Για τον Εκπρόσωπο της Επιτροπής για την Κατάργηση των Αδικαιολόγητων Χρεών, από τα προγράμματα «βοήθειας» ωφελήθηκαν οι κεντρικές Τράπεζες παρά ο ελληνικός λαός, τονίζεται σε άρθρο που υπογράφει ο Éric Toussaint, ο οποίος και επισημαίνει επιστολή του Μάριο Ντράγκι προς τον Ευρωβουλευτή Νικόλαο Χουντή, στην οποία, όπως σημειώνει, ο Ντράγκι αναγνωρίζει, ότι οι Κεντρικές Τράπεζες των χωρών μελών της Ευρωζώνης συσσώρευσαν κέρδη ύψους 7,8 δσ. ευρώ χάρη στους ελληνικούς τίτλους, τους οποίους αγόρασε ηΕΚΤ τα έτη 2010-2012 στο πλαίσιο του προγράμματος SMP (Securities Markets Programme). Σύμφωνα με τον Βέλγο οικονομολόγο Éric Toussaint εκπρόσωπο της Επιτροπής για την Κατάργηση του Χρέους του Τρίτου Κόσμου (CADTM), στα ανωτέρω ποσά προστίθενται και άλλα, τα οποία δεν ανέφερε ο πρόεδρος της ΕΚΤ και που είναι τα κέρδη που αποκόμισε η ΕΚΤ από τις κεντρικές τράπεζες, στο πλαίσιο της λεγόμενης αγοράς NAFA («Συμφωνία για καθαρά χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία»), καθώς και τα κέρδη των 14 χωρών της Ευρωζώνης, που χορήγησαν διμερές δάνειο στην Ελλάδα το 2010 με επιτόκιο περίπου 5%.
Εκφράζει την άποψη, ότι η κρίση στην Ελλάδα και σε άλλες περιφερειακές χώρες ωφέλησε τις ευημερούσες χώρες της Ευρωζώνης, υπογραμμίζει την παρέμβαση το 2010 της ΕΚΤ, προκειμένου να ελαχιστοποιηθούν στο μέγιστο βαθμό οι απώλειες των γαλλικών, γερμανικών, ιταλικών και των χωρών Μπενελούξ ιδιωτικών τραπεζών, οι οποίες ήταν κατά πολύ εκτεθειμένες, τόσο στον ιδιωτικό, όσο και δημόσιο τομέα της Ελλάδας και κυρίως να αποφευχθεί η πτώχευση, επισημαίνοντας ταυτόχρονα την άρνηση της ΕΚΤ για μείωση του ελληνικού χρέους.
Υπογραμμίζει, ότι από τη μείωση κατά 53% της αξίας του χρέους, το Μάρτιο του 2012, επωφελήθηκαν οι ελληνικές Τράπεζες, όχι όμως και τα δημόσια συνταξιοδοτικά ταμεία, τα οποία, όπως σημειώνει, ήταν τα κύρια θύματα, καθώς αναγκάστηκαν από τις Αρχές της χώρας και την Τρόικα να μετατρέψουν λίγο πριν από την αναδιάρθρωση (χαρακτηρίζεται σωστός σχεδιασμός, αλλά κρυμμένο μυστικό), τα περιουσιακά τους στοιχεία σε ελληνικά χρεόγραφα.
Στη συνέχεια, γίνεται αναφορά στην κυπριακή κρίση, στην καταγγελία της ελληνικής Κυβέρνησης προς την ΕΚΤ και στην δέσμευση της τελευταίας να παραδώσει στην Ελλάδα τους τόκους που κέρδισε, στο οποίο, όπως τονίζεται, προέβη το 2013 και 2014, παραδίδοντας 3,3 δισ. ευρώ στην κυβέρνηση Σαμαρά, αλλά κατά τους πρώτους έξι μήνες της κυβέρνησης Τσίπρα δεν προέβη σε καμία επανεκχώρηση και έκτοτε, τόσο η ΕΚΤ όσο και οι εθνικές κεντρικές τράπεζες της Ευρωζώνης δεν έχουν επιστρέψει τίποτα στην Ελλάδα.
«Ο μηχανισμός είναι αμείλικτος: κάθε φορά, που ένα μερίδιο των κερδών της ΕΚΤ από τα ελληνικά χρεόγραφα μεταφέρεται στην Αθήνα, το ποσό διανέμεται αμέσως στους πιστωτές για την αποπληρωμή του χρέους.
Πρέπει να τερματισθεί αυτή η λεηλασία. Τα κέρδη της ΕΚΤ πρέπει να χρησιμοποιηθούν πλήρως για τη χρηματοδότηση των κοινωνικών δαπανών και την τόνωση της απασχόλησης, προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα δραματικά αποτελέσματα των υπαγορευμένων από την τρόικα πολιτικών. Το ελληνικό χρέος πρέπει να διαγραφεί, επειδή είναι παράνομο, απεχθές και μη βιώσιμο», καταλήγει ο αρθρογράφος.
1. Πραξικόπημα από το ίδιο το επίσημο κράτος. Αυτός είναι ο ευκολότερος τρόπος να περιγράψει κανείς την δέσμη των μέτρων που ανακοίνωσε η κυβέρνηση Ραχόι, με την υποστήριξη των Σοσιαλιστών και των Ciudadanos, την περασμένη Παρασκευή και τα οποία θα υποβάλει προς έγκριση στην Γερουσία στις 27 Οκτώβρη. Πέρα από την εφαρμογή του «θολού» άρθρου 155, αυτό που ανακοίνωσε ο Ραχόι είναι η ντεφάκτο αναστολή της αυτονομίας της Καταλονίας συνολικά, χρησιμοποιώντας το άρθρο 155 ως νομική επίφαση. Η απουσία κάθε προηγούμενης εμπειρίας στην εφαρμογή του, μαζί με το κλίμα «κατάστασης εξαίρεσης» που θεσμικά επικρατεί αυτήν τη στιγμή, επιτρέπει στην ισπανική κυβέρνηση να πάρει αποφάσεις που δεν είναι απλά αυταρχικές και αντιδημοκρατικές, αλλά και αμφίβολης συνταγματικότητας.
Η εξουσία παραβιάζει τους ίδιους της τους κανόνες, επιστρατεύοντας την βία και τη δημιουργία μιας κατάστασης εξαίρεσης. Ενεργοποιεί τις βαλβίδες ασφαλείας που έχει στη διάθεσή της για να ανταπεξέρχεται σε δύσκολες στιγμές και αλλάζει τους κανόνες του παιχνιδιού που είχαν την παλιότερη νομιμοποίηση, με την υπόσχεση να την υπερασπιστεί.
Κάτω από ένα κλίμα κατάστασης εξαίρεσης, παίρνονται μέτρα που από μόνα τους προϋποθέτουν την ανατροπή της παλιάς τάξης πραγμάτων, αλλά αυτό γίνεται στο όνομά της και με τη νομιμοποίησή της, για να γίνει ένας ελιγμός που θα αλλάζει τις πολιτικές και κοινωνικές δυναμικές στην Καταλονία και θα επιβάλει την επιστροφή σε μια νέα κανονικότητα, με όρους πολύ πιο ευνοϊκούς για το Κράτος. Είναι μια μετωπική επίθεση ενάντια στη δημοκρατία, που γίνεται στο όνομα της δημοκρατίας και θέλει να οδηγήσει σε μια νέα δημοκρατική κανονικότητα όπου όλα θα περνούν μέσα από αποδεκτά κανάλια, αφού θα έχει αποκατασταθεί η τάξη στη διάρκεια μιας περιόδου εξαίρεσης. Όλο αυτό δεν είναι μια παράξενη ανωμαλία. Αντίθετα, είναι ένα καθαρό παράδειγμα της φύσης των νόμων του καπιταλιστικού κράτους γενικά (και του ισπανικού πολιτικού καθεστώτος του 1978 ειδικά), που διαλύει μονομιάς όλες τις φετιχιστικές και αφελείς απόψεις περί των νόμων. Διαλύει την εικόνα για την νομιμότητα και τους θεσμούς στην οποία τόσο είχαμε προσαρμοστεί στα χρόνια της ρουτίνας της «κανονικότητας». Αναμφίβολα, εδώ και εβδομάδες παρακολουθούμε ταχύρυθμα μαθήματα θεωρίας και πράξης για το κράτος, που επιβάλουν την ταχεία στρατηγική ωρίμανση ενός κινήματος του οποίου η «κοινή λογική» απέκλειε κάθε σύγκρουση με το κράτος, στο όνομα μιας ευχάριστης διαδικασίας «αποσύνδεσης».
2. Η σύντομη περιπέτεια του «νέου» PSOE.
Η διαδρομή του «νέου» Πέδρο Σάντσεθ υπήρξε μικρή. Πολύ μικρή. Και σε διάρκεια και σε βάθος. Η νίκη του στις προκριματικές εκλογές του PSOE τον περασμένη Μάη, ενάντια σε όλο τον κομματικό μηχανισμό, τα ΜΜΕ και την οικονομική εξουσία, ήταν αναμφίβολα ένα σημείο καμπής χωρίς προηγούμενο. Αν και ο θρίαμβός του εξέφραζε μια πολύ πραγματική δυναμική που υπήρχε στο υπόβαθρο, μια ανταρσία της βάσης που καταδείκνυε το μέγεθος της άνευ προηγουμένου κρίσης του κόμματος, ο Σάντσεθ ήταν πάντοτε ένας απατεώνας που αναβαπτίστηκε ως υπέρμαχος των συμφερόντων της κομματικής βάσης και σταυροφόρος των αξιών της Αριστεράς, για να καναλιζάρει οπορτουνιστικά την εσωκομματική δυσφορία και να ανακτήσει τη θέση του γενικού γραμματέα. Η νέα ηγετική ομάδα γύρω από τον Σάντσεθ ποτέ δεν είχε ένα σαφές σχέδιο ρήξης με τον σοσιαλφιλελευθερισμό, αλλά απολάμβανε μια σχετική αυτονομία σε σχέση με την οικονομική εξουσία, την εξουσία των ΜΜΕ και τον κρατικό μηχανισμό, που της επέτρεπε να προσανατολίζεται προς μια μελλοντική συμμαχία με το Podemos εκτιμώντας ότι η στροφή της προς τα αριστερά, στα λόγια, θα μείωνε επίσης τον πολιτικό χώρο του σχηματισμού του Pablo Iglesias.
Ενώπιον της καταλανικής κρίσης ωστόσο, ο Σάντσεθ αναδιπλώθηκε πλήρως στη λογική του «κρατικού συμφέροντος», μια βραχυπρόθεσμη και παρορμητική λογική που ενσαρκώνει η ισπανική πολιτική-οικονομική ελίτ γενικά, και η πιο δεξιά πτέρυγά της ειδικά, που είναι ανίκανη να σκεφτεί καν ένα βιώσιμο σχέδιο για το Ισπανικό Κράτος. Μια λογική που ξέρει μόνο να αντιμετωπίζει την καταλανική κρίση με αυταρχικό τρόπο και να την χρησιμοποιεί ως παράγοντα μιας προσωρινής πολιτικής συνοχής για να στηρίξει τους αποδυναμωμένους πυλώνες του πολιτικού καθεστώτος, χωρίς να αντιμετωπίζει καμιά από τις αιτίες που το αποδυνάμωσαν ή έστω να διαμορφώνει μια λαμπετουσιανή αυτομεταρρύθμιση από τα πάνω (ΣτΜ: όπου –όπως έγραφε ο Τζουζέπε Τ. Λαμπεντούζα «θα αλλάξουν όλα, για να μην αλλάξει τίποτα).
Το PSOE υποτάχτηκε σε ένα αντιδραστικό μπλοκ, χωρίς να έχει καμιά δυνατότητα να το ελέγξει. Ίσως με αυτόν τον τρόπο ο Σάντσεθ να απελευθερώθηκε από την ασφυκτική πίεση την οποία θα δεχόταν από τα ΜΜΕ και την οικονομική εξουσία στην περίπτωση που έδειχνε την παραμικρή ταλάντευση. Αλλά η «γαλήνη» που εξασφαλίζει βραχυπρόθεσμα μπορεί να αποτελέσει πρόβλημα μακροπρόθεσμα. Το να λειτουργείς ως «άνθρωπος του κράτους» όταν δεν ελέγχεις ούτε τη διαδικασία, ούτε τον ρυθμό των εξελίξεων, ούτε τίποτε απολύτως, συνήθως δεν αποδίδει σημαντικά οφέλη. Ούτε το να ανταγωνίζεσαι με τη Δεξιά στις σκληρές πολιτικές.
3. Η δημοκρατική μοναξιά του Ποδέμος.
Απέναντι στο απόλυτο «σφίξιμο της γραμμής» του μπλοκ PP-PSOE-Ciudadanos, όλων των δυνάμεων του κράτους με τον βασιλιά επικεφαλής, της οικονομικής εξουσίας και των μεγάλων μιντιακών ομίλων, το Unidos Podemos λειτουργεί ως το αντίπαλο ρεύμα υιοθετώντας μόνο του μια δημοκρατική στάση. Η πολιτική του Ποδέμος, αναμφίβολα έχει όρια, έχει αντιφάσεις και λάθη (πιο ειδικά τη «χαλαρότητα» που έδειξε πριν από την 1η Οκτώβρη), αποτελεί όμως μια αξιοπρεπή και αξιοσημείωτη δημοκρατική εξαίρεση. Οι εσωτερικές δυναμικές μέσα στο κόμμα δείχνουν, ωστόσο, ένα ζήτημα που πρέπει να πάρουμε υπόψη: τα ενδιάμεσα, περιφερειακά και τοπικά όργανα του κόμματος (με εξαίρεση την καταλανική ηγεσία) δείχνουν χειρότερα αντανακλαστικά αντίστασης στην πίεση της συγκυρίας και προσαρμόζονται πιο εύκολα στον κυρίαρχο «ισπανισμό» από ό,τι ο καθοδηγητικός πυρήνας, όπου ηγείται ο Ιγκλέσιας.
Είναι ακόμα ένα παράδειγμα της αποτυχίας του οργανωτικού και πολιτικού μοντέλου εσωτερικής συγκρότησης και λειτουργίας του μωβ σχηματισμού (ΣτΜ: συνηθίζεται να αναφέρεται έτσι το Podemos, λόγω της κυριαρχίας του μωβ χρώματος στα σύμβολά του). Είναι αποτυχία οργανωτική, γιατί η «κάθετη» οργάνωση, ο συγκεντρωτισμός και ο αυταρχισμός αποθάρρυναν εξαρχής πολλά από τα καλύτερα στελέχη, αποσιώπησαν τις πιο κριτικές φωνές και ενίσχυσαν στις τοπικές και περιφερειακές δομές οπορτουνιστές χωρίς αρχές ή ικανότητες, πέρα από την αφοσίωσή τους στην κεντρική καθοδήγηση. Είναι αποτυχία πολιτική, γιατί ο εκλογικίστικος τακτικισμός και η επικέντρωση στην επικοινωνιακή πολιτική υποβάθμισε τις προγραμματικές αρχές και παραμέλησε τη διαμόρφωση στελεχών, εκτός και αν αυτό είχε να κάνει με τεχνικά ή επικοινωνιακά ζητήματα. Οι αγωνιστές της βάσης και τα ενδιάμεσα στελέχη δέχτηκαν ελάχιστη πολιτική εκπαίδευση πάνω στο εθνικό ζήτημα ή τη σχέση του με την καθεστωτική κρίση, πέρα από τις γενικές διακηρύξεις για τη δέσμευση σε ένα πολυεθνικό Κράτος, διακηρύξεις οι οποίες ελάχιστα συγκεκριμενοποιήθηκαν ή εντάχθηκαν σε μια ιστορική και θεωρητική παράδοση. Καθώς η κατάσταση και η καταλανική κρίση έγιναν έντονα, πολλά ενδιάμεσα στελέχη και μέλη της βάσης του κόμματος βρέθηκαν «αφοπλισμένα» πολιτικά και δυσκολεύτηκαν να ακολουθήσουν τη γραμμή ή να την υπερασπιστούν ενεργά προς τα έξω. Ο επιφανειακός χαρακτήρας μιας επικοινωνιακής-εκλογικίστικης πολιτικής, όσο κι αν αυτή διεξήχθη ενεργά και θαρρετά από την ηγεσία, συγκρούστηκε τελικά με την συνθετότητα της πραγματικής πολιτικής.
4. Επιπτώσεις.
Είναι αδύνατο να κάνουμε μια σοβαρή πρόβλεψη για το ποιο θα είναι το αποτέλεσμα του «Καταλανικού Οκτώβρη», αλλά μπορούμε να πούμε πως, ό,τι κι αν συμβεί, θα έχει αντίκτυπο που θα ξεπερνά την Καταλονία. Η αλήθεια είναι ότι η επίθεση στους καταλανικούς θεσμούς που ανακοίνωσε ο Ραχόι αποτελεί μια κλιμάκωση της καταστολής χωρίς προηγούμενο. Αν το Ισπανικό Κράτος θριαμβεύσει, αυτό αναμφίβολα θα επιφέρει συνέπειες για το πολιτικό σύστημα σε όλη την επικράτεια του ισπανικού κράτους, και έμμεσα στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Ο θρίαμβος του Ισπανικού Κράτος θα διευρύνει το πεδίο του τι είναι εφικτό για την εξουσία, του τι είναι επισήμως ανεκτό στο ευρωπαϊκό περιβάλλον, του τι μπορεί να γίνει σε οριακές στιγμές. Θα στρώσει το δρόμο για μια νέα στροφή της αυταρχικής τάσης στις μέρες που έρχονται και θα διευκολύνει ακόμα περισσότερο την διάλυση των δημοκρατικών θεσμικών μηχανισμών που ήδη πλήττονται σε όλη την ήπειρο, και ιδιαίτερα στη μεσογειακή περιφέρειά της, από όταν ξέσπασε η κρίση. Αν ο «Καταλανικός Οκτώβρης» επιλυθεί με τον κατασταλτικό και αυταρχικό τρόπο, άλλες πολιτικές κρίσεις -όποια κι αν είναι η φύση τους- θα αντιμετωπιστούν με την ίδια μέθοδο.
5. Στη διάσταση του αγνώστου.
Στην Καταλονία, οι προκλήσεις της στιγμής είναι σαφείς. Πρώτον, να διαμορφώσουμε ένα δικό μας θετικό πρόγραμμα που θα πηγαίνει πολύ πιο πέρα από την υπεράσπιση των καταλανικών θεσμών, το οποίο θα πρέπει να συγκεκριμενοποιείται όσον αφορά τους στόχους της Καταλανικής Δημοκρατίας και μιας καταλανικής Συντακτικής Διαδικασίας. Δεύτερον, να διατηρήσουμε ενωμένο το μπλοκ που έκανε εφικτή την 1η και την 3η Οκτώβρη, δηλαδή το μπλοκ που περιλαμβάνει και το κίνημα για την ανεξαρτησία καθώς και μια ευρύτερη δημοκρατική, υπέρ της ρήξης με το καθεστώς, πτέρυγα. Και αν είναι εφικτό, να επεκταθεί αυτό το μπλοκ και στην Catalonia en Comu (ΣτΜ: πλατύ σχήμα της καταλανικής ριζοσπαστικής Αριστεράς), που θα πρέπει να αποφασίσει αν θα συνεχίσει να συμμετέχει μόνο στον αντικατασταλτικό δημοκρατικό αγώνα, ή αν θα επιχειρήσει να διαμορφώσει και να προωθήσει έναν «συντακτικό» οδικό χάρτη. Τρίτον, να ενισχύσουμε ένα μπλοκ ρήξης που δεν θα ασχολείται απλά με τη διαδικασία και που θα έχει πολιτική ενότητας απέναντι στην καταλανική κυβέρνηση, την Εθνική Καταλανική Συνέλευση (ANC) και το Omnium (ΣτΜ.: Οι δύο βασικές ηγετικές οργανώσεις του «επίσημου» κινήματος για ανεξαρτησία), αλλά και πολιτική πίεσης και ξεπεράσματός τους από τα κάτω.
Ενότητα και σαφήνεια στους στόχους. Δύο κρίσιμες προκλήσεις για να πορευτούμε μέσα σε ένα τόσο αβέβαιο και καινούργιο έδαφος. Μπαίνουμε στη διάσταση του αγνώστου.
Image may be NSFW. Clik here to view. Του Παναγιώτη Αντ. Ανδριόπουλου Ο Ελύτης πολέμησε στο Αλβανικό Έπος 1940-41, στην πρώτη γραμμή του μετώπου. Προσβλήθηκε από τύφο και τελικά διασώθηκε “από θαύμα”, όπως ο ίδιος ομολογεί. Ας δούμε συνοπτικά πώς ο ίδιος περιγράφει την εμπειρία του στο μέτωπο και σε ποια ποιητικά του έργα αποτυπώθηκε αυτή η συγκλονιστική για τον ποιητή εμπειρία. Στις 28 Οκτωβρίου 1940 ο Ελύτης κατατάσσεται ως ανθυπολοχαγός στη Διοίκηση του Στρατηγείου του Α’ Σώματος Στρατού. Στις 26 Φεβρουαρίου 1941 μεταφέρεται με βαρύ κοιλιακό τύφο στο νοσοκομείο Ιωαννίνων κι έπειτα από περιπετειώδη πορεία καταλήγει στην Αθήνα. Αλβανία, κακουχίες στα λασπωμένα χιόνια των βουνών, οιμωγές θανάτου, πείνα, υποχώρηση, αρρώστιες, γερμανική εισβολή, κατοχή, θυσίες, περηφάνεια, αντίσταση, προδοσία... Από μια συνέντευξη του Οδυσέα Ελύτη στο φοιτητικό περιοδικό "Πανσπουδαστική"με τίτλο "Έζησα το θαύμα της Αλβανίας"το 1965, διαβάζουμε: Προσωπικά εσείς, σαν έφεδρος ανθυπολοχαγός, τι κάνατε στον αγώνα; τον ρωτούν. Τι να έκανα εγώ, ένα χαλασμένο παιδί της Αθήνας. Με κόπο ανυπολόγιστο, κατάφερα να είμαι απλώς συνεπής προς την αποστολή μου. Αλλά είδα στο πρόσωπο των στρατιωτών μου τη λάμψη που είναι ικανός ο Ελληνισμός ν'αναδύσει όταν πιστεύει στο δίκιο του. Και γνώρισα από πολύ κοντά την αψηφισιά του θανάτου, την ακατάβλητη θέληση της ζωής που έγινε τελικά και δική μου. Στο μέτωπο, αρρώστησα από βαρύτατο τύφο. Τα νερά που πίναμε, όπου βρίσκαμε, ανάμεσα στα πτώματα των μουλαριών, ήτανε μολυσμένα. Χωρίς να γνωρίζω τι έχω, χρειάστηκε να κάνω τρία μερόνυχτα με τα πόδια κα με ζώο σε βατόδρομο και να διακομισθώ στο Νοσοκομείο Ιωαννίνων. Έμεινα εκεί σαράντα μέρες με σαράντα πυρετό, ακίνητος, με πάγο στην κοιλιά. Με είχανε αποφασίσει αλλά εγώ δεν είχα αποφασίσει τον εαυτό μου. Θυμάμαι, ότι αρνήθηκα να με μεταφέρουν στο μικρό θάλαμο των ετοιμοθανάτων, όπως κάποιο άλλο βράδυ αρνήθηκα πεισματικά να κοινωνήσω και να εξομολογηθώ στον παπά που μου φέρανε, όταν η κρίση της αρρώστιας έφτασε στο κατακόρυφο. Μόλις αρχίζανε οι βομβαρδισμοί, ανοίγανε το διπλανό μου παράθυρο -μη σπάσουν τα τζάμια και τιναχτούν επάνω μου- και φεύγανε όλοι στα καταφύγια. Έτσι πέρασα όλες τις τρομερές πρώτες μέρες της γερμανικής επιθέσεως. Κατάμονος, σ'έναν έρημο θάλαμο, και γεμάτος πληγές από την απόλυτη ακινησία. Και την ημέρα που κρίθηκε ότι είχα γλυτώσει και άρχισε να υποχωρεί ο πυρετός, ήρθε η διαταγή να εκκενωθεί το Νοσοκομείο. Με βάλανε όπως-όπως σ'ένα φορείο, που το χώσανε σ'ένα φορτηγό αυτοκίνητο. Η φάλαγγα από τα Γιάννενα ως το Αγρίνιο πυροβολήθηκε οχτώ φορές από τα "στούκας". Οι φαντάροι τρέχανε στα χωράφια, όμως εγώ ήταν αδύνατον να σταθώ όρθιος έστω και για μια στιγμή. Τελικά στο Αγρίνιο, με παρατήσανε σ'ένα πεζούλι και φύγανε. Μια καλή κοπέλλα, εθελοτής νοσοκόμος με άλλη αποστολή, με βοήθησε κα μ'έσυρε ως το υπόγειο μιας καπναποθήκης, όπου σωριάστηκα κι έμεινα τρεις μέρες (...) Οι γιατροί στην Αθήνα τρίβανε τα μάτια τους. Σύμφωνα με την Επιστήμη, θα έπρεπε με την πρώτη παραμικρή μετακίνηση να πάθω εντερορραγία και να τελειώσω (...) αν "έζησα το θαύμα"σώθηκα και από ένα θαύμα. Η συμμετοχή του Ελύτη στον ελληνοϊταλικό πόλεμο το χειμώνα του 1940-41 έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην ποιητική και ιδεολογική του διαμόρφωση και σήμανε την αρχή μιας νέας περιόδου στην πνευματική του πορεία. Η εμπειρία του πολέμου ώθησε τον Ελύτη να στραφεί πιο άμεσα προς την ιστορία και το συλλογικό αίσθημα στο έργο του. Όπως σημειώνει ο ίδιος στην Αυτοπροσωπογραφία του:
Image may be NSFW. Clik here to view. Η Αλβανία, για τη σωματική μου υπόσταση ήταν μια περιπέτεια αβάσταχτη, αλλά για την ψυχική μου όμως ιστορία, μια τομή βαθιά. (…) έγινε αιτία ο πόλεμος να συνειδητοποιήσω τι είναι ο αγώνας, ο ομαδικός πλέον και όχι ο προσωπικός. Θέλω να πω τι σημαίνει να μάχεσαι ενταγμένος σε μιαν ομάδα, που έχει ορισμένα ιδανικά, και να μάχεσαι κι εσύ γι’ αυτά. Ο Ελύτης έγραψε τρία εκτεταμένα ποιήματα με θέμα τον Αλβανικό πόλεμο, την άνοιξη του 1941 μόλις επέστρεψε από το μέτωπο: την Αλβανιάδα, τη Βαρβαρία και το Άσμα Ηρωικό και Πένθιμο για τον Χαμένο Ανθυπολοχαγό της Αλβανίας. Η «Αλβανιάδα», έργο ημιτελές σε τρία μέρη, δημοσιεύθηκε τον Οκτώβριο του 1962 (μόνο ένα μέρος – τα υπόλοιπα καταστράφηκαν) στο φοιτητικό περιοδικό «Πανσπουδαστική», με εκτενή συνέντευξη του ποιητή και σχέδια του Γιάννη Μόραλη. Ας δούμε ένα σχετικό απόσπασμα από εκείνη τη συνέντευξη: Πώς συμβαίνει να μην έχει εκδοθεί ακόμη η «Αλβανιάδα»; Μήπως έχουν δημοσιευθεί αποσπάσματα σε κανένα περιοδικό; - Οχι, το ποίημα αυτό δεν δημοσιεύθηκε ποτέ. Μεταδόθηκε όμως τον Οκτώβριο του 1956 από το Ραδιοφωνικό Σταθμό Αθηνών, με απαγγελία Θάνου Κωτσόπουλου και Μήτσου Λυγίζου, ραδιοσκηνοθεσία Νίκου Γκάτσου και μουσική Μάνου Χατζιδάκι. Δεν είχε, απ'όσο ξέρω, καμιάν απήχηση, μολονότι η ραδιοφωνική παρουσίαση βοηθούσε στην ανάδειξη της ιδιότυπης τεχνικής του. Ισως να έφταιγα εγώ, ίσως το θέμα. Γεγονός είναι ότι μου έλειψε από κει και πέρα η διάθεση να συνεχίσω ένα έργο με τόσο μεγάλες διαστάσεις. Καλά ή κακά δεν είμαι από τους ποιητές που μπορούν να γράφουν ερήμην του κοινού. Μου χρειάζεται ο «αντίκτυπος». Κάτι περισσότερο: μου χρειάζεται αυτό που λέμε «αόρατη παραγγελία», η συναίσθηση ότι μια ομάδα ανθρώπων, έστω και μικρή, περιμένει κάτι από μένα. Προχώρησα αρκετά στο δεύτερο μέρος, κ'ύστερα, ξαφνικά, σταμάτησα. Με τράβηξε το «Αξιον Εστί» που είχε αρχίσει να ωριμάζει μέσα μου και που έμελλε να ηχήσει αλλοιώς. Ωστόσο, μια που αυτό το πρώτο μέρος εξακολουθεί, προσωπικά, να με ικανοποιεί απολύτως κ'έχει εξάλλου πάρει κατά κάποιο τρόπο το βάφτισμα της δημοσιότητας, ευχαρίστως σας το παραχωρώ. Η Βαρβαρία, δεν δημοσιεύτηκε ποτέ και έχει καταστραφεί. Από τον Ήλιο τον Πρώτο, τρία κομμάτια έμειναν έξω από τη έκδοση των ποιημάτων της συλλογής τo 1943 και ενσωματώθηκαν στην Καλοσύνη στις Λυκοποριές, που δημοσιεύτηκε τον Ιανουάριο του 1947 στο περιοδικό Τετράδιο. Το πρώτο σχέδιο για το Άξιον Εστι τοποθετείται στο 1950 και το ποίημα δημοσιεύεται το 1959. Ο Ελύτης συνέθεσε την ελεγεία του για τον ανθυπολοχαγό με σκοπό να τιμήσει τους συμπολεμιστές του στην Αλβανία. Σημειώνει στην Αυτοπροσωπογραφία του: «Λίγοι ξέρουνε ότι το κύριο βάρος του πολέμου το σήκωναν οι ανθυπολοχαγοί. Και συμβολικά αυτό θέλησα να δείξω ηρωοποιώντας έναν ανθυπολοχαγό, με το Άσμα που έγραψα». Κάποιοι μελετητές υποστηρίζουν πως έγραψε το ποίημα αυτό για το φίλο του ποιητή Γιώργο Σαραντάρη, ο οποίος επίσης πολέμησε στην Αλβανία και πέθανε αφού μεταφέρθηκε στην Αθήνα βαριά άρρωστος. Σε μια επιστολή του στον Kimon Friar, ο Ελύτης αναφέρθηκε στον έλληνα ήρωα, ενσαρκωμένο στο πρόσωπο του ανθυπολοχαγού, με τα παρακάτω λόγια: "Χίλιες φορές τον είχανε σκοτώσει και χίλιες φορές είχε ξαναναστηθεί ανάμεσά μας. Αυτό ήταν χωρίς αμφιβολία το μέτρο και η αξία ενός πολιτισμού βασισμένου στην αγάπη της ζωής και όχι του θανάτου. Στην ελευθερία που ξαναγεννούσε τη ζωή μέσα απ’ τα ερείπια του θανάτου". Στην ερώτηση δημοσιογράφου: Τι είναι εκείνο που σας συγκίνησε στο Επος του Σαράντα; ο Ελύτης απάντησε: - Πώς να σας το πω: ήταν ό,τι διάβαζα στην πράξη, και μ'ένα σφίξιμο στην καρδιά μην τύχει και δακρύσω, αυτά που με ανία και δυσφορία διάβαζα ώς τότε στα βιβλία και για την ιστορία της χώρας μου. Ηταν μια βίαιη φορά προς τα εμπρός του λαού που είχε κάποτε ηττηθεί, όχι εξ αιτίας του, στη Μικρασία, και που τώρα θα έπαιρνε την εκδίκησή του. Ετσι το έβλεπα εγώ. Σαν άχτι μακροχρόνιο που έβγαινε και ξεθύμαινε. Δεν έπαιζε ρόλο που ο εχθρός ήταν διαφορετικός. Ο εχθρός ήτανε η Τυραννία, ήτανε η μορφή του Αδικου, που την είχαμε υποστεί κάτω από διαφορετικές μορφές επί αιώνες και είχε γίνει μοίρα μας. Αυτή η εξέγερση εναντίον της Μοίρας, χωρίς υπολογισμό, μες στα όλα, αυτή η «όμορφη αφροσύνη», όπως λέω κάπου αλλού, ήτανε που ανέβαζε το γεγονός σε μιαν άλλη σφαίρα, ποιητική. Μέσα μου έγινε μια αναπαρθένευση των τριμμένων εννοιών. Οι λέξεις ξεφουσκώνανε και ξαναγεμίζανε με καθαρή ουσία. Με τη βοήθεια της ουσίας αυτής βρήκα το θάρρος να ξαναπροφέρω λόγια που ώς τότε φοβόμουνα επειδή τα συναντούσα μόνο στα χείλη των κούφιων πολιτικών και των πατριδοκαπήλων. Το Άξιον Εστι αποτελεί τη μετουσίωση της εμπειρίας του Ελύτη στην Αλβανία, σε μια ύψιστη ποιητική, που δεν έχει σχέση με συνθήματα ή παχιά λόγια.
Η Πορεία προς το μέτωπο είναι τόσο αληθινή σα μεταφυσική! Γράφει ο ποιητής: Νύχτα πάνω στη νύχτα βαδίζαμε ασταμάτητα, ένας πίσω απ’ τον άλλο, ίδια τυφλοί. Με κόπο ξεκολλώντας το ποδάρι από τη λάσπη, όπου, φορές, εκαταβούλιαζε ίσαμε το γόνατο. Επειδή το πιο συχνά ψιχάλιζε στους δρόμους έξω, καθώς μες στην ψυχή μας. Και τις λίγες φορές όπου κάναμε στάση να ξεκουραστούμε, μήτε που αλλάζαμε κουβέντα, μονάχα σοβαροί και αμίλητοι, φέγγοντας μ’ ένα μικρό δαδί, μία μία εμοιραζόμασταν τη σταφίδα. Ή φορές πάλι, αν ήταν βολετό, λύναμε βιαστικά τα ρούχα και ξυνόμασταν με λύσσα ώρες πολλές, όσο να τρέξουν τα αίματα. Τι μας είχε ανέβει η ψείρα ως το λαιμό, κι ήταν αυτό πιο κι απ’ την κούραση ανυπόφερτο. Τέλος, κάποτε ακουγότανε στα σκοτεινά η σφυρίχτρα, σημάδι ότι κινούσαμε, και πάλι σαν τα ζα τραβούσαμε μπροστά να κερδίσουμε δρόμο, πριχού ξημερώσει και μας βάλουνε στόχο τ’ αεροπλάνα. Επειδή ο Θεός δεν κάτεχε από στόχους ή τέτοια, κι όπως το ‘χε συνήθειο του, στην ίδια πάντοτε ώρα ξημέρωνε το φως… Το Άξιον Εστι έχει θεολογική δομή (Η Γένεση - Ανάγνωσμα - Προφητικόν - Τα Πάθη - Το Δοξαστικό) μα στην ουσία του συνιστά μια ανθρωπολογική προφητεία - και τούτη η προφητεία είναι πειστική: των φονιάδων το αίμα με φως ξεπληρώνω. Στην πρόσφατη διάλεξή της στη Γεννάδειο (19.10.2011) για τον Ελύτη η ποιήτρια Ιουλίτα Ηλιοπούλουαποκάλυψε ότι ετοιμάζεται μια μελέτη που θα περιλαμβάνει λεπτομερειακά την πορεία του ποιητή στην Αλβανία. Την περιμένουμε με ενδιαφέρον για να δούμε αυτή την άγνωστη στους πολλούς πλευρά της ζωής του Ελύτη. Σε τούτες τις δύσκολες μέρες που περνάμε νομίζω πως ο λόγος του ποιητή είναι επίκαιρος παρά ποτέ. Μη, παρακαλώ σας, μη, μη λησμονάτε τη χώρα μου!
Οι δωσίλογοι ή «γερμανοτσολιάδες» στην Ελλάδα την περίοδο της γερμανικής κατοχής διακρίνονται σε 4 κατηγορίες: 1) οι πρωθυπουργοί και υπουργοί των δωσιλογικών κυβερνήσεων, 2) τα τάγματα ασφαλείας και άλλες άτακτες ομάδες εξοπλισμένες από τους Γερμανούς, 3) πράκτορες και καταδότες Έλληνες ναζί και 4) οι μειονότητες της χώρας μας π.χ. τσάμηδες, σλαβόφωνοι. Ας τα πάρουμε από την αρχή: Η κυβέρνηση Τσολάκογλου, η πρώτη από τις τρεις δωσιλογικές κυβερνήσεις, ορκίστηκε στις 30 Απριλίου 1941. Λίγες μέρες πριν, στις 20 Απριλίου 1941, ο αντιστράτηγος και διοικητής του Γ΄ Σώματος Στρατού Γ. Τσολάκογλου, παραβαίνοντας τις οδηγίες του Γενικού Επιτελείου, υπογράφει συνθηκολόγηση στο Βοτονόσι Ιωαννίνων με τον Γερμανό υποστράτηγο Γιόζεφ Ντήτριχ. Ο ίδιος αργότερα δικαιολόγησε την παραπάνω ενέργεια ως μια κίνηση που θα απέτρεπε να χυθεί περισσότερο ελληνικό αίμα. Ο ειδικός στη στρατιωτική ιστορία Τζον Κίγκαν θεωρεί ότι παραδόθηκε στους Γερμανούς για να μη δώσει στους Ιταλούς τη χαρά ότι νίκησαν την Ελλάδα.Image may be NSFW. Clik here to view.Ο Τσολάκογλου, ο πρώτος κατοχικός πρωθυπουργό
Τέλος πάντων η κυβέρνηση Τσολάκογλου στην αρχή είχε την ανοχή της κοινής γνώμης και ενός μέρους του πολιτικού κόσμου, γιατί μια κυβέρνηση με Έλληνες έδινε μια ανάσα ανακούφισης μέσα στη μαυρίλα της γερμανικής κατοχής και θα απέτρεπε να οδηγηθεί η χώρα στο χάος. Μάλιστα τις πρώτες μέρες προχώρησε σε εκκαθαρίσεις στελεχών του Μεταξά από το δημόσιο, διέλυσε τις μεταξικές οργανώσεις και σύστησε ειδικό δικαστήριο για τη δίκη όσων εμπλέκονταν σε οικονομικά σκάνδαλα στην περίοδο της δικτατορίας Μεταξά. Επιπλέον κατήργησε τη βασιλεία και εγκαθίδρυσε την «Ελληνική Πολιτεία» για να κερδίσει έτσι τη συμπάθεια των βενιζελικών.
Όμως απέτυχε να αποτρέψει την τριχοτόμηση της χώρας μεταξύ Γερμανών-Ιταλών-Βουλγάρων και το λιμό που έπληξε την πατρίδα μας το χειμώνα του 1941-1942 που στοίχισε χιλιάδες ζωές. Αυτά σε συνδυασμό με τα οικονομικά προβλήματα, τον υψηλό πληθωρισμό και τον βρετανικό αποκλεισμό έφεραν την αντικατάσταση της κυβέρνησης τον Δεκέμβριο του 1942 με αυτή του καθηγητή Ιατρικής και αντιπροέδρου στην προηγούμενη κυβέρνηση Κ. Λογοθετόπουλου. Η νέα κυβέρνηση είχε πλέον εναντίον της την κοινή γνώμη, γιατί ο Τσολάκογλου είχε αποτύχει να μετριάσει τις συνέπειες της Κατοχής. Οι κινητοποιήσεις, οι απεργίες, η πολιτική επιστράτευση που συνέβησαν τους επόμενους μήνες έφεραν νέο πρωθυπουργό τον Απρίλιο του 1943, τον βασιλόφρονα πολιτικό Ι. Ράλλη.Image may be NSFW. Clik here to view.O Λογοθετόπουλος, κατοχικός πρωθυπουργός, στο δικαστήριο
Η νέα κυβέρνηση, βλέποντας ότι αργά ή γρήγορα οι Γερμανοί θα έχαναν τον πόλεμο, στράφηκε στη διασφάλιση της τάξης στην κατεχόμενη χώρα, στην οποία είχε ξεσπάσει το αντιστασιακό κίνημα. Στις 18 Ιουνίου 1943 ιδρύθηκαν τα Τάγματα Ασφαλείας, στα οποία κατατάχθηκαν χιλιάδες ένοπλοι. Ο Ράλλης προέβη σε αυτή την κίνηση γιατί ήθελε να επιβιώσει στο μεταπολεμικό σκηνικό δημιουργώντας έναν τρίτο πόλο μεταξύ της εξόριστης ελληνικής κυβέρνησης και του ΕΑΜ-ΚΚΕ. Με τη δημιουργία των Ταγμάτων Ασφαλείας ήθελε να δείξει στους Εγγλέζους ότι αυτός ήταν σε θέση να αντιμετωπίσει την κομμουνιστική απειλή του ΕΑΜ. Μάλιστα μεταπολεμικά ο Ράλλης υποστήριξε ότι η δημιουργία των Ταγμάτων Ασφαλείας έγινε σε συνεννόηση με τους Βρετανούς.
Τα Τάγματα Ασφαλείας ήταν ευζωνικά σώματα που συγκροτήθηκαν τελικά τον Δεκέμβριο του 1943 και προστέθηκαν κι άλλα το 1944. Ήταν όργανα του κατοχικού κράτους, που έδρασαν σε συγκεκριμένες πόλεις (Αθήνα, Ναύπακτος, Κόρινθος, Πύργος, Χαλκίδα, Αγρίνιο). Ιδρύθηκαν συνολικά 9 Τάγματα Ασφαλείας που περιλάμβαναν 5.725 άνδρες. Υπήρχαν όμως κι άλλες εθελοντικές ομάδες που δημιουργήθηκαν από αξιωματικούς του ελληνικού στρατού, κυρίως σε περιοχές της Πελοποννήσου, όπως Τρίπολη, Σπάρτη, Γύθειο, με σύνολο δύναμης περίπου 10.000 άνδρες. Επιπλέον υπήρχαν τοπικές ομάδες ενόπλων, στη Μακεδονία κυρίως, μειονοτικά σώματα Τσάμηδων και Σλαβομακεδόνων και ομάδες ενταγμένες στο γερμανικό στρατό περίπου 20.000 ανδρών στο σύνολό τους.Image may be NSFW. Clik here to view.Ι. Ράλλης, ο τρίτος κατοχικός πρωθυπο … ι ιδρυτής των Ταγμάτων Ασφαλείας
Οι αριθμοί αυτοί δείχνουν μια μαζικότητα που συγκρίνεται με τις αντιστασιακές οργανώσεις του ΕΑΜ, του ΕΔΕΣ και άλλων οργανώσεων και μάλιστα, όσο πλησίαζε το τέλος της Κατοχής, τόσο αυξανόταν. Οι Γερμανοί σίγουρα χρησιμοποίησαν τα Τάγματα αυτά για να γλιτώσουν γερμανικό αίμα στις συγκρούσεις που είχαν με τις ελληνικές αντιστασιακές οργανώσεις. Αλλά οι δυνάμεις κατοχής φοβόντουσαν να εξοπλίσουν μεγάλο αριθμό Ελλήνων και απαίτησαν ο αριθμός των ενόπλων να είναι περιορισμένος και να μη χρησιμοποιηθούν σε περίπτωση συμμαχικής απόβασης στην Ελλάδα. Οι ταγματασφαλίτες αποτέλεσαν έτσι πολύτιμο σύμμαχο των Γερμανών στον περιορισμό του ΕΑΜ-ΕΛΛΑΣ και συνέβαλαν στην όξυνση των αντιθέσεων στην ελληνική κοινωνία.
Σύμφωνα με τους Μαραντζίδη-Καλύβα η μαζικότητα του δωσιλογισμού και η απουσία μεγάλου φασιστικού κινήματος στην Ελλάδα, όπως υπήρχε για παράδειγμα στη Γαλλία, δύσκολα το κατατάσσει κανείς στην κατηγορία του φασισμού. Στα Τάγματα Ασφαλείας πρωταγωνίστησαν βενιζελικοί αξιωματικοί όπως ο Γονατάς και ο Πάγκαλος, συμμετείχαν βασιλόφρονες, βενιζελικοί πρόσφυγες, άνεργοι Αθηναίοι, επιστρατευμένοι αγρότες, τουρκόφωνοι Πόντιοι, μουσουλμάνοι Τσάμηδες και σλαβόφωνοι χωρικοί. Πολλοί από αυτούς ανήκαν πριν σε αντιστασιακές οργανώσεις και είτε αυτές διαλύθηκαν είτε οι ίδιοι απογοητεύτηκαν από τη δράση τους.
Σύμφωνα με όσα περιέγραψε ένας βρετανός δημοσιογράφος υπήρχαν 4 κατηγορίες οπλιτών στα Τάγματα Ασφαλείας της Πάτρας: α) άνθρωποι που μισούν τους Γερμανούς αλλά παράλληλα φοβούνται τους κουμουνιστές ή επιζητούσαν εκδίκηση ή προστασία από το ΕΑΜ, β) άνθρωποι που πεινούν, γ) άνθρωποι που δεν είχαν άλλη επιλογή και δ) «αλήτες». Παρατηρήθηκε επίσης προσχώρηση στο δωσιλογισμό ολόκληρων χωριών είτε λόγω τοπικών ανταγωνισμών με γειτονικά χωριά είτε λόγω εθνοτικών διαφορών είτε λόγω αφυκτικών πιέσεων των Γερμανών είτε λόγω κακής συμπεριφοράς του ΕΑΜ απέναντί τους.
Επίσης η ανάγκη επιβίωσης οδηγούσε κάποιον να γίνει ταγματασφαλίτης. Σε απομνημονεύματα αναφέρονται τα εξής: «… πρέπει να βαδίζεις … με τη διπλωματία. Μόνο αυτοί έζησαν … . Αυτούς που πηγαίναν με το Ευαγγέλιο τους εκκαθάρισαν και οι δύο παρατάξεις. … είχαν το ένα πόδι στη μία παράταξη και το άλλο στην άλλη και εκοίταζαν πούθε θα γείρει η παλάντζα».
Η επίκληση του κομμουνιστικού κινδύνου και ο φόβος ότι έρχονται οι κομμουνιστές ήταν ένας άλλος παράγοντας. Στα απομνημονεύματα ο Γονατάς αναφέρει: «ο πολύς κόσμος … βλέπει τρομερόν κίνδυνον για τον τόπον την επικράτησιν των κομμουνιστών έστω και προσωρινώς μετά την Απελευθέρωση και προτιμά να συμμαχήσει και με τον διάβολον ακόμη δια να τους αποκλείσει την πιθανότητα επικρατήσεως».Image may be NSFW. Clik here to view.Ταγματασφαλίτες ή γερμανοτσολιάδες
Αυτός μάλλον ήταν και ο λόγος που οι μεταπολεμικές κυβερνήσεις δεν τιμώρησαν όσους πήραν μέρος στα Τάγματα Ασφαλείας. Όπως το ΕΑΜ είχε μια διπλή ιδιότητα, αντιστασιακή και κομμουνιστική, έτσι και οι ταγματασφαλίτες ήταν και δωσίλογοι και αντικομμουνιστές. Στο αντικομμουνιστικό κλίμα που επικράτησε μετά τον Εμφύλιο οι συμμετέχοντες στα Τάγματα Ασφαλείας στη μεγάλη τους πλειονότητα δεν τιμωρήθηκαν. Μόνο οι πρωθυπουργοί των κατοχικών κυβερνήσεων, πράκτορες της Γκεστάπο, μειονοτικοί πληθυσμοί παραμεθόριων περιοχών, συνεργάτες των Βουλγάρων αντιμετωπίστηκαν με αυστηρότητα και μάλιστα ελάχιστοι εκτελέστηκαν. Το μεγαλύτερο μέρος των συμμετεχόντων αξιοποιήθηκε σε διάφορες υπηρεσίες ή ενσωματώθηκε στον εθνικό κορμό.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Στ. Ν. Καλύβας, Ν. Μαραντζίδης, «Εμφύλια πάθη. 23 ερωτήσεις και απαντήσεις για τον εμφύλιο», εκδόσεις Μεταίχμιο, Αθήνα 2015.
John Keegan, The Second World War, Λονδίνο: Penguin, 2005.
Stathis N. Kalyvas, Armed collaboration in Greece, 1941-1944, European Review of History, 15, 2008.
Γ. Ι. Μαντάς ή Χόνδρος, Απομνημονεύματα από το 1876 έως το 1966, Τρίπολη 1996.
Στ. Γονατάς, Απομνημονεύματα 1897-1957, Αθήνα 1958.
*********Ο Ράινερ Μαρία Ρίλκε (Rainer Maria Rilke, 4 Δεκεμβρίου 1875 – 29 Δεκεμβρίου 1926) ήταν λυρικός ποιητής και πεζογράφος του 20ού αιώνα.
Το σπίτι μου είναι ανάμεσα μέρας κι ονείρου
που τα παιδιά, ζεστά απ’ το τρέξιμο, κοιμούνται,
που κάθονται οι γονείς το βράδυ και τα τζάκια
λαμποκοπούνε και την κάμαρα φωτίζουν.
Το σπίτι μου είναι ανάμεσα μέρας κι ονείρου
που καθαρά τα βραδινά σήμαντρα ηχούνε,
και αμήχανα, από τον αντίλαλο, κορίτσια,
κουρασμένα ακουμπούν στων πηγαδιών τα χείλια.
Κ’ έχω πιο αγαπημένο δέντρο μου, κάποια φιλύρα
κι όλα τα καλοκαίρια, που σιωπούν εντός της,
στα χείλια της κλαδιά σαλεύουνε πάλι και πάλι,
κι αγρυπνούν πάλι ανάμεσα μέρας κι ονείρου.
*********
Δεν έχει πια άλλες υποχρεώσεις ο Άγγελος μου
αφότου η μέρα μου η αυστηρή τον έχει διώξει.
Λαχταρώντας, το πρόσωπό του συχνά χαμηλώνει
πάνω απ την γή, κι αγαπητός δεν του είναι πια ο ουρανός.
Και θα ήθελε να φέρει πάλι,
πάνωθε απ των δασών τις θροίζουσες κορφές,
στην πατρίδα των Χερουβίμ, την προσευχή μου.
Εκεί πέρα κουβάλησε το κλαψιμό μου το πρώτο-πρώτο,
και τον πρώτο στοχασμό μου,
κ’ οι μικροί πόνοι μου μεγάλωσαν εκεί
μες σε δάση που, πάνωθέ του, μουρμουρίζουν.
*******
Αφ’ όταν ο Άγγελος μου πια δεν με φυλάει,
αμέριμνα μπορεί ν’ ανοίγει τα φτερά του
και τη σιωπή των αστεριών στα δύο να σκίζει
γιατί, της μοναχικής νύχτας μου, δεν πρέπει
να κρατήσει άλλο πια τα χέρια, που αγωνιούνε,
αφ’ όταν ο Αγγελός μου πια δεν με φυλάει.
**********
Από το βιβλίο των Εικόνων
Είσοδος
Όποιος και να ‘σαι: Το βράδυ να βγεις έξω απ’ το δωμάτιο σου
εκεί μέσα τα γνωρίζεις όλα
σαν τον ουρανό, πριν από τον ορίζοντα, το σπίτι σου είναι
Όποιος και να ‘σαι
Με τα μάτια σου, τα κουρασμένα,
μόλις λευτερωθούν από το φαγωμένο σου κατώφλι,
Σιγά-σιγά σηκώνεις ένα δέντρο μαύρο και μπρος στον ουρανό το στήνεις
λυγερό, μονάχο,
Και τον κόσμο δημιούργησες. Κι είναι μεγάλος
Κι είναι σαν λόγος, που ακόμη, στην σιωπή, ωριμάζει.
Κι όπως την έννοια του συλλαβαίνει η θέληση σου,
τρυφερά, τα μάτια σου, τον απολευτερώνουν ….
Η Μνηστή
Αγαπημένε, φώναξε με! Δυνατά φώναξέ με!
Μη μ’ αφήνεις να στέκω στο παράθυρο τόση ώρα
Στις γέρικες δεντροστοιχίες με τα πλατάνια
δεν αγρυπνά πια το βράδυ
έχουν αδειάσει.
Κι όπως δεν έρχεσαι πια, στο νυχτωμένο σπίτι
με τη φωνή σα να με κλείσεις,
από τα χέρια μου έξω, μες στους κήπους
του σκοτεινού γαλάζιου
Θα διαχυθώ…
..Άνθρωποι μέσα στη νύχτα
Οι νύχτες, για τα πλήθη, δεν έγιναν, στοχάσου.
Η νύχτα σε χωρίζει από το γείτονά σου,
Γι αυτό, δεν πρέπει, εσύ, να τον ζητήσεις.
Κι αν νύχτα, ανάψεις φως στην κάμαρά σου,
Στο πρόσωπο ανθρώπους ν’ αντικρίσεις…
Ποιους;- πρέπει τον εαυτό σου να ρωτήσεις.
Οι άνθρωποι, φοβερά, απ’ το φως, είν’ αλλοιωμένοι,
Που το ιδρώνουνε τα πρόσωπά τους,
Κι αν νύχτα, τύχαινε να είναι μαζεμένοι,
Έναν κόσμο που θα παραπάταγε, να δεις θα μπορούσες,
Ο ένας στον άλλο πάνω ακουμπισμένοι.
Κίτρινο φως, πάνω στα μέτωπά τους,
όλες τις σκέψεις έδιωξε μακριά,
το κρασί τρέμει μες τα βλέμματα τους
και στα χέρια τους κρέμεται η βαριά χειρονομία,
που μ’ αυτήν εννοούνε, όταν συνομιλούν,
όταν συνομιλούν, ο ένας τον άλλο και σ’ αυτό επάνω,
ολοένα λεν: Εγώ κ’ Εγώ και. Με το Εγώ, έναν άλλον,
οποιονδήποτε θεωρούνε.
Μοναξιά
Η μοναξιά, είναι σαν μια βροχή.
Από την θάλασσα προς τα βράδια ανεβαίνει,
Από κάμπους που μακρινοί ‘ναι και χαμένοι
Πάει προς τον ουρανό, όπου κατοικεί πάντα.
Κι από τον ουρανό, στην πόλη σα βροχή πέφτει.
Μες στις αβέβαιες ώρες, προς το πρωί
Τα σοκάκια όλα γυρίζουν,
Κι όταν τα σώματα, που δε βρήκανε τίποτα τίποτα,
Χωρίζουν θλιμμένα κι απογοητευμένα κι ακόμη,
όταν οι άνθρωποι, που ο ένας τον άλλο μισούνε,
πρέπει, στο ίδιο κρεββάτι, κ’ οι δυό, να κοιμηθούνε:
πάει, τότε η μοναξιά, όπου πάν κ’ οι ποταμοί….
