της ταξικής πάλης ενάντια στις παλιές μορφές και τις νέες τάσεις. Ο αγώνας για την αναπαραγωγή της κυρίαρχης ιδεολογίας είναι ένας διαρκής ανολοκλήρωτος αγώνας, που πρέπει διαρκώς να αναλαμβάνεται εκ νέου και ο οποίος είναι πάντα υποταγμένος στην πάλη των τάξεων.

Ότι αυτός ο αγώνας για την ενοποίηση της κυρίαρχης ιδεολογίας είναι διαρκώς “ανολοκλήρωτος” και πάντοτε “πρέπει να αναλαμβάνεται εκ νέου”, έχει σχέση με περισσότερες αιτίες. [Κυρίως όμως] με την υλικότητα και την ανομοιότητα των πρακτικών, των οποίων η “αυθόρμητη” ιδεολογία πρέπει να ενοποιηθεί. Αυτό το γιγαντιαίο και αντιφατικό καθήκον δεν τελειώνει ποτέ ολοκληρωτικά (…). Όπως δεν τελειώνει ποτέ η ταξική πάλη, έτσι και δεν τελειώνει ποτέ ο αγώνας της κυρίαρχης τάξης για την ενοποίηση των υπαρχόντων ιδεολογικών στοιχείων και μορφών. Κάτι που σημαίνει, ότι η κυρίαρχη ιδεολογία – παρότι αυτή είναι η λειτουργία της – δεν μπορεί ποτέ να λύσει ολοκληρωτικά τις δικές της αντιφάσεις, που είναι μία αντανάκλαση της ταξικής πάλης».

Επομένως μπορούμε να συνάγουμε από τη θέση της πρωτοκαθεδρίας της πάλης των τάξεων επί της κυρίαρχης ιδεολογίας και των ΙΜΚ μια άλλη θέση, που αποτελεί άμεση συνέπεια της: οι ΙΜΚ είναι αναγκαστικά ο τόπος μιας ταξικής πάλης, η οποία συνεχίζει στους μηχανισμούς της κυρίαρχης ιδεολογίας τη γενική ταξική πάλη, που κυριαρχεί στον κοινωνικό σχηματισμό. Οι αντιφάσεις της κυρίαρχης ιδεολογίας είναι οι δομικές και μη αναγώγιμες αντιφάσεις εντός και μεταξύ των διαφόρων ΙΜΚ. «Εάν η λειτουργία των ΙΜΚ συνίσταται στο να εγχαράσσει την κυρίαρχη ιδεολογία, τότε αυτό συμβαίνει, γιατί υπάρχει αντίσταση, και εάν υπάρχει αντίσταση αυτό συμβαίνει γιατί υπάρχει πάλη και αυτή η πάλη είναι τελικά ο απ’ ευθείας ή έμμεσος, ο άμεσος ή (συχνότερα) πολύ μακρινός απόηχος της ταξικής πάλης» (Αλτουσέρ 1987).

Άρα δίνεται αγώνας εντός των ΙΜΚ επειδή υπάρχουν αντιστάσεις στην εγχάραξη της κυρίαρχης ιδεολογίας και επειδή η κυρίαρχη ιδεολογία πρέπει συνεχώς να ενσωματώνει νέα στοιχεία. Ένα λεπτό σημείο είναι ότι η ιδεολογική σύγκρουση, η οποία έχει τις ρίζες της στην αναπαραγωγική σημασία της ιδεολογίας, δεν εξελίσσεται σε αντιστοιχία με τον προσίδιο μηχανισμό της (τα ζητήματα της εκπαίδευσης δεν αποτελούν επίδικο σύγκρουσης μόνο μέσα στον σχολικό ΙΜΚ) αλλά παντού. Ενώ λοιπόν η ιδεολογική σύγκρουση έχει ως στόχο την ενσωμάτωση αντίπαλων «ιδεολογικών εδαφών», ούτε η μόνη μορφή είναι, ούτε γίνεται αυστηρά εντός των ΙΜΚ. Αυτό που θέλει να καταστήσει σαφές εδώ ο Αλτουσέρ είναι, κατά τη γνώμη μας, ότι δεν αγνοεί ούτε υποτιμά την ταξική πάλη εντός των ΙΜΚ.

6. Καταληκτική αναφορά στον σχολικό ΙΜΚ

Αυτό που κυρίως διδάσκεται σε όλους τους ιδεολογικούς μηχανισμούς είναι δομές οι οποίες εν γένει στηρίζονται σε κάποιο κεντρικό Υποκείμενο. Ο κάθε ΙΜΚ εκτός από το συγκεκριμένο τυπικό το οποίο υλοποιεί και εγχαράσσει, διδάσκει τη μορφή του τυπικού, κοινή για όλες τις συγκεκριμένες ιδεολογίες: ένα κεντροθετημένο με ένα Υποκείμενο τυπικό, το οποίο δεν υπόκειται εξ ορισμού σε ερωτήσεις τύπου «γιατί;», όπως και σε ερωτήσεις που αφορούν τη φύση του ίδιου. Με αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνεται π.χ. η πειθάρχηση του εργατικού δυναμικού στην παραγωγή ήδη από τη φάση της εκπαίδευσης, γιατί εκτός από τη διδαχή των συγκεκριμένων κοινωνικών και τεχνικών συμπεριφορών και πρακτικών, διδάσκεται, εκ της μορφής που παίρνει ο ΙΜΚ,12με καθηγητές που τα ξέρουν όλα, φοιτητές που ακούν προσεκτικά κ.λπ., πολύ περισσότερο το γεγονός ότι παντού και πάντα υπάρχει ένας μηχανισμός που έχει ένα κεντρικό Υποκείμενο-εγγυητή των όσων υπαγορεύει το κάθε τυπικό. Οι εκπαιδευμένοι αναζητούν τη δομή υπακοής σε οποιονδήποτε νέο μηχανισμό εισάγονται, αφού αυτό απαιτείται στην οικογένεια, στον πολιτιστικό ΙΜΚ, στο σχολείο, στο στρατό.

Θα είχε πολιτική σημασία μια μελέτη για τον ακριβή προσδιορισμό του κεντρικού Υποκειμένου του εκπαιδευτικού ΙΜΚ, και αυτό επειδή η ιδεολογική ταξική πάλη που διεξάγεται στον εκπαιδευτικό ΙΜΚ θα μπορούσε να είναι πιο εστιασμένη γνωρίζοντας τον πραγματικό αντίπαλο. Θα θεωρήσουμε ότι τα Υποκείμενα έχουν τις περισσότερες φορές τη μορφή προσώπων: αυτή είναι η προϋπόθεση ώστε να εγκαλέσει το Υποκείμενο ένα νέο υποκείμενο στην «Ανθρώπινη» Τάξη, αφού πρέπει να έχει και το κεντρικό Υποκείμενο την υλική μορφή της Τάξης. Επομένως θα δεχτούμε ότι το Υποκείμενο του εκπαιδευτικού ΙΜΚ μπορεί να είναι οι καθηγητές, οι φοιτητές, αλλά ακόμη και Υποκείμενα εκτός του ΙΜΚ της εκπαίδευσης, τα οποία λειτουργούν οργανικά στα πλαίσιά του, όπως π.χ. το οικογενειακό περιβάλλον που, εκτός του ειδικού του ρόλου, αναπαράγει και όψεις της ιδεολογίας του εκπαιδευτικού ΙΜΚ, ή τα φροντιστήρια.

Οι αξίες της τεχνοκρατίας, του παραγωγισμού, της αυταξίας της γνώσης, είναι η ιδεολογία του ΙΜΚ της εκπαίδευσης, την οποία εγχαράσσουν τα Υποκείμενα στα υποκείμενα. Ένα υποκείμενο (π.χ. ένας φοιτητής), ενώ το ίδιο για τον εν γένει μηχανισμό είναι ένα απλό υποκείμενο, για έναν άλλο συμφοιτητή του είναι ένα εγκαλούν Υποκείμενο, παρότι το ίδιο δεν είναι πλήρως μορφοποιημένο (και είναι ένα ανοιχτό ερώτημα αν όντως τα υποκείμενα φτάνουν σε σημείο ολοκλήρωσης). Εάν αυτό είναι αληθές, υποστηρίζεται η θέση μας ότι η ιδεολογία εγκαλεί τα άτομα ως ήδη και όχι για να γίνουν υποκείμενα.

Το «σπάσιμο» του ιδεολογικού συνεχούς μπορεί να επιτευχθεί δύσκολα, με ένα τράνταγμα (ελληνιστί σοκ) που μπορεί να προκληθεί στα κοινωνικά υποκείμενα, αυτό που ο Αλτουσέρ ονομάζει «επιστημολογική τομή». Ας κρατήσουμε ότι η σημαντικότερη πολιτική επιτυχία των κειμένων του Αλτουσέρ για την ιδεολογία είναι η αναγνώριση της υλικότητας της ιδεολογίας και δη της κυρίαρχης, ως βιωματικής, και επομένως η αναγνώριση του ειδικού τρόπου μεταβολής της μορφής της.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Αλτουσέρ, Λ. (1978), Για τον Μαρξ, Αθήνα: Γράμματα (ελληνική μετάφραση του Pour Marx).

Αλτουσέρ, Λ. (1983), Θέσεις, Αθήνα: Θεμέλιο (ελληνική μετάφραση του Positions).

Αλτουσέρ, Λ. (1987), «Σημείωση σχετικά με τους Ιδεολογικούς Μηχανισμούς του Κράτους (ΙΜΚ)», Θέσεις, τ. 21 (ελληνική μετάφραση του «Note sur les AIE» το οποίο δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στα γερμανικά, στη δεύτερη γερμανική έκδοση του βιβλίου του Αλτουσέρ Θέσεις).

Althusser, L. (1990), “Theory, theoretical practice and theoretical formation: ideology and ideological struggle”, σε Philosophy and the spontaneous philosophy of the scientists and other essays, London: Verso.

Αλτουσέρ, Λ. (1994), Φιλοσοφικά, Αθήνα: Πολίτης.

Γκρούππι, Λ. (1972), Η έννοια της ηγεμονίας στον Γκράμσι, Αθήνα: Θεμέλιο.

Δημούλης, Δ. (1998), «Ο Γκράμσι του Αλτουσέρ: προσεγγίσεις και αποστάσεις», Θέσεις, τ. 64.

Μηλιός, Γ. (1993), Εκπαίδευση και Εξουσία, Αθήνα: Κριτική.

Μπυσί-Γκλυκσμάν, Κ. (1984), Ο Γκράμσι και το κράτος, Αθήνα: Θεμέλιο.

Σωτήρης, Π. (2004), Κομμουνισμός και Φιλοσοφία, Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.




1Το παρόν άρθρο αποτελεί τμήμα διπλωματικής εργασίας. Θα ήθελα να ευχαριστήσω τον Αριστείδη Μπαλτά για την συνεισφορά του στην ολοκλήρωσή της.


2Βλ. ενδεικτικά Μπυσί-Γκλυκσμάν 1984: 92.


3Για τη σημασία του Γκράμσι ως θεωρητικού του κράτους στο έργο του Αλτουσέρ αλλά και για τις αλτουσεριανές κριτικές στον Γκράμσι, βλ. Δημούλη, 1997.


4Αλτουσέρ 1983: 103. Η πραγμάτωση της ιδεολογίας σε έναν ΙΜΚ θα αποτελέσει τον πυρήνα των συμπερασμάτων μας για την κυρίαρχη ιδεολογία.


5Αλτουσέρ 1983: 105. Όλο αυτό το απόσπασμα είναι υπογραμμισμένο στο πρωτότυπο, εδώ οι υπογραμμίσεις είναι δικές μου.


6Αυτή η θέση φαίνεται ρητά στο ύστερο έργο του Αλτουσέρ, βλ. ενδεικτικά Αλτουσέρ 1994.


7Βλ. ειδικά το άρθρο «Αντίφαση και Επικαθορισμός» (Αλτουσέρ 1978) για μια επεξήγηση της μη αναγωγιμότητας των αντιφάσεων σε μία κυρίαρχη.


8Πρβλ. τις ομοιότητες με τις θέσεις περί υλισμού του αστάθμητου: τα στοιχεία του κόσμου προϋπάρχουν και η μεταξύ τους συνάντηση οδηγεί στη μορφή που παίρνει ο κόσμος.


9Για μια πιο διεξοδική διερεύνηση βλ. Σωτήρης 2001, ιδίως σ. 498-499.


10Για μια ενδιαφέρουσα ανάλυση βλ. Γκρούππι 1972: 87, 108.


11Το κείμενο στο οποίο είχα πρόσβαση (Αλτουσέρ 1987) δεν έχει αρίθμηση σελίδων. Όλα τα αποσπάσματα αυτής της ενότητας πάρθηκαν από αυτό. Το κείμενο μπορεί να βρεθεί στην ηλ. διεύθυνση www.theseis.com.


12Για μια λεπτομερή παρουσίαση του ΙΜΚ της εκπαίδευσης βλ. Μηλιός 1993.




Καταλονία: Η σύγκρουση κλιμακώνεται

$
0
0
Ρέουσες ειδήσεις Ρεπορτάζ: Σπύρος Μπενετάτος rproject.gr.

Το τε­λε­σί­γρα­φο του Ραχόι προς την κα­τα­λα­νι­κή κυ­βέρ­νη­ση έληξε χθες το πρωί και η ισπα­νι­κή κυ­βέρ­νη­ση δή­λω­σε ότι θα ενερ­γο­ποι­ή­σει το άρθρο 155 του ισπα­νι­κού Συ­ντάγ­μα­τος, που της δίνει τη δυ­να­τό­τη­τα να ανα­λά­βει η ίδια την δια­κυ­βέρ­νη­ση της Κα­τα­λο­νί­ας. Πότε, όμως, με ποιόν τρόπο και σε τι βαθμό θα ενερ­γο­ποι­η­θεί το 155; Αυτό φαί­νε­ται ότι θα απο­φα­σι­σθεί το Σάβ­βα­το το πρωί, σε δια­βού­λευ­ση της κυ­βέρ­νη­σης με κόμ­μα­τα και άλ­λους φο­ρείς. Είναι πι­θα­νό ότι θα 
ενερ­γο­ποι­η­θεί λίγο μετά τις 27 Οκτώ­βρη ή τις 30 Οκτώ­βρη, που θα συ­νε­δριά­σει η αρ­μό­δια σύ­γκλη­τος. Στις μέρες που έρ­χο­νται ανα­μέ­νε­ται κλι­μά­κω­ση της έντα­σης.

Στη βάση της συμ­φω­νί­ας με­τα­ξύ Ραχόι και PSOE, η ενερ­γο­ποί­η­ση του 155 θα πε­ρι­λαμ­βά­νει τον έλεγ­χο της κα­τα­λα­νι­κής προ­ε­δρί­ας, της δη­μό­σιας τη­λε­ό­ρα­σης και της αστυ­νο­μί­ας, αλλά και την υπο­χρέ­ω­ση να πάνε οι Κα­τα­λα­νοί σε εκλο­γές τον Γε­νά­ρη του 2018. Άλλες, όμως, πιο "ακραιες"φωνές της κυ­βέρ­νη­σης μι­λά­νε και για ενερ­γο­ποί­η­ση πιο σκλη­ρών μέ­τρων.

Εντω­με­τα­ξύ μέχρι στιγ­μής υπάρ­χει συμ­φω­νία με­τα­ξύ CUP και Πουι­τζ­ντε­μόντ ότι μόλις ενερ­γο­ποι­η­θεί το 155 ανα­κη­ρύσ­σε­ται επί­ση­μα η ανε­ξαρ­τη­σία της Κα­τα­λο­νί­ας. Αυτό το τε­λευ­ταίο δη­λώ­νε­ται και στη χθε­σι­νή επι­στο­λή του Που­τζ­ντε­μόντ προς τον Ραχόι, στην οποία πε­ρι­λαμ­βά­νε­ται η φράση κλει­δί: "Αν εφαρ­μο­στεί το 155 θα ανα­κοι­νώ­σω την ανε­ξαρ­τη­σία που ΔΕΝ κή­ρυ­ξα στις 10 Οκτώ­βρη". (Θε­ω­ρη­τι­κά ο Που­τζ­ντε­μόντ απά­ντη­σε πως δεν έχει ακόμα πε­ρά­σει σε κα­θε­στώς ανε­ξαρ­τη­σί­ας η Κα­τα­λο­νία άρα δεν θα έπρε­πε να υπάρ­χει ενερ­γο­ποί­η­ση του 155.)

Είναι εν­δει­κτι­κό της έντα­σης ότι ο γε­νι­κός συ­ντο­νι­στής του PP πρό­τει­νε δη­μό­σια να απο­κλει­στεί ο Πά­μπλο Ιγλέ­σιας από τον διά­λο­γο των πο­λι­τι­κών αρ­χη­γών, λόγω της μη κα­θα­ρής στά­σης του όλο αυτό το διά­στη­μα. Το πιο ση­μα­ντι­κό όμως είναι ότι το PP δή­λω­σε σή­με­ρα το πρωί ότι μέχρι την συ­νε­δρί­α­ση της συ­γκλή­του στις 27 (το πιο πι­θα­νό) ή 30 Οκτώ­βρη έχει όλο το ελεύ­θε­ρο ο Ποι­τζ­ντε­μοντ να αλ­λά­ξει γνώμη, να ανα­τρέ­ψει τη δια­δι­κα­σία ανε­ξαρ­τη­το­ποί­η­σης και να πάει σε εκλο­γές.

Πα­ράλ­λη­λα, στην Κα­τα­λο­νία η έντα­ση κλι­μα­κώ­νε­ται:

- Χθες το βράδυ η OMNIUM CULTURAL και η ANC (Εθνι­κή Συ­νέ­λευ­ση Κα­τα­λο­νί­ας), οι ορ­γα­νώ­σεις από τις οποί­ες προ­έρ­χο­νται ο Jordi Sánchez και ο Jordi Cuixart, τα δύο ηγε­τι­κά στε­λέ­χη του κι­νή­μα­τος ανε­ξαρ­τη­σί­ας που φυ­λα­κί­στη­καν την πε­ρα­σμέ­νη Δευ­τέ­ρα , ζή­τη­σαν από τους Κα­τα­λα­νούς να κά­νουν ανα­λή­ψεις χρη­μά­των από τις τρά­πε­ζες Σα­μπα­τέλ και Κάιξα (οι οποί­ες, ενό­ψει του εν­δε­χό­με­νου της ανα­κή­ρυ­ξης ανε­ξαρ­τη­σί­ας έχουν ανα­κοι­νώ­σει τη με­τα­φο­ρά της έδρας τους από τη Βαρ­κε­λώ­νη στη Βα­λέν­σια). Στην από­φα­ση αυτή άσκη­σε κρι­τι­κή η δή­μαρ­χος της Βαρ­κε­λώ­νης και Άντα Κο­λά­ου, σε συ­νέ­ντευ­ξή της σή­με­ρα το πρωί. Για την ανά­λη­ψη λε­φτών κάνει κρι­τι­κή και το PDeCAT (το κόμμα του Πουι­τζ­νε­μοντ). Πα­ράλ­λη­λα όμως η ίδια η Κο­λά­ου είπε ότι εάν πα­ρα­μεί­νουν φυ­λα­κι­σμέ­νοι οι δύο αγω­νι­στές θα συ­νε­χι­στούν και οι δια­δη­λώ­σεις.

- Εντω­με­τα­ξύ γί­νο­νται οι­κο­νο­μι­κοί έλεγ­χοι στους λο­γα­ρια­σμούς των ορ­γα­νώ­σε­ων Όμνιουμ Κουλ­του­ράλ και ANC για να βρουν πως χρη­μα­το­δο­τή­θη­κε το δη­μο­ψή­φι­σμα.

- Η Guardia Civil, επί­σης, έχει από χθες εγκα­τα­στα­θεί στην Αρχή Τη­λε­πι­κοι­νω­νιών Κα­τα­λο­νί­ας και ψά­χνει τις τη­λε­φω­νι­κές συ­νο­μι­λί­ες και τα μέιλ των Μόσ­σος (της κα­τα­λα­νι­κής αστυ­νο­μί­ας) για να δουν αν τή­ρη­σαν τις δια­τα­γές για στα­μά­τη­μα της εκλο­γι­κής δια­δι­κα­σί­ας.

Στον οι­κο­νο­μι­κό τομέα τώρα, είναι εν­δια­φέ­ρον ότι, σύμ­φω­να με κά­ποιες πηγές, οι επι­χει­ρή­σεις που άλ­λα­ξαν έδρα ήδη έχουν κά­ποια πτώση στο χρη­μα­τι­στή­ριο κάτι που δεν συμ­βαί­νει με αυτές που έμει­ναν στην Κα­τα­λο­νία.



Τα νε­ό­τε­ρα στον χώρο της αρι­στε­ράς:

- Έγι­ναν κά­ποιες μι­κρές κι­νη­το­ποι­ή­σεις χθες και πι­θα­νά να γίνει και μια με­γά­λη την Κυ­ρια­κή. Όμως δη­λώ­νουν όλοι ότι πε­ρι­μέ­νουν το Σάβ­βα­το το πρωί (δη­λα­δή αύριο) για να ανοί­ξουν τα χαρ­τιά τους.

- Οι UNIDOS PODEMOS (δη­λα­δή η συ­νερ­γα­σία Πο­δέ­μος και Ενω­μέ­νης Αρι­στε­ράς) ασκούν κρι­τι­κή στις δυ­νά­μεις ανε­ξαρ­τη­σί­ας, θε­ω­ρώ­ντας τη στάση τους ακραία και προ­σκα­λούν όλους σε διά­λο­γο. Ο Ιγλέ­σιας είπε στη βουλή: «Θέ­λου­με να ανα­τρέ­ψου­με το σχέ­διο των Independistas αλλά θέ­λου­με να το κά­νου­με με ει­ρη­νι­κό τρόπο» και προ­τάσ­σει την κρι­τι­κή στην αδιάλ­λα­κτη στάση και την πο­λι­τι­κή κα­τα­στο­λής του Ραχόι.

- Η CUP και οι Αντι­κα­πι­τα­λί­στας είναι σε ανα­μο­νή. Οι Αντι­κα­πι­τα­λί­στας συ­νε­χί­ζουν να προ­βά­λουν τα συν­θή­μα­τα: ΟΧΙ ΣΤΟ 155, ΝΑ ΣΕ­ΒΑ­ΣΤΟΥ­ΜΕ ΤΗ ΨΗΦΟ ΤΩΝ ΚΑ­ΤΑ­ΛΑ­ΝΩΝ, ΤΟ ΔΙ­ΚΑΙΩ­ΜΑ ΣΤΗΝ ΑΥ­ΤΟ­ΔΙΑ­ΘΕ­ΣΗ. ΕΔΩ ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΛΑΙΚΗ ΣΥ­ΝΤΑΓ­ΜΑ­ΤΙ­ΚΗ ΔΙΑ­ΔΙ­ΚΑ­ΣΙΑ, επι­διώ­κο­ντας να πα­ρα­μεί­νει ο κό­σμος σε κα­τά­στα­ση επα­γρύ­πνι­σης/κι­νη­το­ποί­η­σης. Η CUP πιέ­ζει για ανα­κοί­νω­ση της δια­δι­κα­σί­ας ανε­ξαρ­τη­σί­ας (χα­λα­ρά όμως, ου­σια­στι­κά και αυτοί πε­ρι­μέ­νουν).

Απ’ ό,τι δεί­χνουν τα πράγ­μα­τα, ανα­μέ­νου­με κρι­σι­μό­τε­ρες ει­δή­σεις αύ­ριο- ίσως και σή­με­ρα αρ­γό­τε­ρα μέσα στη μέρα.

Πρόσκληση σε συνέντευξη τύπου η Επιτροπή Αλληλεγγύης και Αγώνα σας καλεί τη Δευτέρα

$
0
0
Η Επιτροπή Αλληλεγγύης και Αγώνα σας καλεί τη Δευτέρα 23 Οκτωβρίου 2017 στις 12 μ. σε συνέντευξη τύπου την οποία θα δώσει στο Εργατικό Κέντρο Καλαμάτας (3ος όροφος, αίθουσα συνεδριάσεων του Δ.Σ.).
Θέμα της συνέντευξης: «Πλειστηριασμοί πρώτης κατοικίας και λαϊκής περιουσίας και η ανάγκη μαζικοποίησης του κινήματος για την αποτροπή τους». Η Επιτροπή Αλληλεγγύης και Αγώνα Καλαμάτας συνεδρίασε και αποφάσισε: 1. Να καλέσει όλους τους φορείς και τις συλλογικότητες και τους πολίτες του νομού μας, να συμμετάσχουν και να διευρύνουν την επιτροπή. Καλεί τους φορείς ,τις συλλογικότητες και τους πολίτες να στείλουν την απόφασή συμμετοχής τους στο email της επιτροπής (plistiriasmistop@gmail.com).

2. Να κλιμακώσει τη δράση της για την υπεράσπιση των κοινωνικών δικαιωμάτων και των δημόσιων αγαθών. Βασική κατεύθυνση της δράσης της είναι ο αγώνας ενάντια στις κατασχέσεις και στους πλειστηριασμούς πρώτης κατοικίας και της λαϊκής περιουσίας.

3.Να δώσει συνέντευξη τύπου τη Δευτέρα 23 Οκτωβρίου 2017 στις 12μ στο Εργατικό Κέντρο Καλαμάτας

4. Να καλέσει σε νέα συνάντηση , τους φορείς ,τις συλλογικότητες και τους πολίτες της που θέλουν να συμμετάσχουν και να αγωνιστούν ενάντια στους πλειστηριασμούς πρώτης κατοικίας και της λαϊκής περιουσίας , και γενικότερα για την υπεράσπιση των δημόσιων αγαθών και των κοινωνικών δικαιωμάτων, την Τρίτη 24 Οκτωβρίου 2017 στις 8:30 μμ στην αίθουσα του 3ου ορόφου του Εργατικού Κέντρου Καλαμάτας

22 Οκτωβρίου: 3η μέρα πριν την Ρωσική Επανάσταση του Τζον Ριντ

$
0
0

του Τζον Ριντ*

Σήμερα η Προσωρινή Κυβέρνηση του Κερένσκι αρχίζει εσπευσμένα την εγκατάλειψη της Αγίας Πετρούπολης για τη Μόσχα λόγω ενδεχόμενης κατάληψης της πόλης από τα γερμανικά στρατεύματα που προελαύνουν. Στο δυτικό μέτωπο οι Γερμανοί αρχίζουν να χρησιμοποιούν βόμβες με χημικά αέρια. Στη φωτογραφία ρώσοι στρατιώτεες αντιστέκονται φορώντας αντιασφυξιογόνες μάσκες. Η ηγεσία των μπολσεβίκων - Λένιν, Ζινόβιεφ, Κάμενεφ, Τρότσκι, Σβερτλόφ - είναι εξαφανισμένοι από το προσκήνιο, ετοιμάζοντας πυρετωδώς τις επαναστατικές κινήσεις. Με τηλεγράφημά του ο ανταποκριτής της ιστοσελίδας του Σχεδίου Β Τζον Ριντ μας δίνει μια εικόνα της κατάστασης.

Πετρούπολη 22 Οκτώβρη

Η Κυριακή 22 Οκτώβρη, ορίστηκε σαν «Μέρα του Σοβιέτ της Πετρούπολης» και θα γιορταζόταν με ογκώδη συλλαλητήρια σ’ όλη την πόλη. Αυτά τα συλλαλητήρια που οργανώθηκαν με προσχημα τη συγκέντρωση χρημάτων για τις σοβιετικές οργανώσεις και το σοβιετικό τύπο στην πραγματικότητα ήταν επίδειξη δυνάμεων. Ξαφνικά ανακοινώθηκε ότι οι κοζάκοι όρισαν την ίδια ακριβώς ημέρα λιτανεία προς τιμή της θαυματουργής εικόνας που έσωσε τη Μόσχα από το Ναπολέοντα, το 1812. Η ατμόσφαιρα ηλεκτρίστηκε . Η παραμικρότερη σπίθα μπορούσε ν’ ανάψει την πυρκαγιά του εμφυλίου πολέμου. Το Σοβιέτ της Πετρούπολης κυκλοφόρησε την παρακάτω έκκληση με τίτλο «Αδέλφια κοζάκοι!»:

«…Εσάς κοζάκοι θέλουν να σας ξεσηκώσουν ενάντια σ’ εμάς, τους εργάτες και τους στρατιώτες. Αυτήν την αδερφοκτόνα δουλειά κάνουν οι κοινοί μας εχθροί: οι καταπιεστές – ευγενείς, οι τραπεζίτες, οι τσιφλικάδες, οι παλιοί γραφειοκράτες, οι πρώην τσαρικοί λακέδες…΄Εμάς μας μισούν όλοι οι τοκογλύφοι, οι πλούσιοι, οι πρίγκιπες, οι ευγενείς, οι στρατηγοί και μαζί μ’ αυτούς οι δικοί σας, οι κοζάκοι στρατηγοί. Αυτοί είναι έτοιμοι κάθε στιγμή να διαλύσουν το Σοβιέτ της Πετρούπολης, να στραγγαλίσουν την επανάσταση...