Ώρα σοβαρή
Όποιος, τώρα, κλαίει κάπου στον κόσμο,
Δίχως αιτία καμιά κλαίει στον κόσμο,
κλαίει για μένα.
Όποιος, τώρα, γελά κάπου στην νύχτα,
Δίχως αιτία, γελά μέσα στην νύχτα,
Με περιπαίζει.
*
Όποιος τώρα, πορεύεται κάπου στον κόσμο,
Δίχως αιτία πορεύεται μέσα στον κόσμο,
Έρχεται σε μένα.
όποιος, τώρα, πεθαίνει κάπου στον κόσμο,
δίχως αιτία πεθαίνει μες στον κόσμο,
με κοιτάζει.
Από το Ωρολόγιον Γείτονα θεέ,
Αν, σε μακρυάν νυχτιάν, με χτύπους δυνατούς,
κάποτε- κάποτε,σ’ έχω ταράξει,
ήταν γιατί σπάνια την ανάσα σου ακούγοντας, είχα τρομάξει,
και ξέρω: είσαι ολομόναχος στην κάμαρα.
Αν κάτι χρειάζεσαι, κανείς δεν είναι στο πασπάτεμά σου
Να τρέξει να σου φέρει ένα νερό:
Πάντα ακρουμάζομαι, Δώσε ένα μικρό σημάδι μόνο,
Είμαι πολύ κοντά σου
Μονάχα ένας φτενός μεσότοιχος αναμεσά μας βρίσκεται, κατά τύχη.
Ας στέκει εκεί στη μέση:
Μια κραυγή μόνο από τα στόματά μας και θα πέσει
Δίχως κρότο και δίχως ταραχή.
Έχει από τις εικόνες σου χτιστεί.
Κ’ οι εικόνες σου σάμπως ονόματα στέκουν εμπρός σου
Κι όταν, άξαφνα, ανάβει μέσα μου το φώς σου,
Που μ’ αυτό το βάθος μου αναγνωρίζει,
στα πλαίσιά του σα λάμψη το σκορπίζει.
Κι οι αισθήσεις μου, που γρήγορα έχουν παραλύσει,
Ανέστιες είναι και σ’ έχουν αφήσει.
Αν μόνο μια φορά το παν απόλυτα σιωπούσε
Αν το τυχαίο και συμπτωματικό βουβαινόταν
Και το γέλιο το γειτονικό,
Αν ο θόρυβος των αισθήσεών μου ηρεμούσε,
Που τόσο μ’ εμποδίζει ν’ αγρυπνήσωμε μια χιλιόμορφη σκέψη θα δυνόμουν ίσως
ως τα πέρατα σου να σε στοχαστώ
και (μόνο όσο κρατά ένα χαμόγελο) να σε κρατήσω
σε κάθε ζωή για να σε χαρίσω
σαν ένα Ευχαριστώ
Θεέ τι θα κάνεις αν εγώ πεθάνω;
Η στάμνα σου είμαι (αν σπάσω?)
Το πιοτό σου είμαι (αλλά αν χαλάσω?)
Το ένδυμά σου και το επιτήδευμά σου είμαι
Μαζί με μένα χάνεις το νόημά σου.
Αν μείνεις πίσω μου, δε θα ‘χεις πια σπίτι κανένα,
Που με φιλικά, ζεστά λόγια να ‘ρχεται κοντά σου
Από τα πόδια σου πέφτουνε τα κουρασμένα,
Τα βελουδένια, που είμαι, σανδάλια σου.
Ο μεγάλος μανδύας σου σ’ εγκαταλείπει.
Το βλέμμα σου, που εγώ, με τη θερμή παρειά μου,
σαν προσκέφαλο, το έχω δεχτεί
θα ‘ρθει κι ώρες θα με γυρεύει, γιατί θα του λείπει,
κι όταν ο ήλιος στον ορίζοντα θα φτάσει,
πάνω σε ξένες πέτρες θα πλαγιάσει.
Θεέ, τι θα κάνεις; Φοβούμαι πολύ!
Τo βιβλίο του προσκυνήματος
Βγάλε τα μάτια μου: μπορώ να σε δω
Κλείσε τ’ αυτιά μου: μπορώ να σε γρικήσω
Και χωρίς πόδια μπορώ σ’ εσε να ρθω,
Και δίχως στόμα μπορώ να σ’ εξορκίσω.
Σπάσε τα μπράτσα μου: θα σε κρατά η καρδιά μου
Πνίξε μου την καρδιά, μα το μυαλό μου θα χτυπά.
Κι αν ρίξεις στο μυαλό μου τη φωτιά,
Θα σε κρατώ μες το αίμα μου κλεισμένον.
Ίσως πάω μέσα από βαριά βουνά,
Μές σε φλέβες σκληρές, μόνος,
σαν ένα ορυχτό και βαθιά τόσο
Που να μην βλέπω κανένα τέλος κι ορίζοντα κανένα:
Όλα εγίναν κοντινά κι όλα τα κοντινά έχουν πέτρες γίνει.
Μύστης στον πόνο δεν έχω ακόμα γίνει,
τόσο μικρόν το μέγα αυτό σκότος με κάνει,
Μα εσύ ‘σαι αυτό: σκληρός γίνου, κ’ έτσι βαθιά μπες
που όλο το χέρι σου να μπορεί να με φτάνει
και μ’ όλες μου εγώ να σε φτάνω τις κραυγές
Ω Κύριε, τον θάνατο του δώσε στον καθένα
Τον θάνατο που βγαίνει από την ζωή του εκείνη
Που τον χρειαζόταν, τον σκεφτόταν και τον αγαπούσε.
Γιατί ‘μαστεν ο φλοιός μονάχα και το φύλλο.
Ο μέγας θάνατος, που όλοι έχουμε εντός μας
Είναι ο καρπός, που γυρνούν γύρω του όλα.
Νέα ποιήματα
Αποχαιρετισμό ό,τι λεν, έχω νιώσει!
Πόσο το ξέρω ακόμη: ένα απλήγωτο γκρίζο σκοτεινό κάτι,
Που, ένα ομορφοσυνδιασμένο, μια φορά ακόμη τα δείχνει,
Το παραμερίζει και το ξεσκίζει.
Πόσο δεν αντιστεκόμουν να το ατενίζω, όταν,
αυτό, φωνάζοντας με, να φύγω μ’ άφηνε,
ενώ έμενε, σα να ‘ ταν όλες μαζί οι γυναίκες, μικρό και λευκό,
ωστόσο και μόνο τούτο: ένα νεύμα, που δε μ’ αφορούσε
κιόλας πια, αργό και συνεχές, και μήτε μόλις
φανερό πια: μπορεί μια δαμασκηνιά μόνον,
απ’ όπου κάποιος κούκος πέταξε με βιάση.
Κάποτε, αν γίνει και σε χάσω
Θα μπορείς να κοιμάσαι, δίχως
Πάνω από σε να μουρμουρίζω
Σαν την κορφή της φλαμουριάς
Δίχως εδώ να ξαγρυπνώ
και λόγια ως βλεφαρίδες, τόσο
το ‘να πλάι στ’ άλλο, ν’ αποθέτω
στα μέλη, στα στήθη, στο στόμα σου.
Να σε κλειδώνω, να σ’ αφήνω
Μονάχη εσέ μ’ ό,τι σου ανήκει,
Σαν κήπο που τον κατοικούνε
Σμάρια τα αστέρια κι οι μέλισσες.
_________ Τραγούδι ___
Ω ! εσύ, που δεν σου λέω πως τη νύχτα,
Κλαίοντας πλαγιάζω,
Που η ύπαρξή σου τρυφερά με κουράζει,
Νανούρισμα σα να ‘ταν,
Ώ εσύ, που δεν μου λες αν αγρυπνάς
Για χάρη μου πέ μου,
Πώς θα μπορούσαμε, εντός μας,
να κρατήσουμε αυτό το μεγαλείο
αν δεν το είχαμε διόλου χορτάσει:
Θυμήσου τους εραστές, πόσο γρήγορα,
Τις εκμυστηρεύσεις μόλις αρχίσουν,
Λεν ψέμματα κιόλας
Μόνο με κάνεις. Μόνον εσέ μπορώ ν’ αλλάξω
Μια στιγμή εσύ είσαι, το θρόισμα, ύστερα, είναι πάλι
Ή κάποιο άρωμα που εξατμίστηκε όλο.
Άχ ! μες στην αγκαλιά μου όλες τις έχω χάσει.
Μόνον εσύ, πάλι και πάλι θα γεννιέσαι:
Γιατί ποτέ μου δεν σ’ αγκάλιασα σε κρατώ τόσο.
Οι Ελεγείες του Ντουίνο 1912-1922
Η ΠΡΩΤΗ ΕΛΕΓΕΙΑ
Ποιος, αν κραύγαζα, θα μ’ άκουγε τάχα απ’ των Αγγέλων τα Τάγματα;
κι αν ένας μ’ έσφιγγεν ακόμα, ξαφνικά πάνω στην καρδιά του,
θα διαλυόμουν κάτω από την δυνατότεροι ύπαρξη του
Γιατί, η Ομορφιά, δεν είναι παρά η αρχή του Τρομερού, που μόλις μπορούμε να υποφέρουμε και τη θαυμάζουμε μόνο γιατί δεν στέργει να μας καταστρέψει.
Κάθε Άγγελος τρομερός είναι. Κι έτσι κρατιέμαι, τότε, και σκοτεινού λυγμού πνίγω την καλεστική κραυγή μέσα μου.
Αχ! Ποιόν μπορούμε να έχουμε ανάγκη, τάχα;
Όχι Άγγελον, όχι άνθρωπον, ακόμη και τα ζώα με το ένστικτο το νιώθουν
πως ασφαλείς δεν είμαστε στο σπίτι μας, σε τούτον τον κόσμον που μυστικό δεν του έχει μείνει. Ίσως ακόμη, καθημερνά για να το βλέπουμε, κάποιο δεντράκι μας μένει στην πλαγιά, κι ο χτεσινός μας μένει δρόμος, μας μένει κι η ξεπερασμένη πίστη μιας συνήθειας που κοντά μας της άρεσε κι έτσι έμεινε και δεν μας αφήκε. Ω! κι η νύχτα ακόμη, η νύχτα, όταν ο άνεμος πλημμυρισμένος από άπειρο, στο πρόσωπο μας δέρνει, η νύχτα, η λαχταρισμένη νύχτα, η ήρεμα απογοητευμένη που κοπιαστική θα ‘ναι στην ήρεμη καρδιά, σε ποιόν δε θα έμενε;
Πιο αλαφριά να ‘ναι για τους ερωτευμένους;
Αχ! Τη μοίρα τους κρύβουν ο ένας απ’ τον άλλον.
Δεν το έμαθες ΑΚΟΜΗ; Το κενό να πετάξεις απ’ την αγκαλιά σου μέσα στους χώρους που ανασαίνουμε και τα πουλιά ίσως μ’ ένα παθητικότερο πέταγμα τον φαρδεμένο αέρα να αιστανθούνε. Αλήθεια, οι ανοίξεις σε χρειαστήκανε; Μερικά αστέρια σου έγνεψαν και συ ένιωσες το γνέψιμο τους. Ένα κύμα του παρελθόντος να υψωνόταν γύρω σου, ή όταν περνούσες πλάι στο ανοιχτό παράθυρο, κάποιο βιολί εγκαταλειπόταν στον εαυτό του;
Όλα αυτά προσταγή ‘ταν. Αλλά, εσύ, την προσταγήν αυτήν την υπερνίκησες;
Δεν ήσουν πάντα απ’ την προσμονήν αφηρημένος, μια Αγαπημένη όλα σα να σου ανάγγελναν: (Πού θα την προφυλάξεις, που οι μεγάλες, που οι ξένες σκέψεις έρχονται κοντά σου και φεύγουν και, συχνά, μένουν ολόκληρη τη νύχτα;)
Αλλ’ αν το λαχταράς πολύ, τραγούδησε τότε τις Ερωτευμένες, το πολύφημισμένον όνομά τους, ακόμη αρκετά αθάνατο δεν είναι.
Εκείνες, που ζηλεύεις σχεδόν, τραγούδησε: τις εγκαταλειμμένες, τις εύρισκες ν’ αγαπούν πολύ περισσότερο απ’ τις χορτασμένες.
Πάντα και πάντα απ’ την αρχήν το εγκώμιο τ’ άφθαστο τραγούδα,
στοχάσου: ο ήρωας αιώνια ζεί, κι ο θάνατος του ακόμη, του ήταν μια αφορμή μόνο για ύπαρξη, η γέννηση η στερνή του.
Μα μέσα της αποσταμένη φύση ξαναπαίρνει τις Ερωτευμένες σα να μην είχε δυό φορές τις δυνάμεις να τις δημιουργήσει..
Στοχάστηκες αρκετά να τραγουδήσεις την Γκάσπαρα Στάμπα, που ένα κοράσι, απ’ τον αγαπημένο του εγκαταλειμμένο, μιας τέτοιας ερωτευμένης το μεγάλο παράδειγμα να νιώσει και να πει: θα γίνω κι εγώ τάχα όπως εκείνη;
Κι αυτοί οι πανάρχαιοι πόνοι, ποτέ για μας πιο γόνιμοι δε θα γενούνε;
Δεν έφτασε ο καιρός ακόμη, που να λευτερωνόμαστε αγαπώντας απ’ ό,τι πιο πολύ αγαπούμε και να νικούμε τρέμοντας, καθώς η σαΐτα συμμαζεμένη να πηδήσει, πιότερο για να ‘ναι από τον ίδιο τον εαυτόν της, νικά τη χορδή;
Από το χώμα για να τους σηκώσει η γιγαντένια κραυγή, αλλ’ εκείνοι μένανε γονατισμένοι, απίθανοι, μακρυνοί, και δεν προσέχαν:
ΕΤΣΙ έμεναν, ακούγοντας.
Όχι πως του θεού θα μπορούσες τη φωνή να υποφέρεις, κάθε άλλο.
Αλλ’ ό,τι πνέει ακρουμάσου, άκου την άπαυτη, που από σιωπή σαρκώνεται, αγγελία.
Από τους νέους αυτούς νεκρούς, ένας ψίθυρος έρχεται σε σένα.
Εκεί που πάντοτε έμπαινες, στις εκκλησίες της Ρώμης και της Νάπολης, δε σου μίλησε το πεπρωμένο τους γαλήνια;
Ή τάχα μια επιγραφή ανάγλυφη δε σου επιβλήθηκε, όπως, τώρα στερνά, η πλάκα εκείνη στη Σάντα Μαρία Φορμόζα;
Τι ζητούν από μένα; Σιγά-σιγά θα πρέπει ν’ αφαιρέσω της αδικίας τα’ ομοίωμα που κάποτε, των πνευμάτων τους λίγο την αγνή κίνηση εμποδίζει.
Βέβαια, είναι παράξενο στη γή πια να μην κατοικείς,
Συνήθειες, που μόλις τις έμαθες, πια να μην έχεις, σε ρόδα και σε πράγματα άλλα, που όλα μια υπόσχεση ήταν, την σημασία ανθρώπινου μέλλοντος πια να μη δίνεις:
κι αυτό που υπήρξες, μέσα στην ατελεύτητη αγωνία των χεριών, πια να μην είσαι·
και τ’ όνομα το δικό σου, σαν ένα σπασμένο παιγνίδι μνα το εγκαταλείψεις.Παράξενο, ό,τι λαχταρούσες, να μην λαχταράς πια! Παράξενο, όλα, το κάθε τι που ήταν δεμένο, τόσο ελεύθερο να βλέπεις να κυματίζει.
Κοπιαστικό ‘ναι και το νεκρός να ‘σαι κι είναι επανόρθωση γιομάτο, έτσι, ώστε, λίγο-λίγο λίγη να νιώσεις αιωνιότητα: — Μα οι ζωντανοί, όλοι, πέφτουν στο λάθος, περίσσια να τους ξεχωρίζουν.
Οι άγγελοι, (λένε), δε θα ‘ξεραν, πολλές φορές, αν περπατάνε ανάμεσα σε ζωντανούς ή πεθαμένους..
Το αιώνιο ρέμα, περνώντας κι απ’ τα δυό Βασίλεια, παρασέρνει, πάντα, όλες τις ηλικίες και, πάνω κι απ’ τα δύο Βασίλεια, δεσπόζει η φωνή του.Τέλος, ανάγκη πια, οι πρώιμα μεταστάντες, δεν μας έχουν· ήρεμα από τα γήινα ξεκόβει κανείς, όπως από τα στήθη τα πράα της μάνας του, όταν μεγαλώσει.
Μα εμείς, που τόσο μεγάλα μυστικά χρειαζόμαστε (απ’ αυτά που, συχνά, από πένθος, πρόοδος μακάρια αναπηδά): ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΑΜΕ να υπάρχουμε, τάχα, χωρίς τους πεθαμένους;
Να ‘ναι μάταιος ο θρύλος, τάχα, ότι τον Λίνο θρηνώντας, άλλοτε, η πρώτη μουσική, να διαπεράσει τόλμησε τη σκληρή νάρκη, ώστε, από τότε, στον τρομαγμένο χώρο, που ένας, σχεδόν θείος έφηβος, για πάντα εγκατέλειψε ξάφνου, το κενό φλογίστη κι αιστάνθηκε τον κραδασμό εκείνο που μας συνεπαίρνει και μας παρηγορεί και μας βοηθά την ώρα τούτη.
ΔΕΥΤΕΡΗ ΕΛΕΓΕΙΑ
Κάθε Άγγελος τρομερός είναι. Όμως, αλλοίμονο μου,
πουλιά, θανάσιμα σχεδόν, της ψυχής, σας επικαλούμαι,
κι ας ξέρω τι σημαίνεται.
Πού να ‘ναι του Τωβία οι μέρες, τότε που, από τους πιο απαστράπτοντες Αγγέλους,
Άγγελος, στην πόρτα του σπιτιού την απέριττη στάθηκε ντυμένος για ταξίδι και δεν ήταν τρομερός τώρα πια, (όπως, περίεργα, στον έφηβο έφηβος φανερωνόταν)·
Αν τώρα ο Αρχάγγελος, ο επικίνδυνος, πίσω από τ’ αστέρια πρόβαινε και μας σίμωνε με ένα βήμα μονάχα: προς τα πάνω χτυπώντας η ίδια μας θα μας σκότωνε καρδιά.
Ποιοι να είστε τάχα ;Εσείς που πρόωρα ευτυχίσατε, της δημιουργίας οι χαïδεμένοι, του ύψους δρόμοι, εσείς αυγινές κορυφές κάθε κτίσης,– της ανθούσης θεότητας γύρη, εσείς, αρμοί του φωτός, διάδρομοι, σκάλες, θρόνοι, Άπειρα υπάρξεως, εσείς, ευφροσύνης ασπίδες, γοητευθείσης θυελλωδώς αίσθησης, ταραχές, και ξάφνου, ένας- ένας καθρέφτες, που το αναβλύζον απ’ τους ίδιους κάλλος πάνω στην ίδια τους όψη πίσω ξαναπαίρνουν.Γιατί εμείς, όταν νιώθουμε, εξατμιζόμαστε· αχ, τον εαυτό μας εκπνέουμε και διαχυνόμαστε· από πυρά σε πυρά, ολοένα κι ασθενέστερο άρωμα αναδίδουμε.
Μας λέει, τότε κάποιος: ναι,. Περνάς μέσα στο αίμα μου· η κάμαρα τούτη, η άνοιξη, από σε γιομίζει… Μάταια· δε μπορεί να μας κρατήσει· εντός του, γύρω του, χανόμαστε. Κ’ εκείνους, που όμορφοι είναι, ποιος θα τους συγκρατήσει; Αδιάκοπα ανατέλλει και βασιλεύει η όψη στο πρόσωπό τους.σαν την δροσιά από το γρασίδι του πρωιού ή και σαν του καυτού φαγητού την πύρα, ό,τι δικό μας είναι, αναλήπτεται.
Αλλ’ αυτό ΕΙΜΑΣΤΕ ΕΜΕΙΣ.Μας γεύεται λοιπόν, το Άπειρο αυτό όπου σβήνουμε;
Οι Άγγελοι, παίρνουν αληθινά, ό,τι τους ανήκει μόνο, ό,τι από κείνους ανάβλυσεν, ή, κάποτε, σα να λαθεύουν, παίρνουν κάτι κι απ’ τηγ δική μας ύπαρξη; Έχουμε, τάχα, πέσει στις όψεις τους, έτσι όπως το ακαθόριστο στην όψη της έγγυας γυναικός;
Δεν το παρατηρούνε μες στη δίνη της επιστροφής στον εαυτό τους. (Πώς θα το εννοούσαν)Αν οι εραστές το εννοούσαν, στην νυχτερινή αύρα παράξενα να ομιλούνε θα δύνονταν. Γιατί, φαίνεται, ότι όλα, όλα μας κρύβουνε.
Κοίτα: τα δέντρα ΥΠΑΡΧΟΥΝΕ τα σπίτια που τα οικούμε, ακόμα υπάρχουν. Εμείς, μονάχα εμείς σαν αλλαγή του αγέρα, τα προσπερνούμε όλα.
Κι όλα είναι σύμφωνα, να μας αποσιωπήσουν, άλλα σαν όνειδος ίσως, κι άλλα ως ανομολόγητη ελπίδα.
Εσάς, ω Ερωτευμένοι, που ο ένας στον άλλο ασκείται, ρωτώ για μας.
Ο ένας τον άλλο αγγίζει· – τι σας το αποδείχνει;
Δείτε, σε με συμβαίνει, να νιώθουν το ένα το άλλο, τα χέρια μου, ή το φθαρμένο πρόσωπο μου, ανάμεσά τους να καταφεύγει.
Κι αυτό κάποια αίσθηση μου δίνει
Αλλά ποιος, γι αυτό μόνο, ριψοκινδύνεψε να ΥΠΑΡΞΕΙ;
Εσάς, όμως εσάς, που μέσα στην γοητεία του άλλου αυξαίνεται, ώσπου νικημένος σας ικετέψει: όχι ΑΛΛΟ ΠΙΑ – εσάς που πλουταίνετε, κάτω από τα χέρια σας, σαν τις καλοχρονιές στ’ αμπέλια, – εσάς που, κάποτε, αφανίζεστε μόνο γιατί ο άλλος σας ξεπερνά, εσάς ρωτώ για μας.
Γνωρίζω: τόσο μακάρια αγγίζεστε, μόνο γιατί το χάδι διαρκεί, γιατί ο τόπος δεν χάνεται, που, ω Τρυφεροί, σκεπάζετε, γιατί εσείς, μεταξύ σας, την αγνή διάρκεια οσφραίνεστε.
Έτσι, αιωνιότητα σχεδόν, στον εαυτό σας με το αγκάλιασμα, υπόσχεστε.
Κι όμως, όταν του πρώτου βλέμματος υπομείνατε τον τρόμο και στο παράθυρο τη λαχτάρα και το πρώτο κοινό περιδιάβασμα, ΜΙΑ φορά μόνο, στον κήπο: ΕΙΣΤΕ, λοιπόν, ω Ερωτευμένοι, το ίδιο ακόμη; Όταν ο ένας τον άλλο στα χείλη του υψώνει και πίνει-:πιοτό τα πιοτό, ω πώς, τότε, παράξενα ξεφεύγει το μέρος του, κείνος που πίνει! Δεν σας ξάφνιασε η περίσκεψη,. Στις αττικές στήλες, της ανθρώπινης χειρονομίας;
Ο έρωτας κι ο αποχαιρετισμός, δεν ήταν απιθωμένοι, ανάλαφρα τόσο, στους ώμους, σαν από άλλη κι όχι απ’ την δική μας ύλη να ‘ταν φτιαγμένοι;
Σκεφτείτε τα χέρια, πώς, δίχως βάρος, ξαποστάζουν, αν κι η δύναμη στους κορμούς μέσα υψώνεται.
Τούτοι οι αυτοκυριαρχημένοι, εγνώριζαν: εδώ έχουμε φτάσει, αυτό είναι δικό μας, για ν’ αγγιζόμαστε ΕΤΣΙ. Οι Θεοί πιο γερά ακουμπούν πάνω μας.
Μ’ αυτό είναι των Θεών υπόθεση. Αν κι εμείς βρίσκαμε ένα αγνό, συγκρατημένο, στενό Ανθρώπινο, λουρίδα γης καρπερής δικής μας, σε ρέμα ανάμεσα σε πέτρες…..
Γιατί η καρδιά μας η ίδια, πάντα μας ξεπερνά, καθώς εκείνους. Και δε μπορούμε πια σε εικόνες ΄που την γαληνεύσουν, με το βλέμμα να την ακολουθήσουμε, ούτε σε θεϊκά σώματα όπου, μεγαλύτερη, μικραίνει.
Η ΤΡΙΤΗ ΕΛΕΓΕΙΑ
Την Αγαπημένη να υμνείς, βέβαια. Αλλά κι εκείνον, αλλοίμονο,
τον αθέατο ένοχο Θεό- ποταμό του αίματος.
Αυτόν που από μακρυά τον ξεχωρίζει εκείνη, τον καλό της, ο ίδιος αυτός τι ξέρει για τον κόσμο της Ηδονής, αυτός που από την μοναξιά του πριν τον μερώσει η νέα κοπέλα, συχνά κι αυτή ως να μην υπήρχε, αχ, μέσα από τι, τάχα, άγνωρο στάζοντας, το θείο κεφάλι ανύψωνε, καλώντας σε ταραχή άπειρη την νύχτα ;Ω ο Ποσειδώνας του αίματος! Ω η φοβερή η τρίαινά του!
Ω του στήθους του ο σκοτεινός άνεμος, βγαλμένος από σπειροειδές όστρακο! Άκου πως αυλακώνεται η νύχτα και κοιλαίνει.
Ω άστρα, από σας δεν πηγάζει του εραστή η λαχτάρα για της αγαπημένης του την όψη; Το βλέμμα, που βυθίζεται στο αγνό της πρόσωπο από τα αγνά άστρα δεν το πήρε ;Ούτε εσύ αλλοίμονο, μηδέ κι η μάνα του, δεν έχει τα τόξα των φρυδιών του τόσο, από την αναμονή, τεντώσει.
Ούτε για σένα, νέα κοπέλα, που τον νιώθεις, ναι, μήτε για σένα το χείλι του σε πιο καρπερήν έκφραση δεν καμπηλώθει.
Αληθινά, πιστεύεις, η εμφάνιση σου η ανάλαφρη πως θα τον είχε κλονίσει τόσο, εσύ, που σαν πρωινός άνεμος βαδίζεις; Φώναξέ τον … φώναξέ τον λοιπόν ! δεν τον καλείς από έναν κόσμο ολότελα σκοτεινό. Βέβαια και ΘΕΛΕΙ, ξεφεύγει, ξαλαφρωμένος, συνηθίζει μες στην κρυφή καρδιά σου κι από κει παίρνει κι αρχίζει τον εαυτό του.
Αλλά αρχίσανε, τάχα, τον εαυτό του ποτέ;
Μάνα μικρό τον έκανες, εκείνη που τον άρχισε εσύ ‘σουν, καινούργιος σου ήταν, πάνω από τα καινούργια έγειρες μάτια τον φιλικό κόσμο, και μακρυά έδιωξες τον ξένο.
Αχ, που ‘ ναι τ’ αλλοτινά χρόνια τότε, που απλά, για κείνον, το χάος που πάφλαζε έκφραζες με το ισχνό κορμί σου;
Πολλά του έκρυψες έτσι · το νυχτερινό δωμάτιο αθώο το έκαμες· απ’ την καρδιά σου, τη γιομάτη άσυλα, τον χώρο της νύχτας του ανακάτωσες με πιο ανθρώπινο χώρο
Όχι μέσα στο σκότος, όχι· μέσα στη παρουσία την τόσο κοντινή σου το φως της νύχτας έστησες, και πόσο φιλικόν εφάνη!
Δεν ήταν τρίξιμο που, εσύ, χαμογελώντας να μην εξηγήσεις σα να ‘ξερες από καιρό, ΠΟΤΕ το πάτωμα έτσι θα φερνόταν.
Κι άκουγε αυτός κι ημέρωνε. Τόσα δυνήθη το τρυφερό αναθάρρεμά σου · πίσω απ’ το ερμάρι, τυλιγμένη με στον μανδύα της, η μοίρα του ορθωνόταν, και μες στης κουρτίνας τις πτυχές, κινώντας τις ανάλαφρα, το ανήσυχο μέλλον του περνούσε.
Κι ο ίδιος αυτός, ως πλάγιαζε, ανακουφισμένος, κάτω από τα νυσταγμένα βλέφαρα του αλαφρού σχήματός σου, γλυκά ανελυώντας στην γεύση του πρώτου ύπνου-,
φυλαγμένος ΦΑΙΝΟΝΤΑΝ… Μα, ΜΕΣΑ ΤΟΥ: ποιος θα έστρεφε πίσω, ποιος θα εμπόδιζε, μέσα του, την πλημμυρίδα της καταγωγής του ;
τον ύπνον, αχ, ΔΕΝ ΤΟΝ ΠΡΟΣΕΧΟΥΝ του κοιμώμενου· βέβαια κοιμόταν, αλλά, πολύ πυρέσσοντας, ονειρευόταν: πώς παραδέχτηκε την είσοδό του,
Πώς ο καινούργιος αυτός, ο φοβισμένος, μπλέχτηκε έτσι με του εσώτερου γίγνεσθαι τ’ απλωμένα πλοκάμια, που σ’ αρχέτυπα, σε πνιγηρή βλάστηση και σε ζωώδεις μορφές φευγαλέες ακοντίζονταν. Πώς ενέδωσεν. – Αγαπούσε.Τα μύχια βάθη του αγαπούσε, το εσώτερο αγριοτόπι του, εκείνο το αρχέγονο δάσος μέσα του, που, στο βουβό γκρέμισμα του, η καρδιά του φωτεινά πράσινη στεκόταν.
– Αγαπούσε.
Το εγκατάλειψε, ακολούθησε τις ίδιες ρίζες του στη βίαιη μέσα καταγωγή του, όπου, τη μικρή γέννησή του, ήτανε πια επιβιωμένη ·
Έτσι, αγαπώντας, κατέβαινε στο αρχαιότερο αίμα, στα φαράγγια, που το Φριχτό χορτάτο ακόμη απ’ τους Πατέρες, κειτότανε. Και κάθε Τρομερό τον εγνώριζε και το μάτι μισόκλεινε, σα να συμφωνούσε.
Το Φριχτό χαμογελούσε, αλήθεια… Μάνα,.
Σπάνια χαμογέλασες τρυφερά τόσο. Πώς θα μπορούσε αφού έτσι του χαμογελούσε, να μην το αγαπήσει ; Πριν από σένα το αγάπησε, γιατί, τότε που τον έφερες μέσα σου ακόμη, ήτανε, κιόλας, στο νερό, που ελαφρώνει τη γέννα, διαλυμένο.
Κοίτα, δεν αγαπούμε εμείς. Όπως αγαπούν τ’ άνθη, μια μονάχα εποχή · στα μπράτσα μας, όταν αγαπούμε, ανεβαίνει χυμός αμνημόνευτος, Ω νέα κοπέλα, τούτο, τούτο σε πρόλαβε: μέσα μας αγαπούσαμε. Όχι Ένα, ένα Ερχόμενο, μα την αρείφνητη ζύμωση · όχι ένα τέκνο μονάκριβο, μα τους Πατέρες που ηρεμούνε, στα ερείπια βουνών, στα βάθη μας· την αποξεραμένη κοίτη αγαπούσαμε αλλοτινών μητέρων – ·
Αγαπούσαμε το άφωνο τοπίο ολόκληρο, κάτω από το συννεφιασμένο είτε εύδιο πεπρωμένο: –ΑΥΤΟ σε πρόλαβε, νέα κοπέλα.
Και τι ξέρεις, εσύ η ίδια–; Απ’ τον αγαπημένο μέσα αρχέγονους καιρούς ανέσυρες. Των μεταστάντων τα αισθήματα που ανασκαλεύτηκαν. Τις γυναίκες που σε μισούσαν. Τι σκοτεινούς άντρες ξύπνησες, μέσα στις φλέβες του έφηβου ; πεθαμένα σε γύρευαν παιδιά… Ω, σιγά-σιγά, μια βέβαιη, μια σπιτική δουλειά, αγαθή, κάμε μπροστά του, — οδήγησέ τον στον κήπο πλάι, των νυχτών
την υπεροχή δώσε του…
Συγκράτησέ τον…
ΤΕΤΑΡΤΗ ΕΛΕΓΕΙΑ
Πότε χειμερινά θα ‘σαστε, ω δέντρα της ζωής ;
Δεν ομονοούμε. Ειδοποιημένοι δεν είμαστε σαν τα πουλιά που αποδημούν.
Ξεπερασμένοι κι αργοπορεμένα φορτωνόμαστε, ξάφνου, στους ανέμους και πέφτουμε ξανά σ’ απαθές έλος.
Την άνθηση, το μαρασμό, την ίδια γνωρίζουμε στιγμή. Και κάπου ακόμη διαβαίνουνε λιοντάρια και καμιάν, όσο είναι μεγαλόπρεπα, δεν ξέρουν αδυναμία.
Μα εμείς, ενώ μονάχα, σ’ Ένα προσηλωνόμαστε, ενός άλλου νιώθουμε κιόλας την αξία. Κι αυτό, που πιο πολύ κοντά μας, βρίσκεται, είναι η εχθρότητα.
Μη, τάχα, δε σκοντάβουν αδιάκοπα, ο ένας μες στον άλλον, οι Ερωτευμένοι, στα όρια του, ενώ ‘χαν ο ένας στον άλλο υποσχεθεί έναν χώρο μεγάλο, και κυνήγι, και πατρίδα ;
Τότε, για μιας στιγμής σχεδιάγραμμα, κουραστικά, ετοιμάζεται, ένα βάθος από αντίθεση, μόνο για να το δούμε: γιατί ‘ναι όλοι πολύ σαφείς μαζί μας.Της αίσθησης το διάγραμμα αγνοούμε εκτός ό,τι τη σχηματίζει απ’ έξω μόνο.
Ποιος δεν έχει καθίσει φοβισμένος μπρος στην αυλαία, της καρδιάς του ;Υψώθη: παρουσιάστηκε σκηνή αποχαιρετισμού. Να το εννοήσεις εύκολο.
Ο γνωστός κήπος λικνιζόταν αργά: τότε ήρθε μόνο ο χορευτής.
Όχι, ΑΥΤΟΣ. Αρκετά. Μ’ ανάλαφρα όσο κι αν εκινήθη, είναι μασκαρεμένος και γίνεται ένας αστός και στο σπίτι του μπαίνει απ’ την κουζίνα.
Δε θέλω αυτές τις μισογεμισμένες προσωπίδες, –καλύτερα την κούκλα.
Είναι γεμάτη εκείνη. Ν’ ανεχθώ μπορώ το καύκαλό της και το σύρμα και το, εξωτερικό όλο, πρόσωπό της.Εδώ. Στέκω ακριβώς μπροστά. Τα φώτα κι αν ακόμη σβηστούνε, κι αν ακόμη μου πούνε: δεν υπάρχει τίποτε άλλο–, κι αν ακόμη από τη σκηνή προβάλέι το κενό με το γκρι ρεύμα του αγέρα, κι αν ακόμη δεν κάθεται κοντά μου από τους σιωπηλούς προγόνους μου ένας, μηδέ γυναίκα κι ούτε καν το αγόρι με το καφέ, το αλλήθωρο του μάτι: εγώ, όμως, μένω. Θέαμα, πάντα υπάρχει.
Δεν έχω δίκιο ; Εσύ που όλη την πίκρα γεύτηκες της ζωής, πατέρα, τη δική μου ζωή δοκιμάζοντας, εσύ που εκείνα τα πρώτα ξεχειλίσματα του χρέους μου τα ταραγμένα, όταν μεγάλωνα, όλα ξανά και ξανά τα γευόσουν και, με την απόγευση ενός τόσο, αλήθεια, περίεργου μέλλοντος, ασχολημένος, το ανάβλεμμα μου το συννεφιασμένο έβαζες σε δοκιμασία, — από τότε που ‘σαι νεκρός, πάτέρα μου, συχνά, στην ελπίδα μου μέσα, φοβάσαι, κι αταραξία, που οι νεκροί την κατέχουν, βασίλειο αταραξίας εγκαταλείπεις για χάρη της ελάχιστης μου μοίρας,– δεν έχω δίκιο ;
Δεν έχω δίκιο ; Εσύ που όλη την πίκρα γεύτηκες της ζωής, πατέρα, τη δική μου ζωή δοκιμάζοντας, εσύ που εκείνα τα πρώτα ξεχειλίσματα του χρέους μου τα ταραγμένα, όταν μεγάλωνα, όλα ξανά και ξανά τα γευόσουν και, με την απόγευση ενός τόσο, αλήθεια, περίεργου μέλλοντος, ασχολημένος, το ανάβλεμμα μου το συννεφιασμένο έβαζες σε δοκιμασία, — από τότε που ‘σαι νεκρός, πάτέρα μου, συχνά, στην ελπίδα μου μέσα, φοβάσαι, κι αταραξία, που οι νεκροί την κατέχουν, βασίλειο αταραξίας εγκαταλείπεις για χάρη της ελάχιστης μου μοίρας,– δεν έχω δίκιο ;Ω εσείς, δίκιο δεν έχω, εσείς, που μ’ αγαπούσατε μονάχα για την μικρή αρχή της αγάπης μου για σας, που πάντοτε απομακρυνόμουν απ’ την αρχήν αυτήν τι, ο χώρος που ‘ταν πάνω στο πρόσωπο σας, τον καιρό που εγώ τον αγαπούσα, μες τον χώρο του κόσμου, όπου δεν ήσασταν, περνούσε…
Σαν μου ‘ρθει εκεί μπροστά να περιμένω, στη σκηνή των κουκλών, όχι για να ‘μια ένα βλέμμα όλος, που το κοίταγμα μου για να το ισορροπήσει, πρέπει να ‘ρθει σ’ αντίβαρο ένας ΆΓΓΕΛΟΣ στο τέλος, να παίζει και τις κούκλες να σηκώνει.Ο Άγγελος με την κούκλα: τότε υπάρχει κάποιο θέαμα επιτέλους. Τότε, σμίγει ό,τι άπαυτα χωρίζουμε, την ώρα που εδώ ‘μαστε. Και, τότε, αναπηδά μόνο, από τους καιρούς μας μέσα, ο κύκλος της ακέριας πορείας.
Πάνω μας παίζει τότε ο Άγγελος. Δες, δε θα μπορούσαν οι ετοιμοθάνατοι να υποψιαστούνε πόσο γιομάτο από προφάσεις είναι ό,τι κάνουμε εδώ, όπου, κάθε τι ποτέ δεν είναι ό,τι είναι:
Ω παιδικές ώρες, που από τα σχήματα δεν ήταν πίσωθε τίποτ’ άλλο πιο πολύ παρά μονάχα ό,τι ήταν περασμένο και μπροστά μας δεν ήταν το μέλλον.
Βέβαια που μεγαλώσαμε · συχνά και βιαζόμασταν, μάλιστα, μιαν ώρα πιο γρήγορα να μεγαλώσουμε, ίσως από αγάπη για κείνους που απ’ το να ‘ναι μεγάλοι, τίποτα άλλο πια δεν είχαν.
Και στη μοναχική πορεία μας, όμως, διασκεδάζαμε μ’ ό,τι διαρκεί και στεκόμασταν εκεί, στον χώρο εκείνο που τον κόσμο χωρίζει απ’ το παιγνίδι, σε μια θέση, απ’ την αρχή του κόσμου, για κάποιο γεγονός αγνό, φτιαγμένη.Ποιος δείχνει ένα παιδί, έτσι, καθώς είναι ;
Ποιος σ’ ένα αστερισμό μέσα το στήνει και το μέτρο, του δίνει, μες στο χέρι, της απόστασης ;
Ποιος του παιδιού κάνει τον θάνατο από γκρι ψωμί, που θα γενεί σκληρό ; –ή καθώς κουκούτσι κάποιου μήλου όμορφου, στο στρογγυλό του στόμα, τον θάνατον αφήνει ;
… Οι δολοφόνοι μαντεύονται εύκολα. Όμως, αυτό σκέψου: τον θάνατο, τον Θάνατο όλο, πριν από την ζωή ακόμη, απαλά τόσο να τον περιέχεις, δίχως να γογγύζεις, είναι απερίγραπτο.
Η ΠΕΜΠΤΗ ΕΛΕΓΕΙΑ
Χαρισμένο σε Εκείνον αυτός ξέρειΜα, πε μου, ποιοι ΕΙΝΑΙ αυτοί οι περιπλανώμενοι, οι λίγο κιόλας, κι απ’ τους ίδιους εμάς πιο φευγαλέοι, που, απ’ τα παιδικά τους χρόνια, μια θέληση ανικανοποίητη σπρώχνοντάς τους, πάντοτε, τους κλώθει, – αλλά για ποιόν, για χάρη τίνος ;
Πού τους κλώθει, τους λυγίζει, τους λυγίζει, τους θηλιάζει, και τους τινάζει τους πετά και τους ξαναπιάνει · κ’ είναι ως να κατεβαίνουν από γυαλιστερό, σαν λαδωμένο, αγέρα, επάνω στον φθαρμένο,από το αιώνιο αναπήδημά τους τάπητα, σε τούτο τον τάπητα τον χαμένο μες στο σύμπαν, τον απλωμένο ως μπλάστρι, σα να ’χε, στο μέρος εκείνο, του προαστίου ο ουρανός την γη πληγώσει.
Κ’ εκεί, μόλις-μόλις,
όρθιο,εκεί, για να φανεί: της Στάσης το μέγα αρχικό γράμμα… αλλά και τους πιο ρωμαλέους από τους άντρες τους κυλά πάλι, έτσι γι αστείο, το Πιάσιμο που ολοένα έρχεται και ξαναέρχεται, όπως έκανε κι ο Αύγουστος ο Ρωμαλέος την ώρα του φαγιού μ’ ένα τσίγκινο πιάτο.Αχ, και γύρω από τούτο το επίκεντρο, το ρόδο των θεατών: ανθίζει και ξεφυλλά.
Γύρω από το γουδόχερο τούτο, τον ύπερο, που σ’ επαφή έχοντας έρθει με την δική του ανθόσκονη, έδεσε και πάλι σε πλαστό καρπό της αηδίας,- πού, κάτω από την διαφανέστερη επιφάνεια της αηδίας, το πλαστό χαμόγελο ανάλαφρα απαστράπτει, ωστόσο.Και να, μαραμένος και ρυτιδωμένος ο γέρος αθλητής, που άλλο δεν κάνει πια απ’ το να χτυπά το τύμπανό του τρυπωμένος μες στο γερό πετσί του, που σα να ‘χε μέσα του κλείσει από νωρίς ΔΥΟ άνδρες, που, ο ένας τους, κιόλας, να κείτεται στο νεκροταφείο και να ‘χει ο άλλος επιζήσει, κουφός και, κάπου-κάπου, λίγο κιόλας σα να ‘χασε το δρόμο του μέσα στο χηρεμένο δέρμα.Αλλά ο νέος, ο άντρας, σάμπως να ‘ταν ο γιος ενός τραχήλου και μιας καλόγριας: τεντωμένος κι αλύγιστος, γιομάτος από μυς κι από απλότητα.
Ω! εσείς,
Εσείς που δεχτήκατε, μι’ άλλη φορά, καθώς παιγνίδι έναν πόνο, μικρόν ακόμη τότε, σε μια μακρυά ανάρρωσή του…
Ω! εσύ, που με το πέσιμο, όπως οι καρποί μόνο το γνωρίζουν, δίχως κάν να ‘χεις ωριμάσει καθημερινά εκατό φορές πέφτεις από το δέντρο της κίνησης, της συντροφικά χτισμένης (που πιο γοργός απ’ το νερό, μέσα σε λίγα λεπτά μόνο Άνοιξη, Θέρος και Φθινόπωρο έχεις) – πέφτεις κι αντιχτυπάς πάνω στον τάφο: καμιά φορά, σε μισό διάλειμμα, ένα σχήμα θέλει να γεννηθεί μέσα σου· μ’ απορροφάται απ’ το κορμί σου για να το σπαταλήσει ξώδερμα, το ντροπαλό πρόσωπο τούτο που μόλις δοκιμάστηκε…
Και χτυπά πάλι τα χέρια του ο άντρας για το πήδημα, και, πρίν ακόμα πιότερο σου φανερωθεί ένας πόνος πλάι στην καρδιά σου που αδιάκοπα καλπάζει, το κάψιμο της σόλας ξεπερνά την πληγή του, κάνοντας ν’ αναβρύζουν γρήγορα απ’ τα μάτια σου δύο δάκρυα, κυνηγημένα απ’ το κορμί σου.
Και την ίδια την στιγμή εκείνη παρ’ όλ’ αυτά, έτσι, στα τυφλά, προβάλει το χαμόγελο…
Ω! πάρε το, Άγγελε, δρέψε αυτό το βοτάνι που τόσο σύντομη έχει άνθηση.
Πλάσε ένα βάζο και διατήρησέ το ! Βάλε το στις χαρές μας ανάμεσα, αυτές τις χαρές που δεν μας ανοίχτηκαν ως τώρα · σ’ υδρία χαριτωμένη εγκωμίασέ το, με ανθισμένη οιστρώδη επιγραφή:«Subrisio Saltat »
Ύστερα, εσύ, χαριτωμένη,
Εσύ, που οι πιο γοητευτικές χαρές άφωνα σ’ έχουν
Υπερπηδήσει. Οι φούντες σου, ίσως να ‘ναι ευτυχείς για σένα –, ίσως επάνω
από τα νεανικά, τα τεντωμένα στήθη σου, το πράσινο μεταλλικό μετάξι
να νιώθει κακομαθημένον άπειρα και τίποτα να μη στερείται.
Ω! εσύ, πάντα μ’ ένα άλλο τρόπο στης ισορροπίας τις ζυγαριές, που όλες τρεκλίζουν,
απιθωμένη, οπώρα απ’ της αταραξίας την αγορά,
που φαίνεσαι ανάμεσα απ’ τους ώμους.Πού, αχ, πού να ‘ναι ο τόπος – τον έχω μέσα στην καρδιά μου –,
που ακόμα ήταν μακρυά απ’ το να ΜΠΟΡΟΥΜΕ, ακόμα κι ο ένας
ν’ αποσπαστεί απ’ τον άλλον, όπως ζώα που βατεύονται, κακοζευγαρωμένα ·
που ‘ναι βαριά τα βάρη ακόμη · που, ακόμη από το μάταιο στροβίλισμα τους,
το προκλημένο από τις βακτηρίες, στριφογυρίζουν οι στεφάνες.Και ξάφνου, στο κουραστικό Πουθενά τούτο,
Ξάφνου η θέση η ανείπωτη, όπου το καθάριο
Ελάχιστο, ακατανόητα μεταμορφώνεται: σ’ εκείνο το άδειο.
Πολύ πηδά, όπου ο πολυθέσιος λογαριασμός, χωρίς ψηφία διαλύεται.Πλατείες ! Ω ! πλατεία του Παρισιού, απέραντη σκηνή θεάτρου,
όπου η Madame Lamort, η μοδίστρα,
τους ανήσυχους δρόμους της γης, ατέλειωτες κορδέλες θηλιάζει και τυλίγει
κι επινοεί μ’ αυτές νέας μόδας φιόγκους, κυψελικές πτυχώσεις και κονκάρδες,
άνθη και τεχνητούς καρπούς –, όλα ψευτοβαμμένα, – για τα φτηνά χειμερινά καπέλα του Πεπρωμένου.
————
Άγγελε,
Δε μπορεί, θα υπήρχε μια πλατεία άγνωστη μας,
κι εκεί πέρα σ’ ανείπωτο τάπητα επάνω,
οι εραστές θα έδειχναν ό,τι εδώ δε δύνονται ποτέ να κατορθώσουν:
τα τολμηρά σχήματα της καρδιάς στην ανάτασή της,
τους πύργους τους, από χαρά οικοδομημένους,
τις σκάλες τους που για καιρό πολύ,
όπου τα έδαφος πάντοτε έλειπεν, η μια στην άλλη επάνω τρεμάμενες στηρίζονταν μονάχα,– και μονάχα, μπρος στον κύκλο των θεατών, αθόρυβοι νεκροί, αναρίθμητοι, θα το ΜΠΟΡΟΥΣΑΝ:
θα ‘ριχναν άραγε αυτοί, τότε, τα στερνά, τα φυλαγμένα πάντα,
πάντα κρυμμένα, που εμείς αγνοούμε,
αιώνιας αξίας νομίσματα της ευτυχίας μπρος στο ζευγάρι
Ενώ το αυγό του φιδιού έχει εκκολαφθεί, με χιλιάδες οχιές να πουλάν εθνικισμό και πατριδοκαπηλία, ξερνώντας ακροδεξιά ρητορική και καθαρά ναζιστική/χιτλερική μισαλλοδοξία. Ενώ ο Παύλος Φύσσας από τον τάφο του ζητάει τη δικαίωσή του, ο φονιάς του είναι σπίτι του και οι συνεργοί του κυκλοφορούν ελεύθεροι, πρωταγωνιστές σε νέες δολοφονικές επιθέσεις, συνεπικουρούμενοι από τις δυνάμεις καταστολής. Ενώ χρησιμοποιούνται δύο μέτρα και δύο σταθμά ανάμεσα στον Κασιδιάρη και Λαγό, που υπό όρους αποφυλακισμένοι συμμετείχανανενόχλητοι σε επεισόδια στο Πειραιά σε συγκέντρωση μίσους κατά των προσφύγων και τον Σακκά όπου όταν κοιμήθηκε στην σύντροφο του κι όχι στο σπίτι του, όπως όριζε η εντολή αποφυλάκισης του, συνελήφθη και οδηγήθηκε στη φυλακή.
Ενώ η σημειολογία της επανεμφάνισης των ταγμάτων εφόδου αλλά και η φυσική παρουσία των κατηγορουμένων στη διαβόητη, πια, δίκη της Χρυσής Αυγής όχι μόνο δεν είναι τυχαία, αλλά δίνει και το εμφατικό στίγμα του προβοκατόρικου ρόλου που θέλουν να διαδραματίσουν.
Ενώ δημιουργούν κλίμα προκλητικής όξυνσης, την κρίσιμη ώρα της ανύπαρκτης διαχείρισης στις «δομές» που κρατούνται οι πρόσφυγες, στη Χίο, στη Μυτιλήνη, στο Ωραιόκαστρο, στα Χανιά στη Λέρο, τη Καρδίτσα κ.λπ., μέσα σε φωνές μισαλλοδοξίας και ξενοφοβικής νεοφασιστικής ρητορικής
Ενώ συμβαίνουν όλα αυτά, μαζί με άλλα τόσα, να δώσουμε συγχαρητήρια στην ΕΡΤ για το βήμα που έδωσε άλλη μια φορά στους νεοφασιστές δολοφόνους; της εγκληματικής οργάνωσης ώστε η ρατσιστική, ξενοφοβική ρητορική μίσους ενάντια σε πρόσφυγες και μετανάστες να ξεπλυθεί και από τη δημόσια τηλεόραση.
Η σημερινή παρουσία Κασιδιάρη και το όλο σκηνικό της συμμετοχής μαζί με το βήμα από τη δημοσιά τηλεόραση αποτυπώνει το στίγμα, δια της σύνθεσης αυτής, του πλέον επικίνδυνου εθνικιστικο-δεξιού προσανατολισμού προς τα ακροατήρια που με ευήκοα ώτα παλαμοκροτούν σε κάθε άκουσμα τού: «πατρίς – θρησκεία – οικογένεια».
Η ανατομία του νεοφασισμού, στη χώρα όπου το πολιτικό προσωπικό παρίσταται σε επισκέψεις που από τη μια νομιμοποιούν την παρουσία υπόδικων μελών εγκληματικής οργάνωσης και από την άλλη ενισχύουν τάχα το εθνικό φρόνημα, αποτελεί εντός του αυτοαποκαλούμενου «συνταγματικού τόξου» το απόλυτο πλυντήριο, το απόλυτο ξέπλυμα των νεοναζιστών ώστε να ενταχθεί και «η μια σοβαρή χρυσή αυγή» εντός του.
Αντί επιλόγου:
Τα υπόλοιπα για τον πάτερα - σας- φασίστα, δικτάτορα Μεταξά, που ακούγονται, αποτελούν την υψίστη ύβρη για την λαϊκή δημοκρατία, το αίμα των αγωνιστών της αντίστασης κατά του φασισμού, αλλά μάλλον κάνετε λάθος στο... γένος
1. ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ / Ο τρόπος παραγωγής που είναι κυρίαρχος στον ανεπτυγμένο καπιταλιστικό κόσμο τις τρεις τελευταίες δεκαετίες είναι η ευέλικτη εξειδίκευση ή ευέλικτη συσσώρευση (Harvey 1989). Η δεκαετία του 1970 χαρακτηρίζεται από την κρίση του φορντικού καθεστώτος συσσώρευσης και τη μετάβαση στο καθεστώς της ευέλικτης συσσώρευσης (Harvey 1989). Εκείνη την εποχή παρατηρείται μια σταδιακή μετάβαση από την παραγωγή για κάθε περίπτωση (JIC -just in case) του φορντικού μοντέλου (μαζική παραγωγή), στην παραγωγή για όταν χρειαστεί (JIT –just in time) (Κουρλιούρος, 2001). Η παραγωγική διαδικασία γίνεται πιο ευέλικτη σε θέματα τεχνολογίας, οργάνωσης, χωροθέτησης βιομηχανιών κλπ. Γράφει ο Παναγιώτης Ξηρουχάκης, Διδάκτορας Πανεπιστημίου Αιγαίου Επίσης, στα πλαίσια των διαδικασιών αντιμετώπισης της κρίσης του φορντικού συστήματος, οι επιχειρήσεις επέλεξαν δυο ταυτόχρονες στρατηγικές όσο αφορά τα εργασιακά ζητήματα: Η μία αφορά την αναδιανομή του εισοδήματος σε βάρος της εργασίας και η δεύτερη τον μετασχηματισμό της παραγωγικής εργασίας από τη μόνιμη και σχετικά κατοχυρωμένη εργασία του φορντισμού στην ευέλικτη μορφή της άτυπης εργασίας (αμυντική ευελιξία). Ένα κύριο λοιπόν χαρακτηριστικό του καθεστώτος της ευέλικτης συσσώρευσης, είναι η ζήτηση σε φθηνό και ανειδίκευτο εργατικό δυναμικό το οποίο θα εργάζεται μόνο για όσο το χρειάζεται η επιχείρηση δίπλα σε ένα μόνιμο, εξειδικευμένο και σχετικά υψηλόμισθο στελεχικό προσωπικό (Harvey, 1989, Κουρλιούρος, 2001).