Στις 22 του Οκτώβρη οργανώνεται κάποια κοζάκικη λιτανεία. Ο κάθε κοζάκος είναι ελεύθερος να πάρει μέρος ή όχι στη λιτανεία. Εμείς δεν ανακατευόμαστε σ’ αυτήν την υπόθεση και κανένα εμπόδιο δεν βάζουμε σε κανέναν...»

Η λιτανεία ματαιώθηκε στα βιαστικά...

Στις στρατώνες και τις εργατικές συνοικίες, οι μποσελβίκοι διέδιναν το σύνθημά τους: «Όλη η εξουσία στα Σοβιέτ!», και οι πράκτορες των σκοτεινών δυνάμεων υποκινούσαν το λαό να σφάξει τους εβραίους, τους μαγαζάτορες και τους αρχηγούς των σοσιαλιστών...

Από τη μια μεριά ήταν τα εμπρηστικά άρθρα του μοναρχικού τύπου, κι από την άλλη η βροντερή φωνή του Λένιν: «Εξέγερση!...Δεν πρέπει να περιμένουμε περισσότερο!».

Άκόμα κι ο αστικός τύπος ανησύχησε. Η εφημερίδα «Χρηματιστηριακές υποθέσεις» αποκαλούσε τη μπολσεβίκικη προπαγάνδα απόπειρα ενάντια στα «βασικά θεμέλια της κοινωνίας, ενάντια στο απαραβίαστο του ατόμου και το σεβασμό της ατομικής ιδιοκτησίας».

Περισσότερο όμως απ’ όλους έσταζαν φαρμάκι οι «μετριοπαθείς» σοσιαλιστικές εφημερίδες. «Οι μπολσεβίκοι είναι οι πιο επικίνδυνοι εχθροί της επανάστασης», τόνιζε η «Υπόθεση του Λαού». Η μενσεβίκικη «Ημέρα» έγραφε: «Η κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη να υπερασπίσει τον εαυτό τηςκαι μας». Η εφημερίδα του Πλεχάνοφ «Ενότητα» εφιστούσε την προσοχή της κυβέρνησης στο γεγονός ότι οι εργάτες της Πετρούπολης εξοπλίστηκαν κιόλας και απαιτούσε αποφασιστικά μέτρα ενάντια στους μπολσεβίκους.

Και η κυβέρνηση γινόταν κάθε μέρα όλο και πιο ανίσχυρη. Ακόμα κι η αυτοδιοίκηση της πόλης κατέρρευσε. Οι στήλες των εφημερίδων ήταν γεμάτες απο ειδήσεις για θρασύτατες ληστείες και φόνους, οι εγκληματίες όμως παρέμεναν ατιμώρητοι...

Από την άλλη πλευρά οι ένοπλες εργατικές περιπολίες φύλαγαν τις νύχτες τους δρόμους, καταδίωκαν τους πλιατσικολόγους και κατάσχεταν κάθε όπλο που έπεφτε στα χέρια τους.»

Επιμέλεια: ο φίλος από το Λένινγκραντ


*Τζον Ριντ, Αμερικανός ποιητής και δημοσιογράφος: γνωστός για τις «Δέκα μέρες που συγκλόνισαν τον κόσμο»

sxedio-b.gr


Τα ρομπότ ξανάρχονται

$
0
0
Γράφει ο Παναγιώτης Ξηρουχάκης, Διδάκτορας Πανεπιστημίου Αιγαίου

Είναι λίγο περίεργο αλλά όποιος δεν έχει ζήσει τη δεκαετία του 80 δεν μπορεί να καταλάβει τη σημασία των ρομπότ στο συλλογικό φαντασιακό των ανθρώπων εκείνα τα αλλόκοτα χρόνια. Η μόδα των ρομπότ έχει να κάνει, εκτός από τις εξελίξεις με τη ρομποτική, με την πυραυλική πορεία της επιστημονικής φαντασίας (της οποίας οι απαρχές βρίσκονται στον 19ο αιώνα)που ξεκινά στα τέλη της δεκαετίας του 30 και θα συνεχιστεί και κατά τη διάρκεια του ψυχρού πολέμου. Πού οφείλεται αυτή η
αγάπη των μαζών για την Ε.Φ.? Σίγουρα ως ένα σημείο στην προαιώνια αγάπη για το φανταστικό. Το θέμα όμως δεν εξαντλείται έτσι απλά.
Τέχνη και η κατάκτηση του διαστήματος


Δεν πρέπει να ξεχνάμε και τα παρελκόμενα του ψυχρού πολέμου: τη μόδα της «ατομικής και αστρικής εποχής» (π.χ. κτίρια που μοιάζουν με διαστημόπλοια, ρούχα που παραπέμπουν σε αστροναύτες κλπ). Ήταν εκείνα τα χρόνια που οι ΗΠΑ και η Σοβιετική Ένωση ωθούνται στον ανταγωνισμό για την κατάκτηση του διαστήματος. Και είναι αυτός ο ανταγωνισμός που τροφοδοτεί με ιδέες και θέματα (πιο αληθοφανή από ποτέ) τη μόδα αλλά και την Ε.Φ. Ταυτόχρονα ίσως και οι κρατικοί μηχανισμοί να πριμοδότησαν αυτό το είδος που τα προηγούμενα χρόνια θεωρούνταν παρακατιανό από τους ακαδημαϊκούς, ενώ και το Hollywood δεν ενδιαφερόταν ιδιαίτερα για αυτό το είδος.
Άποψη του γράφοντος είναι ότι η επιστημονική φαντασία μαζί με τα ΜΜΕ έπρεπε να παίξει ένα σημαντικό ρόλο: Ο κόσμος έπρεπε να πειστεί για την αναγκαιότητα των εξόδων στην κούρσα των άστρων (που αποτελεί προέκταση του πυρηνικού ανταγωνισμού καθώς οι διηπειρωτικοί πύραυλοι πριν μεταφέρουν δορυφόρους αναπτύχθηκαν για μεταφορά πυρηνικών). Βέβαια η τέχνη του φανταστικού από τα αρχαία χρόνια (Λουκιανός) δεν σταματά να παρουσιάζει ταξίδια σε άστρα. Όμως τα ταξίδια αυτά αποτελούν τελείως προϊόν φαντασίας (όπως αυτά που περιγράφουν ο Βερν και ο Γουέλς) δηλαδή δεν έχουν ουσιαστική σχέση με την τεχνολογική πραγματικότητα της εποχής, ούτε υπήρχε παράλληλα κάποια σοβαρή κρατική προσπάθεια για την πραγματοποίηση αυτών των ταξιδιών. Ήδη όμως από τα χρόνια του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου η «σκληρή επιστημονική φαντασία» (όπως θα ονομαστεί εκείνα τα χρόνια η Ε.Φ. επειδή δίνει ιδιαίτερή βαρύτητα στην επιστημονική ακρίβεια) απογειώνεται από μεγάλους συγγραφείς που προσπαθούν να ακολουθήσουν τις ραγδαίες τεχνολογικές εξελίξεις και να προβλέψουν με σχετική ακρίβεια το μέλλον.
Έτσι στα χρόνια του ψυχρού πολέμου πράγματι η επιστημονική φαντασία μπορεί να εμπνευστεί από την τεχνολογική πραγματικότητα γύρω της που επιβάλουν οι σκληροί γεωπολιτική ανταγωνισμοί. Είναι τότε όμως που η επιστημονική φαντασία (κυρίως στην κινηματογραφική εκδοχή της) αναλαμβάνει να ομορφύνει μία «βρώμικη υπόθεση» με ιστορίες για εξωγήινους, διαστρικές συμπλοκές, διαγαλαξιακούς φύλακες κλπ εξάπτοντας τη φαντασία του κοινού και δημιουργώντας του μεγάλες προσδοκίες για εξερεύνηση του γαλαξία. Βέβαια δεν παύει να προπαγανδίζει έμμεσα ενάντια στον κόκκινο κίνδυνο. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα έμμεσης προπαγάνδας είναι η σχεδόν δαιμονοποίηση του πλανήτη Άρη και των (πιθανών) κατοίκων του. Ο λόγος γι’ αυτήν την επιλογή ήταν ότι ο Άρης τύγχανε να είναι ο «κόκκινος» πλανήτης.
Έτσι λοιπόν εκείνα τα χρόνια αυτή η μορφή ψυχαγωγικής και προπαγανδιστικής Ε.Φ. (κυρίως όπως είπαμε στην κινηματογραφική της εκδοχή αλλά όχι μόνο) χρησιμεύει πρωτίστως στο να παρουσιάσει την κατάκτηση του διαστήματος σαν κάτι εντυπωσιακό, που ικανοποιεί την ανθρώπινη δίψα για το άγνωστο. Σε δεύτερο επίπεδο δε λείπει βέβαια και η προπαγάνδα ενάντια στον εχθρό. Όμως τελικά το είδος λειτούργησε σαν προασπιστής της αναγκαιότητας των πολυέξοδων διαστημικών προγραμμάτων, καλλιεργώντας κυρίως την πεποίθηση στην πλειοψηφία του κόσμου ότι η επιχειρούμενη τότε έξοδος προς τα άστρα πήγαζε από τη βασική ανάγκη του ανθρώπου να γνωρίσει το σύμπαν και ήταν πέρα από πολιτικές και συμφέροντα (ήταν δηλαδή μια προσπάθεια σχετικά ανεξάρτητη από τον ανταγωνισμό με την ΕΣΣΔ και την πιθανή πολεμική σύγκρουση μεταξύ των δυο υπερδυνάμεων). Δεν εννοώ εδώ βέβαια ότι η πλειοψηφία αυτών των ανθρώπων (σκηνοθέτες, συγγραφείς, ηθοποιοί κλπ) που εργάζονταν σε αυτό τον τομέα λειτουργούσαν σαν συνειδητοί προπαγανδιστές της αμερικάνικης εξωτερικής πολιτικής. Αντίθετα ήταν άνθρωποι που ήθελαν να βγάλουν το ψωμί τους. Μόνο που, αυτό που πουλάει στην κοινωνία του θεάματος, σπάνια δεν έχει να κάνει με γεωπολιτικά και εξουσιαστικά συμφέροντα που προκαθορίζουν την ατζέντα της καλλιτεχνικής δημιουργίας.
Αυτή λοιπόν η λειτουργία της επιστημονική φαντασίας (καλλιέργεια του ενδιαφέροντος του κοινού για αστρικά θέματα) σε συνδυασμό πάντα με τη μηντιακη ενασχόληση με επιστημονικά διαστημικά θέματα φαίνεται ότι είχε αποτελέσματα. Δεν πρέπει να ξεχνάμε και τις πολιτικές κινήσεις προς αυτή την κατεύθυνση όπως η «κατάκτηση» του φεγγαριού το 1969.
Η κατάκτηση του φεγγαριού μάλιστα είχε δύο άμεσους (αλλά σίγουρα όχι μοναδικούς) σκοπούς: το κέρδος στον αγώνα πρεστίζ για το ποια υπερδύναμη θα πατήσει πρώτη στο φεγγάρι και τη στάχτη στα μάτια του κόσμου (αφού έτσι ο απλός πολίτης καταναλωτής θα πίστευε ότι δε σπαταλούνται τα χρήματα του μόνο για αρνητικό σκοπό, βλέπε πυρηνική αλληλοεξόντωση, αλλά και για ένα ανεξάρτητο από τον πόλεμο και θετικό λόγο που ήταν η εξερεύνηση του διαστήματος). Βέβαια οι κυβερνήσεις τα έβλεπαν (και τα βλέπουν) όλα αλληλένδετα. Άλλωστε μία στρατιωτική βάση στο φεγγάρι ήταν σίγουρα ένα ζητούμενο (ασχέτως αν δεν πραγματοποιήθηκε) οι δορυφόροι έχουν και στρατιωτική χρήση κλπ. Η κατάκτηση του διαστήματος ήταν και είναι μία υπόθεση πολέμου.
Όπως και να έχει μετά την πτώση της ΕΣΣΔ περιορίστηκαν δραστικά τα έξοδα για το διάστημα. Τότε φάνηκε να υποχωρεί και η αναγκαιότητα της επιστημονικής φαντασίας για τη «στήριξη» της πολιτικής προσπάθειας, ενώ ταυτόχρονα παρατηρήθηκε μία σταδιακή πτώση στο είδος, ενώ και τα media έστρεψαν το ενδιαφέρον τους αλλού. Από αυτά τα γεγονότα μπορούμε να εξάγουμε συμπεράσματα. Ξαφνικά φαίνεται ότι ο άνθρωπος έπαυσε να μαγεύεται από τα άστρα. Καθώς τώρα πια δε κόπτονται ιδιαίτερα οι πολίτες για την κατάκτηση του Άρη, η υπόθεση ότι η λαχτάρα τους για κατάκτηση του φεγγαριού είχε καλλιεργηθεί και έμμεσα από τα μίντια και την τέχνη αποκτά ιδιαίτερη βάση…
Πράγματι τα χρόνια που ακολούθησαν το τέλος του ψυχρού πολέμου (και δεδομένου της άσβεστης και προαιώνιας αγάπης του ανθρώπου για την τέχνη του φανταστικού) παρακολουθήσαμε την αναβίωση της επικής τέχνης (αναφέρω ενδεικτικά τις ταινίες «Lord of the Rings» και τη σειρά «Game of thrones») που έχει μάλλον αντικαταστήσει- αναπληρώσει το κενό που υπήρξε μετά την υποχώρηση της επιστημονικής φαντασίας (αν και η τελευταία παρά αυτή την υποχώρηση, συνεχίζει να έχει το δικό της κοινό).
Όπως και να έχει και άλλα θέματα που μάγευαν τη δεκαετία του 80 τον κόσμο, όπως τα ρομπότ, εξαφανίστηκαν από το προσκήνιο ως αποτέλεσμα της πτώσης της «επιστημονικής φαντασίας». Στην περίπτωσή τους όμως παίζουν ρόλο και τα κομπιούτερ (ειδικά μετά το ιντερνέτ) που αντικατέστησαν τα ρομπότ στη συλλογική συνείδηση ως προσωπικούς μας υπηρέτες.

"Sponsored links"

Από τον Τάλω στον Καπι-Τάλω
Η ιδέα της χρησιμοποίησης των μηχανών σε πολεμικές συγκρούσεις πάει πίσω στην αρχαιότητα. Αναφέρω ενδεικτικά τον Τάλω (αρχαίο ρομπότ?). Η σταδιακή μηχανοποίηση του πολέμου είναι όμως γεγονός και έτσι φτάνουμε στον πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Μαζί με την τεχνολογική ανάπτυξη, οι άνθρωποι βιώνουν τον τρόμο γενικευμένων ανθρωποσφαγών, όπως η μάχη του Σομ. Τότε άρθρα που δημοσιεύονται σε εφημερίδες και περιοδικά ανάδειξαν την ιδέα να χρησιμοποιηθούν ρομποτικοί στρατιώτες, αντί των ανθρώπων, ώστε να αποφεύγονται οι μαζικές σφαγές. Στο 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο βλέπουμε τα πρώτα στρατιωτικά ρομπότ, που χρησιμοποιήθηκαν στο πεδίο της μάχης. Οι Ναζί είχαν την “Γολιάθ”, τηλεχειριζόμενη νάρκη και το κατευθυνόμενο βλήμα V-2. Από την άλλη οι Σοβιετικοί είχαν το τηλετάνκ RC TT-26.
Οι πολεμικές εφευρέσεις της εποχής λοιπόν αποτέλεσαν έμπνευση στη scifi. Συγγραφείς, όπως ο Isaac Asimov, απογειώνουν κυριολεκτικά την επιστημονική φαντασία με τα αριστουργήματά τους, που μιλάνε για τα ρομπότ και το μέλλον. Για την ιστορία ο συγγραφέας αυτός υπήρξε βαθύτατα ανθρωπιστής και αντίθετος στον πόλεμο. Ο Ασίμοφ δεν είναι ο μόνος σοβαρός και αξιόλογος καλλιτέχνης. H αλήθεια είναι ότι υπήρχαν αρκετοί αξιόλογοι συγγραφείς, αλλά και σκηνοθέτες ,που σε μία σκληρή εποχή εκμεταλλεύτηκαν το ευνοϊκό κλίμα για την τέχνη, για να δημιουργήσουν αξιόλογο έργο (πολλά τα παραδείγματα όπως ο Fillip Dick και ο Βradbury, όπως και δε πρέπει να ξεχνά κανείς το σημαντικό υποείδος της δυστοπίας).
Τα ρομπότ λοιπόν εκείνα τα χρόνια παρουσιάζονται σε διάφορους ρόλους. Άλλοτε ως αστυνόμοι, άλλοτε ως αστροναύτες , άλλοτε ως υπηρέτες και ούτε καθεξής. Ένας όμως ρόλος είναι και ο πιο τρομακτικός. Αυτός του πολεμιστή. Όμως οι ρομπότ φαντάροι δεν παρουσιάζονται ακριβώς θετικά. Μάλλον το αντίθετο καθώς, αν και έχουν στοιχεία ανίκητων υπερασπιστών του έθνους, ταυτόχρονα αποτελούν και κίνδυνο που θα οδηγήσει σε εξέγερση των ρομπότ και στο ολοκαύτωμα. Το μοτίβο αυτό παρουσιάζεται αρκετά συχνά και φτάνει στο ύψιστο σημείο με την ταινία Terminator.Όπως και να έχει η ρομποτική εκείνα τα χρόνια αναπτύσσεται ραγδαία. Περιοδικά του 70 προέβλεπαν ότι το 2000 τα ρομπότ θα αποτελούν μέρος της καθημερινότητάς μας (από υπηρέτες μέχρι εραστές) σε μία καπιταλιστική ουτοπία. Και ξαφνικά τίποτα. Το 2000 δεν ήταν έτσι…
Όπως ήδη αναφέραμε, η πτώση της ΕΣΣΔ έφερε αλλαγές στον κόσμο. Η προσπάθεια για την κατάκτηση των άστρων έμεινε πολύ πίσω. Η μόδα των ρομπότ σχεδόν εξαφανίστηκε (βέβαια ρόλο έπαιξε και η ραγδαία άνοδος των κομπιούτερ και του ιντερνέτ). Τα ρομπότ έμοιαζαν με ένα μέλλον που ποτέ δε θα ερχόταν. Από εικόνα του μέλλοντος αποτέλεσαν μία εικόνα από το παρελθόν. Μέχρι πρόσφατα.
Η αντεπίθεση των ρομπότ
Από το 2001 περίπου 2,500 με 4,000 άτομα (ισλαμιστές τρομοκράτες αλλά βέβαια και άμαχοι) έχουν δολοφονηθεί από αμερικάνικα drones κυρίως στη Μέση Ανατολή και ειδικότερα στο Πακιστάν. Μάλιστα δε θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι τα πολεμικά χτυπήματα στο Πακιστάν, που ξεκίνησε με τα drones o Μπους, αλλά αύξησε ραγδαία ο Ομπάμα, αποτέλεσαν μία παγκόσμια πρωτοτυπία: είναι η πρώτη φορά στην ιστορία όπου μία χώρα εμπλέκεται σε πόλεμο μόνο με «ρομποτικό» τρόπο και δεν είναι τυχαίο που αυτή η επέμβαση των ΗΠΑ έχει ονομαστεί από τα ΜΜΕ «Πόλεμος των drones». Είναι η πρώτη στρατιωτική εμπλοκή στην ιστορία που έχει «ρομποτικό» όνομα.
Βέβαια δεν έχουμε φτάσει ακόμα στο σημείο να πολεμάνε αυτόματα ρομπότ (που θα έχουν δηλαδή δική τους «αυτόνομη» σκέψη και θα παίρνουν μόνα τους αποφάσεις).Τα ρομπότ που μέχρι σήμερα έχουν πάρει μέρος στα πεδία μαχών είναι στην ουσία κατευθυνόμενα από ανθρώπους χειριστές. Αυτό δε σημαίνει ότι δε γίνονται προσπάθειες να δημιουργηθούν αυτόματα πολεμικά ρομπότ και ίσως το μέλλον εμπεριέχει εκπλήξεις
Ένας άλλος όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει τις σύγχρονες συγκρούσεις είναι «Πόλεμος του video game». Ο πόλεμος έχει γίνει φτηνότερος σε αίμα για τους Αμερικανούς που χρησιμοποιούν την τεχνολογία για να επιβληθούν. Τα θετικά του video game war για τους Aμερικανούς είναι εμφανή. Η μείωση των απωλειών είναι το σημαντικότερο (άλλωστε αυτό ήταν ένα από τα ζητούμενα μετά τις υπερβολικές απώλειες στον πόλεμο του Βιετνάμ και τις επακόλουθες εσωτερικές αντιδράσεις),ενώ γίνεται και προσπάθεια αυτές οι απώλειες να ελαχιστοποιηθούν και άλλο, με τη χρήση ρομποτικών μαχητών, που θα πολεμάνε και στα πεδία της μάχης μαζί με το πεζικό .Οι υποστηρικτές αυτών των στρατιωτικών εξελίξεων, χρωματίζουν τις απόψεις τους και ειρηνιστικά. Λένε ότι οι πόλεμοι θα μειωθούν (λόγο της παντοδυναμίας των ρομπότ και αυτών που τα ελέγχουν, οπότε οι «κακοί» θα αράξουν φοβισμένοι) και όσοι γίνονται θα έχουν λιγότερες απώλειες (μόνο των κακών). Αληθεύει όμως αυτό?
Βέβαια όχι. Οι πόλεμοι άλλωστε γύρω μας αυξάνονται αντί να μειώνονται. Όσο δε γυρνάνε φέρετρα στην πατρίδα, τόσο λιγοστεύει η εσωτερική αντίδραση στον πόλεμο. Και παντού κάποιοι βλέπουν εχθρούς που, χωρίς εσωτερικές συνέπειες, μπορούν να τσακίσουν. Επιπρόσθετα τα drones μπορούν να πάνε εκεί που πριν δε μπορούσαν να πάνε επίγειες δυνάμεις ,είτε για λόγους οικονομικούς (π.χ. δυσβάσταχτο οικονομικό κόστος) είτε γεωπολιτικούς (άλλο είναι να χτυπά ένα ιπτάμενο ρομπότ και να εξαφανίζεται και άλλο να γίνει χερσαία εισβολή με την λαϊκή αντίδραση που μπορεί να προκαλέσει αυτή η εισβολή στη χώρα που τη δέχεται). Άρα ο πόλεμος γίνεται πιο εύκολος.
Τους Αμερικανούς βέβαια στις ρομποτικές εξελίξεις ακολουθούνε και άλλες ισχυρές δυνάμεις (Κίνα, Ρωσία, Ισραήλ). Ακόμα και το Ιράν είναι στο παιχνίδι. Στο μέλλον λοιπόν είναι πιθανή η διεξαγωγή πολεμικών αναμετρήσεων μεταξύ drones (πχ ρώσικα ενάντια σε αμερικάνικα). Οι στρατιώτες ρομπότ είναι μάλλον λίγο μακριά αλλά η ρομποτική έχει πάρει μπροστά (όχι μόνο για στρατιωτικούς λόγους αλλά και για «πολιτικούς», όπως για δημιουργία ερωτικών συντρόφων…). Πάντως το πολεμικό μέλλον φαίνεται, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, σχετικά ρομποτικοποιημένο. Και λέω σχετικά γιατί, όπως λέγανε παλιά, τον πόλεμο τον κερδίζει το πεζικό. Καλή η αεροπορία, καλό το πυροβολικό, αλλά χωρίς εμπλοκή πεζικού δουλειά δε γίνεται. Ίσως γι’ αυτό το λόγο παντού η υπερδύναμη ελέγχει τον ουρανό, αλλά χερσαία δε καταφέρνει και πολλά. Προς το παρόν αυτό προσπαθούν οι ΗΠΑ να το λύσουν χρησιμοποιώντας στρατούς άλλων, φτωχότερων εθνοτήτων, που αλλού αναπληρώνουν (proxy wars-πόλεμοι δια αντιπροσώπων) και αλλού συμπληρώνουν τις δικές τις δυνάμεις. Έτσι ακόμα και αν ριχτούν στη μάχη άπειρα ρομπότ (τανκς, πυροβόλα, αεροπλάνα κλπ) από τη στιγμή που το πεζικό δε ρομποτικοποιείται (προς το παρόν) ο πόλεμος θα συνεχίσει να περιέχει το ανθρώπινο στοιχείο.
Τέλος είναι πολύ πιθανή η προοπτική μιας «κούρσας ρομποτικού ανταγωνισμού». Κάθε ισχυρό κράτος θα προσπαθήσει να κατασκευάσει το καλύτερο στρατιωτικό ρομπότ. Ας πάμε όμως λίγο πίσω στο χρόνο. Δεκαετία του 80 και οι Αμερικάνοι επενδύουν πολύ χρήμα στο πυρηνικό πρόγραμμα που μένει στα χρονικά ως ο «Πόλεμος των άστρων» (όπου πχ σχεδιάζονταν η δημιουργία πολεμικών δορυφόρων που θα μπορούσαν να επιτεθούν με πυρηνικά σε άλλος δορυφόρους ή και στη γη).Το επίσημο όνομα του προγράμματος ήταν Strategic Defence Initiative (SDI), αλλά αμέσως τα media ανάλαβαν την ωραιοποίησή του βαπτίζοντάς το «Πόλεμος των άστρων». Ήδη αναφέρθηκα στη σχέση επιστημονικής φαντασίας και πολιτικής και στα δάνεια που πήρε η πρώτη από την τελευταία π.χ. μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, όπου οι στρατιωτικές τεχνολογικές εξελίξεις αποτέλεσαν έμπνευση για το είδος. Όμως γινόταν και το αντίθετο όπως π.χ. στην υπό εξέτασιν περίπτωση, όπου ένα πυρηνικό πρόγραμμα εμπνεύστηκε το όνομά του από την ταινία του Λούκας για να δημιουργηθεί θετικό κλίμα στους πολίτες καταναλωτές της Δύσης. Όπως ήδη ανέφερα, με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο, η επιστημονική φαντασία χρησιμοποιήθηκε ενίοτε ώστε να ομορφύνει μία «βρώμικη υπόθεση».
Να θυμίσω μόνο ότι η «κούρσα του διαστήματος» που έφτασε στο αποκορύφωμά της τη ρειγκανική περίοδο, με τον «Πόλεμο των άστρων», ήταν ένας από τους λόγους που οδήγησαν στην πτώση της ΕΣΣΔ, εξαιτίας της οικονομικής της εξάντλησης που εν μέρει προκλήθηκε και από τα διαστημικά της προγράμματα, που προσπαθούσαν να ακολουθήσουν εκείνα των ΗΠΑ. Αυτό που δε κατανοεί ο κόσμος είναι ότι σχεδόν τα πάντα είναι πόλεμος. Πιθανολογώ ότι μία κούρσα στην ρομποτική τεχνολογία (πέρα από τα θετικά που αυτή προσφέρει σε ισχύ στον αμερικάνικο στρατό ) λειτουργεί επιπρόσθετα και ως μία πράξη πολέμου της κυβέρνησης των ΗΠΑ απέναντι στους ισχυρούς αντιπάλους της.
Κάποιες σκέψεις για το πρόγραμμα του «Πολέμου των άστρων» του 80 βάζουν σε υποψίες το γράφοντα. Ήταν τόσο ανέφικτα αυτά που ήθελαν τότε να πετύχουν οι Αμερικάνοι στο διάστημα ( πολύ πεταμένο χρήμα όπου η πλειοψηφία του υποψήφιου προς δημιουργία διαστημικού πολεμικού υλικού έμεινε στα χαρτιά) που υπάρχει η θεωρία ότι από την αρχή το πρόγραμμα δεν ήταν τίποτα άλλο από μία παγίδα για τη σοβιετική οικονομία, που έπρεπε να επιβαρυνθεί τον ανταγωνισμό που οι Αμερικάνοι μπορούσαν να αντέξουν. Και οι Σοβιετικοί έπεσαν μέσα στην παγίδα. Βέβαια προς το παρόν φαίνεται ότι οι Αμερικάνοι χρειάζονται πραγματικά τα ρομπότ που παρασκευάζουν για πολεμικές χρήσεις και έτσι και αλλιώς και στη διάρκεια ενός «φυσιολογικού» ανταγωνισμού μπορεί το αντίπαλο δέος να καταρρεύσει. Αν δε γίνει αυτό τίποτα δε μας εμποδίζει να υποθέσουμε ότι στο μέλλον θα σηκώσουν οι ΗΠΑ τόσο υψηλά τον πήχη, σε ανέφικτα ρομπότ και πεταμένο χρήμα , όπως κάνανε πιθανόν το 80. Αν θα επαναληφτεί η ιστορία θα το δείξει το μέλλον. Όλα αυτά είναι προς το παρόν υποθέσεις.
Αυτό που δεν είναι υπόθεση, αλλά γεγονός , είναι τα drones. Ήρθαν για να μείνουν και όπως τη δεκαετία του 50 το Χόλυγουντ ασχολήθηκε με θέματα που άπτονταν της στρατιωτικής πραγματικότητας εκείνης της εποχής (με πολεμικά φιλμ και ταινίες επιστημονικής φαντασίας), έτσι και σήμερα τα drones απασχολούν ολοένα και περισσότερο τον κινηματόγραφο. Αλλά και τα μίντια δεν πάνε πίσω.
«Video game wars» ? «Drone wars»? «Robot wars»? Το μέλλον είναι εδώ και τα ρομπότ ξανάρχονται!