"Sponsored links"
Αποτελέσματα του μετασχηματισμού της παραγωγικής διαδικασίας είναι η αύξηση της ανεργίας που από τα τέλη του 1970 παρατηρούμε σε όλες σχεδόν τις ευρωπαϊκές χώρες, η προώθηση της μερικής απασχόλησης, η αποδυνάμωση των συλλογικών συμβάσεων, η αύξηση των συμβάσεων ορισμένου χρόνου και των συμβάσεων έργου κλπ. Γεγονός είναι η ραγδαία υποχώρηση των κρατικών ελέγχων για τα εργασιακά δικαιώματα και τέλος η σαρωτική αύξηση της ζήτησης σε φθηνό και ανειδίκευτο εργατικό δυναμικό (άτυπη εργασία). Διαμορφώνονται λοιπόν τις τελευταίες δεκαετίες εργασιακές συνθήκες που έρχονται σε αντίθεση με την αντίληψη της εργασίας ως σταθερό και μόνιμο δικαίωμα του πολίτη. Άλλη συνέπεια του μετασχηματισμού υπήρξε η ισχυροποίηση του χρηματοπιστωτικού τραπεζικού συστήματος. Κάθε ραγδαία οικονομική αλλαγή έχει τον αντίκτυπο της τόσο σε πολιτισμικό όσο και πολιτικό επίπεδο. 2. ΝΕΟΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΚΥΡΙΑΡΧΗ ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ Όπως και να έχει λοιπόν, τέτοιες αλλαγές σε οικονομικό επίπεδο δε θα μπορούσαν να μην έχουν και την πολιτισμική τους αντανάκλαση στον σύγχρονο κόσμο. Ο David Harvey(1989) υποστηρίζει πως η μετάβαση στην ευέλικτη συσσώρευση άλλαξε την πολιτισμική έννοια του χώρου όσο και την έννοια του χρόνου με την καθοριστική βέβαια συμμετοχή των Μέσων Mαζικής Eπικοινωνίας (MME). Η κίνηση κεφαλαίων, για παράδειγμα, που ήδη σήμερα διεξάγεται από το Τόκιο στο Λονδίνο και στη Νέα Υόρκη με ταχύτητες πρωτόγνωρες, απαιτεί ελεύθερη διακίνηση κεφαλαίων, εμπορευμάτων και ανθρώπων. Μέσα σε αυτό το νέο χωροχρονικό πλαίσιο, το οποίο διαμορφώνεται και από τα MME και μπορεί να μην είναι πραγματικό αλλά πλασματικό, η εργασία φαίνεται να χάνει την πολιτισμική βαρύτητα και αξία που είχε κάποτε (στον φορντισμό, για παράδειγμα, όπου ο βιομηχανικός εργάτης και ο αγρότης είχαν έναν αδιαμφισβήτητο ρόλο στην παραγωγή). Τα παραπάνω έχουν άμεσο αντίκτυπο στα εργασιακά δικαιώματα. Όλες αυτές οι εξελίξεις συνδιαμορφώνουν μία αντίληψη ότι η μόνιμη μισθωτή εργασία δεν είναι πλέον απαραίτητη στο σύγχρονο κόσμο της πληροφορίας, της ταχύτητας και του χρηματιστηρίου. Έτσι, κυρίαρχη είναι στις μέρες μας η νεοφιλελεύθερη άποψη ότι είναι αδύνατη η καταπολέμηση της μαζικής ανεργίας μέσω δημοσίων παρεμβάσεων. Με άλλα λόγια, η ανεργία δεν αποτελεί πλέον ένα κοινωνικό πρόβλημα ή μια κρατική ευθύνη. Η ευθύνη για εύρεση εργασίας με οποιοδήποτε κόστος στην σύγχρονη ευέλικτη οικονομία μετατοπίζεται πλέον στον πολίτη. Ο τρόπος που πολιτισμικά διαμορφώθηκε η εικόνα της εργασίας στο σύγχρονο κόσμο υπό την επίδραση των μεταβολών της ευέλικτης συσσώρευσης δε σημαίνει ότι αυτή η εικόνα που διαμορφώθηκε για την εργασία είναι και η αληθινή. Ο Harveyθεωρεί μεν ότι η μετάβαση στην ευελιξία επιφέρει σημαντικές αλλαγές, χωρίς όμως να αναιρείται το βασικό χαρακτηριστικό του καπιταλισμού που είναι η εκμετάλλευση της εργασίας από το κεφάλαιο και η άνιση ανάπτυξη (βλ. γενικότερα Harvey 1982, 1985, 1989, 2001). Αντίθετα, η κυρίαρχη οικονομικό-πολιτική ιδεολογία του νεοφιλελευθερισμού θεωρεί ότι το πρόβλημα της ανεργίας είναι αποτέλεσμα της μειωμένης απασχολησιμότητας του εργατικού δυναμικού (απασχόληση που βέβαια μπορεί να σημαίνει μη μόνιμη και κακοπληρωμένη δουλειά). Βλέπουμε λοιπόν, ότι οικονομικά και πολιτισμικά το δικαίωμα στη μισθωτή και μόνιμη εργασία υποχωρεί και η ανάδυση του ελαστικά εργαζόμενου βρίσκει το άλλοθι της μέσα στη κυρίαρχη νεοφιλελεύθερη πολιτική κουλτούρα. 3. ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΥΕΛΙΚΤΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Τη δεκαετία του 30, η κρίση ξεπεράστηκε με τον αυξανόμενο κρατικό παρεμβατισμό (επιπρόσθετα σε κράτη ανίσχυρα, επιβλήθηκε ολοκληρωτισμός και η οικονομική ελίτ παραχώρησε τη δύναμη της στις πολιτικές ελίτ και σε φασιστικά καθεστώτα). Στη σημερινή κρίση παρατηρείται απροθυμία της κυρίαρχης οικονομικής ελίτ να κάνει την παραμικρή παραχώρηση υπέρ της εργατικής τάξης. Τι σκοπούς έχει σήμερα η κυρίαρχη «Οικονομική ελίτ»; Η αιτία λοιπόν που η κυρίαρχη «Οικονομική ελίτ» σήμερα φαίνεται τόσο αδιάλλακτη, βρίσκεται στον τρόπο παραγωγής που επικρατεί παγκοσμίως. Αντίθετα, ο φορντισμός χρειαζόταν την εργατική τάξη. Η παραγωγή για κάθε περίπτωση (JIC -just in case) απαιτεί άφθονους εργάτες. Οι καπιταλιστές λοιπόν στη φορντική φάση της παραγωγικής διαδικασίας βάσισαν την ευημερία τους στην εκμετάλλευση της εργατικής τάξης. Τόσο στην εργατική της συνεισφορά, όσο και στην καταναλωτική δύναμη της (καταναλώνει αυτά που παράγει). Οι εργάτες έπρεπε να είναι κατώτεροι οικονομικά, αλλά επίσης έπρεπε η ποιότητα ζωής τους να βρίσκεται σε ικανοποιητικό επίπεδο, ώστε να μπορούν να εργάζονται και να καταναλώνουν. Έτσι δικαιολογείται και η κρατική παρέμβαση μετά την οικονομική κρίση του 1929. Τώρα όμως πλέον η μαζική κατανάλωση δεν είναι το ζητούμενο. Η Ευέλικτη συσσώρευση και η άτυπη εργασία έγιναν παντού το ζητούμενο. Έτσι δεν είναι δύσκολο να φανταστούμε μια κινεζοποιημένη οικονομία (ο Ολοκληρωτικός καπιταλισμός του Ζίζεκ) όπου η πλειοψηφία του κόσμου θα είναι άνεργοι ή θα εργάζονται με μισθούς πείνας.
"Sponsored links"
Η ευέλικτη συσσώρευση και παραγωγή απαιτούν ευέλικτα «δημοκρατικά» καθεστώτα. Πολλοί φοβούνταν μία στρατιωτική χούντα κάτι τέτοιο όμως δεν είναι πιθανόν να γίνει. Πρώτον γιατί τα φασιστικά καθεστώτα είναι δύσκαμπτοι γραφειοκρατικοί μηχανισμοί και δεν μπορούν να ανταποκριθούν στις ραγδαίες οικονομικές αλλαγές. Ταιριάζουν περισσότερο στις φορντικές κοινωνίες του μεσοπολέμου. Δεύτερον γιατί η τάση που κυριαρχεί παγκοσμίως (και που μοιραία θα ακολουθήσουν οι εξουσιαστές για να μπορέσουν να την καπηλευτούν και να μην ξεπεραστούν από την ιστορία) είναι η «δημοκρατική» άνοιξη (βλέπε αραβικές επαναστάσεις). Τρίτον γιατί η οικονομική ελίτ δεν μπορεί να διακινδυνεύσει να χάσει την εξουσία από στρατιωτικούς και φασίστες όπως έγινε στο μεσοπόλεμο (βλέπε Μουσολίνι και Χίτλερ). Τη δουλειά πρέπει να την κάνουν δικοί τους άνθρωποι: άχρωμοι τραπεζίτες, τεχνοκράτες, δηλωμένοι «δημοκράτες» κλπ. Ο χρηματοπιστωτικός καπιταλισμός έχει ανάγκη την ευέλικτη διακυβέρνηση και την άτυπη δημοκρατία. Το σύνταγμα θα καταστρατηγείτε όσες φορές χρειάζεται για να δικαιολογούνται οι διαθρωτικές αλλαγές στην οικονομία (ευελιξία στη διακυβέρνηση). Όπως η παραγωγή είναι ευέλικτη και ρυθμίζεται από τις προσταγές της αγοράς, το ίδιο θα συμβαίνει με τη διακυβέρνηση του πληθυσμού. Όπως τα εργοστάσια μπορούν να κλείνουν ή να μετακινούνται στο χώρο χωρίς να λογαριάζουν κανένα έτσι και η διακυβέρνηση και η εξουσία θα γίνουν αδίστακτες. Η πολιτική εξουσία ακολουθεί την οικονομική και δεν είναι και η πρώτη φορά. Τεχνοκράτες οικονομολόγοι θα αποφασίζουν σε τελική ανάλυση για όλα. Όπως όμως οι ευέλικτες μορφές παραγωγής ανάδειξαν την άτυπη εργασία (εις βάρος των εργατών βεβαίως) έτσι και η νέα μορφή διακυβέρνησης απαιτεί την άτυπη δημοκρατία (εις βάρος των πολιτών αντίστοιχα). Η αντίσταση θα τσακίζεται από τους δημοκράτες-τεχνοκράτες και την αστυνομία με βάναυσο τρόπο. Εκλογές θα γίνονται μόνο όταν το επιτρέπουν οι συνθήκες και αν το επιτρέπουν… Είναι η εποχή του νεοφιλελευθέρου ολοκληρωτισμού. Οι κεφαλαιοκράτες επέλεξαν με αφορμή το ξεπέρασμα της κρίσης να εφαρμόσουν τα πιο βάρβαρα νεοφιλελεύθερα μέτρα. Επειδή όμως τα συντάγματα και οι δημοκρατίες (έστω αυτές οι σάπιες που είχαμε) προστάτευαν τα εργασιακά δικαιώματα έπρεπε με πραξικοπηματικό τρόπο να ξεπεραστούν. Για μια νέα υπέροχη ευέλικτη και βεβαίως άτυπη δημοκρατία. Η αρχή έγινε σε Ιταλία (Πρόντι) και Ελλάδα (Παπαδήμος). Ακολουθεί όλος ο κόσμος. 4. Η ΤΕΧΝΗ ΤΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ O Γκράμσι υποστήριζε ότι κάθε σημαντικής πολιτικής και κοινωνικής μεταβολής προηγείται μία ουσιαστική αλλαγή σε πολιτισμικό επίπεδο (προετοιμασία του εδάφους). Κατά τον Γκράμσι η πάλη των τάξεων λαμβάνει μέρος κυρίως στο ιδεολογικό πεδίο, καθώς, σύμφωνα με τον ίδιο και σε αντίθεση με την ορθόδοξη μαρξιστική σκέψη, μόνο οι ιδέες μπορούν να επιφέρουν την επανάσταση ή αντιστοίχως, να την αποτρέψουν. Με άλλα λόγια η πάλη των ιδεών για τον έλεγχο της κουλτούρας αν χαθεί από τους επαναστάτες, μπορεί να οδηγήσει στο θρίαμβο της αντίδρασης και κάθε είδος ολοκληρωτισμού. Αν και οι μεταφορντικές αλλαγές οδήγησαν παγκοσμίως στην άνοδο της άτυπης εργασίας, η μισθωτή και ασφαλισμένη εργασία συνέχιζε να υπάρχει στο δυτικό πολιτισμό όπως και το κράτος πρόνοιας. Ο αγώνας των νεοφιλελεύθερων ολοκληρωτιστών ενάντια στα εργασιακά δικαιώματα δε θα ήταν εύκολος καθώς τα εργασιακά δικαιώματα έχουν κατακτηθεί με αίμα από τους προλετάριους. Για να επιβληθεί ο ολοκληρωτικός καπιταλισμός χρειαζόταν μία πολιτισμική μετατόπιση ενάντια στα εργασιακά δικαιώματα. Υποστηρίξαμε ήδη ότι τα τελευταία χρόνια στο δυτικό πολιτισμό, η μισθωτή και μόνιμη εργασία έπαψε να θεωρείται δικαίωμα αλλά μάλλον κατάχρηση. Η νεοφιλελεύθερη πολιτική και η κυρίαρχη πολιτισμική κουλτούρα θεωρούσαν οτιδήποτε είχε σχέση με την εργασία (συνδικαλισμός, εργασιακά δικαιώματα κλπ) βρώμικο και ξεπερασμένο. Στην Ελλάδα το φαινόμενο ήταν πολύ έντονο. Ειδικά για την περίπτωση της Ελλάδας ο Γκράμσι δε θα μπορούσε να πέσει πιο μέσα. Για όλα έφταιγαν οι δημόσιοι υπάλληλοι, οι μετανάστες, η γραφειοκρατία κλπ. Το πολιτισμικό έδαφος ήταν έτοιμο για τον ερχομό των σαρωτικών πολιτικών αλλαγών. Ο κοινωνικός κανιβαλισμός είχε βαθιά ριζώσει. Οι μισοί θελαν να απολυθούν οι άλλοι μισοί. Οι διαρθρωτικές αλλαγές και το πολιτικό πραξικόπημα των τεχνοκρατών και των κομματόσκυλων έγιναν σε σύντομο χρονικό διάστημα. Ο κόσμος αντέδρασε αλλά τα γεγονότα έδειχναν να προλαβαίνουν τις οργισμένες και δίκαιες λαϊκές αντιδράσεις. Τα ΜΜΕ έπαιξαν το ρόλο τους. Με αφορμή την οικονομική κρίση οι δημοσιογράφοι τρομοκρατούσαν τον πληθυσμό με τα πολεμικά ανακοινωθέν (ψυχολογικός πόλεμος). Παλιό καλό κόλπο. Κάντε θυσίες αλλιώς θα πεθάνετε όλοι. Όπως τα παλιά φασιστικά καθεστώτα έτσι και ο νεοφιλελεύθερος ολοκληρωτισμός έπρεπε να παρουσιαστεί ότι σώζει τη χώρα από κάτι. Ο φασισμός «έσωσε» τη χώρα από τους κομμουνιστές τη δεκαετία του 30, σήμερα η χώρα σώθηκε από τη χρεοκοπία, τους κοπρίτες δημόσιους υπαλλήλους, τους λαθρομετανάστες κλπ. Πολύ σώσιμο… Η άτυπη εργασία έχει επιβληθεί πλέον παντού. Ο εργάτης και ο εργαζόμενος είναι πλέον κατώτεροι άνθρωποι. Όσο για μετανάστες, άστεγους, ανέργους κλπ τα πράματα είναι μαύρα. Η Ελλάδα ήταν η τέλεια χώρα για το πείραμα καθώς ήταν πλήρως εξαρτημένη από το διεθνές κεφάλαιο (βλέπε και θεωρία εξάρτησης). Το οικονομικό πραξικόπημα που ζήσαμε τα τελευταία χρόνια έκανε την Ελλάδα την πρώτη χώρα υπό Νεοφιλελεύθερο ολοκληρωτισμό στο δυτικό κόσμο. Ακολούθησε από κοντά η Ιταλία ενώ σειρά έχουν και οι άλλες χώρες του νότου (βέβαια δεν αποτελεί σύμπτωση ότι στο μεσοπόλεμο και μετά την κρίση του 29 σε όλες αυτές τις χώρες επικράτησαν φασιστικά καθεστώτα). Βλέπουμε ότι υπάρχουν όλα τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν ένα πραξικόπημα: γρήγορες κινήσεις από τους πραξικοπηματίες, εκφοβισμός της κοινωνίας, πλήρης έλεγχος των ΜΜΕ. Τι το διαχωρίζει από πραξικοπήματα του παρελθόντος; Η ανάγκη για λόγους χειραγώγησης της κοινής γνώμης (σημαντικός παράγοντας σε καιρό πολέμου) να μη μοιάζει καθόλου με πραξικόπημα (αυτό βέβαια δεν είναι και εύκολο) και να έχει όσο περισσότερο political correct χαρακτήρα γίνεται. Έτσι δεν πρέπει να μοιάζει εξωτερικά καθόλου με τα στρατιωτικά πραξικοπήματα του παρελθόντος αλλά πρέπει να θυμίζει δημοκρατία. Τη θέση λοιπόν των στρατιωτικών πήραν οι τεχνοκράτες, τη θέση του στρατού η αστυνομία κλπ. Έχει όμως και μία άλλη πολύ σημαντική διαφορά. Οι δράσεις των πραξικοπηματιών γίνονται πλέον κυρίως σε διεθνές οικονομικό επίπεδο και όχι σε στρατιωτικοπολιτικό και γεωστρατηγικό. Ας θυμηθούμε λίγο το Μαλαπάρτε. Σύμφωνα με τον ειδικό του πραξικοπήματος, οι κινήσεις που έπρεπε να κάνει ο πραξικοπηματίας σε ταχύτατο χρόνο για να επιβληθεί, αφορούσαν την κατάληψη κεντρικών κτιρίων στη σημαντική πόλη της χώρας, ώστε να αποκτηθεί από εκείνον το σημαντικό πλεονέκτημα στον αγώνα για την κατάληψη της εξουσίας. Στην περίπτωση την τωρινή όμως, οι κινήσεις που έφεραν στη χώρα το οικονομικό πραξικόπημα έγιναν γρήγορα και αποφασιστικά σε γεωπολιτικό επίπεδο από golden boys στα διεθνή χρηματιστήρια, δημοσιογράφους στις τηλεοράσεις μας και έλληνες δωσίλογους πολιτικούς. Βέβαια, όπως είπαμε ήδη, αυτό το πραξικόπημα δε θα μπορούσε να υπάρξει αν τα προηγούμενα χρόνια δεν είχε προετοιμαστεί το έδαφος σε πολιτισμικό και οικονομικό επίπεδο. 5.OIKONOΛΑΤΡΕΙΑ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΚΛΑΣΤΕΣ Είναι γεγονός ότι η χρηματιστηριακή οικονομία έχει κυριαρχήσει και οδηγούμαστε στον ολοκληρωτικό καπιταλισμό. Οικονομίες αδύναμων χωρών θα ρίχνονται σε επίπεδα τριτοκοσμικών χωρών με τραγικές αμοιβές για τους εργάτες. Ζούμε τον πόλεμο κάθε μέρα. Τον διαπιστώνουμε στις αυτοκτονίες και στη ραγδαία άνοδο των ψυχικά ασθενών. Στους αστέγους που πετάγονται στα σκουπίδια, στους λαθρομετανάστες που διώκονται σαν εξιλαστήρια θύματα. Σε όλους τους δυστυχισμένους. Τα οικονομικά όμως των golden boys έχουν χρεοκοπήσει. Και οι golden boys δεν είναι άλλωστε θεοί. Οι Οικονονολάτρες (οι πιο πιστοί οπαδοί της κοινωνίας του θεάματος) δεν είναι άλλοι από αυτούς που μέσω της επικράτησης των νεοφιλελεύθερων ιδανικών θα δουν τα κέρδη τους να αυξάνονται. Γνωρίζουν όμως καλά ότι κάτι τέτοιο δε θα γίνει αναίμακτα. Αντίθετα έχει γίνει από όλους κατανοητό ότι ο ταξικός πόλεμος είναι μονόδρομος. Ο απλός κόσμος, αυτός που κανείς μέχρι τώρα δε λογάριαζε, δείχνει ότι θα αντισταθεί στους τεχνοκράτες φασίστες. Μία τρομερή Οικονομαχία διαδραματίζεται στις μέρες μας παγκοσμίως. Με διαδηλώσεις, ανυπακοή και εξεγέρσεις. Αλλά και με τη λογική της επιστροφής στην πραγματική παραγωγή και οικονομία, ενώ πολλές φορές φαίνεται και ότι η λογική του κέρδους ξεπερνιέται από τους εξεγερμένους (άνοδος της ανταλλακτικής οικονομίας, αύξηση των κολεκτίβων, επικράτηση των αμεσοδημοκρατικών διαδικασιών σε κοινοτικές δράσεις κλπ). Η ένταση της Οικονομαχίας θα αυξηθεί στο μέλλον. Όπως όλοι οι ολοκληρωτισμοί στο τέλος θα ηττηθεί. Οι στρατιωτικές δικτατορίες, ο φασισμός, ο ναζισμός και κάθε τυραννία φτάσανε στο ζενίθ τους κάποτε και μετά πέσανε απότομα. Δεν υπολόγισαν σωστά τις αντιστάσεις.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Γκραμσι, Α . 2001. Σοσιαλισμός και κουλτούρα. Στοχαστής Harvey, D. 1973. Social justice and the City. Edward Arnold, London Harvey, D. 1976. «Labour, Capital and class struggle around the built environment in advanced capitalist societies». Politics and Society, 5(3),pp. 265-288 Harvey, D. 1982. The Limits to Capital. Blackwell, Oxford Harvey, D. 1985. The urbanization of Capital. Basil Blackwell, London. Harvey, D. 1989. The Condition of Postmodernity. Blackwell , London Harvey, D. 2001. Spaces of Capital: Towards a Critical Geography. Edinburgh: Edinburgh University Press. Κουρλιούρος, Η. 2001. Διαδρομές στις θεωρίες του χώρου. Εκδόσεις Ελληνικά γράμματα, Αθήνα. Μαλαπάρτε, Κ.2009. Η τεχνική του πραξικοπήματος. Η βίαιη κατάληψη της εξουσίας. Εκδότης: Ιωλκός
Image may be NSFW. Clik here to view. Είναι ήδη επτά χρόνια, που η Ελλάδα έχει βυθιστεί στην πιο βαθιά κρίση, που έχει γνωρίσει μεταπολεμικά οποιαδήποτε οικονομία με μέσο, η υψηλό βαθμό κεφαλαιοκρατικής ανάπτυξης,. Η Ελλάδα αιμορραγεί συνεχώς, χάνει τους «καλύτερους» στην μετανάστευση, ενώ εσωτερικά, όλο και περισσότερο φτωχαίνει και γερνάει. Είναι γνωστό από την εμπειρία παρόμοιων κρίσεων, αλλά και από την οικονομική επιστήμη, ότι τέτοιες καταστάσεις μπορούν να ξεπεραστούν, μόνο με οικονομικές πολιτικές που στοχεύουν στην πλήρη απασχόληση. Χρειάζεται δηλαδή άμεσα, αναστροφή 180ο μοιρών της υπάρχουσας πορείας, επεκτατική, οικονομική και νομισματική πολιτική, στη θέση της λιτότητας, σε συνδυασμό με υποτίμηση -η τελευταία για να διορθωθεί το έλλειμμα ανταγωνιστικότητας που οφείλεται στην σκληρή ισοτιμία, ώστε η αύξηση της εγχώριας ζήτησης να μην διαφύγει στο εξωτερικό-. Επειδή η Ελλάδα σε αυτή την φάση δεν μπορεί να δανειστεί τόσο από το εσωτερικό, όσο και από το εξωτερικό, πρέπει να καταφύγει με προσοχή και φειδώ, σε «δημιουργία-κόψιμο-τύπωμα» χρήματος, ώστε να καλύψει την επεκτατική πολιτική. Αυτή είναι η οικονομική πραγματικότητα. Με λίγα λόγια, για να ρυθμιστεί η οικονομία, να γυρίσει σε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και να προσεγγίσει την (δυνατή) πλήρη απασχόληση κεφαλαίου και εργασίας, απαραίτητη προϋπόθεση είναι, η αποχώρηση από την ευρωζώνη και η επιστροφή στην Δραχμή.
Όμως, επειδή ακριβώς σε κάτι τέτοιο αντιτίθεται η παρασιτική οικονομική και πολιτική ημι-ελίτ που κυβερνάει τον τόπο, καθώς και ο ξένος παράγοντας, Τσίπρας και Μητσοτάκης, Συριζα και Ν.Δ., «εύχονται» (ή καλύτερα κοροϊδεύουν) ότι με μάγια, ξόρκια, ευχές και ευχέλαια, και ότι μπορεί να φανταστεί κανείς, θα έλθει η ανάκαμψη.
Έτσι σήμερα «ελπίζουν» -και οι δύο, όπως και το σύνολο σχεδόν του πολιτικού συστήματος- σε μια «αόρατη» δύναμη, που θα σπρώξει την οικονομία μακριά από το βάλτο, που θα έρθει όμως από έξω, από άλλη χώρα, από άλλη Ήπειρο, ίσως και από άλλο πλανήτη, πιθανά τον Σείριο…. Ο Τσίπρας πήγε και χόρεψε τον χορό της βροχής, ως αχυράνθρωπος του Τραμπ και των ΗΠΑ, για να έλθουν λέει…. Ξένες Επενδύσεις. Οι Ξένες Επενδύσεις αποτελούν το «ζήσανε αυτοί καλά και εμείς καλύτερα», στο παραμύθι της ανάκαμψης, τόσο για την κυβέρνηση όσο και για την αντιπολίτευση, που αφού δεν θα γίνουν από αυτούς, ισχυρίζονται γενικά και αόριστα ότι «θα έρθουν», ή καλύτερα, από την εποχή του Σαμαρά «έρχονται»… Το ίδιο ισχύει και για το δημόσιο χρέος. Κάνουν και εκεί «ευχέλαια», για κάποια μαγική λύση «από έξω». Δεν είναι τυχαίο, ότι δημοσιογράφοι και τύπος που εμπλέκονται με τον αμερικάνικο παράγοντα, σιγοντάρουν την κυβέρνηση, λέγοντας ότι θα έρθει η «ανάκαμψη» και οι Ξένες Επενδύσεις, η «χώρα θα πετάξει» κλπ, και ότι Τραμπ και Δ.Ν.Τ. θα «παρέμβουν», δίνοντας κάποια λύση και για το δημόσιο χρέος. Η αλήθεια όμως είναι πολύ πικρή. Οι ΗΠΑ τέτοια αμερικανόδουλη κυβέρνηση στην πατρίδα μας, που τους παραχωρεί -άνευ όρων- τα πάντα, δεν έχουν ξανασυναντήσει, τουλάχιστον από την μεταπολίτευση και μετά. Γιατί λοιπόν, να μην την στηρίξουν με την προπαγάνδα τους;
Η αλήθεια είναι ότι η ελληνική οικονομία δεν πρόκειται να ανακάμψει για δέκα τουλάχιστον βασικούς λόγους, όπως: Υπάρχει παραγωγικοτεχνικό χάσμα της ελληνικής οικονομίας με τις προηγμένες χώρες, όπου λόγω της συμμετοχής στην Ε.Ε., τις ανταγωνίζεται με όρους ελεύθερου εμπορίου, συνεπώς δεν μπορεί, παρά η πορεία της βιομηχανίας της να είναι φθίνουσα. Χρησιμοποιεί το ευρώ, το πιο σκληρό νόμισμα της παγκόσμιας οικονομίας, με αποτέλεσμα το έλλειμμα ανταγωνιστικότητας που οφείλεται στην παραγωγιγοτεχνική υστέρηση, να πολλαπλασιάζεται λόγω νομίσματος. Το ευρώ ανατιμήθηκε σημαντικά τον τελευταίο χρόνο, με αποτέλεσμα τα πενιχρά οφέλη στην πτώση των τιμών των αγαθών και των υπηρεσιών, που έφερε η αντικοινωνική πολιτική της εσωτερικής υποτίμησης να εξατμιστούν. Η πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία της χώρας, όπως σταθμίζεται με τους κυριότερους εμπορικούς εταίρους της, ανήλθε σημαντικά, διαμορφώνοντας πλήγμα στην ανταγωνιστικότητα. Οι επιχειρήσεις στην Ελλάδα και το σύνολο του ιδιωτικού τομέα είναι αποστραγγισμένο από φόρους, ενώ δανείζεται με τεράστια επιτόκια. Οι προοπτικές κερδοφορίας των επιχειρήσεων είναι περιορισμένες. Όλο και περισσότερες κλείνουν, η μεταναστεύουν σε Βουλγαρία και Κύπρο, για να βρουν φτηνή φορολογία και λογικά επιτόκια πίστωσης. Η συνεχής πτώση της εγχώριας ζήτησης λόγω των πολιτικών λιτότητας λειτουργεί εις βάρος των οικονομιών κλίμακας των ελληνικών επιχειρήσεων, επιβαρύνοντας και άλλο την μειωμένη ανταγωνιστικότητά τους. Οι περιβόητες Ξένες Άμεσες Επενδύσεις -αυτές που πραγματικά γίνονται- αφορούν το ξεπούλημα δημόσιας περιουσίας, κερδοφόρων υποδομών και επιχειρήσεων στο χώρο κυρίως των υπηρεσιών. Μεσοχρόνια-Μακροχρόνια είναι καταστροφικές, γιατί σε συνθήκες ελεύθερης κυκλοφορίας κεφαλαίων, εξάγουν τα κέρδη τους στο εξωτερικό, χάνεται δηλαδή εισόδημα, από την Ελλάδα. Με την υπερχρέωση του ελληνικού ιδιωτικού τομέα, σύντομα μεγάλο μέρος του θα περάσει σε ξένα χέρια, και η εξαγωγή των κερδών, ή αλλιώς η λεηλασία της χώρας, θα γίνει μείζων ζήτημα. Καμία οικονομία, ίσως ούτε και η Γερμανική, δεν θα μπορούσε να βαδίσει σε κανονικές συνθήκες, όταν τις αφαιρείς 3,5% του ΑΕΠ και το μεταβιβάζεις στο εξωτερικό. Τα διαρκή πλεονάσματα για την εξυπηρέτηση του Εξωτερικού Δημόσιου Χρέους αποτελούν από μόνα τους ικανή συνθήκη, ώστε η χώρα να βρίσκεται σε παρατεταμένη ύφεση και στασιμότητα, για να αποψιλώνεται από το κέντρο και την Γερμανία. Το δημόσιο χρέος της χώρας είναι τεράστιο και την μετατρέπει σε αποικία χρέους. Καμία περικοπή δεν είναι εφικτή εντός ευρωζώνης και αντιτίθεται στους «νόμους» του ευρώ. Αν γίνει κάτι τέτοιο για την Ελλάδα, ανοίγει τον δρόμο και για άλλες χώρες και ιδιαίτερα για την προβληματική Ιταλία. Οπότε ή ο Βορράς, πρέπει να επωμισθεί τα «χρέη» μαζί με τις τράπεζες, ή η Ε.Κ.Τ. να αρχίσει να καλύπτει δημόσια χρέη, διαμορφώνοντας και ένα μαλακό -μη αποθεματικό νόμισμα- ευρώ. Γίνεται αποδεκτή πολιτική, η δημόσια-κρατική παρέμβαση στην οικονομία. «Ασύλληπτες» λύσεις για αυτούς που έγραψαν την συνθήκη του Μάαστριχτ, τους οικονομικά, ισχυρούς τις προηγμένες περιφέρειες της ευρωζώνης, το ευρωπαϊκό πολυεθνικό και χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο. Στόχος τους είναι μέσω του οικονομικού νεοδαρβινισμού, να επιβιώσουν οι πιο ισχυρές επιχειρήσεις εντός ευρώ, μέσω της απόλυτα ανοικτής και ελεύθερης αγοράς και εμπορίου, και αυτές, οι πιο «δυνατές», να κερδίσουν μερίδια και στον υπόλοιπο κόσμο. Άρα, η βέλτιστη λύση, είναι να τσακίσουν και συγχρόνως να αποψιλώσουν-λεηλατήσουν την Ελλάδα και τον Νότο, η οποία (εντός ευρώ) δεν μπορεί να διαπραγματευτεί κηρύσσοντας χρεοστάσιο, γιατί ως γνωστόν, θα τις κλείσουν τις τράπεζες κλπ, κλπ, κλπ…. Οι τράπεζες είναι «φαλιρισμένες», λόγω των κόκκινων δανείων, παρά τον πακτωλό δεκάδων δισεκατομμυρίων δημόσιου χρήματος που έχουν δεχτεί, διογκώνοντας το εξωτερικό χρέος, για να σταθούν στα πόδια τους. Η αποταμίευση παραμένει αρνητική καθόλα τα χρόνια του ευρώ. Σε αυτές τις συνθήκες, όχι μόνο τράπεζες που να χρηματοδοτήσουν την ανάκαμψη και τις επενδύσεις δεν υπάρχουν, αλλά το δίλλημα τους επόμενους μήνες θα είναι: μαζικοί πλειστηριασμοί κατοικιών και επιχειρήσεων ή κούρεμα καταθέσεων. Για να αρχίσει να μειώνεται, έστω ασθενώς η μη αλχημιστικά μετρούμενη ανεργία, χρειάζεται ο ρυθμός ανάπτυξης να ξεπεράσει το 2%. Αυτό ισχύει γιατί αν αυξηθεί το ΑΕΠ, ανέρχεται συγχρόνως και η παραγωγικότητα της εργασίας. Αυτό το κατώφλι του 2%, ισχύει στην περίπτωση που μειώνεται το εργατικό δυναμικό κατά 1% (όσο δηλαδή και την περίοδο της μαζικής μετανάστευσης 1961-1971) και η ετήσια αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας είναι στο 3%. Δεν χρειάζεται να σταθούμε στο τι θα σημαίνει για την ελληνική οικονομία μικρότερη αύξηση της παραγωγικότητας μέσα στην ευρωζωνική πραγματικότητα, ή υψηλότεροι ρυθμοί μείωσης του εργατικού δυναμικού, και μάλιστα εκ των πραγμάτων υψηλής εξειδίκευσης.
Ενδεικτικά, σύμφωνα με τους υπολογισμούς μας, για να συμπιεστεί η ανεργία στο 10% εντός πέντε ετών, χρειάζεται ρυθμός ανάπτυξης περί το 5,5% και δημιουργία 180.000 θέσεων εργασίας ανά έτος. Άρα, ακόμη και αν έγραφε ο ρυθμός ανάπτυξης μπροστά τον αριθμό 2, όπως «βαυκαλίζονται» ο Τσίπρας, ο Δραγασάκης και οι λοιποί, τίποτε απολύτως, δεν θα σημαίνει για την τραγική κατάσταση που βρίσκεται η αγορά εργασίας, οι άνεργοι οι υποαπασχολούμενοι και οι «μισθωτοί». Τέλος, δεν μπορούμε παρά να σημειώσουμε ότι με την εφαρμογή των κεφαλαιακών ελέγχων, την συνεχή διογκούμενη χρήση του πλαστικού χρήματος κ.λπ. ένα κομμάτι του λεγόμενου «μαύρου» ΑΕΠ ασπρίζει. Ένα κομμάτι που δεν φαινόταν, γιατί απλώς ο ένας δεν έκοβε απόδειξη, ό άλλος δεν «εμφάνιζε» με τιμολόγια, προϊόντα για αυτοκατατανάλωση ή για οικιακή πώληση, όπως το λάδι, και πάει λέγοντας, τώρα αυτό το κομμάτι εμφανίζεται στις στατιστικές. Σίγουρα είναι κάποιες ποσοστιαίες μονάδες, «ασπρισμένου» ΑΕΠ, που κρύβει την πραγματική ύφεση του 2016 και σίγουρα μια τέτοια τάση εμφανίζεται και το 2017. Εν ολίγοις, υποστηρίζουμε και είναι έτσι, ότι η μέτρηση του ΑΕΠ που εμφανίζει η ΕΛΣΤΑΤ είναι υπερτιμημένη, άρα η και ύφεση υποτιμημένη.
Συμπερασματικά: Για τα παραπάνω και για άλλα πολλά, οι απόψεις της κυβέρνησης, αλλά και όλο το σκεπτικό του «συστημικού» πολιτικού κόσμου για ανάκαμψη, δεν αποτελεί στην καλύτερη περίπτωση, παρά μύηση στον αποκρυφισμό. Το αφήγημα, ότι η «λύση» σε μια τέτοιας έκταση οικονομικής κρίση που έχει μετατρέψει την πατρίδα μας σε αποικία, θα δοθεί «από άλλους», «από έξω» (Ξένες Επενδύσεις, παρέμβαση Τραμπ στο χρέος και άλλα γλαφυρά) και όχι από τον ελληνικό λαό και τις δυνάμεις του μέσα από μια κυβέρνηση Λαϊκού Μετώπου, συναντά τελικά την αστρολογία, η καλύτερα κάποια γιαγιά που λέει τον καφέ. Ο πολιτικός μας κόσμος, δυστυχώς, συναγωνίζεται τις καφετζούδες, στις προβλέψεις, στις αναλύσεις και στις εκτιμήσεις του.
Ο ΣΕΒ δημοσιεύσε στις 18/10/2017 μελέτη, γύρω από τα μείζονα ζητήματα που απασχολούν την Ελληνική αγορά εργασίας με θέμα «Το μέλλον της εργασίας μετά το Μνημόνιο»1.
Οι επισημάνσεις που γίνονται απο τον γράφοντα, φιλοδοξούν να αποκρυπτογραφήσουν τα μηνύματα που εκπέμπονται μέσα απο τις γραμμές, αυτής της προσεκτικάδιατυπωμένης μελέτης. Επίσης θα ανιχνευθούν οι νέες συνθήκες (στην αγορά εργασίας) του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού και οι νέοι κανόνες που εντάσσονται στην τακτική και την στρατηγική, του νεοφιλεύθερου και δίχως όρια και κανόνες καπιταλισμού.
Επίσης εξάγεται αβίαστα το συμπέρασμα ότι, δεν θα υπάρξει κανένα τέλος στα μνημόνια στην Ελλάδα απλά θα μετονομασθούν με «σύγχρονους και ουδέτερους» όρους, όπως συμβάσεις εργασίας με πληθοπορισμό (crowdwork2), συμβάσεις απασχόλησης «μηδενικών ωρών» (zerohourscontracts), εργασία βάσει δελτίου / κουπονιών (voucher-basedwork), κλπ.
I. Το διεθνές πλαίσιο για το μέλλον της εργασίας
Η συζήτηση για το μέλλον της εργασίας3 είναι μια πρωτοβουλία του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας (ILO) που εγκαινιάστηκε το 2015 στην 104η Σύνοδο που έλαβε χώρα στη Γενεύη. Σκοπός της πρωτοβουλίας είναι η άμεση ανταπόκριση της ΔΟΕ στις ραγδαίες αλλαγές του κόσμου της εργασίας και των εργασιακών σχέσεων, ώστε να μπορεί να συνεχίσει να εκπληρώνει την αποστολή της για την προαγωγή της «κοινωνικής δικαιοσύνης», (άραγε ισχύει και για τούς Ελληνες εργαζόμενους;). Ο διάλογος που έχει ξεκινήσει απευθύνεται στις κυβερνήσεις, τους εργοδότες και τους εργαζόμενους των χωρών μελών της ΔΟΕ. Πρόκειται για μια διαδικασία που εκτυλίσσεται σε τρία στάδια.
Στο πρώτο στάδιο, οι κυβερνήσεις των κρατών μελών της ΔΟΕ κλήθηκαν να διεξαγάγουν εντός του 2016 «εθνικό» διάλογο με την ευρύτερη δυνατή συμμετοχή της κυβερνήσεων, των κοινωνικών εταίρων, του ακαδημαϊκού κόσμου και της κοινωνίας των πολιτών γύρω από τέσσερα θέματα: Εργασία και Κοινωνία Αξιοπρεπείς Θέσεις Εργασίας για όλους Οργάνωση της Εργασίας και της Παραγωγής Διακυβέρνηση της Εργασίας
Το δεύτερο στάδιο της διαδικασίας ολοκληρώθηκε, τον 8ο του 2017, με τη σύσταση επιτροπής με αρμοδιότητα την εξέταση των αποτελεσμάτων των διαλόγων που πραγματοποιήθηκαν σε εθνικό επίπεδο και στόχο την προετοιμασία σχετικής έκθεσης και Συστάσεων εντός του 2018. Η Ελληνική κυβέρνηση δεν έχει δείξει το απαραίτητο ισχυρό ενδιαφέρον γι’ αυτήν την πρωτοβουλία και συζήτηση.
Το τρίτο στάδιο αφορά στην περίοδο 2018-2019. Το πρώτο εξάμηνο του 2019 θα πραγματοποιηθεί η 108η Σύνοδος της διάσκεψης της ΔΟΕ και θα συζητηθεί το πόρισμα της επιτροπής υψηλού επιπέδου για το Μέλλον της Εργασίας. Απώτερος στόχος είναι η στρατηγική χάραξη των πολιτικών προτεραιοτήτων της ΔΟΕ για τις επόμενες δεκαετίες.
Αφετηρία της συζήτησης για το μέλλον της εργασίας είναι η διαπίστωση ότι η εργασία υφίσταται τεκτονικές αλλαγές που συνδέονται με την 4η βιομηχανική επανάσταση, η οποία είναι ήδη σε εξέλιξη. Ο αυτοματισμός, οι ψηφιακές πλατφόρμες, οι νέες μορφές οικονομίας επιδρούν καταλυτικά στην φύση και την έννοια της εργασίας. Η κατανόηση των αλλαγών είναι προϋπόθεση για τη χάραξη αποτελεσματικών πολιτικών, προκειμένου η μετάβαση στην ψηφιακή εποχή να αποβεί «αμοιβαία επωφελής για τις επιχειρήσεις και τους εργαζόμενους». Οι αλλαγές στον τομέα της εργασίας είναι τέτοιας εμβέλειας που μπορούν να δημιουργήσουν ευκαιρίες για απασχόληση σε παγκόσμια κλίμακα, ενέχουν όμως και κινδύνους για περιθωριοποίηση ατόμων και ομάδων (η πρώτη δειλή ομολογία για το τι θα επακολουθήσει).
Συγκεκριμένες θέσεις εργασίας αναπόφευκτα θα χαθούν λόγω του αυτοματισμού, αν και μέχρι στιγμής οι επιπτώσεις αυτές αφορούν μικρό σχετικά μέρος του συνόλου της απασχόλησης (εκτιμάται ότι ένα ποσοστό 5%-10% των θέσεων εργασίας θα αυτοματοποιηθούν πλήρως), (η δεύτερη δειλή ομολογία).
Η εργασία υφίσταται σήμερα αυτές τις αλλαγές λόγω της τεχνολογικής προόδου, της διεθνοποίησης των αγορών, των νέων μεθόδων παραγωγής και των δημογραφικών εξελίξεων. Αν και η αποκαλούμενη«Τέταρτη Βιομηχανική Επανάσταση» (γνωστή και ως «Βιομηχανία 4.0»), οικοδομείται πάνω στην Τρίτη Βιομηχανική Επανάσταση γνωστή και ως Ψηφιακή Επανάσταση, δηλαδή πάνω στην εξάπλωση των υπολογιστών και της αυτοματοποίησης, δεν αποτελεί απλή μετεξέλιξή της, διότι παρουσιάζει και σημαντικές διαφορές απ’ αυτήν4:
Πρώτον: αναπτύσσονται καινοτομίες σε τομείς όπως η τεχνητή νοημοσύνη (artificialintelligence), η ρομποτική, η τρισδιάστατη εκτύπωση (3D), το ίντερνετ των πραγμάτων (internetofthings), το υπολογιστικό νέφος (cloudcomputing), οι νανοτεχνολογίες κ.λπ, που διαδίδονται με υψηλή ταχύτητα επηρεάζοντας όλες τις χώρες και περιοχές του πλανήτη.
Δεύτερον, οι αναδυόμενες νέες τεχνολογίες, σε συνδυασμό με την άνοδο των διαδικτυακών πλατφορμών πώλησης αγαθών και υπηρεσιών (π.χ. Airbnb, TaskRabbit, Etsy, Deliveroo), που συγκεντρώνουν τις δραστηριότητες σε πολλούς τομείς (στέγαση, οικιακές υπηρεσίες μεταφορές ιδιωτικά δάνεια κ.λ.π) προκαλούν βαθιά ρήγματα σε παραδοσιακές αγορές και μορφές οργάνωσης της εργασίας, επιταχύνουν τις συναλλαγές διαμορφώνουν νέες καταναλωτικές συνήθειες, αλλάζουν τον τρόπο που εργαζόμαστε, ψυχαγωγούμαστε, εκπαιδευόμαστε και αποκτάμε δεξιότητες, αλλάζουν τις κοινωνικές και συναλλακτικές μας σχέσεις. Την ίδια ώρα όμως δημιουργούνται και νέες ειδικότητες και θέσεις εργασίας. Οι νέες θέσεις που θα δημιουργηθούν και όσες θα μετασχηματιστούν θα απαιτούν αναβάθμιση υφιστάμενων και απόκτηση νέων δεξιοτήτων.
Το εκπαιδευτικό σύστημα συνεπώς αναδεικνύεται, περισσότερο από ποτέ, ως βασικό εργαλείο θωράκισης της κοινωνίας από τον κίνδυνο της περιθωριοποίησης και του κοινωνικού αποκλεισμού.
Η Ελλάδα πρέπει πάση θυσία να αποφύγει τον εγκλωβισμό της στην κατηγορία των χωρών που θα διαθέτουν στην πλειονότητά τους θέσεις χαμηλής ειδίκευσης και αμοιβής. Ο τρόπος λειτουργίας της αγοράς εργασίας σε αυτό το πλαίσιο είναι κομβικός. Στην Ελλάδα του 2017 η δημιουργία πολλών ποιοτικών θέσεων εργασίας αποτελεί τη μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίζει η κοινωνία μας5».
1η παρατήρηση: Η βασική αιτία της σημερινής κατάστασης (στην Ελλάδα), όπως αναφέρεται στην μελέτη είναι:
«Αυτό συνέβη επειδή ήδη τότε υπήρχαν ουσιαστικές και θεμελιώδεις αδυναμίες στο ρυθμιστικό πλαίσιο που καθόριζε τη λειτουργία της αγοράς εργασίας5, αλλά και λόγω του ευρύτερου τρόπου με τον οποίο η Πολιτεία αντιμετώπιζε τη μισθωτή εργασία στον ιδιωτικό τομέα. Μάλιστα, μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι αυτή η αντιμετώπιση της εργασίας στον ιδιωτικό τομέα αποτέλεσε βασική αιτία για την εκδήλωση της κρίσης αλλά και το μεγάλο πλήγμα που αυτή έφερε στην αγορά εργασίας». Δηλαδή η διαπίστωση του ΣΕΒ δεν συμφωνεί με την «παγκάλειο ρήση», «μαζί τα φάγαμε», αλλά υπονοεί οτι «εσείς οι εργαζόμενοι τα φάγατε μόνοι σας». Λες και η αποβιομηχανοποίηση της Ελλάδας, η έλλειψη ανταγωνιστικότητας, τα μνημόνια, δεν οφείλονται στη «συνειδητή ανικανότητα» όλων των μεταπολεμικών κυβερνήσεων (δεξιών, «κεντρώων», «σοσιαλιστικών» και της σημερινής «αριστερής»), στη ανυπαρξία ανεξάρτητης βιομηχανικής και γενικότερα οικονομικής πολιτικής. Δεν έχουν ευθύνες η ΕΕ (ΕΟΚ), το ευρώ, οι μίζες η ρεμούλα τα θαλασσοδάνεια, το πελατειακό κράτος κλπ. Επιπλέον θα πρέπει να τονισθεί, το αναπτυξιακό άλμα(1963-1973) και οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας (μέγιστη τιμή 10,3%, ελάχιστη 5,3%), έγιναν υπό κρατική προστασία.6
Παρακάτω αναφέρει: Τους παραπάνω στόχους εξυπηρετεί και η πρωτοβουλία του ΣΕΒ να προκαλέσει έναν διάλογο για το μέλλον της εργασίας και συνεπώς μια συζήτηση με αυτό τον στόχο, δεν μπορεί και δεν πρέπει να γίνει με όρους παρελθόντος (στη συνέχεια θα δούμε γιατί χρησιμοποιείτε η έκφραση αυτή), καθώς η υψηλή διαρθρωτική ανεργία των πιο ευάλωτων ομάδων του πληθυσμού προϋπήρχε της κρίσης και ήταν αποτέλεσμα μιας δύσκαμπτης και μη ανταγωνιστικής αγοράς εργασίας και που θα αναπτυχθεί σε τέσσερεις θεματικούς άξονες:
α) Τη θέση της εργασίας στην κοινωνία,
β) Τις νέες μορφές απασχόλησης και τον επαναπροσδιορισμό της έννοιας της εξαρτημένης εργασίας,
γ) Τις νέες μορφές οργάνωσης της εργασίας στις επιχειρήσεις και τη σχέση τους με τις νέες μεθόδους παραγωγής και
δ) Τη διακυβέρνηση της ρύθμισης της αγοράς εργασίας.
II. Η θέση της εργασίας και των επιχειρήσεων στην κοινωνία του αύριο ή
(πώς κατεδαφίζεται και αποδομείται το statusquo στα εργασιακά δικαιώματα του μεταπολεμικού αστικού κράτους) Η ευελιξία, η μεταβλητότητα και η απασχολησιμότητα
Σε αντίθεση με τις βιομηχανικές κοινωνίες, οι εργασιακές σχέσεις στις «μεταβιομηχανικές» κοινωνίες δεν χαρακτηρίζονται πλέον στον ίδιο βαθμό με το παρελθόν από την προσδοκία μίας μακροχρόνιας καριέρας σε ένα επάγγελμα και μία επιχείρηση, αλλά από τις επεκτεινόμενες αρχές της ευελιξίας και της μεταβλητότητας. Ο εργαζόμενος καλείται, όπως και η επιχείρηση, να είναι ευέλικτος και να προσαρμόζεται στις προϋποθέσεις της αγοράς στη ζήτηση της κάθε επιχείρησης ή και ακόμα στις απαιτήσεις του κάθε πελάτη, μέσα σε ένα ευρύτερο πλαίσιο εργασίας στο οποίο η απασχολησιμότηταείναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την διαρκή αυτό-ανάπτυξη του ατόμου. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο μέσος χρόνος ζωής μιας επιχείρησης, εξαιτίας των ραγδαίων τεχνολογικών αλλαγών, έχει συρρικνωθεί στα 17 χρόνια (όταν στον 20οαιώνα ξεπερνούσε τα 70-80 χρόνια)7.
2η παρατήρηση: Δεν κατανοείται η σκοπιμότητα της έλλειψης προσδοκίας μιας μακρόχρονης καριέρας σε μια επιχείρηση (απο τον εργαζόμενο), τη στιγμή που η επιχείρηση και ο επιχειρηματίας έχουν την προσδοκία αυτή. Η εξήγηση για την θέση αυτή προφανώς έχει να κάνει με την «απασχολησιμότητα», την «ευελιξία», που είναι η περιγραφή με «ουδέτερες» λέξεις εργαζόμενων δίχως διακαιώματα και στην απόλυτη δικαιοδοσία του εργοδότη, χωρίς να δίνει λόγο σε κανένα και για τίποτα.
Ο ρόλος της εργασίας εξελίσσεται διαδοχικά στις προβιομηχανικές, βιομηχανικές και «μεταβιομηχανικές» κοινωνίες και πλέον βρισκόμαστε αντιμέτωποι με τις κύριες τάσεις που επικρατούν στο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον. Η έννοια της εργασίας γίνεται συχνά αντιληπτή και περιγράφεται με αντίθετους τρόπους (η «ντροπαλή» ονοματοδοσία της πάλης των τάξεων).
Στο πλαίσιο της 4ης βιομηχανικής επανάστασης, το ανθρώπινο δυναμικό των επιχειρήσεων καλείται να ανταποκρίνεται σε ταχύτερες αλλαγές και προσαρμογές δεξιοτήτων, και πέραν των εργαζομένων που είναι ενταγμένοι στην μισθωτή σχέση εργασίας με την επιχείρηση επεκτεινόμενο και σε εξωτερικούς συνεργάτες, περιστασιακά εργαζόμενους και εργαζόμενους με πληθοπορισμό, ενώ θα συνυπάρχει και με τις εξελισσόμενες παραγωγικές υποδομές της επιχείρησης. Ο μέσος χρόνος ζωής των δεξιοτήτων είναι πέντε (5) έτη.
Σε αυτό το πλαίσιο, οι κατευθύνσεις στις οποίες πρέπει να κινηθεί η πρωτοβουλία για το ζήτημα των δεξιοτήτων που πρέπει να αναληφθεί είναι οι εξής: αναβάθμιση των δεξιοτήτων του υφιστάμενου εργατικού δυναμικού με σκοπό την προώθηση της απασχολησιμότητας,πρόγνωση αναγκών και παραγωγή νέων δεξιοτήτων που να ανταποκρίνονται στη φύση των νέων θέσεων εργασίας που αναμένεται να δημιουργηθούν, διευκόλυνση της προσαρμογής στις απαιτητικές συνθήκες της αγοράς εργασίας των νεοεισερχόμενων ατόμων και τωνανέργων, ενσωμάτωση της πρακτικής άσκησης και της απόκτησης εργασιακής εμπειρίας σε όλα τα προγράμματα των Πανεπιστημίων, υιοθέτηση ειδικών προγραμμάτων για μεγαλύτερης ηλικίας εργαζόμενους και για απολυμένους, με στόχο την άμεση επανένταξή τους στην αγορά εργασίας, προώθηση εναλλακτικών μορφών μάθησης, προώθηση συμπράξεων μεταξύ των επιχειρήσεων και των εκπαιδευτικών και ερευνητικών ιδρυμάτων με στόχο την προώθηση της καινοτομίας και την εξασφάλιση της εφαρμογής της, απόκτηση δεξιοτήτων που θα μπορούν να μεταφερθούν από επιχείρηση σε επιχείρηση και από εργασία σεεργασία, ανάπτυξη προγραμμάτων ενσωμάτωσης των μεταναστών στην αγορά εργασίας.
Αλλο θέμα που χρήζει συζήτησης είναι η πρόβλεψη μηχανισμών και κινήτρων (και τι είδους) για την απόκτηση δεξιοτήτων ή την επανεκπαίδευση των ατόμων, θέμα για το οποίο έχει νόημα να εξετασθούν διεθνείς καλές κυβερνητικές πρακτικές (π.χ. η πρωτοβουλία SkillsFuture της κυβέρνησης της Σιγκαπούρης)8, και οι αντίστοιχες πρωτοβουλίες του ιδιωτικού τομέα.
Η διακυβέρνηση της ρύθμισης της αγοράς εργασίας, η εξαφάνιση του εργατικού δίκαιου
Μέχρι σήμερα η διακυβέρνηση της αγοράς εργασίας επιδιωκόταν μέσω ενός συνδυασμού εργαλείων δημόσιας και ιδιωτικής διακυβέρνησης: εργατικό δίκαιο, συμπεριλαμβανομένων των διεθνών εργασιακών προτύπων, και κρατικοί θεσμοί για την απασχόληση και την ανεργία εργαλεία αυτορρύθμισης, όπως οι κώδικες δεοντολογίας των πολυεθνικών και των μεγάλων επιχειρήσεων, εθελούσιες συμφωνίες και η εταιρική κοινωνική ευθύνη, διμερής και τριμερής κοινωνικός διάλογος, επιθεωρήσεις εργασίας, εργατικά δικαστήρια, ανεξάρτητες αρχές. Ολα τα προαναφερόμενα εργαλεία διακυβέρνησης ήταν προσανατολισμένα σε ένα ορισμένο πρότυπο εργασιακών σχέσεων που βασίζεται στη σταθερή σχέση μισθωτής απασχόλησης, κατά κανόνα αόριστης διάρκειας, και ενδεχομένως χρήζουν αναπροσαρμογών και αναθεωρήσεων (υπονοείται η πλήρης κατάργηση του εργατικού δικαίου). Η διάλυση και η απαξίωση του συνδικαλισμού και με τον νόμο
Οι ενώσεις των εργοδοτών και των εργαζομένων έχουν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στη νέα εργασιακή πραγματικότητα. Με δεδομένο, όμως, ότι οι νέες τεχνολογίες αλλάζουν τον τρόπο έκφρασης και επικοινωνίας και μέσα στην επιχείρηση, διευκολύνοντας την άμεση επικοινωνία, ενημέρωση καιδιαβούλευση με τη διοικητική γραφειοκρατία της, και τα συνδικάτα βρίσκονται μπροστά στην πρόκληση να αναζητήσουν εναλλακτικές μορφές εκπροσώπησης και συλλογικής δράσης. Ηδη τα δείγματα είναι ότι οι μορφές αυτές είναι άμεσες και επικοινωνιακές (π.χ. διαδικτυακές εκστρατείες) και επίσης αξιοποιούν τα εργαλεία πληροφορικής και τεχνολογίας, όπως οι διαδικτυακές πλατφόρμες. Η εμφάνιση νέων μορφών απασχόλησης και οργάνωσης της εργασίας στην ψηφιακή και τη συνεργατική οικονομία θέτει στο επίκεντρο της συζήτησης την έννοια της αντιπροσωπευτικότητας των συνδικαλιστικών οργανώσεων. Σε αντίθεση με την «αντιπροσώπευση» (representation), η οποία υποδηλώνει την εσωτερική σχέση που υφίσταται μεταξύ μιας συνδικαλιστικής οργάνωσης και των μελών της η«αντιπροσωπευτικότητα» αναφέρεται στην ικανότητα της συνδικαλιστικής οργάνωσης να εκπροσωπεί μια ευρύτερη ομάδα εργαζομένων και όχι απλώς και μόνο τα μέλη της. Η αύξηση των ανέργων, των εργαζομένων με μη σταθερή και μη κανονική απασχόληση και όσων ανήκουν στον τομέα της άτυπης οικονομίας συμπιέζει την αντιπροσωπευτικότητα, αφού ένα συνδικάτο δεν μπορεί να θεωρείται αντιπροσωπευτικό και να διαπραγματεύεται στο όνομα και για λογαριασμό των εργαζομένων, ενώ καλύπτει μικρό μερίδιο της αγοράς εργασίας (η αρχή της πλήρους απαξίωσης του συνδικαλισμού).
Σκοτώνουν τα άλογα όταν γεράσουν Θα προχωρήσει ο εκσυγχρονισμός των καθεστώτων κοινωνικής ασφάλισης λόγω της δημογραφικής γήρανσης του πληθυσμού με δυσμενείς επιπτώσεις στα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης (οι συνταξιούχοι θα «επιβραβεύονται» με το Μετάλλιο Ευδοκίμου Υπηρεσίας, τα φιλοδωρήματα των ασφαλιστικών ταμείων).
III. Νέες μορφές απασχόλησης και επαναπροσδιορισμός της έννοιας της εξαρτημένης εργασίας
Στις νέες μορφές απασχόλησης περιλαμβάνονται οι συμβάσεις εργασίας με πληθοπορισμό (crowdwork), οι συμβάσεις απασχόλησης «μηδενικών ωρών» (zerohourscontracts), οι συμβάσεις σύντομης διάρκειας (shorttermcontracts), προσωρινής εργασίας ή εργασίας κατά παραγγελία (ondemandwork), οι «μικροσυμβάσεις» (minijobs), η εργασία ανά χαρτοφυλάκια (portfoliowork), η εργασία βάσει δελτίου / κουπονιών (voucher-basedwork), διάφορες μορφές τηλεργασίας και κινητής εργασίας με χρήση εφαρμογών και νέων τεχνολογιών, οι ανανεωμένου ενδιαφέροντος συμβάσεις αστικού δικαίου (σύμβαση έργου, σύμβαση ανεξαρτήτων υπηρεσιών) και οι συμβάσεις επιμερισμού θέσεων εργασίας (jobsharing). Οι νέες θέσεις εργασίας δεν είναι απλώς προσωρινές και σύντομης διάρκειας αλλά ενίοτε είναι και κοινής χρήσης κατανέμονται μεταξύ περισσότερων ανεξάρτητων εργαζομένων (freelancers) μέσω της ανάπτυξης της οικονομίας κατά παραγγελία (on-demandeconomy, gigeconomy)9.
(Θα πρέπει να παραδεχθούμε, ότι οι νεοφιλεύθεροι τεχνοκράτες έχουν ιδιαίτερο ταλέντο δημιουργίας νέων «ουδέτερων» ορισμών, που το νόημα τους θυμίζει δουλοπαροικία και φεουδαρχία).
Θα πρέπει να ρυθμιστεί η δραστηριότητα των διαδικτυακών πλατφορμών στην κατεύθυνση:
α) διασφάλιση ότι αυτές οι μορφές απασχόλησης αξιοποιούνται πράγματι για να συνδυάσουν τις επιθυμίες επιχειρήσεων και εργαζομένων για αυξημένη ευελιξία στην κατανομή του χρόνου εργασίας και δεν αξιοποιούνται για την παράκαμψη της αγοράς πλήρους απασχόλησης, ειδικά όταν η τελευταία συγκριτικά επιβαρύνεται με ιδιαίτερα αυστηρές ρυθμίσεις και υψηλό μη μισθολογικό κόστος,
β) του ελέγχου της διασυνοριακής δραστηριότητάς τους, ώστε να μην ευνοούνται συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού σε βάρος άλλων επιχειρήσεων του ίδιου κλάδου που συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις τους, όπως αυτές απορρέουν από τη νομοθεσία συγκεκριμένου Κράτους και της Ε.Ε., και
γ) της προστασίας και της ασφάλειας των πελατών ως καταναλωτών διαδικτυακών υπηρεσιών.
Στην ελληνική περίπτωση έχει ήδη προϋπάρξει το ήδη υψηλό μερίδιο της αυτοαπασχόλησης στον μη-αγροτικό τομέα της οικονομίας, λόγω της συγκριτικά δυσμενούς φορολογικής, ασφαλιστικής και ρυθμιστικής αντιμετώπισης της μισθωτής απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα και της επακόλουθης ατελούς οργάνωσης της οικονομίας και του μικρού επιχειρηματικού μεγέθους, το οποίο με την σειρά του συνέβαλε στο μέγεθος της παραοικονομίας, της αδήλωτης εργασίας, των χαμηλών δημόσιων εσόδων. Από αυτήν την άποψη, η Ελλάδα στην πορεία της προς μια παραγωγική οικονομία και ένα νέο παραγωγικό μοντέλο, έχει ανάγκη για μεγέθυνση της μισθωτής απασχόλησης10, δηλαδή καλείται να κινηθεί διαφορετικά από την διεθνή τάση για μείωσή της.
3η Παρατήρηση: Αποκαλύπτεται τελικά, ότι ο στόχος τους είναι η εξαφάνιση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και η μετατροπής τους σε «άτυπο» σχέση απασχόλησης.
Για να υπάρξει μία παραγωγική συζήτηση στην Ελλάδα για το μέλλον της εργασίας, είναι αναγκαία η επισκόπηση των τάσεων σε διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο. Οι κύριες τάσεις που καταγράφονται είναι οι ακόλουθες:
1) Διεθνοποίηση των συστημάτων παραγωγής αγαθών και υπηρεσιών, αύξηση υπεργολαβιών και κατάτμηση της παραγωγής σε ενδιάμεσες επιχειρήσεις που δρουν εντός και εκτός εθνικών συνόρων, με συνέπεια να δημιουργούνται παγκόσμιες αλυσίδες αξίας (globalvaluechains/ globalsupplychains) που αποκτούν κυρίαρχο ρόλο στον διεθνή καταμερισμό της εργασίας και αυξανόμενη παρέμβαση στις αγορές εργασίας.
2) Το 25% των νέων θέσεων εργασίας δημιουργούνται, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΔΓΕ, σε παγκόσμιες αλυσίδες αξίας, τότε η Ελλάδα οι ελληνικές επιχειρήσεις έχει κάθε λόγο να αυξήσει και να βελτιώσει τη θέση της σε αυτές.
3) Ανάγκη επικαιροποίησης και αναβάθμισης των δεξιοτήτων όλου του εργατικού δυναμικού με στόχο όχι πλέον την «ασφάλεια σε μια συγκεκριμένη θέση εργασίας» αλλά την «ασφάλεια της επαγγελματικής σταδιοδρομίας στην αγορά εργασίας».
5) Ολα τα επαγγέλματα και οι θέσεις εργασίας θα απαιτούν βασικές ψηφιακές δεξιότητες (το 35% των βασικών δεξιοτήτων που θα απαιτούνται στο εργασιακό περιβάλλον το 2020 θα έχουν διαφοροποιηθεί σε σχέση με το παρελθόν ή θα είναι εντελώς νέες).
6) Απόκτηση δεξιοτήτων που θα μπορούν να αναγνωρισθούν, να χρησιμοποιηθούν καινα μεταφερθούν σε διαφορετικά εργασιακά περιβάλλοντα και περιοχές του πλανήτη.
7) Αλλαγές στην οργάνωση της εργασίας, όπου η ιεραρχική και γραφειοκρατική δομή αντικαθίσταται από εναλλασσόμενα δίκτυα μικρών και ευέλικτων ομάδων εργαζομένων διασυνδεδεμένων μέσω των νέων τεχνολογιών.
8) Ανθιση νέων μορφών απασχόλησης, πέραν των γνωστών ειδών συμβάσεων μερικής απασχόλησης, ορισμένου χρόνου και προσωρινής απασχόλησης μέσω δανεισμού, που ρυθμίζονται ήδη επαρκώς σε επίπεδο Ε.Ε. και άρα και σε επίπεδο Κρατών-μελών.
9) Οι σταθερές εργασιακές σχέσεις αφορούν κυρίως τις αναπτυγμένες χώρες και τις παγκόσμιες αλυσίδες αξίας. Μόνο το 26,4% των εργαζομένων παγκοσμίως εκτιμάται ότι έχει σταθερή εργασιακή σχέση (standardformofemployment), το 12,9% απασχολούνται με περιστασιακές ή σύντομης διάρκειας μορφές απασχόλησης, ενώ 60,7% με άτυπες μορφές εργασίας χωρίς σύμβαση, κυρίως στις αναπτυσσόμενες και τις λιγότερες αναπτυγμένες περιοχές του κόσμου. Βάσει του ύψους εισοδήματος κάθε χώρας ποσοστό ανά είδος συμβάσεων Είδος σύμβασης Μόνιμη σύμβαση Προσωρινή/ Ορισμένου χρόνου Ατυπη μορφή Σύνολο
Αναπτυγμένες χώρες 76,70% 9,30% 14,00% 100,00% Χώρες μεσαίου εισοδήματος 13,70% 14,30% 72,00% 100,00% Χώρες χαμηλού εισοδήματος 5,70% 7,30% 87,00% 100,00% Σύνολο (για όλες τις χώρες) 26,40% 12,90% 60,70% 100,00% Είδη συμβάσεων, 2012. Πηγή: Διεθνής Οργανισμός Εργασίας (ILO)
3η παρατήρηση: ο παραπάνω πίνακας κυριολεκτικά αναιρεί, όλες τις «καλές προθέσεις» της συγκεκριμένης μελέτης. Οι λόγοι είναι οι εξής:
1) H Ελλάδα δεν συγκαταλέγεται στις χώρες με υψηλό εισόδημα,
2) Υπάρχει απο το 2009-2017, το έντονα ανησυχητικό φαινόμενο, αυτό της φυγής μυαλών (braindrain).
3) Η χώρας μας ουσιαστικά κυβερνάται απο την τρόικα και την Ε.Ε. (Αφησε με ελεύθερο να εκδίδω και να ελέγχω τα χρήματα ενός έθνους και δεν με ενδιαφέρει ποιος ψηφίζει τους νόμους του», είχε αναφέρει χαρακτηριστικά ο M.A. Rothschild, επιφανές μέλος της ομώνυμης οικογένειας, η οποία ίδρυσε στα τέλη του 18ου αιώνα τα γνωστά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα).
Είναι δεδομένο, ότι η συγκριμένη πολιτική «ανάπτυξης» της εργασίας και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων θα βαθύνει την εξάρτηση της χώρας μας και θα ανατινάξει το εναπομείναν κοινωνικό κράτος και θα φθάσει στα έσχατα όρια την κοινωνική ανισότητα.
Οπως οι ίδιοι οι συντάκτες της μελέτης ομολογούν11, μια ομάδα χωρών όπως η Γερμανία, η Ελβετία, και το Ηνωμένο Βασίλειο, παρουσιάζουν αύξηση στα επαγγέλματα υψηλής ειδίκευσης, αυξάνοντας τη συγκέντρωση των επαγγελμάτων προς το ανώτερο επίπεδο δεξιοτήτων, ενώ χώρες όπως η Ελλάδα, η Γαλλία, η Ιταλία και η Ισπανία παρουσιάζουν μεγαλύτερη αύξηση στα επαγγέλματα χαμηλής ειδίκευσης αυξάνοντας την πόλωση προς το κατώτερο επίπεδο δεξιοτήτων.
Πιστεύει ο οποισδήποτε καλόπιστος αριστερός και μη πολίτης, αυτής της «ρημάδας» της χώρας ότι ένα τσούρμο σκόρπιων λιανοντουφεκάδων θα νικήσει τα στέλθ του Αρμαγεδώνα, ο οποίος βρίσκεται προ των πυλών.
Image may be NSFW. Clik here to view. Τάσος Λειβαδίτης, Αθήνα, 20 Απριλίου 1922 - 30 Οκτωβρίου 1988 Σχέδιο, Μπάμπης Ζαφειράτος, 30.X.2015 (Μελάνι, 29 χ 21 εκ.)
«Γράφω για εκείνους που δεν ξέρουν να διαβάσουν/ για τους εργάτες που γυρίζουνε το βράδυ με τα μάτια κόκκινα από τον άμμο./ Γράφω να διαβάζουν αυτοί που μαζεύουνε τα χαρτιά απ’ τους δρόμους» Για αυτό το έργο του ο Τ. Λειβαδίτης δικάστηκε στα 1955
Τι έχει σημασία για μένα; αναρωτιόμουν συχνά. Δεν ήξερα. Όμως ήξερα ότι απ’ τη στιγμή που θα το μάθαινα, δε θα ’χε πια καμιά σημασία.
ΑΘΑΝΑΣΙΑ
Οι παλιοί σύντροφοι δεν πέθαναν, αλλά κατοικούν τώρα στο βάθος των δρόμων ‒ όποιον κι αν πάρεις θα τους συναντήσεις.
ΙΔΕΟΛΟΓΟΣ Φυσικά προσπαθούσε να κρύψει το σακατεμένο χέρι του έτσι κρατούσε πάντα μια σημαία.
ΙΔΕΟΛΟΓΟΣ Β
Κάθε φορά που μου πρόσφεραν μια καρέκλα έπεφτα στην παγίδα. Έτσι στέκομαι χρόνια τώρα όρθιος σα ν’ ακούω τη Διεθνή.
ΟΔΥΣΣΕΙΑ
Ένα τραγούδι κοιμάται πάνω στην άρπα ώσπου να το ξυπνήσει ένας πόνος ξένος κι ω ταξιδιώτη, που γυρίζοντας απ’ τον Ωκεανό, θα ναυαγήσεις ανάμεσα στα ρόδα ενός κήπου.
ΜΙΚΡΗ ΙΛΙΑΔΑ
Δε ζούμε αληθινά παρά μόνο τη νύχτα μέσα στ'όνειρο. Και το πρωί «καλημέρα» λες, «καλημέρα» σού λένε. Κι η σφαγή συνεχίζεται.
ΡΟΔΟΔΑΦΝΕΣ
Βραδιάζει. Μια ρομβία ακούγεται να παίζει πίσω απ’ τα δέντρα. Δυο ζητιάνοι στέκονται έξω απ’ την πόρτα του δειλινού. Κοιτάω τις ροδοδάφνες και κλαίω...
ΓΑΜΗΛΙΟ ΑΠΟΒΡΑΔΟ
Είχα φτάσει τόσο μακριά που ένιωθα στον ώμο μου το στεναγμό του Θεού η Μεγάλη Άρκτος περπατούσε αθόρυβα αφήνοντας ασημένια ίχνη στο δρόμο. Τα βράδια είναι συνήθως λυπημένα σαν ένα ταξίδι που τελείωσε. Οι δόξες δεν έχουν καμιά σημασία κάτω απ’ τις μηλιές.
ΠΡΟΠΑΝΤΟΣ ΗΣΥΧΙΑ!
Όπως όλοι γνώρισα κι εγώ πολλούς ανθρώπους ‒μόνο την ωραία Ερριέτα δεν πρόλαβα μόλις την είχαν ξεχάσει‒ από τότε βιάζομαι, θέλω να μάθω, τι; δεν ξέρω. Όμως τις νύχτες φοβάμαι και περπατάω στις μύτες των ποδιών να μην ξυπνήσουν τα παλιά ρολόγια.
ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ
Τελικά τούς έκλεισα την πόρτα «τι να την κάνω την πραγματικότητα, τους λέω ‒εγώ έχω τ’ όνειρο» ίσως γι’ αυτό αγαπώ τα νεκροταφεία, γιατί βάζουν τέλος στις λεπτομέρειες. Ένα τραγούδι λυπημένο τη νύχτα είναι πάντα ένας αποχαιρετισμός.
ΔΙΑΚΟΠΗ ΑΛΛΗΛΟΓΡΑΦΙΑΣ
Ο κόσμος ερήμωσε, σε ποιον ν’ απευθυνθείς; Όλοι πού θα μπορούσαμε να ’χουμε μια μικρή αλληλογραφία μαζί τους πέθαναν. Και πρώτοι εμείς.
ΦΘΙΝΟΠΩΡΙΝΟ ΣΟΥΡΟΥΠΟ
Βράδιαζε και στο βάθος του φθινοπωρινού δρόμου λιγόστευε όλο και πιο πολύ το φως σα να τέλειωνε για πάντα ό κόσμος.
ΤΟ ΤΡΑΙΝΟ ΤΩΝ 12
Καμιά φορά το σφύριγμα ενός τραίνου μες στη νύχτα έχει κάτι απ’ την αιώνια αναχώρηση ‒ ω μη μιλάτε‒ ίσως να μην ξημερώσει πια.
ΜΑΤΑΙΕΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ
Κάθομαι μερικές φορές και σκέφτομαι: να μπορούσα, λέει, να ξαναγυρίσω στο παρελθόν να τακτοποιήσω μερικά πράγματα, ν’ αποτελειώσω κάποια άλλα. Όμως τί σημασία θα ’χε;
Συχνά γύρω σου υπάρχει κάτι τόσο ωραίο κι ακαθόριστο που βγάζεις το σακάκι σου και το πετάς απ’ τη γέφυρα ή κρεμάς το καπέλο σου στο φανοστάτη σαν την πιο ειλικρινή χειρονομία του αιώνα. Μα μόνο όταν σε ταπεινώνουν ακοής το στεναγμό του Θεού.
ΤΟ ΠΛΟΙΟ
Μια γυναίκα σταμάτησε στην προβλήτα. Φοράει μαύρα. Είναι αβάσταχτα όμορφη. Το δειλινό βιολετί. Ω που έζησα με την αλλόκοτη αίσθηση: ότι ξέχασα όλες τις αποσκευές μου σ’ ένα πλοίο που ήδη σφύριξε και αναχωρεί...
Ιανουάριος
Ένας καινούργιος χρόνος. Τι μας περιμένει; Τι θα μας φέρει; Όνειρα, φιλοδοξίες, έρωτες, αινίγματα. Κι ω φτωχά ημερολόγια που ύστερα από τόσες γιορτές τελειώνετε τις μέρες σας μέσα σ’ ένα ρείθρο.
Απρίλιος
Οι μέρες τρελαίνουν τα πουλιά, οι νύχτες αναποδογυρίζουν τα κορίτσια ώσπου ανεβαίνει ή σελήνη κατακόκκινη σαν την ανάμνηση μιας ηλικίας πού δε θα ξανάρθει.
Ιούλιος
Τα βράδια έρχονται συνήθως σα μια ευτυχία ή σαν ένα ποτάμι δάκρυα κι οι εραστές, υστέρα απ’ το μεγαλείο μιας ώρας που έζησαν κάτω απ’ τα δέντρα, επιστρέφουν, σχεδόν τυφλοί, στην πόλη.
Σεπτέμβριος
Ένα παιδί προχωράει στο δρόμο, στους ώμους του, γεμάτη μικρά ανεκπλήρωτα, βαραίνει η σχολική του τσάντα. Κάθομαι πίσω απ’ το τζάμι και κοιτάω τη βροχή να παρασέρνει τους έρωτες του καλοκαιριού.
ΕΝΑΣ ΖΩΓΡΑΦΟΣ ΠΟΥ ΠΕΘΑΝΕ ΣΤΗΝ ΠΑΤΜΟ
«Δεν μπορώ να κρεμαστώ, έλεγε με παράπονο ‒η μεγάλη πυρκαγιά του δειλινού μου καίει το σκοινί.»
ΕΞΑΦΑΝΙΣΕΙΣ
Πόσοι δε χάθηκαν στην έρημο ή μες στο συνωστισμό, στη θάλασσα ή σε κάποια άκρη της γης κι άλλοι που χάθηκαν μέσα στο ίδιο τους το σπίτι και δεν τους αναζήτησε κανείς.
ΑΝΘΡΩΠΟΙ
Άνθρωποι που έζησαν τόσο μυστικά που όταν πέθαναν ο θάνατος δε βρήκε τίποτα να τούς πάρει. Κι όπως και χτες βγήκε κι απόψε ανυποψίαστο το φεγγάρι.
ΠΟΙΗΤΕΣ
Φτωχοί λαθρεπιβάτες πάνω στις φτερούγες των πουλιών την ώρα που πέφτουν χτυπημένα.
Ο ΚΗΠΟΣ
«Έζησα θλιμμένα γιατί ο άκαρδος πατέρας μου δεν είχε ούτε στοργή, ούτε όνειρα», μου έλεγε η μακρινή θεία του κήπου. Κι αυτή θα ήταν όλη η ιστορία της αν ένα ανθισμένο κλαδί δεν άγγιζε τα γκρίζα μαλλιά της.
Ο ΔΡΟΜΟΣ
Στον πικρό γυρισμό μου (από πού άραγε;) συχνά καθόμουν σ’ ένα καφενείο, απ’ αυτά των ταπεινών θλίψεων με τα μακρόσυρτα δειλινά στα τζάμια. Και μόνον όσοι πέθαναν νωρίς δεν έχασαν ποτέ τον δρόμο.
ΠΑΡΟΜΟΙΩΣΗ
Ο ποιητής μοιάζει συνήθως με κάποιον που τον κυνηγούν ανελέητα στο δρόμο, εκείνος όμως προφταίνει να μπει εγκαίρως στο σπίτι του, κι εκεί, λαχανιασμένος, αλλά απερίσπαστος αρχίζει να τινάζει τα παλιά προγονικά χαλιά.
ΠΕΡΙΠΛΑΝΗΣΗ
Και συνεχίζουμε την αιώνια περιπλάνηση. Καθώς φεύγουμε κανείς δε μας αποχαιρετά, καθώς ερχόμαστε κανείς δε μας αναγνωρίζει. Είμαστε αυτοί που δίνουν νόημα στη βασιλεία του δειλινού, αλλά πριν φτάσει η νύχτα μας έχουν ξεχάσει.
Κι όπως είμαι πάντα άτυχος, κάθε φορά που αποφάσιζα ν’ αλλάξω ζωή κάποια καθυστέρηση, μια αναβολή, ένα όνειρο ‒πέρασαν τα χρόνια, Ύστερα δε θυμάμαι τίποτα. Κι η λάμπα είχε σβήσει μια αιωνιότητα πριν.
Η ΠΟΙΗΣΗ ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΔΥΟ
«Θα ξανάρθουμε;» ρώτησα. Ο άλλος κάτι είπε, αλλά δεν έφτασε ως έμενα ‒όμως ένιωσα μέσα μου κάτι αλλόκοτο και γλυκό. Φυσούσε λίγο. Βράδυ. Κι ίσως ολόκληρη η ποίηση να είναι αυτή η απάντηση που δεν ακούστηκε και τη συμπλήρωνε ο στεναγμός του αγέρα κι η απαλή ερημιά του φεγγαριού.
ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ
Ένα πουλί κάθισε πάνω στα κάγκελα του κήπου, κάτι είπε στην κοπέλα της βεράντας, αλλά εκείνη δεν άκουσε. Βούιζε ο κόσμος από τα τζιτζίκια. Και τότε σκέφτηκα πως αυτή τη σκηνή θα τη θυμηθώ κάποτε, ύστερα από χρόνια, και θα κλάψω απαρηγόρητος.
ΥΜΕΝΑΙΟΣ
Άνθρωποι πού περιφέρονται ολομόναχοι μες στη λήθη και μόνο προς το βράδυ πηγαίνουν στο ταχυδρομείο της Μεγάλης Άρκτου. Κανείς δεν ξέρει με ποιον αλληλογραφούν. Όμως σε λίγο βγαίνει η σελήνη κι ένα ρόδο φέγγει σα μια μικρή μνηστή. Κάθε νύχτα είναι ένα γαμήλιο ταξίδι.
ΣΚΕΨΗ ΣΤΟ ΣΟΥΡΟΥΠΟ
Στο δρόμο συναντάμε γέρους τους λιποτάκτες των παλιών πολέμων, εν’ ανοιξιάτικο καπέλο στον καναπέ απ’ αυτά που φορούν τα νεαρά κορίτσια. Καθένας έχει ένα μεγάλο μυστικό και θα φύγουμε χωρίς να το μάθει ούτε αυτός, ούτε άλλος κανένας.
ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ
Μεγάλα ηλιοβασιλέματα του άφησαν τόση λάμψη στα μάτια, που η γλώσσα τού είναι άχρηστη.
ΑΓΝΩΣΤΟΙ ΟΜΗΡΙΚΟΙ ΣΤΙΧΟΙ
Κι αυτοί που αγάπησαν τη δόξα τώρα κλαίνε κι οι άλλοι που πόθησαν το θάνατο φοβούνται κι εκείνοι που μερίμνησαν δεν έχουν αλλά αυτοί που ταπεινώθηκαν γνωρίζουν κι εκείνοι που κρατήθηκαν μακριά θα ξεκινήσουν σαν τις ωραίες εποχές να ξαναρθούνε.
ΜΑΘΗΤΕΙΑ
Αλλά όταν τέλος μας διώξουν πού θα πάμε; Και θα μας αναγνωρίσει κανείς στο δρόμο; Τα βράδια έχουμε ανάγκη από μια φιλική λέξη ή λίγη λήθη. Τα’ άστρα ήταν το πρώτο μας αναγνωστικό.
ΘΑΝΑΣΙΜΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ
Οι νεκροί τέλειωσαν με τις προσδοκίες ή τα όνειρα οι σιωπές των εραστών μεγάλες σαν αιωνιότητες το θαύμα είναι η παιδική ηλικία της δικαιοσύνης κι ή ποίηση: ένα παιχνίδι που τα χάνεις όλα για να κερδίσεις ίσως ένα άπιαστο αστέρι.
ΣΥΛΛΟΓΙΣΜΟΙ
Συλλογιέμαι τα τραίνα πού τρέχουν προς το τίποτα τη θάλασσα που αιώνια επιστρέφει...
ΝΕΑ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ
Αγαπούσε μια κοπέλα πού έμενε στην Ξάνθη. Δεν τον άφηναν να πάει. Άπλωσε κι αυτός το αντίσκηνο του σ’ ένα ερημικό δέντρο κι έγραψε πάνω με κιμωλία: Ξάνθη.
Tι ματαιότης οι αποστάσεις!
ΑΠΛΟΙ ΣΤΙΧΟΙ
Ένα σπίτι για να γεννηθείς ένα δέντρο για ν’ ανασάνεις ένας στίχος για να κρυφτείς κι ο κόσμος για να πεθάνεις.
ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ
Θεέ μου, γιατί δεν μπορώ να σε καταλάβω; Ίσως όμως αν σε καταλάβαινα να μην μπορούσα ν’ αντέξω το βάρος σου.
Θεέ μου, μ’ αυτή την ευτελή πραγματικότητα γύρω μας κινδυνεύεις. Πώς να σε σώσω...
ΠΟΡΕΙΑ
Κάποτε μια νύχτα κρατούσα ένα κλεφτοφάναρο: ξενυχτούσαμε έναν ετοιμοθάνατο σύντροφο που τα ασυνάρτητα λόγια του μας θύμιζαν όλα τα τρελά όνειρα μιας εποχής. Όταν ξημέρωσε τον θάψαμε βιαστικά και συνεχίσαμε την πορεία μας προς το Αρχαγγέσκ ή τις Συρακούσες. Δεν καλοθυμάμαι.
ΔΑΚΡΥΑ
Δρόμοι προς τις μεγάλες ηδονές που βγαίνουν έξω απ’ το χρόνο περιπέτειες των αδέξιων ερωτικών χεριών, μες στο σκοτάδι, η αιωνιότητα ενός αγγίγματος ‒ τελικά οι ιστορίες μας έμειναν μισοτελειωμένες σαν μια παιδικότητα. Κάποτε θα κλάψω τόσο πολύ που θα εξευμενίσω όλα τα ρόδα.
ΟΙ ΣΤΙΧΟΙ
Συλλογιέμαι τη μοναξιά ενός παιδιού που παίζει ολομόναχο σ’ έναν κήπο μες στην ερημιά του καλοκαιρινού απομεσήμερου. Ίσως οι πιο ωραίοι στίχοι ενός ποιητή ν’ άρχισαν εκεί.
Ω, ΘΛΙΨΗ…
Έπρεπε να ξεφύγω, αλλιώς ήμουν χαμένος, αλλά ο άγνωστος του σταθμού με περίμενε κιόλας στην άκρη του ταξιδιού μου. Ποιος άγνωστος; Ήμουν ο ίδιος εγώ νικημένος κι άνοιγα τις πόρτες στα σταματημένα βαγόνια κι έβγαινα απ’ την άλλη μεριά του ονείρου. Ω, θλίψη, σε μάθαμε από παιδιά, σχεδόν πριν γνωρίσουμε τον κόσμο.
ΤΟ ΠΑΡΑΠΟΝΟ TOΥ ΠΟΙΗΤΗ
Ένα παλιό αισθηματικό κερί έκαιγε πάνω στο τραπέζι τα φθαρμένα έπιπλα μου είχαν διδάξει την υπομονή μόνο ένα, Θεέ μου ‒ δεν έζησα: έχοντας να μεριμνήσω για τόσα φύλλα την άνοιξη.
Τάσος Λειβαδίτης «Τα χειρόγραφα του φθινοπώρου (Γ)» ΠΟΙΗΣΗ, Τόμος Τρίτος Αθήνα. Κέδρος, 1990 (σελ. 515-558) Τα Χειρόγραφα, Α (53 ποιήματα), Β (37 ποιήματα) και Γ (42 ποιήματα), σσ. 411-558, κυκλοφόρησαν από τον Κέδρο σε ξεχωριστή συλλογή, το 1990, μετά το θάνατο του ποιητή. [Μεταγραφή, Μπ.Σ.Α.] Το χαρακτικό προέρχεται από τη σελίδα του Γιάννη Στεφανάκι
και το εξώφυλλο ο Δημήτρης Δαβίας". Αναφορά στην πρώτη συγκεντρωτική έκδοση του 1965,ΠΟΙΗΣΗ. Το Β.Λ. διακρίνεται και στις κατοπινές εκδόσεις, πολύ θολό όμως (δυστυχώς εδώ το έχω ξακρίσει). Από την κόρη του ποιητή λοιπόν και οχι από τον Γιάννη Ρίτσο, όπως εσφαλμένααναφέρεται στο διαδίκτυο. (Μπ.Σ.Α.) Γιος του Λύσανδρου και της Βασιλικής, γεννήθηκε στην Αθήνα το βράδυ της Αναστάσεως του 1922και είχε τέσσερα μεγαλύτερα αδέρφια: μια αδερφή και τρεις αδερφούς. Αδερφός του ήταν οηθοποιός Αλέκος Λειβαδίτηςκαι ανιψιός του ο ηθοποιός Θάνος Λειβαδίτης. Tο 1940 εγγράφεται στη Nομική Σχολή του Πανεπιστήμιου της Aθήνας. Δεν θα τελειώσει όμως ποτέ, καθώς τον κερδίζει η Aντίσταση, οργανώνεται στην EΠON. Στην καρδιά της Kατοχής το 1943, χάνει τον πατέρα του, ενώ αργότερα, όντας στην Mακρόνησο (1951), χάνει και τη μητέρα του. Tο 1946 παντρεύεται τη Mαρία, δευτερότοκη κόρη του Γεωργίου Στούπα και της Aλεξάνδρας Λογοθέτη, Tου στάθηκε στήριγμα όχι μόνο στα σκληρά χρόνια της εξορίας του ποιητή, συντηρώντας και την μητέρα του αλλά και φύλακας - άγγελος σε όλη του τη ζωή. O ποιητής την έχει ηρωίδα του στο "Aυτό το αστέρι είναι για όλους μας"που της το αφιερώνει. Tην ίδια χρονιά κάνει και την πρώτη του λογοτεχνική εμφάνιση δημοσιεύοντας το ποίημα "Tο τραγούδι του Xατζηδημήτρη"στο περιοδικό "Eλεύθερα Γράμματα"του Δημήτρη Φωτιάδη.
Ανέπτυξε έντονη πολιτική δραστηριότητα στο χώρο της αριστεράς με συνέπεια να εξοριστεί από το 1945 έως το 1951. Με τη λήξη των Δεκεμβριανών συλλαμβάνεται και φυλακίζεται. Μετά τη συμφωνία της Βάρκιζας (1945) αφήνεται ελεύθερος. Τον Ιούνιου του 1948 συλλαμβάνεται και εξορίζεται στο Μούδρο. Το 1949 μεταφέρεται στη Μακρόνησο. Επειδή δεν υπέγραψε δήλωση μετάνοιας μεταφέρεται στον Αϊ Στράτηκι από κει στις φυλακές Χατζηκώσταστην Αθήνα, απ'όπου αφέθηκε ελεύθερος το 1951. Το «Φυσάει στα σταυροδρόμια του κόσμου»θεωρήθηκε «κήρυγμα ανατρεπτικό» και κατασχέθηκε. Το 1955 ο ποιητής δικάζεται στο Πενταμελές Eφετείο για το συγκεκριμένο έργο του. Πλήθος κόσμου και ανάμεσά τους πολλές προσωπικότητες των γραμμάτων θα παρακολουθήσουν αυτή τη πνευματική δίκη όπου ο ποιητής θα μετατρέψει το εδώλιο σε βήμα και όπου θα διατυπώσει την ουσία και τον σκοπό της τέχνης του. Θα συγκινήσει όχι μόνο το ακροατήριο αλλά και τους δικαστές που τελικά θα τον αθωώσουν πανηγυρικά.
«Γι’ αυτό σου λέω. Μην κοιμάσαι: είναι επικίνδυνο. Μην ξυπνάς: Θα μετανιώσεις.»
Στο ελληνικό κοινό ο Τάσος Λειβαδίτης εμφανίστηκε το 1946, μέσα από τις στήλες του περιοδικούΕλεύθερα Γράμματα (τεύχ. 55,15-11-46) με το ποίημα «Το τραγούδι του Χατζηδημήτρη». Το 1947 συνεργάστηκε στην έκδοση του περιοδικού «Θεμέλιο». Το 1952 εξέδωσε την πρώτη του ποιητική σύνθεση με τίτλο «Μάχη στην άκρη της νύχτας» και εργάστηκε επίσης σαν κριτικός ποίησης στην εφημερίδα Αυγή, από το 1954 - 1980 (με εξαίρεση τα έτη 1967-74 που η εφημερίδα είχε κλείσει λόγω δικτατορίας) και το περιοδικό «Επιθεώρηση Τέχνης» (1962-1966), όπου δημοσίευσε πολιτικά και κριτικά δοκίμια.
Το διάλειμμα της δικτατορίας Στα χρόνια της δικτατορίας, ο Λειβαδίτης βυθίζεται στη σιωπή και μένει άνεργος. Έτσι κατέληξε να γράφει σε ένα νεανικό λαϊκό περιοδικό της εποχής, το Φαντάζιο, μαζί με πολλούς ακόμα διωγμένους αριστερούς, από τον κριτικό κινηματογράφουΓιάννη Μπακογιαννόπουλομέχρι τον συγγραφέα τουΛοιμού, τον Αντρέα Φραγκιά, και τον Αλέξανδρο Κοτζιάπου εκείνο το διάστημα ήταν στη φυλακή. Με το ψευδώνυμο Ρόκκος, ο Λειβαδίτης δούλεψε μια σειρά από βιογραφίες λογοτεχνών και ακόμα μια σειρά από περιλήψεις, σε μορφή εκτενών διηγημάτων, μεγάλων έργων της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Ειδικά η δεύτερη σειρά είναι υποδειγματική ως προς τη γραφή της και τον τρόπο απόδοσης του πνεύματος των έργων που πραγματεύεται. Αυτές οι δύο σειρές κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Καστανιώτη: ο τόμος Μεγάλες Μορφές της Λογοτεχνίας συγκεντρώνει βιογραφίες "καταραμένων"Ελλήνων λογοτεχνών και ο τόμος Μεγάλοι Ρώσοι Συγγραφείς (Ντοστογιέφσκι, Τολστόι, Παστερνάκ): Συνοπτική Απόδοση των Αριστουργημάτων τους από τον Τάσο Λειβαδίτη συγκεντρώνει ένα μέρος των εξαιρετικά ζωντανών συνόψεων που είχε κάνει ο ποιητής. Tο 1972, εκδίδει το βιβλίο "Nυχτερινός επισκέπτης, που οι κριτικοί το θεωρούν έναρξη της β'φάσης του έργου του. Παράλληλα αποστασιοποιείται απο την πολιτική δράση και κάνει μιά βαθειά στροφή ενδοσκόπισης, αναδεικνύοντας το μεγάλο φιλοσοφικό βάθος του έργο του, ακολουθώντας έναν μοναχικό δύσβατο και πρωτοποριακό δρόμο στην μεγάλη του τέχνη.
Το τέλος του Τον Οκτώμβριο του 1988 ο ποιητής εισάγεται στο Γενικό Kρατικό Nοσοκομείο και υποβάλλεται σε δύο αλλεπάλληλες εγχειρήσεις για ανεύρυσμα κοιλιακής αορτής, διάρκειας 5 ωρών η καθεμία, που όμως δεν μπόρεσαν να αποτρέψουν το μοιραίο. Ο Τάσος Λειβαδίτης πέθανε στην Αθήνα 30 Οκτωβρίου 1988. Μετά το θάνατό του εκδόθηκαν χειρόγραφα ανέκδοτα ποιήματά του με τον τίτλο «Χειρόγραφα του Φθινοπώρου».
Το έργο του Η λογοτεχνική του πορεία μπορεί να διαιρεθεί σε 3 φάσεις. Την «επαναστατική», την «συμβολική-αλληγορική» και την υπαρξιακή. Στίχοι του μελοποιήθηκαν από τον Μίκη Θεοδωράκη, στο δίσκο «Πολιτεία» (1961), «Της εξορίας» (1976), «Πολιτεία Γ' - Οκτώβρης '78» (1976), «Τα Λυρικά» (1977), «Λειτουργία Νο2: Για τα παιδιά που σκοτώνονται στον πόλεμο» (1987), τον Μάνο Λοΐζοστο δίσκο «Για μια μέρα ζωής» (1980), τον Γιώργο Τσαγκάρη στο δίσκο «Φυσάει» (1993) με ερμηνευτή το Βασίλη Παπακωνσταντίνουκαι τη συμμετοχή του ηθοποιού Γιώργου Μιχαλακόπουλου, τον Μιχάλη Γρηγορίου στο δίσκο «Σκοτεινή πράξη, ένα Ορατόριο σε ποίηση Τάσου Λειβαδίτη» (1997) και από το συγκρότημα Όναρ στο δίσκο «Αλαντίν, τελειώσαν οι ευχές σου» (2003). Συνυπέγραψε ακόμη με τον Κώστα Κοτζιάτα σενάρια των ελληνικών ταινιών «Ο θρίαμβος» και «Συνοικία το όνειρο» σε σκηνοθεσία του Αλέκου Αλεξανδράκη. Τα ποιήματά του μεταφράστηκαν στα Ρωσικά, Σερβικά, Ουγγρικά, Σουηδικά, Ιταλικά, Γαλλικά, Αλβανικά, Βουλγαρικά, Κινέζικα και Αγγλικά. Τιμήθηκε με το πρώτο βραβείο ποίησης στο Παγκόσμιο Φεστιβάλ Νεολαίας στη Βαρσοβία (1953 για τη συλλογή του «Φυσάει στα σταυροδρόμια του κόσμου»), το πρώτο βραβείο ποίησης του Δήμου Αθηναίων (1957 για τη συλλογή του «Συμφωνία αρ.Ι»), το Β΄ Κρατικό Βραβείο Ποίησης(1976 για τη συλλογή «Βιολί για μονόχειρα»), το Α΄ Κρατικό Βραβείο Ποίησης (1979 για το «Εγχειρίδιο ευθανασίας»). Υπήρξε ιδρυτικό μέλος της «Εταιρείας Συγγραφέων». Έγραψε επίσης κι ένα μικρό τόμο με τίτλο: «Έλληνες ποιητές», ο οποίος αναφέρεται στις συλλογές που εκδόθηκαν την περίοδο 1978-1981, και αποτελεί μια απογραφή 74 ποιητικών συλλογών. Όπως σημειώνει ο Τίτος Πατρίκιος, φίλος και συνεργάτης του Λειβαδίτη, ήταν τόσο αφοσιωμένος στην ποίηση ώστε όσα ποιήματα του έστελναν «τα διάβαζε όλα ως το κόκαλο και όσο μεγαλύτερη αξία τους έβρισκε, τόσο την αναγνώριζε και τη διακήρυσσε». Και παρακάτω: «άσκησε την κριτική με διεισδυτική ευαισθησία, με στοχασμό που δεν κατέληγε σε κάποια κανονιστικότητα, με άνοιγμα σε όλους τους τρόπους της ποίησης και αγάπη για όλους τους ποιητές, χωρίς εύνοιες και πατερναλισμούς».
«Και μια μέρα θέλω να γράψουν στον τάφο μου: Έζησε στα σύνορα μιας ακαθόριστης ηλικίας και πέθανε για πράγματα μακρινά που είδε κάποτε σε ένα αβέβαιο όνειρο» (Εξομολόγηση, Τα χειρόγραφα του Φθινοπώρου).
Στις γραμματολογίες της νεοελληνικής λογοτεχνίας, οι ποιητές που μεσουράνησαν στη δεκαετία του 1920 έχουν χαρακτηριστεί «ελάσσονες»(1), ποιητές της «χαμηλής φωνής»(2) και ποιητές οι οποίοι δεν μπόρεσαν αφενός ποτέ ουσιαστικά να αποτινάξουν τη σύνδεση με τον Κωστή Παλαμά και χωρίς, αφετέρου, ν’ αποτελέσουν μια γενιά με συνειδητούς ενοποιητικούς τόπους.Οι ποιητές της γενιάς του 1920 είχαν μια (σχεδόν άγνωστη) πρόσκληση συσπείρωσης, τον Απρίλη του 1914(3) δημοσιευμένη στο «Νουμά»(4), γραμμένη από τον νεαρό τότε Ναπολέοντα Λαπαθιώτη, υπό μορφή μανιφέστου, η οποία συνήθως δημοσιεύεται αποσπασματικά στις γραμματολογίες. Παραθέτουμε το πλήρες κείμενο του μανιφέστου, με το οποίο ο Λαπαθιώτης, ήθελε από τη μια να δείξει την τάση των νέων ποιητών να αποτινάξουν την εξουσία των παλαιότερων και από την άλλη να απευθύνει ένα κάλεσμα στους συνομηλίκους του νεότερους ποιητές(50. Οι «θιγόμενοι» παλιοί ποιητές ειρωνεύτηκαν αυτή την επαναστατική διάθεση των νέων και δεν ασχολήθηκαν περαιτέρω εκτός από τον Παύλο Νιρβάνα, ο οποίος αντιμετώπισε με σοβαρότητα το κίνημα των νέων(6).
«Έχω μέσα μου ηρώων αίμα. Μην ακούς όσα λένε οι μικροί. Είνε ανίδεοι από βίαιους παλμούς και ψηλά πετάγματα, κυττάνε πολύ πρός τα κείμενα και τα καθιερωμένα. Την ψυχή τους δεν τη σφυρηλάτησε τ’ όνειρο, δεν την καθαγίασε η σκέψη. Ξέρουνε ένα «πρέπει» και τίποτ’ άλλο• είναι η πιο μουγγή εκδήλωση της ζωής. Εμείς όμως οι τεχνίτες, οι εμπνευσμένοι, τι ψηλά που στεκόμαστε, τι ευγενικά νοσταλγούμε, τι ηρωικά πιθυμούμε. Δυό φτερούγες απλωτές είναι μέσα μας και χτυπούν ρυθμικά. Βγαλμένοι έξω απ’ τα ταπεινά και μετεωρισμένοι στο διάστημα, πανελεύθεροι και πάνσοφοι καταλύτες των παλιών και των σάπιων, πάνοπλοι με τα φώτα της επιστήμης και της ομορφιάς, σφριγηλοί, ακόρεστοι, πλούσιοι από νιάτα, σκληροί πατώντας και συντρίβοντας όλοι αίμα, όλοι ρίγος, φρουροί κι’ εγγυητές των θησαυρών του μέλλοντος, βασιλιάδες του τώρα και του πάντα, σαλπίζουμε το εγερτήριο σάλπισμα, που συνταράζει τους νεκρούς. Τρικυμίζει μέσα μου το θείο πνεύμα της καταστροφής. Αηδιασμένος από το γύρω μου καθεστώς, φτύνοντας απάνω στη ρωμαίικη τέχνη, καθώς την κατάντησαν οι ανθρωπάκοι των γραμμάτων, αποφασισμένος για τρανούς αγώνες, λυτρωμένος απ’ τις ταπεινές ελπίδες των προλήψεων και των μικροσυμφερόντων, σήμερα, πρώτη φορά, κρούω το πολεμόχαρο τραγούδι μου, πλατύστομα και ειλικρινά.
Είναι κάμποσος καιρός που, ντροπή μας-ένα σωρό μικράνθρωποι μπήκαν μεσ’ στο άλσος της τέχνης και κουρέψανε τις Δάφνες• την ώρα που όλα τα έθνη φέγγουν κι’ αστραποβολούν από χιλίων ειδών μουσικές συμφωνίες παιγμένες από ευγενικώτατα χέρια στ’ ακρότατα όρια μιανής υπεράνθρωπης λύρας, που η τέχνη πιο πολύ από πάντα στερεώνει το μέγα της βασίλειο απάνω απ’ τα βαλτονέρια κι’ απ’ τους βατράχους, εμείς εδώ ανεχόμαστε ν’ ανεβαίνουν το πορφυρό θρονί χίλια παράσιτα και χίλια μαλάκια, στενοκέφαλοι κι’ αντιπαθητικοί και μακάριοι, φχαριστούμαστε διαβάζοντας πως «ο κ. Α ή Β ενώπιον εκλεκτού ακροατηρίου εποιήσατο διάλεξιν περί κτλ. Ο σοφός ομιλητής κατεχειροκροτήθη».
Κι εμείς ξέρουμε, πως ο κ. Α ή Β είναι μια μετριότητα, αξιοπεριφρόνητη και κωμική στη ζωή και στην Τέχνη, ένας αυθάδης παρείσακτος που αλλού μήτε γι’ ακροατής διαλέξεων δε θα ‘κανε.
Γι’ αυτά και γι’ άλλα, καλώ το νέο ελληνικό πνεύμα να συνεργαστεί μαζί μου, στο γκρέμισμα των ψεύτικων ειδώλων, που κυριαρχούν χάρη στην εγκληματική μας νωχέλεια κι’ αδιαφορία κι’ αντιπροσωπεύουν στην Ευρώπη τη διανοητική μας παραγωγή, εμποδίζοντας έτσι το φανέρωμα των γνήσιων ελληνικών ζωτικών δυνάμεων. Καλώ τους νέους που βράζει μέσα τους το αίμα κι’ είναι καλεσμένοι γι’ αυριανούς θριάμβους, να συντρίψουμε τα είδωλα και να μπούμε εμείς μπροστά. Να ρίξουμε ό, τι ξέροε για ψεύτικο και για πλαστό, να σεβασθούμε μονάχα ό,τι στέκεται ιερό κι’ ό, τι καθοσίωσε η Αγία Έμπνευση. Σας περιμένω, Ναπολέων Λαπαθιώτης»(7)
Οι μετασυμβολιστές ποιητές, θα μπορούσαν να έχουν ανταποκριθεί στο κάλεσμα του Λαπαθιώτη, να συντονιστούν κάτω από ένα κοινό μανιφέστο (γεγονός που δεν υποτιμά το ίδιο το κίνημα -ας θυμηθούμε για παράδειγμα τον Μπρετόν και «το μανιφέστο του σουρεαλισμού», 1924) και ίσως, συνειδητά πια, να παράξουν συλλογικό έργο. Το γεγονός της μη συνειδητής τους δέσμευσης σε ένα ιδεολογικό πλαίσιο, απ’ την άλλη καθιστά τη μετασυμβολιστική γενιά ποιητών περισσότερο ελεύθερη στην μορφική και θεματική επιλογή και αυτό δικαιολογεί το γεγονός επίσης ότι κάποιοι απ’ τους ποιητές όπως ο Αλέξανδρος Μπάρας προσχώρησαν στον μεταγενέστερο υπερρεαλισμό γράφοντας όμως παράλληλα και μετασυμβολιστικά ποιήματα. Αντιμετωπίζοντας λοιπόν τους μετασυμβολιστές ως ομάδα τα κοινά θέματα τα οποία πραγματεύονται είναι, η ενασχόλησή τους με την κοινωνική πραγματικότητα, με τη φύση, με την αλήθεια, με τη νοσταλγία και τον πόθο της φυγής, με τη μνήμη, με τη θέση του ποιητή απέναντι στον εαυτό του και την ποίηση καθώς και με τις απόπειρες αυτοπροσδιορισμού.(7)
Την ομάδα αυτή αποτελούν, ο Ιωάννης Γρυπάρης (1870-1942) ο οποίος είναι και ο περισσότερος επηρρεασμένος από τη σχολή του Παρνασσισμού ιδίως στα πρώτα του ποιήματα. Ο Απόστολος Μελαχρινός (1880-1952) καθιστά σαφή τη γαλλική επιρροή του συμβολισμού και ιδίως του Valéry και του Mallarmé. Ο Φώτος Γιοφύλλης (1887-1981) είναι από τις πιο παραγνωρισμένες μορφές του νεορομαντισμού. Η ποιητική του έχει εξάρσεις που άπτονται του ρομαντισμού αλλά ταυτόχρονα συμπλέκει αριστοτεχνικά τα προστάγματα του μετασυμβολισμού. Ο Ναπολέων Λαπαθιώτης (1888-1943) «παρουσιάζει συγγένειες με τον αισθητισμό, ενώ παράλληλα η ποίησή του προσανατολίζεται πρός τη μουσική»(9). Στην ποίηση του Κώστα Ουράνη (1890-1953) συμπυκνώνεται η ουσία του ποιητή-κοσμοπολίτη(10) ενώ ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου (1877-1940) ελίσσεται στην ποίησή του, περνώντας διαδοχικά από τον ύστερο παρνασσισμό και ως τον μετασυμβολισμό. Ο Ρώμος Φιλύρας (1888-1942) ένας απ’ τους σημαντικότερους μετασυμβολιστές ποιητές, παρουσιάζει επίσης ποιήματα τα οποία περνάνε και στην αντίπερα όχθη του πρώιμου υπερρεαλισμού. Ο Γιάννης Σκαρίμπας (1893-1984), ο οποίος «πρωτοεμφανίστηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1920, σ’ ένα προχωρημένο, δηλαδή, στάδιο του Μετασυμβολισμού. Ιδιαίτερα γνωρίσματα της ποίησής του η αυτοειρωνεία και ο συνδυασμός ελεγειακών και ανάλαφρων τόνων»(11). Στον Κωστής Βελμύρα η φυγή απ’ την καθημερινότητα γίνεται ρεαλιστική αναγκαιότητα μιας δύσκολης ζωής (1898-1960), ο Τέλλος Άγρας (1899-1944), κριτικός και ποιητής του μεσοπολέμου. Κινήθηκε μεταξύ αισθητισμού, μετασυμβολισμού και νεορομαντισμού. Ωστόσο διαφοροποιείται από τους συγχρόνους του καταβάλλοντας περισσότερο εσωτερικό και υπαρξιακό αγώνα, αρνούμενος να παραθοδεί σε πεισιθανάτιες διεξόδους. Ο Νίκος Χάγερ-Μπουφίδης (1899-1950) παρουσιάζει όπως και ο Κώστας Ουράνης πολλά στοιχεία κοσμοπολιτισμού στην ποίησή του. Ο Λευτέρης Αλεξίου (1890-1964) παρουσιάζει πολλά ρομαντικά στοιχεία στην ποίησή του και ο Ιωσήφ Ραφτόπουλος (1890-1923) είναι αριστοτέχνης του στίχου ο οποίος εκφράζεται με περισσότερο πεσιμιστικές συνιστώσες. Στον Καίσαρ Εμμανουήλ (1902-1970) η επίδραση του Mallarmé είναι υποδηλωμένη στο σύνολο του έργου του. Ο Κώστας Καρυωτάκης (1928-1896) κατέχει σημαντική θέση ανάμεσα στους ποιητές της γενιάς του. Ο Αλέξανδρος Μπάρας (1906-1990) ως ένας απ’ τους νεώτερους συνδυάζει τον κοσμοπολιτισμό του Ουράνη με την καβαφική ειρωνεία και τον καρυωτακικό κλαυσίγελο. Ο Μήτσος Παπανικολάου (1900-1943), στενός φίλος του Λαπαθιώτη έγραψε λίγα ποιήματα μέσα στο νεορομαντικό περιβάλλον. Ο Κλέων Παράσχος (1964-1894), κριτικός και ποιητής με έντονα νεορομαντικά στοιχεία αποτύπωσε γλαφυρά τη μεσοπολεμική ατμόσφαιρα μέσω της αυτοβιογραφίας του γραμμένης σε μορφή ημερολογίου. Η Μαρία Πολυδούρη (1902-1930) «συνθέτει μια ποίηση με επικοινωνιακό προσανατολισμό, γραμμένη συχνά στο δεύτερο ενικό»(12) και ο Μιχάλης Στασινόπουλος (1903-2002) έχει σαφώς επηρεαστεί από την Καρυωτακική ποιητική.