Όταν η υποτέλεια βαφτίζεται επιτυχία

$
0
0
του Γιάννη Ανδρουλιδάκη

Η αθηναϊκή συμμαχία μετατράπηκε σε ηγεμονία, μας υπενθυμίζει ο Θουκυδίδης αιώνες πριν προσεγγίζοντας την έννοια και το ρόλο της μεγάλης δύναμης στην αρχαιότητα. Τούτο ισχύει και για τους δεσμούς που υπάρχουν ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Ελλάδα, οι οποίοι χαρακτηρίζονται από αυτό που ιστορικά διέπει τη σχέση του δυνατού με τον αδύναμο. Ο πρώτος από θέση ισχύος επιβάλλει τη θέληση του, ενώ ο δεύτερος αποδέχεται ό,τι του ζητούν και μάλιστα κάποιες φορές προσφέρει περισσότερα για να αποδείξει πόσο πιστός και υπάκουος σύμμαχος είναι. Στα ανταλλάγματα μια δήλωση συμπόνιας και λίγα ψίχουλα για τα οποία ο ανίσχυρος πανηγυρίζει.

Αυτό συνέβη και στο τελευταίο ταξίδι του κ. Τσίπρα. Κάποιοι αναλυτές, πριν ακόμη πραγματοποιηθεί, προεξοφλούσαν την επιτυχία του. Δεν είναι δα και μικρό πράγμα να συναντιέσαι με τον πλανητάρχη. Πόσω μάλλον, όταν ολοκληρώθηκε. Στο Μαξίμου θριαμβολογούν, γιατί υποτίθεται ότι οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις ανέβηκαν επίπεδα και η χώρα ενίσχυσε τη θέση της στο διεθνή χώρο και στη νοτιοανατολική Μεσόγειο. Σχεδόν καθημερινά σχολιαστές στα κρατικά ΜΜΕ εκθειάζουν τη διπλωματία της ελληνικής κυβέρνησης και το ρεαλισμό του πρωθυπουργού.

Αλήθεια από πού προκύπτουν τα παραπάνω; Μάλλον «ξέχασαν» γρήγορα ότι ο κ. Τραμπ εμφανώς ικανοποιημένος ξεκίνησε τις δηλώσεις του αμέσως μετά τη συνάντηση με τον κ. Τσίπρα κάνοντας αναφορά στην άνοδο του χρηματιστηρίου και στη συμφωνία για την αναβάθμιση των F16. Μια απόφαση η οποία θα στοιχίσει στη χώρα 2,4 δισ. σε μια περίοδο που, όπως είπε ο κ. Φίλης, δεν υπάρχουν χρήματα για την αγορά ανταλλακτικών για τα πυροσβεστικά και τα ασθενοφόρα. Η κυβέρνηση κάνει τις επιλογές της και ιεραρχεί προτεραιότητες για να ικανοποιήσει τον αμερικανικό παράγοντα και όχι για να ανακουφίσει, έστω προσωρινά, μέρος της κοινωνίας που εξαθλιώθηκε από τις μνημονιακές πολιτικές. Επιπλέον, αξιολογούνται ως πολύ σημαντικά γεγονότα η αναβάθμιση της βάσης στη Σούδα, η πιθανολογούμενη μεταφορά των δραστηριοτήτων της βάσης του Ιντσιρλίκ και η φημολογούμενη δημιουργία μιας νέας βάσης στη νότια Κρήτη. Το πάρτε ό,τι θέλετε και η μεγαλύτερη υποτέλεια, η οποία θα εμπλέξει τη χώρα στους πολεμικούς σχεδιασμούς των ΗΠΑ, θεωρείται ότι μας δίνει πλεονέκτημα έναντι της Τουρκίας. Αποσιωπάται, βεβαίως, ότι η ισορροπία και η πολιτική των ίσων αποστάσεων που ακολουθεί η Αμερική στο Αιγαίο δεν πρόκειται να μεταβληθεί σε βάρος της γειτονικής χώρας για πολλούς λόγους (γεωπολιτική θέση στον ισλαμικό κόσμο, μεγάλη δύναμη στο ΝΑΤΟ, τεράστια εμπορική αγορά κ.ά.) . Αυτό, εξάλλου, φάνηκε και από τις δηλώσεις του Αμερικανού προέδρου, ο οποίος δεν έκανε καμιά ουσιαστική αναφορά σε Ελληνοτουρκικά και Κυπριακό. Πού βρίσκεται, επομένως, η επιτυχία; Στο γεγονός ότι η Κρήτη μετατρέπεται σε ένα αεροπλανοφόρο του 6ου στόλου και η χώρα σε ένα πολεμικό εξάρτημα των ΗΠΑ; Ας μας πουν, εν πάση περιπτώσει, οι πανηγυρίζοντες ποια χώρα και πότε έφτασε στην πρόοδο και την ευημερία ακολουθώντας το δρόμο της υποταγής και της υποτέλειας.

Μέσα σ’ αυτό το νέο πλαίσιο που σιγά-σιγά διαμορφώνεται η Αριστερά αλλά και κάθε προοδευτικός άνθρωπος χρειάζεται να τραβήξει μια ξεκάθαρη διαχωριστική γραμμή και να κάνει σαφές ότι δεν μπορεί να μοιράζεται τις ίδιες αξίες με τον κ. Τραμπ, ο οποίος είναι γνωστός για τις ρατσιστικές και ακραίες θέσεις του. Σε μια εποχή που προσπαθούν να μας πείσουν ότι η εγκατάλειψη θεμελιωδών προγραμματικών δεσμεύσεων και η realpolitik αποτελούν τη μοναδική λύση, οι αριστερές φωνές πρέπει να προβάλλουν ξανά επιτακτικά στρατηγικά αιτήματα, όπως η αποδέσμευση της χώρας από το ΝΑΤΟ, το κλείσιμο των βάσεων, η απεμπλοκή της Ελλάδας από τις κατακτητικές επιδιώξεις των ΗΠΑ κ.ά. Τέλος, ας γίνει σαφές ότι η «Αριστερά» του ρεαλισμού, η οποία βαφτίζει την υποτέλεια επιτυχία, απλώς δεν είναι Αριστερά.

*Εκπαιδευτικός στο 6ο Λύκειο Καλαμάτας

Η διεθνής των “πυρομανών” ενάντια στον καταλανικό λαό!

$
0
0
Του Γιώργου Μητραλιά

Όπως θα έπρεπε να αναμένεται, η συνεχώς κλιμακούμενη καταλανική κρίση συγκινεί και προκαλεί ήδη συζητήσεις και αντιπαραθέσεις μέχρι και στη χώρα μας. Και δεν είναι διόλου τυχαίο ότι, όπως και άλλοτε στη σύχρονη ελληνική και παγκόσμια ιστορία, οι μόνιμα αρνούμενοι να πολεμήσουν τη ρίζα του κακού, εκφράζουν όλο και πιο συχνά την άποψη ότι -τουλάχιστον σε μεγάλο βαθμό- αυτή η κρίση οφείλεται στον “πυρομανή Ραχόι”. Περίπου όπως η στρατιωτική χούντα στη χώρα μας οφειλόταν στους “άφρονες συνταγματάρχες”…
Έστω λοιπόν ότι για όλα ευθύνεται ο “πυρομανής Ραχόι”. Θα ήμασταν διετεθειμένοι να αποδεχτούμε αυτό τον ισχυρισμό αν ο “πυρομανής Ραχόι” δεν είχε την ολόθερμη υποστήριξη όχι μόνο ολάκερου του αντιδραστικού κόσμου της χώρας του, αλλά και της Ευρώπης και όλης της υφηλίου! Αν λοιπόν είναι “πυρομανής”ο Ραχόι, τότε είναι άλλο τόσο “πυρομανής” ο βασιλιάς του καθώς και ο Σάντσες ηγέτης της ισπανικής αξιωματικής αντιπολίτευσης και σοσιαλδημοκρατίας (PSOE). Και επίσης “πυρομανής” ο Ριβέρα, ηγέτης των Ciudadanos. Και βέβαια, “πυρομανείς” οι επικεφαλής των αντίστοιχων κομμάτων τους στην Καταλονία. Και φυσικά, “πυρομανής” με περικεφαλαία ο Καταλανός κ. Ροσέλ, πρόεδρος του ισπανικού ΣΕΒ και “πυρομανείς” οι διευθύνοντες σύμβουλοι και λοιποί μέτοχοι των πάνω από 1200 επιχειρήσεων, ασφαλιστικών εταιριών και τραπεζών που έχουν -μέχρι τη στιγμή που γράφουμε- εγκαταλείψει την Καταλονία... για να την τιμωρήσουν! Και αναπόφευκτα “πυρομανείς” οι δικαστές και εισαγγελείς τους που συλλαμβάνουν και φυλακίζουν Καταλανούς πολίτες που τολμούν να λένε δημόσια την άποψή τους, και “πυρομανείς” οι παπάδες και λοιποί επίσκοποι που ευλογάνε τις θεάρεστες πράξεις τους. Και αλίμονο, “πυρομανείς” ολκής οι Μέρκελ, Μακρόν, Μέι, Γιούνκερ,Ταγιάνι και λοιποί Τραμπ, Πούτιν και Ερντογκάν, και τέλος, “πυρομανείς” βαρέων βαρών η δεσποσύνη Λαγκάρτντ του ΔΝΤ, η Ευρωπαϊκή Ένωση, το ΝΑΤΟ, ο ΟΟΣΑ και οι άλλοι διεθνείς οργανισμοί που στηρίζουν άνευ όρων τον “πυρομανή” Ραχόι ενάντια σε αυτούς τους “ανεύθυνους” και “στερούμενους σχεδίου Β” Καταλανούς “εθνικιστές”…


Τελικά, θα πρέπει να ομολογήσουμε ότι, σύμφωνα με αυτή την βαθυστόχαστη άποψη, τα προβλήματα του πλανήτη μας συνοψίζονται στο γεγονός ότι είναι γεμάτος από... “πυρομανείς! Με άλλα λόγια,... ζήτω που καήκαμε!…



Φυσικά, η καταλανική κρίση είναι αρκούντως σοβαρή για να μην επιτρέπει τέτοιου είδους αστειότητες. Για να μιλήσουμε λοιπόν σοβαρά, ο Ραχόι και οι δικοί του δεν είναι ούτε “πυρομανείς”, ούτε ηλίθιοι, ούτε ανεπαρκείς και άφρονες. Απλούστατα, είναι όμηροι των συμφερόντων που υπηρετούν και τα οποία συμφέροντα τούς έχουν τοποθετήσει εκεί όπου βρίσκονται: Στην εξουσία ενός Ισπανικού Κράτους που είναι από γεννησιμιού του “πυρομανές” όταν πρόκειται να καταπνίξει -συχνά στο αίμα- την εξέγερση των λαών και των εθνών του! Και όποιος έχει αμφιβολίες, καλό θα ήταν να θυμηθεί το παρελθόν διαμέσου των αιώνων και φυσικά, και το μεταπολιτευτικό παρόν αυτού του Ισπανικού Κράτους ο αρχηγός του οποίου (δηλαδή, ο βασιλιάς και η μοναρχία του) εφευρέθηκε και τοποθετήθηκε εκεί από τον...δικτάτορα Φράνκο.


Εν αρχή ο λόγος λοιπόν για αυτόν τον βασιλιά, η “σκληρή στάση” του οποίου απέναντι στο καταλανικό λαό δεν οφείλεται τάχα στη ροπή του στην “πυρομανία” αλλά απλούστατα στο γεγονός ότι η απόσχιση της Καταλονίας όχι μόνο θα στερήσει από αυτό το παράσιτο και το σόϊ του έναν ολάκερο λαό που τον θρέφει, αλλά και θα γίνει παράδειγμα προς μίμηση και για άλλους λαούς που ασφυκτιούν μέσα στον κρατικό ισπανικό ζουρλομανδύα. Τόση απλή είναι η εξήγηση του βασιλικού μένους κατά της καταλανικής απόσχισης, και όποιος κάνει ότι δεν την βλέπει είναι απλώς υποκριτής…



Και ο Ραχόι; Γιατί άραγε επιμένει τόσο πολύ να καταστείλει τους Καταλανούς, βάζοντας μάλιστα σε κίνδυνο την τάξη και την επικρατούσα ηρεμία (των νεκροταφείων) σε ολάκερη την Ευρώπη; Μια σχεδόν πλήρης απάντηση σε αυτό το ερώτημα θα απαιτούσε τουλάχιστον μερικές σελίδες κειμένου, και προφανώς δεν είναι δουλειά του παρόντος άρθρου. Ιδού όμως κάποια στοιχεία διευκρίνησης αυτού που ενοούμε όταν κάνουμε λόγο για ομηρία του Ραχόι από τα συμφέροντα που αυτός υπηρετεί. Και πριν απ’όλα, ο λόγος για την ισπανική φασιστική ακροδεξιά των νοσταλγών του Φράνκο, η οποία δεν έχει ποτέ αυτονομηθεί και εξακολουθεί από τότε που πέθανε ο δικτάτορας,να βρίσκει στέγη στο μεγάλο παραδοσιακό κόμμα της ισπανικής δεξιάς, δηλαδή στο Λαϊκό κόμμα (ΡΡ) του κ. Ραχόι.

Εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με ένα νεοναζιστικό “γκρουπούσκουλο” όπως είναι αυτά που δρούν εκτός PP, αλλά με ένα αληθινό “κόμμα μέσα στο κόμμα”, που διαθέτει σημαντικά ερείσματα μέσα στο Ισπανικό Κράτος και στους θεσμούς του, ενώ ταυτόχρονα ασκεί μια καθόλου αμελητέα κοινωνική και πολιτική (εκλογική) επιρροή. Ο λόγος αυτής της “παράδοξης” κατάστασης είναι απλός και καθόλου άγνωστος: Αντίθετα με ό,τι συνέβη στη χώρα μας με την έστω και ελιπέστατη και επιφανειακή εκκαθάριση του χουντικού παρελθόντος, η ισπανική “αποχουντοποίηση” παραμένει έως σήμερα ανεκπλήρωτο όνειρο! Η μοναρχία και ο βασιλιάς της που ο δικτάτορας κληροδότησε -ή μάλλον, φόρεσε καπέλλο- στους υπηκόους του παραμένει αρχηγός του Κράτους (και του στρατού) και τα ονόματα -και οι αδριάντες(!)- του Φράνκο και των συνεργατών του εξακολουθούν να κοσμούν τους δρόμους και τις πλατείες όλης της χώρας, με εξαίρεση την Καταλονία και τη Χώρα των Βάσκων.

Άμεση συνέπεια αυτής της “παράδοξης” κατάστασης είναι ότι, ειδικά σε στιγμές κρίσης σαν κι αυτή που βιώνουμε αυτό το καιρό, το πάνω χέρι μέσα στο κυβερνών κόμμα έχουν οι νοσταλγοί του Φράνκο (που διψούν για αίμα) χωρίς τους οποίους δεν μπορεί όμως να κάνει ο “μετριοπαθής” κ. Ραχόι. Και αυτό επειδή η συνεχώς απειλούμενη τα τελευταία χρόνια διάσπαση των σκληροπυρηνικών νοσταλγών του Φράνκο, θα καταδίκαζε το κυβερνών Λαϊκό κόμμα όχι απλώς να βρεθεί μόνιμα στην αντιπολίτευση αλλά και να κινδυνεύσει να εξαφανιστεί από το προσκήνιο της ισπανικής πολιτικής ζωής!

Ο παραπάνω είναι ένας από τους πολλούς λόγους που εξηγούν την άκαμπτη και ιδιαίτερα βίαιη κατασταλτική στάση του Ραχόι και των δικών του απέναντι στον καταλανικό λαό. Ωστόσο, όλοι αυτοί οι επιμέρους λόγοι αποκτούν όλο το νόημα τους επειδή υποτάσσονται τελικά σε έναν μεγάλο: Στην έντονη απειλή που συνιστά η υπό εξέλιξη εξέγερση του καταλανικού λαού για τα ταξικά συμφέροντα της κάστας των “από πάνω” της Καταλονίας, της Ισπανίας, της Ευρώπης και όλου του κόσμου! Και οφείλουμε να αναγνωρίσουμε, ότι και αυτή τη φορά, το ταξικό ένστινκτο των κυβερνώντων και των αφεντικών τους αποδεικνύεται αλάνθαστο! Έχουν απόλυτο δίκιο να φοβούνται και για αυτό συσπειρώνονται και ενώνουν τις δυνάμεις τους για να λυγίσουν αυτόν τον γενναίο καταλανικό λαό...αδιαφορώντας πλήρως (σκασίλα τους!) για το αν κάποιοι επιμένουν να ξορκίζουν το κακό αποκαλώντας τους...”πυρομανείς”.

Όμως, προσοχή. Η ιστορία μας δεν ολοκληρώνεται σε αυτό το σημείο, έχει και συνέχεια. Και αυτή η συνέχεια αφορά αποκλειστικά εκείνους που νομίζουν ότι φορτώνοντας το επαπειλούμενο “κακό” στην δήθεν “πυρομανία” ενός Ραχόι, θα εξευμενίσουν τους ταξικούς αντιπάλους που θα τους αφήσουν στην ησυχία τους. Δυστυχώς, τα πράγματα δεν εξελίσσονται έτσι καθώς ο κύριος και πρώτος διδάξας την περί “πυρομανούς Ραχόι” θεωρία ηγέτης του Podemos Πάμπλο Ιγκλέσιας, δέχεται εδώ και λίγες μέρες τα όλο και πιο έντονα πυρά της ισπανικής δεξιάς που τον κατηγορεί ότι είναι και αυτός… υποστηρικτής των καταλανών αποσχιστών και ίσως ακόμα και κρυπτο-ανεξαρτιστής!


Το τελικό συμπέρασμα δεν απέχει πολύ από εκείνο που έπρεπε να είχε βγει στη δεκαετία του 1930, αλλά δυστυχώς δεν βγήκε ποτέ, γεγονός που οδήγησε την ανθρωπότητα σε απίστευτες τραγωδίες με πολλές δεκάδες εκατομμύρια νεκρούς: Επειδή η καταλανική κρίση είναι καταδικασμένη να εξαχθεί και πέραν του Ισπανικού Κράτους, και επειδή θα τείνει να προκαλέσει ιδιαίτερα άγριες και βίαιες αντιπαραθέσεις, καλό θα ήταν να παύσουν κάποιοι να προσφεύγουν σε -εξάλλου αναποτελεσματικές- απόπειρες εξευμενισμού του ταξικού αντιπάλου ο οποίος, στην ώρα της κρίσης, δεν ξέρει να κάνει και δεν θα κάνει διακρίσεις. Η δήμαρχος Βαρκελώνης Άντα Κολάου φαίνεται ότι συνειδητοποίησε την παραπάνω αλήθεια και αποφάσισε τώρα να συνταχθεί με τους αποσχιστές έστω και διατηρώντας την αντίθεσή της στην ανεξαρτησία, αφού πρώτα διέρρηξε την συμμαχία της στο δήμο Βαρκελώνης με την καταλανική σοσιαλδημοκρατία (PSC) επειδή αυτή ψηφίζει το ελευθεροκτόνο άρθρο 155. Το ίδιο αποφάσισε να πράξει και η καταλανική οργάνωση (Podem) του Podemos, ερχόμενη έτσι σε ρήξη με την εθνική ηγεσία του κόμματος στη Μαδρίτη, ενώ βαθαίνει από ώρα σε ώρα η κρίση στο καταλανικό Σοσιαλιστικό κόμμα και απειλεί να το τινάξει στον αέρα, καθώς ακόμα και ανώτερα στελέχη του (δήμαρχοι, δημοτικοί σύμβουλοι,…) καταγγέλουν την ηγεσία του που στηρίζει το άρθρο 155.



Για το καλό λοιπόν όλων και πριν είναι πολύ αργά, μήπως ήλθε η ώρα να δούμε να γίνονται τώρα ανάλογες σωτήριες αναθεωρήσεις και εδώ, στη δική μας ευρύτερη αριστερά; Και ας μην τρέφει κανείς αυταπάτες ότι “κρίση είναι θα περάσει” και θα υπερισχύσει και πάλι το δίκιο του ισχυρότερου. Βρισκόμαστε ακόμα μόνο στην αρχή μιας αναμέτρησης με άγνωστη τελική έκβαση, που όχι μόνο θα ταρακουνήσει συθέμελα την Ευρώπη των “από πάνω” αλλά και θα θέσει την υπάρχουσα ευρωπαϊκή αριστερά όλων των αποχρώσεων και ευαισθησιών αντιμέτωπη με ιστορικής σημασίας υπαρξιακά διλήμματα που εκκρεμούν εδώ και δεκαετίες και ζητούν επιτακτικά απάντηση...






​ΠΗΓΗ: www.contra-xreos.gr

Γιώργος Σεφέρης: Η ομιλία του στη Στοκχόλμη

$
0
0
Στις 24 Οκτωβρίου 1963 ανακοινώνεται η βράβευση και στις 10 Δεκεμβρίου 1963, ο Γιώργος Σεφέρης τιμάται με το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Αυτή είναι η ιστορική, για την ελληνικότητα, ομιλία του στο Δημαρχείο της Στοκχόλμης, λίγο μετά από την τελετή απονομής.
Η ομιλία έλαβε χώρα στις 10 Δεκεμβρίου, στο επίσημο δείπνο που δόθηκε στο δημαρχείο της Στοκχόλμης, μετά την τελετή απονομής του Νόμπελ.
(Ο Γιώργος Σεφέρης παραλαμβάνει το Νόμπελ Λογοτεχνίας από τον Βασιλιά της Σουηδίας Γουσταύο-Αδόλφο.)
Τούτη την ώρα αισθάνομαι πως είμαι ο ίδιος μια αντίφαση. Αλήθεια, η Σουηδική Ακαδημία έκρινε πως η προσπάθειά μου σε μια γλώσσα περιλάλητη επί αιώνες, αλλά στην παρούσα μορφή της περιορισμένη, άξιζε αυτή την υψηλή διάκριση. Θέλησε να τιμήσει τη γλώσσα μου, και να – εκφράζω τώρα τις ευχαριστίες μου σε ξένη γλώσσα*. Σας παρακαλώ να μου δώσετε τη συγγνώμη που ζητώ πρώτα πρώτα από τον εαυτό μου.

Ανήκω σε μια χώρα μικρή. Ένα πέτρινο ακρωτήρι στη Μεσόγειο, που δεν έχει άλλο αγαθό παρά τον αγώνα του λαού του, τη θάλασσα, και το φως του ήλιου. Είναι μικρός ο τόπος μας, αλλά η παράδοσή του είναι τεράστια και το πράγμα που τη χαρακτηρίζει είναι ότι μας παραδόθηκε χωρίς διακοπή. Η ελληνική γλώσσα δεν έπαψε ποτέ της να μιλιέται. Δέχτηκε τις αλλοιώσεις που δέχεται καθετί ζωντανό, αλλά δεν παρουσιάζει κανένα χάσμα. Άλλο χαρακτηριστικό αυτής της παράδοσης είναι η αγάπη της για την ανθρωπιά· κανόνας της είναι η δικαιοσύνη. Στην αρχαία τραγωδία, την οργανωμένη με τόση ακρίβεια, ο άνθρωπος που ξεπερνά το μέτρο πρέπει να τιμωρηθεί από τις Ερινύες. O ίδιος νόμος ισχύει και όταν ακόμη πρόκειται για φυσικά φαινόμενα: «Ήλιος ουχ υπερβήσεται μέτρα» λέει ο Ηράκλειτος· «ει δε μη, Ερινύες μιν Δίκης επίκουροι εξευρήσουσιν».
Η ελληνική γλώσσα δεν έπαψε ποτέ της να μιλιέται. Δέχτηκε τις αλλοιώσεις που δέχεται καθετί ζωντανό, αλλά δεν παρουσιάζει κανένα χάσμα.

Συλλογίζομαι πως δεν αποκλείεται ολωσδιόλου να ωφεληθεί ένας σύγχρονος επιστήμων, αν στοχαστεί τούτο το απόφθεγμα του Ίωνα φιλοσόφου. Όσο για μένα συγκινούμαι παρατηρώντας πως η συνείδηση της δικαιοσύνης είχε τόσο πολύ διαποτίσει την ελληνική ψυχή, ώστε να γίνει κανόνας και του φυσικού κόσμου. Και ένας από τους διδασκάλους μου**, των αρχών του περασμένου αιώνα, γράφει: «…θα χαθούμε, γιατί αδικήσαμε…». Αυτός ο άνθρωπος ήταν αγράμματος· είχε μάθει να γράφει στα τριάντα πέντε χρόνια της ηλικίας του. Αλλά στην Ελλάδα των ημερών μας, η προφορική παράδοση πηγαίνει μακριά στα περασμένα όσο και η γραπτή. Το ίδιο και η ποίηση. Είναι για μένα σημαντικό το γεγονός ότι η Σουηδία θέλησε να τιμήσει και τούτη την ποίηση και όλη την ποίηση γενικά, ακόμη και όταν αναβρύζει ανάμεσα σ’ ένα λαό περιορισμένο. Γιατί πιστεύω πως τούτος ο σύγχρονος κόσμος όπου ζούμε, ο τυραννισμένος από το φόβο και την ανησυχία, τη χρειάζεται την ποίηση. Η ποίηση έχει τις ρίζες της στην ανθρώπινη ανάσα – και τι θα γινόμασταν, αν η πνοή μας λιγόστευε; Είναι μια πράξη εμπιστοσύνης – κι ένας Θεός το ξέρει αν τα δεινά μας δεν τα χρωστάμε στη στέρηση εμπιστοσύνης.
Όταν, στο δρόμο της Θήβας, ο Oιδίπους συνάντησε τη Σφίγγα κι αυτή του έθεσε το αίνιγμά της, η απόκρισή του ήταν: ο άνθρωπος. Τούτη η απλή λέξη χάλασε το τέρας.

Παρατήρησαν, τον περασμένο χρόνο, γύρω από τούτο το τραπέζι, την πολύ μεγάλη διαφορά ανάμεσα στις ανακαλύψεις της σύγχρονης επιστήμης και στη λογοτεχνία· παρατήρησαν πως ανάμεσα σ’ ένα αρχαίο ελληνικό δράμα και ένα σημερινό η διαφορά είναι λίγη. Ναι, η συμπεριφορά του ανθρώπου δε μοιάζει να έχει αλλάξει βασικά. Και πρέπει να προσθέσω πως νιώθει πάντα την ανάγκη ν’ ακούει τούτη την ανθρώπινη φωνή που ονομάζουμε ποίηση. Αυτή τη φωνή που κινδυνεύει να σβήσει κάθε στιγμή από στέρηση αγάπης και ολοένα ξαναγεννιέται. Κυνηγημένη, ξέρει πού να ‘βρει καταφύγιο· απαρνημένη, έχει το ένστικτο να πάει να ριζώσει στους πιο απροσδόκητους τόπους. Γι’ αυτή δεν υπάρχουν μεγάλα και μικρά μέρη του κόσμου. Το βασίλειό της είναι στις καρδιές όλων των ανθρώπων της γης. Έχει τη χάρη ν’ αποφεύγει πάντα τη συνήθεια, αυτή τη βιομηχανία. Χρωστώ την ευγνωμοσύνη μου στη Σουηδική Ακαδημία, που ένιωσε αυτά τα πράγματα· που ένιωσε πως οι γλώσσες, οι λεγόμενες περιορισμένης χρήσης, δεν πρέπει να καταντούν φράχτες, όπου πνίγεται ο παλμός της ανθρώπινης καρδιάς· που έγινε ένας Άρειος Πάγος ικανός: να κρίνει με αλήθεια επίσημη την άδικη μοίρα της ζωής, για να θυμηθώ το Σέλλεϋ, τον εμπνευστή, καθώς μας λένε, του Αλφρέδου Νομπέλ, αυτού του ανθρώπου που μπόρεσε να εξαγοράσει την αναπόφευκτη βία με τη μεγαλοσύνη της καρδιάς του.