Με μέσο όρο γέννησης το 1884 και το 1896 διακρίνουμε δυο ενδοποιητικούς κύκλους που διαφοροποιούν ηλικιακά τους ποιητές και συνεπώς τις εμπειρίες τους όσον αφορά το ιστορικοκοινωνικό πλαίσιο χωρίς ωστόσο η ποίησή τους να διαφοροποιείται ιδιαίτερα από τη μια ομάδα στην άλλη. Η πρώτη ομάδα σταματά, σύμφωνα με την παραπάνω κατάταξη, στο Ρώμο Φιλύρα και η δεύτερη στο Μιχάλη Στασινόπουλο.
Σημειώσεις: (1)Roderick, Beaton, Εισαγωγή στη νεότερη ελληνική λογοτεχνία, Νεφέλη, Αθήνα, 1996, σ. 169. (2)Πρβλ. ό.π., σ. 170. (3)Ο Λαπαθιώτης δημοσίευσε το μανιφέστο του το 1914, τρία χρόνια μετά από την έκδοση των πρώτων μετασυμβολιστικών συλλογών από τον Φιλύρα και τον Ουράνη. Ο Φιλύρας εξέδωσε στα 1911 τα Ρόδα στον Αφρό και ο Ουράνης στα 1912, το Spleen. Ωστόσο μετασυμβολιστικά ποιήματα είχαν αρχίσει να δημοσιεύονται σε περιοδικά ήδη από το 1907. Για περισσότερες πληροφορίες βλ. Έλλη Φιλοκύπρου, Η Γενιά του Καρυωτάκη, φεύγοντας τη μάστιγα του λόγου, Νεφέλη, Αθήνα, 2009, σ. 14. (4)Αδαμάντιος, Δ. Παπαδήμας, Η πορεία μιας γενιάς, Αθήναι, Ωρίων, 1944, σ. 8. (5)Την επαναστατική ενέργεια του Λαπαθιώτη δε την συμμερίζονται ωστόσο ούτε όλοι οι νέοι ποιητές. Ο Κλέων Παράσχος χαρακτηρίζει τη γενιά του Λαπαθιώτη και τη δική του ως «Τρίτη Μεταπαλαμική Γενιά», γεγονός που δείχνει ότι η σκιά του Παλαμά συνέχιζε να βαραίνει πάνω στους νεότερους. Γι’αυτό οποιαδήποτε προσπάθεια νεωτερισμού καθίστατο ακόμα δυσκολότερη. Βλ. Κλέων, Παράσχος, Εισαγωγή στη σύγχρονη ελληνική ποίηση, Αθήνα, Γκοβόστης, [1941], σσ. 6-7. (6)Πρβλ. ό.π., σ. 14. (7)Πρβλ. ό.π., σσ. 8-10. (8)Για τη λεπτομερή ανάλυση των παραπάνω θεματικών αξόνων των μετασυμβολιστών ποιητών βλ. . Έλλη Φιλοκύπρου, Η Γενιά του Καρυωτάκη, φεύγοντας τη μάστιγα του λόγου, Νεφέλη, Αθήνα, 2009, σ. 83-158. (9)Πρβλ. ό.π., σ. 15. (10)Πρβλ. ό.π., σ. 15. (11)Πρβλ. ό.π., σ. 15. (12)Πρβλ. ό.π., σ. 15.
*Η Αγγελική Δημουλή είναι ποιήτρια και μεταφράστρια.
Ο Φεντερίκο Φελίνι υπήρξε ένας μεγάλος ποιητής του ιταλικού κινηματογράφου, ένας δημιουργός εκπληκτικών, σαγηνευτικών και φαντασμαγορικών εικόνων. Ήταν επίσης ο σημαντικότερος από τους εκστατικούς, οραματιστές σκηνοθέτες, τους προερχόμενους από τις χώρες του καθολικισμού, (άλλος ένας ήταν ο Κισλόφσκι). Η νοσταλγία, η οραματική ενατένιση, η φαντασία και ο έρωτας αποτελούν βασικές παραμέτρους του έργου του. Ο έρωτας στο φελινικό σινεμά φωτίζεται από τη μελαγχολική αναπόληση και τις νοσταλγικές ονειροπολήσεις που κυνηγούν πάντα το ιδανικό και το ασύλληπτο ή αυτό που έχει για πάντα χαθεί. Η φελινική ποιητική, γύρω από τις ερωτικές παρορμήσεις, ερμηνεύεται από παιδικές αναμνήσεις ή παιδιστικές φαντασιώσεις και είτε πλάθει καινούργια όνειρα είτε επιστρέφει στους παλιούς παραδοσιακούς μύθους για τη γυναίκα και τη μαγεία του έρωτα. Στο φελινικό έργο άγονται και φέρονται ασταμάτητα ορισμένοι σταθεροί τύποι γυναικείων προσώπων. Τα πρόσωπα αυτά είναι και τα πλέον επιθυμητά. Ο ερωτισμός του Φελίνι εμπνέεται από τελείως δικά του γυναικεία πρότυπα: είναι οι μητρικές φιγούρες με το στοργικό και συγκαταβατικό ύφος, μέσα στα υπερτροφικά στήθη των οποίων οι άντρες βρίσκουν καταφύγιο και προστασία. Οι γυναίκες με την παραδοσιακή ιταλική λαϊκή ομορφιά, γυναίκες σφριγηλές και εργατικές του πληβείου πατριαρχικού κόσμου. Οι ασύστολα και ακόρεστα φιλήδονες, οι πόρνες, τα θηλυκά των καμπαρέ και των μιούζικ χολ. Οι τερατώδεις και χυδαίες ή οι ενστικτώδεις γυναίκες όπως είναι η Σαρακίνα, που διατηρείται ζωντανή από ταινία σε ταινία. Οι συμβατικής ομορφιάς κομψευόμενες και χαριτωμένες δεσποινίδες. Οι αγέρωχες κι αυταρχικές γυναίκες που εμφυσούν συναισθήματα ανασφάλειας στο αρσενικό, γυναίκες όμως που ο σκηνοθέτης εξακολουθεί να διατάσσει, με τον χαρακτηριστικό τρόπο του, και να ρυθμίζει τις τύχες τους στις αναπαραστάσεις του. Η κάμερα προβάλλει τους ιδιότυπους φελινικούς προσωπικούς πόθους και μύθους στα πρότυπα του θηλυκού γένους που σκαριφεί.
Στους Βιτελόνι (1953), τρίτη μεγάλου μήκους ταινία του Φελίνι, επικρατεί μια γοητευτική και παράξενη ατμόσφαιρα ανίας, απραξίας, επιπόλαιας διασκέδασης, ελαφρόμυαλης καλοπέρασης, υπαρξιακού κενού και ευδαιμονισμού, στη μίζερη, μεταπολεμική κοινωνία της ιταλικής επαρχίας. Οι ήρωες είναι μια ανέμελη παρέα σαραντάρηδων και τριαντάρηδων που αρνούνται να μεγαλώσουν, χαριτωμένοι και ανεύθυνοι άνεργοι της αστικής τάξης, όπως τους αποκαλεί ο δημιουργός τους, που υπήρξε στα νιάτα του, στο Ρίμινι, ένας απ’ αυτούς. Ατέλειωτο κουβεντολόι, αδιάκοπα νυχτερινά πήγαινε-έλα, διασκεδαστικά κουτσομπολιά, γρήγορα φλερτ, εφήμεροι έρωτες και πρόσκαιρες ηδονές, τερπνές και γκροτέσκες τοπικές γιορτές, εφηβικά αστεία που δροσίζουν τη ζωή, μελαγχολία και πικρό χιούμορ, ευζωία και σαρκασμός. Ο Φελίνι μας παρουσιάζει όλη τη γοητεία και την ομορφιά του άσκοπου σουλάτσου στους έρημους δρόμους της πόλης. Η αισθητική του απομακρύνεται απ’ αυτήν του νεορεαλισμού και πλησιάζει, ήδη, τις ιδιόμορφες, προσωπικές, υποβλητικές και μπαρόκ φόρμες που θα υιοθετήσει αργότερα. Η τρίτη ταινία του Φελίνι είναι κιόλας ένα μικρό αριστούργημα τρυφερότητας, σάτιρας, νοσταλγίας και πικρόχολου, απελπισμένου χιούμορ.
Στο La strada (1954) βρίσκουμε την ίδια άκαρπη περιπλάνηση, αυτή τη φορά ενός πλανόδιου τσιρκολάνου και της χαζούλας βοηθού του. Το μοτίβο της ανώφελης αναζήτησης ξαναπιάνεται από τον Φελίνι, μα μέσα σε ένα άλλο κοινωνικό σκηνικό. Στο La strada (1954) έχουμε να κάνουμε με εξαθλιωμένους, περιπλανώμενους, λούμπεν προλετάριους. Πίσω από την ανελέητη εικόνα της δύσκολης και φτωχικής ζωής των σαλτιμπάγκων, κρύβονται πολύ συναίσθημα, αθωότητα και τρυφερότητα. Η μεγάλη ανέχεια και η σκληρότητα της ζωής, τελικά, δεν μπορούν να τα καταπνίξουν. Η αθώα κοπελίτσα (Τζουλιέτα Μασίνα) προσκολλάται στον σκληροτράχηλο Τζαμπανό (Άντονι Κουίν) και κατά κάποιο τρόπο θυσιάζεται για να τον βοηθήσει. Ο Τζαμπανό, βίαιος και τραχύς εξωτερικά, στο τέλος νοιώθει την αξία και την έλλειψη της παρατημένης κοπέλας, σπάει και κλαίει, ανακαλύπτει επιτέλους τον (κυρίως γυναικείο) κόσμο των συναισθημάτων στον οποίο τον μύησε, αδιόρατα, η Τζελσομίνα. Έχουμε, δηλαδή, δύο κρυφά ερωτευμένα, κάπως πρωτόγονα πρόσωπα που ήσαν οχυρωμένα πίσω από τη θωράκισή τους (κυρίως ο πατριαρχικός άνδρας). Ο Τζαμπανό, παραδοσιακός ανδροκράτης, αντιμετώπιζε τη γυναίκα απλώς ως όργανο για τη δουλειά τους, τη μαγειρική κ.λπ., σα να ήταν στερημένη δικού της διανοητικού και συναισθηματικού κόσμου. Τα συστατικά του φιλμ του Φελίνι είναι η περιπλάνηση των τσιρκολάνων, η πλευρά road movie της ταινίας, ο ρομαντισμός, το μελόδραμα, η σκληρότητα της καθημερινής μιζέριας της ζωής, η βιαιότητα των συναισθημάτων και η αδυναμία επικοινωνίας των πτωχών τω πνεύματι. Η αισθητική έχει ήδη απομακρυνθεί από το νεορεαλισμό και πλησιάζει προς μια πορεία πιο ατομική και υποκειμενική, σχεδόν υπαρξιακή, παρόλο που οι ήρωες είναι πρωτογενείς στην προσέγγιση και έκφραση του εσωτερικού τους κόσμου.
Η ηδυπαθής και άκαρπη αίσθηση των χωρίς νόημα περιπλανήσεων των Vitelloni επικρατεί και στη Γλυκειά ζωή (Dolce vita, 1960), μα αυτή τη φορά στη Ρώμη, την αγαπημένη πρωτεύουσα του Φελίνι. Ο δημιουργός μάς εισάγει διακριτικά στη γοητεία και τη μελαγχολία της ντόλτσε βίτα και των ανθρώπων που τη ζουν. Άλλωστε, στο Οκτώμισυ (Otto e mezzo, 1963) ο Φελίνι μάς λέει ότι η ζωή είναι μια γιορτή που πρέπει να τη ζήσουμε. Στο σύμπαν της Γλυκειάς ζωής που ο ποιητής σκαριφεί με φαντασία και ευρηματικές εικόνες, κυριαρχεί η οδυνηρή ματαιότητα της κοσμικής, μεγάλης ζωής, των ηδονών και της πλουσιοπάροχης επίδειξης των αστών. Μια κοινωνία αφροδισιακών μα κενών απολαύσεων, επιπόλαιου σεξ, κυνηγητού του χρήματος, της λάμψης και της κούφιας δόξας. Ο Φελίνι κοιτάζει τον κόσμο των απολαύσεων και της νυχτερινής κοσμικής ζωής με κάποια συμπάθεια, αλλά και με ανάμικτα συναισθήματα, όπως θα κάνει αργότερα και με τον Καζανόβα του: συμμετοχή, εξοικείωση και γνώση του συγκεκριμένου κόσμου και των συνηθειών του και, παράλληλα, κριτική και απόσταση, από τη σκοπιά του σκεπτικιστή διανοούμενου. Οι κοσμικοί αστοί και σταρ παρακολουθούνται από τους φτηνούς παπαράτσι. Παντού ψέμα, πόζα και γυαλιστερός πλούτος. Οι φωτογράφοι, τα κανάλια και οι δημοσιογράφοι καταφθάνουν για να αξιοποιήσουν, εμπορικά και θεαματικά, το «θαύμα» της εμφάνισης της Παναγίας σε δυο κατεργάρικα παιδάκια. Παρακολουθούμε τον κυνικό κόσμο της πολυτέλειας, των οργίων στη βίλα κάποιου απόντα πλουσίου, τα κλαμπ και τα στριπτίζ, την εκτυφλωτική κι επιδεικτική ζωή των σταρ. Την επιδερμικότητα και παρακμή των αριστοκρατών, των αστών και των ανθρώπων που τους γυροφέρνουν: πνευματική φτώχεια στην άντληση των ηδονών, έλλειψη ελπίδας, σκοπών και αξιών. Ανάμεσά τους, μπλαζέ, ανερμάτιστος, απογοητευμένος, εκπληκτικά ωραίος και γοητευτικός Καζανόβα, ο κεντρικός ήρωας (Μαστρογιάνι), πηγαινοφέρνει με κόπο το, ενίοτε ηδονιζόμενο και ενίοτε βαριεστημένο, σαρκίο του, βιώνοντας την υπαρξιακή αλλοτρίωσή του. Τρέφει διαψευσμένα, φιλόδοξα όνειρα λογοτεχνικής δημιουργίας. Ο ήρωας άγεται και φέρεται ουσιαστικά άπραγος. Δουλεύει ως δημοσιογράφος σε μια δουλειά που δεν εκτιμά, κάνει σεξ σε διάφορες, κατά προτίμηση αστραφτερές γκόμενες, ως ένας βιτελόνι όχι της επαρχίας αλλά της Ρώμης, που τώρα πια είναι φτασμένος επαγγελματικά, τα έχει «καταφέρει» και έχει πλέον ανέλθει στην κοινωνία της ευμάρειας…
Ας σταθούμε στο εκτυφλωτικό Σατιρικό (1969). Δεν ξέρουμε πολλές ταινίες που καταφέρνουν να δέσουν, σε μια τέτοια φόρμα οργίου, τη λαγνεία, τη διαφθορά, την παρακμή και τον έρωτα (στον κατά Φελίνι ρωμαϊκό προχριστιανικό κόσμο). Είναι ένα σύστημα που εμπεριέχει την κόλαση, αλλά και τον παράδεισο των κοσμικών ηδονών. Και πώς να ξεφύγεις από τα δίχτυα του, από τούτο τον μαγικό κόσμο της κραιπάλης, των αχόρταγων υλικών επιθυμιών, της ποίησης της ζωής και της φαντασίας; Η μανία του παγανιστικού εκμαυλισμού δείχνεται μέσα από τις ευχάριστες ή σκληρές δοκιμασίες του σώματος: το κορμί άλλοτε σκλαβώνεται και εξευτελίζεται, άλλοτε λατρεύεται και ποθείται. Άλλοτε πάλι φτιασιδώνεται και γίνεται μάσκα, βάφεται και μεταβάλλεται σε μούμια, σε κορμί νεκρό. Ο ερμαφροδιτισμός και η καλυμμένη ομοφυλοφιλία είναι οι επικρατέστερες μορφές ερωτικής λαχτάρας κι ασωτίας. Όλοι οι ήρωες μαγνητίζονται από το συγχρωτισμό με άλλους άντρες. Ακόμα και φυσιογνωμικά δηλώνουν μια σεξουαλικότητα αμφίβολη και διχασμένη. Παρακολουθούμε την πανδαισία του ομαδικού ή του αγοραίου έρωτα και ορισμένες μυστηριακές ιερές τελετές. Σύμφωνα με τη μυθοπλασία είσαι αναγκασμένος να αγωνιστείς για να καταφέρεις ν’ αγγίξεις την απόλαυση. Να διασχίσεις λαβύρινθους και να κινδυνεύσεις να χαθείς στο ψάξιμο: κι ύστερα η ίδια η σεξουαλική πράξη είναι ένας καινούργιος αγώνας. Αυτό που μπορεί να εναντιωθεί στη βαρβαρότητα, την αποκτήνωση και τον εκφυλισμό είναι η ποίηση. Η ευτυχία, όμως, δολοφονεί την τέχνη. Η γαλήνη ταιριάζει περισσότερο σε μια ιδεαλιστική καλοσύνη, αγνότητα κι εγκράτεια, παρόμοια μ’ αυτές των καλών, χριστιανών αρχόντων που ελευθερώνουν πριν αυτοκτονήσουν τους σκλάβους τους, για να μην πέσουν στα αιμοβόρα χέρια των αρχών. Ο Φελίνι χτίζει το Σατιρικό ζωντανεύοντας έναν ολόκληρο πολιτισμό (τον οποίο έτυχε να ονειρευτεί). Μια ορμητική ζωγραφική και μουσική φενάκη, όπου το πέρα για πέρα προσωπικό επενδύει το ιστορικό-πολιτισμικό, μέσα σ’ έναν εκτυφλωτικό θρίαμβο φωτιστικών τόνων, τεχνητών αντικειμένων, εικαστικών φόντων, γυαλιστερών σωμάτων, ψητών κρεάτων, οσμών, αλλόφρενων παλμών της εικόνας. Γιατί όπως λέει ο ίδιος ο Φελίνι, σε μια συζήτησή του με τον Αλέν Ρενέ, «δεν θέλω να διηγούμαι, θέλω να απεικονίζω. Ο κινηματογράφος δεν είναι παιδί της λογοτεχνίας αλλά της ζωγραφικής».
Στον Καζανόβα (1976) επικρατεί η καθηλωτική αποκάλυψη πλούσιων και μεθυστικών παραστάσεων που συνοδεύουν την αφύπνιση της ερωτικής διάθεσης. Η σεξουαλική μανία επενδύεται ποιητικά με σχήματα και χρώματα που φέρνουν ευφορία (το ίδιο συνέβαινε και στο Σατιρικό). Το θεαματικό και σαγηνευτικό μπαρόκ συναντά τον εξπρεσιονισμό. Στο φιλμ συναντάμε το θεματικό μοτίβο της νοσταλγίας για τη χαμένη πρώτη γυναίκα, για το τυπικά φελινικό μητρικό πρόσωπο. H αγάπη της γυναίκας ως ερωμένης, την οποία επιζητεί ο ήρωας χωρίς να καταθέτει τα όπλα ποτέ, μπορεί να συσχετιστεί με την εικόνα της αγαπημένης του μητέρας. Η τελευταία δεν φέρεται στον γιο της τόσο απλόχερα όσο οι ερωμένες του. Η μητέρα του κυριαρχεί επάνω του ακόμα και υλικά, με το σώμα της, όταν την κουβαλά στην πλάτη του για να τη μεταφέρει. Ο Καζανόβα είχε την ικανότητα να ζει, μετατρέποντας τη ζωή σε καλλιτεχνικό έργο ή προβλέποντας και προετοιμάζοντας την κατοπινή απαθανάτισή της σε λογοτεχνία. Ο Φελίνι οσφραίνεται και προβάλλει τούτη τη δημιουργική ικανότητα: εξαίρει την ερωτοπαθή φινέτσα, την ευγένεια, την προσήνεια και το πνεύμα του. Βασικό στοίχημα του φιλμ είναι η καθηλωτική αποκάλυψη πλούσιων και μεθυστικών παραστάσεων που συνοδεύουν την αφύπνιση της ερωτικής διάθεσης. Η σεξουαλική μανία επενδύεται ποιητικά με σχήματα και χρώματα που φέρνουν ευφορία (το ίδιο συνέβαινε και στο Σατιρικό). Το μπαρόκ συναντά τον εξπρεσιονισμό. Ο σκηνοθέτης, με αφετηρία την κριτική διάθεσή του, αναπαριστά τα πάθη με αντιφατικό τρόπο. Συχνά οι ορμές, που υμνούνται, συνοδεύονται από αντίρροπες δυνάμεις αντίστασης. Η άρνηση της παραφοράς, μερικές φορές, συμβαδίζει ολοφάνερα με το εγκώμιό της. Ο Φελίνι βάζει τον θεατή να εκστασιάζεται κοιτάζοντας τις ασέλγειες του Καζανόβα με την καλόγρια, ταυτόχρονα όμως τον κάνει να αρνείται αυτό που βλέπει και να το θεωρεί ως μια επίδοση και επίδειξη άρτιας τεχνικής. Οι αντιστάσεις και απαρνήσεις δυναμώνουν –μαζί τους όμως και το σύνολο των αλληλοσυγκρουόμενων τάσεων, γι’ αυτό και πολλαπλασιάζεται το δυναμικό των σκηνών αυτών– στην ανασύσταση των «διεστραμμένων» μορφών σαρκικής επαφής. Έτσι, το αμφιλεγόμενο (ελκτική δύναμη-επίκριση) χρωματίζει την επιδειξιμανία και την οφθαλμολαγνεία στη σεκάνς του έρωτα με την καλόγρια. Ξεκινώντας από τις λιγότερο ιδιότυπες συνουσίες (επεισόδιο με την καμπούρα και τις υπόλοιπες γυναίκες στο πανδοχείο) και περνώντας στις πλέον παρεκκλίνουσες (όταν ο Καζανόβα κάνει έρωτα με την κούκλα, λάγνος, τρυφερός, αποστασιοποιημένος και συνειδητοποιημένος), νιώθουμε να μεγαλώνει η συμμετοχή και η συγκίνηση, μαζί με την ενοχοποίηση του Καζανόβα. Ο έπαινος της ευδαιμονίας και της θετικής ενέργειας του έρωτα κυριαρχεί σε λιγότερες σκηνές (π.χ. της Ανριέτας). Η αγάπη είναι σωτηρία, υπαινίσσεται ο Φελίνι: ο έρωτας του Καζανόβα σώζει την Ανριέτα, την αναιμική κοπέλα από το θάνατο, και ο ίδιος γλιτώνει την τελευταία στιγμή, χάρη στη σύντομη εμφάνιση της γιγάντισσας που τον εμποδίζει να αυτοκτονήσει. Όμως, ο Καζανόβα, με αφορμή τη γνωριμία του με τη Σαρπιγιόν, βεβαιώνει πως ο έρωτας παράλληλα είναι και ένας αργός θάνατος, ιδέα που άλλωστε βρίσκουμε και στους υπόλοιπους ερωτογράφους. Η δυστυχία κι η ευτυχία πάνε μαζί…
Στην Πρόβα ορχήστρας (1978) επανατοποθετούνται, με άλλο τρόπο, τα προβλήματα επικοινωνίας μεταξύ των ανθρώπων. Όμως, εδώ έχουμε να κάνουμε με έναν ενιαίο και συμπυκνωμένο χώρο και χρόνο, μιας και μοναδικής αφηγηματικής ενότητας, μιας σεκάνς: με την πρόβα μιας ορχήστρας που διαδραματίζεται σε ένα συγκεκριμένο, ενιαίο χρονικό διάστημα διήγησης, διάρκειας 70 λεπτών, όσης και της ταινίας. Τα προβλήματα επικοινωνίας εντοπίζονται, άρα, ανάμεσα στις σχέσεις των μουσικών, τις σχέσεις των οργάνων, τη δύσκολη σχέση ορχήστρας και μαέστρου. Σ’ αυτή τη δυσχερή επικοινωνία, ο κάθε μουσικός φέρνει τον δικό του χαρακτήρα, τις προσωπικές ιδιαιτερότητές του, τα δικά του προβλήματα και δυσλειτουργίες. Η σχέση με τον ηγέτη τους, τον διευθυντή της ορχήστρας, παρουσιάζει αρκετή ασυνεννοησία, συγκρούσεις και κενά. Πιο δυνατή και καλή είναι η σχέση του μουσικού με το όργανό του (ή, εν μέρει, των μουσικών που παίζουν το ίδιο όργανο). Αυτό, πάντως, που κυριαρχεί ως προς την επικοινωνία, είναι η επιφυλακτικότητα, και ίσως κάποια έλλειψη σεβασμού. Η τάση αμφισβήτησης, που βέβαια αντιστρατεύεται την πίστη. Η τάση αυτή δεν αργεί να μετατραπεί σε εξέγερση κατά του μαέστρου. Η αναρχία και το χάος αντικαθιστούν την προηγούμενη ισορροπία. Όλοι στρέφονται εναντίον όλων. Το πάνω χέρι αποκτά η γενικευμένη ασυμφωνία, η έλλειψη συντονισμού κι η κακοφωνία, που αντιστοιχούν, συμβολικά, στην αδυναμία διαλόγου και συνεννόησης στην ιταλική κοινωνία της εποχής. Βία, αριστερισμός, τρόμος και τρομοκρατία, στον αντίποδα του συγκαλυμμένου αυταρχισμού του μαέστρου, και ίσως της ιταλικής ηγεσίας γενικότερα. Ο μικρόκοσμος της ταινίας οδεύει προς την καταστροφή. Κι όμως, τελικά, η επιστροφή στη μουσική, η τέχνη και η αναζητούμενη κι επανευρισκόμενη καλλιτεχνική αρμονία, τους λυτρώνουν, τους σώζουν, και κατ’ αυτό τον τρόπο η μικροκοινωνία αναγεννάται από τις τέφρες της.
Στην Πόλη των γυναικών (1980) ο άντρας ακολουθεί τα χνάρια της γυναίκας των ονείρων του. Η αγάπη του θρέφει το φευγαλέο και το επίφοβο και θρέφεται απ’ αυτά τα δύο. Ακολουθεί μια υποβλητική και ακαθόριστα επικίνδυνη γυναίκα που συνέχεια εμφανίζεται και εξαφανίζεται. Το αντικείμενο του πόθου του γλιστρά συνέχεια μέσα από τα χέρια του, απροσπέλαστο και σκοτεινό, καμωμένο τόσο από ύλη και σάρκα όσο και από φαντασία. Στην Πόλη των γυναικών, η σχέση αρσενικού-θηλυκού μορφοποιείται σαν παλαίστρα ή σαν δικαστήριο, όπου οι άντρες χάνουν τον αγώνα επειδή είναι προσκολλημένοι σε τετριμμένες αρχές. Η στρατηγική της μυθοπλασίας προδίδει φόβο απέναντι στη γυναίκα. Έλκεται από τη γυναικεία επιβολή και βία, ταυτόχρονα όμως τη σατιρίζει. Οι φεμινίστριες αναπαρίστανται σκωπτικά, αν και εν μέρει προκαλούν την έκσταση. Ο σκηνοθέτης, τελείως αφοπλισμένος, είναι ανίκανος να ξεφύγει από τα δίχτυα που του ρίχνουν: πλησίασμα που το διακρίνει κάποιος μισογυνισμός και δονζουανισμός (τουλάχιστον όσον αφορά στην απόλαυση από μακριά, μόνο με τα μάτια). Στην Πόλη των γυναικών, ο Φελίνι αποσκοπεί συνειδητά στην ιχνηλασία των αντρικών μύθων γύρω από το γυναικείο φύλο. Ισχυρίζεται πως για να γνωρίσουμε τη γυναίκα στον σημερινό ανδροκρατούμενο κόσμο, χρειάζεται πρώτα να εξερευνήσουμε τους αντρικούς μύθους γι’ αυτήν, μιας κι αυτοί είναι που την καθορίζουν. Σε μερικές ενότητες των ταινιών του, ο Φελίνι καταφεύγει στο γκροτέσκο. Έχουμε στο νου μας τις πιο φανατικές φεμινιστικές εκδηλώσεις ή τις φαλλοκρατικότερες από τις στιγμές της διαγωγής του επιβήτορα Κατσόνε (Η πόλη των γυναικών) και του Καζανόβα στην ομώνυμη ταινία.
* Ο Θόδωρος Σούμας είναι κριτικός κινηματογράφου και συγγραφέας βιβλίων.
Ξεκινώντας το κείμενό μου αυτό, θα σταθώ σε μια λέξη που μπήκε σαν στάμπα στη σχέση μου με την ΚΝΕ: Την λέξη «Γενίτσαροι». Θα μιλήσω για πράγματα που θα ακουστούν για πρώτη φορά. Κι εσείς θα κρίνετε για ποιο λόγο δεν μίλησε κανείς και κυρίως η ηγεσία του ΚΚΕ για τόσο σημαντικά γεγονότα. Όλα άρχισαν από τη στιγμή που ανακοινώθηκε ότι θα παιζόταν το «Άξιον Εστί» στο Καυταντζόγλειο, νομίζω στα 1976. Όταν έφτασα στο αεροδρόμιο, με υποδέχθηκαν δυο παλιοί Λαμπράκηδες ο Μάκης Τρικούκης και ο Τάκης Κουλάνδρου, που έδειχναν φοβισμένοι.- Τι έχετε; τους λέω.
- Κινδυνεύει η ζωή σου.
- Από ποιους;
- Από τους Κνίτες! Έχουν κάψει όλα τα ξύλινα ταμεία που πουλούσαν εισιτήρια και έχουνε γράψει με τεράστια κόκκινα γράμματα σε όλη την πρόσοψη του γηπέδου «Θάνατος στον Θεοδωράκη».
- Δεν καταλαβαίνω γιατί… Έως τώρα δεν υπήρξε πρόβλημα μεταξύ μας. Ίσα-ίσα οι Κνίτες γεμάτοι θαυμασμό και αγάπη με φρουρούσαν σε όλες τις συναυλίες που έκανα στην Ελλάδα.
- Ζητήσαμε από παλιούς Λαμπράκηδες να ρθουν με αυτοκίνητα για προστασία.
Πράγματι, άρχισαν να καταφθάνουν τα αυτοκίνητα, ήρθαν καμιά δεκαριά και μας συνόδευσαν ως το ξενοδοχείο. Πηγαίνοντας προς το Καυταντζόγλειο την άλλη μέρα, είδα τους Κνίτες να μοιράζουν φέιγ βολάν με άσχημους χαρακτηρισμούς για μένα. Μάλιστα όταν με έβλεπαν, μου τα πετούσαν οργισμένοι στο τζάμι του αυτοκινήτου. Φτάνοντας στο στάδιο, είδα κι εγώ τα μεγάλα γράμματα με το όνομά μου «ΘΑΝΑΤΟΣ ΣΤΟΝ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗ».
Όταν μίλησα πριν τη συναυλία, δεν είπα λέξη, γιατί ήμουν πεπεισμένος ότι πρόκειται για προβοκάτσια.
Στην Αθήνα μετά από μερικές μέρες, ο αδελφός μου με πήγε να επισκεφθώ την γυναίκα του, την Νίτσα Λουλέ που ήταν άρρωστη. Και οι δυο δούλευαν στον «Ριζοσπάστη». Η Νίτσα με ρωτά:
Διέψευσε η ΚΝΕ ότι το σύνθημα ήταν δικό της;
Πιστεύω ότι είναι ολοφάνερο ότι πρόκειται για προβοκάτσια.
Συμφωνείς να γράψω δυο λόγια στον «Ριζοσπάστη»;
Γράφει λοιπόν: «Γιατί η ΚΝΕ δεν λέει ότι πρόκειται για προβοκάτσια;» Αυτό και μόνο.
Την άλλη μέρα στον «Ριζοσπάστη» η ΚΝΕ άστραψε και βρόντησε εναντίον μου.
Την ίδια μέρα χτυπά το τηλέφωνο: Η Αυγή! Οι «εσωτερικοί» έτριβαν τα χέρια τους, γιατί τους είχε πάρα πολύ στενοχωρήσει το ειδύλλιό μου με την ΚΝΕ. Εν πάση περιπτώσει, όταν με ρώτησαν για το θέμα αυτό, είπα και γράφτηκε επί λέξει: «Το αριστερό κίνημα έχει μαζί του μερικούς αξιόλογους πνευματικούς ανθρώπους όπως τον Βάρναλη, τον Ρίτσο, τον Αναγνωστάκη, τον Θεοδωράκη και άλλους. Είμαστε κατά κάποιον τρόπο οι “μάνες” του κινήματος και δεν πρέπει οι ηγεσίες και από τις δυο μεριές να ποτίζουν τις νεολαίες τους με δηλητήριο εναντίον μας. Αυτή είναι τακτική γενιτσαρισμού που πρέπει να σταματήσει».
Την Κυριακή βγαίνει η Αυγή με τη συνέντευξή μου με τίτλο «Θεοδωράκης: οι Κνίτες είναι γενίτσαροι».
Όμως, γιατί αλήθεια δεν βγήκε η ηγεσία της ΚΝΕ ή το Κόμμα να διαψεύσουν ότι τα συνθήματα αυτά ήταν δικά τους; Ακόμα κι αν η προβοκάτσια ήταν ολοφάνερη, η σιωπή τους έδινε δικαιώματα στους καλοθελητές. Ή μήπως η στενή σχέση μου με τα παιδιά της ΚΝΕ δεν άρεσε ούτε σ’ αυτούς;
Όπως και να ‘χει, ως εδώ τα πράγματα είναι λίγο-πολύ γνωστά. Το άγνωστο είναι ότι το μέλος της Γραμματείας Κ.Ε. Μακεδονίας-Θράκης του ΚΚΕ Ηλίας Σταμπολίδης που ήταν υπεύθυνος για την Βόρεια Ελλάδα με έδρα την Θεσσαλονίκη και που πρωτοστάτησε σε όλες αυτές τις αθλιότητες εναντίον μου, ήταν ΠΡΑΚΤΟΡΑΣ ΤΟΥ ΠΑΣΟΚ! Τον ανακάλυψαν όταν πήγε στο εξωτερικό ο Χαρίλαος Φλωράκης να συναντήσει έναν κομμουνιστή ηγέτη ξένης χώρας και τον πήρε μαζί του. Λίγο καιρό μετά, κάποια πράγματα που ειπώθηκαν στη συνάντηση αυτή, είδαν το φως της δημοσιότητας. Η ηγεσία έβλεπε από καιρό να δημοσιεύονται διάφορα απόρρητα του κόμματος στον Πασοκικό τύπο. Όμως αυτή τη φορά αυτά που περιείχε το δημοσίευμα, τα γνώριζε μόνο ο Φλωράκης και αυτός. Κανένας άλλος! Τον παρακολούθησαν και διαπίστωσαν ότι κάθε βδομάδα κατέβαινε στην Αθήνα και έμενε σε ένα ακριβό ξενοδοχείο. Αποφάσισαν λοιπόν να τον παρακολουθήσουν. Δυο μέλη της Κ.Ε. πήγαν στο ξενοδοχείο αυτό και κάθισαν στο μπαρ. Σε λίγο κατέβηκε και το εν λόγω μέλος του Π.Γ. και κάθησε ακουμπώντας δίπλα του ένα δερμάτινο βαλιτσάκι. Μετά από λίγα λεπτά καταφθάνει κάποιος κρατώντας ένα όμοιο βαλιτσάκι που το αντάλλαξε με κείνο του στελέχους του ΚΚΕ.
Μόλις το είδαν αυτό, πετάχτηκαν τα μέλη της Κ.Ε. και πήραν το βαλιτσάκι όπου υπήρχαν καινούριες πληροφορίες για το Κόμμα με αποδέκτη την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ. Έγινε δίκη… Για τιμωρία τον διέταξαν να εγκαταλείψει για πάντα την Ελλάδα. Τι να υποθέσει κανείς μετά από όλα αυτά… Είναι φυσικά ολοφάνερο ότι κάποιοι ανησυχούσαν για την στενή σχέση μου με την ΚΝΕ. Γι’ αυτό βρέθηκε αυτός ο ιδιοφυής τρόπος να χάσω μαζί με την ΚΝΕ όλη την ελληνική νεολαία.
Θα δείτε παρακάτω ότι το στοιχείο που ξεχωρίζει από όλους τους άλλους και που γεννάει ασταμάτητα κεραυνούς -απ’ όλες τις πλευρές- εναντίον μου είναι το ότι είμαι ένας ανεξάρτητος Έλληνας που είπε «Όχι» σε αμερικανούς και ρώσους, σε όλους τους δυνατούς στην Ελλάδα και στον έξω κόσμο. Σ’ αυτό ομολογώ με βοηθάει η Μουσική. Αλλά η βάση είναι ότι πέρασα από τα σχολεία των αγώνων. Μορφώθηκα. Στα 1945 με διάλεξαν με άλλους πενήντα ανάμεσα σε εκατοντάδες χιλιάδες ΕΠΟΝίτες για να μπω στην Κομματική Σχολή. Από το 1945 ως το τέλος του 1946 ήμουν επαγγελματικό στέλεχος του ΚΚΕ.
Εν πάση περιπτώσει έχω καταλήξει σε δυο Αρχές-Διαπιστώσεις: Πρώτον: Ο Λαός μας τουλάχιστον έως χτες ήταν πλειοψηφικά δημοκρατικός και Δεύτερον: Δεν υπάρχει ελπίδα για πρόοδο δίχως την κατάκτηση της Εθνικής Ανεξαρτησίας. Το ερώτημα είναι ποιοι δεν θέλουν την χώρα μας ανεξάρτητη; Ποιοι φοβούνται μήπως αυτή η προοδευτική πλειοψηφία γίνει μια μέρα Κυβέρνηση; Σκεφτείτε μονάχα ότι όταν η ΕΔΑ μου πρότεινε να συνεργαστούμε με τη δημιουργία των Λαμπράκηδων, η νεολαία της ΕΔΑ ήταν δυο χιλιάδες μέλη. Όταν έγινα Πρόεδρος των Λαμπράκηδων σε έξι μήνες είχαμε 70.000 μέλη και η επιρροή μας έφτανε τους 300.000. Αυτοί που πήραν μέρος στις δυο Μαραθώνιες πορείες στα 1964 και 1965. Σκεφτήκανε λοιπόν τότε στην Μεταπολίτευση οι εχθροί μου: «Η σύνδεση και η συνεργασία του Θεοδωράκη με την ΚΝΕ ξεκινά από μια βάση δεκάδων χιλιάδων και όχι με τους δυο χιλιάδες της ΕΔΑ. Κι αν ο διάολος σπάσει το πόδι του και αυτός ο επικίνδυνος άνθρωπος καταφέρει να τους μπολιάσει με το όραμα μιας Εξουσίας του Ανεξάρτητου Λαού; Τότε μονάχα οι νέοι μπορεί να εκτιναχθούν στους 500.000 ή και περισσότερους και να κάνουν πράξη της ελπίδες του μάρτυρα Λαού». Το όνειρο όλων αυτών που θυσίασαν τη ζωή τους έχοντας μπολιαστεί με αυτό ακριβώς το όραμα.
Έτσι λοιπόν, οι «Γενίτσαροι» ήταν μέρος ενός σατανικού σχεδίου που με κυνηγά από τα Δεκεμβριανά έως σήμερα. Τι επιδιώκω; Τίποτα πια… Γιατί για μένα είναι πολύ αργά για όλα. Θέλω μόνο όταν πεθάνω, να γνωρίσετε όλοι ποιος είμαι πραγματικά. Έστω και αν έχω αποτύχει να δω να πραγματοποιούνται τα πιο ακριβά μου όνειρα.
Σταθμοί-κόμβοι στην πορεία του κινήματος και της χώρας προς το χάος, ο Λίβανος, η Γκαζέρτα, τα Δεκεμβριανά, η Βάρκιζα, η παράδοση των όπλων του ΕΛΑΣ, η αποκήρυξη του Άρη και τέλος ο Εμφύλιος και η Ήττα…
Δεκατία του ’50, στα 1958 νίκη της ΕΔΑ στις εκλογές. Γιατί η σύνθεση της ηγεσίας θύμιζε εκείνη του ΕΑΜ δηλ. του Πατριωτικού Λαϊκού Μετώπου και το εκλογικό της πρόγραμμα θύμιζε το πρόγραμμα Λαοκρατίας του ΕΑΜ με διαφορετικά λόγια. 25% δέκα χρόνια μετά το τέλος του Εμφυλίου με αμερικανοκρατία, θρόνο και αστυνομικό κράτος και χιλιάδες εαμίτες-κομμουνιστές πρόσφυγες, φυλακισμένους και εξόριστους.
Τι μας δείχνει αυτή η μεγάλη νίκη, η ανάδειξη της ΕΔΑ σε αξιωματική αντιπολίτευση; Ότι ο λαός παραμένει πιστός στις αξίες του απελευθερωτικού αγώνα με επί κεφαλής μια πλατειά κοινωνική και πολιτική συμμαχία που στην απελευθέρωση είχε μαζί της το 70% του ελληνικού λαού! Αυτό μας δείχνει ακόμα ότι οι κομμουνιστές μπορεί να είναι μόνο η ατμομηχανή και όχι όλο το τραίνο με τα δεκάδες βαγόνια δηλαδή η πλειοψηφία του λαού. Τότε και μόνο τότε η Κυβέρνηση θα μπορεί να είναι το όργανο της ιστορικής νομοτέλειας με ρίζες βαθειές και απόρθητες. Όμως τότε, μετά τη νίκη της ΕΔΑ, γίνονται βασικές κινήσεις από τους αμερικάνους και τους σοβιετικούς. Οι πρώτοι προσπαθούν και πετυχαίνουν να δημιουργήσουν την Ένωση Κέντρου σε ρόλο κυματοθραύστη της ανόδου της Αριστεράς και παράλληλα προτρέπουν τους εθνικόφρονες φίλους τους να δημιουργήσουν παρακρατικές οργανώσεις με στόχο την τρομοκράτηση των οπαδών της Αριστεράς.
Οι σοβιετικοί από την πλευρά τους ανησυχούν με την άνοδο της Αριστεράς, γιατί σε περίπτωση εκλογικής κυριαρχίας και ανάδειξής της σε κυβέρνηση, θα λυνόταν τα χέρια των Αμερικανών, που σε αντίποινα θα βοηθούσαν την άνοδο των αντικομμουνιστών σε χώρες όπως η Πολωνία, η Ουγγαρία και όπου αλλού πίστευαν πως υπάρχουν αντικαθεστωτικές δυνάμεις. Άλλωστε η ζωή έδειξε τη δύναμη των αντικομμουνιστών στις σοσιαλιστικές χώρες, που ειδικά σήμερα υπερβαίνουν σε φανατισμό ακόμα και τους Αμερικανούς και τους συμμάχους τους στο ΝΑΤΟ. Έτσι, προώθησαν τον απόλυτο έλεγχο της ΕΔΑ από τα κομμουνιστικά στελέχη, με αποτέλεσμα να μεταβληθεί ο χαρακτήρας του Μετώπου και από όργανο συλλογικό να μετατραπεί σε Κόμμα ουσιαστικά κομμουνιστικό, με μανδύα τόσο διάφανο, ώστε από ολόκληρο συρμό τραίνου να μείνει μόνο η ατμομηχανή. Οι κομμουνιστές από κει και πέρα όφειλαν να διατηρήσουν την ΕΔΑ ως δύναμη μόνιμης μειοψηφίας και παράλληλα να προσπαθήσουν να δημιουργηθεί ένα ενδιάμεσο προοδευτικό κόμμα που με τη βοήθειά τους να σχηματίσει κυβέρνηση φιλική, μέσα από την οποία το Κόμμα θα προωθούσε όσο το δυνατόν περισσότερο τους κοινωνικούς και πολιτικούς του στόχους.
Το γεγονός αυτό με έφερε σε αντίθεση με τους διάφορους κομμουνιστές ηγέτες όπως π.χ. τον Αντώνη Μπριλλάκη και τον Λεωνίδα Κύρκο που με συναντούσαν στο Παρίσι. Με όλους αυτούς με συνέδεαν αγωνιστικοί δεσμοί από την Κατοχή και τον Εμφύλιο, αφού με τους περισσότερους είχαμε μοιραστεί την ίδια σκηνή στην Μακρόνησο ή στο ίδιο κελί στη φυλακή. Ήταν σύντροφοι και φίλοι μου και μπορούσαμε άφοβα να μοιραστούμε τις σκέψεις μας. Τότε φάνηκε η πρώτη μας διαφορά. Εκείνοι βάζανε πρώτα το κόμμα κι εγώ πρώτα τον Λαό. Φυσικά κι εγώ ως κομμουνιστής ήθελα ο Λαός μας να ακολουθήσει τις αρχές και το πρόγραμμά μας αλλά πίστευα και πιστεύω ότι χωρίς τον Λαό δεν μπορεί να υπάρξει κομμουνισμός. Και στο κάτω-κάτω γιατί διαλέξαμε αυτόν τον δρόμο; Μήπως δεν το κάναμε για να υπερασπίσουμε τον Λαό μας; Πέρασαν πολλά χρόνια και οι φίλοι μου δεν είναι πια κοντά μας αλλά δεν πιστεύω ότι τους εκθέτω εάν αποκαλύψω ότι γνώριζαν τη συλλογιστική των σοβιετικών και επειδή θεωρούσαν τότε ότι οι αποφάσεις της Μόσχας έπρεπε να είναι Ευαγγέλιο για μας, πίστευαν ότι ήταν υποχρεωμένοι να υπακούσουν. Πού να φανταζόταν τότε την εξέλιξή τους σε φανατικούς εχθρούς της Σοβιετικής Ένωσης…
Εγώ όμως, παρά το γεγονός ότι διαφωνούσα, δεν έγινα ποτέ αντισοβιετικός. Τι πίστευα τότε που με έφερνε σε διάσταση μαζί τους; Ότι εμείς οφείλουμε να κοιτάζουμε το συμφέρον του λαού μας με τη βεβαιότητα ότι αν πετύχουμε τον στόχο μας, τότε και οι σοβιετικοί θα μας έλεγαν «μπράβο». Όπως έκαναν με τον Τίτο και τον Εμβέρ Χότζα που δεν πειθάρχησαν στη μοιρασιά των λαών. Θυμάμαι ότι στη συνάντηση Στάλιν-Τσώρτσιλ στη Μόσχα, είχαν αποφασίσει για Αλβανία και Γιουγκοσλαυία επιρροή 50-50. Αυτοί δεν δέχθηκαν. Προχώρησαν και μονοπώλησαν την εξουσία, με αποτέλεσμα να γίνονται δεκτοί με τιμές στην Μόσχα. Ενώ εμείς δεν τολμήσαμε να κάνουμε το ίδιο και φτάσαμε εκεί που φτάσαμε…
Οι δυνατοί και σοβαροί λαοί εκτιμούν τους σοβαρούς και τους δυνατούς, αδιάφορο εάν είχαν διαφορετικές απόψεις. Το ίδιο πιστεύω και τώρα. Εάν μετά το συλλαλητήριο στις 12 του Φλεβάρη του 2012 κατορθώναμε να κάνουμε ένα πλατύ Μέτωπο που να μπορέσει στις εκλογές να κερδίσει την απόλυτη πλειοψηφία, πιστεύω ότι θα είχαμε τα χέρια μας λυμένα να αποφασίσουμε αυτά που συνέφεραν στη χώρα. Δεν τα λέω, είναι γνωστά. Τι θα έκαναν τότε οι ΗΠΑ και η Ευρώπη; Σαν δυνατοί και σοβαροί λαοί θα μας αναγνώριζαν και θα επεδίωκαν την φιλία και την συνεργασία μας. Φτάνει κι εμείς να γνωρίζαμε πόσο μακριά θα επιδιώκαμε να πάμε σεβόμενοι κυρίως τις λεπτές διεθνείς ισορροπίες. Ακόμα και για τα συμφέροντα, δεν θα είχαμε αντίρρηση να τα συζητήσουμε, φτάνει να ήταν αμοιβαία.
Ο Μπριλλάκης που ήταν στα 1963 ο επί κεφαλής του εσωτερικού γραφείου (των κομμουνιστών) που διοικούσε την ΕΔΑ, γνωρίζοντας ότι πίστευα ότι πρέπει να βάζουμε πρώτα τον Λαό και μετά το κόμμα και ότι στην περίπτωση αυτή θα έρθει ο Λαός μαζικά κοντά μας, μετά την κηδεία του Λαμπράκη ζήτησε να με συναντήσει και μου είπε επί λέξει:
- Μας κατηγορείς ότι η ΕΔΑ είναι απομονωμένη από το πλατύ μαζικό κίνημα και ότι γι’ αυτό φταίει η σεχταριστική πολιτική μας λόγω της σχέσης με το Π.Γ. στο Βουκουρέστι, έτσι δεν είναι;
- Έτσι είναι. Άλλωστε τα ‘παμε αυτά πολλές φορές. Τι με θέλεις;
- Θέλω να αποδείξεις στην πράξη και όχι θεωρητικά ότι έχεις δίκιο. Γι’ αυτό η ΕΔΑ σου προτείνει να συνεργαστούμε στον τομέα της νεολαίας.
- Γιατί της νεολαίας;
- Γιατί διαπιστώσαμε ότι οι νέοι σε αγαπούν.
- Τέλος πάντων. Δεν με θέλετε στην κεντρική πολιτική σκηνή. Λοιπόν;
- Προτείνουμε να γίνει μια Κίνηση Νέων «Γρηγόρης Λαμπράκης». Θα είμαστε υπεύθυνοι εσύ κι εγώ. Εμείς θα βάλουμε δυο στελέχη, τον Γρηγόρη Γιάνναρο και τον Ανδρέα Λεντάκη κι εσύ θα βάλεις δυο δικούς σου.
- Συμφωνώ.
- Τώρα θα σε δούμε τι θα κάνεις στην πράξη. Γιατί άλλο είναι να το λες και άλλο να το κάνεις.
Την εποχή εκείνη, η νεολαία της ΕΔΑ είχε δυο χιλιάδες μέλη. Μέσα σε λίγους μήνες, στην αρχή του 1964 στο Πρώτο Συνέδριο των Λαμπράκηδων είχαμε 70.000 μέλη. Όμως η επιρροή μας ήταν πολύ πιο μεγάλη. Λ.χ. στις δύο Μαραθώνιες πορείες στα 1964 και 1965 βάδισαν από τον Μαραθώνα στην Αθήνα 300.000 νέες και νέοι που ήρθαν από όλη την Ελλάδα. Για να κάνουν τόσο μεγάλο ταξίδι, να καλύψουν το κόστος του ταξιδιού και της διαμονής στην Αθήνα, να πάνε στον Μαραθώνα και να βαδίσουν 50 χιλιόμετρα, πάει να πει ότι δεν ήταν απλά φίλοι μας αλλά συνειδητοί οπαδοί μας. Όμως υπήρχε ο φόβος των διώξεων που ήταν πολλές και συνεχείς. Κινδύνευαν να χάσουν τις θέσεις τους ή τις σπουδές τους. Ο Παπανδρέου με ειδικό νόμο είχε απαγορεύσει στη μαθητιώσα νεολαία να συμμετέχει στη Νεολαία Λαμπράκη, ακόμα και να παρακολουθεί εκδηλώσεις της. Ο βασιλιάς Κωνσταντίνος στο πρωτοχρονιάτικο διάγγελμά του μας χαρακτήρισε μιάσματα. Τέλος, οι επιθέσεις και οι ξυλοδαρμοί ήταν συνεχείς. Αφού χτυπούσαν και μένα που ήμουν βουλευτής… Μάλιστα μετά το ξύλο που έφαγα στον Πειραιά την ημέρα των Επιφανίων του 1966 αντί να πάω στο τραπέζι όπου έτρωγε η οικογένειά μου, μπήκα στο γραφείο μου να σκουπίσω τις λάσπες (με είχαν ξαπλώσει πάνω στην βρώμικη άσφαλτο) και τα αίματα, είδα πάνω στο αναλόγιο του πιάνου τα χειρόγραφα της Ρωμιοσύνης του Ρίτσου που ήταν καταχωνιασμένα κοντά δύο χρόνια και που κάποιο άγνωστο χέρι τα έβαλε στο πιάνο την ημέρα εκείνη και διαβάζοντας τον πρώτο στίχο «Αυτά τα δέντρα δεν βολεύονται με λιγότερο ουρανό», κάθισα ευθύς στο πιάνο και έγραψα μονορούφι όλη τη Ρωμιοσύνη.
Στους δύο μήνες που κράτησαν οι διαδηλώσεις στα 1965 στον καιρό της αποστασίας, κατεβάζαμε κάθε βράδυ 50.000 Λαμπράκηδες που έκαναν αδιάκοπα τον κύκλο Βουλή-Ομόνοια-Βουλή αντιμετωπίζοντας την αστυνομία που χτυπούσε άγρια. Τότε ήταν που χάσαμε τον Σωτήρη Πέτρουλα. Αλλά κι εμείς δεν μείναμε με τα χέρια δεμένα. Θέλαμε η νεολαία μας να είναι μαχητική. Έτσι ανταποδίδαμε τα χτυπήματα εξοπλισμένοι όπως έπρεπε για να καταλάβουν τη δύναμή μας. Κάθε βράδυ επισκεπτόμουν το Δημοτικό Νοσοκομείο και τον Ευαγγελισμό για να δώσω θάρρος στους εκατοντάδες τραυματίες με σπασμένα κόκκαλα, με τραύματα στο σώμα ή στο κεφάλι. Θυμάμαι που κάποιο βράδυ στον Ευαγγελισμό με φώναξε ένας χειρούργος που κρατούσε με μια λαβίδα ένα πληγωμένο έντερο: «Τα καθάρματα», μου λέει, «τον χτύπησαν τόσο δυνατά στην κοιλιά που αναγκαστήκαμε να κόψουμε 20 πόντους από το έντερο». Ο διοικητής της αστυνομίας στην Αθήνα ήταν Κρητικός Παπανδρεϊκός με φιλικά αισθήματα προς εμένα. Ένα βράδυ που επισκέφθηκα τη δεξιά πτέρυγα του Δημοτικού Νοσοκομείου όπου ήταν οι δικοί μας τραυματίες, ο Αστυνομικός Διευθυντής που έβγαινε από την αριστερή πτέρυγα με τους τραυματίες της αστυνομίας, γυρίζει και μου λέει: «Γιατί βλέπεις μόνο τους δικούς σου; Κι αυτοί, τα παιδιά της αστυνομίας, μήπως δεν είναι και δικά σου παιδιά;» «Και τι θέλετε να κάνω;» «Πάμε μέσα. Θα χαρούν πολύ να σε δουν…».
Αυτή η κίνηση επιβεβαιώνει την ακτινοβολία μας που έσπαγε όλα τα φράγματα. Αργότερα ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, Πρόεδρος της ΕΡΕ, με παρακάλεσε να πάω να μιλήσω στην νεολαία της ΕΡΕ για τον Πολιτισμό, που ήταν ένα θέμα που ήθελαν να το αναπτύξουν στο Συνέδριό τους στην Χαλκίδα. Και βέβαια πήγα και συνεδριάσαμε με την ηγεσία της ΕΡΕΝ. Όταν ήμουν κρατούμενος στην Ασφάλεια στην Μπουμπουλίνας, ένα απόγευμα του Αυγούστου του 1967, μπήκε στο κελί μου ο Βασίλης Λάμπρου, προϊστάμενος της Ασφάλειας σε έξαλλη κατάσταση:
- Αυτά τα παλιόπαιδα της ΕΡΕΝ έκαναν διαδήλωση στο Κολωνάκι με συνθήματα κατά της Κυβερνήσεως! Αδιανόητο! Τους έχω εδώ κάτω στο ισόγειο και θα τους λιανίσω στο ξύλο..
Δεν είναι περίεργο το ότι ένας ασφαλίτης νοιώθει την ανάγκη να διαμαρτυρηθεί σ’ έναν επαναστάτη αριστερό, γιατί η νεολαία του έκανε νερά;
Όλες αυτές οι αδιανόητες καταστάσεις επιβεβαιώνουν κατά τη γνώμη μου ότι ο αγώνας μας είχε εκείνα τα στοιχεία που προαναφέραμε. Πρώτον την αγάπη μας για την πατρίδα και τον λαό μας και δεύτερον την στάση ζωής που έδειχνε με χίλιους τρόπους ότι είμαστε ανεξάρτητοι, ελεύθεροι και ιδεολόγοι με ένα και μόνο σκοπό, να βοηθήσουμε την κοινωνία, τον λαό και την πατρίδα να κάνουν βήματα προς τα εμπρός. Και κάτι ακόμα. Αυτό το δόγμα για κοινωνική δικαιοσύνη εμείς το κάναμε πράξη με πρωτοβουλίες που αντιμετώπιζαν μέσα στην ίδια τη ζωή, ζυμωμένοι με την νεολαία και τον λαό, τα καθημερινά τους προβλήματα από τα πιο μικρά στις συνοικίες, στο χωριό, στο σχολείο, στους χώρους δουλειάς, στο χωράφι, στο εργαστήριο, στο εργοστάσιο, ως τα πιο μεγάλα για την Ειρήνη, τα ανθρώπινα δικαιώματα, την Δημοκρατία κι ακόμα τις διεθνείς ζυμώσεις.
Όμως η μεγάλη ιδιαιτερότητα της Νεολαίας Λαμπράκη είναι το γεγονός ότι κατορθώσαμε να συνενώσουμε την πολιτική με την πολιτιστική πράξη. Για τον λόγο αυτό δημιουργήσαμε εκατοντάδες Λέσχες Πολιτισμού. Κάναμε σε όλη τη χώρα εκστρατείες για τη συλλογή βιβλίων και δίσκων μουσικής από τον λαό και μ’ αυτόν τον τρόπο εφοδιάζαμε με βιβλία και δίσκους όλες μας τις Λέσχες έως το τελευταίο χωριό.
Η Αριστερά που μετά τον εμφύλιο δεν υπήρχε στο χωριό, με τους Λαμπράκηδες κυριάρχησε. Εγώ προσωπικά μαζί με στελέχη της οργάνωσης επισκέφθηκα εκατοντάδες χωριά. Όταν έφτανα, με υποδέχονταν ο Πρόεδρος, ο παπάς, ο αστυνόμος και σχεδόν όλοι οι κάτοικοι. Μπροστά τα αγόρια και τα κορίτσια που έλαμπαν από υπερηφάνεια γιατί θα έπαιζαν στο εξής σημαντικό ρόλο μέσα στο χωριό τους.
Στους λόγους μου τους προέτρεπα να πρωτοστατούν στην επίλυση των προβλημάτων του χωριού. Φτιάχναμε παιδικούς σταθμούς, ώστε οι γυναίκες να μπορούν να πηγαίνουν ήσυχες στο χωράφι. Καθαρίζαμε από τις λάσπες τους δρόμους και τα πεύκα από τις κάμπιες. Σ’ ένα χωριό θυμάμαι ότι είδα το Νεκροταφείο τους μέσα στα ξερόχορτα και κάλεσα τους Λαμπράκηδες να το καθαρίσουν. Σε πολλά χωριά όπου οι γυναίκες ήταν χήρες και μόνες, οι Λαμπράκηδες δούλευαν εθελοντικά στα χωράφια τους για να έχουν να φάνε. Η πολιτική δεν ήταν μόνο λόγια αλλά την εφαρμόζαμε στην πράξη μέσα στη ζωή.
Δημιουργήσαμε το Εθνικό Συμβούλιο της Νεολαίας με επί κεφαλής τον Κώστα Βάρναλη και με τη συμμετοχή των αντιστασιακών και των διανοουμένων. Ειδικά στην Αθήνα και στον Περαιά όπου είχαμε δεκάδες Λέσχες Πολιτισμού, οργανώναμε σε κάθε Λέσχη συζήτηση με την παρουσία ενός ποιητή ή ενός αξιωματικού του ΕΛΑΣ ή του Δημοκρατικού Στρατού. Έτσι τα παιδιά μας μάθαιναν την σύγχρονη ιστορία από τη δική μας σκοπιά και την ελληνική Τέχνη από τα χείλη διακεκριμένων εκπροσώπων της Αριστεράς στους τομείς του Αγώνα και της Τέχνης. Τον Μαρξισμό-Λενινισμό εγώ ο ίδιος παρακάλεσα τον Γρηγόρη Φαράκο να φροντίσει να μας εφοδιάσουν από το εξωτερικό με βιβλία, ώστε τα μέλη μας να ακολουθήσουν τον επαναστατικό δρόμο του ΚΚΕ - ΕΑΜ - ΕΛΑΣ - ΕΠΟΝ, τότε που σηκώσαμε με τα χέρια μας ψηλά την Ελλάδα. Και όταν στα 1964 δήλωσα στην Θεσσαλονίκη ότι είμαι Μαρξιστής-Λενινιστής-Κομμουνιστής και ζητώ την νομιμοποίηση του ΚΚΕ, δεν το έκανα τυχαία αλλά γιατί ήθελα να δώσω στη νεολαία την κατεύθυνση που πίστευα ότι έπρεπε να ακολουθήσουν οι νέοι ως νέοι υπεύθυνοι επαναστάτες κομμουνιστές. Γράφω τη λέξη «κομμουνισμός» και οφείλω να πω ότι επειδή είχα διαβάσει τα έργα των κλασσικών του Μαρξισμού, τον είχα κατατάξει ως… νεοπυθαγόρειος στον χώρο της Αρμονίας. Επομένως είχα και έχω σχηματίσει την αληθινή του εικόνα, που σήμερα έχει μετεξελιχθεί στον ουτοπικό κομμουνισμό. Αργότερα στην δίκη των υπευθύνων για την δολοφονία του Λαμπράκη δήλωσα στο Δικαστήριο στην Θεσσαλονίκη ότι θεωρώ ηθικό αυτουργό την Βασιλομήτορα Φρειδερίκη. Η αντίδραση της ΕΔΑ σ’ αυτές τις δηλώσεις μου ήταν άμεση και δημόσια καταδικαστική. Εκεί όμως που πήρε μεγάλες διαστάσεις ήταν στην περίπτωση της δολοφονίας 17 Εδαϊτών στον Γοργοπόταμο. Όταν μου τηλεφώνησε το ίδιο βράδυ ο Μπριλλάκης, πήρα το αυτοκίνητο και πήγα επί τόπου. Τα πτώματα ήταν διάσπαρτα και εκτεθειμένα στους λύκους. Άναψα τα φώτα του Σιτροέν και τα φώτιζα όλη νύχτα. Εκεί συνάντησα τον δημοσιογράφο της Αυγής Βούλτεψη που είχε εξιχνιάσει πρώτος το έγκλημα της δολοφονίας του Λαμπράκη.
Μου λέει λοιπόν ο Βούλτεψης:
- Πρόκειται για δολοφονική ενέργεια. Στη συγκέντρωση μνήμης που οργάνωσε η ΕΔΑ δήλωσαν συμμετοχή και ορισμένοι υπουργοί της Κυβέρνησης (Γ. Παπανδρέου). Αποφάσισαν λοιπόν να τους σκοτώσουν και να κατηγορήσουν γι’ αυτό τους Εδαϊτες. Κι αυτό γιατί φοβούνται την επιρροή μας στην Ένωση Κέντρου. Φύτεψαν λοιπόν δυο νάρκες, απ’ αυτές που μόλις τις πατήσει κάποιος πηδούν και σκάνε στα δύο μέτρα ώστε να προκαλέσουν δεκάδες θύματα, τα πιο πολλά αποκεφαλισμένα, σαν αυτά που φωτίζεις εδώ με τα φώτα του Σιτροέν σου. Και τώρα μας λένε ψέματα ότι οι νάρκες είναι δήθεν γερμανικές.
Πήγα στο ξενοδοχείο και βρήκα τον Κύρκο και τον Παρασκευόπουλο, τον διευθυντή της Αυγής, τους κατατόπισα και κατεβήκαμε στο μπαρ του ξενοδοχείου. Αμέσως μας κυκλώσανε οι δημοσιογράφοι κι εμείς δηλώσαμε ότι πρόκειται για δολοφονική ενέργεια. Αυτοί δημοσίευσαν τις δηλώσεις μας στις αθηναϊκές εφημερίδες. Ο Παπανδρέου ανησύχησε, φοβήθηκε και πήρε τηλέφωνο την ηγεσία της ΕΔΑ για να παρακαλέσει να μας διαψεύσουν και να πούνε ότι πρόκειται για ατύχημα. Έτσι σε λίγο φτάνουν μέλη της Εκτελεστικής και μας ξυπνούν. Κοιμόμασταν μαζί και οι τρεις σε ένα δωμάτιο. Κάποιος λέει ότι θα πρέπει να μείνουν στο δωμάτιο μόνο τα μέλη της ηγεσίας.
- Δηλαδή εγώ θα πρέπει να βγω έξω με τις πιζάμες;
- Δυστυχώς, ναι.
Όταν ξημέρωσε, μας περίμενε στην είσοδο του ξενοδοχείου ένας στρατηγός για να πάμε μαζί με το τζιπ στον χώρο όπου είχαν εκραγεί οι νάρκες. Στο μεταξύ είχαν πάρει τα πτώματα. Εκεί παίχτηκε μια σκηνοθετημένη σκηνή με έναν στρατιώτη ναρκοαλιέα που έψαχνε με το μηχάνημα να βρει νάρκες. Ξαφνικά σταματά. Σκάβουν προσεκτικά, βρίσκουν την (γερμανική υποτίθεται) νάρκη σκεπασμένη με χώματα. Τότε ο στρατηγός απευθυνόμενος στον Κύρκο λέει:
- Κοιτάξτε κύριε Βουλευτά. Προσέξτε τα ριζίδια για να δείτε πόσο παλιά είναι η νάρκη.
Ο Κύρκος που στο μεταξύ, μετά την επίσκεψη του μέλους του Εκτελεστικού γραφείου είχε αλλάξει γνώμη, πλησιάζει και εξετάζει προσεκτικά τα ριζίδια. Τότε δεν βάσταξα και του φώναξα για να με ακούσουν καλά:
- Λεωνίδα, αυτά που μας παρουσιάζει ο στρατηγός δεν ονομάζονται ρι-ζί-δι-α αλλά αρ-χί-δι-α.
Και θυμωμένος πήρα το αυτοκίνητό μου και γύρισα στην Αθήνα.
Όταν έφτασα στην Αθήνα, κάλεσα το Προεδρείο των Λαμπράκηδων, τους κατατόπισα και όλοι εκτός από τον Γραμματέα που ήταν και μέλος της ηγεσίας της ΕΔΑ βγάλαμε μια ανακοίνωση με την οποία καταγγέλλαμε την δολοφονία των συναγωνιστών μας από όργανα της Χωροφυλακής και του Στρατού και ζητούσαμε ευθύνες από την Κυβέρνηση.
Στο μεταξύ η Εκτελεστική (και φυσικά και ο Κύρκος) είχαν στείλει στην εφημερίδα ανακοίνωση που μιλούσε για ατύχημα. Όταν πήγα στην Αυγή την δική μας ανακοίνωση, ο Παρασκευόπουλος μου είπε ότι χρειαζόταν έγκριση του Μπριλλάκη. Τρέχω στην Βουλή (ήμουν κι εγώ Βουλευτής) και βρίσκω τον Αντώνη μέσα στην αίθουσα. Εκεί, μπροστά στους Βουλευτές του Κέντρου και βγάζοντας κυριολεκτικά αφρούς από το στόμα του, μου λέει:
- Δεν θα σ’ αφήσω να μου χαλάσεις εσύ το Μαγαζί!
Στο Πέραμα γίνεται η κηδεία του τοπικού γραμματέα της ΕΔΑ. Μόνο το σώμα του, γιατί του λείπει το κεφάλι. Η εντολή είναι να γίνουν οι κηδείες διακριτικά. Όταν φτάνω εγώ, η «περιφρούρηση» της ΕΔΑ δεν μου επιτρέπει να μπω στην εκκλησία. Ακούω τον Βουλευτή της ΕΔΑ να λέει πόσο λυπηρό είναι να πας σε μια ειρηνική εκδρομή και να βρεις κατά τύχη αυτόν τον άδικο θάνατο. Όλοι είχαν παγώσει, γιατί ήξεραν την αλήθεια.
Τότε, με τη βοήθεια των δικών μου, σπάω το φράγμα και πάω στο φέρετρο ξεκινώντας την ομιλία μου με την αγωνιστική λέξη «Αγαπημένε μας σύντροφε!». Στο τέλος όλοι μαζί τραγουδάμε το «Πέσατε θύματα».
Μάλιστα, αγαπητή μου άγνωστη της ΚΝΕ. Απ’ όλα τα θύματα που δεν πήγαν να κάνουν πικ-νικ όπως ανακοίνωσαν οι τότε εκλεκτοί του Κόμματος αλλά προσκύνημα στους νεκρούς στης Εθνικής μας Αντίστασης, θάφτηκε χάρη σε μένα ως κομμουνιστής ένας και μοναδικός νεκρός, αυτός που τίμησα εγώ, ο «μεγάλος … μουσουργός». Λες και μαρτύρησα στην Μακρόνησο ως καλλιτέχνης και δημιούργησα αυτή τη μεγάλη φωτεινή στρατιά των Λαμπράκηδων ως «μεγάλος Μουσουργός».
Από εκείνη τη στιγμή άρχισε για μένα η αρχή του τέλους της καταδίκης μου από τα κομματικά ιερατεία. Η ηγεσία του ΚΚΕ έβαζε τότε βαθμό 10 στον Μπριλλάκη και μηδέν στον Θεοδωράκη. Ακόμα και την εποχή της Χούντας, όταν ο πρώτος κρυβόταν μαζί με τους υπόλοιπους εκλεκτούς της ηγεσίας του κόμματος, ο «μουσουργός» έπαιρνε πρώτος την πρωτοβουλία να σηκώσει το βάρος της ιστορικής ευθύνης να καλέσει την ίδια μέρα του πραξικοπήματος τον Λαό σε αντίσταση. Δύο μέρες μετά έστειλε επιστολή υπερηφάνειας και αγώνα στη διεθνή κοινή γνώμη. Και δυο εβδομάδες μετά ίδρυσε μαζί με κάποιους συναγωνιστές του την πρώτη αντιστασιακή οργάνωση, το Πατριωτικό Μέτωπο (ΠΑΜ). Μέσα στις δύσκολες συνθήκες παράνομης δράσης, οργάνωσε τις πρώτες αντιστασιακές εκδηλώσεις που γέμισαν τον Λαό μας με ελπίδα και περηφάνεια. Όμως και πάλι το ΚΚΕ (Κολιγιάννης) έστειλε το δίδυμο Μπριλλάκη-Δρακόπουλο στο σπίτι στο οποίο κρυβόμουν τότε στην Φιλοθέη να μου ανακοινώσουν παρουσία και του Φιλίνη ότι με καθαιρούν από ηγέτη του Μετώπου και μέσω του Φιλίνη μου έκοψαν την επαφή με τις οργανώσεις. Σημειωτέον ότι εγώ λόγω αναγνωρισιμότητας, ύψους κλπ. έμεινα κάπου κρυμμένος και ο σύνδεσμός μου ήταν ο Φιλίνης. Έτσι με άφησαν ξεκρέμαστο και εκτεθειμένο απέναντι στην Ασφάλεια και την ΚΥΠ που με κυνηγούσαν μανιωδώς. Κατέφυγα ξανά στο κρησφύγετο μου στο Κολωνάκι αποφασισμένος να ξεκινήσω από την αρχή καινούρια οργάνωση! Όταν το έμαθε ο Μπριλλάκης, κατάφερε να με βρει. Μου λέει:
- Στενοχωρήθηκες με την απόφαση του Κόμματος, όμως εγώ ήρθα να σου προτείνω να συνεργαστούμε, δεδομένου ότι εσύ κι εγώ είμαστε τα πιο γνωστά και προβεβλημένα κομματικά στελέχη στην Ελλάδα. Εγώ έχω την αμέριστη εμπιστοσύνη των Σοβιετικών, γι’ αυτό σου προτείνω να μοιραστούμε την ηγεσία. Εγώ θα έχω το πολιτικό μέρος της Αντίστασης κι εσύ το στρατιωτικό.
Ο Αντώνης ήταν Χανιώτης και καθώς μιλούσε, δεν μπορούσε να κρύψει την πονηριά από τα μάτια του που έλαμπαν. Κατάλαβα λοιπόν ότι με θεωρεί εντελώς ηλίθιο (δηλαδή μέγα Μουσουργό) και τον ρωτώ φροντίζοντας να έχω το βλακώδες ύφος που περίμενε:
- Δε μου λες, Αντώνη, όταν λες «στρατιωτικό», εννοείς ότι θα διευθύνω και τον Στόλο;
Σε λίγο ο Αντώνης, αφού βγήκε έξω ως … εκπρόσωπος του Πατριωτικού Μετώπου (εγώ στο μεταξύ βρισκόμουν στην φυλακή) ήταν από τους πρωτεργάτες της διάσπασης και έγινε μέλος της ηγεσίας του ΚΚΕ εσωτερικού. Δηλαδή Αναθεωρητής κατά τις εκτιμήσεις του ορθόδοξου ΚΚΕ. Και αργότερα μετεξελίχθηκε σε οπαδό του Ανδρέα Παπανδρέου. Υποχρεώθηκα να μιλήσω καθαρά και ονομαστικά για έναν παλιό μου σύντροφο και φίλο, γιατί οι «άγνωστες» φωνές (ακόμα και η παρουσιάστρια του Φεστιβάλ της ΚΝΕ που με ανήγγειλε ως «μεγάλο μουσικοσυνθέτη») με υποχρεώσανε να ξεκαθαρίσω την ήρα από το στάρι, ώστε να ,μάθουν επί τέλους οι φίλοι, οι εχθροί και οι άσπονδοι φίλοι την πραγματικότητα μιας ζωής σκεπασμένης από τα λύματα των ιερατείων της πολύχρωμης εξουσίας.
Αυτή η στιγμή με βρίσκει ήρεμο και πλήρη, μιας και με περιβάλλουν εξαίσιες τιμητικές πρωτοβουλίες και έργα φίλων σημαντικών και αφοσιωμένων. Όμως θεωρώ απαραίτητη αυτή την επάνοδο σε γεγονότα που μένουν ερμητικά σφραγισμένα για τους άλλους όχι γιατί τους έλειπε το ενδιαφέρον και η σημασία αλλά γιατί κάποιοι φρόντισαν να με σκεπάσουν με τόση λάσπη, που όπως είχα πει και παλιότερα, αν την έριχναν στο Αιγαίο, θα το μεταβάλανε σε εύφορη πεδιάδα.
Απέδειξα ότι ο Λαός μας ήταν και παραμένει στην πλειοψηφία του προοδευτικός. Και μάλιστα το απέδειξα με δύο τρόπους, τον καλλιτεχνικό και τον πολιτικό. Γιατί η δεκαετία του ΄60 είναι πλέον καταγεγραμμένη ως μια Πολιτιστική Επανάσταση μέσα στην οποία ο δικός μου ρόλος ήταν πρωταγωνιστικός. Στον Πολιτικό Τομέα και στον χώρο που μου ανέθεσαν από πονηρία οι ηγέτες της ΕΔΑ, την ελληνική νεολαία, απέδειξα με το άλμα που έγινε (από 2.000 φτάσαμε τα 300.000 μέλη) πόσο λάθος είχαν να μετατρέψουν την ΕΔΑ σε ουρά του Γεωργίου Παπανδρέου και αργότερα τα δυο κόμματα της Αριστεράς σε ουρά του Ανδρέα Παπανδρέου. Ο οποίος με τη βοήθεια των ηγεσιών των δύο κομματιών του Κόμματός μας, άλωσε τον χώρο της Αριστεράς, τον μετέβαλε σε χώρο διαπλοκής και διαφθοράς και κατέβασε για πρώτη φορά τα ποσοστά του σε μονοψήφιους αριθμούς.
Εγώ και πάλι έμεινα μόνος, απομονωμένος και αποκλεισμένος από την κεντρική σκηνή της Πολιτικής. Γιατί άραγε; Μα γιατί εξακολουθούσα να έχω επιρροή στον Λαό μας και η βασική διαφορά μου ήταν καταδικαστέα τόσο από τους Αμερικανούς όσο και από τους Σοβιετικούς, τόσο από το ΚΚ όσο και από το ΠΑΣΟΚ και φυσικά και από την Δεξιά. Και ποια ήταν αυτή η διαφορά στην πολιτική σκέψη; Ότι η ήττα στον Εμφύλιο Πόλεμο δεν υπήρξε ικανή να σβήσει από τη μνήμη του Λαού το μεγαλείο, την υπερηφάνεια και τη δύναμη που ένοιωσε μέσα από τις τάξεις του ΕΑΜ που κατόρθωσε να τον επηρεάσει ώστε να γίνει η συντριπτική πλειοψηφία του 70%. Ο Λαός μας είδε τότε ότι υπήρχε ένας άλλος τρόπος να ζήσει, να δημιουργήσει και να ευτυχήσει. Ο δρόμος της Εθνικής Ανεξαρτησίας. Κι αυτός είναι ο δρόμος με τον οποίο μπόλιασα το Κίνημα των Λαμπράκηδων και για τον οποίο με καταδίκασε όχι μόνο η αμερικανοκρατία αλλά και η σοβιετοκρατία που τόσο ακολουθούσε η ΕΔΑ και διέλυσε τους Λαμπράκηδες και το Πατριωτικό Μέτωπο και σήμερα οι διάδοχοί τους την Σπίθα.
Επειδή στο κούτελό μου είναι γραμμένες με πύρινα γράμματα οι λέξεις «Εθνική Ανεξαρτησία» και η καρδιά μου γεμάτη μουσική από τον Λαό για τον Λαό, είμαι επικίνδυνος μεν απόρθητος δε. Αυτό ας το έχουν υπ’ όψιν τους όσοι και όποιοι υποτιμούν στο πρόσωπό μου την φωτεινή πλευρά της νεότερης ιστορίας μας…
ΥΓ. Με τον Πότη Παρασκευόπουλο κοιμόμασταν πλάι-πλάι στις Φυλακές Αβέρωφ. Τη νύχτα σιγοκουβεντιάζαμε. Κάποιο βράδυ μου διηγήθηκε:
«Τη νύχτα του πραξικοπήματος ήμουν στο γραφείο της Αυγής και περίμενα τον Μπάμπη (Δρακόπουλο) και τον Αντώνη (Μπριλλάκη) να γράψουνε την Ανακοίνωση με την οποία η ΕΔΑ καλεί τον Λαό να κατεβεί στο Σύνταγμα σύμφωνα με την απόφαση της Εκτελεστικής. Όμως περνούσε η ώρα και εκείνοι είχαν γίνει άφαντοι. Να φανταστείς ότι στο τυπογραφείο της εφημερίδας μπορούσαμε να τυπώσουμε χιλιάδες προκηρύξεις που να καλούν τον Λαό σε αγώνα. Στο τέλος, επειδή απογοητεύτηκα και θύμωσα μαζί τους, έβαλα προκλητικά τον τίτλο «Πιάσανε αυτούς κι αυτούς. Να είναι άραγε δικτατορία;» με ερωτηματικό στο τέλος. Και δημοσίευσα το άρθρο του Άγγελου Διαμαντόπουλου με τον τίτλο «Γιατί δεν πρόκειται να γίνει Δικτατορία». Ξέρω ότι το έγραψε με εντολή της Εκτελεστικής για να απαντήσει σε σένα, γιατί διαφωνούσαν μ’ αυτό που έλεγες εσύ, ότι θα γίνει Δικτατορία και γι’ αυτό πρέπει να πάρουμε τα μέτρα μας πριν να είναι αργά. Συμφωνούσε μαζί τους και ο Ανδρέας, γιατί πίστευαν ότι η άποψή σου θα οδηγούσε τον Λαό στη Δεξιά!».
Εγώ του θύμισα ότι εκτός από το άρθρο του Διαμαντόπουλου, μάζεψαν και την ηγεσία της Σπουδάζουσας στα γραφεία της ΕΔΑ κρυφά από μένα για να τους πουν τα ίδια. Ότι ρίχνω νερό στον μύλο της Δεξιάς… ¨Όταν κάναμε το Μέτωπο, ήταν μαζί μας κι ένας φοιτητής που έτυχε να παρακολουθήσει εκείνη τη σύσκεψη και μας είπε: «Αφού ακούσαμε να μας λένε ότι το Κόμμα δεν πιστεύει ότι θα γίνει Δικτατορία και ότι αυτές είναι απόψεις του Θεοδωράκη εντελώς αυθαίρετες που μας κάνουν κακό, βγαίνοντας στην οδό Αριστείδου πέσαμε πάνω στα τανκς. Και τότε σε θυμηθήκαμε…».
Αλήθεια, τι να πρωτοθυμηθώ…Όμως από όλα αυτά που γράφω τώρα, θέλω να υπογραμμίσω το γεγονός ότι οι προσπάθειες αποκλεισμού μου από όλες τις μεριές, Δεξιά, Αριστερά και Κέντρο είναι γιατί κανένας απ’ αυτούς δεν θέλει ή δεν πιστεύει στο όραμα της Εθνικής Ανεξαρτησίας. Ένα όραμα που το περιμένουν να γίνει πραγματικότητα οι Έλληνες από την Βαυαροκρατία έως σήμερα.
Το καλοκαίρι του 2014 η κυβέρνηση Σαμαρά εντάσσει μαζικά στο ΤΑΙΠΕΔ την δημόσια περιουσία. Στον κατάλογο του ξεπουλήματος την τιμητική της έχει και η περιοχή της Αργολίδας με ακίνητα ανυπολόγιστης αξίας (ιστορικής-αρχαιολογικής, οικολογικής, ευρύτερου δημόσιου συμφέροντος). Πωλητήριο μπαίνει και σε όλη την παραλία της Καραθώνας και στο Κονδύλι, σε έκταση εντός του ιστορικού-αρχαιολογικού χώρου της Ακροναυπλίας και σε έκταση εντός του υγροβιοτόπου στην παραλιακή Ναυπλίου-Νέας Κίου. Η επιθετική αυτή κίνηση της μνημονιακής κυβέρνησης της ΝΔ κινητοποίησε μια σειρά από κοινωνικούς και πολιτικούς φορείς της Αργολίδας όπως και σε άλλες περιοχές της χώρας για την προστασία της δημόσιας περιουσίας. Με το πέρας των κινητοποιήσεων όμως ήρθε η δίωξη έξι αγωνιστών πολιτών του Ναυπλίου. Οι κατηγορούμενοι προέρχονται από όλο το πολιτικό φάσμα των συλλογικοτήτων που συμμετείχαν στο κίνημα και δικάζονται στις 10 Νοέμβρη στο Ναύπλιο για την συμμετοχή τους στο μαζικό κίνημα, με στημένες κατηγορίες «καθ’ υπόδειξη» από τις αστυνομικές αρχές που προκαλούν τη θυμηδία. Το γεγονός αυτό παραπέμπει στις εποχές του φακελώματος από την Ασφάλεια των «ανήσυχων πολιτών».
Η συνέχιση της δίωξης των έξι και η επικείμενη δίκη τους στις 10 Νοέμβρη εκθέτει και την σημερινή κυβέρνηση. Δεν ξεχνάμε τις ψεύτικες υποσχέσεις και δηλώσεις του σημερινού πρωθυπουργού από την ίδια την πόλη του Ναυπλίου προεκλογικά περί κατάργησης του ΤΑΙΠΕΔ ούτε και την συμμετοχή στις ίδιες τις κινητοποιήσεις, για τις οποίες διώκονται οι έξι, του σημερινού κυβερνητικού βουλευτή Αργολίδας!
Ο αγώνας μας ενάντια στα μνημόνια και το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας από ΤΑΙΠΕΔ και το Υπερταμείο θα συνεχιστεί και θα νικήσει.
Οι διώξεις δεν μας φοβίζουν και δεν μας σταματούν!
ΝΑ ΣΤΑΜΑΤΗΣΕΙ ΤΩΡΑ Η ΔΙΩΞΗ ΤΩΝ ΕΞΙ ΑΓΩΝΙΣΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ ΤΟΥ ΝΑΥΠΛΙΟΥ!
ΝΑ ΚΑΤΑΡΓΗΘΕΙ ΤΟ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΠΟΥ ΠΟΙΝΙΚΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΥΣ ΑΓΩΝΕΣ
ΑΓΩΝΙΖΟΜΑΣΤΕ ΝΑ ΚΑΤΑΡΓΗΘΕΙ ΤΟ ΤΑΙΠΕΔ ΚΑΙ ΤΟ ΥΠΕΡΤΑΜΕΙΟ!
ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ:
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 10/11, 9:00 πμ, ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ ΝΑΥΠΛΙΟΥ
Ακολουθούν οι πρώτες 106 υπογραφές συμπαράστασης στους 6 αγωνιστές του Ναυπλίου.
ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΠΕΡΙΓΙΑΛΙΟΥ "ΑΠΟΛΛΩΝ" ΘΕΑΤΡΟ ΠΕΡΙΓΙΑΛΙΟΥ - ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2017 ΓΙΑΤΡΟΣ ΜΕ ΤΟ ΣΤΑΝΙΟ του ΜΟΛΙΕΡΟΥ Από την Λαϊκή σκηνή του Συλλόγου μας
Η Μαρτίνα, για να εκδικηθεί τον μέθυσο άντρα της, τον Σγαναρέλλο, επειδή την ξυλοφόρτωσε, πληροφορεί τους υπηρέτες του Γερόντιου, που ψάχνουν για γιατρό, πως ο Σγαναρέλλος είναι ο καλύτερος γιατρός του κόσμου. Όμως ποτέ δεν παραδέχεται αυτήτου την ιδιότητα, παρά μόνο αν φάει ένα γερό μπερντάχι. Οι υπηρέτες, ακολουθώντας τη "συνταγή"της Μαρτίνας, οδηγούν τον Σγαναρέλλο στο σπίτι του αφεντικού τους, του Γερόντιου, για να γιατρέψει την κόρη του, την Λουτσίντα. Η άφιξη του δημιουργεί διάφορες τραγελαφικές καταστάσεις. Η συνέχεια επί τη σκηνή…
Κείμενο υπογράφουν οι συνάδελφοι της Ηριάννας από το Διδασκαλείο Νέας Ελληνικής Γλώσσας έπειτα από τη δεύτερη απόρριψη της αίτηση αναστολής της, στο οποίο σημειώνουν μεταξύ άλλων, «αφήστε την να συνεχίσει να ζει και να εργάζεται μαζί μας».
Αναλυτικότερα, το κείμενο αλληλεγγύης στην Ηριάννα από τους συνεργάτες της: «Δευτέρα 16 Οκτωβρίου, η Φιλοσοφική Σχολή, το Διδασκαλείο Νέας Ελληνικής Γλώσσας πλάι στην Ηριάννα. Η Ηριάννα κρίνεται “επικίνδυνη”, μολονότι τρεις καθηγήτριές της σε δύο Εφετεία κατέθεσαν ότι η Ηριάννα όχι μόνο ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΗ, αλλά είναι και υποδειγματική φοιτήτρια. Όλοι εμείς, οι φίλοι και συνάδελφοί της, όλον αυτό τον καιρό, λέμε και ξαναλέμε πως η Ηριάννα όχι μόνο ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΗ, αλλά αντίθετα συνεργάζεται, εργάζεται και προσφέρει, νοιάζεται και μοιράζεται. Γιατί δεν ακούτε; Από ποια μαρτυρία βγάλατε το συμπέρασμα ότι η Ηριάννα έχει “αντικοινωνική συμπεριφορά”; Ποιος είπε κάτι τέτοιο;
Εμείς οι φίλοι και οι συνεργάτες της είμαστε όλοι με την Ηριάννα, γιατί Η ΗΡΙΑΝΝΑ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΑΠΟ ΕΜΑΣ.
Η Ηριάννα δεν είναι ηρωίδα, ιδέα, σύμβολο, σημαία, πιόνι ή αφορμή. Η Ηριάννα είναι η συνάδελφός μας που θέλει τη ζωή της πίσω. Θα είμαστε μαζί της μέχρι να την έχει.
ΑΦΗΣΤΕ ΤΗΝ ΝΑ ΣΥΝΕΧΙΣΕΙ ΝΑ ΖΕΙ ΚΑΙ ΝΑ ΕΡΓΑΖΕΤΑΙ ΜΑΖΙ ΜΑΣ.
Υπενθυμίζεται ότι στις 16 Οκτώβρη απορρίφθηκε η αίτηση αναστολής από το Εφετείο για την υπόθεση της Ηριάννας Β.Λ. και του Περικλή Μ. για δεύτερη φορά, μετά την απόρριψη του πρώτου αιτήματος τον Ιούλιο του 2017. «Βρίσκομαι σε αυτή την κατάσταση με ένα πολύπλευρα αμφισβητούμενο επιχείρημα να ξυπνάω με το βάρος της αθωότητας μου και όσα έχτιζα τα τελευταία 9 χρονιά να καταστρέφονται», σημείωσε, μεταξύ άλλων, η 29χρονη ενώπιον του Εφετείου.
O μηδενισμός συνίσταται στην απώλεια της μνήμης ΦρίντριχΝίτσε
Το τελευταίο χρονικό διάστημα διάφορα εγχώρια (και όχι μόνο) αναρχοκομουνιστικά έντυπα επιτίθενται στο Νίτσε και τη φιλοσοφία του. Κάποιοι μάλιστα τον αποκαλούν εχθρό του αναρχισμού, ενώ άλλoι αγωνιζόμενοι να αποκαθάρουν την αναρχία από την βλαβερή επιρροή του Νίτσε, θεωρούν ότι οι ιδέες του δε θα έπρεπε να έχουν επηρεάσει καθόλου τους αναρχικούς καθώς ο Νίτσε υπήρξε πρωτοφασίστας, ρατσιστής κλπ. Με άλλα λόγια και σύμφωνα με αυτή την πολιτική ενάντια στο Νίτσε, οι αναρχικοί που επηρεάστηκαν από το Νίτσε ή είναι βλάκες ή κρυφοφασίστες ή παραπλανημένοι! Δεν είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς ότι πίσω απ’ αυτήν την επίθεση βρίσκεται μία επίθεση στο σύγχρονο αναρχοατομικιστικό ρεύμα των οποίων οι δύο κυρίαρχες επιρροές υπήρξαν ο Στίρνερ και ο πνευματικός του μαθητής Νίτσε. Ας ξεκαθαρίσουμε βέβαια κάτι. O Nίτσε σε αντίθεση με το Στίρνερ δεν υπήρξε αναρχικός ούτε με την έννοια του τότε ούτε βέβαια με τη σημερινή. Επίσης κάποιες απόψεις του υπήρξαν σημαντικές στη διαμόρφωση κάποιων φασιστικών αντιλήψεων και πολιτικών.Από το σημείο όμως του να παραδεχτείς αυτά τα γεγονότα μέχρι να τραβηχτεί μία γραμμή που να αφήνει το Νίτσε οριστικά έξω από την υπόθεση της αναρχίας υπάρχει τεράστια απόσταση.Όσοι το πράττουν κάνουν κάτι ανιστόρητο και άκυρο. Πολλοί αναρχοκομουνιστές και αναρχοσυνδικαλιστές (όπως η Γκόλνμαν ,o Λαντάουερ και ο Σορέλ) επηρεάστηκαν από τον τρόπο σκέψης του Νίτσε οπότε αν και ο Νίτσε είχε πράγματι αντικολλεκτιβίστικες απόψεις, η έμμεση επιρροήτουστη διαμόρφωση του κολεκτιβιστικού οράματος υπήρξε τεράστια. Μπορεί να φαίνεται αντιφατικό αλλά δεν παύει να είναι γεγονός.Άλλωστε ο Νίτσε υπήρξε αντιφατικός φιλόσοφος πουέδινε αξία στην αντίφαση και στο τυχαίο και δεν προσπαθούσε να τα εκμηδενίσει μέσα στη σκέψη του και στη ζωήτου. Πολλοί που επιτίθενται στο Νίτσε και τον κατηγορούν για όλα τα κακά της μοίρας, εκθειάζουν αντίθετα τον θεμελιωτή του αναρχοκομουνισμού, Πέτρο Κροπότκιν.Ήταν όμως τόσο τέλειος?Δεν είναι τυχαίο που συνήθως αποκρύπτουν ένα σκοτεινό κομμάτι στης ζωήςτου. Πιο συγκεκριμένα μιλάωγια τα γεγονότα του πρώτου παγκοσμίου πολέμου και το ρόλο τουΚροπότκιν.Οι αναρχικοί τότε τήρησαν σε γενικές γραμμές αντιπολεμική στάση, με κάποιες όμως τρανταχτές εξαιρέσεις.Σημαντικότερη υπήρξε η υποστήριξη που παρείχε ο διάσημος και πολύδημοφιλής αναρχικός εκείνηςτης εποχής Κροπότκιν στη Ρώσικη πλευρά.Μαζί με άλλους αναρχικούς υπέγραψε το Μανιφέστοτων 16. Σε κόντρα λοιπόν με την πλειοψηφία των αναρχικών που ήταν ενάντια στον πόλεμο, ο Κροπότκιν και άλλοι αναρχικοί (κυρίως αναρχοκουμουνιστές αλλά και αναρχοσυνδικαλιστές) που είχαν παρόμοιες απόψεις υποστήριξαν στησοσιαλιστική La Batailleτο 1916 (όπου πρωτοδημοσιεύτηκετο μανιφέστο) ότι οι σύμμαχοι έπρεπε να αμυνθούνστην «επιθετικότητα» της Γερμανίας (ο Κροπότκιν γενικά διακρινόταν από αντιγερμανική στάση και πριν τα χρόνια του πολέμου). Ο Κροπότκιν θεωρήθηκε ότι πρόδωσε τα αναρχικά πιστεύω και δέχτηκε οργισμένη κριτική από την πλειοψηφία των αναρχικών. Πολλοί αναρχικοί κατηγόρησαν τον Κροπότκιν για σοβινισμό και «αναρχοπατριωτισμό».Τέλος οι μπολσεβίκοι κατηγόρησαν τον Κροπότκιν και την ομάδα για προδοσία της επανάστασης. Μεγάλο θέμα αποτέλεσε το αν ο Κροπότκιν υπήρξε τελικά κρυφοσοβινιστής. Αυτό υποστήριξαν εκείνη την εποχή πολλοί πολιτικοί εχθροί του, όπως οι μπολσεβίκοι.Και είναι ένα σημαντικό ζήτημα γιατί πράγματι οι αναρχικοί φημιζόταν για την αντιεθνικιστική και αντιπολεμική τους ρητορική. Ο Μπακούνιν, μία από τις ιδρυτικές μορφές του αναρχισμού, έπαιξε σημαντικό ρόλο ώστε το αναρχικό κίνημα να πάρει αυτή την κατεύθυνση. Αν και τα πρώτα χρόνια της επαναστατικής του δράσης ήταν οπαδός της σλάβικης επανάστασης, τελικά αναθεώρησε πολλές από τις απόψεις του. Η αλήθεια είναι ότι ο Μπακούνιν διαμορφώνοντας την ιδεολογική του ταυτότητα (και τον αναρχισμό του οποίου θεωρείται σήμερα πνευματικός πατέρας) τελικά έγινε διεθνιστής και αν και υποστήριζε τους πατριωτικούς αγώνες αυτό το eκανε γιατί πίστευε ότι μπορούσαν να στραφούν σε ταξικές επαναστάσεις. Μία πατριωτική εξέγερση δεν του έλεγε τίποτα αν δεν πλησίαζε στην πραγμάτωση της αναρχίας.Σε γενικές γραμμές λοιπόν, ο Μπακούνιν δεν ήταν ποτέ σοβινιστής, ούτε ποτέ υποστήριξε κάποιες από τις μεγάλες κρατικές οντότητες στις ενδοιμπεριαλιστικές συγκρούσεις της εποχής του. Αντίθετα ο Κροπότκιν έδωσε την υποστήριξη του στο Τσάρο και στη Ρώσικη πλευρά (και βέβαια έμμεσα υποστήριξε και το ρώσικο ιμπεριαλιστικό κεφαλαίο) σε ένα πόλεμο που στοίχισε τη ζωή σε εκατομμύρια φτωχούς Ρώσους και οδήγησε στη ρώσικη επανάσταση και στην εκτέλεση του τελευταίου Ρώσου τσάρου. Απ’ όλα τα παραπάνω λοιπόν είναι φανερό ότι ο άγιος της αναρχίας Πέτρος Κροπότκιν μάλλον άγιος δεν ήταν… Ο Κροπότκιν βέβαια υπήρξε μεγάλος επαναστάτης ο οποίος φυλακίστηκε και διώχθηκε για τις απόψεις του.Επίσης υπήρξε μεγάλος επιστήμονας.Σίγουρα ένα λάθος που έκανε σε βαριά γεράματα (στα χρόνια του πρώτου παγκοσμίου πολέμου ο Κροπότκιν ήταν πολύ γέρος) δεν μπορεί να ακυρώσει όλο το έργο του.Όμως, όπως και να έχει, δεν ήταν τελικά άγιος. Όπως και ο Νίτσε δεν ήταν τέρας.Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο τελευταίος πάντα αντιστρατεύτηκε τους σοβινισμούς και τους εθνικισμούς.Άλλωστε λάθη επίσης μπορεί κάποιος να βρει και στη σκέψη του Προυντόν αλλά και του Μπακούνιν. Ίσως τελικά ο αναρχοατομικισμός και ο αναρχοκομουνισμός δεν πρέπει να κρίνονται τόσο απόλυτα και ανεξάρτητα ο ένας από τον άλλο.Ο αναρχοατομικισμός βέβαια δίνει προτεραιότητα στο άτομο και όχι στο σύνολο. Δίνει βάρος στην προσωπική εξέγερση.Έχει όμως πολλά κοινά σημεία με τον αναρχοκομουνισμό. Αναφέρω ένα παράδειγμα όπου τα δύο μπορούν να συναντηθούν.Δεν ήταν και λίγοι οι αναρχοατομικιστές που ζήσανε μαζί με άλλους αναρχοατομικιστές σε κοινόβια εφαρμόζοντας μία ιδιόμορφη μορφή αναρχοκομουνισμού με στοιχεία ατομικισμού (κομμουνισμός μεταξύ «ίσων» με δικαίωμα αλλά και υποχρέωση του ατόμου να αποχωρεί όταν διαφωνεί με το σύνολο και θεωρεί ότι καταπιέζεται).Σίγουρα δεν ήταν ο αναρχισμός που ο Μπακούνιν και ο Κροπότκιν ονειρεύτηκαν αλλά δείχνει ότι οι διαφορές δεν είναι και τόσο μεγάλες όσο κάποιοι παρουσιάζουν.