Σ’ αυτό τον κόσμο, που ολοένα στενεύει, ο καθένας μας χρειάζεται όλους τους άλλους. Πρέπει ν’ αναζητήσουμε τον άνθρωπο, όπου και να βρίσκεται. Όταν, στο δρόμο της Θήβας, ο Oιδίπους συνάντησε τη Σφίγγα κι αυτή του έθεσε το αίνιγμά της, η απόκρισή του ήταν: ο άνθρωπος. Τούτη η απλή λέξη χάλασε το τέρας. Έχουμε πολλά τέρατα να καταστρέψουμε. Ας συλλογιστούμε την απόκριση του Oιδίποδα.



*Η ομιλία γράφτηκε από τον Σεφέρη στα γαλλικά και μεταφράστηκε ‒όπως παρατίθεται εδώ‒ από τον ίδιο. (Περιλαμβάνεται στις «Δοκιμές» του, στον Β’ τόμο, εκδόσεις Ίκαρος).
**Ο Σεφέρης αναφέρεται στον Μακρυγιάννη



Πηγή : Andro.gr [ http://www.andro.gr/empneusi/giwrgos-seferis/ ]

Πέθανε ο Γουόλτερ Λάσαλι, ο οσκαρικός κινηματογραφιστής του «Ζορμπά»

$
0
0
Ο βραβευμένος με Οσκαρ για την ταινία του «Αλέξης Ζορμπάς» κινηματογραφιστής Γουόλτερ Λάσαλι άφησε την τελευταία του πνοή, σε ηλικία 91 ετών, στο Γενικό Νοσοκομείο Χανίων, όπου νοσηλευόταν το τελευταίο διάστημα.
Γεννημένος στη Γερμανία το 1926 από Βρετανούς γονείς, ο Γουόλτερ έδειξε από πολύ μικρή ηλικία την κλήση και την αγάπη του για τη φωνογραφία. Ερωτευμένος με τη ζωή, όπως ο ίδιος συνεχώς δήλωνε, τον 1991 παντρεύτηκε τη Νάντια, ινδιάνα που γνώρισε σε ένα από τα ταξίδια του. Για το ταξίδι του μέλιτος αποφάσισαν να επιστρέψουν σε όλα τα μέρη όπου ο Γουόλτερ είχε βρεθεί είτε για ταινία, είτε για φωτογράφηση. Έτσι βρέθηκαν και στον Σταυρό Ακρωτηρίου, όπου είχε γυρίσει την Ταινία «Αλέξης Ζορμπάς» με τον Άντονυ Κουίν, και αποφάσισαν να εγκατασταθούν εκεί. Τρία χρόνια αργότερα η Νάντια πέθανε και ο Λάσαλι απομονώθηκε σε ένα μικρό σπιτάκι δίπλα στη θάλασσα, όπου ζούσε παρέα με τα τέσσερα σκυλάκια του και περνούσε τις ώρες του προσπαθώντας να φτιάξει το προσωπικό αρχείο του, ταξινομώντας, παράλληλα, τις σκέψεις του και τις μνήμες του με τη βοήθεια φωτογραφιών από όλα τα ταξίδια του στον κόσμο, ιδιαίτερα από την παλιά Κρήτη, για την οποία συνεχώς μιλούσε σε όποιον συναντούσε.

Ο Γουόλτερ είχε εκφράσει την επιθυμία να βρεθεί δίπλα στον Μίκη Θεοδωράκη, ο οποίος πριν από δύο εικοσιτετράωρα βρέθηκε στα Χανιά για την ονοματοδοσία θεάτρου, στο Παλιό Λιμάνι, που φέρει πλέον το όνομα του μεγάλου συνθέτη, ο οποίος είχε υπογράψει και τη μουσική του «Αλέξη Ζορμπά». Όμως δεν τα κατάφερε, καθώς σήμερα το πρωί πέθανε στο νοσοκομείο. Ακόμη, όμως, και αυτές τις ώρες ο Γουόλτερ έρχεται αντιμέτωπος με το πείσμα του να μην αφήσει τη Κρήτη. Δεν υπάρχει συγγενής στην Ελλάδα για να αναγνωρίσει και να υπογράψει τα απαραίτητα χαρτιά για την κηδεία του. Παράλληλα, πριν λίγο καιρό είχε στείλει στην Αγγλία το διαβατήριό του για ανανέωση, το οποίο ακόμη δεν έχει επιστρέψει, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει ούτε η απαραίτητη ταυτότητα που χρειάζονται οι υπηρεσίες. Φίλοι του Λάσαλι προσπαθούν να ξεπεράσουν τα συγκεκριμένα εμπόδια επιβεβαιώνοντας για ακόμη μία φορά το αστείο που έλεγε, ενίοτε, ο Γουόλτερ: «Και ακίνητος να μείνω, σαν σε πόζα φωτογραφίας, δύσκολα θα με ξεφορτωθείτε από τον Σταυρό».

Το Όσκαρ της ταινίας «Αλέξης Ζορμπάς» το είχε διαθέσει σε επιχείρηση εστίασης της παραλίας του Σταυρού, όπου είχαν γίνει τα γυρίσματα της ταινίας, για να μπει σε προθήκη και να το θαυμάζει ο κόσμος. Όμως, το Όσκαρ χάθηκε όταν η συγκεκριμένη επιχείρηση καταστράφηκε ολοσχερώς από φωτιά.

Ήταν τέτοιο το πάθος τού Λάσαλι για ζωή, που, αν και τον τελευταίο χρόνο κινείτο με αναπηρικό αμαξίδιο, αποδέχτηκε πρόσκληση για να μιλήσει σε ένα συνέδριο στο Μιλάνο της Ιταλίας. Μάλιστα, τα κανόνισε όλα μόνος του. Έφτασε στο αεροδρόμιο, ταξίδεψε, συμμετείχε στο συνέδριο και επέστρεψε στον Σταυρό Ακρωτηρίου με ένα πλατύ χαμόγελο, τονίζοντας: «Για τα ταξίδια δεν χρειάζεσαι πόδια… Απόφαση χρειάζεσαι, όνειρο χρειάζεσαι και εμπιστοσύνη στους συνταξιδιώτες της ζωής… ».

Καλά γυρίσματα Γουόλτερ στα ουράνια πλατό, όπου δεν χρειάζεται να ρυθμίσεις τον φωτισμό… Μιας και εκεί είναι άπλετος. 


tovima.gr

24 Οκτωβρίου, Παραμονή της Ρωσικής Επανάστασης 1917 του Τζον Ριντ

$
0
0

του Τζον Ριντ

Η κυβέρνηση Κερένσκι επιχειρεί να κατασχέσει την επίσημα παράνομη εφημερίδα των μπολσεβίκων, που κυκλοφορεί σε δεκάδες χιλιάδες φύλλα. Επίσης εξαπολύει επίθεση στο κτήριο Σμόλνι τηςΠετρούπολης, όπου στεγάζεται η Κεντρική Επιτροπή των Μπολσεβίκων και η Επανατατική Στρατιωτική Επιτροπή. Η επίθεση αποτυγχάνει. Αργά το βράδυ οΤρότσκι επικεφαλής των Κόκκινων Φρουρών καταλαμβάνει όλες τις γέφυρες του ποταμού Νέβα μέσα στην πόλη με εξαίρεση μια. Τις ίδιες νυκτερινές ώρες ο Λένιν φτάνει στο Σμόλνι και τίθεται επικεφαλής του Σοβιέτ των Εργατών και των στρατιωτικών τους δυνάμεων. Στη φωτογραφία μια από τις πρωινές διαδηλώσεις της ημέρας στο Πέτρογκραντ. Ο ανταποκριτής του Σχεδίου Β Τζον Ριντ τηλεγραφεί σήμερα:

Πετρούπολη 24 Οκτώβρη

Οι πρωινές εφημερίδες ανακοίνωσαν, ότι η κυβέρνηση απαγόρευσε τις εφημερίδες «Νέα Ρωσία», «Ζωντανός Λόγος», «Εργατικός Δρόμος» και «Στρατιώτης» και διέταξε τη σύλληψη των καθοδηγητών του Σοβιέτ της Πετρούπολης και των μελών της Στρατιωτικής Επαναστατικής επιτροπής.

Καθώς διέσχιζα την πλατεία των Ανακτόρων, κάτω από την αψίδα του γενικού επιτελείου πέρασαν γρήγορα με θόρυβο μερικές μοίρες πυροβολικού της σχολής ευελπίδων και τάχθηκαν μπροστά στα ανάκτορα. Το πελώριο κόκκινο κτίριο του γενικού επιτελείου είχε ασυνήθιστη κίνηση. Μπροστά στις πόρτες στέκονταν κάμποσα αυτοκίνητα, αδιάκοπα έρχονταν κι έφευγαν όλο και νέα αυτοκίνητα με αξιωματικούς. Ο λογοκριτής ήταν αναστατωμένος σαν μικρό παιδί, που το πήγαν στο τσίρκο. «Ο Κερένσκι, μου είπε, μόλις πήγε στο Σοβιέτ της δημοκρατίας να υποβάλει παραίτηση!» Έτρεξα στα ανάκτορα του Μαρίνσκι και πρόφτασα ν’ ακούσω το τέλος του γεμάτου πάθους και σχεδόν ασυνάρτητου λόγου του Κερένσκι, που ήταν όλο περιαυτολογίες και φαρμακερές επιθέσεις ενάντια στους πολιτικούς του αντιπάλους.

«Για να σας φέρω αποδείξεις, έλεγε ο Κερένσκι, θα σας διαβάσω εδώ τις πιο χτυπητές θέσεις από μια σειρά προκηρύξεις που δημοσιεύτηκαν στην εφημερίδα «Εργατικό Δρόμος», από τον καταζητούμενο εγκληματία του κράτους Ουλιάνοφ- Λένιν. Σε μια σειρά προκηρύξεις με τον τίτλο «Γράμμα προς τους συντρόφους» ο εγκληματίας αυτός του κράτους καλούσε το προλεταριάτο της Πετρούπολης και το στρατό να επαναλάβουν το πείραμα της 3-5 του Ιούλη και υπόδειχνε την ανάγκη να προβούν στην άμεση ένοπλη εξέγερση…

Παράλληλα μ’ αυτές τις εκκλήσεις έγιναν στις συνελεύσεις και τα συλλαλητήρια μια σειρά ομιλίες άλλων καθοδηγητών του κόμματος των μπολσεβίκων, με τις οποίες καλούσαν το λαό σε άμεση ένοπλη εξέγερση. Σχετικά, πρέπει να σημειώσουμε ιδιαίτερα την ομιλία του προέδρου του Σοβιέτ των εργατών και στρατιωτών βουλευτών της Πετρούπολης, του Μπρονστέιν- Τρότσκι…

Μια σειρά ομιλίες και άρθρα του «Εργατικού Δρόμου» και του «Στρατιώτη» στο ύφος και το στυλ μοιάζουν με τα άρθρα της «Νέας Ρωσίας».

Έχουμε να κάνουμε όχι τόσο με το κίνημα τούτου ή εκείνου του πολιτικού κόμματος, όσο με την εκμετάλλευση της πολιτικής αμάθειας και των εγκληματικών ενστίκτων ενός μέρους του πληθυσμού, έχουμε να κάνουμε με μια ειδική οργάνωση που βάζει για σκοπό της να προκαλέσει οπωσδήποτε στη Ρωσία ένα αυθόρμητο κύμα καταστροφής και πογκρόμ.»

«Ο Εργάτης κι ο Στρατιώτης» κυκλοφόρησε πια. Σ’ όλη την πρώτη σελίδα του δημοσιεύονταν με κεφαλαία γράμματα η έκκληση της Στρατιωτικής Επαναστατικής Επιτροπής: «Στρατιώτες! Εργάτες! Πολίτες»

Η Στρατιωτική Επαναστατική Επιτροπή αποφασίζει:
Όλες οι επιτροπές των συνταγμάτων, των λόχων και των διοικήσεων μαζί με τους κομισάριους των Σοβιέτ, όλες οι επαναστατικές οργανώσεις, πρέπει να συνεδριάζουν αδιάκοπα, συγκεντρώνοντας όλες τις πληροφορίες για τα σχέδια και τις ενέργειες των συνωμοτών.
Ούτε ένας στρατιώτης δεν πρέπει ν’ απουσιάζει από το τμήμα του χωρίς την έγκριση της επιτροπής.
Να σταλούν αμέσως στο ινστιτούτο Σμόλνι δύο αντιπρόσωποι από κάθε τμήμα και πέντε από κάθε αχτίδα των Σοβιέτ.
Για όλες τις ενέργειες των συνωμοτών να ειδοποιείται αμέσως το ινστιτούτο Σμόλνι.
Όλα τα μέλη του Σοβιέτ της Πετρούπολης κι όλοι οι αντιπρόσωποι του Πανρωσικού συνεδρίου των Σοβιέτ καλούνται αμέσως στο ινστιτούτο Σμόλνι σε έκτακτη συνεδρίαση.

Η αντεπανάσταση σήκωσε το εγκληματικό της κεφάλι.

Όλες τις κατακτήσεις και τις ελπίδες των στρατιωτών, των εργατών και των αγροτών τις απειλεί θανάσιμος κίνδυνος. Οι δυνάμεις όμως της επανάστασης ξεπερνούν κατά πολύ τις δυνάμεις των εχθρών της.

Η υπόθεση του λαού βρίσκεται σίγουρα χέρια. Οι συνωμότες θα συντριβούν. Καμιά ταλάντευση και αμφιβολία. Σταθερότητα, ψυχραιμία, θάρρος και αποφασιστικότητα.

Ζήτω η επανάσταση!

Η Στρατιωτική Επαναστατική Επιτροπή».

Το Σοβιέτ της Πετρούπολης συνεδρίαζε αδιάκοπα στο Σμόλνι, όπου ήταν το κέντρο της θύελλας. Οι αντιπρόσωποι ξάπλωναν και κοιμούνταν εκεί στο πάτωμα και μετά ξυπνούσαν για να πάρουν μέρος στη συζήτηση. Ο Τρότσκι, ο Κάμενεφ, ο Βολοντάρσκι μιλούσαν από 6, από 8, από 12 ώρες την ημέρα. Κατέβηκα στο πρώτο πάτωμα, στο 18ο δωμάτιο, όπου γινόταν σύσκεψη των μπολσεβίκων- αντιπροσώπων. Η διαπεραστική φωνή κάποιου ομιλητή, που δεν φαινόταν πίσω από το πλήθος, βεβαίωνε με πεποίθηση: «Οι συμβιβαστές μιλούν πως απομονωθήκαμε. Μην δίνετε σημασία σ’ αυτούς! Στο κάτω της γραφής αυτοί θα υποχρεωθούν ναρθούν μαζί μας ή να μείνουν χωρίς οπαδούς…»

Ο ομιλητής σήκωσε προς τα πάνω ένα κομματάκι χαρτί: «Τους πήραμε κιόλας με το μέρος μας! Τώρα μόλις ήρθε μια αντιπροσωπεία από μενσεβίκους και εσέρους και λένε πως κατακρίνουν τις ενέργειές μας, όμως αν η κυβέρνηση επιτεθεί ενάντια μας, αυτοί δε θα ταχθούν ενάντια στην προλεταριακή υπόθεση!»

Θύελλα από ενθουσιώδικες φωνές…

Επιμέλεια: ο φίλος από το Λένινγκραντ

sxedio-b.gr

Πάμπλο Πικάσο: ‘Η τέχνη είναι ένα ψέμα που μας βοηθάει να ανακαλύψουμε την αλήθεια’

$
0
0
“Όλοι θέλουν να καταλάβουν τη ζωγραφική. Γιατί δεν προσπαθούν να καταλάβουν το κελάηδημα των πουλιών; Τους αρέσει η νύχτα, ένα λουλούδι, τόσα πράγματα γύρω τους, χωρίς να τα καταλαβαίνουν. Γιατί πρέπει οπωσδήποτε να καταλάβουν τη ζωγραφική;”

Ο Πάμπλο Πικάσο (25-10-1881–1973) θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους καλλιτέχνες του 20ου αιώνα. Μία καλλιτεχνική ιδιοφυΐα που κατάφερε να φτάσει στην κορυφή. Δημιουργός του κυβισμού και του κολάζ, δύο στυλ που επηρέασαν τους ζωγράφους των γενεών που ακολούθησαν μέχρι και σήμερα. Είναι γνωστός σε όλους για τα έργα του, το μοναδικό
του στυλ και την πρωτοπορία του. Ενώ η τέχνη του φαίνεται αρχικά ιδιαίτερα περίπλοκη, τα θέματα των έργων του είναι συνήθως πολύ απλά, όπως η ειρήνη, η αγάπη, η ζωή και ο θάνατος, η καθημερινότητα και η φύση των ανθρώπων. Με τις τεχνοτροπίες του κατάφερε να τα κάνει κατανοητά στους ανθρώπους και να τα θυμούνται όσος καιρός και αν περάσει. Αν και ο Πικάσο ήταν πρώτα απ'όλα ζωγράφος, εργάστηκε επίσης με μικρά κεραμικά και χάλκινα γλυπτά, ενώ έγραψε ακόμη και ποιήματα.

Αν και θεωρείται ένας από τους πρωτοπόρους του μοντέρνου κινήματος, το πλήθος των διαφορετικών στυλ που χαρακτηρίζει το έργο του κάνει δύσκολη την κατάταξή του σε συγκεκριμένο ρεύμα. Ο Πικάσο είναι ένας από τους παραγωγικότερους ζωγράφους όλων των εποχών. Για τους λόγους αυτούς τα πολυάριθμα έργα του χωρίζονται σε περιόδους:
Η Γαλάζια Περίοδος (1901–1904) χαρακτηρίζεται από τη χρήση γαλάζιων και γαλαζοπράσινων τόνων, συναισθηματική φόρτιση και θέματα όπως πόρνες, επαίτες και καλλιτέχνες.
Στη Ροζ Περίοδο (1904–1906) κυριαρχούν οι γήινοι και ρόδινοι τόνοι και μια πιο αισιόδοξη διάθεση, ενώ τα κύρια θέματά του γίνονται οι ακροβάτες και οι αρλεκίνοι.



Στην Αφρικανική περίοδο (1906–1909) οι φόρμες είναι επηρεασμένες από αφρικανικά αντικείμενα και εξελίσσονται οδηγώντας στον κυβισμό (οι Δεσποινίδες της Αβινιόν).
Αναλυτικός Κυβισμός (1909–1912) είναι η τεχνική που δημιούργησε μαζί με τον Georges Braque στην οποία τα αντικείμενα αναλύονται σε βασικά σχήματα
Στον Συνθετικό Κυβισμό (1912–1919) χρησιμοποίησαν την τεχνική του κολλάζ για να συνθέσουν τις μορφές με τη χρήση κομματιών χαρτιού.
Από το 1920 και μετά το έργο του χαρακτηρίζεται από μια στροφή στον κλασικισμό αλλά και τον σουρεαλισμό, στη γλυπτική αλλά και τη χρήση μικτών τεχνικών ως τα τελευταία χρόνια της ζωής του.

Σημαντική θέση στο έργο του έχει η τόσο πολύτιμη και φυσικά διαχρονική αξία της ειρήνης. Ο Πάμπλο Πικάσο είναι ο δημιουργός του Περιστεριού της Ειρήνης, ζωγραφίζοντάς το και δίνοντάς του τη σημασία που έχει σήμερα. Του δίνει ζωή ξανά στον μοντέρνο πια δικό του κόσμο μέσα από μια λιθογραφία που εμφανίζεται για πρώτη φορά δημόσια στην αφίσα για το Παγκόσμιο Συνέδριο Ειρήνης, που θα λάμβανε χώρα στο Παρίσι.

Φυσικά, η Γκουέρνικα (Γκερνίκα) είναι το πιο γνωστό του έργο, εξολοκλήρου αφιερωμένο στον τρόμο του πολέμου και κατά συνέπεια στην ανάδειξη της ειρήνης. Ήταν παραγγελία της δημοκρατικής κυβέρνησης της Ισπανίας για μια έκθεση στο Παρίσι το 1937. Ο Πικάσο εμπνεύστηκε το έργο όταν, κατά τη διάρκεια του Ισπανικού Εμφυλίου Πολέμου, Γερμανοί πιλότοι της αεροπορίας των εθνικιστών βομβάρδισαν την κωμόπολη Guernica της Χώρας των Βάσκων. Στο βομβαρδισμό εκείνο σκοτώθηκαν 1.650 άνθρωποι και ισοπεδώθηκε το 70% της πόλης με 32 τόνους εκρηκτικά. Το έργο του Πικάσο είναι μία τεράστια ελαιογραφία (3,49 x 7,77 μ.), που περιγράφει την απανθρωπιά, τη βιαιότητα και την απόγνωση του πολέμου. Δείχνει ένα σκηνικό θανάτου, με διαμελισμένα ζώα και ανθρώπους, γυναίκες να κλαίνε, κρατώντας νεκρά μωρά και κατεστραμμένα κτίρια. Αρχικά ο Πικάσο πειραματίστηκε με χρώμα, αλλά τελικά κατέληξε στο άσπρο-μαύρο και αποχρώσεις του γκρι, για να δώσει έτσι μεγαλύτερη ένταση στο θέμα. Πολλές φορές μετακίνησε τις φιγούρες πριν καταλήξει στην οριστική τους θέση.



“Κάθε πράξη δημιουργίας είναι πρώτα μια πράξη καταστροφής.”

Λέγεται πως όταν οι Γερμανοί εισήλθαν στο Παρίσι κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, στην προσπάθειά τους να βρουν καλλιτεχνικούς θησαυρούς και να τους κατασχέσουν, ένας Γερμανός αξιωματικός έδειξε σε φωτογραφία το συγκεκριμένο πίνακα στον ίδιο τον Πικάσο που είχε προσαχθεί, ρωτώντας τον:
-Αυτόν τον πίνακα εσείς τον κάνατε;
Κι εκείνος απάντησε: -Όχι, εσείς!



Ο πίνακας εκτέθηκε τον Ιούλιο του 1937 στη Διεθνή Έκθεση των Παρισίων και συγκέντρωσε το γενικό ενδιαφέρον. Μετά την επικράτηση του Φράνκο, το 1939, η Γκουέρνικα βρήκε προσωρινό καταφύγιο στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης (ΜΟΜΑ). Το 1968 ο Φράνκο εξέφρασε την επιθυμία να εκτεθεί ο πίνακας στην Ισπανία. Ο Πικάσο αρνήθηκε και εξουσιοδότησε το ΜΟΜΑ να επιστρέψει τον πίνακα μόλις αποκατασταθεί στη χώρα του η δημοκρατία. Αυτό έγινε το 1975, όταν πέθανε ο Φράνκο κι ενώ ο Πικάσο είχε φύγει από τη ζωή, δύο χρόνια νωρίτερα. Το 1981 η «Γκουέρνικα» επέστρεψε στα πάτρια εδάφη και αποτέλεσε ένα από τα σπουδαιότερα εκθέματα του Μουσείου «Πράδο» της Μαδρίτης. Από το 1992 κοσμεί το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης Βασίλισσα Σοφία της Μαδρίτης.


κείμενο_πωλίνα_ταϊγανίδου
επιμέλεια_τάσος_θώμογλου+εύη_μούρνου

Η μεγάλη Ρωσική επανάσταση

$
0
0
Στη Ρωσία, η κατάσταση ήταν δραματική. Ο καλόγερος Ρασπούτιν επηρέαζε την τσαρίνα και αυτή τον τσάρο. Οι ικανοί υπουργοί και αξιωματούχοι απομακρύνονταν και τις θέσεις τους έπαιρναν οι ευνοούμενοι του Ρασπούτιν, ενώ ο λαός πεινούσε, αν δεν θεριζόταν στα πεδία των μαχών.
Το καλοκαίρι του 1916, η κατάσταση έφτασε στο απροχώρητο καθώς ο στρατηγός Αλεξέι Μπρουσίλοφ έκανε τη μεγάλη επίθεση κατά του αυστριακού στρατού, για να ανακουφίσει τους Γάλλους στο Βερντέν και τους Ιταλούς στις μάχες με την Αυστροουγγαρία. Περίπου ένα εκατομμύριο ήταν οι Ρώσοι νεκροί, ενώ, παρά την αρχική επιτυχία, η σκιά της ήττας βάραινε στηΡουμανία. Το σύνθημα των μπολσεβίκων για άμεση ειρήνευση έβρισκε όλο και πιο πολλούς οπαδούς. Η κατακραυγή στρεφόταν ανοιχτά πια κατά του τσάρου, της αριστοκρατίας και των στρατηγών.

Ένας πρίγκιπας, ένας μεγάλος δούκας κι ένας βουλευτής προσπάθησαν ν'ανακόψουν την πορεία προς την καταστροφή δολοφονώντας τον Ρασπούτιν, τον Δεκέμβριο του 1916. Ήταν αργά. Οι διαδηλώσεις, οι απεργίες κι οι εξεγέρσεις σάρωναν τη χώρα. Τα απαγορευμένα σοβιέτ (συμβούλια των εργατών) ξεφύτρωναν παντού με τον έλεγχό τους να περνά στους μπολσεβίκους.

Βυθισμένος στον κόσμο του, ο τσάρος διέταξε τον Ιανουάριο του 1917 νέα επίθεση προς τη Γαλικία και τη Βουκοβίνα. Απέτυχε. Η πορεία των στρατιωτικών επιχειρήσεων πέρασε σε δεύτερη μοίρα, καθώς η επανάσταση υπέβοσκε στην απέραντη χώρα. Οι τρομακτικές σε έμψυχο υλικό απώλειες προκαλούσαν στάσεις στον στρατό και στο ναυτικό και εξεγέρσεις των εργατών στις πόλεις.

Οι λαϊκές εξεγέρσεις είχαν τρομάξει τους οπαδούς της απολυταρχικής μοναρχίας αλλά και εκείνους της συνταγματικής βασιλείας. Μακριά από το αγριεμένο πλήθος, ο τσάρος Νικόλαος Β’ βρισκόταν στο μέτωπο, αρχιστράτηγος των στρατευμάτων του. Ηγέτης των οπαδών της συνταγματικής βασιλείας, ο πρόεδρος της Δούμας, Ροντζιάνκο, του έστειλε επιστολή με την οποία τον εκλιπαρούσε να παραχωρήσει στον λαό συνταγματικά δικαιώματα, ώστε να αποφευχθούν τα χειρότερα. Σε απάντηση, ο τσάρος διέταξε τη διάλυση της Δούμας. Ο Ροντζιάνκο διάβασε την τσαρική εντολή στην ολομέλεια του σώματος και διακήρυξε ότι η Δούμα αρνείται να διαλυθεί. Δυο τάγματα της τσαρικής φρουράς και τα σοβιέτ των εργατών τάχθηκαν στο πλευρό της. Μοιραία, συνταγματικοί και δημοκράτες οδηγήθηκαν σε συμμαχία. Ο τσάρος διέταξε τον στρατό να χτυπήσει. Οι στρατιώτες αρνήθηκαν.

Στις 8 Μαρτίου (23 Φεβρουαρίου, σύμφωνα με το Ιουλιανό ημερολόγιο), ξέσπασαν στην Αγία Πετρούπολη απεργίες και διαδηλώσεις που εξελίχθηκαν σε επανάσταση. Η κυβέρνηση παραιτήθηκε. Οι μοναρχικοί υπέδειξαν στον τσάρο να παραιτηθεί υπέρ του γιου του. Δεν θέλησε να τον αποχωριστεί και παραιτήθηκε υπέρ του αδελφού του, Μιχαήλ (15 Μαρτίου 1917). Ο Μιχαήλ έβαλε όρο η ανάρρησή του στον θρόνο να εγκριθεί από εθνοσυνέλευση. Τέτοια ώρα, τέτοια λόγια.

Στις 21 του μήνα, ο Νικόλαος Β’ και η οικογένειά του συνελήφθησαν. Η Δούμα ψήφισε τη μετατροπή του πολιτεύματος σε δημοκρατία. Στις 22, οι Ηνωμένες Πολιτείες έγιναν η πρώτη χώρα, που αναγνώριζε τη Ρωσία ως δημοκρατία. Πρωθυπουργός ανέλαβε ο Γεώργιος Ευγένιεβιτς Λβοφ (Lwow), με τον Αλέξανδρο Κερένσκι αρχικά υπουργό Δικαιοσύνης κι αμέσως έπειτα υπουργό Στρατιωτικών της νέας κυβέρνησης Μιλιούκοφ.

Ο Αλέξανδρος Φιοντόροβιτς Κερένσκι (Kerensky) γεννήθηκε στα 1870. Στα 1912, εκλέχτηκε μέλος της Δούμας. Στα 1917, εκπροσωπούσε το Σοσιαλεπαναστατικό κόμμα, το μεγαλύτερο από τα επαναστατικά κόμματα. Στις 22 Μαΐου 1917 (4 Ιουνίου, με το νέο ημερολόγιο), διόρισε τον στρατηγό Μπρουσίλοφ αρχιστράτηγο των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων. Την 1ηΙουλίου, διέταξε μεγάλη επίθεση στο μέτωπο της Γαλικίας. Γερμανοί και Αυστριακοί αιφνιδιάστηκαν. Δεν ενεργούσαν επιθέσεις στο ρωσικό μέτωπο, καθώς περίμεναν να δουν προς τα πού πάει η κατάσταση, επειδή η ρωσική κυβέρνηση είχε ταχθεί υπέρ της ειρήνης.