του καθηγητή του Πολυτεχνείου Κρήτης Δημήτρη Πατέλη
(το έργο του Σπ. Κουκουλομάτη)
Είναι γεγονός ότι η σημερινή φάση της κρίσης έχει οδηγήσει και σε πρωτοφανή υποβάθμιση του επιπέδου του ιδεολογικού και πολιτικού διαλόγου. Δεν αναφέρομαι στο θεωρητικό-επιστημονικό διάλογο, διότι είναι μάλλον ανύπαρκτος. Η οργή και η αγανάκτηση του λαού από αλλεπάλληλες απάτες και χειραγωγήσεις, με κορυφαία αυτήν της «1ης & 2ης φοράς αριστεράς» και του ιουλιανού πραξικοπήματος του 2015 (όπου το μεγαλειώδες ΟΧΙ του δημοψηφίσματος μετετράπη σε ΝΑΙ παράδοσης άνευ όρων στον ευρωατλαντικό άξονα) στρέφεται κατά του συνόλου του πολιτικού φάσματος. Όπως και κατά τις προηγούμενες δεκαετίες με το ΠΑΣΟΚ, έτσι και σήμερα με το ΣΥΡΙΖΑ, η άρχουσα τάξη έχει κάθε λόγο να προβάλλει το πολιτικό προσωπικό που εξυπηρετεί το... καθεστώς αποικίας χρέους του ευρωατλαντικού άξονα με όρους συστηματικής εξαπάτησης του λαού ως «αριστερά». Η χρεοκοπία-απαξίωση των εν λόγω απατεώνων παρουσιάζεται και εκλαμβάνεται ως χρεοκοπία-απαξίωση κάθε αριστερού κοινωνικού και πολιτικού εγχειρήματος. Σε αυτό το κλίμα επανεμφανίζονται απόψεις, κατά τις οποίες αμφισβητούνται και απορρίπτονται ως δήθεν μη επιστημονικές, ξεπερασμένες, στερούμενες πλέον νοήματος κ.λπ. οι έννοιες δεξιά και αριστερά και οι αντίστοιχοι όροι-λέξεις. Όπως έχω δείξει σε πρόσφατα δημοσιεύματά μου, το πρόβλημα που παρουσιάζεται ως «κρίση πολιτικής εκπροσώπησης» έχει βαθύτερες ρίζες που απαιτούν συστηματική έρευνα. Οργανικό στοιχείο αυτού του προβλήματος είναι και το όλο πλέγμα χρεοκοπίας-εκφυλισμού δυνάμεων και των μορφωμάτων που αυτοχαρακτηρίζονταν ή κατατάσσονταν στην αριστερά. Η επιστημονική, συστηματική και ορθολογική κριτική και αυτοκριτική της σημερινής κατάστασης της αριστεράς (επαναστατικής-κομμουνιστικής και ευρύτερα σοσιαλιστικής, σοσιαλδημοκρατικής κ.ο.κ.) είναι εκ των ων ουκ άνευ όρος για την υπέρβαση αυτής της κρίσης και την αναγέννηση του επαναστατικού κομμουνιστικού κινήματος. Υπάρχουν όμως και προσεγγίσεις, οι οποίες, λόγω του θεμελιωδώς ανορθολογικού χαρακτήρα τους, είναι παρελκυστικές και άκρως επικίνδυνες για το κίνημα. Σε πρόσφατο άρθρο του (26.1.16) με τίτλο «Η αριστερά υπάρχει μόνο και μόνο για να υπάρχει δεξιά», ο κ. Δ. Καζάκης αναφέρει εν κατακλείδι: «Η αλήθεια είναι ότι η αριστερά επινοήθηκε από τον κοινοβουλευτισμό μόνο και μόνο για να υπάρχει η δεξιά. Πώς αλλιώς θα ξεγελαστεί ο κόσμος ότι έχει επιλογές, ενώ δεν έχει; Πώς αλλιώς θα μπορεί να διασώζει η ολιγαρχία την εξουσία για τον εαυτό της, αν όποτε γλυστράει από το δεξί της χέρι δεν την πιάνει με το αριστερό;»! Προς υπεράσπιση του «φυσικού ηγέτη» του ο κ. Δ. Φιτσάλος (fb «Πόλος μαρξιστικου προβληματισμού» 1.2.16) συνεχίζει το «επιχείρημα», αποδίδοντας σε «εξάψεις αριστερίστικου πολιτικού αυτισμού... μια κοσμοαντίληψη που συνοψίζεται στο «αριστερός = προοδευτικός»», θεωρεί «αστική επινόηση την αριστερά» καθώς και το δίπολο δεξιά-αριστερά, «που σκοπός του είναι η διάσπαση της λαϊκής ενότητας», για να καταλήξει στην ηθικοπλαστική διδαχή του «φυσικού ηγέτη», «ότι ο διαχωρισμός δεξιάς – αριστεράς δεν πρέπει να αφορά το λαό, καθότι πρόκειται για προϊόν του αστικοκοινοβουλευτισμού» (παραβλέπω σκοπίμως τους αμετροεπείς υβριστικούς χαρακτηρισμούς του κ. Φιτσάλου εις βάρος μου, επικεντρώνοντας σε ότι -έστω κατ'ευφημισμόν- μπορεί να συνιστά επιχείρημα). Παραπέμπει μάλιστα σε άλλο ένα «κλασικό» κείμενο του κ. Δ. Καζάκη («Τι είναι αριστερά;», 4.3.13), το οποίο καταλήγει στο απόφθεγμα: [ο μεταπολεμικός αστικός κοινοβουλευτισμός] «βάφτισε τις δυνάμεις που μέχρι τότε κυνηγούσε αλύπητα και τις κρατούσε στο περιθώριο, σε αυτοτελή πολιτική παράταξη μόνο και μόνο για να πάψουν να παλεύουν ώστε οι ίδιοι οι εργάτες και ο ίδιος ο λαός να αναδειχθούν ως αυτοτελή υποκείμενα της πολιτικής. Κι έτσι αυτές οι δυνάμεις ευνουχίστηκαν, τα επαναστατικά τους προγράμματα μετατράπηκαν σε σλόγκαν χωρίς αντίκρισμα, μόνο και μόνο για να αποκοιμίζουν τους αφελείς και από επαναστατικές δυνάμεις, δυνάμεις ανατροπής, μεταβλήθηκαν σε νομιμοποιητικό μηχανισμό της αστικής εξουσίας. Για να κυβερνά η δεξιά ήσυχα και χωρίς κίνδυνο επινόησε και μια αριστερά ως νομοταγή αντιπολίτευση»! Έτσι, δεν έχουμε μόνο βαφτίσια και επινοήσεις εκ μέρους του υπερ-υποκειμένου «αστικού κοινοβουλευτισμού», αλλά σε αυτά ακριβώς τα καταστατικά-κατασκευαστικά ενεργήματα του τελευταίου οφείλεται η μετατροπή των επαναστατικών δυνάμεων «σε νομιμοποιητικό μηχανισμό της αστικής εξουσίας»! Εδώ η μεταφυσική μεταμοντέρνα πολιτική θεολογία-θεογονία απογειώνεται... Ο αστικός κοινοβουλευτισμός αναγορεύεται σε απόλυτο υποκείμενο με βουλησιαρχική παντοδυναμία, υπεράνω αντικειμενικών και υποκειμενικών όρων του ιστορικού γίγνεσθαι... Το φαινόμενο δεν είναι νέο. Από το 2011, κάποιοι στο ΕΠΑΜ έσπευσαν να υιοθετήσουν την εναντίωση σε κάθε ιδεολογία, την άθλια και δόλια μεταμοντέρνα αξίωση για το «τέλος των ιδεολογικοπολιτικών διαχωριστικών γραμμών» μεταξύ δεξιάς-αριστεράς, για «αποϊδεολογικοποίηση» (κατά R. Aron, D. Bell κ.ά.), κατά τα κελεύσματα της ιμπεριαλιστικής «Νέας Τάξης», της επιδίωξης του σημερινού Χρηματοπιστωτικού Άξονα για «Παγκόσμια Διακυβέρνηση» ως συστατικό στοιχείο χειραγώγησης, μέσω της αποπολιτικοποίησης-παθητικοποίησης των λαών. Στη θέση αυτών των επικίνδυνων ιδεολογημάτων, που υιοθετούνται πρόθυμα, τόσο από τα θεσμικά και εξωθεσμικά κέντρα των πιο επιθετικών κύκλων του παγκόσμιου και ντόπιου χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου και των εγκάθετων «τεχνοκρατών» του -οικονομικών δολοφόνων κ.λπ.-, όσο και από το νεοφασισμό που σηκώνει κεφάλι, απαιτείται σαφής, ειλικρινής και απροκατάληπτη αναζήτηση-αποκατάσταση της αλήθειας, μέχρι να αποκτήσουν οι έννοιες το πραγματικό τους νόημα στην εποχή μας, με τις ριζικές μεταβολές του κοινωνικού υποκειμένου, και να ωριμάσουν οι νέες, οι αντίστοιχες της εποχής έννοιες και αντιλήψεις, πέρα από δογματικές αγκυλώσεις και καιροσκοπικές ιδεολογικές κυβιστήσεις. Ας δούμε ενδεικτικά ποιοι εκφράζουν παρόμοιες απόψεις. «Δεν υπάρχει πλέον Δεξιά και Αριστερά», διατείνεται ο τέως κομμουνιστής και νυν ακροδεξιός Alain Soral. Πέραν του διπόλου δεξιά-αριστερά τοποθετείται και ένα από τα απροκάλυπτα φερέφωνα ενός ακραίου νεοφιλελεύθερου κατασκευάσματος κρατικοδίαιτων εργολάβων και ΜΜΕ: «Το Ποτάμι ...Δεν είναι ούτε στη δεξιά, ούτε στην αριστερά. Είναι μετριοπαθές, προσανατολισμένο στην Ευρώπη και προτάσσει τη συνεννόηση ως βασικό μέσο για την έξοδο από την κρίση» (Στ. Θεοδωράκης 3.4.14 http://www.westnews.gr/el/dimotika/xaadari/st_8eodorakis_oute_dexia_oute_aristera.html ). Η κ. Ντ. Μπακογιάννη δηλώνει: «Το δίλημμα δεν είναι δεξιά-αριστερά αλλά Ευρώπη ή απομόνωση» (26.5.12, http://www.skai.gr/news/politics/article/203956/d-bakogianni-den-epithumo-na-do-ti-hora-piso-sti-drahmi-kai-tin-exathliosi/#ixzz3zZlurSii). Μεγαλειώδης είναι και η θέση επί του θέματος του επικεφαλής του καθ'ημάς ναζιστικού μορφώματος Ν. Μιχαλολιάκου: «Οι έννοιες Δεξιά και Αριστερά είναι εντελώς σχηματικές. Είμαστε ένα κίνημα λαϊκό και αντικαπιταλιστικό, υπό αυτήν την έννοια είμαστε αριστερό. Όμως, σε καμία περίπτωση δεν δεχόμαστε τις θεωρίες του Κ. Μαρξ» (18.9.15 http://www.xryshaygh.com/enimerosi/view/n.-g.-michaloliakos-sthn-efhmerida-dhmokratia-prepei-na-kataggeiloume-thn-s#ixzz3zZnS47LX ). Στέλεχος του ίδιου φασιστικού μορφώματος δηλώνει: «Δεν υπάρχει πλέον Δεξιά και Αριστερά στην Ελλάδα, παρά μόνο υπηρέτες ξένων και εγχώριων οικονομικών συμφερόντων με διαφορετικές ταμπέλες» (Η. Κασιδιάρης 16.1.15 http://paspartoy.blogspot.gr/2015/01/elnews.html). Τα κελεύσματα «αποϊδεολογικοποίησης» που λανσάρονται, είναι οργανικά στοιχεία ενός καιροσκοπικού εγχειρήματος σύστασης ιδεολογικού στίγματος εκ του προχείρου, με καθαρά χειραγωγική στόχευση, που επιχειρεί να κερδοσκοπήσει στη βάση της καπηλείας των αγοραίων διαθέσεων του συρμού, της αγανάκτησης από τον εκφυλισμό της αριστεράς. Το εγχείρημα αυτό, εκκινεί από μια ανορθολογική μεταμοντέρνα αντίληψη περί «κατασκευής» κοινωνικοπολιτικών μορφωμάτων, στάσεων, κινημάτων κ.ο.κ., όπου «τα ρητορικά παιχνίδια, τα παιχνίδια των λέξεων, οι πολλαπλοί τρόποι κατασκευής της πραγματικότητας, που αποτελούν αδιαμφισβήτητα προνομιακό πεδίο της μετανεωτερικής σοφίας, αντικαθιστούν την αναζήτηση της αλήθειας» (βλ. Μ. Δαφέρμος. Κοινωνικός κονστρουκτσιονισµός και ανάλυση λόγου.Ελεύθερνα, 2007, τ.4, 67-90 http://www.ilhs.tuc.gr/gr/39SocConstMDafFVII.pdf.). Κατά την αντίληψη αυτή, δεν υπάρχουν αντικειμενικές ανάγκες, τάσεις, νόμοι, συμφέροντα κοινωνικά, συσχετισμοί δυνάμεων κ.ο.κ. που βρίσκουν ιδεολογικοπολιτική έκφραση και οργάνωση, αλλά, τουναντίον, κάποιο δόλιο και παντοδύναμο υποκείμενο-χειραγωγός, αποφασίζει αυτοβούλως, τα «επινοεί» και τα «κατασκευάζει» κατά το δοκούν. Εδώ έχουμε μια εκδοχή αγοραίας «κοινωνικής φιλοσοφίας και φιλοσοφίας της ιστορίας», τυπική περίπτωση υποκειμενικού ιδεαλισμού. Τα νομοτελή δίπολα του κοινωνικού γίγνεσθαι (τάξεις, συμφέροντα, πολιτικές συγκρούσεις δεξιάς-αριστεράς κ.ο.κ.) είναι «επινοήσεις-κατασκευές» κάποιου υπερυποκειμένου που δρα εξ ονόματος των «εχθρών του λαού». Λογικό επακόλουθο παρόμοιας «φιλοσοφίας» είναι και το να θεωρεί ο φορέας της, ότι για την αντιπαράθεση σε αυτά τα «κακά» δίπολα, αρκεί ένα «καλό» υπερυποκείμενο με λαό στη δούλεψή του να «επινοεί-κατασκευάζει» και να προωθεί αδιαμεσολάβητα άλλες καταστάσεις εξ ονόματος των αυτόκλητων «φίλων του λαού»! Πράγματι, πολύ βολική εξήγηση για έναν εξ αποκαλύψεως «φυσικό ηγέτη» και την αυλή του, για όλες τις καιροσκοπικές αυθαιρεσίες του. Θα ήταν αφελές βέβαια να πιστεύει κανείς ότι δεν έχουν παρόμοιες επιδιώξεις οι ιθύνοντες της άρχουσας τάξης. Εξ'ίσου αφελής θα ήταν και η αγνόηση της λειτουργίας ενσωμάτωσης και του συνακόλουθου «κοινοβουλευτικού κρετινισμού» μέσα από μακροχρόνια ειρηνική συμβίωση και των πλέον ριζοσπαστικών κινημάτων-μορφωμάτων με τους αστικούς θεσμούς και τις λειτουργίες τους. Άλλωστε, με τα παραπάνω συνδέεται και η νομοτελής βαθμιαία καθεστωτική μετάλλαξη πάλαι ποτέ επαναστατικών μορφωμάτων (όπως έδειξε κλασικά και ο Β. Ι. Λένιν στην χρεοκοπία της Β'Διεθνούς, όπως το βλέπουμε και σήμερα). Επιπλέον, βορβορώδη κατασκευάσματα όπως το καθ'ημάς διαβόητο «Ποτάμι» της διαπλοκής, και άλλα παρεμφερή κατά καιρούς δεκανίκια και αναχώματα του καθεστώτος, επιβεβαιώνουν αυτές τις προθέσεις και επιδιώξεις των αστών. Ωστόσο, όσο αποτελεσματικές κι αν φαίνονται πρόσκαιρα παρόμοιες χειραγωγικές πρακτικές, δεν μπορούν να έχουν ιστορικά σημαντικό βάθος, μαζική απήχηση και συνέχεια, εάν δεν εκφράζουν έστω και έμμεσα πραγματικές ανάγκες και διαθέσεις της κοινωνίας. Ως εκ τούτου, το δίπολο δεξιά-αριστερά δεν είναι και δεν μπορεί να είναι προϊόν της «κατασκευαστικής απάτης» κάποιων. Έρχεται από πολύ μακρυά και έχει ακόμα πολύ μακρύ ιστορικό δρόμο να διανύσει. Βεβαίως, η συνωμοσιολογική ερμηνεία και προβολή παρόμοιων αντιλήψεων (περί «επινόησης-κατασκευής» του διπόλου δεξιά-αριστερά) παρέχει στο εγχείρημα μιαν επίφαση «αντισυστημικού ριζοσπαστισμού» (δήθεν πέραν του «στημένου» διπόλου του συστήματος), με στόχευση σε κοινό ορμώμενο από αγανάκτηση κατ'εξοχήν στο θυμικό επίπεδο, χωρίς ιδιαίτερη ιδεολογικοπολιτική παιδεία και συγκρότηση. Μάλιστα, τυχόν ταύτιση αυτού του κοινού με παρόμοιο «στίγμα», δεν συνιστά αναβαθμό της ριζοσπαστικοποίησης-συνειδητοποίησής του σε επαναστατική κατεύθυνση, αλλά μάλλον εγκλωβισμό σε αστικά κατά βάση ιδεολογήματα ψευδοκοινότητας. Ο κ. Δ. Φιτσάλος με καλεί να διευκρινίσω «πού και με ποιόν τρόπο ο Μαρξ διαχώριζε τη δεξιά από την αριστερά ως πολιτικές παρατάξεις;». Η απάντηση είναι μονοσήμαντη: σ'όλο το θεωρητικό και πρακτικό-πολιτικό του έργο. Στο Μαρξ οφείλει η ανθρωπότητα την πρώτη ανακάλυψη σε επιστημονική βάση της νομοτελούς διάρθρωσης-δομής και ιστορικής ανάπτυξης της κοινωνίας. Ο Μαρξ ανέδειξε την ιστορική νομοτέλεια ως τάση στην ανάπτυξη της δομής και της ιστορίας της κοινωνίας, που κλιμακώνεται διαλεκτικά, μέσα από ποσοτικές αλλαγές και ποιοτικά άλματα, μέσα από κλιμάκωση αντιφατικών διπόλων, μέσα από την άρνηση της άρνησης. Η έκβαση αυτής της τάσης εξαρτάται από τον εκάστοτε συσχετισμό δυνάμεων που διαμορφώνει η δραστηριότητα των ανθρώπων, που έχει κίνητρο τα μεν η τα δε κοινωνικά & οικονομικά συμφέροντα (στο βαθμό που αυτά συνειδητοποιούνται), και κατατείνει στη μεν ή την δε προοπτική.Ακριβώς με τις προοπτικές και τα συμφέροντα των διαφόρων ανθρώπων, κοινωνικών ομάδων, τάξεων κ.ο.κ. συνδέεται και το εκάστοτε φάσμα των ιδεολογικοπολιτικών δυνάμεων, οι οποίες εκ των πραγμάτων εγγράφονται και επανεγγράφονται στο δίπολο δεξιά-αριστερά. Τρεις είναι οι εκάστοτε πιθανές προοπτικές: 1. Συντήρηση κατά βάση (διαχείριση, ψιλοβελτίωση κ.ο.κ.) του καθεστώτος που υπάρχει, της κυρίαρχης τάξης πραγμάτων. 2. Οπισθοδρόμηση, αντιδραστική στροφή σε εξιδανικευμένες κοινωνικές μορφές του παρελθόντος (όπως π.χ. το διαβόητο «πίσω ολοταχώς» είτε η «καθαρότητα» των δουλοκτητών «αρχαίων ημών προγόνων», ή στη χούντα...) και 3. Προοδευτική διέξοδος σε ένα μέλλον, απαλλαγμένο από τα καταστροφικά αδιέξοδα και τη σήψη παρελθόντος και παρόντος. Προοδευτική ανάπτυξη συνιστά κάθε βήμα ή άλμα αναβάθμισης των υλικών και πνευματικών όρων ύπαρξης όχι κάποιας μικρής μερίδας, κάποιας ελίτ προνομιούχων, αλλά της πλειονότητας του πληθυσμού, μέσω της ικανοποίησης των βαθύτερων πραγματικών (όχι επίπλαστων) αναγκών της ανθρωπότητας, στην κατεύθυνση της ενοποίησής της. Όσο πιο βαθιά είναι η κρίση, τόσο πιο πολύ περιπλέκονται οι δύο πρώτες πιθανές προοπτικές, ως ουτοπικά αδιέξοδες εκδοχές συντήρησης ή/και αναβίωσης δομών ενός χρεοκοπημένου και σάπιου καθεστώτος. Επιπλέον, τόσο πιο επιτακτική γίνεται η ανάγκη επιβίωσης της κοινωνίας, μέσω της προοπτικής διεξόδου από τα αδιέξοδα και τη σήψη. Αντίστοιχες είναι οι κοινωνικές κινητήριες δυνάμεις που συντάσσονται με κάθε μια από τις παραπάνω προοπτικές, βάσει ποικίλων βαθμών συνειδητοποίησης των συμφερόντων τους. Υπάρχουν άρχουσες κοινωνικές ομάδες, στρώματα και τάξεις, τα παρασιτικά συμφέροντα των οποίων είναι συνυφασμένα με το κυρίαρχο καθεστώς.Γι'αυτό και πασχίζουν να το διατηρήσουν πάση θυσία, επιχειρώντας να πείσουν την πλειοψηφία των κατ'εξοχήν υποζυγίων και θυμάτων της καταστροφικής εκμετάλλευσης και καταπίεσης που ασκούν, ότι δήθεν «δεν υπάρχει εναλλακτική προοπτική» και μόνον έτσι «οι θυσίες του λαού θα πιάσουν τόπο»! Τέλος, οι άνθρωποι που με τις σωματικές και πνευματικές τους δυνάμεις παράγουν τον κοινωνικό πλούτο (κυρίως μισθωτοί αλλά και αυτοαπασχολούμενοι), αυτοί που υφίστανται την εκμετάλλευση και την καταπίεση, ως προς την κοινωνική θέση και το ρόλο τους, ως προς τα ζωτικά τους συμφέροντα (στο βαθμό που μπορούν να τα διαγνώσουν και να τα συνειδητοποιήσουν), συντάσσονται με την προοδευτική κοινωνική προοπτική. Η τοποθέτηση των πολιτικών δυνάμεων δεν είναι θέμα δήλωσης, γούστου ή υποκειμενικής ονοματοδοσίας-ταμπέλας. Δεν είσαι ότι δηλώσεις στην κοινωνία και στην πολιτική. Ο Μαρξ μας έχει κληροδοτήσει αξιόπιστα κριτήρια όσο αφορά και την πολιτική σε μεταβατικές φάσεις και μετασχηματισμούς. «Όταν μελετάμε τέτοιους μετασχηματισμούς, πρέπει πάντα να διακρίνουμε ανάμεσα στον υλικό μετασχηματισμό των οικονομικών όρων της παραγωγής, που μπορεί να καθοριστεί με την ακρίβεια της φυσικής επιστήμης, και τις νομικές, πολιτικές, θρησκευτικές, καλλιτεχνικές ή φιλοσοφικές μορφές, κοντολογίς, τις ιδεολογικές μορφές, με τις οποίες οι άνθρωποι συνειδητοποιούν αυτή τη σύγκρουση και τη διεξάγουν. Όπως δεν κρίνουμε ένα άτομο από την ιδέα που έχει για τον εαυτό του, έτσι δεν μπορούμε να κρίνουμε και μια εποχή μετασχηματισμού από τη συνείδησή της, αλλά, απεναντίας, αυτή η συνείδηση πρέπει να εξηγηθεί από τις αντιφάσεις της υλικής ζωής, από τη σύγκρουση που υπάρχει ανάμεσα στις κοινωνικές παραγωγικές δυνάμεις και στις παραγωγικές σχέσεις» (Κ. Μαρξ. Συμβολή στην Κριτική της Πολιτικής Οικονομίας. Εισαγωγή. Ελληνικό ΜΙΑ https://www.marxists.org/ellinika/archive/marx/works/1859/01/kritiki_politiki_oikonomia_karl_marx.html). Όποιος δεν μπορεί ή/και δεν θέλει να προβεί σε διάκριση του υλικού μετασχηματισμού των οικονομικών όρων της παραγωγής, που μπορεί να καθοριστεί με την ακρίβεια φυσιοδίφη, από τις πολιτικές, ιδεολογικές κ.ο.κ. μορφές, με τις οποίες οι άνθρωποι συνειδητοποιούν και διεξάγουν αυτή τη σύγκρουση, δεν εξηγεί τη συνείδηση, τις ιδέες από τις αντιφάσεις της υλικής ζωής, από τη σύγκρουση που υπάρχει ανάμεσα στις κοινωνικές παραγωγικές δυνάμεις και στις παραγωγικές σχέσεις, αλλά, τουναντίον, θεωρεί τόσο τις ιδέες, τις παρατάξεις κ.ο.κ. όσο και την υλική ζωή ως δήθεν γέννημα κάποιου αγίου ή δαιμονίου πνεύματος, εν πάσει περιπτώσει, ενός «επινοητικού νου»! Αυτά τα αυστηρά κριτήρια εισάγουν και εφαρμόζουν οι κλασικοί της επαναστατικής θεωρίας στις κοινωνικοπολιτικές αναλύσεις τους. Έτσι, το δίπολο δεξιά-αριστερά δεν κατασκευάζεται κατά το δοκούν. Προσλαμβάνει εξαιρετικά ευμετάβλητες μεν, πλην όμως ιστορικά συγκεκριμένες-προσδιορισμένες μορφές και οριοθετήσεις. Στις μέρες μας περιπλέκεται με τις ραγδαίες αλλαγές που επιφέρει στη σύνθεση και στο χαρακτήρα του παγκόσμιου κοινωνικού υποκειμένου της επαναστατικής προοπτικής η αυτοματοποίηση σημαντικού μέρους της παραγωγής, η εντεινόμενη ανισομέρεια, τα διαθέσιμα μορφώματα κοινωνικοπολιτικής έκφρασης κ.ο.κ. Επομένως, το δίπολο αυτό προσδιορίζεται και αναπροσδιορίζεται αντικειμενικά, βάσει του τι κάνει στην πράξη ο καθείς στο συσχετισμό δυνάμεων, βάσει του τι πρακτικά προτάσσει ως προοπτική για την κοινωνία (από την οπισθοδρόμηση-συντήρηση, μέχρι την επαναστατική προοδευτική προοπτική) και των συμφερόντων των αντίστοιχων κοινωνικών-ταξικών δυνάμεων που πρεσβεύει (από την άρχουσα σήμερα παγκόσμιας κλίμακας χρηματιστική ολιγαρχία εκμεταλλευτών των πολυεθνικών ομίλων και τους κατά τόπους εκπροσώπους της, μέχρι τους μισθωτούς εργαζόμενους και τους ανέργους που υφίστανται την εκμετάλλευση): Δεξιά, «κέντρο» και Αριστερά. Από τη Μεγάλη Γαλλική Αστική Επανάσταση, καθιερώνεται η αντίστοιχη χωροταξική διάταξη στο κοινοβούλιο: εξ αριστερών προς τα δεξιά ενώπιον του προεδρείου, ευθέως αναλόγως του βαθμού αντίθεσης προς την καθεστηκυία τάξη πραγμάτων ή εκ δεξιών -ευθέως αντίστοιχη του βαθμού εναντίωσης σε κάθε αλλαγή, νεωτερισμό και πρόοδο, πάντα σε συνάρτηση με τα κοινωνικά-ταξικά συμφέροντα που πρεσβεύουν αυτές οι δυνάμεις (βλ. και Γ. Θ. Μαυρογορδάτος. Αριστερά και Δεξιά: Η γένεση μιας διάκρισης. https://www.academia.edu/2582910/%CE%91%CF%81%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B5%CF%81%CE%AC_%CE%BA%CE%B1%CE%B9_%CE%94%CE%B5%CE%BE%CE%B9%CE%AC_%CE%97_%CE%B3%CE%AD%CE%BD%CE%B5%CF%83%CE%B7_%CE%BC%CE%B9%CE%B1%CF%82_%CE%B4%CE%B9%CE%AC%CE%BA%CF%81%CE%B9%CF%83%CE%B7%CF%82 , Ν. Μουζέλης. Η διάκριση Αριστερά- Δεξιά- Μπόμπιο, Μάρσαλ, Γκίντενς 5.5.14, http://metarithmisi.gr/%CE%B7-%CE%B4%CE%B9%CE%B1%CE%BA%CF%81%CE%B9%CF%83%CE%B7-%CE%B1%CF%81%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B5%CF%81%CE%B1-%CE%B4%CE%B5%CE%BE%CE%B9%CE%B1-%CE%BC%CF%80%CE%BF%CE%BC%CF%80%CE%B9%CE%BF-%CE%BC%CE%B1%CF%81/). Αντίστοιχη διάταξη μελετά και ο νεαρός Μαρξ, ως συντάκτης και στη συνέχεια αρχισυντάκτης της «Εφημερίδας του Ρήνου», στην «ανθρωπογεωγραφία» των βουλευτών-εκπροσώπων διαφόρων κατεστημένων και κοινωνικών τάξεων, στην τοπική δίαιτα του κρατιδίου της Ρηνανίας Βεστφαλίας. Οι έννοιες «Δεξιά και Αριστερά» θα χάσουν τη σημασία τους όταν θα έχει πλέον περάσει οριστικά στο παρελθόν η πάλη των κοινωνικών τάξεων και συμφερόντων, η συνακόλουθη σύγκρουση προοπτικών και η πολιτική ως έκφραση των παραπάνω. Στους κλασικούς, η προβληματική αυτή συνδέεται ευθέως με την απονέκρωση της πολιτικής και του κράτους. Κάθε αντίθετος ισχυρισμός είναι ανόητος ή/και εξυπηρετεί σκοπιμότητες συγκάλυψης και διαιώνισης των παραπάνω. Στην κρίση οι έννοιες αυτές επαναπροσδιορίζονται ποικιλοτρόπως, μιας και αποκαλύπτεται ότι πάλαι ποτέ ριζοσπαστικά ή και επαναστατικά μορφώματα και πρόσωπα, μεταλλάσσονται βαθμηδόν επί «δεξιά» ενσωματούμενα, μέχρι την πλήρη ένταξή τους στην καθεστηκυία τάξη πραγμάτων. Και αυτό δεν συνιστά απλώς εκτέλεση «κατασκευαστικού σεναρίου» συνωμοσιολογικού χαρακτήρα, αλλά επέρχεται ως αποτέλεσμα περίπλοκων ιστορικών διεργασιών. Επί παραδείγματι, το κόμμα που ίδρυσαν ουσιαστικά οι θεμελιωτές της κομμουνιστικής θεωρίας, Κ.Μαρξ και Φ.Ένγκελς, είναι σήμερα το νυν συγκυβερνόν στη Γερμανία SPD, ενώ στελέχη ενός μορφώματος που απαρτίστηκε αφετηριακά από δυνάμεις ευρωκομμουνιστικής, τριτοδιεθνιστικής κ.ο.κ. προέλευσης (ο ΣΥΡΙΖΑ) έγιναν κορμός μιας διακυβέρνησης αποικίας χρέους... Η προβληματική αυτή κλιμακώνεται από το νεανικό έργο των Μαρξ και Ένγκελς, μέχρι να βρει την παραπάνω εννοιολογική θεμελίωση, με τα δύο κριτήρια που προαναφέραμε. Από τις απαρχές της ιδεολογικοπολιτικής τους αναζήτησης, οι θεμελιωτές της επαναστατικής θεωρίας βρέθηκαν αντιμέτωποι με το δίπολο συντήρηση (έως και αντίδραση)-πρόοδος, δεξιά-αριστερά. Και δεν τήρησαν ουδέτερη στάση. Μήπως όμως έχουμε εδώ απλώς μια περιφραστική εννοιολόγηση, χωρίς την αντίστοιχη ορολογία; Όταν οι φιλοσοφικές και πολιτικές διαμάχες οδήγησαν σε σχίσμα τους μαθητές και επίγονους του Γκ. Φ. Χέγκελ («Νεαρούς Εγελιανούς») βγήκε στο προσκήνιο η σύγκρουση μεταξύ δεξιάς και αριστερής πτέρυγας. Οι Μαρξ και Ένγκελς, στις αρχές της δεκαετίας 1840-1850, προσχώρησαν κριτικά αλλά θαρρετά στην αριστερή πτέρυγα των Νεαρών Εγελιανών με τον πλέον αντικαθεστωτικό προσανατολισμό, για να άρουν την προσέγγισή τους σε ανώτερο επίπεδο. Μας λέει π.χ. ο Ένγκελς εξηγώντας αυτή την επιλογή τους: «[...] το χεγκελιανό θεωρητικό οικοδόμημα διέθετε άπλετο χώρο για την ανάπτυξη των πιο διαφορετικών πρακτικών [...]. Στα τέλη της δεκαετίας του τριάντα, το εσωτερικό σχίσμα της σχολής γινόταν όλο και πιο φανερό. Η αριστερή πτέρυγα, οι επονομαζόμενοι Νέοι Χεγκελιανοί, παλεύοντας με τους πιετιστές[1]και τους αντιδραστικούς φεουδάρχες, εγκατέλειπαν σιγά σιγά την εκλεπτυσμένη φιλοσοφική επιφυλακτικότητα απέναντι στα φλέγοντα καθημερινά ζητήματα [...]. Ο αγώνας [...] προσανατολίστηκε άμεσα στην καταστροφή της παραδοσιακής θρησκείας και του συγκεκριμένου πολιτικού καθεστώτος» (Κ. Μαρξ. Θέσεις για τον Φόυερμπαχ. Φ. Ένγκελς. Ο Λ. Φόυερμπαχ και το τέλος της κλασικής γερμανικής φιλοσοφίας. Μετ. Γ. Μπλάνας. Εκδ. ΕΡΑΤΩ, Αθήνα 2004. Σελ. 162-163). Παρ'όλα αυτά, τι απεφάνθη ο καθ'ημάς «θεωρητικός» κατασκευαστής της συνωμοσιολογικής «θεωρίας» περί «επινόησης & κατασκευής» του διπόλου δεξιά-αριστερά; Μα φυσικά, ότι ο ίδιος -εκτός όλων των λοιπών ιδιοτήτων του- είναι μεταξύ των ελαχίστων, αν όχι και ο μοναδικός «που πιστεύει στ'αλήθεια στις καλύτερες παρακαταθήκες και στις ιστορικές προσδοκίες που γέννησε το πάλαι ποτέ κομμουνιστικό, σοσιαλιστικό και εργατικό κίνημα [...]. Οι υπόλοιποι είναι στην καλύτερη περίπτωση παλαιοημερολογίτες που αρνούνται να αντιληφθούν ότι τους έχει ξεβράσει ο καιρός και η ιστορία και λειτουργούν μόνο σαν θλιβερά ερείπια μιας άλλης εποχής, υποχείρια των παθών τους, αντιμέτωποι με την δίκαιη καχυποψία και τον οίκτο του λαού. Χαρακτηριστικό αυτού του παλαιοημερολογιτισμού είναι η θεοποίηση της Αριστεράς, ή του Κόμματος, που πάντα αποτυπώνονται με αρχικό γράμμα κεφαλαίο - όπως στα θεολογικά γραπτά αποτυπώνονται τα θεία» (Δ. Καζάκης. Στο εξ'αποκαλύψεως πόνημα: «Τι είναι αριστερά;», 4.3.13). Στον αντίποδα της θεοποίησης της αριστεράς, έχουμε εδώ την δαιμονοποίηση όχι μόνο της έννοιας της αριστεράς, αλλά και της χρήσης του σχετικού όρου... Δεδομένης και αυτής της εμβριθούς απόφανσης, μήπως όλα αυτά ήταν «νεανικές τρέλες» ενώ ο πιο ώριμος Μαρξ αποφεύγει τόσο την εννοιολόγηση, όσο και τους όρους «Δεξιά» και «Αριστερά»; Επ'ουδενί λόγω. Ενδεικτικά αναφέρω, ότι στη φλόγα των επαναστατικών γεγονότων του 1848, στο έργο του «Η αστική τάξη και η αντεπανάσταση», αναφέρεται στη «στενομυαλιά της Αριστεράς [με κεφαλαίο στο πρωτότυπο – Δ.Π.]», που απέτρεψε την εφαρμογή των προτάσεων Hansemman για την άρση των φοροαπαλλαγών και την επιβολή φόρου εισοδήματος στη γαιοκτησία της Πρωσίας, με τη δικαιολογία: «Θα έπρεπε τάχα η Αριστερά να ανοίξει για την κυβέρνηση της «ενισχυμένης κρατικής εξουσίας» νέες δημοσιονομικές πηγές πριν από την κατάρτιση και την ορκωμοσία του Συντάγματος;» (Κ. Μαρξ. Κείμενα από τη δεκαετία του 1840. Μετ. Θ. Γκιούρα. Κ.Ψ.Μ., Αθήνα 2014, σελ. 531). Συνεχίζοντας την ανάλυση των κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων στην επανάσταση (από έργα όπως «Οι ταξικοί αγώνες στη Γαλλία» και «Η δεκάτη ογδόη Μπρυμέρ του Δουδοβίκου Βοναπάρτη»), σε επιστολή του στον Ferdinand Freiligrath (Παρίσι 31.7.1849) αναφέρει «Η Δεξιά διχάζεται στους καθαρούς Φιλιππιστές, στους Νομιμόφρονες, οι οποίοι ψηφίζουν μαζί με τους Φιλιππιστές, και στους καθαρούς Νομιμόφρονες, οι οποίοι τις τελευταίες ημέρες ψήφιζαν μαζί με την Αριστερά [και πάλι με κεφαλαίο στο πρωτότυπο – Δ.Π.]» (Κ. Μαρξ. Κείμενα από τη δεκαετία του 1840..., σελ. 599). Παλαιοημερολογίτης λοιπόν και ο Μαρξ!... Ας μη μιλήσουμε πια για εκείνον τον Βλαντίμιρ Ιλίτς Ουλιάνοφ (Λένιν)... Μια μικρή αναζήτηση στο ευρετήριο πραγμάτων των έργων του, δείχνει ότι χρησιμοποιεί σε πλείστα όσα σημεία, σε ποικίλα συγκείμενα, τόσο την ως άνω εννοιολόγηση, όσο και την αντίστοιχη ορολογία περί δεξιάς-αριστεράς: «Αριστερό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα», «η τακτική του αριστερού συνασπισμού των μπολσεβίκων», «Αριστεροί Ναρόντνικοι (λαϊκιστές)», «Αριστεροί Εσέροι», «οι Αριστεροί στην Β'Διεθνή», «η συσπείρωση των Αριστερών κατά τον Ιμπεριαλιστικό Πόλεμο 1914-1918», «οι Αριστεροί και ο αγώνας τους κατά του οπορτουνισμού στο διεθνές εργατικό κίνημα», «Αριστεροί Εγελιανοί», «οι Αριστεροί Κομμουνιστές», «Αριστερός οπορτουνισμός», «Δεξιός οπορτουνισμός», κ.ο.κ. Μάλιστα! Οι Μαρξ, Ένγκελς και Λένιν μιλούν και γράφουν περί δεξιάς και αριστεράς. Δεν χωρά αμφιβολία: κατά τον εξ αποκαλύψεως λόγο του «φυσικου ηγέτη» (ο οποίος συν τοις άλλοις προβάλλει και αξιώσεις δεινού μαρξολόγου), οι τρεις θεμελιωτές της επαναστατικής θεωρίας, είναι τόσο «παλαιοημερολογίτες που αρνούνται να αντιληφθούν ότι τους έχει ξεβράσει ο καιρός και η ιστορία και λειτουργούν μόνο σαν θλιβερά ερείπια μιας άλλης εποχής, υποχείρια των παθών τους, αντιμέτωποι με την δίκαιη καχυποψία και τον οίκτο του λαού». Πολλώ μάλλον ο Λένιν, που τόλμησε και συνέγραψε ολόκληρο έργο: «Αριστερισμός παιδική αρρώστια του κομμουνισμού» (τον Απρίλιο του 1920, εν όψει του 2ου Συνεδρίου της Κομμουνιστικής Διεθνούς). Επομένως, το δίπολο δεξιά-αριστερά, δεν μπορεί να συνιστά αυθαίρετη «επινόηση-κατασκευή» συνωμοσιολογικού τύπου. Είναι μια πραγματικότητα του γίγνεσθαι των ταξικών, κοινωνικών και ιδεολογικοπολιτικών αγώνων, που εγγράφεται στον πυρήνα της επαναστατικής θεωρίας και πράξης. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να υπάρχει μια μεταφυσική και ανιστορική αντιμετώπιση π.χ. του ίδιου του όρου «Αριστερά», σαν να είναι ιερή αγελάδα, ή μυστικιστική ιδιότητα άπαξ και δια παντός αυτοπροσδιορισμού ατόμων, ομάδων, παρατάξεων και κομμάτων, ιδιαίτερα σε μια περίοδο που «αριστεροί» απατεώνες έχουν αναλάβει εργολαβικά την εφαρμογή πολιτικών γενοκτονίας κατά του λαού μας, στην υπηρεσία του καθεστώτος αποικίας χρέους. Αλλού έχω αναφερθεί διεξοδικότερα στο πρόβλημα, σε συνάρτηση με το βαθμό ωρίμανσης και συγκρότησης του κοινωνικού και πολιτικού υποκειμένου (Βλ. Πατέλη Δ. Νέο στάδιο, αλλαγές στη σύνθεση της εργατικής τάξης και «κρίση πολιτικής εκπροσώπησης». Εισήγηση στο Συνέδριο του Μαρξιστικού Χώρου Μελέτης και Έρευνας: «Ταξική διάρθρωση της ελληνικής κοινωνίας - ταξική συνείδηση και πολιτική διαπάλη». 21, 22 & 23.11.2014.). Ιδιαίτερα σε συνθήκες κρίσης και πολέμου, είναι απαραίτητος «ο επαναστατικός δρόμος που ανοίγει ο ίδιος ο λαός, που αναβαθμίζει και συντονίζει τον αγώνα, φτιάχνοντας το δικό του Μέτωπο μάχης, τη δική του κοινωνική και πολιτική συμμαχία, για τη ζωή του, για το μέλλον των επόμενων γενεών. Ο αγώνας αυτός συγκροτείται μετωπικά βάσει ενός εναλλακτικού προγράμματος κομβικών στόχων αποτροπής της καταστροφής, που θα συσπειρώσει την πλειοψηφία του λαού για να αποτινάξει το ζυγό του Ευρώ, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Δ.Ν.Τ., να κατακτήσει διαγραφή του χρέους, των μνημονίων και των δανειακών συμβάσεων, λαϊκή κυριαρχία, εθνικό έλεγχο με σχεδιασμό βάσει των λαϊκών αναγκών στη νομισματική και οικονομική πολιτική, εθνικοποίηση των τραπεζών και των τομέων στρατηγικής σημασίας, αναδιανομή του εισοδήματος υπέρ των εργαζόμενων και ριζικό εκδημοκρατισμό όλης της κοινωνίας [...]. Στις μέρες μας είναι επιτακτική ανάγκη η αναβάθμιση της μετωπικής συγκρότησης του αγώνα με καταλυτική συμβολή εκείνων των κομμουνιστικών δυνάμεων, που συνδέουν με συνέπεια και συνέχεια κάθε βήμα με την ανάγκη κλιμάκωσης του αγώνα, με τη σοσιαλιστική προοπτική, που αντιλαμβάνονται τα καθήκοντα της εποχής και της συγκυρίας, ανταποκρινόμενες με σεμνότητα, ανιδιοτέλεια και αυταπάρνηση σε αυτά. Ωστόσο, οι δυνάμεις αυτές θα αυτοακυρώνονταν εάν έθεταν ως προαπαιτούμενο για τη σύμπηξη του Μετώπου και την προώθηση των διεκδικήσεών του την κομμουνιστική προοπτική, εάν μετέτρεπαν την τελευταία σε κραυγαλέα προμετωπίδα αριστερής, αντικαπιταλιστικής, σοσιαλιστικής, κομμουνιστικής κ.ο.κ. «καθαρότητας». Η κλιμάκωση του μετωπικού αγώνα με τη σειρά της, είναι αυτή που θα συμβάλλει οργανικά στην ωρίμανση των όρων για τον αντίστοιχο της εποχής κομμουνιστικό φορέα» (Συλλογικότητα αγώνα για την ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ της ανθρωπότητας. Ιδρυτική διακήρυξη. 9.2.2014, http://epanastatikienopoiisi.blogspot.gr/2014/02/blog-post_7734.html). Το αναγκαίο για την εποχή και τη συγκυρία μέτωπο, για να έχει προοπτική, είναι απαραίτητο να συνδυάζει την πάλη για λαϊκή κυριαρχία σε χώρες που (λόγω της ανισομερούς ανάπτυξης) συνιστούν «ασθενή κρίκο» του παγκόσμιου ιμπεριαλιστικού συστήματος με τον συνεπή ταξικό διεθνιστικό αγώνα, με την προοπτική του σοσιαλισμού. Ως εκ τούτου, το μέτωπο αυτό, στο λόγο που αρθρώνει και στην πολιτική πρακτική του, «οφείλει να λαμβάνει σοβαρά υπόψη την εθνική ταπείνωση που βιώνουν οι λαοί-πειραματόζωα των ασθενών κρίκων με την κλιμακούμενη ιδιότυπη νεοαποικιοποίηση. Υπό αυτούς τους όρους, εκ των πραγμάτων, ο παγκόσμιος ταξικός αγώνας περιπλέκεται με το εθνικό ζήτημα. Η διεκδίκηση λαϊκής κυριαρχίας, εισάγει στο κίνημα και εθνικοαπελευθερωτικά χαρακτηριστικά, σε βαθμό ανάλογο της αδίστακτης υποτέλειας της ντόπιας αστικής τάξης στον άξονα του καθεστώτος διακρατικομονοπωλιακής επιβολής. Έτσι, η άρχουσα τάξη, στην ιδεολογία και στην πολιτική που ασκεί, ωθείται να επιλέγει μεταξύ μορφών επιθετικού κοσμοπολιτισμού (ευρωκεντρισμού κ.ο.κ.), αστικού και μικροαστικού εθνικισμού (ιδιαίτερα στο βαθμό που καταστρέφεται μαζικά και περιθωριοποιείται η μικροαστική τάξη), μεγαλοκρατικού σοβινισμού των πλέον ισχυρών κεφαλαιοκρατικών χωρών, φυλετισμού-ρατσισμού (όπως στο ιδεολόγημα των PIIGS) και φασισμού-νεοφασισμού. Κατά τα φαινόμενα, στο βαθμό που θα ενισχύονται τα αντεπαναστατικά χαρακτηριστικά της διεθνούς και ντόπιας αστικής τάξης με την κλιμάκωση της ωμής βίας και των εμπόλεμων μορφών σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, επίκειται επέκταση και εδραίωση ζοφερών εκδοχών ιδεολογίας και πράξης φασιστικού χαρακτήρα από τα επάνω και από τα κάτω. Δεν αποκλείονται εκδοχές τερατωδών μορφών επιθετικού κοσμοπολιτισμού και σοβινισμού, τύπου «ευρωπαϊκού (Ε.Ε.) φασισμού» ή/και φασισμού του πυρήνα της Ευρωζώνης ή/και της Ε.Ε. έναντι της περιφέρειας είτε/και άλλων ολοκληρώσεων και πόλων-συνασπισμών. Εδώ γίνεται καταφανής η εγκληματική ευθύνη ορισμένου τύπου εκφυλιστικής αριστεράς, που συνέβαλλε μακροχρόνια στην υποκατάσταση του επαναστατικού προλεταριακού διεθνισμού με τον ευρωκεντρικό κοσμοπολιτισμό, δηλαδή, με την ιδεολογία του πλέον επιθετικού κεφαλαίου της Ε.Ε. Εξ’ ίσου εγκληματική και συμπληρωματική προς την ευρωλάγνο κοσμοπολίτικη διολίσθηση, είναι και εκείνη η «υπεραριστερή» δήθεν διεθνιστική εκδοχή ιδεολογημάτων και νοοτροπιών, που σπεύδει ανιστορικά, αντιδιαλεκτικά και αντιεπιστημονικά να ταυτίζει κάθε αναφορά στο εθνικό ζήτημα και στην πατρίδα με τον αστικό εθνικισμό και με το φασισμό, παρέχοντας πολύτιμη υπηρεσία στον τελευταίο. Σε αυτές τις συνθήκες παγκόσμιας ταξικής πάλης στη βάση της εντεινόμενης ανισομέρειας, δεν μπορεί το επαναστατικό κίνημα να αφήνει το εθνικό ζήτημα και τα πατριωτικά αισθήματα του λαού βορά στη φασιστική κτηνωδία. Τουναντίον, οφείλει σε όλα τα μέτωπα και επίπεδα, να συμβάλλει στην επαναστατική διαπαιδαγώγηση των εργαζομένων, προσδίδοντας στις υγιείς πατριωτικές διαθέσεις σαφή αντιιμπεριαλιστικό προσανατολισμό, και στον κλιμακούμενο εθνικοαπελευθερωτικό και αντιαποικιοκρατικό αγώνα, όλο και πιο συνεπή ταξικά και διεθνιστικά χαρακτηριστικά, πείθοντάς τους πως «Θέλουμε ελεύθερη εμείς πατρίδα και πανανθρώπινη τη λευτεριά!»» (Τι είναι και τι επιδιώκει η Συλλογικότητα αγώνα για την ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΤΑΣ 9.2.14, http://epanastatikienopoiisi.blogspot.gr/2014/02/blog-post_9.html ). Άρα, λύση στο πρόβλημα της εποχής και της συγκυρίας δεν είναι (ούτε και μπορεί να είναι) μια μικρογραφία ή/και υποκατάστατο του μετώπου, ένα κακέκτυπο που επικαλείται στα λόγια την επική παράδοση του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ, ενώ στην πράξη δεν είναι τίποτε άλλο, παρά ένα αρχηγικό κομματίδιο της πλέον παλαιοκομματικής κοπής, με αυλή, αυλικούς, αυταρχική δομή, ανεξέλεγκτα κέντρα λήψης αποφάσεων, χειραγωγήσεις και τυχοδιωκτικούς καιροσκοπισμούς. Από τον Απρίλιο του 2012 προειδοποιούσα για μορφώματα τύπου ΕΠΑΜ: «Το ίδιο το ΕΠΑΜ δεν φέρεται πλέον και δεν εκλαμβάνεται ως ενιαίο και παλλαϊκό μέτωπο, αλλά ως παλαιάς κοπής αρχηγικό κομματίδιο, ως μία απ'τα ίδια, ως γκρουπούσκουλο ακροδεξιάς αναφοράς... Οι ακροδεξιές γέφυρες, μπορεί να αποβούν ακόμα πιο επικίνδυνες σε συνθήκες ανόδου του ακραιφνούς νεοφασισμού. Η υιοθέτηση των ιδεολογημάτων της αποϊδεολογικοποίησης, σε συνδυασμό με την αντιαριστερή και αντικομουνιστική ρητορική ρίχνει νερό στο μύλο του ανερχόμενου φασισμού. Η ιστορία των μετωπικών κινημάτων σε κρισιακές και εμπόλεμες συγκυρίες, δείχνει ότι αυτά δεν μεγαλούργησαν ως αυτοαναφορικά μέτωπα σχημάτων της αριστεράς, αλλά ως παλλαϊκά κινήματα άμεσης σωτηρίας του λαού με προοπτική που συνδύαζε διαλεκτικά τα προβλήματα λαϊκής κυριαρχίας με αυτά της ταξικής πάλης και της κοινωνικοπολιτικής χειραφέτησης, το δημοκρατικό πατριωτισμό με το διεθνισμό. Ωστόσο, ουδέποτε ευδοκίμησε τέτοιο μέτωπο χωρίς τον κόσμο (όχι απαραίτητα τις ηγεσίες) της αριστεράς και εναντίον του κόσμου της αριστεράς (με αναγκαίο επαναπροσδιορισμό της έννοιας της τελευταίας). Τα μόνα «μέτωπα» που ευδοκίμησαν χωρίς τον κόσμο της αριστεράς και εναντίον του κόσμου της αριστεράς, ήταν όσα μετεξελίχθηκαν σε φασιστικά...» (Δ. Πατέλης. Ότι απέμεινε από την εκφυλιστική μετάλλαξη του ΕΠΑΜ θέτει εκ των πραγμάτων εαυτόν εκτός της νομοτελούς προοπτικής του μετώπου. 22/04/2012http://www.ilhs.tuc.gr/gr/dim_22042012.htm ). Στο πρόσφατο κείμενο της Π.Γ. του ΕΠΑΜ «Επικαιροποίηση Πολιτικού Σχεδιασμού» γίνεται σαφές το χουντικό-φασιστικό στίγμα στο οποίο σαφώς διολισθαίνει η ηγεσία του μορφώματος «οφείλουμε να μιλάμε με λόγο πατριωτικό, με πολιτικό λόγο ήπιο, ενωτικό και με αναφορές στην πατρίδα, τη θρησκεία και την οικογένεια». (Βλ. http://www.epamhellas.gr/2016/01/29/%CF%80%CE%B5%CF%81%CE%AF-%CF%80%CE%BF%CE%BB%CE%B9%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%BF%CF%8D-%CF%83%CF%87%CE%B5%CE%B4%CE%B9%CE%B1%CF%83%CE%BC%CE%BF%CF%8D-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CE%AC%CE%BB%CE%BB%CF%89%CE%BD/ ). Βάσει των παραπάνω, είναι εμφανές το πόσο ανεδαφικά είναι τα ρητορικά ερωτήματα που μου απευθύνει ο κ. Φιτσάλος: «Πού και με ποιόν τρόπο το ΕΑΜ διαχώριζε το λαό σε δεξιά και αριστερά; Πόσο «φασίστες» ήταν γι αυτόν, εκείνοι που το ‘42 προέβαλαν ως πατριωτικό καθήκον τη λαϊκή ενότητα ως απαραίτητη προϋπόθεση για την επιτυχή έκβαση του αγώνα για μια ελεύθερη και ανεξάρτητη πατρίδα;». Επικαλούνται κάποιοι από νυν ΕΠΑΜ τον ιστορικό λόγο του Άρη Βελουχιώτη στη Λαμία 22 Οκτώβρη 1944 «ΠΟΙΟΙ ΚΑΙ ΓΙΑΤΙ ΘΕΛΟΥΝ ΝΑ ΞΕΧΑΣΟΥΜΕ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΑΣ» (https://www.marxists.org/…/archi…/velouhiotis/1944/10/22.htm), για να δικαιολογήσουν την ερωτοτροπία τους με την ακροδεξιά αν όχι την φασίζουσα καμπή τους. Ο λόγος αυτός είναι ένα εξαιρετικά διδακτικό ιστορικό κείμενο για όσους ξέρουν στοιχειωδώς ανάγνωση. Ανασκευάζει όλες τις βασικές θέσεις της αστικής προπαγάνδας κατά του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Ανιχνεύει ιστορική συνέχεια στον επαναστατικό εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα, σχέση 1821-1940 -αυτό είναι το νόημα της επίκλησης της «αθάνατης ελληνικής φυλής» σε κοινό ανθρώπων αγράμματων ή με μερικές τάξεις δημοτικού-, ανασκευάζει την προπαγάνδα περί «ανθελλήνων» κομμουνιστών, ξεσκεπάζει τη βρωμιά-προδοσία μοναρχικών-ακροδεξιών-καθεστώτος Ι. Μεταξά, δείχνει το δρόμο του ξεσηκωμού, το ρόλο του αντάρτικού στη σωτηρία του λαού με πρωτοπόρους τους κομμουνιστές, ανασκευάζει την τρομοκρατία περί κομμουνιστών που θέλουν να γδάρουν παπάδες και να καταργήσουν τη θρησκεία, κ.ο.κ. Λέει ο δικός μας ο Άρης μεταξύ άλλων: «Μας κατηγορούν ότι είμαστε όλοι κομμουνιστές και ισχυρίζονται, ότι το ΕΑΜ. και ο ΕΛΑΣ είναι σκεπασμένες κομμουνιστικές οργανώσεις. Μα αυτή η κατηγορία μπορεί ν'αποτελέσει ντροπή ή έπαινο;». Ο Άρης δεν αλαλάζει υστερικά «δεν υπάρχει δεξιά, δεν υπάρχει αριστερά». Τουναντίον, θεωρεί έπαινο τον πρωτοπόρο ρόλο των κομμουνιστών στο κίνημα, στο μέτωπο. Τι λέει η δική σας ηγεσία κύριοι του νυν ΕΠΑΜ; Αναρωτηθείτε λοιπόν σοβαρά, λογικά και νηφάλια: τι σχέση έχει ο λόγος του Άρη και του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ με τη «νέα» γραμμή του κειμένου της Π.Γ. του ΕΠΑΜ «Επικαιροποίηση Πολιτικού Σχεδιασμού», και τη νεκρανάσταση του «ΠΑΤΡΙΣ-ΘΡΗΣΚΕΙΑ-ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ» της αλήστου μνήμης χούντας των ταγματασφαλιτών συνταγματαρχών, πρακτόρων της CIA; Ή με τη χούντα ή με τον Άρη! Διαλέξτε στρατόπεδο. Ρωτά ο κ. Φιτσάλος: «Πού και πότε οι φασίστες έλεγαν πως η δεξιά και η αριστερά δεν αφορούν το λαό ή ότι «δεν υπάρχουν»;». Απαντώ: παντού και πάντα οι φασίστες, όπου και όποτε ερχόταν η ώρα τους για το καθεστώς (στην κρίση και στον πόλεμο) έλεγαν και λένε για να συγκαλύψουν τον μαχόμενο αστισμό-αντικομμουνισμό τους, ότι «όλοι είναι πουλημένοι, λαμόγια και εκφυλισμένοι», όλοι οι εκπρόσωποι του «παλιού πολιτικού συστήματος», «δεξιά και αριστερά». Αυτοπροβάλλονται ως σωτήρες «αντισυστημικοί», δηλ. πέραν του διπόλου δεξιά-αριστερά... Συχνά αυτοαποκαλούνται «Τρίτη Δύναμη». Όπως αναφέρει και ο Μπ. Μπρέχτ «ο φασισμός είναι μια καινούργια, τρίτη δύναμη που στέκεται δίπλα στον καπιταλισμό και το σοσιαλισμό (και πάνω απ'αυτούς)· όχι μονάχα το σοσιαλιστικό κίνημα, αλλά κι ο καπιταλισμός θα µπορούσε, και µετά τη γένεση του κινήµατος αυτού να συνεχίσει να υπάρχει και χωρίς το φασισµό. Η παραπάνω άποψη είναι βέβαια φασιστική (υπογράμμιση – Δ.