Η επίθεση «Κερένσκι – Μπρουσίλοφ», όπως ονομάστηκε, ανακόπηκε στις 19 Ιουλίου, ύστερα από γερμανική αντεπίθεση. Τον Αύγουστο, οι ρωσικές δυνάμεις είχαν υποχωρήσει πάνω από 150 χμ. Θα συνέχιζαν την υποχώρηση, αν οι Γερμανοί δεν σταματούσαν την προέλαση, επειδή χρειάζονταν τους στρατιώτες στο δυτικό μέτωπο. Όμως, στρατιωτικό κίνημα είχε ήδη από τις 16 Ιουλίου εκδηλωθεί στη Ρωσία. Μέσα από αυτό, ο Κερένσκι αναδείχτηκε νέος πρωθυπουργός με τον στρατηγό Λαβρ Γεωργίεβιτς Κορνίλοφ (Kornilov) να τον υποστηρίζει. Ο Κερένσκι τον διόρισε αρχιστράτηγο (19 του μήνα). Ο Μπρουσίλοφ παραμερίστηκε. Θα γινόταν στρατιωτικός σύμβουλος και επιθεωρητής ιππικού από το 1920 ως το 1924, οπότε αποσύρθηκε. Πέθανε το 1926.

Τον ίδιο καιρό, ο Κερένσκι εξέδωσε δυο διατάγματα: Το πρώτο καταργούσε την ιεραρχία στο στράτευμα και όριζε οι αποφάσεις να παίρνονται με ψηφοφορία στην οποία μετείχαν και οι απλοί στρατιώτες. Το δεύτερο διακήρυσσε τη διανομή των γαιών. Από τα δέκα εκατομμύρια των Ρώσων στρατιωτών, οι περισσότεροι ήταν μουζίκοι (χωρικοί που εργάζονταν στα μεγάλα τσιφλίκια ως δουλοπάροικοι). Μαθαίνοντας ότι στα χωριά τους μοιράζονταν τα τσιφλίκια, τα παρατούσαν κι έφευγαν για τις πατρίδες τους. Με την εξέλιξη της εκστρατείας να παίρνει διαστάσεις καταστροφής, οι μπολσεβίκοι κατέβασαν τους εργάτες στους δρόμους με συνθήματα υπέρ της ειρήνης. Ο Κερένσκι ήταν οπαδός της «τελικής νίκης». Άρχισε διωγμούς εναντίον τους. Η διάσπαση σοσιαλιστών και κομμουνιστών ήταν γεγονός. Κι από την άλλη πλευρά, ο Κορνίλοφ απαιτούσε επαναφορά της ιεραρχίας κι αποκατάσταση των αξιωματικών. Η όλη κατάσταση γινόταν τραγελαφική.

Αρχές Σεπτεμβρίου, ο Κορνίλοφ αποπειράθηκε να κάνει πραξικόπημα. Απέτυχε καθώς οι κοζάκοι αρνήθηκαν να χτυπήσουν. Ο Κορνίλοφ φυλακίστηκε, ενώ οι μπολσεβίκοι έριξαν το σύνθημα: «Όλη η εξουσία στα σοβιέτ».



Η επανάσταση των μπολσεβίκων

Στις 7 Νοεμβρίου 1917 (25 Οκτωβρίου με το παλιό ημερολόγιο και γι’ αυτό «Οκτωβριανή»), ξέσπασε η μεγάλη ρωσική επανάσταση. Την ημέρα εκείνη, ξεκινούσε στην Πετρούπολη το 2ο συνέδριο των σοβιέτ, με τον Λένιν να το μετατρέπει σε επαναστατικό και, μέσα από αυτό, να διευθύνει τον αγώνα. Γράφει ο Τζον Ριντ:

ΩΡΑ 3 ΤΟ ΠΡΩΙ: «...Ο Καπελίνσκι πρότεινε εκ μέρους των μενσεβίκων διεθνιστών να εκλεγεί μια ειδική επιτροπή για να βρει μια ειρηνική λύση για την αποφυγή του εμφύλιου πολέμου. «Δεν υπάρχει καμιά ειρηνική λύση!», φώναξε το πλήθος: «Μοναδική λύση είναι η νίκη». Η πρόταση απορρίφθηκε με συντριπτική πλειοψηφία και οι μενσεβίκοι διεθνιστές αποχώρησαν μέσα σε θύελλα από κοροϊδίες και βρισιές...».

ΩΡΑ 5.17’ ΤΟ ΠΡΩΙ: «...Ο Κριλένκο, τρικλίζοντας από την κούραση, ανέβηκε στο βήμα μ’ ένα τηλεγράφημα στο χέρι. «Σύντροφοι! Από το Βόρειο Μέτωπο. Η 10η Στρατιά χαιρετίζει το Συνέδριο των Σοβιέτ, αναγγέλλοντας τη δημιουργία Στρατιωτικής Επαναστατικής Επιτροπής, που ανέλαβε τη διοίκηση του Βόρειου Μετώπου». Πανδαιμόνιο. Οι άνθρωποι έκλαιγαν αγκαλιάζοντας ο ένας τον άλλο. «Ο στρατηγός Τσερμίσοφ αναγνώρισε την επιτροπή...».

«...Έτσι, ο Λένιν και οι εργάτες της Πετρούπολης αποφάσισαν την εξέγερση...».

Είχε τελειώσει η 7η Νοεμβρίου του 1917, η πιο αποφασιστική από τις «Δέκα μέρες που συγκλόνισαν τον κόσμο». Ξημέρωνε 8 Νοεμβρίου του 1917 και κανένας δεν κοιμόταν: «...Ένα ολόκληρο έθνος ξεσηκωνόταν μέσα σε δυνατές βροντές καταιγίδας...», γράφει ο Τζον Ριντ που περιέγραψε λεπτό προς λεπτό την επανάσταση των μπολσεβίκων στο κλασικό πια βιβλίο του, στον πρόλογο του οποίου ευθαρσώς σημειώνει: «Στην πάλη αυτή, δεν ήμουν ουδέτερος».

Την επομένη, 8 Νοεμβρίου 1917, το Συμβούλιο των Κομισάριων του λαού καθιερώθηκε ως η νέα κυβέρνηση της χώρας και διόρισε τον Λένιν πρόεδρό του, τον Τρότσκι Κομισάριο εξωτερικών και τον Στάλιν Κομισάριο εθνοτήτων. Η κυβέρνηση Κερένσκι έπεσε. Ο ίδιος μπήκε σε ένα αυτοκίνητο με βρετανική σημαία, κρύφτηκε στο μέτωπο ως τον Μάιο του 1918, διέφυγε στη Βρετανία, πέρασε στη Γαλλία και προσπάθησε να οργανώσει αντεπανάσταση. Απέτυχε. Πέθανε το 1970, στη Νέα Υόρκη.

Ο Κορνίλοφ κατόρθωσε να δραπετεύσει. Οργάνωσε «εθελοντικό στρατό» και πολέμησε την επανάσταση. Σκοτώθηκε σε μια μάχη, τον επόμενο Απρίλιο (1918). Τον διαδέχτηκε στην αρχηγία των αντεπαναστατών ο Αλέξανδρος Ντενίκιν.

Ως τον Δεκέμβριο του 1917, η εξουσία είχε περάσει στα σοβιέτ, όπου οι μπολσεβίκοι πλειοψηφούσαν κάτω από την ηγεσία του Λένιν. Χτιζόταν η Σοβιετική Ένωση, που θα είχε να αντιπαλέψει με μύριους εχθρούς, ώσπου να σταθεί στα πόδια της.



Οι συμφωνίες του Μπρεστ Λιτόφσκ

Πρόεδρος της επιτροπής της 2ης στρατιάς, ο Νικόλαος Βασίλιεβιτς Κριλένκο ήταν, τις κρίσιμες ώρες της επανάστασης, μέλος του συμβουλίου άμυνας. Με την επικράτηση των μπολσεβίκων έγινε αρχιστράτηγος. Στις 26 Νοεμβρίου 1917, έστειλε ραδιοτηλεγράφημα στην ανώτατη διοίκηση του γερμανικού στρατού, προτείνοντας διαπραγματεύσεις με σκοπό την ειρήνη. Οι Γερμανοί συμφώνησαν με ευχαρίστηση. Το «παύσατε πυρ» στο ανατολικό μέτωπο έγινε αιτία να ξεσπάσουν πρωτοφανείς εκδηλώσεις συναδέλφωσης καθώς οι πρώην εχθροί έβγαιναν από τα χαρακώματα κι αγκαλιάζονταν σε ένα τρελό πανηγύρι. Στις 5 Δεκεμβρίου, στο Μπρεστ Λιτόφσκ (στη Λευκορωσία, σήμερα), συναντήθηκαν εκπρόσωποι της Γερμανίας και του νέου καθεστώτος της Ρωσίας και συμφώνησαν η ανακωχή να ξεκινήσει τυπικά από τις 21 του μήνα και την επομένη (22) να αρχίσουν οι διαπραγματεύσεις ειρήνης.

Για τους μπολσεβίκους, τα πράγματα δεν ήταν καθόλου απλά. Απειλήθηκε διάσπαση, καθώς οι μισοί ήθελαν ανακωχή με κάθε θυσία και οι άλλοι μισοί απαιτούσαν μη συνδιαλλαγή με τον κάιζερ. Στις 9 Ιανουαρίου 1918, επικεφαλής της ρωσικής αντιπροσωπείας ορίστηκε ο Τρότσκι που ανέλαβε να βρει λύση. Με διάφορες προφάσεις, παρέτεινε τις συνομιλίες όσο μπορούσε. Στις 18 του μήνα, οι Γερμανοί πρότειναν τη δημιουργία ανεξάρτητων κρατών στην Πολωνία και τη Βαλτική που αποτελούσαν εδάφη της πρώην τσαρικής αυτοκρατορίας. Ο Τρότσκι ζήτησε διακοπή των συνομιλιών για διαβουλεύσεις με την μπολσεβίκικη κυβέρνηση. Έπεισε τους απρόθυμους συντρόφους του με το θρυλικό «ούτε πόλεμος ούτε ειρήνη», αυτό που, ονομάστηκε «μη πόλεμος». Τον ίδιο καιρό, οι Γερμανοί είχαν χωριστές συνομιλίες με τους εθνικιστές Ουκρανούς. Στις 8 Φεβρουαρίου, κατέληξαν σε συμφωνία. Η Ουκρανία χάθηκε για τους μπολσεβίκους (θα την ανακτούσαν στα 1919). Οι διαπραγματεύσεις διακόπηκαν στις 10 του μήνα. Στις 18, οι Γερμανοί κατάγγειλαν τη συμφωνία ανακωχής.

Τα νέα έπεσαν σαν κεραυνός στο μέτωπο. Οι Ρώσοι πουλούσαν στους αντιπάλους τους τα όπλα, τα κανόνια κι ό,τι άλλο μπορούσε να πουληθεί κι εγκατέλειπαν το μέτωπο. Προκλήθηκε χάος. Ο Λένιν απείλησε να παραιτηθεί, αν οι μπολσεβίκοι δεν έφταναν σε συμφωνία με τους Γερμανούς. Οι διαπραγματεύσεις ξανάρχισαν. Στις 3 Μαρτίου 1918, κατέληξαν σε συμφωνία. Η Ρωσία έχανε Πολωνία, Βαλτική και Φιλανδία. Στις 15 Μαρτίου, η συνθήκη επικυρώθηκε από τη ρωσική ηγεσία. Οκτώ μήνες αργότερα, με τη Γερμανία νικημένη, θα ακυρώνονταν. Για την ώρα, η νέα ηγεσία της Ρωσίας απαλλασσόταν από τον μπελά του πολέμου.

Από τις 7 Μαρτίου του 1918, οι μπολσεβίκοι άλλαξαν την ονομασία του κόμματος σε «Ρωσικό Κομμουνιστικό κόμμα».


Η κατάληψη των Χειμερινών Ανακτόρων

$
0
0
Για τη σημερινή επέτειο της Οχτωβριανής Επανάστασης παρουσιάζουμε μια μαρτυρία του Ν. Ποντοβοϊσκι* για την έφοδο στα χειμερινά ανάκτορα και την κατάληψή τους, που από ένα βιβλίο των εκδόσεων Α/συνέχεια, με τον τίτλο: "Η επανάσταση του Οκτώβρη - Αναμνήσεις και μαρτυρίες των πρωταγωνιστών".
*Νικολάι Ποντβοϊσκι: Γεννήθηκε το 1880. Μέλος του ΣΔΕΚΡ από το 1901. Εργάστηκε στην παρανομία στην Ουκρανία, στο Μπακού και την Πετρούπολη, στο Γιαροσλάβ και στην Κοστρόμα, στο Ιβάνοβο-Βοζνεσένσκι και άλλες πόλεις. Μετά την επανάσταση του Φεβρουαρίου, που έριξε τον τσάρο, εκλέχτηκε μέλος της ΕπιτροπήςΠετρούπολης του Μπολσεβίκικου Κόμματος. Υπήρξε ένας από τους οργανωτές και ηγέτες της στρατιωτικής οργάνωσης της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΔΕΚΡ (μπ). Στο διάστημα της προετοιμασίας και της ένοπλης εξέγερσης του Οκτώβρη ήταν μέλος της Επαναστατικής Στρατιωτικής Επιτροπής κι ένας από τους ηγέτες της εφόδου στα Χειμερινά Ανάκτορα. Το επόμενο διάστημα κατέλαβε υπεύθυνες θέσεις στον πολιτικό και στρατιωτικό τομέα, μέχρι το θάνατό του, το 1948.


Η ΚΑΤΑΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΕΙΜΕΡΙΝΩΝ ΑΝΑΚΤΟΡΩΝ

Στις 25 Οκτώβρη ξεκίνησαν οι εργασίες του 2ου Πανρωσικού Συνεδρίου των Σοβιέτ των εργατών και στρατιωτών βουλευτών. Προτάθηκε να θέσουμε το Συνέδριο μπροστά στο τετελεσμένο γεγονός της πτώσης της Προσωρινής Κυβέρνησης. Η καθυστέρηση στην κατάληψη των Χειμερινών Ανακτόρων ανησυχούσε έντονα το Σμόλνι. Κάθε λεπτό αναμονής έμοιαζε μια ώρα. Ο Β. Ι. Λένιν έστειλε σε εμένα, στον Αντόνοφ και στον Τσουντνόβσκι δεκάδες σημειώματα στα οποία μας επέπληττε ότι καθυστερούσαμε την έναρξη του Συνεδρίου: "Είναι δυνατόν να ξεκινήσουν οι εργασίες του Συνεδρίου, τη στιγμή που ακόμα δεν έχουν καταληφθεί τα Χειμερινά Ανάκτορα;"

Με ακόμα μεγαλύτερη αγωνία οι στρατιώτες περιμένουν τη στιγμή της εφόδου. Ζητούσαν συνεχώς διευκρινίσεις για το λόγο που δε δινόταν το σύνθημα να αρχίσει η επιχείρηση. Τα αποσπάσματα των κοκκινοφρουρών, αποτελούμενα από εργάτες, ήταν λιγότερο ανυπόμονα. Είχαν συγκεντρωθεί στην πρώτη γραμμή, μετακινούνταν στοιχημένοι, σίγουροι για τον εαυτό τους και με μεγάλη αξιοπρέπεια, φυλούσαν σκοπιά με μεγάλη προσοχή.

Οι γραμμές των ανδρών ώρα με την ώρα πλησίαζαν όλο και περισσότερο προς την πλατεία των Χειμερινών Ανακτόρων και πύκνωναν όλο και πιο πολύ. Στις 6 το απόγευμα, είχαν καταλάβει όλα τα σταυροδρόμια και τα σημεία άμυνας κατά μήκος του ποταμού Νέβα, του Ναυστάθμου και των Ανακτόρων, της Παραθαλάσσιας οδού, κατά μήκος της λεωφόρου Νιέφσκι και στο βουλεβάρτου Κονογκβαρντέτσκι, που ήταν αναγκαία για να μπορέσει να ξεκινήσει η έφοδος.

Ο κλοιός των ανθρώπων απλωνόταν από τον περίβολο των Χειμερινών Ανακτόρων, ο οποίος έχει πέσει ήδη στα χέρια μας, από το τόξο που από την Παραθαλάσσια οδό καταλήγει στην πλατεία των Χειμερινών Ανακτόρων, από την τάφρο κοντά στο Ερμιτάζ, από την αρχή του κήπου του Αλεξάνδρου, που έφτανε ως την πλατεία των Χειμερινών Ανακτόρων, ως τις γωνιές του Ναυστάθμου και της λεωφόρου Νιέφσκι. Στην οδό Μιλιόναγια, κατά μήκος του ποταμού και στα σημεία τα εκτεθειμένα στα εχθρικά πυρά, οι στρατιώτες μας είχαν καταλάβει κάθε σημείο που θα μπορούσε να τους προστατέψει και είχαν γίνει ένα με τα τοιχώματα από γρανίτη.

Παντού επικρατούσε ένταση και αναμονή της στιγμής της εφόδου. Στα μετόπισθεν οι στρατιώτες ήταν μαζεμένοι γύρω από φωτιές και κάπνιζαν μέσα στο σκοτάδι. Η ανυπομονησία αύξανε όσο περνούσε η ώρα. Άρχισαν να γκρινιάζουν. Ήθελαν να επιτεθούν τώρα αμέσως, πέταγαν κουβέντες περιπαιχτικές:
-Οι μπολσεβίκοι άρχισαν να κάνουν διπλωματία!

Οι γιούνκερ, οχυρωμένοι πίσω από σωρούς ξύλων στις πύλες των Ανακτόρων, παρακολουθούσαν με προσοχή τις κινήσεις της εμπροσθοφυλακής μας και σε κάθε μας μετακίνηση απαντούσαν με τουφεκιές και πυροβολισμούς.

Ενώ εμείς ετοιμαζόμασταν για την έφοδο, μέσα στα Χειμερινά Ανάκτορα ο Π. Ι. Παλτσίνσκι, σαν υπεύθυνος για την προστασία της Προσωρινής Κυβέρνησης, μιλούσε στους γιούνκερ που είχαν αρχίσει να ταλαντεύονται, στους κοζάκους και στους στρατιώτες των ταγμάτων εφόδου του Αγίου Γεωργίου, καθώς και στο τάγμα γυναικών. Τους είπε ότι οι ενισχύσεις έφταναν από στιγμή σε στιγμή, ότι ο Κερένσκι θα έφερνε στρατιωτικές μονάδες από το μέτωπο. Με αυτές τις υποσχέσεις, κατόρθωσε να ξεγελάσει τα μέλη της κυβέρνησης και τους υπερασπιστές των Ανακτόρων. Αυτό όμως κράτησε μόνο λίγες ώρες.

Στις έξι το απόγευμα στάλθηκε στην Προσωρινή Κυβέρνηση το πρώτο τελεσίγραφο παράδοσης. Τα κανόνια του καταδρομικού Αβρόρα και του φρουρίου Πετροπαβλόφσκ σημάδευαν τα Χειμερινά Ανάκτορα, και θα 'πρεπε λογικά να έχουν υπαγορεύσει στους πολιορκημένους την απάντηση.

Αργότερα μου ζήτησαν περισσότερες από μία φορά να ξεκαθαρίσω γιατί, αν και είχα τις δυνάμεις αλλά και τη δυνατότητα να τελειώνω με την Προσωρινή Κυβέρνηση από τις έξι το απόγευμα κιόλας, το καθυστερήσαμε τόσο πολύ. Εγώ απαντούσα ως εξής: σίγουρα, η θέση μας στα Χειμερινά Ανάκτορα ήταν τέτοια, ώστε έφτανε να δοθεί το σύνθημα για επίθεση κι αυτά θα έπεφταν στα χέρια μας. Άξιζε όμως τον κόπο να χυθεί έστω και μια σταγόνα από το αίμα των επαναστατών, εάν μπορούσαμε να έχουμε το ίδιο αποτέλεσμα αναγκάζοντας τον αντίπαλο να παραδώσει τα όπλα, κι αφού κάθε λεπτό που περνούσε όλο και περισσότερες στρατιωτικές δυνάμεις εγκατέλειπαν τα Χειμερινά Ανάκτορα συνειδητοποιώντας ότι δεν είχαν άλλη λύση; Πράγματι, μετά το πρώτο τελεσίγραφο που απέρριψε η Προσωρινή Κυβέρνηση, έφυγαν οι κοζάκοι, έφυγε και μια πυροβολαρχία της Στρατιωτικής Ακαδημίας Κονσταντίν.

Στις οχτώ το βράδυ τους στείλαμε και δεύτερο τελεσίγραφο. Και πάλι την Προσωρινή Κυβέρνηση την εγκατέλειψε ένα ακόμη μέρος από τους υπερασπιστές της. Αποχώρησαν οι μονάδες του Αγίου Γεωργίου και το τάγμα γυναικών.
Κανένας δεν προσπάθησε να τους εμποδίσει, και τους άφησαν να βγουν από τα Ανάκτορα...

Στις γραμμές μας και στις κοντινές εφεδρείες, στη θέση της ανυπομονησίας, της ανησυχίας, της γκρίνιας κυριάρχησε τώρα ο ενθουσιασμός και η περηφάνεια. Ο ενθουσιασμός της νίκης τιθάσευσε την ψυχή των στρατιωτών.

Οι μαχητές αισθάνονταν ότι ζούσαν τον επίλογο του αγώνα για την εξουσία, που είχε κρατήσει οχτώ μήνες. Ήταν η τελευταία πράξη του αγώνα... Ο παλιός διεφθαρμένος κόσμος πέθαινε και μέσα από τη θύελλα, ξεπρόβαλλε ένας κόσμος νέος, ενθουσιώδης, χαρούμενος, αγαπημένος... δικός μας...

Συμμεριζόμασταν όλοι την καλή διάθεση των μαζών... Μαζί με το μέλος του γραφείου της στρατιωτικής μας οργάνωσης, τον Κ. Σ. Ερεμέεφ, επιθεώρησα τις θέσεις μας. Πλησιάσαμε στα μετόπισθεν. Στην έδρα του Αρχηγείου, γεμάτη συλληφθέντες, όλοι είχαν πέσει πάνω στα τηλέφωνα. Περίμεναν μια απάντηση: τελείωσε ή όχι; Εκεί σώσαμε και τον στρατηγό Μπαγκρατούνι, τον οποίο οι ναύτες κάποιου πληρώματος από τη Βαλτική ήθελαν να εκτελέσουν με συνοπτικές διαδικασίες.

Από το Αρχηγείο των πληρωμάτων της Βαλτικής πήραμε την παραποτάμια οδό του Ναυστάθμου και, μέσω της γέφυρας των Ανακτόρων, πήγαμε στο φρούριο Πετροπαβλόφσκ. Εδώ πήραμε μαζί μας το διοικητή του φρουρίου Γ.Ι. Μπλαγκονράνοφ και με πατημένα τα γκάζια του αυτοκινήτου τρέξαμε, από την οδό Μιλιόναγια, προς τα Χειμερινά Ανάκτορα. Ο ένας έδινε συγχαρητήρια στον άλλο: όλα είχαν τελειώσει χωρίς να πέσει ούτε μια κανονιά.

Το αυτοκίνητο, με πάντα αναμμένα τα φώτα, πέρασε τη γέφυρα της τάφρου του Ερμιτάζ... Ξαφνικά, ένα εκκωφαντικό κροτάλισμα, όμοιο με αυτό μιας μεγάλης ηλεκτρικής εκκένωσης, ο ήχος από τα πολυβόλα και τα ντουφέκια ανακατωμένα... μια βροχή από σφαίρες... μια στιγμή μεταξύ ζωής και θανάτου... Ο οδηγός παρ'όλη την ταχύτητα του αυτοκινήτου έκανε αμέσως όπισθεν και το αυτοκίνητο βρέθηκε στην κατωφέρεια της γέφυρας. Είχαμε σωθεί.

Προφανώς είχαμε βιαστεί να δώσουμε συγχαρητήρια ο ένας στον άλλο, μπερδεύοντας την επιθυμία μας με την πραγματικότητα! Τα "ζήτω!"και το θέαμα των αιχμαλωτισμένων ταγμάτων εφόδου τα οποία οδηγούσαμε στη φυλακή του φρουρίου Πετροπαβλόφσκ, μας είχαν ξεγελάσει. Στα Ανάκτορα βρισκόταν ακόμα το μεγαλύτερο μέρος των δυνάμεων της Προσωρινής Κυβέρνησης, οι γιούνκερ, που μας έκαναν να ζήσουμε μερικά λεπτά κάθε άλλο παρά όμορφα.

Έδωσα εντολή στον Γ.Ι. Μπλαγκονράνοφ να κατευθυνθεί στο φρούριο Πετροπαβλόφσκ και να δώσει το προσυμφωνημένο σύνθημα για επίθεση. Την ίδια στιγμή το καταδρομικό Αβρόρα θα 'πρεπε να αρχίσει τον κανονιοβολισμό των Ανακτόρων. Εγώ ο ίδιος κατευθύνθηκα προς τους κοκκινοφρουρούς, που βρίσκονταν στην πρώτη γραμμή.

Στη διαδρομή μου με σταμάτησε μια ομάδα μενσεβίκων, μελών της Δούμας. Παραπονιόντουσαν ότι δεν τους επέτρεπαν να πάνε στο Αρχηγείο, απ'όπου θα τηλεφωνούσαν στα Χειμερινά Ανάκτορα και θα έπειθαν την κυβέρνηση να "μην αφήσει να χυθεί αίμα".

Τους απάντησα ότι ήταν πια αργά για να αλλάξει η ροή των γεγονότων, που είχαν ήδη πάρει ένα δρόμο χωρίς γυρισμό, κι έτσι δεν ήταν ανάγκη να τηλεφωνήσουν. Εξάλλου κάτι τέτοιο ήταν αδύνατο: οι τηλεφωνικές γραμμές των Χειμερινών Ανακτόρων είχαν κοπεί. Και το να προσπαθήσουν να διασχίσουν την πλατεία ήταν αδύνατο: πυροβολούσαν και επικρατούσε βαθύ σκοτάδι. "Τραβάτε καλύτερα σπίτια σας", τους συμβούλεψα. Οι εκπρόσωποι της "δημοκρατίας"με παρακολουθούσαν με βλέμμα οργίλο και χαμένο.

Λίγες στιγμές... και, για πρώτη φορά μετά τη σύγκρουση των Δεκεμβριστών με την απολυταρχία [εξέγερση ευγενών και στρατιωτικών που κατεστάλη με αγριότητα στις 26 Δεκέμβρη του 1825), μετά από εκατό σχεδόν χρόνια σιωπής, στους δρόμους της Πετρούπολης σφύριζαν τα βλήματα των κανονιών όχι κατά του λαού, αλλά υπέρ του.

Μερικά βλήματα έσκασαν στους διαδρόμους των Χειμερινών Ανακτόρων. Μπήκε ένα τέλος στην αβεβαιότητα. Οι ναύτες, οι κοκκινοφρουροί, οι στρατιώτες, κάτω από τα διασταυρούμενα πυρά των πολυβόλων, διέσχισαν τα οδοφράγματα μπροστά στα Χειμερινά Ανάκτορα, διέλυσαν τους υπερασπιστές τους και ρίχτηκαν πάνω στην πύλη των Ανακτόρων... εισέβαλαν στο προαύλιο... ανέβηκαν σαν αέρας τις σκάλες... στα πλατύσκαλα συγκρούστηκαν με τους γιούνκερ... πέρασαν από πάνω τους... ρίχτηκαν στο δεύτερο πάτωμα.. κυνήγησαν μακριά τους κυβερνητικούς... διασκορπίστηκαν... ανέβηκαν στο τρίτο πάτωμα. Παντού στο πέρασμά τους νίκησαν τους γιούνκερ και τους άφησαν άφωνους... Οι γιούνκερ παρέδωσαν τα όπλα τους... οι στρατιώτες, οι κοκκινοφρουροί, οι ναύτες, σαν χείμαρρος ορμητικός, προχώρησαν ακόμα πιο μπροστά, ψάχνοντας τους ενόχους τόσων δεινών. Έσπασαν τις πόρτες των κλειδωμένων δωματίων... πλησίασαν την πόρτα που φύλαγαν οι τελευταίοι γιούνκερ, καρφωμένοι στη θέση τους λόγω του καθήκοντος, αλλά παράλυτοι από το φόβο.

-Εδώ βρίσκεται η Προσωρινή Κυβέρνηση!

Σημάδεψαν τους γιούνκερ με τις ξιφολόγχες: "Ουστ, δρόμο!". Σε μεγάλες ομάδες μπήκαν στην αίθουσα, ανάμεσά τους και ο Αντόνοφ-Οβσέενκο. Αυτό που ονόμαζαν Προσωρινή Κυβέρνηση βρισκόταν εδώ... σωματικά, αλλά σχεδόν πεθαμένοι... πεθαμένοι από φόβο!...

-Στο όνομα της Επαναστατικής Στρατιωτικής Επιτροπής των Σοβιέτ της Πετρούπολης καθαιρώ την Προσωρινή Κυβέρνηση, δηλώνει ο Β. Α. Αντόνοφ - Οβσέενκο. Είστε όλοι υπό κράτηση!

Οι καθαιρεμένοι κάτι πήγαν να ψελλίσουν περί υπεράσπισης των μαζών. Οι ναύτες τους έβγαλαν έξω από την αίθουσα. Ακούστηκαν φωνές: "Κερένσκι... Κερένσκι...", αυτός όμως την είχε κοπανήσει την παραμονή από την Πετρούπολη, δήθεν για να φέρει στρατεύματα από το μέτωπο.

Στους διαδρόμους ακούγονταν κραυγές αγανάκτησης, οργής, περιφρόνησης. Οι συλληφθέντες οδηγήθηκαν κάτω... στο προαύλιο... στην πύλη... στα οδοφράγματα... στην πλατεία των Χειμερινών Ανακτόρων...

Στην πλατεία οι οργισμένες φωνές αυξήθηκαν, εξαπλώθηκαν...
-Τουφέκισμα... θάνατος... θάνατος...

Ο Τερεστσένκο, ο Κονοβάλοφ και κάποιος άλλος τους αρπάζουν... οι κοκκινοφρουροί ηρεμούν ένα στρατιώτη:
-Ας μην κηλιδώσουμε το θρίαμβο του προλεταριάτου...
Απομάκρυναν τους οργισμένους στρατιώτες από τους συλληφθέντες. Οι κοκκινοφρουροί έφτιαξαν μια προστατευτική αλυσίδα γύρω από την πρώην κυβέρνηση:
-Εμπρός!

Η αλυσίδα ακολούθησε την οδό Μιλιόναγια, προς το φρούριο Πετροπαβλόφσκ. Στα κελιά που προόριζαν για τους επαναστάτες κατέληγαν τώρα οι εχθροί της επανάστασης.
Μια διαταγή: "Στις θέσεις σας!"και ολοκληρώθηκε η νικηφόρα 25η Οκτώβρη.

Το σύνταγμα Εγκέρσκι φρουρούσε τα γενικά επιτελεία και τα κτίρια που γειτονεύουν με την πλατεία των Χειμερινών Ανακτόρων.

Στα Χειμερινά Ανάκτορα ναύτες και στρατιώτες αισθανόντουσαν αφεντικά. Ερεύνησαν όλα τα δωμάτια. Τα πολύτιμα αντικείμενα προκαλούσαν περίεργες σκέψεις. Από το δωμάτιο του Νικολάι Ρομανόφ πήραν τα ξένα βιβλία με ακριβό δέσιμο. Πήραν ό,τι πολύτιμο. Αυτοί που ερευνούσαν το προαύλιο μπήκαν στις καντίνες των Ανακτόρων. Οι πεινασμένοι έπεσαν πάνω στις προμήθειες των τροφίμων: τα χοιρομέρια και τις μποτίλιες τις κουβάλησαν στην πλατεία και στους στρατώνες. Παρόλα αυτά οι πιο συνειδητοί στρατιώτες τους υπενθύμισαν την επαναστατική πειθαρχία. Οργανώθηκε αμέσως η φρουρά των Ανακτόρων. Επικεφαλής τοποθετήθηκε ο ναύτης Πριτσότκο. Η στιβαρή διοίκησή του έγινε αισθητή. Εκκένωσε αμέσως τα Ανάκτορα και τοποθέτησε παντού φρουρούς. Τώρα τα Ανάκτορα βρισκόντουσαν σε χέρια σίγουρα και δυνατά. Μετά από κάποιες ώρες, ο Ιγκνάτι Λβόβιτς Ζεβιαλτόφσκι διορίστηκε διοικητής και επίτροπος των Χειμερινών Ανακτόρων.

Τα μεσάνυχτα, στο Σμόλνι, στο Συνέδριο των Σοβιέτ, έφτασε το νέο της κατάληψης των Χειμερινών Ανακτόρων και της σύλληψης της πρώην Προσωρινής Κυβέρνησης. Δύο ώρες αργότερα ο Β. Α. Αντόνοφ Οβσέενκο ενημέρωσε ο ίδιος για τη μεταφορά των πρώην υπουργών στα κελιά του φρουρίου Πετροπαβλόφσκ.

Η είδηση της κατάληψης των Χειμερινών Ανακτόρων προκάλεσε αισθήματα χαράς και πανηγυρισμούς στο Συνέδριο.

Εγώ παρέμεινα στην πλατεία μέχρι που έφυγαν όλοι οι στρατιώτες. Οι φρουρές είχαν καταλάβει τις θέσεις τους. Τράβηξα προς το Σμόλνι. Ήταν δύο το πρωί. Πήγα στο Βλαντίμιρ Ιλίτς, δίπλα στον οποίο καθόταν ο Β. Ν. Μποντς-Μπρούεβιτς.

25 Οκτώβρη : Ανήμερα της Ρωσικής Επανάστασης του 1917 του Τζον Ριντ

$
0
0

Τα ξημερώματα οι επαναστατικές δυνάμεις κατέλαβαν το Ταχυδρομικό γραφείο, τους Σιδηροδρομικούς Σταθμούς, την Εταιρεία Ηλεκτρισμού και πολλά κυβερνητικά κτίρια στην Πετρούπολη. παρέμεναν ακόμα στα χέρια της κυβέρνησης Κερένσικ τα Χειμερινά Ανάκτορα, βασική της έδρα. Το μεσημέρι ο Κερένσκι φεύγει για το βορρά για να συναντήσει μονάδες του στρατού που είχαν ταχθεί ενάντια στην Επανάσταση. Στις 10.40 μ.μ. συγκλήθηκε το 2ο Πανρωσικό Συνέδριο των Σοβιέτ από όπου αποχώρησαν οι μενσεβίκοι και οι σοσιαλεπαναστάτες, στο κτίριο Σμόλνι. Εκεί έδρευαν και τα 26 μέλη της Κεντρικής Επιτροπής των
μπολσεβίκων (Οι δώδεκα από αυτούς εκτελέστηκαν στις εκκαθαρίσεις του 1930). Το κτίριο Σμόλνι, επιτελικό πια κέντρο της Επανάστασης ήταν προηγουμένως το πιο αριστοκρατικό οικοτροφείο θηλέων της Ρωσικής πρωτεύουσας υπό την αιγίδα της τσαρίνας(φωτογραφία). Ο ανταποκριτής του Σχεδίου β στην Αγία Πετρούπολη Τζον Ριντ μεταδίδει την τελευταία ανταπόκριση.

Την Τετάρτη στις 25 του Οκτώβρη σηκώθηκα πολύ αργά. Όταν βγήκα στη λεωφόρο Νέβσκι, στο φρούριο του Πετροπαβλόφσκ βρόντηξε μεσημεριάτικα το κανόνι. Η μέρα ήταν υγρή και κρύα… Απέναντι στις κλειδωμένες πόρτες της Κρατικής τράπεζας στέκονταν κάμποσοι στρατιώτες με αφ’ όπλου λόγχη.

«Ποιοι είστε σεις;», ρώτησα. «Με την κυβέρνηση είστε;» «Δεν υπάρχει πια κυβέρνηση!» απάντησε με χαμόγελο ένας στρατιώτης. «Δόξα το θεό!». Αυτό ήταν όλο που κατάφερα να μάθω απ’ αυτόν.

Στη λεωφόρο Νέβσκι, όπως πάντα κινούνταν τα τραμ. Απ’ έξω κρέμονταν άντρες, γυναίκες και παιδιά. Τα μαγαζιά ήταν ανοιχτά και γενικά ο δρόμος σαν να είχε πιο ήρεμη όψη, παρά στις παραμονές. Τη νύχτα οι τοίχοι γέμισαν με καινούριες προκηρύξεις και εκκλήσεις που καλούσαν ενάντια στην εξέγερση. Απευθύνονταν στους αγρότες, στους στρατιώτες του μετώπου, στους εργάτες της Πετρούπολης.

Αγόρασα ένα φύλλο του «Εργατικού Δρόμου», εφημερίδα των μπολσεβίκων, της μοναδικής, όπως φαίνεται, εφημερίδας που κυκλοφορούσε. Λίγο αργότερα μπόρεσα ν΄ αγοράσω από ένα στρατιώτη για πενήντα καπίκια μια «Ημέρα» που την είχε διαβάσει πια. Η μποσελβίκικη εφημερίδα, τυπωμένη σε μεγάλο σχήμα, στο κατασχεμένο τυπογραφείο της «Ρωσικής Θέλησης», άρχιζε με τον πολύστηλο τίτλο «Όλη η εξουσία στα Σοβιέτ των εργατών, των στρατιωτών και των αγροτών! Ειρήνη! Ψωμί! Γη!».

Το κύριο άρθρο ήταν υπογραμμένο από τον Ζηνόβιεφ, που κρύβονταν, όπως κι ο Λένιν. Να η αρχή του:

«Κάθε στρατιώτης, κάθε εργάτης, κάθε αληθινός σοσιαλιστής, κάθε τίμιος δημοκράτης δεν μπορούν να μη δουν πως η επαναστατική σύγκρουση που ωρίμασε, τραβάει για άμεση λύση.»

Η «Ημέρα» έδινε συνοπτικές πληροφορίες για τα γεγονότα της θυελώδικης νύχτας. Οι μπολσεβίκοι κατέλαβαν το τηλεφωνικό κέντρο, το σιδηροδρομικό σταθμό της Βαλτικής και το τηλεγραφείο, οι ευέλπιδες του Πέτερχοφ δεν μπορούν να περάσουν στην Πετρούπολη, οι κοζάκοι ταλαντεύονται, πιάστηκαν μερικοί υπουργοί, σκοτώθηκε ο διοικητής της αστυνομίας της πόλης Μέγιερ, συλλήψεις, κοντρασυλλήψεις, συμπλοκές ανάμεσα στις στρατιωτικές περιπολίες, στους ευέλπιδες και τους κοκκινοφρουρούς…

Το στρατιωτικό ξενοδοχείο στη γωνία της πλατείας Ισακίεφ ήταν κυκλωμένο από ένοπλους ναύτες. Στο προαύλιο μαζεύτηκαν αρκετοί κομψοί αξιωματικοί. Έκοβαν βόλτες εμπρός- πίσω και σιγοκουβέντιαζαν μεταξύ τους. Οι ναύτες δεν τους επέτρεπαν να βγουν στο δρόμο.

Άξαφνα έπεσε ένας πυροβολισμός κι άρχισε ανταλλαγή πυρών. Πετάχτηκα έξω. Τριγύρω στο μέγαρο Μαρίνσκι, όπου συνεδρίαζε το Συμβούλιο της Ρωσικής δημοκρατίας, συνέβαινε κάτι το ασυνήθιστο. Μια αλυσίδα από στρατιώτες διέσχιζε διαγώνια τη φαρδυά πλατεία. Οι στρατιώτες κρατούσαν έτοιμα τα όπλα και κοίταζαν προς τη σκεπή του ξενοδοχείου.

«Προβοκάτσια! Μας πυροβολούν», φώναξε ένας απ’ αυτούς. Ένας άλλος έτρεξε προς την είσοδο.

Στη δυτική γωνία του μεγάρου στεκόταν ένα μεγάλο θωρακισμένο αυτοκίνητο με κόκκινη σημαία και με μια φρέσκια επιγραφή «Σ.Ε.Σ.Β.». (Σοβιέτ των εργατών και στρατιωτών βουλευτών). Όλα τα πολυβόλα του ήταν στραμμένα προς την εκκλησία του Ισαακίεφσκι. Η έξοδος προς τη Νόβαγια ήταν κλεισμένη με οδοφράγματα φτιαγμένα με βαρέλια, κιβώτια, παλιά στρώματα, αναποδογυρισμένα βαγόνια. Στο τέλος της ακτής Μόικ ήταν οδοφράγματα από σωρούς ξύλων. Κοντά κούτσουρα από τη γειτονική αποθήκη ήταν τοποθετημένα κατά μήκος του κτιρίου και σχημάτιζαν προκάλυμμα.

«Λοιπόν, εδώ θα γίνει μάχη;» ρώτησα.

«Γρήγορα, γρήγορα», απάντησε ανήσυχα ένας στρατιώτης. «Πέρνα σύντροφε, να μη σούρθει καμιά! Να, από κείνη την πλευρά θάρθουν…» κι έδειξε προς την πλευρά του Ναυαρχείου.

«Και ποιοι θάρθουν;»

«Αυτό αδερφάκι δεν μπορώ να στο πω», απάντησε φτύνοντας.

Στην είσοδο του μεγάρου στέκονταν μια μάζα από στρατιώτες και ναύτες. Ένας ναύτης διηγούνταν για το τέλος του Συμβουλίου της Ρωσικής δημοκρατίας. «Μπήκαμε, έλεγε, και πιάσαμε όλες τις πόρτες με τους συντρόφους μας. Εγώ τράβηξα προς τον αντεπαναστάτη- κορνιλοφικό που καθόταν στην προεδρική θέση. Δεν υπάρχει πια το συμβούλιό σας, του είπα. Πήγαινε σπίτι!».

Επιμέλεια: ο φίλος από το Λένινγκραντ

Βυζάντιο και Επανάσταση

$
0
0
του Παναγιώτη Ξηρουχάκη

«Υπήρξε ένα […] κίνημα που η επαναστατική του ιδεολογία ήταν καθαρά αντικρατική. Οι Βογόμιλοι απέρριπταν κατηγορηματικά κάθε εξουσία: οικονομική (τους πλούσιους και τα προνόμια τους), πολιτική (το κράτος και τους άρχοντες), θρησκευτική (την εκκλησία, τα δόγματα και τους ιερείς τους). Τα κρυφά γραπτά εκφράζουν μοντέρνες κοινωνικές θεωρίες που θα μπορούσε κάποιος να βρει χωρίς αλλαγές στο πρόγραμμα του αναρχικού κινήματος. Οι Βογόμιλοι προέβλεπαν για τη Βουλγαρία ένα δίκτυο κοινοτήτων, πρεσβεύοντας τις αρχές του ελευθεριακού κομμουνισμού».
Αλεξάντερ Μπέρκμαν

«Ζήτω οι ελεήμονες Πράσινοι και Βενετοί»
Σύνθημα από τη Στάση του Νίκα
Η ιστορία της Βυζαντινής αυτοκρατορίας (η οποία διήρκεσε για μία τεράστια ιστορική περίοδο της ανθρωπότητας, πάνω από χίλια χρόνια) δεν έχει μελετηθεί επαρκώς σε σχέση με άλλες ιστορικές περιόδους. Το Βυζάντιο που αποτέλεσε αρχικά το Ανατολικό κομμάτι της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας για πολλά χρόνια έμεινε στο περιθώριο της ιστορικής έρευνας καθώς θεωρούνταν οπισθοδρομικό και σκοταδιστικό. Οι λόγοι για μία τέτοια αντιμετώπιση είναι πολλοί και δεν είναι του παρόντος να αναλυθούν. Πολλά σημεία του είναι ακόμα σκοτεινά πάντως, ενώ την όποια αίγλη του προσπαθούν να καπηλευτούν διάφοροι εθνικισμοί (ιδιαίτερα ο ελληνικός αλλά δεν είναι ο μόνος) δυσχεραίνοντας ακόμα περισσότερο την κατάσταση.
Το σκοτάδι που καλύπτει αυτή την περίοδο (αρκεί κάποιος να αναρωτηθεί πόσες ταινίες έχουν γυριστεί για τη βυζαντινή περίοδο…) πέφτει βαρύ πάνω σε όλες τις όψεις της ζωής και μία από αυτές είναι η ταξική επαναστατικότητα εκείνων των χρόνων. Και η αλήθεια είναι ότι πολλά έγιναν που είχαν χαρακτήρα ταξικό ή ακόμα και αναρχικό. Όπως θα δούμε στο Βυζάντιο υπάρχει μια σχετικά άγνωστη (με εξαίρεση την αρκετά γνωστή “στάση του Νίκα”) ιστορία λαϊκών εξεγέρσεων, άγνωστη σε σχέση με την ιστορία των επαναστατικών κινημάτων του δυτικού μεσαιωνικού κόσμου (που εδώ που τα λέμε ούτε τα τελευταία είναι ιδιαίτερα γνωστά). Παρακάτω παρουσιάζουμε μερικά σημαντικά παραδείγματα (χωρίς να είναι τα μόνα).
Η Στάση του Νίκα

Οι αρματοδρομίες ήταν ένα ιδιαίτερα δημοφιλές άθλημα εκείνη την περίοδο, όπως σήμερα είναι το ποδόσφαιρο. Η Στάση του Νίκα έχει άμεση σχέση με τις αρματοδρομίες και τον οπαδισμό. Έλαβε χώρα στην Κωνσταντινούπολη το 532 μ.Χ. και ήταν η πιο βίαιη ταραχή στην ιστορία της Κωνσταντινούπολης.
Οι οργανώσεις φιλάθλων του ιπποδρόμου υπήρξαν ήδη επί Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Στα χρόνια όμως του Βυζαντίου οι οργανώσεις αυτές απέκτησαν άλλη οργάνωση που αποσκοπούσε στη μετατροπή τους σε φορείς υποστήριξης του αυτοκράτορα (απέκτησαν δηλαδή πολιτική χροιά). Αν και υπήρχαν τέσσερις οργανώσεις, δύναμη είχαν οι Βένετοι (γαλάζιοι από το χρώμα της στολής της ομάδας τους) και Πράσινοι (από το πράσινο χρώμα της δικής τους ομάδας).Οι συγκρούσεις μεταξύ Πράσινων και Βενετών ήταν σύνηθες φαινόμενο.
Πρέπει εδώ να τονιστεί ότι στα χρόνια του Βυζαντίου η ταύτιση του οπαδισμού με το κράτος έφτασε στο απόγειό της. Το απολυταρχικό καθεστώς εκείνα τα χρόνια δεν ανεχόταν ανεξάρτητα μαζικά κινήματα, έτσι οι οπαδικές οργανώσεις ήρθαν στη δικαιοδοσία του κράτους, έλαβαν την προσωνύμια δήμοι και η δομή τους πήρε γραφειοκρατικά χαρακτηριστικά. Τα χρήματα για τη συντήρηση των δήμων προέρχονταν από τον αυτοκράτορα, ο οποίος διόριζε και τον αρχηγό κάθε οργάνωσης (δήμαρχο).Και οι δήμοι όμως ανταπέδιδαν, καθώς προσκυνούσαν και λάτρευαν τον αυτοκράτορα.

"Sponsored links"

Το 532 όμως έγινε η μεγάλη ανατροπή. Οι Πράσινοι, οργισμένοι στο γήπεδο (και με αφορμή την ήττα τους από τους Βενετούς!), καταφέρονται ενάντια στο λαομίσητο Έπαρχου Ιωάννη τον Καππαδόκη, ο οποίος ήταν αρμόδιος για τη συλλογή των φόρων. Η κατάσταση σύντομα ξέφυγε από τον έλεγχο. Οι στασιαστές, οπλισμένοι ,πυρπολούν κτίρια, πολιορκούν το παλάτι και προξενούν ζημιές και στην Αγία Σοφία. Απαιτούν την αποπομπή του Ιωάννη του Καππαδόκη, καθώς και του αυλικού Τριβωνιανού. Η ιαχή «Νίκα» δονεί την ατμόσφαιρα (σύνθημα που φώναζαν στον Ιππόδρομο για να εμψυχώσουν τους αρματοδρόμους). Επίσης φωνάζουν: «Ζήτω οι ελεήμονες Πράσινοι και Βενετοί» για να δείξουν ότι οι δύο αντίπαλες παρατάξεις έχουν πλέον ενωθεί. Στην εξέγερση συμμετέχουν και Συγκλητικοί (που επιδίωξαν την πτώση του Ιουστινιανού) που προσπαθούν να εκμεταλλευτούν τη λαϊκή οργή για ίδιον όφελος.
Ο λαός δυσφορούσε για τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις του αυτοκράτορα και έτσι οι γραμμές των εξεγερμένων όλο και πυκνώνουν. Ο Ιουστινιανός υποχώρησε στα αιτήματα (αποπομπή των μισητών προσώπων που ήδη αναφέραμε) αλλά η στάση δε σταμάτησε.
Ο Ιουστινιανός ετοιμαζόταν να εγκαταλείψει την Πόλη, αλλά η σύζυγός του Θεοδώρα τον έπεισε να παραμείνει. Ο Ιουστινιανός διέταξε τότε τους στρατηγούς να καταστείλουν την εξέγερση. Αυτοί ακολούθησαν μία αρχαία μέθοδο καταστολής: δωροδόκησαν κάποιους αρχηγούς των στασιαστών (των Βενετών συγκεκριμένα) και έτσι έφεραν διχόνοια μεταξύ των στασιαστών. Τελικά οι εξεγερθέντες εγκλωβίστηκαν στον Ιππόδρομο, όπου και σφαγιάστηκαν. Τριάντα πέντε χιλιάδες στασιαστές έχασαν τη ζωή τους. Άμεση συνέπεια της εξέγερσης ήταν η ενίσχυση της δύναμης του αυτοκράτορα και ο περιορισμός της δύναμης των δήμων. Η εξέγερση είχε ταξικές ρίζες (οικονομική πολιτική του αυτοκράτορα) αλλά όχι και ταξικό χαρακτήρα, καθώς ακόμα και αν έχανε ο Ιουστινιανός τη θέση του θα έπαιρνε ένας άλλος αυτοκράτορας. Η καταστολή της εξέγερσης αποτελεί όμως την πιο ισχυρή απόδειξη του πόσο αδίστακτο και βάρβαρο ήταν το απολυταρχικό κράτος, που δε δίστασε να θυσιάσει τους ίδιους τους υπηκόους του για να επιβιώσει.
Παυλικιανοί και Βογομιλοι

Πριν το Διαφωτισμό και την αποδέσμευση της σκέψης από το θείο , τα πάντα περιστρέφονταν γύρω από το Θεό. Το ίδιο έκανε και η εξουσία. Το ίδιο όμως και η επανάσταση, που τις περισσότερες φορές έβρισκε τη δικαίωσή της μέσα από τη θρησκεία . Άλλωστε σε περιόδους οικονομικής παρακμής τα επαναστατικά θρησκευτικά κινήματα αυξάνονταν ραγδαία . Οι επαναστάτες πίστευαν ότι ο Θεός δε μπορεί να είναι τόσο κακός και να δικαιώνει την αδικία.
O φτωχός λαός ξεσηκωνόταν και στο όνομα της δικαιοσύνης και των θείων επιταγών αναζητούσε τον τερματισμό της εκάστοτε εξουσίας. Εξαίρεση βέβαια δεν αποτέλεσε η πολιτική ζωή του Βυζαντίου. Η ταξική πάλη στην Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία εκφράστηκε κυρίως μέσω των επαναστατικών αιρέσεων . Δύο από τις σημαντικότερες υπήρξαν αυτές του Παυλικιανισμού και του Βογομιλισμού. Οι αιρέσεις αυτές εξέφρασαν τους πόθους των κατώτερων κοινωνικών τάξεων.
Οι αιρέσεις και τα κοινωνικά κινήματα της Βυζαντινής εποχής είχαν τις ρίζες τους στην περίοδο μεταξύ του τέλους του 1ου αι και τις αρχές του 4ου ,πριν δηλαδή την επικράτηση του Χριστιανισμού ως κυρίαρχης θρησκείας του Βυζαντίου. Μία περίοδος πολύ δημιουργική όπου διάφορα ιδεολογοθρησκευτικά κινήματα βρίσκονταν σε συνεχή ιδεολογική ζύμωση αλλά και ανταγωνισμό για επικράτηση. Ένα από αυτά τα κινήματα υπήρξε ο γνωστικισμός που αποτέλεσε την ιδεολογική δεξαμενή τόσο των Παυλικιανών όσο και των Βογομίλων. Για τους Γνωστικούς και κατά συνέπεια για τους ιδεολογικούς τους απογόνους υπάρχουν δύο θεοί: ο κακός (αυτός της Παλαιάς Διαθήκης) και ο καλός (που μας είναι άγνωστος αλλά έχει δημιουργήσει την ανθρώπινη ψυχή).Εύκολα συνάγεται ότι σύμφωνα με αυτή τη θεώρηση οι υπηρέτες του θεού της παλιάς διαθήκης (δηλαδή και η Βυζαντινή εκκλησία που αποδεχόταν και την παλαιά διαθήκη εκτός από την καινή) είναι στην ουσία υπηρέτες του Διαβόλου!
Oι Παυλικιανοί είχαν επηρεαστεί έντονα και από τους Μανιχαίους (άλλωστε ξεκίνησαν σαν ένα παρακλάδι των τελευταίων) με τους οποίους μοιράζονταν την κοινή πεποίθηση για τη διαβολική φύση του θεού της Παλαιάς Διαθήκης.
Οι Παυλικιανοί (που έλαβαν το όνομα τους από τον απόστολο Παύλο) ήταν λοιπόν μια χριστιανική αίρεση (δέχονταν το μεγαλύτερο μέρος της καινής διαθήκης), που εμφανίστηκε τον 7ο αιώνα στην Αρμενία και επεκτάθηκε στη συνέχεια κυρίως στο Πόντο και τη νοτιανατολική Μικρά Ασία. Ιδρυτής του κινήματος θεωρείται ο Σιλουανός. Οι Παυλικιανοί απέρριπταν τη λατρεία των Αγίων και των Προφητών. Στη θέση του επίσημου κλήρου, αποδέχονταν μονάχα μία τάξη μη προνομιούχων μυημένων διδασκάλων, που είχαν τα ίδια δικαιώματα και υποχρεώσεις με τους υπόλοιπους πιστούς. Στόχος των Παυλικιανών υπήρξε η επιστροφή στον πρωτοχριστιανικό κομμουνισμό. Έτσι απέρριπταν το βυζαντινό κράτος και την εκκλησία ως διαφθορείς της κοινωνίας. Επίσης θεωρούνται σημαντική επιρροή (όχι βέβαια η μόνη) του εικονομαχικού κινήματος (από κάποιους θεωρούνται ως η άκρα αριστερά του εικονοκλαστικού κινήματος) .
Στην αρχή προσπάθησαν ειρηνικά να επιβιώσουν. Οι συνεχείς διώξεις όμως δεν τους άφησαν πολλές επιλογές και τελικά τους ώθησαν στη βίαιη αντίδραση. Έτσι τον 9ο αιώνα ήρθε η οριστική στρατιωτική ρήξη με την αυτοκρατορία, όταν οι Παυλικιανοί αποφάσισαν να αμυνθούν διοργανώνοντας πολιτοφυλακές. Ο Μιχαήλ Α’, σκότωσε χιλιάδες Παυλικανούς, μέχρι που αυτοί βρήκαν καταφύγιο στα εδάφη των Αράβων. Οι τελευταίοι διεξήγαγαν συνεχόμενους πολέμους ενάντια στο Βυζάντιο, αποτέλεσμα των οποίων ήταν πολλές περιοχές να περνάνε από τον ένα αντίπαλο στον άλλο (υπήρχε δηλαδή μεγάλη γεωπολιτική ρευστότητα).
Υπό την προστασία των Αράβων αυτοί δημιούργησαν ανεξάρτητη πολιτεία και επιτίθονταν σε βυζαντινά εδάφη. Σταδιακά και λόγω του πολέμου, τη θρησκευτικοπολιτική ηγεσία ήρθε να πλαισιώσει η στρατιωτική. Επίσης αρκετοί από τους Παυλικιανούς είχαν αποκτήσει εμπειρία στρατιωτική ως Ακρίτες (Βυζαντινοί φρουροί των συνόρων). Με νέο ηγέτη έναν πρώην αξιωματούχο του βυζαντινού στρατού, τον Καρβέα (που είχε βέβαια σημαντικές στρατιωτικές γνώσεις), οι Παυλικιανοί πέρασαν στην αντεπίθεση και συνεργαζόμενοι με Άραβες, προχώρησαν σε ληστρικές επιδρομές και λεηλασίες εναντίον βυζαντινών εδαφών.
Επί Θεοδώρας (φανατική εικονολάτρης), το Βυζάντιο προσπάθησε να εξολοθρεύσει τους αιρετικούς Παυλικιανούς εξαπολύοντας έναν αμείλικτο θρησκευτικό πόλεμο και αποδεικνύοντας ότι σταυροφορίες και «ιερά εξέταση» δεν υπήρξαν μόνο στη δύση, αλλά και στην χριστιανική ανατολή. Σε αυτή την βυζαντινή λοιπόν «σταυροφορία» θανατώθηκαν περίπου 100.000 Παυλικιανοί (κάποιοι απ’ αυτούς σταυρώθηκαν…) που ζούσαν ακόμα σε βυζαντινά εδάφη, αν και οΚαρβέας κατάφερε να σώσει 5.000 Παυλικιανούς από τις θηριωδίες των Βυζαντινών, ενώ ηγήθηκε με απαράμιλλη δεξιότητα του Παυλικιανού στρατού.
Οι Παυλικιανοί πλέον ζούσαν στην ανατολική Μικρά Ασία και στην Αρμενία, δηλαδή σε περιοχές που (σε εκείνη τη χρονική περίοδο) ήταν έξω από τα σύνορα του Βυζαντίου, αφού όπως είδαμε το βυζαντινό κράτος πραγματοποίησε με συνέπεια την κάθαρση του γεωγραφικού του χώρου από τους αιρετικούς. Οι Παυλικιανοί δέχονταν έντονη βοήθεια από το χαλίφη των Αράβων. Με το θάνατο του Καρβέα και με νέο ηγέτη το Χρυσόχειρο, οι Παυλικιανοί συνέχισαν τον πόλεμο.
Το 870 μάλιστα οι Παυλικιανοί είχαν κάποιες σημαντικές επιτυχίες, καθώς έφτασαν μέχρι τα παράλια της Μικράς Ασίας. Σύμφωνα μάλιστα με κάποιον σύγχρονό τους, στάβλισαν τα άλογά τους στην εκκλησία της Εφέσου, για να δείξουν την περιφρόνησή τους για τις εκκλησίες. Επίσης είναι πιθανόν ότι κατά τη διάρκεια της επελάσεώς τους, προέβησαν και εκείνοι σε ακρότητες ενάντια σε βυζαντινούς πληθυσμούς (έτσι πάντως υποστηρίζουν κάποιες βυζαντινές πηγές).
Η επιθετική πολιτική των Παυλικιανών συνεχίστηκε και τα επόμενα χρόνια, όμως οι Βυζαντινοί σταδιακά αντεπιτέθηκαν. Τελικά τους συνέτριψαν σε μάχη στο Βαθύ Ρύακα το 872 (τοποθεσία μεταξύ Σεβάστειας και Τεφρικής) . Ο Χρυσόχειρ προσπάθησε να διαφύγει αλλά συνελήφθηκε και αποκεφαλίστηκε. Οι στρατιωτικές συγκρούσεις που ακολούθησαν αποδυνάμωσαν και άλλο τους Παυλικιανούς και η πολιτεία τους έπαψε να υπάρχει. Κάποιοι απ’ αυτούς μεταφέρθηκαν από τους νικητές, στα ανατολικά Βαλκάνια. Οι επαναστατικές τους ιδέες έριξαν τον σπόρο που γονιμοποίησε μια άλλη επαναστατική αίρεση. Τους Βογόμιλους.
Οι Βογόμιλοι εμφανίστηκαν στα μέσα του 10ου αιώνα στη Βουλγαρία από τον ιερέα Βογομίλ και πίστευαν ότι η εξουσία (κοσμική και εκκλησιαστική), εκπορεύεται από το διάβολο. Αρνούμενοι τον πλούτο και την εξουσία, οργάνωσαν τις κοινότητές τους στα πρότυπα του πρωτοχριστιανικού κομμουνισμού. Ο Βογομολισμός ήταν ένα ειρηνικό κίνημα, με έντονα αντικρατικές τάσεις, που ήθελε με ειρηνικό τρόπο να διαβρώσει την τάξη (π.χ. δεν πλήρωναν φόρους και δεν αναγνώριζαν τα δικαστήρια).
Ο Αυτοκράτορας Αλέξιος Α’ ο Κομνηνός ξεκίνησε τις διώξεις και τις δολοφονίες τους (1081-1118). Παρά τους σκληρούς διωγμούς, ο Βογομιλισμός γρήγορα επεκτάθηκε σε όλα σχεδόν τα Βαλκάνια (Σερβία, Βοσνία, ,Μαυροβούνιο κλπ.) και έφτασε μέχρι την Κωνσταντινούπολη. Ο Βογομιλισμός σταδιακά οδηγήθηκε στην αφάνεια, μετά την κατάκτηση της νοτιοανατολικής Ευρώπης από τους Οθωμανούς. Τέλος πρέπει να τονιστεί ότι πολλοί από τους διωκόμενους και εξόριστους αιρετικούς (Παυλικιανοι και Βογομίλοι) κατέφυγαν στη Δύση και εκεί συνέβαλαν στην ανάπτυξη άλλων επαναστατικών αιρέσεων, όπως ήταν οι Καθαροί, οι Αδαμίτες κλπ.
Κίνημα των Ζηλωτών