Π.), αποτελεί υποχώρηση µπροστά στο φασισµό. Ο φασισµός είναι µια ιστορική φάση όπου µπήκε τώρα ο καπιταλισµός, κι έτσι είναι κάτι το καινούργιο και παλιό µαζί. Ο καπιταλισµός στις φασιστικές χώρες υπάρχει πια µονάχα σαν φασισµός κι ο φασισμός δεν μπορεί να πολεμηθεί παρά σαν καπιταλισμός στην πιο ωμή και καταπιεστική του μορφή, σαν ο πιο θρασύς κι ο πιο δόλιος καπιταλισμός. Πώς λοιπόν τώρα να πει κάποιος αντίπαλος του φασισµού την αλήθεια για το φασισµό όταν δε θέλει να πει τίποτα για τον καπιταλισµό, που τον προκαλεί; Πως να 'χει η αλήθεια αυτή πραχτική σηµασία;» (Μπέρτολτ Μπρεχτ. Πέντε δυσκολίες για να γράψει κανείς την αλήθεια. http://www.o-klooun.com/anadimosiefseis/pente-dyskolies-gia-na-grapsei-kaneis-tin-alitheia ). Ως «τρίτη δύναμη», πέραν του διπόλου δεξιά-αριστερά, καπιταλισμός-σοσιαλισμός καλούσε στις προκηρύξεις του ο ταγματασφαλίτης αποστάτης στρατηγός Βλάσοφ τους σοβιετικούς να προσχωρήσουν στη Βέρμαχτ (βλ. την προκήρυξη από 10.11.1942 https://reibert.info/threads/pervaja-listovka-vlasova.407512/ )... Έχει ιστορία αυτή η παράδοση. Μετά την επανάσταση του 1917, μεταξύ των αντισοβιετικών ηττημένων τσαρικών δυνάμεων της Λευκής Φρουράς, στη Γιουγκοσλαβία και αλλού, δημιουργούνται εθνικιστικές αντικομμουνιστικές οργανώσεις που συγκλίνουν τελικά σε μία: Λαϊκή-Εργασιακή Ένωση (Народно-Трудовой Союз – НТС) ή «τρίτη δύναμη» πέραν του διπόλου δεξιά-αριστερά (βλ. Александр Казанцев ТРЕТЬЯ СИЛА РОССИЯ МЕЖДУ НАЦИЗМОМ И КОММУНИЗМОМ. http://coollib.com/b/179990/read#t1 ). Αυτή, με την άνοδο του φασισμού στο μεσοπόλεμο, βλέπει το Χίτλερ και τους ναζί ως απελευθερωτές από το μπολσεβικισμό και τίθεται ολοκληρωτικά στην υπηρεσία τους. Ο Βλάσοφ Αντρέι Αντρέγιεβιτς (1901-1946), ήταν ένας σοβιετικός στρατηγός, που τέθηκε επικεφαλής αυτής της «τρίτης δύναμης» και έγινε συνεργάτης των ναζί κατακτητών στο Β'Παγκόσμιο Πόλεμο, οι οποίοι τον έχρισαν Διοικητή του «ρωσικού απελευθερωτικού στρατού» στο πλευρό της Βέρμαχτ. Έχουν λοιπόν τραγική ιστορική ευθύνη όσοι εκούσια ή ακούσια αναπαράγουν τη ρητορική περί δήθεν κινήματος και μετώπου πέραν του διπόλου δεξιά-αριστερά. Όταν μάλιστα κάποιοι επικεντρώνουν τα πυρά τους εναντίον κάθε αριστεράς ενώ κτίζουν την «αντισυστημική» εικόνα και προπαγάνδα τους παρουσιάζοντας την ίδια την αντίθεση δεξιά-αριστερά ως στημένη «επινόηση» & «κατασκευή», δεν κινούνται μόνο στα θολά νερά, αλλά συμπράττουν στη σύμπηξη του βορβορώδους βάλτου που εκτρέφει την εδραίωση και διάδοση του αληθινού φασισμού. Χαρακτηριστικό είναι το εξής περιστατικό που περιέγραφαν άνθρωποι από Θεσσαλονίκη το 2012. Την περίοδο που κάποιοι φωστήρες της ηγεσίας του ΕΠΑΜ, παρά τις προειδοποιήσεις μας για τον απροκάλυπτα φασιστικό συνειρμό, λάνσαραν ανά την επικράτεια τη μόδα των «λαμπαδηφοριών» με πυρσούς, στις Δυτικές συνοικίες της πόλης, συμπορεύτηκαν με το πυρσοφόρο ΕΠΑΜ και χρυσαυγήτες, ανακράζοντας το κλασικό: «Δεν υπάρχει δεξιά – δεν υπάρχει αριστερά, μόνο κόκκαλα (αίματα) Ελλήνων ιερά»! Τυχαίο; Κάθε άλλο. Λογικό! Άλλο περιστατικό: το πρώην μέλος της προσωρινής Οργανωτικής Επιτροπής, μέλος στη συνέχεια της Πολιτικής Γραμματείας του ΕΠΑΜ και εξ'απορρήτων της αυλής, Γιώργος Παναγιωτόπουλος, δημοσιεύει στο ιστολόγιό του χυδαίο κείμενο με άθλια και εμετική ναζιστική «ιστορική προβληματική» περί «εβραιομπολσεβικισμού»! (Η Ίσις χωρίς στρινγκάκι. Το κωλομπαρεμένο παραμύθι της αριστερής γεωγραφίας.http://axinosp.blogspot.gr/2012/06/blog-post_5381.html); Όταν κάποιος με την προπαγάνδα του σε συνθήκες κρίσης και κοινωνικού πολέμου απομονώνει το στοιχείο της ξένης κατοχής-επιβολής από την ταξική του (εθνική, διεθνική και παγκόσμια) διάσταση (δηλ. από την κοινωνικοοικονομική βάση της αντιπαράθεσης δεξιάς-αριστεράς), φυσικό επακόλουθο είναι να συμβάλλει στην τόνωση στοιχείων εθνικής περιχαράκωσης, ανοίγοντας το δρόμο για πάσης φύσεως εθνικισμούς, σωβινισμούς, ξενοφοβίες, κυνήγι «λαθρο-»μεταναστών & προσφύγων κ.ο.κ. Δεν υπάρχει ιδεολογικοπολιτικώς ουδέτερη, γενικώς και αορίστως ισχύουσα «λαϊκή ενότητα». Ιδιαίτερα αν αυτή η «λαϊκή ενότητα» δηλητηριάζεται συστηματικά με λανθάνοντα ή απροκάλυπτο αντικομμουνισμό και εξορκισμούς κατά της αριστεράς, οδηγείται με μαθηματική ακρίβεια σε φασίζουσα ή/και φασιστική ρότα. Υπενθυμίζω ότι όλα τα φασιστικά κινήματα του μεσοπολέμου, κινούνταν σε τέτοια «μετωπική» κατεύθυνση, ενώ για δημαγωγικούς-χειραγωγικούς λόγους περιελάμβαναν στη ρητορική τους και φιλολαϊκά, «αντικαπιταλιστικά», ακόμα και σοσιαλιστικά συνθήματα, ψαρεύοντας σκόπιμα στα θολά νερά της κρίσης που τα ίδια θόλωναν περαιτέρω συνειδητά για την επιβολή του καθεστώτος τους. Το ίδιο το ναζιστικό κόμμα Γερμανίας ονομαζόταν NSDAP, «Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα των Γερμανών Εργατών»! Ο κ. Δ. Φιτσάλος μου προσάπτει επιπλέον: «Ο κ. Πατέλης κατηγορεί το ΕΠΑΜ ως «εθνικιστικό» επειδή επιτάσσει την λαϊκή ενότητα πάνω και πέρα από ιδεολογικές γραμμές.[...]. Αλήθεια αυτό δεν το γνώριζε όταν προσέγγισε το ΕΠΑΜ και εντάχθηκε το ’11; Δεν είχε διαβάσει στην ιδρυτική του διακήρυξη πως «φιλοδοξία του ΕΠΑΜ είναι να συμβάλει καθοριστικά στην ενότητα του λαού πέρα και πάνω από κομματικές, ιδεολογικές και άλλες διαχωριστικές γραμμές. (…)Το ΕΠΑΜ από την ίδια την φύση του είναι μια μεταβατική κοινωνικοπολιτική συμμαχία από ευρύτατες λαϊκές δυνάμεις με κύρια επιδίωξη την επίτευξη των βασικών στόχων και αιτημάτων του. Στις γραμμές του δεν υπάρχουν διαχωρισμοί κομματικής ή ιδεολογικής καταγωγής των μελών του, ούτε αναγνωρίζει εντός του οργανωμένες συνιστώσες και συντεταγμένες. Απηχεί την ενότητα που πρέπει να οικοδομηθεί μέσα στις τάξεις του ίδιου του λαού απέναντι στον κοινό εχθρό.»; Αν τα γνώριζε αυτά και επομένως διαφωνούσε, τότε τι δουλειά είχε σε ένα λαϊκό πατριωτικό μέτωπο; Τι πραγματικά επεδίωκε;». Τα πράγματα δεν είναι μαύρα ή άσπρα, ή τουλάχιστον, δεν προβάλλουν έτσι απ'την αρχή. Κατ'αρχήν, η επιδίωξη της λαϊκής ενότητας πάνω και πέρα από ιδεολογικές γραμμές (εξαιρουμένων των φασιστικών θέσεων) σε συνθήκες κρίσης και πολέμου, δεν καθιστά ένα πολιτικό μόρφωμα εθνικιστικό. Πολλώ μάλλον δε, εάν αυτό το μόρφωμα διακηρύσσει ότι συνιστά τον προπομπό-πρόπλασμα του αναγκαίου στη συγκυρία μεγάλου Μετώπου. Περί αυτού γινόταν συζητήσεις και κατά την Ιδρυτική σύσκεψη (Αργυρούπολη, 16/7/2011) στο πρώτο μέρος της οποίας μπόρεσα να παρευρεθώ. Όπως πληροφορήθηκα εκ των υστέρων, κατά τη διάρκεια της απουσίας μου εξελέγην μέλος της προσωρινής «Πολιτικής Επιτροπής». Όσο ήμουν εκεί, δεν διάβασα απλώς το προσχέδιο της Ιδρυτικής Διακήρυξης που είχε συντάξει ο Δ. Καζάκης, αλλά εισηγήθηκα (γραπτά και προφορικά) σημαντικές προσθήκες και αλλαγές, συμβάλλοντας στην τελική μορφή της. Ειλικρινά, το προσχέδιο δεν μου φαινόταν ως η βέλτιστη απεύθυνση για τη συγκρότηση του μετώπου, όπως άλλωστε και πολλά πρόσωπα και καταστάσεις. Ωστόσο, ως κομμουνιστής που συνειδητοποιούσε την ανάγκη του μετώπου, θεωρούσα και θεωρώ υποχρέωσή μου να βρίσκομαι εκεί που το αυθόρμητο δείχνει μαζικά να προσανατολίζεται σε συνειδητές μετωπικές προσπάθειες, να συμβάλλω στο μέτρο των δυνατοτήτων μου στη βελτιστοποίηση κάθε θετικού εγχειρήματος. Στο προσχέδιο, π.χ. υπήρχαν πολλά (5) προτάγματα, όχι και τόσο σωστά ιεραρχημένα και αρκετή φλυαρία για αυτά. Είναι μια πραγματικότητα που αντιμετωπίσαμε και αντιμετωπίζουμε σε πολλά εγχειρήματα. Η ιστορική εμπειρία δείχνει ότι σε συνθήκες κρίσης και πολέμου, ποτέ δεν συγκροτήθηκαν μαζικά μέτωπα μάχης με 5, 10, 15... στόχους-προτάγματα. Για το μέτωπο και τη μαζική του απεύθυνση, αρκούν 2, 3 το πολύ. Επίσης, στο προσχέδιο υπήρχαν κενά και ασάφειες ως προς το διεθνή-ταξικό χαρακτήρα της κρίσης, την ανάγκη μπολιάσματος του εθνικοαπελευθερωτικού-πατριωτικού στοιχείου με το ταξικό-διεθνιστικό, ως προς αρχές συγκρότησης και λειτουργίας κ.ο.κ. Ωστόσο, αντιλαμβανόμενος ότι είχαν ήδη δρομολογηθεί κάποιες θέσεις και διαδικασίες πριν τη δική μου εμπλοκή, πρότεινα διορθωτικές αλλαγές-προσθήκες. Οι αλλαγές που εισηγήθηκα και έγιναν δεκτές, αφορούσαν: 1. Προσθήκη της 3ης παραγράφου που συνέγραψα επιτόπου «Όλα αυτά συμβαίνουν εν μέσω μιας μοναδικής ως προς το εύρος, το βάθος και τις καταστροφικές προεκτάσεις παγκόσμιας οικονομικής κρίσης. Μιας κρίσης, η οποία όταν μετατράπηκε σε κρίση χρέους έπληξε ως ασθενείς κρίκους του συστήματος την Ελλάδα και μια σειρά ακόμη χωρών της περιφέρειας της ΕΕ. Τα δεινά που υφίσταται ο λαός, η απώλεια της κυριαρχίας, η διάλυση και η καταστροφή, πηγάζουν από έναν διεθνή μηχανισμό εκμετάλλευσης με αιχμή του δόρατος ένα ολωσδιόλου παρασιτικό χρηματοπιστωτικό σύστημα σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο». Έκρινα αναγκαία αυτή την προσθήκη, για την κατάδειξη της διεθνούς & παγκόσμιας ταξικής διάστασης της κρίσης και της εκμετάλλευσης, της θέσης και του ρόλου της Ελλάδας και άλλων χωρών σε αυτήν, γεγονός που υπαγορεύει και το διεθνιστικό-ταξικό χαρακτήρα του αναγκαίου μετωπικού αγώνα. 2. Πρότεινα και έγινε δεκτή απ'το σώμα αναδιάταξη-αλλαγή σειράς των αιτημάτων, λόγω της ιεραρχικής δομής-αλληλουχίας τους. Στο προσχέδιο ήταν: 1. Πρέπει να ανατραπεί εδώ και τώρα ολόκληρο το οικοδόμημα των συμφωνιών, δεσμεύσεων, παρεμβάσεων και μέτρων που πάρθηκαν από την εποχή του πρώτου μνημονίου..., 2. Η πρώτη πράξη εξιλέωσης της ελληνικής κοινωνίας από τα ανομήματα των κυβερνώντων της είναι να καθίσει στο εδώλιο το σύνολο των φυσικών και νομικών προσώπων..., 3. Μη αναγνώριση του δημόσιου χρέους..., 4. Αναθεώρηση των σχέσεών μας με την ΕΕ..., 5. Ως έχει. Με τη δική μου πρόταση, η σειρά στο τελικό κείμενο είχε ως εξής: 1. Μη αναγνώριση του δημόσιου χρέους..., 2. Πρέπει να ανατραπεί εδώ και τώρα ολόκληρο το οικοδόμημα των συμφωνιών, δεσμεύσεων, παρεμβάσεων και μέτρων..., 3. Αναθεώρηση των σχέσεών μας με την ΕΕ..., 4. Η πρώτη πράξη εξιλέωσης της ελληνικής κοινωνίας από τα ανομήματα των κυβερνώντων της είναι να καθίσει στο εδώλιο..., 5. Η διάσωση της χώρας δεν μπορεί να επιτευχθεί με τον λαό στον «γύψο» ούτε με οικουμενικές και υπερκομματικές κυβερνήσεις εκφασισμού της πολιτικής ζωής... 3. Έγιναν δεκτές προσθήκες & επαναδιατυπώσεις μου επί της τελικής πρότασης του 5ου αιτήματος, που έχει ως εξής: «Μόνο έτσι θα μπορέσει ο λαός να γίνει αφεντικό στον τόπο του, να οικοδομήσει ένα σύστημα διακυβέρνησης που θα βασίζεται σε μια λαϊκή αντιπροσώπευση [με αιρετότητα από τα ανώτερα ως τα κατώτερα όργανα], δεσμευτική εντολή, διαρκή έλεγχο από τα κάτω, [υποχρεωτική λογοδοσία των αιρετών εντεταλμένων προς τους εκλογείς τους], ανακλητότητα [με κάθε αθέτηση εντολής], περιορισμένη θητεία, [θέσπιση της εκ περιτροπής εναλλαγής σε αξιώματα-λειτουργίες].» (σε άγκιστρα οι δικές μου αλλαγές-προσθήκες). Πρότεινα αυτές τις προσθήκες και επαναδιατυπώσεις, όχι μόνο ως διεκδικήσεις για τον εκδημοκρατισμό του όλου πολιτικού και πολιτειακού συστήματος, αλλά και υπό την ιδιότητα αρχών, οι οποίες θα έπρεπε να τηρούνται υποδειγματικά στη δομή και λειτουργία του ίδιου του εν τω γεννάσθαι μετώπου, γνωρίζοντας ότι μόνον έτσι αυτό θα μπορούσε να έχει προοπτική... 4. Προς αποφυγή εθνικιστικών παρεκτροπών, πρότεινα παράγραφο με σαφή αναφορά στη διεθνιστική διάσταση, στο διεθνιστικό καθήκον του μετωπικού αγώνα του ελληνικού λαού, που δεν υπήρχε στο προσχέδιο. Στο τελικό κείμενο (που ενσωματώνει και άλλες σχετικού περιεχομένου προτάσεις) υπάρχει η εξής διατύπωση: «Στη μάχη αυτή ο ελληνικός λαός δεν βρίσκεται μόνος του. Δίπλα του βρίσκονται και οι άλλοι λαοί των χωρών της νότιας ευρωζώνης, της ΕΕ και διεθνώς που πλήττονται από αντίστοιχες ληστρικές πολιτικές. Το καθήκον να ξεμπερδέψει με το καθεστώς της δουλοπαροικίας του χρέους πρώτα απ’ όλα στην χώρα του, ο ελληνικός λαός δεν το οφείλει μόνο στον εαυτό του, αλλά και σε όλους τους λαούς που βρίσκονται υπό τα δεσμά της ίδιας διεθνούς ληστοσυμμορίας. Κάθε δικό του απελευθερωτικό βήμα στην Ελλάδα, κάθε καίριο πλήγμα στο καθεστώς κατοχής, θα δώσει πνοή, δύναμη και αποφασιστικότητα σ’ όλους τους μαχόμενους λαούς. Η δική του εθνική και κοινωνική απελευθέρωση θα σηματοδοτήσει μια τέτοια γενικευμένη άνοιξη των λαών στην Ευρώπη, που κανενός είδους αντίδραση δεν θα μπορέσει να αναχαιτίσει». 5. Με προτάσεις πολλών συμμετεχόντων και δικές μου, προστέθηκε η τελευταία παράγραφος, που επίσης δεν υπήρχε στο προσχέδιο: «Το ΕΠΑΜ από την ίδια την φύση του είναι μια μεταβατική κοινωνικοπολιτική συμμαχία από ευρύτατες λαϊκές δυνάμεις με κύρια επιδίωξη την επίτευξη των βασικών στόχων και αιτημάτων του. Στις γραμμές του δεν υπάρχουν διαχωρισμοί κομματικής ή ιδεολογικής καταγωγής των μελών του, ούτε αναγνωρίζει εντός του οργανωμένες συνιστώσες και συντεταγμένες. Απηχεί την ενότητα που πρέπει να οικοδομηθεί μέσα στις τάξεις του ίδιου του λαού απέναντι στον κοινό εχθρό. Σαν συμμαχία είναι μεταβατική γιατί με την επίτευξη των κεντρικών στόχων και αιτημάτων του, το ΕΠΑΜ θα περάσει αναπότρεπτα στην ιστορία». Εδώ υπογραμμίζεται ο μεταβατικός και όχι πάγιος-παλαιοκομματικός χαρακτήρας του μετώπου, η αποφυγή κομματικών και ιδεολογικών καπελωμάτων και ο ενωτικός χαρακτήρας του εγχειρήματος. Αφήνω στην κρίση του αναγνώστη το εάν και κατά πόσο η δράση της νυν ηγεσίας του ΕΠΑΜ τηρεί τις ως άνω αρχές. Αναφέρω τα παραπάνω, για να καταστεί σαφές το τι επεδίωκα και επιδιώκω με συνέπεια. Επιπλέον, αφ'ενός μεν δεν ήμουν απλός αναγνώστης του εγγράφου και θεατής των διαδικασιών, αφ'ετέρου δε, εξ'υπαρχής κατέβαλλα προσπάθειες ώστε να αποφευχθούν εκτροπές και εκφυλιστικά φαινόμενα που εκδηλώθηκαν ιδιαίτερα έντονα στη συνέχεια. Η δραστηριότητα ανθρώπων με πεποιθήσεις παρόμοιες με τις δικές μου εκείνη την περίοδο ήταν πολυσχιδής. Ξεκίνησε με κινήσεις όπως το κοινό κείμενο οικονομολόγων και πανεπιστημιακών. Μέρος της για βραχύ διάστημα συνδέθηκε με το ΕΠΑΜ. Όπως προανέφερα, τον Ιούλιο του 2011 παρευρέθηκα σε μέρος των εργασιών της ιδρυτικής στην Αργυρούπολη. Υπέβαλα προτάσεις επί του σχεδίου της ιδρυτικής διακήρυξης, οι οποίες έγιναν δεκτές. Ερήμην μου (όταν είχα φύγει) με εξέλεξαν μέλος της προσωρινής Πολιτικής Επιτροπής. Στις συνεδριάσεις της τελευταίας, που διεξάγονταν στην Αθήνα, συμμετείχα εάν και όποτε ήταν εφικτή σύνδεση με τηλεδιάσκεψη (από τα Χανιά)... Ήδη από τότε ήταν φανερά πολλά φαύλα στοιχεία ως προς τη δομή, τον προσανατολισμό, το ιδεολογικό πλαίσιο, τα καπελώματα, τις άξεστες απόπειρες επιβολής του «φυσικού ηγέτη» και της αυλής, τους ΠΑΣΟΚογενείς αυριανιστές να πρωτοστατούν εδώ κι εκεί κ.ο.κ. Τα περιγράφω αυτά και στο σχετικό άρθρο «Ότι απέμεινε από την εκφυλιστική μετάλλαξη του ΕΠΑΜ θέτει εκ των πραγμάτων εαυτόν εκτός της νομοτελούς προοπτικής του μετώπου». http://www.ilhs.tuc.gr/gr/dim_22042012.htm. Παρ'όλα αυτά, το τότε ΕΠΑΜ, κυρίως ως προς τη σύνθεση του κόσμου που προσήλκυε, αλλά και ως προς τις διαθέσεις των μελών του, δεν είχε την παραμικρή σχέση μ'αυτό που απέμεινε μετά το 1ο συνέδριο. Ποτέ δεν έκρυψα τις αρχές, τις ιδέες και τις επιδιώξεις μου. Τα θέματα αυτά τα έθετα με συνέπεια τόσο στα όργανα που συμμετείχα, στις συζητήσεις που είχα με άλλους συναγωνιστές, αλλά και σε δημόσιο γραπτό και προφορικό λόγο που είναι καταγεγραμμένος εν πολλοίς και διαθέσιμος. Διαθέσιμο είναι και το αρχείο της αλληλογραφίας της τότε Πολιτικής Επιτροπής, αρκούντως διαφωτιστικό για τις τάσεις που οδήγησαν στον πλήρη εκφυλισμό του ΕΠΑΜ. Έθετα τον προβληματισμό μου με έντονο και συστηματικό τρόπο, με ειλικρινή αγωνία παντού και στον ίδιο τον κ. Δ. Καζάκη, ασκώντας έντονη κριτική σε επικίνδυνα φαινόμενα και συμπεριφορές. Αναφέρω ενδεικτικά, ότι από τις αρχές είχα συζητήσει με τον κ. Δ. Καζάκη ότι αφορά την ευθύνη και τον ειδικό πρωτοπόρο-υποδειγματικό ρόλο των κομμουνιστών στη συγκρότηση και ανάπτυξη του μετώπου. Γι'αυτό το λόγο, του είχα προτείνει τη συγκρότηση κομμουνιστικής πλατφόρμας στο Μέτωπο και αυτός είχε συμφωνήσει μαζί μου. Με αυτούς τους όρους είχα ενεργοποιηθεί τότε στο ΕΠΑΜ, ευελπιστώντας αυτό να μετεξελιχθεί σε πραγματικό ενωτικό λαϊκό μέτωπο μάχης... Βέβαια, η μετέπειτα τραγελαφικές εξελίξεις έδειξαν ανάγλυφα το πως αντιλαμβάνονται κάποιοι τις δεσμεύσεις τους και την ενότητα λόγων και έργων... Είναι όντως λυπηρή αυτή η κατάληξη για ένα εγχείρημα στο οποίο είχαν εναποθέσει τις ελπίδες τους χιλιάδες άνθρωποι στη φάση των μαζικών λαϊκών κινητοποιήσεων κατά του καθεστώτος αποικίας χρέους. Στο ΕΠΑΜ, στη δράση για τη διάδοση των προταγμάτων του και στη συγκρότηση συλλογικοτήτων αλληλεγγύης και αγώνα, γνώρισα διάφορους ανθρώπους. Ανθρώπους που κουβαλούσαν όλα τα στερεότυπα του οπαδού, του αυλοκόλακα, του χειροκροτητή, επανεκδόσεις εκδοχών βοναπαρτισμού, «αυριανισμού» - αγοραίου λαϊκισμού, βολεψάκηδες που επενδύουν-τζογάρουν στη λογική της εν λευκώ ανάθεσης, ώστε να ψηφίσουν και να ξαναθρονιαστούν στη βολή τους με την αυταπάτη ότι ο άναξ θα τα λύσει όλα δια μαγείας (ή θα τον μουτζώνουν στην επόμενη καμπή), ανθρώπους που μόλις οσμίστηκαν δυναμική, έσπευσαν για ιδιοτελή εξαργύρωση εκδουλεύσεων και για αντιπαροχές, εκδοχές ανερμάτιστων καιροσκόπων, αρχομανών δικτατορίσκων – βοναπαρτίσκων μ'ένα τεράστιο νοσηρό «Εγώ», που είδαν το κίνημα ως όχημα-μέσο της ιδιοτελούς ναρκισσευόμενης φιλαυτίας τους κ.ο.κ. Ωστόσο, γνώρισα και εξαιρετικούς ανθρώπους, αγνούς, καθαρούς, ανιδιοτελείς, αφοσιωμένους στην υπόθεση του αγώνα του λαού, που βλέπουν τον εαυτό τους ως μέσο στην υπηρεσία αυτού του συλλογικού αγώνα ζωής η θανάτου. Είναι πολύ πιθανό να δραστηριοποιούνται ακόμα τέτοιοι καλοπροαίρετοι άνθρωποι εντός και πέριξ του εναπομείναντος ΕΠΑΜ, χωρίς να έχουν γνώση του τι μεσολάβησε, χωρίς να έχουν αντιληφθεί το πραγματικό διακύβευμα. Σε αυτούς τους γνήσιους συναγωνιστές και συναγωνίστριες, πρέπει να καταστεί σαφές ότι όσο κι αν εκφυλίστηκε πρόωρα αυτό το εγχείρημα, το μεγαλείο, η ομορφιά και η προοπτική του μετωπικού αγώνα βρίσκονται μπροστά μας. Δεν έχουμε την πολυτέλεια για απογοητεύσεις, παραιτήσεις και ιδιώτευση. Είδαμε με τραγική ενάργεια το πως δεν χτίζεται, το πως υπονομεύεται ένα μέτωπο και τι χρειάζεται για να χτιστεί. Οφείλουμε να αντλήσουμε διδάγματα από την ιστορία των επαναστατικών κινημάτων, και από τη σύντομη εμπειρία του ΕΠΑΜ, ώστε να αναβαθμίσουμε ποιοτικά και ουσιαστικά τη μετωπική συγκρότηση του αγώνα του λαού μας. Τελικά, ποιος θολώνει συστηματικά τα ήδη θολά νερά της σημερινής πολιτικής ζωής με διακηρύξεις περί λαϊκής ενότητας πέραν του διπόλου δεξιά-αριστερά; Και ποιος έρχεται να ψαρέψει τι στα θολά νερά; Ποιοι πνίγουν την μετωπική προοπτική στα θολά νερά της «αποϊδεολογικοποίησης»; Πόσο αθώο είναι να αναγορεύονται φερέγγυοι εταίροι και συνομιλητές οι φορείς παρόμοιων ιδεολογημάτων και πρακτικών; Εν κατακλείδι: το καθεστώς σε συνθήκες κρίσης και πολέμου χρειάζεται επιτακτικά ποικίλα αναχώματα-δεκανίκια α) για τη διαχείριση της οργής και της αγανάκτησης των από κάτω και β) (δεδομένης της ταχύτατης φθοράς-χρεοκοπίας των βραχύβιων πολιτικών σχημάτων διακυβέρνησης) για τη δημιουργία εφεδρικών μορφωμάτων, οιονεί εταίρων σε σχήματα ανακύκλωσης-«ανανέωσης» πολιτικού προσωπικού διαχείρισης των όρων αποικίας χρέους. Το ΛΑΟΣ κάηκε, η ΝΔ δυσκολεύεται να βρει ταυτότητα με το νέο ακραίο νεοφιλελεύθερο ηγέτη, η ναζιστική Χ.Α. επίσης δυσκολεύεται να δείξει «υπεύθυνο καθωσπρεπισμό» και το μέλλον της «λαϊκής» ακροδεξιάς εθνικιστικής συνιστώσας της νυν συγκυβέρνησης δεν προοιωνίζεται ευμενές. Να λοιπόν που δένει η συνταγή των κουκλοπαικτών που δίνουν το στίγμα του ΕΠΑΜ για διεκδίκηση κατάλληλου ρόλου σε μια θολή αγορά πελατών-ψηφοφόρων: «με λόγο πατριωτικό, με πολιτικό λόγο ήπιο, ενωτικό και με αναφορές στην πατρίδα, τη θρησκεία και την οικογένεια»!... Όσοι απεργάζονται, χειρίζονται και αναπαράγουν παρόμοια σενάρια σε θολά νερά, όχι μόνο δεν συμβάλλουν στη συγκρότηση του επιτακτικά αναγκαίου μετώπου, αλλά δημιουργούν άκρως ευνοϊκά εκκολαπτήρια για ακροδεξιές και φασιστικές εκτροπές.
[1]Ο Πιετισμός ή Ευσεβισμός αναπτύχθηκε στους κόλπους της γερμανικής λουθηριανής εκκλησίας κατά τον 17ο αι., με στόχο την τόνωση του ατομικού θρησκευτικού βιώματος.
Πρόσωπο σαν φτιαγμένο από χαρτί Που κάποιος το τσαλάκωσε να το πετάξει Και όμως να το υπάρχει και με κάποια Χαιρεκακία χαμογελά την ώρα που εμείς Οι αληθινοί , πεθαίνουμε
ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ , ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 1979
Είναι βράδυ. Το γραφείο στην οδό Σκουφά είναι για ακόμα μία νύχτα φωτισμένο. Ο ποιητής είναι ήδη εκεί και προσπαθεί να δώσει συνέχεια στο στίχο του. Γράφει για την Ελλάδα, τη θάλασσα, την αγάπη, πάντα με αισιοδοξία. Αυτά είναι και τα βασικά θέματα της ποίησής του.
Γεννημένος 2-11 το 1911 στο Ηράκλειο της Κρήτης, ο Οδυσσέας Αλεπουδέλης, κατά κόσμο Οδυσσέας Ελύτης, αποτέλεσε έναν από τους σημαντικότερους Έλληνες ποιητές της γενιάς του 1930, με πολλές διακρίσεις στην Ελλάδα ( Κρατικό Βραβείο ποίησης,1960) αλλά και στο εξωτερικό (Νόμπελ Λογοτεχνίας, 1979), ενώ παράλληλα συνδέθηκε με πάρα πολλές εξέχουσες προσωπικότητες των γραμμάτων όπως ο Ανδρέας Εμπειρίκος, ο Γιώργος Σεφέρης κά. Πέθανε στην Αθήνα στις 18 Μαρτίου το 1996.
Η πρώτη του εμφάνιση στην ελληνική ποίηση, έγινε το 1935 όταν ο Γιώργος Σεφέρης και ο Γιώργος Κατσίμπαλης, εκδότες των Νέων Γραμμάτων, τον πίεσαν να δημοσιεύσει τα πρώτα του ποιήματα. Δεν ήθελε να υπογράφει με το κανονικό του όνομα και επέλεξε το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο «Οδυσσέας Ελύτης». Όπως είχε δηλώσει και ο ίδιος «οι λέξεις από «Ελ» μου ασκούσαν μία μαγεία. Είτε διότι ήταν η Ελλάδα, είτε η ελπίδα, είτε μια Ελένη που ίσως ήμουν τότε ερωτευμένος, είτε η ελευθερία, σκέφτηκα να το αρχίσω έτσι. Κατόπιν ήταν το γράμμα ύψιλον, που για εμένα είναι το πιο ελληνικό γράμμα. Άλλωστε οι Γάλλοι για να το λένε ι γκρεκ, θα πει ότι είναι το ελληνικό. Και έβαλα μετά το Ελ το ύψιλον. Δε χρειαζόταν λοιπόν, παρά να βάλω μία κατάληξη που να ήταν και λίγο αρχαιοπρεπής –ίτης. Και έτσι ενώ έψαχνα στην αρχή να βάλω κάτι μεταξύ του Ελ- και του –της, έβαλα το ύψιλον και βγήκε το Ελύτης.».
Image may be NSFW. Clik here to view.
Τα χρόνια που ακολούθησαν ήταν ιδιαίτερα δημιουργικά για τον ποιητή. Το 1936, ο Ελύτης συμμετείχε στην Α΄ Διεθνή Υπερρεαλιστική Έκθεση των Αθηνών, παρουσιάζοντας ζωγραφικούς πίνακες σχεδιασμένους με την τεχνική του κολλάζ, ενώ το 1937 πραγματοποίησε τη στρατιωτική του θητεία στην Κέρκυρα και πιο συγκεκριμένα στη Σχολή Έφεδρων Αξιωματικών, έχοντας συνεχή επικοινωνία με το Νίκο Γκάτσο και το Γιώργο Σεφέρη. Τρία χρόνια αργότερα η εκτύπωση της πρώτης προσωπικής του ποιητικής συλλογής «Προσανατολισμοί» είναι γεγονός.
Κατά τη διάρκεια της μάχης στο Αλβανικό Μέτωπο, ο Ελύτης κατατάχθηκε στην Διοίκηση του Στρατηγείου Α΄ Σώματος Στρατού ως ανθυπολοχαγός, ενώ λίγο καιρό αργότερα θα νοσηλευτεί στο νοσοκομείο Ιωαννίνων με σοβαρό κρούσμα κοιλιακού τύφου. Το 1943 θα εκδώσει την ποιητική συλλογή «Ήλιος ο Πρώτος».
Image may be NSFW. Clik here to view.
Το συγγραφικό του έργο για εκείνη την περίοδο συμπληρώνεται με το δοκίμιο «Τα κορίτσια» (Νέα Γράμματα 1944) και τις μεταφράσεις των ποιημάτων του Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα (Τετράδιο, 1945). Πολλοί θα σπεύσουν να κατηγορήσουν τον Ελύτη για την έντονη αισιοδοξία των ποιημάτων του. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι παράμενε ασυγκίνητος στη θέα των κοινωνικοπολιτικών δρώμενων. Απόδειξη η ποιητική συλλογή «Άσμα Ηρωικό και Πένθιμο για τον χαμένο Ανθυπολοχαγό της Αλβανίας», για τους πολεμιστές στο Αλβανικό μέτωπο, αλλά ίσως και για τον ποιητή Γιώργο Σαραντάρη, που συμμετείχε στον πόλεμο και πέθανε λόγω σοβαρού τραυματισμού.
Tώρα, σαν από στεναγμό Θεού ένας ίσκιος μεγαλώνει.
Tώρα η αγωνία σκυφτή με χέρια κοκαλιάρικα
Πιάνει και σβήνει ένα ένα τα λουλούδια επάνω της·
Mες στις χαράδρες όπου τα νερά σταμάτησαν
(«Άσμα Ηρωικό και Πένθιμο
για τον χαμένο Ανθυπολοχαγό της Αλβανίας», 1945)
Το 1948, ο ποιητής θα βρεθεί στο Παρίσι για να σπουδάσει Φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο της Σορβόνης και θα αποτελέσει ιδρυτικό μέλος της Association Internationale des Critiques d’Art. Εκεί θα γνωρίσει σημαντικούς ανθρώπους των γραμμάτων και των τεχνών όπως ο Καμύ, ο Ελυάρ, ο Μπρετόν, Πικάσο κ.ά.
Τα χρόνια που ακολουθούν ο Οδυσσέας Ελύτης θα σωπάσει και δε θα εκδώσει για πάνω από 10 χρόνια κάποια ποιητική συλλογή, για να επανέλθει το 1959 με το «Άξιον Εστί», το οποίο θα εκδοθεί το 1960, για το οποίο του απονεμήθηκε το Α’ Κρατικό Βραβείο Ποίησης.
Την ίδια περίοδο θα εκδοθούν οι «Έξι και μία τύψεις για τον ουρανό», αφιερωμένες στην Τζίνα Πολίτη. Ιδιαίτερα σημαντική χρονιά για τον ποιητή, θα αποτελέσει το 1964, χρόνια έναρξης της ηχογράφησης της ποιητικής συλλογής «Άξιον Εστί» σε μουσική του Μίκη Θεοδωράκη. Ένα χρόνο αργότερα, ο Ελύτης θα τιμηθεί από το Βασιλιά Κωνσταντίνο με το παράσημο του Ταξίαρχου του Φοίνικα και θα ολοκληρώσει τη συγγραφή των δοκιμίων «Ανοιχτά χαρτιά». Στην εν λόγω συλλογή δοκιμίων, ο Ελύτης αφιερώνει ένα κεφάλαιο για την ποιητική του Ανδρέα Κάλβου.
Κατά την περίοδο της Δικτατορίας του 1967, ο Ελύτης θα ασχοληθεί με το κολάζ και τη ζωγραφική. Μπορεί να μην εξέφραζε ποτέ τις πολιτικές του πεποιθήσεις, αλλά πάντα φρόντιζε να είναι ενήμερος για τα δρώμενα, όπως επισημαίνει και η κυρία Ιουλίτα Ηλιοπούλου, ποιήτρια και τελευταία σύντροφος του ποιητή. Η στάση, όμως που Ελύτη αποδείκνυε την εναντίωσή του στο καθεστώς. Μάλιστα αρνήθηκε να παραλάβει το Μεγάλο Βραβείο Λογοτεχνίας, που είχαν θεσπίσει οι ίδιοι οι δικτάτορες, ενώ παράλληλα, επέλεξε να «αυτοεξοριστεί» στη Γαλλία το 1969, όπως και άλλοι σπουδαίοι άνθρωποι, όπως ο ποιητής Γιώργος Σεφέρης και ο τραγουδιστής Αντώνης Καλογιάννης.
Image may be NSFW. Clik here to view.
Το 1971 θα εκδοθούν τρεις ποιητικές συλλογές του ποιητή «Το Φωτόδεντρο και η δεκάτη τέταρτη ομορφιά», το οποίο ξεκίνησε να γράφει κατά τη διάρκεια της παραμονής του στη Γαλλία (1969), «Ο Ήλιος ο Ηλιάτορας», στην οποία περιλαμβάνεται το ποίημα «Το κορίτσι», που διδάσκεται στην Τετάρτη τάξη του δημοτικού. Το ποίημα μελοποιήθηκε από το Δημήτριο Λάγιο και πλαισιώνεται από τη μοναδική φωνή της Ελένης Βιτάλη. Μέσα σε μία περίοδο γεμάτη κακουχίες για τον ελληνικό λαό, ο Ελύτης θα μεταδώσει την αισιοδοξία που απουσιάζει από την κοινωνία της εποχής.
Τρίτη ποιητική συλλογή που θα κυκλοφορήσει τον ίδιο χρόνο, το ερωτικό «Μονόγραμμα», ένας ύμνος στην αγάπη.
Το 1979, η Σουηδική Ακαδημία επιλέγει να βραβεύσει τον Οδυσσέα Ελύτη "Για την ποίησή του, που με φόντο την ελληνική παράδοση, με αισθηματοποιημένη δύναμη και πνευματική οξύνοια ζωντανεύει τον αγώνα του σύγχρονου ανθρώπου για ελευθερία και δημιουργία.
Στη στήλη Λέσχη Αθανάτων της Εφημερίδας «Ελευθεροτυπία», τριάντα χρόνια μετά θα δημοσιευτεί μία άγνωστη ιστορία από τη βραδιά, που ο ποιητής έμαθε πως κέρδισε το βραβείο Νόμπελ. Ο γνωστός σκηνογράφος Διονύσης Φωτόπουλος, αναφέρει πως ο Ελύτης υποψιαζόταν τι θα συμβεί και ήταν ανήσυχος. Ήταν ένα ήσυχο βράδυ στο σπίτι του ποιητή στην οδό Σκουφά. Ξαφνικά χτυπά το τηλέφωνο. Το σηκώνει ο Δ.Φωτόπουλος και λίγο αργότερα, ανακοινώνει στον ποιητή τη βράβευσή του. Ο Οδυσσέας Ελύτης απάντησε: «Μπράβο, πολύ ωραία», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο κ. Φωτόπουλος. Λίγο αργότερα ο ποιητής δέχθηκε ένα τηλεφώνημα από την Προεδρία της Κυβέρνησης, που είχε ειδοποιηθεί από την πρεσβεία, ενώ παράλληλα άρχισαν να εμφανίζονται και οι δημοσιογράφοι. Ο Ελύτης μόλις τους είδε ξαφνιάστηκε και ένιωθε αμήχανα μιας και πάντα ήταν αρκετά διακριτικός. Έπειτα, το ίδιο βράδυ ο ποιητής πήγε στο σπίτι του γνωστού σκηνογράφου και του ανέφερε ότι τρελάθηκε από τους δημοσιογράφους και τους ζήτησε ευγενικά να φύγουν. Οι δύο φίλοι κάθισαν στη βεράντα του σπιτιού του σκηνογράφου, όπου κουβέντιασαν για ώρα… Λίγο αργότερα ο Ελύτης είπε για τον προσωπικό του φίλο και εκδότη: «Αχ, τι έχω να τραβήξω αύριο από τον Καρύδη». Όλα αυτά περιγράφονται από το γνωστό σκηνογράφο, ο οποίος χαρακτήρισε τον Ελύτη ως έναν άνθρωπο που η μνήμη της φιλίας του, συνεχίζει να τον τιμά.
Image may be NSFW. Clik here to view.
Στις 10 Δεκεμβρίου του 1979, ο Ελύτης αφού παρέλαβε το βραβείο Νόμπελ έκλεισε το λόγο του λέγοντας «Δεν αρκεί να ονειροπολούμε με τους στίχους. Είναι λίγο. Δεν αρκεί να πολιτικολογούμε. Είναι πολύ .Κατά βάθος ο υλικός κόσμος είναι απλώς ένας σωρός από υλικά. Θα εξαρτηθεί από το αν είμαστε καλοί ή κακοί αρχιτέκτονες το τελικό αποτέλεσμα. Ο Παράδεισος ή η Κόλαση που θα χτίσουμε. Εάν η ποίηση παρέχει μια διαβεβαίωση και δη στους καιρούς τους durftiger είναι ακριβώς αυτή: ότι η μοίρα μας παρ'όλ'αυτά βρίσκεται στα χέρια μας.»
Image may be NSFW. Clik here to view.
Ο τελευταίος εθνικός ποιητής, ο ποιητής του Αιγαίου, είναι μερικοί από τους χαρακτηρισμούς που έχουν αποδοθεί κατά καιρούς στον ποιητή. Πολλοί θα αναρωτιούνται ποιος ήταν πραγματικά ο Οδυσσέας Ελύτης. Ίσως η απάντηση να μην είναι ίδια για όλους, γιατί διαβάζοντας τα ποιήματά του, τα δοκίμιά του, παρατηρώντας τα κολάζ του, ο καθένας θα αντιληφθεί έναν δικό του «Οδυσσέα Ελύτη», έναν Ελύτη που δεν περιορίζεται σε ταμπέλες, αλλά δίνει συνέχεια στο στίχο του και χαράζει το δικό του μονοπάτι, ένα μονοπάτι που είναι διαφορετικό για τον καθένα από εμάς.
«Για αυτό γράφω. Γιατί με γοητεύει να υπακούω σε αυτόν που δε γνωρίζω, που είναι ο εαυτός μου ολάκερος, όχι ο μισός που ανεβοκατεβαίνει τους δρόμους και φέρεται εγγεγραμμένος στα μητρώα αρένων του Δήμου. Είναι σωστό να δίνουμε στο άγνωστο το μέρος που του ανήκει. Να γιατί πρέπει να γράφουμε. Γιατί η ποίηση μας ξεμαθαίνει από τον κόσμο, τέτοιον που τον βρήκαμε. Τον κόσμο της φθοράς. Η Ποίηση έρχεται κάποια στιγμή να δούμε ότι είναι η μόνη οδός για να υπερβούμε τη φθορά, με την έννοια που ο θάνατος είναι η μόνη οδός για την Ανάσταση.»
Άλλα έργα του Ποιητή:
Δοκίμια
Η αληθινή φυσιογνωμία και η λυρική τόλμη του Ανδρέα Κάλβου, Νέα Εστία, Αθήνα 1946
Ο ζωγράφος Θεόφιλος, Αστερίας, Αθήνα 1973
Ανοιχτά χαρτιά, Αστερίας, Αθήνα 1974
Η μαγεία του Παπαδιαμάντη, Ερμείας, Αθήνα 1976
Σηματολόγιον, Ερμείας, Αθήνα 1977
Αναφορά στον Ανδρέα Εμπειρίκο, Τραμ, Θεσσαλονίκη 1978
Ιδιωτική οδός, Ύψιλον/Βιβλία, Αθήνα 1989
Τα δημόσια και τα ιδιωτικά, Ίκαρος, Αθήνα 1990
Εν λευκώ, Ίκαρος, Αθήνα 1992
Ο κήπος με τις αυταπάτες, Ύψιλον/Βιβλία, Αθήνα 1995
Μεταφράσεις
Πωλ Ελυάρ, Ποιήματα, περιοδικό «Τα Νέα Γράμματα», Αθήνα 3/1936
Πωλ Ελυάρ, Δημόσιο Ρόδο, περιοδικό «Τα Νέα Γράμματα», Αθήνα 11/1936
Pierre Jean Jouve, Ποιήματα Ι-ΧΧVΙΙ, περιοδικό «Τα Νέα Γράμματα», Αθήνα 12/1938
Ζαν Ζιρωντού, Νεράιδα - Ονειρόδραμα σε τρεις πράξεις, Εταιρία Σπουδών Σχολής Μωραΐτη, Αθήνα 1973
Μπέρτολτ Μπρεχτ, Ο κύκλος με την κιμωλία, Εταιρία Σπουδών Σχολής Μωραΐτη, Αθήνα 1974 (Επανακυκλοφορεί από Ύψιλον/θέατρο, Αθήνα 2010)
Δεύτερη γραφή (Αρτύρ Ρεμπό, Κόμης του Λοτρεαμόν, Πωλ Ελυάρ, Pierre Jean Jouve, Giuseppe Ungaretti, Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα, Μαγιακόφσκι), Ίκαρος, Αθήνα 1976
Σαπφώ, Ίκαρος, Αθήνα 1984
Απόστολος Ιωάννης, Η Αποκάλυψη, Ύψιλον/Βιβλία, Αθήνα 1985
Κριναγόρας, Ύψιλον/Βιβλία, Αθήνα 1987
Ζαν Ζενέ, Οι Δούλες, Ύψιλον/Βιβλία, Αθήνα 1994
Ευχαριστούμε πολύ την κυρία Ι.Ηλιοπούλου για τη συμβολή της στο αφιέρωμα
Στις 2 Νοεμβρίου του 1960 φεύγει από τη ζωή από καρδιακή προσβολή ο διεθνούς φήμης Έλληνας μαέστρος, πιανίστας και συνθέτης Δημήτρης Μητρόπουλος. Έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στις ΗΠΑ, όπου απέκτησε διεθνή αναγνώριση, ενώ έγινε γνωστός για την τρομερή του ικανότητα απομνημόνευσης (μπορούσε να διευθύνει χωρίς παρτιτούρα) και τον ασκητικό τρόπο ζωής που υιοθέτησε λόγω της βαθιάς χριστιανικής πίστης του.
Γεννήθηκε στην Αθήνα και μεγάλωσε σε μία μεσοαστική οικογένεια, έλαβε όμως καλή μόρφωση σε ξένες γλώσσες και μουσική, χάρις στη φιλόδοξη μητέρα του. Σπούδασε πιάνο και σύνθεση στο Ωδείο Αθηνών, όπου τιμήθηκε με χρυσό μετάλλιο για την ικανότητα του στο πιάνο, διάκριση που δόθηκε μόνο πέντε φορές στην ιστορία του Ωδείου. Αποφοίτησε με άριστα το 1919 και μετέβη στις Βρυξέλλες με υποτροφία για περαιτέρω σπουδές. Από το 1921 έως το 1924 εργάστηκε ως μουσικός εκγυμναστής στην Κρατική Όπερα του Βερολίνου. Εκεί γνώρισε τον ιταλό συνθέτη και πιανίστα Φερούτσιο Μπουζόνι, από τον οποίο επηρεάστηκε βαθύτατα τόσο στην αισθητική του όσο και στην επαγγελματική του εξέλιξη ως μουσικός.
Όταν επέστρεψε στην Αθήνα μετά τις σπουδές του το 1924, ανέλαβε τη διεύθυνση της Συμφωνικής Ορχήστρα του Ωδείου Αθηνών (1924 - 1925 και 1927 - 1937) και της Ορχήστρας του Συλλόγου Συναυλιών (1925 - 1927). Παράλληλα, ακολουθούσε διεθνή καριέρα, διευθύνοντας σπουδαία ευρωπαϊκά μουσικά σύνολα με πρώτη τη Φιλαρμονική του Βερολίνου όπου συμμετείχε ταυτόχρονα ως σολίστ. Οι πρώτες του συνθέσεις είναι γραμμένες στο τονικό σύστημα αλλά με ενδιαφέροντες αρμονικούς πειραματισμούς, οι οποίοι γύρω στα 1915 γίνονται περισσότερο τολμηροί φτάνοντας στην ατονικότητα γύρω στα 1920. Είναι ο πρώτος Έλληνας συνθέτης που χρησιμοποίησε στο έργο του Ostinata (μια σονάτα για βιολί και πιάνο) αυστηρά δωδεκαφθογγική τεχνική. . Έγραψε περίπου 40 έργα για ορχήστρα, πιάνο και φωνή, καθώς και μία όπερα («Αδελφή Βεατρίκη»).
Μετά το 1930 ασχολήθηκε σχεδόν αποκλειστικά με τη διεύθυνση ορχήστρας, αρχικά στην Αθήνα και από το 1936 και έπειτα κυρίως στις ΗΠΑ, όπου και διέμενε. Το 1950 ξεκίνησε ξανά τις ευρωπαϊκές εμφανίσεις. Πέθανε στις 2 Νοεμβρίου του 1960, μετά από καρδιακή προσβολή πάνω στο πόντιουμ της Σκάλας του Μιλάνου κατά τη δοκιμή της «Τρίτης Συμφωνίας» του Μάλερ. Η τέφρα του διακομίστηκε στην Ελλάδα σύμφωνα με επιθυμία του.
Δημήτρης Μητρόπουλος: Οι επιστολές του διάσημου μαέστρου
Πώς το ταλαντούχο παιδί από την Αθήνα κατέκτησε τον κόσμο της κλασικής μουσικής; Πώς ήταν τα χρόνια στην Αμερική; Τί συνέβη όταν τον πρόδωσε ξανά η καρδιά του;
της Ειρήνης Ορφανίδου Ασκητικός, βαθιά θρησκευόμενος και απόλυτα ταλαντούχος. Ο μαέστρος, συνθέτης και πιανίστας Δημήτρης Μητρόπουλος, που τη δεκαετία του 1950 κατέκτησε από τη Νέα Υόρκη τον κόσμο, ο άνθρωπος, που λόγω της καταπληκτικής μνήμης του, ανέβαινε στο πόντιουμ χωρίς παρτιτούρα, ο άνδρας που σε ηλικία 64 ετών, έσβησε στη Σκάλα του Μιλάνο, στις 2 Νοεμβρίου 1960.
Έπεσε επί των επάλξεων. Στις 2 Νοεμβρίου1960 ο μεγάλος έλληνας μαέστρος πέθανε από καρδιακή προσβολή πάνω στο πόντιουμ της Σκάλας του Μιλάνου
Αφιέρωμα στην πολύπλευρη προσωπικότητα του «ιεροφάντη» της μουσικής, Δημήτρη Μητρόπουλου, μέσα από τη σύμπραξη ήχου, λόγου και εικόνας παρουσιάζεται τη Δευτέρα 3 Νοεμβρίου -μία ημέρα μετά την επέτειο θανάτου του- στο Μέγαρο Μουσικής υπό τον τίτλο «Δημήτρης Μητρόπουλος: ο Καλλιτέχνης, ο Άνθρωπος».
Την επιμέλεια της εκδήλωσης έχει αναλάβει η Αιμιλία Βλαχογιάννη, σχολική σύμβουλος φιλολόγων, η οποία έχει επίσης επιφορτιστεί με την παρουσίαση των αφηγηματικών μερών της βραδιάς.
Το πρόγραμμα περιλαμβάνει μουσικολογική εισήγηση από τον Νικόλαο Μαλιάρα, καθηγητή Ιστορικής Μουσικολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών (PhD).Image may be NSFW. Clik here to view.
Στο καλλιτεχνικό μέρος του αφιερώματος λαμβάνουν μέρος ο ηθοποιός Δημήτρης Καταλειφός, ο οποίος θα διαβάσει επιλεγμένα αποσπάσματα από επιστολές και συνεντεύξεις του Δημήτρη Μητρόπουλου και η μεσόφωνος Ειρήνη Καράγιαννη. Στο πιάνο θα συνοδεύει ο Διονύσης Μαλλούχος.
Ο πατέρας του διατηρούσε κατάστημα με δερμάτινα είδη στην Αγίου Μάρκου και η μητέρα του ήταν νοικοκυρά. Σπούδασε πιάνο και σύνθεση στο Ωδείο Αθηνών και αποφοίτησε με άριστα το 1919. Το 1920 με υποτροφία του Ωδείου Αθηνών πήγε στις Βρυξέλλες Ο λόγος, ο ήχος, η εικόνα…
Η επιλογή των διασωζόμενων επιστολών και απόψεων-συνεντεύξεων του θρυλικού μαέστρου και συνθέτη είναι ιδεολογικά σημαίνουσα, διότι μέσω αυτών ο Μητρόπουλος αυτοπροσδιορίζεται.
Στο μουσικό μέρος της βραδιάς θα ακουστούν οι Τέσσερις Κυθηραϊκοί χοροί για σόλο πιάνο, δύο από τις δέκα Inventions του Μητρόπουλου για φωνή και πιάνο σε ποίηση Κωνσταντίνου Καβάφη, καθώς και οι συνθέσεις για φωνή και πιάνο Ελπίδες χαμένες (σε στίχους αγνώστου ποιητή) και Η καρδιά της μάνας (σε ποίηση Ζαν Ρισεπέν και στιχουργική απόδοση στα ελληνικά του Αγγέλου Βλάχου). Η ζωή, η δράση, το έργο
Γεννήθηκε στην Αθήνα στις 18 Φεβρουαρίου 1896. Ο πατέρας του διατηρούσε κατάστημα με δερμάτινα είδη στην Αγίου Μάρκου και η μητέρα του ήταν νοικοκυρά. Σπούδασε πιάνο και σύνθεση στο Ωδείο Αθηνών και αποφοίτησε με άριστα το 1919. Το 1920 με υποτροφία του Ωδείου Αθηνών πήγε στις Βρυξέλλες.
Το 1924 επιστρέφει στην Αθήνα και αναλαμβάνει τη διεύθυνση της Συμφωνικής Ορχήστρα του Ωδείου Αθηνών (1924 - 1925 και 1927 - 1937) και της Ορχήστρας του Συλλόγου Συναυλιών (1925 - 1927). Παράλληλα, ακολουθεί διεθνή καριέρα, διευθύνοντας σπουδαία ευρωπαϊκά μουσικά σύνολα. Πρώτη του διεθνής εμφάνιση στις 27 Φεβρουαρίου 1930, όταν διευθύνει τη Φιλαρμονική του Βερολίνου, συμμετέχοντας ταυτόχρονα ως σολίστ στο Τρίτο Κοντσέρτο για Πιάνο του Προκόφιεφ.
Το καλοκαίρι του 1955 έκανε μια μεγάλη πανευρωπαϊκή περιοδεία με τη Φιλαρμονική Ορχήστρα της Νέας Υόρκης. Ανάμεσα στις πόλεις που επισκέφθηκε ήταν και η Αθήνα, έπειτα από απουσία 17 ετών. Η συναυλία της ορχήστρας στο Ηρώδειο άφησε εποχή
Από το 1950 ξανάρχισε τις ευρωπαϊκές εμφανίσεις, έπειτα από απουσία 12 ετών στις ΗΠΑ. Από τότε μοίραζε τον χρόνο του μεταξύ Ευρώπης και Αμερικής. Το καλοκαίρι του 1955 πραγματοποίησε μεγάλη πανευρωπαϊκή περιοδεία με τη Φιλαρμονική Ορχήστρα της Νέας Υόρκης. Ανάμεσα στις πόλεις που επισκέφθηκε ήταν και η Αθήνα, έπειτα από απουσία 17 ετών. Η συναυλία της ορχήστρας στο Ηρώδειο άφησε εποχή.
Η δύσκολη ευρωπαϊκή κριτική χαιρέτισε στο πρόσωπό του Μητρόπουλου ένα μεγάλο μαέστρο και χαρακτήρισε τη Φιλαρμονική της Νέας Υόρκης ως το κορυφαίο αμερικανικό συμφωνικό συγκρότημα, που συνδυάζει την τεχνική τελειότητα μιας αφρικανικής ορχήστρας με τη μουσικότητα της γνήσιας ευρωπαϊκής παράδοσης.
Το 1936 πήγε για πρώτη φορά στις ΗΠΑ για να διευθύνει τη Συμφωνική Ορχήστρα της Βοστόνης, ύστερα από πρόσκληση του μόνιμου διευθυντή της Σερζ Κουσεβίτσκι. Το 1938 αναλαμβάνει τη διεύθυνση της Συμφωνικής Ορχήστρας της Μινεάπολης, στην οποία παρέμεινε επικεφαλής έως το 1949, καθιστώντας τη μία από τις κορυφαίες ορχήστρες των ΗΠΑ. Το 1949 μετακόμισε στη Συμφωνική της Νέας Υόρκης, στην οποία παρέμεινε έως το 1957 ως συνδιευθυντής αρχικά και στη συνέχεια ως αρχιμουσικός και καλλιτεχνικός διευθυντής.
Eκτός από σπουδαίος μαέστρος, υπήρξε και αξιόλογος συνθέτης. Έγραψε περί τα 40 έργα για ορχήστρα, πιάνο και φωνή και μία όπερα («Αδελφή Βεατρίκη»). Οι πρώτες συνθέσεις σου ήταν γραμμένες στο τονικό σύστημα, αλλά με ενδιαφέροντες αρμονικούς πειραματισμούς, οι οποίοι γύρω στο 1915 γίνονται περισσότερο τολμηροί, φτάνοντας στην ατονικότητα τη δεκαετία του '20. Είναι ο πρώτος έλληνας συνθέτης που χρησιμοποίησε στο έργο του «Οστινάτα για βιολί και πιάνο» (1926-1927) αυστηρά δωδεκαφθογγική τεχνική.Image may be NSFW. Clik here to view.
Στις 2 Νοεμβρίου 1960 πέθανε από καρδιακή προσβολή πάνω στο πόντιουμ της Σκάλας του Μιλάνου, κατά τη δοκιμή της «Τρίτης Συμφωνίας» του Μάλερ. Είχαν προηγηθεί δύο καρδιακά επεισόδια, το 1953 και το 1959. Ηθελε η τέφρα του να επιστρέψει στην Αθήνα
Όσο ζούσε, αλλά και στη διαθήκη του, είχε εκφράσει την επιθυμία η σορός του να καεί και η τέφρα του να διακομισθεί στην Ελλάδα. Η καύση έγινε στο Λουγκάνο και η τέφρα του μεταφέρθηκε στην Αθήνα. Ύστερα από μια επίσημη, αλλά και συγκινητική τελετή στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού, η τέφρα του Δημήτρη Μητρόπουλου έμεινε για κάποιο διάστημα στο Ωδείο Αθηνών και στη συνέχεια μεταφέρθηκε στο Α'Νεκροταφείο, σε τάφο που παραχώρησε ο Δήμος Αθηναίων και κατασκεύασε ο γλύπτης Γιάννης Παππάς.