Όταν πέθανε ο Ανδρόνικος Γ’, ο γιος του Ιωάννης, που προφανώς θα τον διαδεχόταν, ήταν τότε εννιά χρονών. Έπρεπε λοιπόν να διοριστεί κάποιος αντιβασιλέας. Τη θέση αυτή προσπάθησε να πάρει ο μέγας δομέστικος Κατακουζηνός. Όμως δημιουργήθηκε μια αντίπαλη ομάδα, κυρίως από τον Πατριάρχη Ιωάννη Καλέκα και το μέγα δούκα Αλέξιο Απόκαυκο. Η ομάδα αυτή αυτοανακηρύχτηκε επίσημη αντιβασιλεία και στέρησε από τον Κατακουζηνό την εξουσία. Ο εμφύλιος δεν μπορούσε πλέον να αποφευχθεί.
Τις χρονιές 1341-54 λοιπόν εκτυλίχτηκε με μεγάλη ένταση εμφύλιος, όπου πρωτοστάτησαν οι δύο αντίπαλες κοινωνικές ομάδες, η αριστοκρατία και ο λαός. Από την αρχή του πολέμου, τον Ιωάννη Καντακουζηνό υποστήριξε η αριστοκρατία. Έτσι ο Αλέξιος Απόκαυκος και η αντιβασιλεία της Κωνσταντινούπολης προσπάθησαν να προσεγγίσουν το λαό και την ανερχόμενη αστική τάξη, καθώς υπήρχε πολύ λαϊκή οργή, λόγο και της υφιστάμενης οικονομικής κρίσης.
Τον Οκτώβριο του 1341 σε πόλεις της Μακεδονίας και Θράκης σημειώθηκαν ταραχές εναντίον της τοπικής αριστοκρατίας. Το εξεγερμένο πλήθος κατέστρεψε και δήμευσε τις περιουσίες των αριστοκρατών.
Επίσης στη Θεσσαλονίκη, στη δεύτερη σε πληθυσμός πόλη της αυτοκρατορίας επικράτησαν, κατόπιν εξεγέρσεως, οι επαναστάτες. Οι Ζηλωτές, όπως αυτοαποκαλούνταν, εγκαθίδρυσαν στη Θεσσαλονίκη ένα καθεστώς που προέβλεπε λαϊκή συμμετοχή στη διακυβέρνηση της πόλης. Η κυβέρνηση της Κωνσταντινούπολης (εχθροί του Κατακουζηνού) αποδέχτηκε τις εξελίξεις και αναγνώρισε το κίνημα των Ζηλωτών . Εγκατέστησε στη Θεσσαλονίκη ως διοικητή το γιο του Απόκαυκου Ιωάννη, αν και την πραγματική εξουσία στην πόλη ασκούσαν οι Ζηλωτές . Ο εμφύλιος όμως δεν είχε λήξει, παρά τις αρχικές αυτές επιτυχίες της αντιβασιλείας.
Τι ήταν όμως οι Ζηλωτές? Αυτοί εξέφραζαν την αντίδραση των φτωχών (αγροτών, χειρωνακτών αλλά και ελευθέρων επαγγελματιών) μέσα και γύρω από την πόλη εναντίον της αριστοκρατίας. Στους Ζηλωτές ανήκαν και κάποια μέλη της αριστοκρατίας χωρίς όμως να επηρεαστεί ο λαϊκός προσανατολισμός του κινήματος. Έτσι προχώρησαν ακόμη και σε δημεύσεις τις περιουσίας των αριστοκρατών και της Εκκλησίας στο όνομα του κοινού καλού. Οι Ζηλωτές ήρθαν επίσης σε σφοδρή αντιπαράθεση με τους Ησυχαστές (μία ισχυρή θρησκευτική κίνηση που υποστήριζε την αριστοκρατία και απεχθανόταν το Δυτικό πολιτισμό ). Τέλος, τα χρόνια εκείνα έγιναν προσπάθειες από τους Ζηλωτές να εφαρμοστεί η πρωτοχριστιανική κοινοκτημοσύνη. Τελικά το κίνημα των Ζηλωτών ήταν ένα καθαρά πολιτικοποιημένο κίνημα με σαφή κοινωνικά κίνητρα.
Η επταετής διάρκεια (ως το 1349) αυτής της πολιτικής προσπάθειας (που δείχνει να προεικονίζει μελλοντικές αναρχικές ή κομουνιστικές επαναστάσεις) αποδεικνύει τη σοβαρότητα αλλά και την πολιτική ωριμότητα αυτού του κινήματος, που πήγαινε προφανώς πιο πέρα από ένα απλό συμβάν ενός ενδοεξουσιαστικού εμφυλίου. Προφανώς έχουμε εδώ μία πρώιμη περίπτωση όπου κοινωνικοί επαναστάτες χρησιμοποίησαν προς δικό τους όφελος μία σύγκρουση δυο διαφορετικών εξουσιαστικών παρατάξεων.
Εδώ θα τολμήσω μία σύγκριση, αν και η χρονική απόσταση είναι μεγάλη και δεν επιτρέπει την εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων (καθώς ήταν διαφορετικά τα πολιτισμικά και τα πολιτικά δεδομένα).Να θυμίσω λοιπόν και χωρίς να μπορώ να μπω σε πολλές λεπτομέρειες, ότι πολλά χρόνια αργότερα, ο Μπακούνιν θα πρεσβεύσει την ιδέα της μετατροπής (όποτε αυτό ήταν δυνατόν) των συγκρούσεων που διεξάγονται μεταξύ εξουσιαστικών δυνάμεων σε κοινωνικές επαναστάσεις. Μια στρατηγική που από τότε εφαρμόστηκε αρκετές φορές από το ελευθεριακό κίνημα.
Έτσι ο Μπακούνιν πίστευε στη συμμετοχή των αναρχικών σε εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα, με σκοπό τη μετατροπή των τελευταίων (και αφού ξεπερνούσαν τους εξουσιαστικούς μηχανισμούς εντός τους) σε αντιεξουσιαστικά κινήματα που αποσκοπούσαν στην αταξική κοινωνία. Επίσης πίστευε στη δυνατότητα μετατροπής των συγκρούσεων μεταξύ κρατών σε επαναστάσεις. Ειδικότερα στη διάρκεια του γαλλικοπρωσικού πολέμου το 1870, θα προτείνει στο: «Γράμματα σε έναν Γάλλο στην παρούσα κρίση», τη στρατηγική της μετατροπής της σύγκρουσης μεταξύ του γαλλικού και πρωσικού κράτους σε κοινωνική επανάσταση. Τότε ο Μπακούνιν πρότεινε στο γαλλικό λαό να αντισταθεί στους Πρώσους, που είχαν εισβάλει στη χώρα, να δημιουργήσει ταυτόχρονα κομμούνες και να τις υπερασπιστεί, αν χρειαστεί,ακόμα και από την γαλλική άρχουσα τάξη.
Με άλλα λόγια έβλεπε κάποιες συγκρούσεις (με εξουσιαστικά χαρακτηριστικά) της εποχής του (μεταξύ κρατών ή μεταξύ των εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων και των αυτοκρατοριών) ως ευκαιρίες για να πραγματωθεί η κοινωνική επανάσταση. Αν και ιστορικά είναι λίγο παρακινδυνευμένη η σύγκριση (γιατί όπως προείπα είναι άλλα τα ιστορικά συμφραζόμενα), δεν μπορούμε παρά να δούμε κάποιες ομοιότητες στην περίπτωση των Ζηλωτών που στη διάρκεια μίας σύγκρουσης δύο ανταγωνιστικών εξουσιαστικών μηχανισμών (που αγωνιζόταν για τον πλήρη έλεγχο της βυζαντινής αυτοκρατορίας) έδρασαν πρωτόγνωρα. Με αφορμή λοιπόν μία σύγκρουση, που ήδη υπήρχε, και αφού συνέτριψαν τους αριστοκράτες (που έβλεπαν άμεσα στη συγκεκριμένη χρονική περίοδο ως τους μεγαλύτερους ταξικούς εχθρούς τους), επέβαλαν λαϊκή διακυβέρνηση, παρακάμπτοντας την αντιβασιλεία της Κωνσταντινούπολης, με την οποία ήταν τυπικά σύμμαχοι.
Ωστόσο, στο Βυζάντιο η αριστοκρατική τάξη ήταν ακόμη πολύ δυνατή. Έτσι, το αποτέλεσμα ήταν η οριστική καταστολή το 1349 του κινήματος των Ζηλωτών. Είχαν προηγηθεί όμως τα εξής : Αφού ο διοικητής της Θεσσαλονίκης Απόκαυκος πέρασε στο στρατόπεδο του Κατακουζηνού, δολοφόνησε με προδοσία τον αρχηγό των Ζηλωτών . Οι τελευταίοι πέρασαν στην αντεπίθεση και δολοφόνησαν τον Απόκαυκο και τους οπαδούς του. Όμως ο Κατακουζηνός είχε κερδίσει τον εμφύλιο και απέμενε το αγκάθι των Ζηλωτών . Περικυκλωμένοι από παντού αποδέχτηκαν τελικά τον Κατακουζηνό και τελικά η σύγκρουση έληξε αναίμακτα.
Επίλογος
Η Βυζαντινή αυτοκρατορία βάσισε την επιβίωσή της στη σφαγή των αιρετικών (π.χ. Παυλικιανών) και των ίδιων των υπηκόων της, όταν από οπαδοί αποκτούσαν πολιτική συνείδηση. Δεν άντεξε τόσα χρόνια μόνο χάρη στη στρατιωτική της δύναμη και την εξωτερική διπλωματία, αλλά και στην πάταξη του εσωτερικού εχθρού.
Όσο αφορά τα χριστιανικά επαναστατικά κινήματα, αυτά αποτέλεσαν βασική επιρροή του αντιεξουσιαστικού και μαρξιστικού κινήματος του 20ου αι. Διανοητές και πολιτικοί φιλόσοφοι (Γκυ Ντεμπόρ και Κάουτσκυ μεταξύ άλλων) έχουν αναγνωρίσει την αξία και τη σημασία τους. Η κυρίαρχη ιστοριογραφία όμως, επικεντρώνεται κυρίως στο μεγαλείο των στρατιωτικών επιτευγμάτων και όχι βέβαια στην ταξική σύγκρουση. Αν αυτό είναι γεγονός για το σύνολο της ιστορίας, όσο αφορά το Βυζάντιο (που έτσι και αλλιώς έχει μελετηθεί λιγότερο) αυτό είναι ακόμα πιο έντονο. Το αποτέλεσμα είναι σχεδόν κανείς να μην ξέρει τους Παυλικιανούς, σαν να μη πέρασαν ποτέ από τη γη! Και όμως πέρασαν και για αιώνες διέδιδαν τις «αιρετικές» τους απόψεις…



Παναγιώτης Ξηρουχάκης, Διδάκτορας Πανεπιστημίου Αιγαίου

Έχετε δει ξανά καταδίκη 10 χρόνια φυλακή με αναστολή; Αυτή η ποινή επεβλήθη στον Ι. Διώτη.Ξεφτίλα!

$
0
0
Έφαγε δέκα χρόνια για απιστία και αφέθηκε ελεύθερος! Δυο μέτρα και σταθμά! Ένα για τους μεγαλόσχημους άλλος για τους ταπεινούς ”ανώνυμους”
Σε φυλάκιση δέκα ετών με αναστολή καταδικάστηκε ομόφωνα από το τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων της Αθήνας ο πρώην επικεφαλής του ΣΔΟΕ, Ιωάννης Διώτης, σχετικά με την υπόθεση της λίστας Λαγκάρντ.
Αναλυτικότερα, το δικαστήριο έκρινε ένοχο τον κ. Διώτη, διότι δεν προχώρησε στην αξιοποίηση των στοιχείων από περιλαμβάνονταν στη λίστα των ελλήνων καταθετών στην τράπεζα HSBC, ενώ παράλληλα αναγνώρισε πως οι ενέργειες στις οποίες προέβη, έγιναν προκειμένου τα 2.059 πρόσωπα της λίστας να ωφεληθούν, δηλαδή για να μην ελεγχθούν.

Υπενθυμίζεται πως πριν από λίγες ημέρες, η εισαγγελέας Έδρας του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων, είχε ζητήσει την απαλλαγή του κ. Διώτη, υποστηρίζοντας πως η παράδοση του επίμαχου αρχείου με τα ονόματα στον τότε υπουργό Οικονομικών Ευάγγελο Βενιζέλο, αναιρεί οποιονδήποτε δόλο για τον κατηγορούμενο. Παράλληλα, είχε η εισαγγελέας είχε υποστηρίξει πως οι χειρισμοί Διώτη δεν προκάλεσαν ζημιά στο ελληνικό Δημόσιο, ώστε να στοιχειοθετηθεί η κατηγορία της απιστίας η οποία τον βαραίνει.

Νίκος Καζαντζάκης, ο μεγάλος αφορισμένος

$
0
0
Από τον Μιχάλη Καλούπη

«Έβαλε τον εαυτό του κάτω εξήντα χρόνια μοναξιάς, τον έστιψε κι έβγαλε την καλύτερη σταγόνα που έχουμε. »
Αλέξης Μινωτής για τον Ν. Καζαντζάκη.

Με την πρώτη ανάγνωση του «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται» ένιωσα πως ήρθα για πρώτη φορά σε επαφή με αυτό που είχα στο μυαλό μου ως πραγματική λογοτεχνία αλλά δεν είχε τύχει να συναντήσω έως εκείνη τη στιγμή.
Μέσα στις σελίδες του, κρυμμένα πίσω από την απερίγραπτη λογοτεχνική αρμονία και μυθοπλασία του κρητικού συγγραφέα, βρίσκει κανείς νομίζω τα πιο ατόφια απομεινάρια του χριστιανισμού όπως αυτός πρωτογεννήθηκε, βλέπει κανείς την εξέλιξη του θεσμού της εκκλησίας και το πως επηρέασε τις ζωές των υποδουλωμένων ελληνικών περιοχών, ενώ ταυτόχρονα παρακολουθούμε το πιο γνήσιο ιστορικό ψυχογράφημα της ελληνικής κοινωνίας.

Γνωρίζεις χαρακτήρες σφυριλατημένους με μαεστρία, όχι επινοημένους από μία αόριστη φαντασία μα καλύτερα θα έλεγε κανείς φωτογραφικά αποτυπωμένες μορφές, άνθρωποι που είσαι σίγουρος ότι κάποτε έζησαν και περπάτησαν στην Κρήτη και στη Σαρακίνα, διαλόγοι που δεν γράφτηκαν μόνο στο χαρτί αλλά που ήχησαν στον αέρα χρόνια πριν κι αιχμαλωτίστηκαν στα βιβλία του. Ταξιδεύεις με μία γλώσσα ρέουσα και παραστατική που δίνει πνοή και κίνηση στα πάντα γύρω -αντικείμενα, ζώα, φυσικά φαινόμενα, τοίχοι που σαλεύουν, βουνά που φυτρώνουν άκρα, βλέμματα που αγκαλιάζουν· όλος ο κόσμος του συγγραφέα είναι ζωντανός και σε κίνηση.

Ο Καζαντζάκης είναι γνωστό πως κυνηγήθηκε κατ’εξακολούθηση από την εκκλησία και όχι μόνο.
Άθεος, κομμουνιστής, προκλητικός,διαφθορέας των νέων, λίγα μόνο από αυτά που η Ελλάδα φόρτωσε στον λογοτέχνη που διαβάστηκε και μεταφράστηκε όσο κανένας άλλος.
Μία διευκρίνηση για τον τίτλο που σηκώνει μεγάλη συζήτηση: Η Ιερά Σύνοδος της εκκλησίας είχε ήδη αποφασίσει και εγκρίνει τον αφορισμό του ενώ το μόνο που έλειπε για να επισημοποιηθεί ήταν η σφραγίδα του τότε οικουμενικού πατριάρχη Αθηναγόρα , ο οποίος όμως σε μια αναμφίβολα γενναία στάση του, αρνήθηκε να υπογράψει.
Τυπικά και μόνο λοιπόν η εκκλησία ισχυρίστηκε πρόσφατα ότι ο συγγραφέας δεν αφορίστηκε ποτέ– όχι επισήμως τουλάχιστον, αφού πρακτικά είχαν όλα δρομολογηθεί και συμφωνηθεί. Έλειπε μόνο μία υπογραφή. Στις μνήμη μας λοιπόν, ας μείνει αφορισμένος όπως θέλησαν, μεγάλο παράσημο στους ώμους του.

Η εκκλησία φόρτωσε τελικά τον συγγραφέα με κατάρες, τον αναθεμάτισε και τον πολέμησε μέχρι τέλους με μανία. Η σορός του μόλις απεβίωσε, απαγορεύτηκε με εντολή του τότε αρχιεπισκόπου να ταφεί σε νεκροταφείο. Ο ιερέας Σταύρος Καρπαθιωτάκης, για τον οποίο ίσως αξίζει ένα ξεχωριστό αφιέρωμα, ήταν εκείνος που είχε το σθένος να μην υπακούσει και να συνοδεύσει τη σορό του μεγάλου συγγραφέα στην τελευταία της κατοικία -γεγονός για το οποίο αργότερα τιμωρήθηκε κατηγορούμενος μάλιστα και ως αριστερός- και έτσι ο Καζαντζάκης φώλιασε μια για πάντα μέσα στα τείχη του Ηρακλείου, ελλείψει άδειας ταφής κι όχι κατ επιλογήν όπως εσφαλμένα πιστεύεται.

Πίσω στο βιβλίο, αυτό που καταφέρνει ο Καζαντζάκης να μεταδώσει στον αναγνώστη, φαντάζει αδιανόητο: από τη μία, ξεγυμνώνει κάθε πτυχή της πατριαρχικής κοινωνίας της εποχής ξεδιπλώνοντας όλα τα ύπουλα, βρώμικα και σκανδαλώδη δρώμενα που ξεπηδάνε από την εκκλησία , όλα τα εγκλήματα που γίνονται στο όνομα του Θεού, όμως ταυτόχρονα αντιπαραθέτει τόσο μαεστρικά και λογικά την σάπια αυτή μορφή της εκκλησίας με την πρωτόγονη χριστιανική πνευματικότητα που φωλιάζει στους απλούς, αγαθούς ανθρώπους, ώσπου τελικώς καταφέρνει να σε φέρει περισσότερο κοντά στη θρησκεία απ’ότι να σε απομακρύνει από αυτήν.

Πιο κοντά στη θρησκεία, πιο μακριά από την εκκλησία όμως. Εκεί ήταν που ξεκίνησε το κυνήγι.

Ο Καζαντζάκης μεγαλούργησε δίχως να φοβάται τίποτα, πραγματικά λέφτερος, έχοντας πίσω του μάλιστα ένα πολιτικό σκηνικό που τον πολέμησε για τις φιλοκομμουνιστικές ιδέες του και την στιγμή που έφτασε πιο κοντά από ποτέ στο Νόμπελ λογοτεχνίας -είχε σχεδόν ενημερωθεί ότι το κέρδισε-, η Ελλάδα του γύρισε την πλάτη σαμποτάροντας η ίδια το τέκνο της ενώ την ίδια στιγμή έβρισκε στήριξη από δεκάδες άλλες χώρες.
Έζησε ρετσινιασμένος από την εκκλησία η οποία τον αναθεμάτισε δίχως να μπορεί ή δίχως να θέλει να αντιληφθεί την βαθιά πνευματικότητά του και τελικώς κέρδισε την κατάρα της επειδή διαχώρισε τις έννοιες της θρησκευτικής πίστης και της εκκλησίας. Γιατί ήταν αδιανόητο έως τότε να υπάρχει χριστιανός που δεν υπακούει a priori στα ράσα και δεν πληρώνει αδρά για την θρησκεία του.

Το κείμενο αυτό δεν έχει σκοπό να εξυμνήσει τον μεγάλο αυτόν συγγραφέα, μα απλώς να τονίσει το παράδοξο· ο άνθρωπος που έφερε εμένα, έναν άπιστο -και πόσους ακόμα άραγε- πιο κοντά στον χριστιανισμό από κάθε άλλον, κάνοντάς με να ξαφνιαστώ με τον ίδιο μου τον εαυτό όταν μπόρεσα να διακρίνω το αμόλυντο, θετικό πρόσωπο της θρησκείας μέσα από τις σελίδες του, είναι ο ίδιος άνθρωπος που η επίσημη εκκλησία καταράστηκε, στιγμάτισε και κυνήγησε απροκάλυπτα.

Ο Νίκος Καζαντζάκης είναι ίσως ο μεγαλύτερος από τους πολλούς σύγχρονους πνευματικούς μάρτυρες οι οποίοι σταυρώθηκαν από την εκκλησία υπό τον φόβο διατάραξης του εκκλησιαστικού ποιμνίου, ή για να το πούμε πιο απλά, των προβατοποιημένων πιστών της.

«Μου δώσατε μια κατάρα, Άγιοι Πατέρες, σας δίνω μια ευχή: Σας εύχομαι να ‘ναι η συνείδησή σας τόσο καθαρή όσο η δική μου και να ‘στε τόσο ηθικοί και θρήσκοι όσο είμαι εγώ.»

— Νίκος Καζαντζάκης 

nostimonimar.gr

Οι Συμπληγάδες της πολιτικής ανασύνταξης

$
0
0
του Kώστα Λαπαβίτσα

Το αναγκαίο και το εφικτό

Η κατάσταση της Ελλάδας εννιά χρόνια μετά το ξέσπασμα της κρίσης και εφτά χρόνια μετά την έναρξη των μνημονίων είναι δυσοίωνη. Οι οικονομικές συνθήκες δεν ευνοούν την ταχύρρυθμη ανάπτυξη που απαιτείται για να επουλώσει η χώρα τις πληγές της. Η κοινωνική πραγματικότητα ωθεί προς επιδείνωση της ανισότητας και της κοινωνικής αγριότητας. Οι πολιτικές εξελίξεις έχουν φέρει πλήρη απαξίωση του πολιτικού συστήματος, σκλήρυνση της διαφθοράς και της αναξιοκρατίας, και υποχώρηση της δημοκρατίας.
Τα μνημόνια σταθεροποίησαν την οικονομία απαλείφοντας το τεράστιο δημοσιονομικό έλλειμμα και το εξίσου τεράστιο έλλειμμα στις εξωτερικές συναλλαγές, τα οποία ήταν και οι κύριοι παράγοντες της κρίσης το 2010. Αλλά η σταθεροποίηση πραγματοποιήθηκε μέσω της φτώχειας και της αποδιάρθρωσης του παραγωγικού ιστού, με αποτέλεσμα τη στρατηγική αποδυνάμωση της χώρας. Όσο η Ελλάδα θα παραμένει στο πλαίσιο που δημιούργησαν τα μνημόνια, είτε αυτά τυπικά υπάρχουν, είτε όχι, θα οδεύει προς την ιστορική συρρίκνωση και παρακμή.


Εξίσου βαθύ είναι το πρόβλημα της αδράνειας και της απογοήτευσης των εργατικών και λαϊκών στρωμάτων. Δεν υπάρχει πλέον η αντίδραση και κινητοποίηση απέναντι στα μνημονιακά μέτρα που σφράγισε τα προηγούμενα χρόνια, ούτε καν από τις οργανωμένες συνδικαλιστικές δυνάμεις. Την κύρια ευθύνη γι’ αυτό φέρει ο ΣΥΡΙΖΑ και προσωπικά ο αρχηγός του, Αλέξης Τσίπρας, γιατί διέψευσε τις λαϊκές ελπίδες με τον χειρότερο τρόπο. Ευθύνεται όμως και το υπόλοιπο πολιτικό σύστημα γιατί δεν έχει τίποτε καινούργιο και πειστικό να προτείνει. Παρ’ όλα αυτά, τα στρώματα που χτυπήθηκαν από την κρίση δεν πείθονται ότι η πορεία που ακολουθεί η χώρα θα έχει θετικό αποτέλεσμα, θέλουν να ακούσουν καινούργιες προτάσεις και αποστρέφονται το αποτυχημένο πολιτικό σύστημα. Όταν υπάρχει συγκεκριμένη και πειστική στόχευση, έχουν τη δύναμη να δράσουν, όπως φαίνεται από το κίνημα κατά των πλειστηριασμών.


Η στάση του πολιτικού συστήματος είναι χαρακτηριστική της δειλίας και απόλυτης αδυναμίας του να οδηγήσει τη χώρα σε άλλη κατεύθυνση, μακριά από τις επιταγές των δανειστών. Ο δρόμος που μπορεί να προσφέρει αισιοδοξία και κοινωνική πρόοδο είναι γνωστός και τεκμηριωμένος. Τα άμεσα και καίρια προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας, πάνω απ’ όλα, η τεράστια ανεργία και η αναπτυξιακή δυστοκία, μπορούν όντως να λυθούν, αρκεί να απελευθερωθεί η χώρα από τον ασφυκτικό εναγκαλισμό των δανειστών της. Δεν υπάρχει κανένα τεχνικό μυστήριο όσον αφορά την οικονομική πολιτική που απαιτείται στην Ελλάδα σήμερα, η οποία είναι από καιρό επεξεργασμένη. Αυτό που λείπει είναι το πολιτικό θάρρος ώστε να γίνουν οι αναγκαίες βαθιές κοινωνικές τομές, να ανατραπεί η σημερινή νοσηρή κοινωνική πραγματικότητα και να προχωρήσει η εθνική ανασυγκρότηση.


Δυστυχώς ό, τι είναι επιτακτικά αναγκαίο, δεν είναι και αυτόματα εφικτό στην πολιτική ζωή. Το ζητούμενο λοιπόν είναι να υπάρξει η ανασύνταξη των πολιτικών δυνάμεων οι οποίες πραγματικά επιδιώκουν την αναγέννηση μιας χώρας που έχει παραδοθεί έρμαιο στα χέρια των δανειστών και των εγχώριων υποστηρικτών τους. Το έδαφος είναι ασταθές, οι συνθήκες δύσκολες και οι ευθύνες πολύ μεγάλες. Οι όροι της πολιτικής ανασύνταξης πρέπει να συζητηθούν με ειλικρίνεια. Αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να αρχίσουν να γίνονται έστω κάποια μικρά βήματα.


Το κείμενο που ακολουθεί έχει στόχο να συμβάλει στην προσπάθεια για πολιτική ανασύνταξη και χωρίζεται σε τρία μέρη. Το πρώτο αναλύει την οικονομική πολιτική που απαιτείται και η οποία είναι η βάση για οποιαδήποτε πολιτική εξέλιξη. Το δεύτερο εξετάζει το πολιτικό πεδίο μετά από εφτά χρόνια μνημονίων. Το τρίτο παραθέτει ορισμένους βασικούς όρους για ειλικρινή πολιτική συνεννόηση των δυνάμεων που μπορούν να βγάλουν τη χώρα από το τέλμα.



Μερος Ι Οικονομική πολιτική


Συνολική ζήτηση, βιομηχανική πολιτική, δημόσιος και ιδιωτικός τομέας


Η ελληνική οικονομία δεν χρειάζεται τις περιβόητες «μεταρρυθμίσεις» των δανειστών, για τις οποίες κόπτονται η κυβέρνηση και η αντιπολίτευση. Η Ελλάδα έχει υιοθετήσει πλήθος τέτοιων «μεταρρυθμίσεων» από το 2010 και μετά, μειώνοντας εισοδήματα, πουλώντας δημόσια περιουσία, απορρυθμίζοντας τις εργασιακές σχέσεις και χτυπώντας τις μικρές επιχειρήσεις προς όφελος των μεγαλύτερων. Παρά τις συνεχείς «μεταρρυθμίσεις», δεν έχει αλλάξει καθόλου η προβληματική δομή της ελληνικής οικονομίας, δεν έχει υποχωρήσει η διαφθορά, δεν έχει ανακοπεί η πτώση της παραγωγικότητας και δεν βελτιώνεται δυναμικά η διεθνής ανταγωνιστικότητα.


Αυτό που όντως χρειάζεται σήμερα η ελληνική οικονομία είναι δύο αποφασιστικά βήματα. Το πρώτο είναι η άμεση τόνωση της συνολικής ζήτησης που θα επιτρέψει στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις να κινηθούν δημιουργώντας νέες θέσεις εργασίας – μόνιμες και με επαρκή μισθό. Η ατμομηχανή πρέπει να είναι ο δημόσιος τομέας διότι ο ιδιωτικός είναι βαριά τραυματισμένος από τα μνημόνια και δεν μπορεί να δώσει την ώθηση που χρειάζεται.

Όσοι νομίζουν ότι το ρόλο της ατμομηχανής μπορούν να τον παίξουν οι ιδιωτικές επενδύσεις, απλώς δεν αντιλαμβάνονται το μέγεθος του προβλήματος. Ενδεικτικά αναφέρω ότι το 2009 οι συνολικές επενδύσεις στην Ελλάδα ήταν περίπου 60 δις, ενώ το 2016 ήταν περίπου 20 δις. Δεν υπάρχει περίπτωση το κενό να καλυφθεί από τον ιδιωτικό τομέα, δεδομένης ιδίως της αδυναμίας του τραπεζικού συστήματος. Όσο για τις ξένες επενδύσεις, το 2016, μια χρονιά που παρατηρήθηκε «υψηλή» επίδοση για την οποία πανηγυρίζουν οι κυβερνητικοί, ήταν μόλις 3,1 δις. Μάλιστα πάνω από το 90% ήταν εξαγορές ελληνικών περιουσιακών στοιχείων, συχνά από «επενδυτές» αμφίβολου χαρακτήρα. Είναι τελείως ανεδαφικό να περιμένει κανείς λύση για το πρόβλημα της χώρας από αυτή την πηγή.

Η ατμομηχανή μπορεί να είναι μόνο ο δημόσιος τομέας, μειώνοντας τη φορολογία και αυξάνοντας τις δημόσιες επενδύσεις. Η επίδραση θα είναι ευεργετική και στον ιδιωτικό τομέα, καθώς θα τονωθεί η ιδιωτική κατανάλωση και οι ιδιωτικές επενδύσεις. Θα δημιουργηθεί έτσι ένας ενάρετος κύκλος, καθώς θα μειώνεται η ανεργία, ιδίως μάλιστα αν έχει επέλθει και εξυγίανση του τραπεζικού τομέα με τη δημιουργία δημόσιων τραπεζών. Εκεί βρίσκεται η απάντηση για το πρόβλημα της ζήτησης και τη μείωση της ανεργίας. Έτσι θα υπάρξει και περιθώριο αναδιανομής του εισοδήματος και του πλούτου, αλλά σε βάση ανάπτυξης και όχι μοιράσματος της φτώχειας.


Το δεύτερο βήμα είναι η στοχευμένη βιομηχανική και αγροτική πολιτική ενισχύοντας αποφασιστικά τον πρωτογενή και τον δευτερογενή τομέα και μειώνοντας παράλληλα την εξάρτηση από τις εισαγωγές. Αυτός είναι ο δρόμος για να αλλάξει η δομή της ελληνικής οικονομίας τονώνοντας τον παραγωγικό ιστό και μειώνοντας την εξάρτηση από τις υπηρεσίες. Από εκεί θα έλθει και η συστηματική άνοδος της παραγωγικότητας που θα αλλάξει τη θέση της χώρας στην παγκόσμια οικονομία. Από εκεί θα έλθει επίσης η τόνωση και η μεταμόρφωση του ιδιωτικού τομέα της ελληνικής οικονομίας.


Η αναπτυξιακή αυτή προοπτική είναι απολύτως εφικτή, αλλά παράλληλα επίπονη και χρονοβόρα, απαιτώντας συντονισμό του πιστωτικού συστήματος, των δημόσιων μηχανισμών ελέγχου, καθώς και της παιδείας και της δικαιοσύνης σε μεγαλύτερο βάθος χρόνου. Πάνω απ’ όλα, απαιτεί βαθιά τομή στη δημόσια διοίκηση, με εξορθολογισμό, ανανέωση και νέο πνεύμα κοινωνικής προσφοράς. Στη βάση αυτή θα μπορέσει να υπάρξει μια νέα σχέση στον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα στη χώρα μας.


Χρέος, ΟΝΕ και ΕΕ


Η απλή παράθεση των απαραίτητων βημάτων θέτει το επιτακτικό ερώτημα: είναι εφικτή μια τέτοια οικονομική πολιτική, χωρίς βαθιά διαγραφή του δημοσίου χρέους, όσο η χώρα παραμένει στο πλαίσιο της ΟΝΕ και χωρίς ευθεία σύγκρουση με την ΕΕ. Η προφανής απάντηση είναι όχι, άρα τα βήματα αυτά είναι επίσης αναγκαία. Στα εφτά χρόνια των μνημονίων τα ζητήματα του χρέους, της ΟΝΕ και της ΕΕ έχουν συζητηθεί κατά κόρον και πλέον υπάρχει σημαντική γνώση για το πως μπορούν να αντιμετωπιστούν. Πρέπει όμως να γίνει αντιληπτό ότι η διαγραφή του χρέους και η ανάκτηση της νομισματικής κυριαρχίας δεν αποτελούν τη λύση για το πρόβλημα της χώρας, αλλά το μέσο για να περάσουμε στη λύση, όπως αυτή αναλύθηκε προηγουμένως.


Επιβάλλεται επίσης να τονιστεί ότι η σημερινή κατάσταση της Ελλάδας δεν έχει τίποτε κοινό με το 2010-12. Τότε η στάση πληρωμών στο χρέος και η έξοδος από το ευρώ, με ό,τι αυτό σήμαινε για την ΕΕ, θα έπρεπε να ήταν τα κύρια αιτήματα των αντιμνημονιακών δυνάμεων γιατί θα μπορούσαν να αποτρέψουν τη μνημονιακή καταστροφή και γρήγορα να βάλουν τη χώρα σε πορεία ανάπτυξης. Σήμερα το μνημονιακό πλαίσιο έχει γίνει καθεστώς, η καταστροφή έχει επιτελεστεί και η χώρα αντιμετωπίζει βαθύτατο πρόβλημα ανάπτυξης και στρεβλής δομής της οικονομίας. Από εκεί λοιπόν πρέπει να ξεκινήσει η απάντηση.


Επιπλέον, η σημερινή κατάσταση της Ευρωζώνης λίγα κοινά έχει με το 2010-12. Η κρίση έχει καταλαγιάσει και έχει εμφανιστεί μια Ευρώπη που κυριαρχείται από τη Γερμανία. Οι μηχανισμοί της ΟΝΕ έχουν γίνει ακόμη σκληρότεροι και η δημοσιονομική λιτότητα έχει γίνει καθεστώς στην ΕΕ. Στη σημερινή Ευρώπη υπάρχουν δύο τουλάχιστον περιφέρειες: αυτή του Νότου, όπου ανήκει και η χώρα μας, με αδύναμες οικονομίες υπηρεσιών, και αυτή της Κεντρικής Ευρώπης, με οικονομίες ενταγμένες στη γερμανική εξαγωγική μηχανή. Το πρόβλημα της Ελλάδας, αλλά και άλλων χωρών, είναι να αντιμετωπίσουν το διαχωρισμό σε κέντρο και περιφέρεια, ο οποίος δημιουργεί πολύ κακές προοπτικές ανάπτυξης για τις χώρες του Νότου. Από εκεί επίσης πρέπει να ξεκινήσει η απάντηση.


Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι τα ζητήματα του χρέους, της ΟΝΕ και της ΕΕ είναι καίρια και η αντιμετώπισή τους είναι απαραίτητη για την υιοθέτηση της οικονομικής πολιτικής που απαιτείται ώστε να βγει η χώρα από το τέλμα. Σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει αυτό ότι η Ελλάδα θα απομονωθεί. Απεναντίας, η Ελλάδα είναι και θα παραμείνει μια ανοιχτή ευρωπαϊκή χώρα και κοινωνία. Αλλά τα σημερινά προβλήματά της απαιτούν διαμόρφωση πειστικής αναπτυξιακής πρότασης με βαθιά κοινωνική αλλαγή, η οποία θα προσδιορίσει ξανά τη θέση της στον κόσμο. Αυτό πρέπει να γίνει προμετωπίδα της πολιτικής ανασύνταξης.



Μέρος ΙΙ Το πολιτικό πεδίο

Η συνοπτική παρουσίαση της αναγκαίας οικονομικής πολιτικής είναι αρκετή για να αναδειχθούν τα κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα που αμέσως θα προκύψουν από την εφαρμογή της. Στην ουσία πρόκειται για βαθιά κοινωνική και πολιτική τομή η οποία δημιουργεί περιθώριο για κοινωνική ανατροπή υπέρ των λαϊκών, εργατικών και μικρομεσαίων στρωμάτων. Ο προγραμματικός πολιτικός λόγος που σήμερα απαιτείται για την πολιτική ανασύνταξη θα πρέπει να θέσει αυτά τα κοινωνικά ζητήματα στο προσκήνιο.


Λαϊκή και εθνική κυριαρχία


Συγκεκριμένα, το αστικό και ανώτερο μεσαίο στρώμα της ελληνικής κοινωνίας στήριξαν αναφανδόν την πολιτική των μνημονίων, σήκωσαν ένα πολύ μικρό βάρος αναλογικά με τα εισοδήματά τους και σε πλήρη συνεργασία με τους ξένους δανειστές επιχειρούν να εκμεταλλευτούν τις συνθήκες που έφερε η σταθεροποίηση. Για να επιβάλλουν την πολιτική των μνημονίων δεν δίστασαν να καταστρατηγήσουν τις δημοκρατικές διαδικασίες δημιουργώντας ουσιαστικά καθεστώς «εξαίρεσης» με επιβολή πολιτικών αλλαγών παρά τη θέληση του ελληνικού λαού. Χαρακτηριστικά δείγματα ήταν η μη εκλεγμένη κυβέρνηση Παπαδήμου το 2011 και φυσικά η μετατροπή του Όχι σε Ναι μετά το δημοψήφισμα του 2015.


Το εναλλακτικό οικονομικό πρόγραμμα χτυπάει τα συμφέροντα των κυρίαρχων στρωμάτων και αλλάζει την ισορροπία υπέρ των λαϊκών, εργατικών και μικρομεσαίων στρωμάτων. Η κοινωνική ανατροπή που αναπόφευκτα θα έλθει θα απαιτήσει ενίσχυση της δημοκρατίας και της λαϊκής κυριαρχίας για την υπεράσπισή της. Το λιγότερο που θα απαιτηθεί στο πολιτικό πεδίο είναι ο σχηματισμός Συντακτικής Εθνοσυνέλευσης με στόχο την εδραίωση της λαϊκής κυριαρχίας. Θα ανοίξει έτσι ο δρόμος για δομική αλλαγή των κοινωνικών σχέσεων και θα πληγεί ο πυρήνας του ελληνικού καπιταλισμού, δημιουργώντας προοπτική σοσιαλιστικού μετασχηματισμού με δημοκρατία και ελευθερία.


Το οικονομικό πρόγραμμα παράλληλα πλήττει και τα συμφέροντα των δανειστών, ενώ θέτει ζήτημα συμμετοχής της χώρας σε μια σειρά υπερεθνικών οργανισμών, όπως η ΟΝΕ και η ΕΕ. Θέτει λοιπόν ευθέως ζήτημα εθνικής κυριαρχίας και αναδιάρθρωσης των διεθνών σχέσεων της Ελλάδας. Στις σημερινές συνθήκες της Ευρώπης, με τον παγιωμένο διαχωρισμό σε κέντρο και περιφέρεια, τη σκλήρυνση της ΕΕ, την κυριαρχία της Γερμανίας και την έξοδο της Βρετανίας από την ΕΕ, η ανάκτηση της εθνικής κυριαρχίας είναι ζήτημα επιβίωσης για μια μικρή χώρα της περιφέρειας του Νότου, όπως η Ελλάδα. Αυτό δεν σημαίνει καθόλου την απομόνωση της Ελλάδας, αλλά αντίθετα τη δυναμική συμμετοχή της, με τις δικές της δυνάμεις, στη διαδικασία αναμόρφωσης της Ευρώπης σε βάση αλληλεγγύης και οικονομικού ελέγχου ανάμεσα στους ευρωπαϊκούς λαούς.


Οι δυνατότητες πολιτικής ανασύνταξης


Το καίριο ερώτημα λοιπόν είναι: Ποιες πολιτικές δυνάμεις μπορούν να βάλουν τη χώρα στην οικονομική, κοινωνική και εθνική πορεία που απαιτείται; Ο ελληνικός λαός γνωρίζει καλά ότι τίποτε νέο, ή διαφορετικό δεν έχει να περιμένει από το υπάρχον πολιτικό σύστημα. Ο ΣΥΡΙΖΑ, η Νέα Δημοκρατία, η Δημοκρατική Συμπαράταξη και το Ποτάμι έχουν πλήρως αποδεχθεί τη σημερινή πορεία και διαγκωνίζονται για τη διαχείρισή της. Το ΚΚΕ έχει μεταβληθεί σε κυτίο ψήφων διαμαρτυρίας και όμιλο διαλογικών συζητήσεων μαρξιστικού χαρακτήρα. Η Χρυσή Αυγή αποσπά κι αυτή ψήφους διαμαρτυρίας υποκλέπτοντας ριζοσπαστικά επιχειρήματα και ντύνοντάς τα με εθνικιστική και κοινωνική χυδαιότητα, όπως συνήθως κάνουν οι φασίστες. Το κόμμα του κ. Λεβέντη ολοκληρώνει την εικόνα της πολιτικής παρακμής.


Υπάρχει ένα τεράστιο πολιτικό κενό που δίνει περιθώριο σε νέες δυνάμεις να παίξουν ρόλο στην αφύπνιση του λαϊκού παράγοντα και την αντιστροφή της καταστροφικής σημερινής πορείας. Δυστυχώς το κενό δεν μπορεί να καλυφθεί από τις μεμονωμένες οργανώσεις της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς, παρά το ότι οι επιμέρους προτάσεις τους είναι συχνά διορατικές. Η ΛΑΕ, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, η Πλεύση Ελευθερίας δοκιμάστηκαν στην περίοδο μετά τα δημοψήφισμα του 2015 και τα όρια τους έχουν φανεί. Με μεμονωμένη δράση το μόνο που θα πετύχουν θα είναι η συνεχής φθορά. Το ίδιο ισχύει και για το ΕΠΑΜ που δεν ανήκει στην Αριστερά. Η καθεμία χωριστά από αυτές τις οργανώσεις δεν έχει ούτε την αξιοπιστία, ούτε την ταξική και εθνική ακτινοβολία που απαιτείται για την κάλυψη του πολιτικού κενού.

Η χώρα χρειάζεται ένα νέο συλλογικό φορέα, ο οποίος θα στηριχτεί στα λαϊκά, εργατικά και μικρομεσαία στρώματα και θα συμβάλλει στην αφύπνιση του συνδικαλιστικού κινήματος, με τη συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών. Ο φορέας που απαιτείται δε μπορεί να προκύψει από την απλή εκλογική συγκόλληση των οργανώσεων που ήδη υπάρχουν, ώστε να μπουν στη Βουλή. Δεν πρόκειται επίσης να σχηματιστεί μέσα από τις γνωστές διαπραγματεύσεις και την πεπατημένη των συναντήσεων «κορυφής».

Ο συλλογικός φορέας στην πράξη μπορεί να προκύψει μόνο μέσα από ειλικρινείς διαβουλεύσεις κομμάτων, οργανώσεων και μονάδων που κράτησαν συνεπή αντιμνημονιακή στάση και σήμερα αντιλαμβάνονται τη σημασία της συλλογικής δράσης. Η δόμησή του θα πάρει χρόνο λαμβάνοντας υπόψη τη βαθιά αδυναμία των λαϊκών στρωμάτων και των εργατικών οργανώσεων. Για να προχωρήσει θα πρέπει να αντιμετωπιστούν ορισμένα καίρια ζητήματα που θα αναφέρω στο επόμενο μέρος με την προσδοκία περαιτέρω συζήτησης.



Μέρος ΙΙΙ Οι όροι για ειλικρινή πολιτική συνεννόηση

Ο νέος συλλογικός φορέας θα πρέπει να έχει ευρύτητα και να μην αποκλείει δυνάμεις για λόγους πολιτικής καθαρότητας. Καίριο ρόλο θα παίξουν τα κόμματα και οι οργανώσεις της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς που σήκωσαν μεγάλο βάρος της αντιμνημονιακής προσπάθειας. Αλλά δεν έχει απολύτως κανένα νόημα η επιδίωξη «προγραμματικής ταύτισης» σε ευρύτερα ζητήματα του παγκόσμιου, ή του ελληνικού καπιταλισμού και δεν θα πρέπει να γίνουν εκ προοιμίου αποκλεισμοί οργανώσεων και ατόμων.

Το ζητούμενο είναι η συμφωνία για μια λύση στο ελληνικό πρόβλημα που θα προσβλέπει στην κοινωνική ανατροπή, στην ανάκτηση της εθνικής κυριαρχίας και στην αναγέννηση της χώρας. Τα βασικά βήματα είναι γνωστά και αναφέρονται σε θέματα κοινωνικής δομής, λαϊκής και εθνικής κυριαρχίας, ΟΝΕ και ΕΕ. Στο πλαίσιο αυτό μπορούν να συνυπάρξουν και να συνεργαστούν συλλογικότητες και άτομα πολύ πέρα από τα στενά όρια των οργανωμένων πολιτικών κομμάτων.

Για να λειτουργήσει αποτελεσματικά ο νέος φορέας θα πρέπει καταρχήν να έχει διαφορετική δομή από τα σημερινά πολιτικά σχήματα που απωθούν τα λαϊκά στρώματα. Δεν υπάρχουν ούτε ρετσέτες, ούτε σοφίες στο θέμα αυτό και χρειάζεται ρεαλιστική αντιμετώπιση συγκεκριμένων ζητημάτων βήμα-βήμα. Δεν είναι όμως δύσκολο να σχηματιστεί αρχικά ένα απλό συλλογικό όργανο μέσα από μια διαδικασία ανοιχτής συνεδριακής διαβούλευσης, το οποίο θα έχει τη δική του γραμματειακή υποστήριξη και θα δημιουργήσει πλαίσιο συνύπαρξης και κοινής δράσης. Αυτό που απαιτείται είναι πολιτική βούληση, αρχικά κυρίως από τις οργανώσεις της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς, και τίποτε παραπάνω.


Δύο σημεία στο θέμα της οργανωτικής δομής έχουν μεγάλη σημασία, μετά την εμπειρία των τελευταίων χρόνων, και θέλουν συζήτηση και ανάλυση.


Το πρώτο είναι το μάθημα από την αποτυχία και τη μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ. Συγκεκριμένα, η δημιουργία μιας γραφειοκρατικής οργάνωσης που θα απαρτίζεται από ουσιαστικά ανεξάρτητα τμήματα και θα συνοδεύεται από αέναη συζήτηση στο όνομα της ισοτιμίας αυτών που συμμετέχουν είναι απλώς μια μέθοδος αποτυχίας. Μπορεί να επέτρεψε την εκλογική εκτόξευση, αλλά τελικά οδήγησε σε άρνηση της εσωτερικής δημοκρατίας, αρχηγισμό και έλλειψη αρχών.

Η παραδοσιακή γραφειοκρατική πρακτική των ελληνικών κομμάτων και μάλιστα της Αριστεράς έχει εξαντλήσει τον ιστορικό της ρόλο. Εξαντλήθηκε όμως και ο ιστορικός ρόλος της συμπαράταξης ανεξάρτητων οργανώσεων μέσα σε ένα γραφειοκρατικό μετωπικό κέλυφος. Η εσωτερική λειτουργία του νέου φορέα θα πρέπει να βασίζεται σε συνεκτικές δημοκρατικές οργανωτικές δομές που θα επιτρέπουν την ελεύθερη συμμετοχή και θα προωθούν την έκφραση άποψης και συλλογικής δράσης με κοινή στόχευση.


Το δεύτερο είναι ότι ο δρόμος του Μελανσόν δεν υπάρχει για την Ελλάδα. Η Γαλλία βρίσκεται στην απαρχή μιας οικονομικής και κοινωνικής αλλαγής που της έχει επιβάλλει η συμμετοχή της στην ΟΝΕ, ενώ το ειδικό της βάρος είναι πολύ μεγαλύτερο από της Ελλάδας. Ο Μελανσόν και η «Ανυπότακτη Γαλλία» έχουν ακόμη τη δυνατότητα να προβάλλουν μια γενικόλογη απόρριψη της λιτότητας, αλλά και του ίδιου του καπιταλισμού, χωρίς να δεσμεύονται σε συγκεκριμένες πολιτικές και χωρίς να δημιουργούν συνεκτικές οργανωτικές δομές.


Οι προσωποκεντρικές επιλογές του Μελανσόν, παρά τη μεγάλη επιτυχία του στις εκλογές, είναι εξαιρετικά επικίνδυνες και τα προβλήματα δεν θα αργήσουν να φανούν. Στην Ελλάδα όμως, μετά την αρχηγική μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ, δεν υπάρχει ούτε ίχνος δυνατότητας για ένα τέτοιο δρόμο. Δεν υπάρχει επίσης καμία αντίστοιχη προσωπικότητα, η οποία να μπορεί να συνομιλήσει απευθείας με το λαό. Ο νέος φορέας θα πρέπει να λειτουργήσει συλλογικά και να βασιστεί στην οργανωτική πολιτική γνώση δεκαετιών.


Στη βάση αυτή ο κύριος πολιτικός στόχος δεν μπορεί παρά να είναι η μεθοδική προσέγγιση των λαϊκών και πληβειακών στρωμάτων. Θα πρέπει ο φορέας να συνδεθεί οργανικά με τα εργατικά, λαϊκά και μικρομεσαία στρώματα της ελληνικής κοινωνίας αξιοποιώντας την προγραμματική του πρόταση για τη χώρα και δίνοντας απαντήσεις στα προβλήματά τους. Με την ίδια λογική θα πρέπει να αντιμετωπιστεί και η εκλογική προσπάθεια. Η είσοδος τη Βουλή, η οποία είναι απολύτως εφικτή στις σημερινές συνθήκες, δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά εργαλείο για την προσέγγιση των λαϊκών στρωμάτων και αποτελεσματική πολιτική παρέμβαση σε εθνικό επίπεδο.


Καίρια σημασία στην προσπάθεια αυτή έχει η ανάδειξη των ζητημάτων που απασχολούν την νεολαία. Ο νέος φορέας θα πρέπει να δώσει πρακτικά το μήνυμα της κίνησης προς τα μπρος αποδεικνύοντας ότι χειρίζεται με δημιουργικότητα και φαντασία τις νέες τεχνολογίες επικοινωνίας στο πολιτικό πεδίο. Το βασικό στοιχείο, όπως έδειξε η πορεία του Κόρμπιν και του Σάντερς, δεν είναι η ηλικιακή νεότητα, αλλά η εντιμότητα, η ευθύτητα και η απλότητα. Η ελληνική νεολαία κοιτάει με εξαιρετική δυσπιστία τους πάντες, χωρίς να έχει χάσει τη διάθεσή της για αλλαγή. Είναι πολύ πιο ενημερωμένη και σίγουρη για τον ευρωπαϊκό της χαρακτήρα από ό,τι ήταν οι γονείς της.
Για τους ίδιους λόγους θα πρέπει να υπάρξει και ανανέωση προσώπων, και δεν αναφέρομαι στην ηλικία. Το νεαρό της ηλικίας του Αλέξη Τσίπρα αποδείχθηκε κάθε άλλο παρά εγγύηση ριζοσπαστικότητας, μαχητικότητας και ειλικρίνειας. Το ζητούμενο είναι να βγουν στο προσκήνιο άνθρωποι που έχουν την απαραίτητη γνώση για να υλοποιήσουν το πρόγραμμα και έχουν δοκιμαστεί στα χρόνια των μνημονίων. Επίσης άνθρωποι από τον χώρο της κοινωνικής αλληλεγγύης και των κινημάτων που βοήθησαν την κοινωνία να αντιμετωπίσει τη λαίλαπα των μέτρων. Μόνο σ’ αυτή τη βάση μπορεί να ξεπεραστεί ο φόβος που καλλιεργείται συνεχώς από τις μνημονιακές δυνάμεις και να υπάρξει εμπιστοσύνη.
.

Η πολιτική ανασύνταξη είναι απολύτως εφικτή. Το βάρος για την ανάληψη της πρωτοβουλίας που απαιτείται πέφτει στην εξωκοινοβουλευτική Αριστερά, πλαισιωμένη από ευρύτερους φορείς και άτομα. Είναι απαραίτητο οι στόχοι να μην είναι απλώς εκλογικοί. Ο ελληνικός λαός διψάει για καλές ειδήσεις και μια αισιόδοξη πολιτική προοπτική. Ας μετρήσουμε όλοι τις ευθύνες μας.

Viewing all 6521 articles
Browse latest View live